Παρασκευή 8 Μαρτίου 2024

Ένα ειδικό σχολείο. Ευγνωμοσύνης ένεκεν. - Τάσος Μερκούρης

Ένα ειδικό σχολείο. Ευγνωμοσύνης ένεκεν.


Τάσος Μερκούρης
Βιολόγος-Θεολόγος

Πολύ    λίγοι  θα  θυμούνται  και  πολύ  λιγότεροι θα γνωρίζουν ότι στην πόλη σας, στην πόλη του Πρωτοκλήτου Ανδρέα, λειτούργησε  ένα  ιδιότυπο  «ειδικό  σχολείο» σε χρόνους που η ειδική αγωγή στη χώρα μας έκανε τα πρώτα της βήματα μετά από χρόνια νηπιακή κατάσταση.

Ας πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. Ένα σχολείο χρειάζεται ένα κτήριο, τάξεις ή τάξη, δασκάλους, ένα νομικό πλαίσιο που θα το  κατοχυρώνει  και  φυσικά μαθητές. Το κτήριο του «ειδικού  σχολείου»  μας ήταν ένα τριώροφο κτήριο, οικοδομή  του  1960  περίπου,  απέναντι  από  τον  Παντοκράτορα,  πλατεία  Παντοκράτορος  και  Ηλείας.

Είναι το γνωστό σε όλους μας «Άσυλον Ανιάτων η Αγία Ευφροσύνη», ίδρυμα ιδιοκτησίας του Σωματείου «Κοινωνική Αλληλεγγύη». Τα υπόλοιπα στοιχεία που απάρτιζαν αυτό το «ειδικό σχολείο» θα τα δούμε στη συνέχεια.

Η προϊστορία του. Τότε, το 1972, το «Άσυλον Ανιάτων» περιέθαλπε και αρκετά νεαρά άτομα: την Μαίρη και την Ελένη Μανέτα από την Κατοχή Μεσολογγίου, την Ελένη Κάνδηλα από τη Ζάκυνθο, την Βάσω Καρνάτσου από ένα χωριό του Παναχαϊκού, την Κατίνα Καραμπάτου, κάπου από την Πελοπόννησο, τις αδελφές Ματίνα και Ευγενία Χονδρολέων από την Κυνουρία και την Γεωργία Μερκούρη από τη Θήβα με τον αδελφό της Τάσο, νέο ονειροπόλο, αισιόδοξο, φιλόδοξο, ζωντανό κατά το πνεύμα και επίμονο.

Όλα  τα  πιο  πάνω  νεαρά  παιδιά  βιώνανε  στη  σκιά του κόσμου πάνω στα αναπηρικά αμαξίδια με βαριά σωματική αναπηρία, κατεστραμμένα όνειρα, απέλπιδες ελπίδες μα ήταν γεμάτα ζωντάνια, επιθυμίες και όρεξη για ζωή, στο ασφυκτικό περιβάλλον του ιδρύματος, που σκοπό είχε την περίθαλψη μοναχικών γερόντων, απόμαχων της ζωής όπως έλεγαν.

Προϊσταμένη  του  ιδρύματος  ήτανε  μια  απόφοιτος της Σχολής του Ερυθρού Σταυρού, επίσης, νεαρή κοπέλα, δυναμική και με πολύ μεράκι για να βοηθήσει αυτόν τον κόσμο, η Μαρία Καρακάτσα. Μα πώς; Πώς να στηρίξεις όνειρα που σβήσανε χωρίς να αφήσουν την τελευταία λάμψη, πώς να φυτέψεις ελπίδες μέσα σε στάχτη; Μόνη της ελπίδα ο Χριστός, ο Χριστός για κείνη και για όλον τον κόσμο.

Παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον την «Χριστιανική  Εστία  Πατρών»,  όπου  συγκεντρώνονταν πολλοί άνθρωποι με χριστιανικά ενδιαφέροντα. Συζητώντας  με  τους  φίλους  της,  που  επιθυμούσαν  να βοηθήσουν τα νεαρά άτομα του ιδρύματος, σκέφτηκαν να κάνουν κάποια μαθήματα στο Άσυλο.

Ένα απόγευμα, λοιπόν, θα ήταν Οκτώβρης του 1972, εμφανίστηκαν στα κορίτσια που ήταν συγκεντρωμένα  σε  έναν  θάλαμο  του  Ιδρύματος  με  θέα  τον  Παντοκράτορα, δύο νεαρές καθηγήτριες. Η φιλόλογος Αιμιλία  Θωμοπούλου  από  το  Άργος,  νεοδιόριστη φιλόλογος και η Αγλαΐα Παπανικολάου, καθηγήτρια του Αρσάκειου. Μαζί με τα κορίτσια ήταν και ο αδελφός της Γεωργίας, επειδή ήταν και η αδελφή του. Μη ξεχνάμε ότι, τότε, τα σχολεία ήταν αμιγώς αρρένων και  αμιγώς  θηλέων.  Οι  καθηγήτριες,  αφού  εκτίμησαν την κακή μαθησιακή κατάσταση των υποψηφίων μαθητών, αποφάσισαν να αναλύουν κείμενα από τα νεοελληνικά αναγνώσματα των πρώτων τάξεων του εξατάξιου Γυμνασίου της εποχής. Δύο μόνο κείμενα θυμάται ο νέος από αυτή τη διδασκαλεία, το «Ο Βορειάς που τ’ αρνάκια παγώνει» του Ζαλοκώστα και το  «Οι  σταχομαζώχτρες»  του  Παπαδιαμάντη.  Στο πρώτο  κείμενο  όλοι  οι  «μαθητές»  βγήκαν  με  έναν πόνο  στην  καρδιά,  αναλογίστηκαν  τον  δικό  τους βοριά που βογκούσε στα κεραμίδια τους και συμπόνεσαν τη χαροκαμένη μάνα, σαν τη δική τους. Και η κατάσταση των σπιτικών τους δεν απείχε πολύ από της  θειας-Αχτίτσας, της  σταχομαζώχτρας. Ορφανεμένοι από τα σπίτια τους, από τους φτωχούς γονείς τους, μετά την αφαίμαξη που είχαν υποστεί από τις μακρόχρονες νοσηλείες των παιδιών τους. Μετά τα μαθήματα και αφού έφευγαν οι καθηγήτριες, οι νέοι αυτοί ξέσπαγαν σε δυνατά γέλια και πειράγματα σαν αντιστάθμισμα  της  θλίψης  που  τους  ξύπναγαν  τα αναγνώσματα.

Ήταν όμορφα, μη νομίσετε  πως  το  κρίνανε  αρνητικά, ήταν το ξέσπασμα, ήταν η  αντίδραση  στη  ζωή  των ηρώων, στη δική τους ζωή.

Τα μαθήματα διήρκεσαν όλη εκείνη τη σχολική χρονιά, μέχρι το Πάσχα, που άρχισαν οι διακοπές και στη συνέχεια οι εξετάσεις στα σχολεία των καθηγητριών.

Μα δυστυχώς, δεν συνεχίστηκαν και το επόμενο έτος. Ματαιώθηκαν γιατί παρεμβλήθηκαν πολλά  εμπόδια. Όμως, ο σπόρος για το ειδικό σχολείο του Ασύλου είχε πέσει για τα καλά.

Ένας από εκείνους τους «μαθητές», ο αδελφός της Γεωργίας, το ’χε καημό να πάει σχολείο, πήρε θάρρος και άρχισε πάλι να ψάχνει για διεξόδους, να βρει τρόπους να φοιτήσει σε κανονικό σχολείο, να ακολουθήσει το πρόγραμμα των μαθημάτων τους. Πού, όμως, και πώς;

Ο  υποψήφιος  μαθητής,  όπως  είπαμε,  έμενε  στο Άσυλο και ήταν νέο παλληκάρι στα είκοσι τέσσερα με πολύ επιβαρυμένη κλινική εικόνα κινητικής αναπηρίας μα με δυνατή επιθυμία για τη ζωή, με τα ίδια όνειρα των άλλων νέων. Το να πάει σε ένα από τα σχολεία της πόλης δεν χωρούσε καν σκέψη. Ήταν απαγορευτικό για πολλούς και διάφορους λόγους, που δεν είναι για το παρόν άρθρο.

Ένα  εγχείρημα  για  τη  φοίτησή  του  σε  σχολείο  θα μπορούσε να επιχειρηθεί μόνο με τη βοήθεια κάποιου ειδικού  της  αγάπης.  Στο  τέλος  αυτός  βρέθηκε  στο πρόσωπο  του  Λύσανδρου  Φάσσου,  καθηγητή  του Δευτέρου Λυκείου Θηλέων. Αργότερα, ως Αρχιμανδρίτης με το όνομα π. Χριστόδουλος, λάμπρυνε μετά την Εκπαίδευση και την Εκκλησία από την τάξη του κλήρου.

Ο  Λύσανδρος  Φάσσος,  ευαίσθητος  καθώς  ήταν, ένοιωσε τη δύσκολη κατάσταση και το αδιέξοδο του υποψήφιου  μαθητή,  ενστερνίστηκε  τα  όνειρά  του, συντονίστηκε με αυτά και ρίχτηκε στο μεγάλο εγχείρημα. Εργατικός, μεθοδικός, συνετός, άνθρωπος με μεγάλη  υπόληψη  στην  πατραϊκή  κοινωνία,  στήριξε την προσπάθεια στον Θεό και στους συνανθρώπους του, στους συναδέλφους του. Συχνά έλεγε, «εμείς θα κάνουμε την προσπάθειά μας και θα περιμένουμε την απάντηση του Θεού», προτρέποντας και τους άλλους να προσεύχονται.

Ανέσυρε σκονισμένους νόμους  και αποφάσεις, βρήκε νομικό πλαίσιο που θα έδινε κύρος στην προσπάθεια, αλλά και μέλλον στον απόφοιτο, δεν ήθελε να στήσει κάτι πρόχειρο. Η καλύτερη φόρμουλα ήταν να εγγραφεί σε κάποιο σχολείο της πόλης.

Του  διάλεξαν  το  τότε  Β΄  Γυμνάσιο  Αρρένων  της οδού Μαιζώνος και Τριών Ναυάρχων, με Διευθυντή τον Χριστοδουλόπουλο Κωνσταντίνο, για να φοιτήσει «ως κατ’ οίκον διδαχθείς», με δική του ευθύνη, για την εκμάθηση της προβλεπόμενης ύλης. Την πρόοδο θα  πιστοποιούσαν  τα  αποτελέσματα  των  διαγωνισμών, που θα γίνονταν στο Σχολείο στις περιόδους των εξετάσεων την ίδια ώρα με τους άλλους μαθητές. Σ’ αυτό το πλαίσιο έπρεπε να λειτουργήσει το ιδιότυπο «ειδικό σχολείο» για την περίπτωση αυτή.

Ο χώρος του σχολείου, λοιπόν, ήταν το Άσυλο και η «ειδική» τάξη που στέγασε τη διδασκαλία και τα όνειρά του ήταν ο θάλαμός του στον δεύτερο όροφο που έβλεπε στην οδό Ηλείας. Είχε τέσσερα κρεββάτια. Δίπλα στο κρεββάτι του μαθητή ήταν το κρεββάτι του Κώστα κοντά στα πενήντα, από τα Κανούλια Καρδίτσας, με σοβαρή εγκεφαλική παράλυση, καλόκαρδου και  λίγο  παραπονιάρη,  ήταν  σαν  παιδί.  Παραδίπλα ο  Αποστόλης  Καραγκούνης,  από  τον  Δομοκό,  σαραντάρης επίσης με εγκεφαλική παράλυση, αλλά σε καλύτερη κατάσταση. Ο Αποστόλης συνέχεια μοιρολογούσε τον θάνατο της μητέρας του. Απέναντί τους έμενε ο Χρήστος Δουγλής από ένα χωριό της Ηπείρου κι’ αυτός κοντά στα σαράντα με εγκεφαλική παράλυση. Το χαρακτηριστικό του ήτανε ότι του άρεσαν πολύ τα κρεμμύδια και τα σκόρδα με ό,τι αυτό σήμαινε για τον θάλαμο. Άνθρωποι βασανισμένοι χωρίς καμία ουσιαστική φροντίδα και με ψυχικά και κοινωνικά αδιέξοδα. Τους μάζεψαν, κυριολεκτικά, από τις ρούγες και τα αλώνια των χωριών τους, καθώς έχασαν τους φυσικούς τους προστάτες, τους γονείς τους.

Ο  κύριος Λύσανδρος, που εκ των πραγμάτων ανέλαβε τον ρόλο του διευθυντή, έπρεπε να μεριμνά συνέχεια για τη «στελέχωση» του «σχολείου», δηλαδή την  κάλυψη  της  διδασκαλίας  των  μαθημάτων  από εκπαιδευτικούς ανάλογων ειδικοτήτων. Αποτελούσε και  τον  σύνδεσμο,  μεσολαβητής,  μεταξύ  του  «σχολείου» και της Διεύθυνσης του Ιδρύματος, το οποίο φιλοξενούσε την όλη προσπάθεια.

Στην  προσπάθεια  αυτή  συμμετείχαν  πολλοί  καθηγητές  που  ανέλαβαν  την  υποχρέωση  να  πηγαίνουν μια φορά την εβδομάδα στον μαθητή για να του διδάξουν  τα  μαθήματα της  χρονιάς,  χρόνος  φυσικά πολύ μικρός, αλλά αυτό μπορούσαν να προσφέρουν.

Για  αμοιβή δεν γινόταν λόγος. Δεν υπήρχαν χρήματα, δεν υπήρχε σπόνσορας, δεν ευαισθητοποιήθηκαν οργανώσεις και υπηρεσίες και οι καθηγητές που αναλάβανε τα μαθήματα δεν ήταν πλούσιοι, αλλά μισθοσυντήρητοι.

Το σχολείο άρχισε να λειτουργεί ένα φθινοπωρινό βράδυ  με  την  εμφάνιση  του  πρώτου  καθηγητή,  του κυρίου  Αυγουστίνου  Χαρτά,  φιλόλογου,  που  από εκείνη την ημέρα ανέλαβε τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών  και  συνέχισε  μέχρι  την  αποφοίτησή  του και πέρα από αυτήν. Άνθρωπος απόλυτα συνεπής, με πατρικό ενδιαφέρον, έτοιμος να βοηθήσει όπου μπορούσε. Ήταν ο πρώτος που τον ενθάρρυνε να δημοσιεύσει το πρώτο του κείμενο, ένα μικρό διηγηματάκι. Μετά  από  λίγες  μέρες  ήρθε  ο  άλλος  απαραίτητος φιλόλογος, ο Νίκος Καρδάμας, χαρούμενος, φωτεινός, με ενδιαφέρον για τα μαθήματα που ανέλαβε τα αρχαία ελληνικά.

Έλειπε και ένα μεταφορικό μέσο για τις απαραίτητες  μετακινήσεις  του  προς  το  Σχολείο.  Βρέθηκε  κι’ αυτό! Η Γιώτα Γιαννοπούλου, ικανή και επιδέξια στο καροτσάκι,  ανέλαβε  αυτόν  τον  ρόλο,  τη  μεταφορά του μαθητή από το Ίδρυμα στο Σχολείο, στο Β΄ Γυμνάσιο  Αρρένων, και σε όλες τις μετακινήσεις του, που αφορούσαν στην εκπαίδευσή του.

Τελείωσε η πρώτη τάξη με μεγάλη επιτυχία, χωρίς να χρειαστεί πρόσθετους καθηγητές, επειδή ο μαθητής ήτανε ήδη γνώστης των άλλων μαθημάτων. Αυτό έδωσε μεγάλη ώθηση για τη συνέχεια της προσπάθειας και αναπτέρωσε τον μαθητή και τους καθηγητές του. Από τα θολά του όνειρα άρχισε να σκορπίζει η πυκνή ομίχλη των μάταιων λογισμών. Τώρα τα όνειρα αποκτούν σχήμα, έχουν προσανατολισμό. Η ζωή του επαναπροσανατολίζεται σε νέους ορίζοντες, απαγορευμένους πριν. Ο κ. Λύσανδρος αντιλαμβάνεται τη νέα κατάσταση και χαίρεται. Χαίρεται γιατί ελπίζει πως, με τη χάρη του Θεού, οι κόποι όλων όσων βοηθούν δεν θα πάνε χαμένοι. Το ίδιο χαίρονται και οι άλλοι καθηγητές.

Από τη Β΄ τάξη και μετά η ανάγκη για καθηγητές ολοένα και μεγάλωνε. Πρώτα ήρθε η ανάγκη των μαθηματικών και ευτυχώς την κάλυψε ένας πολύ ωραίος τύπος, ο Θανάσης Χορταρίδης, μαθηματικός του Αρσακείου Θηλέων που έβαλε τις βάσεις στην Ευκλείδειο Γεωμετρία. Και των φυσικών μαθημάτων; Παρουσιάστηκε μία ευγενική ύπαρξη, χαμηλών τόνων, ευαίσθητη και συνεπής η Αφροδίτη Μαράτου, φυσικός.

Πέρασε και η Β΄, το ίδιο και η Γ΄. Αντιμετωπίστηκαν με την ίδια επιτυχία και οι εισαγωγικές εξετάσεις, τύπου σημερινών πανελλήνιων, για την εγγραφή των μαθητών στο Λύκειο. Πλέον δεν μιλάμε για όνειρα, αλλά για προοπτικές. Σημαντικές προοπτικές προβάλλουν στη μονοδιάστατη ζωή του.

Ο μαθητής επέλεξε τη θετική κατεύθυνση και αυτό αύξησε ακόμη περισσότερο την ανάγκη διδασκαλίας των θετικών μαθημάτων. Οι τάξεις προχωρούσαν και οι απαιτούμενες ώρες αυξάνονταν. Και όσο μεγάλωναν οι τάξεις αυξανότανε η ανάγκη πολλών ωρών διδασκαλίας αυτών των μαθημάτων. Αυξανότανε και η πίεση του διευθυντή-Φάσσου, η αγωνία του για τη σωστή αντιμετώπιση των προβλημάτων που πρόβαλαν, για την ολοκλήρωση των εγκυκλίων σπουδών του μαθητή. Ποιός μπορεί να ξέρει τις ώρες περίσκεψης και προσευχής που πέρασε αναζητώντας λύσεις! Αναζητώντας καθηγητές για να διδάξουν έναν, την ώρα που οι περισσότεροι έψαχναν για τους πολλούς. Ποιός μπορεί να είναι μάρτυρας της εσωτερικής του αγωνίας;

Ψηλαφώντας το αρχείο αυτού του ειδικού και ιδιότυπου σχολείου παρακολουθούμε την πορεία του. Στο τέλος της κάθε σχολικής χρονιάς υπάρχει μια παρατήρηση: Σημειώθηκε έλλειψη διδακτικών ωρών στα Φυσικά και κυρίως στα Μαθηματικά. Δύσκολη παρατήρηση, δύσκολη επίλυση, δύσκολα αντιμετωπίσιμη από τον κύριο Φάσσο. Και η μεγάλη ταλαιπωρία του αύξανε την προσευχή του.

Η αγωνία του μαθητή έφθασε στο κατακόρυφο λίγο πριν από τις πανελλήνιες εξετάσεις. Μπροστά του τώρα ήταν δύο δρόμοι, ο δρόμος για την ένταξη στη ζωή μέσα από επιτυχείς σπουδές ή η επιστροφή του στο Άσυλο και το σχολείο που αποτελούσε ένα παράθυρο στον κόσμο θα έκλεινε οριστικά. Η αγωνία του παρέσυρε και τους καθηγητές, που προσπάθησαν να βοηθήσουν με πρόσθετες ώρες διδασκαλίας.

Ξεφυλλίζοντας το ημερολόγιο του σχολείου συναντάμε πολλά ονόματα. Ονόματα, ονόματα πολλών ανθρώπων, καθηγητών :

Ελένη Σακελλαροπούλου, οικιακά, δίδαξε Αγγλικά από την Α΄τάξη.

Σπύρος Σκλαβούνος, φυσιογνώστης του Β΄ Αρρένων, συνέβαλε στα μαθήματα σε ό,τι μπορούσε.

Ειρήνη Ανθοπούλου, μαθηματικός. Σταμάτησε μετά τον γάμο της.

Αικατερίνη Ανδρικοπούλου, μαθηματικός, μετέπειτα μοναχή Θεοδοσία. Σταμάτησε όταν έφυγε για το μοναστήρι.

Ανδρέας Κώτης, φοιτητής φυσικών, συνέβαλε στην κατανόηση της Φυσικής.

Μιχαήλ Σιδηράς, μαθηματικός, πολύ σημαντικός, μα οι ώρες του μαθήματος ήταν πολλές και εκείνος διέθετε λίγο χρόνο.

Αντώνιος Μαργαρίτης, φυσικός. Φιλικός, έμπειρος, με έντονη επιθυμία να βοηθήσει, μα και εδώ οι απαιτούμενες ώρες ήταν πάρα πολλές και ο χρόνος του λιγοστός.

Αριστείδης Παντελής, χημικός, μεταδοτικός, φιλικός, έμπειρος, που ξελάσπωσε τη Χημεία.

 Φώτης Μπαρούτας, μαθηματικός, ωραίος ιεροψάλτης, με ψυχή και καρδιά, αλλά η ζωή του ήταν σε δύσκολη φάση και δεν μπορούσε να προσφέρει περισσότερα.

Φώτης Δημητρόπουλος, φιλόλογος, άσσος στα φροντιστήρια, σημαντική παρουσία.

Άνθρωποι με αγάπη, άνθρωποι με ενδιαφέρον για κάποιον που ήταν στα αζήτητα του κόσμου, μα στο καθημερινό ημερολόγιο του Θεού.

Αναζητώντας και κάποια άλλα ονόματα βρήκαμε σε ξέχωρο φύλλο του ημερολογίου: Μαρία Στεφανοπούλου, κουνιάδα του μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας Στεφανόπουλου, Λίτσα Σκουλήκη, Τριανταφυλλοπούλου (δυσανάγνωστο το όνομα), κυρίες της υψηλής πατραϊκής κοινωνίας, που βοήθησαν με πολλούς τρόπους και όσο μπορούσαν. Από άλλες πηγές μάθαμε την εξέλιξη του Σχολείου. Ο μαθητής εκείνος αποφοίτησε από το τότε Β΄ Λύκειο Αρρένων Πατρών, έδωσε εξετάσεις και πέρασε σε μία Σχολή Φυσικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άλλος μαθητής δεν υπήρξε στο Ίδρυμα και το σχολείο έπαψε να λειτουργεί. Στο τελευταίο πρακτικό φαίνεται να υπάρχει διάχυτη ικανοποίηση όλων όσων συντέλεσαν στην επιτυχή ολοκλήρωση του κύκλου αυτής της προσπάθειας, χαρά στη χαρά του μαθητή.

Ο μαθητής έφυγε από την Πάτρα, πήγε στην πρωτεύουσα να συνεχίσει τις σπουδές. Όμως … όμως τελείωσαν οι ανάγκες; Έχουν ποτέ τέλος οι ανάγκες των ανθρώπων, οι ανάγκες πολλών ανθρώπων;

Μήπως άραγε μπορεί να έχει τέλος η αγάπη μετά την ολοκλήρωση μιας πράξης αγάπης;

Επιμένουμε να αναζητούμε στοιχεία από το αρχείο του σχολείου και σε κάποιον σφραγισμένο φάκελο βρίσκονται αποκόμματα επιστολών του Λ. Φάσσου προς τον τότε μαθητή και μετέπειτα φοιτητή.

Διαβάζουμε σε ένα απόκομμα επιστολής με ημερομηνία 26/1/1981: «Ἒρχομαι εἰς τὸ θέμα τὸ οἰκονομικόν. Δὲν πρόλαβα νὰ ἔλθω εἰς ἐπικοινωνία μὲ τὸν κύκλον τῶν ἰδικῶν μου προσώπων κατὰ τὴν παρελθοῦσαν Κυριακὴν, ὣστε να γνωρίζω ἀκριβῶς τὰς δυνατότητας. Πάντως εἶμαι βέβαιος ὃτι θὰ ἔχωμεν 5.000 δραχμὰς μηνιαίως. Ἲσως νὰ ὑπάρξουν καὶ περισσότερα. Τὰ πρόσωπα ποὺ θὰ συνεισφέρουν καθ᾽ ὃλον τὸ ἔτος διὰ τὸ σταθερὸν ποσὸν τῶν 5.000 δραχμῶν ποὺ θὰ στέλλονται εἶναι: Σπυρόπουλος Ἀθ., Χαρτᾶς Αὐγ., Καρδάμας Νικ., Δούβρης Γεώργ., Γιαννακοπούλου (Ἐλευθεριάδου Ἀθαν.) Φάσσος Λ.».

Και σε άλλα αποκόμματα συνέχιζε ο κ. Φάσσος: «ὁ βιβλιοπώλης κ. Ροδόπουλος Κων/νος, Μαιζῶνος 92, μοῦ εἶπε, ὃτι θὰ δίδει 1.000 δρχ. μηνιαίως (χωρὶς νὰ τοῦ ζητήσω)», και «τινές γνωστοί ἀδελφοί, ὅπως π.χ. ὁ κ. Γ. Κατσούλας κ.ἂ. μαθόντες ὃτι γίνεται μία ἀποστολὴ χρημάτων πρὸς σὲ ἐξέφρασαν τὴν ζωηρὰν ἐπιθυμίαν νὰ συμμετέχουν καὶ αὐτοί εἰς τὴν προσπάθειαν τῆς ἀγάπης ἒστω καὶ διὰ συμβολικοῦ ποσοῦ». Σε άλλη επιστολή συνεχίζει «ἐπιστολὴ εὐχαριστηρίου περιεχομένου (ἐὰν δὲν ἔχεις στείλει) εἰς κ. Σπυρόπουλον Ἀθανάσιον, ὅστις νὰ διαβιβάση εὐχαριστίας εἰς 1) κ. Τζελέπην, μηχανικόν, 2) Κατσούλαν Γεώργιον καὶ 3) Γιαννακοπούλου-Ἐλευθεριάδου Ἀθανασίαν».

Η φροντίδα συνεχίζεται όχι μόνο για την οικονομική κάλυψη των αναγκών του, αλλά και για την ικανοποιητική φοίτησή του: «Ἒχω τὴν γνώμη ὅτι ἀφοῦ ἐξασφαλίζομε τὸ (19)82 ἄς μὴν σκεπτώμεθα γιὰ πιὸ πέρα, θὰ ἀνοίξη ὁ Θεός ἄλλας ὁδούς. Τελικά φρονῶ ὅτι πρέπει νὰ ἐπαναπαυθῆς εἰς τὴν λύσιν τῶν Ἀθηνῶν. Διὰ τὴν μετάβασιν εἰς τὴν Σχολήν τὶ θὰ γίνη; Αὐτὸ θὰ τὸ ἀντιμετωπὶσης ἱκανοποιητικά; Τὶ λύσεις προτείνονται; Θὰ εὑρεθοῦν βοηθοί; Προσπάθησε νὰ συνδεθῆς μὲ φοιτητὰς τῆς χριστιανικῆς κινήσεως, ὣστε νὰ υπάρχη κάποια ἐνημέρωσις».

Η αγάπη ολοκληρώθηκε; Η αγάπη ολοκληρώνεται; Η αγάπη είναι ο Θεός, η αγάπη ολοκληρώνεται μαζί Του. Και ο π. Χριστόδουλος Φάσσος δεν αφήνεται να παρασυρθεί από τα του κόσμου εργαζόμενος στον κόσμο, αλλά ξέρει να ζυγίζει σωστά τη ζωή. Διαβάζουμε πάλι σε ένα γράμμα του προς τον μαθητή (10/10/1981) :

«Ἂς εὐχαριστήσωμε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὸν Κύριο διὰ τὴν ἐπιτυχίαν ποὺ Σοῦ ἐχάρισε. Εἶναι μία ἀκόμη δωρεὰ ἀνάμεσα εἰς τὰς τόσας ἄλλας. Βέβαια, αὐτό καθ᾽ αὐτό τὸ γεγονὸς δὲν ἔχει ἀξίαν. Ἂν μάλιστα σκεφθοῦμε πόσο μάταιος καὶ ψευδὴς εἶναι ὁ παρών κόσμος καὶ ὃτι τὰ πάντα ‘’σκιᾶς ἀσθενέστερα καὶ ὁνείρου ἀπατηλότερα…΄΄! Δὲν παύει ὃμως ἡ ἐπιτυχία αὐτὴ νὰ εἶναι δωρεὰ καὶ εὐεργεσία, ἐντασσομένη μέσα εἰς τὸ ὃλον σχέδιον τῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ δι᾽ ἓκαστον ἐξ ἡμῶν, ὃταν μάλιστα ἀποτελεῖ καὶ μίαν φωνὴν καὶ ἓναν δείκτην ποὺ μᾶς βοηθεῖ νὰ διακρίνουμε ποῖον τὸ θεῖον θέλημα καὶ πῶς πρέπει τοῦ λοιποῦ νὰ περιπατήσουμε καὶ νὰ πολιτευθοῦμε».

Κάποιοι είπανε ότι ο μαθητής του Ασύλου τελείωσε τη Σχολή, έκανε και άλλες σπουδές, εργάστηκε στην εκπαίδευση από όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Άλλοι πάλι είπαν ότι παλεύει ακόμη με τον Θεό.

Αυτό το αρχείο κάποια Σάββατα γίνεται πρόσφορο για τους τεθνεώτες αυτού του εγχειρήματος και κάποια άλλα Σάββατα γίνεται πρόσφορο για τους ζώντες.

Πηγή: Εκκλησιολόγος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Χριστόδουλος Φάσσος
Ένας λησμονημένος σπουδαίος κληρικός της Πάτρας. τον ξέχασαν τα πνευματικοπαίδια του τον ξέχασε η Μητρόπολη τον ξέχασε το Μοναστήρι του. Εκτός από την τιμητική βραδιά των Θεολόγων στην Διακίδειο μετά την κοίμησή του τίποτα άλλο. Κρίμα.
Ευτυχώς που ένας ευεργετημένος τον θυμήθηκε και μας τον έφερε στην μνήμη μας.