Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020

ΓΙΑΤΙ ΔΙΚΑΙΩΘΗΚΕ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ;

ΓΙΑΤΙ ΔΙΚΑΙΩΘΗΚΕ Ο ΤΕΛΩΝΗΣ;

«Κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ ἐκεῖνος»

Ἀπὸ σήμερα ἀρχίζει μιὰ νέα περίοδος. Θὰ ζήσουμε καὶ πάλι τὴν περίοδο τοῦ κατανυκτικοῦ Τριωδίου. Καὶ ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προβάλλει τὸν Τελώνη, ποὺ κατέβηκε ἀπ’ τὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ «δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, ἢ ἐκεῖνος», ὁ Φαρισαῖος.
Ἡ ἐπίκαιρη καὶ κατηγορηματικὴ αὐτὴ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας, εἶναι πολὺ σημαντικὴ καὶ ἀξιοπρόσεκτη.
Γιατὶ ὁ Φαρισαῖος, ἦταν ὁ τύπος τοῦ θρήσκου ἀνθρώπου, ποὺ δὲν εἶχε ὕποπτες συναλλαγὲς μὲ τοὺς κατακτητὲς Ρωμαίους. Ἀπεναντίας μάλιστα ἦταν οἱ Φαρισαῖοι πολὺ τακτικοὶ στὴν ἐκπλήρωση ὅλων τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων. Ἐπὶ πλέον ἔδιναν τὸ ἕνα δέκατο τῶν εἰσοδημάτων τους γιὰ φιλανθρωπικοὺς καὶ θρησκευτικοὺς σκοπούς. Γνώριζαν σχεδὸν ἀπ’ ἔξω τὸν Νόμο καὶ τοὺς Προφήτες, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ κόσμος μὲ πολὺ σεβασμὸ τοὺς τιμοῦσε.

Ἀντίθετα ὁ τύπος τοῦ Τελώνη δὲν ἔχαιρε καμιᾶς ὑπολήψεως καὶ ἐκτιμήσεως. Γιατὶ ὁ Τελώνης ἦταν ἐπιχειρηματίας, ἐνοικιαστὴς τῶν φόρων καὶ εἶχε συνεργασία μὲ τοὺς κατακτητές. Σὲ μιὰ πλειοδοτικὴ δημοπρασία, προσφέροντας στοὺς Ρωμαίους ἕνα σεβαστὸ ποσόν, ἔπαιρνε τὸ δικαίωμα νὰ εἰσπράττει τοὺς φόρους μιᾶς περιοχῆς. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ὁ κάθε τελώνης ἅρπαζε, ἀδικοῦσε, πετοῦσε στοὺς δρόμους φτωχούς, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ θησαυρίσει.
Καὶ τώρα ὁ Κύριός μας, μᾶς διαβεβαιώνει, ὅτι μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ, μετὰ τὴν προσευχὴ ποὺ ἔγινε στὸν Ναὸ ἀπὸ τὸν Φαρισαῖο καὶ τὸν Τελώνη, δικαιώθηκε ὁ δεύτερος.
Καὶ προβάλλει εὔλογο τὸ ἐρώτημα: Γιατί δικαιώθηκε ὁ ἁμαρτωλὸς Τελώνης;
Πρῶτα-πρῶτα γιατὶ ἀκριβῶς πίστευε πὼς εἶναι ἁμαρτωλός. Γιατὶ συναισθάνθηκε βαθιὰ τὴν ἐνοχή του, «τὴν πτωχεία τοῦ πνεύματος» τὴν ἀμαρτωλότητά του.
«Μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελε οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι». Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Σημαίνουν ὅτι στάθηκε ὁλομόναχος. Μόνος μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τὸν Θεό. Μὲ τὰ μάτια χαμηλωμένα. Μὲ τὸ βλέμμα στραμμένο μέσα του. Ἔβλεπε τὴ δική του ἀθλιότητα. Οὔτε κοίταξε πλάγια, ὅπως κοίταξε ὁ Φαρισαῖος. Ἀπὸ τὴν ταπείνωσή του ὁ Τελώνης δὲν εἶδε οὔτε τὸν Φαρισαῖο. Μὲ συντριμμένη καὶ ταπεινωμένη καρδιὰ βρισκόταν ἀληθινὰ μπροστὰ στὸν Θεό.
Γι’ αὐτὸ γύρισε στὸ σπίτι του δικαιωμένος. Γιατὶ ταπεινώθηκε. Καὶ τὸ ταπεινὸ φρόνημα σημαίνει ἀνύψωση τῆς καρδιᾶς μας πρὸς τὸν Θεό.
Δὲν ἔχει πολλὰ λόγια ἡ προσευχὴ τοῦ τελώνη. Λίγες λέξεις ψιθυρίζει μέσα στοὺς λυγμούς του. Ἀνοίγοντας τὸ ἁμαρτωλὸ στόμα του, «ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ», ἐνῶ ἔτρεχαν καυτερὰ τὰ δάκρυά του. «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι», μόλις κατορθώνει νὰ τραυλίσει μὲ κόπο. Θεέ μου καὶ Κύριέ μου! Σπλαχνίσου με καὶ ἐλέησέ με. Συγχώρεσέ με, κράζει ἡ ψυχή του μὲ πόνο μεγάλο. Καὶ προσθέτει μιὰ μικρὴ λέξη ποὺ δείχνει τὸ βάθος τῆς ταπεινοφροσύνης του: «Τῷ ἁμαρτωλῷ». Ἐμένα τὸν πολὺ ἁμαρτωλό. Δηλαδὴ πιστεύει γιὰ τὸν ἑαυτό του ὅτι εἶναι «ὁ ἁμαρτωλός», ὁ διάσημος ἁμαρτωλός.
Μοιάζει σὰν ἕνα πληγωμένο ἀετὸ ἀπὸ τὰ φαρμακερὰ βέλη τῆς ἁμαρτίας, ποὺ τοῦ σπάσανε τὰ φτερὰ καὶ τρέχει αἷμα πολύ, ἀπὸ τὴν ἀνοιχτὴ πληγή του. Ὑποφέρει ἀφάνταστα ψυχικά. Καὶ ἔρχεται μὲ μετάνοια, μὲ συντριβή, μὲ ταπείνωση ἀληθινὴ μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ ζητάει ἔλεος, θεραπεία.
Ἡ προσευχή του εἶναι γεμάτη ἀπὸ τὸ ἄρωμα τῆς μετάνοιας καὶ τῆς συντριβῆς.
Γι’ αὐτὸ καὶ γύρισε στὸ σπίτι του δικαιωμένος. Γιατὶ ἡ ἀληθινὴ μετάνοια καὶ ἡ συντριβὴ εἶναι προϋποθέσεις τῆς δικαιώσεώς μας καὶ τῆς λυτρώσεως τῆς ψυχῆς μας.
Ἐὰν λοιπὸν θέλουμε καὶ μεῖς νὰ δικαιωθοῦμε μιὰ μέρα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ φρόνημα τοῦ Τελώνη. Τὸ ἀληθινό, τὸ γνήσιο, τὸ ταπεινὸ φρόνημα, ποὺ ἔχει ὡς προϋποθέσεις τὴν βαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, τὸ ἄρωμα τῆς μετάνοιας καὶ τῆς συντριβῆς.
Ἔχουμε ὅμως τὸ φρόνημα αὐτό; Μποροῦμε πολὺ εὔκολα νὰ κάνουμε τὴ διάγνωση, ὅταν προσέξουμε τὸ περιεχόμενο, τὴν στάση καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο προσευχόμαστε. Μπορεῖ δηλαδὴ νὰ δεῖ ὁ καθένας μας, ὅπως, π.χ. βλέπουμε τὸ πρόσωπό μας μέσα στὸν καθρέφτη, ἐὰν τὸ φρόνημά του εἶναι τελωνικὸ ἢ φαρισαῖκό, μέσα στὴν προσευχή του καὶ στὴν ὅλη του ζωή. Ἐὰν ἡ προσευχή του γίνεται μὲ συντριβή, μὲ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, μὲ μετάνοια, μὲ πνεῦμα «πτωχείας», τότε ἀσφαλῶς μοιάζει μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ Τελώνη.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριός μας μακάρισε «τοὺς πτωχοὺς τῷ πνεύματι», στὴν περίφημη ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία Του. Δηλαδὴ τοὺς ταπεινούς. Ἐκείνους ποὺ συναισθάνονται τὴν πνευματική τους φτώχεια, ὅπως ὁ Τελώνης.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, φώτισέ μας μὲ τὸ Πνεῦμα Σου τὸ Ἅγιο καὶ δῶσε μας ἐπίγνωση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ὥστε ταπεινωμένοι νὰ Σοῦ ποῦμε: «Ὁ Θεὸς ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ».

Πηγή: Περιοδικό «ΖΩΗ»

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

"Ἐὰν λοιπὸν θέλουμε καὶ μεῖς νὰ δικαιωθοῦμε μιὰ μέρα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ φρόνημα τοῦ Τελώνη. Τὸ ἀληθινό, τὸ γνήσιο, τὸ ταπεινὸ φρόνημα, ποὺ ἔχει ὡς προϋποθέσεις τὴν βαθιὰ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, τὸ ἄρωμα τῆς μετάνοιας καὶ τῆς συντριβῆς."

Σίγουρα δεν είναι ταπεινό φρόνημα το να κατηγορούμε τους ανθρώπους που νοιάζονται για καθαρότητα της Πίστης μας και προσπαθούν να την κρατήσουν καθαρή απο τη σύγχυση της θρησκευτικής Παγκοσμιοποίησης και έχει επηρεάσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας.