Κυριακή 11 Ιουλίου 2021

Ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ - π. Γρηγορίου Μουσουρούλη

Ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ
 
Του μακαριστού
Αρχιμανδρίτου π. Γρηγορίου Μουσουρούλη
(†11/01/2021)
Ἀρχιγραμματέως  Ἱεράς Συνόδου
τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου
 
«Μή μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καί τί πίητε»
 
Μή φροντίζετε με αγωνία για τη ζωή σας, μάς λέγει ό Κύριος. Μή σκέπτεσθε συνεχώς με αγωνία τί θα φάτε, τί θά πιήτε και τί θα ντυθήτε. Διότι ό Θεός, που σας έδωσε τά ανώτερα, τήν ζωή και τό σώμα, θά σας δώση και τά κατώτερα, την τροφή και τό ένδυμα.
Άς δοϋμε λοιπόν σήμερα δτι οι βιο­τικές μέριμνες μάς φθείρουν και ότι θά πρέπει νά εμπιστευθούμε τήν ζωή μας στην πρόνοια του Θεου.
1. ΓΙΑΤΙ ΑΓΩΝΙΟΥΜΕ; Οί άνθρωποι σήμερα δυσκολεύουν τήν ζωή τους, διότι κουράζονται μέσα στην καταναλωτική νοοτροπία νά κυνηγούν αχόρταγα τά υλικά αγαθά, τό χρήμα, τις ανέσεις, τήν μόδα. Έχουν μιά μόνιμη αγωνία πώς θά εξοφλήσουν τό δάνειο, πώς θά μεγαλώσουν και θά σπουδάσουν τά παιδιά, πώς θά αγοράσουν ένα καλύτερο αυτοκίνητο ή σπίτι και τόσα άλ­λα. Και πάλι δεν χορταίνουν και ζα­λίζονται. Τό άγχος τσακίζει τήν ψυχή τους και τήν παραλύει. Πελαγοδρομούν, ζαλίζονται στην αγωνιώδη φροντίδα τους γιά δλα αυτά, και πάντοτε κάτι τους λείπει.
Βέβαια υπάρχουν και πολλοί πο­λύτεκνοι οίκογενειάρχαι πού έχουν νά αντιμετωπίσουν καθημερινά πολλά και πιεστικά οικονομικά ή άλλα προβλή­ματα. Ό αγώνας τους δύσκολος. Κά­νουν διπλές εργασίες, ασχολούνται με πολλά πράγματα. Αυτό δμως τους δη­μιουργεί κούρασι φοβερή, νεύρα και άγχος.
Σε κάθε περίπτωσι πάντως δλοι μας έχουμε τις ευθύνες μας. Διότι ιεραρ­χούμε με λάθος τρόπο τις αξίες τής ζωής. Βάζουμε πρώτα τά υλικά αγαθά και  έπειτα τά  πνευματικά.  Δεν  έμπιστευόμαστε την ζωή μας στον Θεό. Ό Θεός είναι δίπλα μας και μεϊς δέν τον αισθανόμαστε. Νομίζουμε ότι μόνοι μας θα καταφέρουμε τα πάντα. Κάνουμε σχέδια χωρίς να αφήνουμε την ζωή μας στα χέρια τοϋ Θεοϋ. Και χρειάζεται κάποιες φορές να βρεθούμε μπροστά σέ φοβερά αδιέξοδα, σέ δυσεπίλυτα προ­βλήματα υγείας ή ακόμη και κοντά στον θάνατο, γιά νά καταλάβουμε ότι πρώτα άπ' όλα στην ζωή μας είναι ό Θεός.
Ένώ αντίθετα οι μέριμνες αγριεύουν την ψυχή μας. Σκεπτόμαστε διαρκώς πώς θά τακτοποιήσουμε τις δουλειές μας και δυσκολευόμαστε νά σκεφθούμε τον Θεό. Δέν μπορούμε ούτε νά προσ­ευχηθούμε οΰτε νά μελετήσουμε πνευ­ματικά βιβλία. Στις πιό Ιερές ώρες έρ­χονται στον νοϋ μας τά διάφορα προ­βλήματα μας. Μοιάζουμε μέ τη Μάρθα τοϋ Ευαγγελίου, ή οποία βυθισμένη στην μέριμνα γιά τά φαγητά έχανε μο­ναδικές στιγμές,τις όποιες απολάμβανε ή Μαρία,ή οποία άκουε τους λόγους τοϋ Κυρίου. Πώς όμως θά μπορέσουμε νά νικήσουμε εμείς την προσκόλλησί μας στις βιοτικές μέριμνες;

2. ΧΩΡΙΣ ΑΓΩΝΙΑ
Τό πρώτο πού θά πρέπει νά κα­ταλάβουμε είναι ότι μέ υλικές χαρές δέν γεμίζει ή ψυχή τοΰ άνθρωπου. Όσο περισσότερο τις απολαμβάνει τόσο πε­ρισσότερο δέν χορταίνει. Οι μέριμνες αχρηστεύουν τις δυνάμεις της ψυχής και μας αιχμαλωτίζουν στη γη. Όταν ξεχνιώμαστε σ' αύτη τη ζωή, δέν χάνουμε μόνο τον καιρό μας αλλά και την αϊσθησι τοΰ προορισμού μας και την ευ­τυχία μας. Όταν σπαταλούμε τις δυ­νάμεις και την αγάπη μας σέ ασήμαντα πράγματα, δέν έχουμε μετά διάθεσι γιά
τά μεγάλα. Χανόμαστε στά επίγεια και χάνουμε και τά ουράνια.
Ό Κύριος μας λέγει νά πάρουμε μά­θημα άπό τά πουλιά τοΰ ουρανού, τά όποια οΰτε σπείρουν οΰτε θερίζουν κι όμως δέν στερούνται τίποτε, διότι τά τρέφει ό ϊδιος ό Θεός. Μας ζητεί νά δι­δαχθούμε ακόμη και άπό τά λουλούδια τοΰ άγροΰ, πού φυτρώνουν μόνα τους και μεγαλώνουν χωρίς νά κοπιάζουν η νά γνέθουν. Έάν λοιπόν ό Θεός αυτά τά αγριολούλουδα τά ντύνη μέ τόση λαμπρότητα, δέν θά δώση σέ μας τό ένδυμα πού χρειαζόμαστε; Γι' αυτό μας λέγει και πάλι νά μην αγωνιούμε διαρ­κώς γιά τό τί θά φάμε καί τί θά πιούμε και τί θά φορέσουμε, όπως κάνουν οί κοσμικοί άνθρωποι, πού δέν πιστεύουν στην πρόνοια τού Θεού. Ό ουράνιος Πατέρας μας γνωρίζει όσα μας χρει­άζονται, καί θά μας τά δώση. Άρκεϊ εμείς νά επιδιώκουμε πρώτα άπ' όλα την Βασιλεία τού Θεού καί την άπόκτησι τών πνευματικών αγαθών, τών αρετών δηλαδή, καί όλα τά απαραίτη­τα υλικά αγαθά θά μας δοθούν. Πα­ράλληλα θά πρέπει νά απλοποιήσουμε την ζωή μας, νά ελευθερωθούμε άπό τό κοσμικό πνεύμα. Όλες τις εργασίες μας νά τις κάνουμε, χωρίς όμως νά κολλάη σ' αυτές ό νους καί ή καρδιά μας, αλλά στον Θεό. Καί ό Θεός θά δίνη διέξοδο στά αδιέξοδα, θά μας στηρίζη στη ζωή, θά διώχνη τις αγωνίες μας, θά δίνη λύσεις έκεϊ πού δέν τό περιμένουμε.
Αδελφοί, όταν ή καρδιά μας είναι πρώτα στον Χριστό, τότε καί τά υλικά παίρνουν άλλη σημασία καί άλλο νό­ ημα· τότε αγιάζονται καί οί δουλειές μας καί τά υλικά αγαθά μας καί ή ζωή μας ολόκληρη.
 
Ἕνας κόσμος βυθισμένος στό σκοτάδι
 
«Εἰ οῦν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστιν, τό σκότος πόσον»;
Μέ ύπέρπυκνο σκοτάδι, λέγει ό Κύριος, βυθίζεται ή ψυχή, όταν ό νους, τό ευ­γενέστερο στοιχείο της, είναι τυφλός και σκοτεινός. Ό νους μας επιτελεί πράγματι σπουδαιότατο έργο. Είναι τό μάτι τής ψυ­χής! Είναι αυτός πού βλέπει, διακρίνει τό σωστό και ωφέλιμο και δίνει κατεύθυνσι σε δλη τήν ζωή μας. Αυτός κανονίζει τήν πνευματική μας πορεία, αυτός ρυθμίζει τους στόχους, τίς σκέψεις και τις ενέργειες μας. Αντιλαμβάνεται επομένως αμέσως κα­νείς πόσο φοβερό πράγμα είναι, αυτό τό μάτι  τής ζωής μας νά είναι  τυφλό!
Πώς όμως τυφλώνεται ό νους; Τί συνέπειες έχει ή τΰφλωσί του; Πώς ημπορεί νά απαλλαγή άπό αυτήν; Αυτά τά ερωτήματα θα μάς απα­σχολήσουν σήμερα.    Ερωτήματα καίρια.

1.  Η  ΦΡΙΚΤΗ  ΤΥΦΛΩΣΙ
Ή  άπάντησι  στο πρώτο ερώτημα,  στο πώς δηλαδή σκοτίζεται ή και τυφλώνεται ό νους, είναι σε όλους μας λίγο ώς πολύ γνωστή, διότι είναι μία άπό τίς πλέον βασι­κές αλήθειες τής πίστεως μας. Όλοι μας γνωρίζουμε ότι ό νους, και ό όλος άνθρω­πος επομένως, σκοτίζεται, όταν ευρί­σκεται   μακριά  άπό  τόν  Θεόν.
Και πώς ευρίσκεται μακριά άπό τόν Θεόν; Ευρίσκεται, είτε διότι τό θέλει είτε διότι παρασύρεται. Στην πρώτη περίπτωσι ό άνθρωπος συνειδητά και έν ψυχρώ αρνείται νά φωτίζεται και νά καθο-δηγήται άπό τόν Θεόν και τόν νόμον Του και αναζητεί άλλα «φώτα» και άλλους «οδη­γούς». Στην δεύτερη περίπτωσι, αντί νά καθοδηγή ό νους όλες τις κινήσεις τοϋ άνθρωπου, αφήνεται νά παρασύρεται άπό τά ποικίλα πάθη και τίς αμέτρητες αμαρ­τωλές επιθυμίες τής ψυχής ή τοϋ σώματος και νά όδηγήται στο τέλος μακριά άπό τόν Θεόν. Και στις δύο περιπτώσεις τό άποτέλεσμα είναι τελικώς το ϊδιο: ό νους, άπαμακρυνόμενος άπό τον Θεόν, βυθίζεται στο σκοτάδι, και επιμένοντας μέχρι τέλους σ' αύτη την κατάστασι,  υφίσταται  ολική τυφλωσι.

2.  ΓΕΝΙΚΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
Τις συνέπειες αύτοΰ τοΰ σκοτισμοϋ και της τυφλώσεως τοϋ νοϋ κανείς πλέον δέν τις αγνοεί. Ό Κύριος ύπεγράμμισε ότι συμ­βαίνει εδώ κάτι ανάλογο με την σωματική τΰφλωσι. Όταν το μάτι είναι βλαμμένο, όλο το σώμα είναι σκοτεινό. Το ϊδιο γίνεται και με την πνευματική τΰφλωσι. Όταν ό νους, άπομακρυνόμενος άπό τον Θεόν, σκο­τίζεται, ό άνθρωπος ζή στο σκοτάδι, βυθί­ζεται ολόκληρος στο χάος. Δέν γνωρίζει ούτε για ποιόν σκοπό ήρθε στή ζωή, οΰτε πώς πρέπει να ζήση για να πραγματοποί­ηση τον σκοπό αυτό. Είναι τυφλός, τυφλός εντελώς.
Σ' αυτήν ακριβώς την κατάστασι της τυ­φλώσεως ευρισκόμενος ό άνθρωπος, γίνεται δούλος τών ενστίκτων του, ζή σάν ζώο, όπως τόσο χαρακτηριστικά το περιγράφει ό Ψαλμωδός. Τί λέγει; «"Ανθρωπος έν τιμή ών ού συνήκε, παρασυνεβλήθη τοίς κτήνεσι τοίς άνοήτοις και ώμοιώθη αύτοίς» (Ψαλ. μη' [48] 13). Ό άνθρωπος, ένω έχει τόσο τιμηθή άπό τον Θεόν, δέν το κατενόησε. "Εγινε ένα με τά ανόητα κτήνη, όμοιος με αυτά.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι απομακρύ­νονται άπό τον Θεόν, ολόκληρες κοινωνίες - και στις ήμερες μας ένας παγκόσμιος πο­λιτισμός - βυθίζονται στο σκοτάδι και οδη­γούνται στην καταστροφή. Δέν είναι υπερ­βολή αυτό. Το βλέπουμε ιδιαιτέρως σήμερα, όπου ολόκληρη ή άνθρωπότης - τυφλή ττνευματικώς - ευρίσκεται κλεισμένη μέσα σέ μιά σκοτεινή σήραγγα καϊ ψάχνει απελ­πισμένα τήν ΕΞΟΔΟ. 'Αλλοίμονο όμως! Άντϊ νά κινήται προς αυτήν, προχωρεί προς τά έγκατα τής γής, προς το σκοτεινό αδιέξοδο, εκεί που τήν σπρώχνουν οί τυφλοί οδηγοί της.

3. ΕΞΟΔΟΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΔΙΕΞΟΔΗ ΣΗΡΑΓΓΑ
Υπάρχει άραγε ελπίδα, υπάρχει τρόπος νά εύρη κάποτε ό σκοτισμένος κόσμος μας τήν ΕΞΟΔΟ τής σήραγγος; Ασφαλώς και υπάρχει!  Είναι τόσο εύκολο αυτό! ΣΤΡΟΦΗ χρειάζεται, αλλαγή πορείας προς τήν αντίθετη ακριβώς κατεΰθυνσι. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ δηλαδή προς τον Πατέρα. Προς τον Θεόν, προς τον Σωτήρα Χριστόν, ό Όποίος δέν παύει νά άπλώνη τά χέρια Του προς τά ταλαιπωρουμενα πλάσματα Του και νά φωνάζη: «Έγώ εΐμι το φώς τοϋ κόσμου· ό ακολουθών έμοι ού μή περιπατήση έν τή σκοτία, άλλ' έξει το φώς τής ζωής» (Ίω. η' 12). 'Εγώ είμαι τό φώς τοϋ κόσμου· όποιος με ακολουθεί, δέν θα βρεθή ποτέ στο σκο­τάδι τής αμαρτίας, άλλα θά έχη μέσα του τό φώς, πού προέρχεται άπό τήν αληθινή ζωή,  τον Θεόν.
"Ας επιστρέψουμε λοιπόν κοντά Του! Κι άς κάνουμε τήν αρχή εμείς οί λεγόμενοι πι­στοί Χριστιανοί, οί οποίοι συχνά νομίζουμε πώς ημπορούμε νά δουλεύουμε «δυσϊ κυρί-οις», νά λατρεύουμε και τον Θεόν καϊ τον «μαμωνά». Εμείς, που συχνά ξεγελιόμαστε άπό τις απολαύσεις καϊ τις άπατες τοΰ κόσμου και λησμονούμε τον Θεόν. Εμείς, πού υποτίθεται πώς είμεθα «τό φώς τοϋ κόσμου»  και  «τό άλας τής γής».
Νά επιστρέψουμε! Κι αυτό πολύ πρα­κτικά πλέον σημαίνει: Νά παύσουμε νά εί­μαστε τόσο πολύ υποδουλωμένοι στά λεγό­μενα μέσα μαζικής ενημερώσεως - εφημερί­δες, περιοδικά, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις -πού δημιουργούν σύγχυσι καϊ σκοτίζουν τον νού, και νά σκύψουμε μέ πόθο και λαχτάρα στον αιώνιο λόγο τού Θεού, νά μελετή­σουμε τήν Αγία Γραφή και σχετικά - εννο­είται - πνευματικά βιβλία. Νά εντρυφή­σουμε επίσης στην προσευχή, τήν γλυκεία συνομιλία τής ψυχής μέ τον Θεόν, πού φωτίζει τον νού καθαρίζοντας τον άπό τά ποικίλα πάθη.
Δέν είναι δύσκολα αυτά. Τά γνωρίζουμε άλλωστε. Δύσκολα δέν είναι. Χρειάζεται μόνον   ή   άπόφασι.
Αδελφοί, και άν δέν είμεθα - όσοι δέν εϊμεθα - άς γίνουμε λοιπόν! "Ας γίνουμε και «φώς τού κόσμου» και «άλας τής γής». "Ας κρατάμε τον νού μας κοντά στον Θεόν. Νά φωτιζώμεθα άπό Εκείνον, νά ζούμε σύμ­φωνα μέ τό θέλημα Του, νά πορευώμεθα μέ τό φώς τού  Ευαγγελίου Του.
Αυτός είναι ό μοναδικός δρόμος και ή τε­λευταία ελπίδα. Και γιά τήν προσωπική μας σωτηρία και γιά τήν ουσιαστική βοή­θεια  και σωτηρία όλου του  κόσμου.
Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀπορρίψει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ περί καθαρότητος καί τυφλωθεῖ ἀπό τό πάθος τῆς σάρκας, δέν μπορεῖ νά καταλάβει τίποτε῾ ὅτι κι ἄν τοῦ λέτε, ὅσες συμβουλές κι ἄν τοῦ δίνετε, ὅσα δάκρυα παρακλητικά κι ἄν χύνετε, αὐτός δέν ἀντιλαμβάνεται τίποτε. Δέν βλέπει καί δέν σκέπτεται τίποτε πέραν ἀπό τό πάθος τῆς ἡδονῆς. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν ἄνθρωπο πού θά τυφλωθεῖ ἀπό τό πάθος τῆς φιλαργυρίας. Δέν ὐπολογίζει τίποτε. Οὔτε τά παιδιά πού καταστρέφει μέ τό ἐμπόριο τῶν ναρκωτικῶν ἤ τῆς λευκῆς σάρκας, οὔτε τίς οἰκογένειες πού βυθίζει στό πένθος καί τήν θλίψη, οὔτε τήν ἴδια τήν πατρίδα του, τῆς ὁποίας τό μέλλον ροκανίζει ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς. Ἀνάλογα συμβαίνουν καί μέ τόν ἄνθρωπο πού θά τυφλωθεῖ ἀπό τό πάθος τοῦ φθόνου. Αὐτός δέν βλέπει τίποτε ἐκτός ἀπό τήν ἐξόντωση τοῦ ἀνθρώπου πού θεωρεῖ ἀντίζηλο ἤ ἐχθρό του.
 
Φαίνονται βαριά τά λόγια, ὅμως ἀντικατοπτρίζουν πέρα γιά πέρα τήν πραγματικότητα.
 
Ὑπάρχει διέξοδος ἀπό τά σκοτάδια τῆς ἀποσύνθεσης καί τῆς αὐτοδιάλυσης πού μᾶς διακατέχει.
 

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Όταν σκαναρουμε πολυτονικό κείμενο με ocr ελέγχουμε το αποτέλεσμα.