Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Ομιλία - Κήρυγμα του Οικουμενικού Πατριάρχου Βρθολομαίου εις τον εσπερινό της μνήμης του Αγίου Δημητρίου στον Ναό του Αγίου στην Θεσσαλονίκη

ΟΜΙΛΙΑ - ΚΗΡΥΓΜΑ
ΤΗΣ Α.Θ.ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ.κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΟΥ Μ. ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΕΝ ΤΩι Ι.Ν.ΑΓ.ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(25 Ὀκτωβρίου 2013)

Ἱερώτατε ἀδελφὲ Ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου ταύτης Ἐπαρχίας Μητροπολῖτα κύριε Ἄνθιμε,
Ἱερώτατοι ἀδελφοὶ συλλειτουργοὶ Ἱεράρχαι,
Ἐξοχώτατοι ἐκπρόσωποι τῶν τοπικῶν Ἀρχῶν,
Εὐλογημένοι Θεσσαλονικεῖς, τέκνα τῆς Ἐκκλησίας προσφιλέστατα,
         
Λιτανεύσαντες εἰς τὰς ὁδούς, κατὰ τὴν παράδοσιν, σήμερον τὴν πρωΐαν τὸ Ἱερὸν Σκῆνος τοῦ μεγαλομάρτυρτος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου, πρὸς ἀπόδοσιν μὲν τιμῆς εἰς τὸν Ἅγιον καὶ εἰς τὸ μαρτύριον ἀλλὰ καὶ πρὸς ἁγιασμὸν τῶν ὁδῶν καὶ τῶν στενωπῶν τῆς πόλεως, κυρίως τῶν καρδιῶν μας, διὰ τῆς ἀεννάου παρουσίας τοῦ Ἁγίου, ἰδοὺ εὑρισκόμεθα εἰς τὸν ἱστορικὸν Ναόν του, εἰς τὰ ἐσώτερα, δηλαδή, τοῦ καταπετάσματος, «ἑσπερινὸν ὕμνον καὶ λογικὴν λατρείαν προσφέροντες» καὶ εὐχαριστοῦντες τῷ Θεῷ ἀδιαλείπτως, μετὰ Παύλου τοῦ Ἀποστόλου αὐτοῦ, «ὅτι παραλαβόντες (σεῖς οἱ Θεσσαλονικεῖς) λόγον ἀκοῆς... ἐδέξασθε οὐ λόγον ἀνθρώπων, ἀλλὰ... λόγον Θεοῦ» (Α΄Θεσ. β΄, 13).
          «Σήμερον συγκαλεῖ ἡμᾶς ἡ τοῦ ἀθλοφόρου παγκόσμιος πανήγυρις», τόπῳ καὶ χρόνῳ. Μᾶς συγκαλεῖ ἐν τῷ τόπῳ τῷ ἁγίῳ τοῦ Ἱεροῦ τούτου Ναοῦ καὶ ἐν τῷ χρὸνῳ τῆς ἐπετείου τῆς μνήμης του κατά τὸ ἔτος 2013. Ἐν τῷ τόπῳ, ὁ ὁποῖος «μέγαν εὕρατο» ὑπέρμαχον τὸν Ἅγιον «ἐν τοῖς κινδύνοις», «τροπούμενον ὅμως τὰ ἔθνη». Δηλαδὴ ὁ Ἅγιός μας ὑπερβαίνει τὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου του καὶ ἐπεκτείνεται εἰς τὴν οἰκουμένην καὶ «τροποῦται τὰ ἔθνη» καθελών «τὴν ἔπαρσιν» τῶν διαφόρων Λυαίων πασῶν τῶν ἐποχῶν, τῶν «λυαίων» τῶν νομιζόντων ὅτι διὰ τῆς ἰσχύος τῆς ὑλικῆς ἢ τῆς δοθείσης αὐτοῖς παρὰ Θεοῦ «κρατήσεως» θὰ καταβάλουν τὸ φρόνημα καὶ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀλήθειαν τῶν Ὀρθοδόξων καὶ θὰ καταλάβουν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸν χῶρον, ὥστε μὴ «δουλεύειν Θεῷ ζῶντι» (Α΄Θεσ. α΄, 10). 
          Λησμονοῦν ὅμως οἱ διάφοροι «λυαῖοι» ὅλων τῶν ἐποχῶν ὅτι ἀρκεῖ μόνον ἡ Χάρις καὶ ἡ Εὐλογία, ἡ προσευχὴ ἑνὸς Ἁγίου, διὰ νὰ προκαλέσῃ καὶ προσελκύσῃ τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ μιᾶς ἁπλῆς λακωνικῆς προσευχῆς, ὡς τῆς προσευχῆς τοῦ ἀδυνάμου Νέστορος, «ὁ Θεὸς Δημητρίου βοήθει μοι», διὰ νὰ ἐπέλθῃ ἡ νίκη, ἡ οἱαδήτις νίκη, ἐπιτυγχανομένη ὅμως πάντοτε διὰ τῶν «ὅπλων τῆς ἀληθείας».

          Ὁ Μεγαλομάρτυς Δημήτριος μᾶς συνήγαγεν ἀπόψε εἰς τὸν περίκλυτον τοῦτον ἱστορικὸν Ναόν του, τὴν Θεσσαλονίκην ὁλόκληρον, τὴν πόλιν του. Ἐδῶ, ὅπου εὑρίσκεται ὁ τάφος του  καὶ θησαυρίζεται τὸ μαρτυρικὸν καὶ πολύαθλον σῶμα του, τὸ ὁποῖον εἶναι πηγὴ μύρου διὰ τὴν πόλιν καὶ διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Οἰκουμένην, τὴν τιμῶσαν τὸν Ἅγιον. Ἀπόψε ἡ γῆ τὸν οὐρανὸν μιμεῖται καί «ἡ τοῦ καλλινίκου σώματος» τοῦ ἀθλητοῦ τοῦ Χριστοῦ «λαμπρότης τὴν ἐκεῖθεν παροῦσαν παραδηλοῖ θεόθεν φωταύγειαν» (Συμεὼν μοναχοῦ καὶ φιλοσόφου, Ἐγκώμιον, Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 309). Καὶ ἡμεῖς πάντες ἤδη βιοῦμεν ἔντονον τὴν προεόρτιον χάριν, ὄχι μόνον διότι αὕτη «τοῖς ᾄσμασι πλεονεκτεῖ» ἀλλὰ καὶ διότι «εὐθύς μετ᾿ αὐτὴν ἡ κυρία ἑορτὴ ἡλίου δίκην εἰς ἡμᾶς ἀκτινοβολοῦσα καὶ καταυγάζουσα ἀπαντᾷ» (Κωνσταντίνου Ἀρμενοπούλου, Ἐγκώμιον εἰς τὸν Ἅγιον Δημήτριον, ἐκδόσεις Ζῆτρος, Θεσ. 2004, σελ. 420).
          Ὁ Ἅγιος Δημήτριος, πρὸς τιμὴν τοῦ ὁποίου ἤλθομεν ἐφέτος πλησίον σας ἐκ Κωνσταντινουπόλεως, πρὸς συνεορτασμόν, εἶναι διὰ τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ τὸν λαόν μας, διὰ τὴν Θεσσαλονίκην, διὰ τὸν κόσμον ἅπαντα τὸν Ὀρθόδοξον, τὸ ἱερὸν πρόσωπον τὸ ὁποῖον μᾶς ἑνώνει.
          Ὡς Θεσσαλονικεὺς ὑπῆρξε συμπολίτης σας καὶ εἶναι συμπολίτης μας καὶ τὸν τιμῶμεν ὡς παρόντα ἀνάμεσά μας καὶ ἀπόψε καὶ χθὲς καὶ πάντοτε. Συγχρόνως, ὡς Ἅγιος ἐμβελείας εἶναι οἰκουμενικός.
          Ἡ σημερινὴ ἑορτή του συνδέεται μὲ τὸ διαρκὲς θαῦμα, τὸ ἱερουργούμενον μυστικῶς καὶ ἀπορρήτως, τοῦ Ἁγίου ἐπεμβαίνοντος μὲ τὴν Χάριν του εἰς τούς «καρδίᾳ καθαρᾷ» καὶ «συνειδότι ἀγαθῷ» προσερχομένους πιστούς. Ἄλλωστε, γνωρίζομεν οἱ πάντες, ὅτι ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὴν ἐλευθερίαν τῆς πόλεως εἰς συγκεκριμένας στιγμὰς τῆς ἱστορικῆς της πορείας καὶ διαρκῶς «παρίσταται ὀπτανόμενος καὶ θαυματουργῶν», ὅπως κατὰ τὸν γνωστὸν μέγαν σεισμὸν καὶ πολλὰς ἄλλας ὀδυνηρὰς περιστασιακὰς καταστάσεις, περὶ τῶν ὁποίων ὁμιλοῦν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Φιλόθεος ὁ Κόκκινος καὶ κυρίως ἡ βιωματικὴ πίστις καὶ ἡ εὐλάβεια τοῦ λαοῦ μας.
          Τό «ζῶν τοῦτο κειμήλιον» ἀποθησαυρίζει ἡ Θεσσαλονίκη τοῦ Χριστοκεντρικοῦ Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ, τὸν ὁποῖον διασώζει καὶ διαιωνίζει ὡς τό «ἔμψυχον μνημεῖον», τὸ περιβάλλον οἱονεὶ ὡς κέντρον τὰ λοιπὰ ἱερὰ σκηνώματα τῆς μεγάλης ἐκείνης ἱστορικῆς περιόδου, ὡς τὸν Ναὸν τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, καὶ ἐδῶ, ὅπως καὶ εἰς πολλοὺς ἄλλους χώρους ἀνὰ τὴν ὑφήλιον, κατ᾿ ἀπομίμησιν τοῦ ἀνεπαναλήπτου ἐκείνου Ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Ἀχειροποιήτου, τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, καὶ τόσων ἄλλων.
Εἰς τὸν Ναὸν τῆς Παναγίας τῆς Ἀχειροποιήτου, ὁ νομοφύλαξ καὶ κριτὴς τῆς Θεσσαλονίκης Κωνσταντῖνος Ἀρμενόπουλος, σὰν ἀπόψε πρὸ ἓξ αἰώνων, ἀπευθύνεται προσευχητικῶς εἰς τὸν Ἅγιον Δημήτριον λέγων: «Σὺ εἶ ὁ τῆς σῆς Θεσσαλονίκης τὰς μὲν εὐδοξίας αὔξων, μαραίνων δὲ τὰς ἀδοξίας» (ἔνθ.ἀν. σελ. 430).

Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες,
Εὑρισκόμεθα κατὰ τὴν ἑσπέραν ταύτην μαζί σας εἰς τὴν Θεσσαλονίκην διὰ πολλοὺς λόγους. Διὰ νὰ συμπανηγυρίσωμεν μὲ τὸν Ἅγιον Δημήτριον καὶ τοὺς συμπολίτας του τὴν ἀκτινοβολίαν τῆς Θεσσαλονίκης καὶ τὸν στενὸν καὶ ἀδιάρρηκτον σύνδεσμον αὐτῆς μετὰ τῆς Μητρὸς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ Θεσσαλονίκη ὑπῆρξεν ἐπὶ αἰῶνας ἡ συμπρωτεύουσα τῆς Κωνσταντίνου βασιλείας. Καὶ συνεχίζει νὰ εἶναι ἡ τετιμημένη συμπρωτεύουσα τοῦ διαδόχου τῆς μεγάλης ἐκείνης αὐτοκρατορίας τῶν Ρωμαίων Ἑλληνικοῦ Κράτους. Ἀκόμη, διότι ἡ Θεσσαλονίκη τυγχάνει περίπυστος καὶ ἐκ τῶν πρώτων Ἐπαρχία καὶ κληρουχία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, εἰς τὴν ὁποίαν ἀπέστειλε τοῦτο κατὰ τὴν μακρὰν ἱστορίαν πρὸς διαποίμανσιν λαμπροὺς Ἱεράρχας, μεταξὺ τῶν ὁποίων Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν, πνευματικὰ ἀναστήματα τοῦ ὁποίου ὑπῆρξαν γνωστοὶ μεγάλοι προκάτοχοι τῆς ἡμετέρας Μετριότητος, οἱ ἡσυχασταὶ Πατριάρχαι Κάλλιστος καὶ Φιλόθεος ὁ Κόκκινος. Εὑρισκόμεθα, λοιπόν, εἰς τὰ ἴδια, εἰς χῶρον οἰκεῖον καὶ προσφιλῆ, ἀποπνέοντα μῦρα ἁγιότητος, εἰρήνης, εὐδοκίας, ἐλευθερίας.

Ἀγαπητοὶ Θεσσαλονικεῖς,
Συμπροσευχόμενοι σήμερον ἐν ἀγάπῃ πατρικῇ μὲ ὅλους ὑμᾶς, ἐκφράζομεν ἐν ἐκκλησίᾳ τὴν βεβαιότητά μας, ὅτι τὰ νέφη τῆς σημερινῆς ἀρνητικῆς συγκυρίας θὰ παρέλθουν, ὅτι ὁ Ἅγιος Δημήτριος, ὁ προσελκύων «ἕλξει φυσικῇ καὶ ἀπλανεῖ τὰς καρδίας τῆς Χώρας ἁπάσης», ταχέως διὰ τῆς πρεσβείας καὶ χάριτός του θὰ συμβάλῃ, μὲ τὴν πίστιν καὶ δυναμικότητα καὶ καρτερικότητα τοῦ λαοῦ, εἰς τὴν διάλυσιν τῶν νεφῶν τῆς ἀπαισιοδοξίας καὶ τῆς ἀδυναμίας, καὶ διὰ τῆς λόγχης του τῆς κραταιᾶς θὰ δώσῃ λύσεις, ἀρκεῖ ἐν πίστει νὰ ἐπικαλεσθῶμεν τὸν Κύριον διὰ τῆς ἁπλῆς προσευχῆς τοῦ περιφρονημένου ὑπὸ τῶν ἰσχυρῶν καὶ τότε Νέστορος: «Ὁ Θεὸς Δημητρίου βοήθει» ἡμᾶς.
Ὁ Θεὸς μὲ τίποτε δὲν εὐαρεστεῖται περισσότερον, ὅσον μὲ τὸ ἑκούσιον μαρτύριον καὶ τὸ πάθος διὰ τὴν δόξαν Του. Ὁ Κύριος, ὡς ἄνθρωπος «σάρκα φορῶν», ἐδοξάσθη μὲ τὸν πόνον, τὸν κόπον καὶ τὰ πάθη, καί, τέλος, μὲ τὸν σταυρόν, ὁ ὁποῖος ἔφερε τὴν Ἀνάστασιν, εἰς τήν «δόξαν ἣν εἶχε πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι». Ὁ Ἅγιός μας ἐκινήθη, μεθ᾿ ἡδονῆς θὰ ἐλέγομεν, πρὸς πᾶσαν ὑπερβολὴν ὀδύνης, παθῶν δι᾿ ἓν καὶ μόνον: νὰ κερδίσῃ τὸν Χριστόν. Διὰ τοῦτο καὶ δύναται, ὡς ὁ ἠγαπημένος Μαθητὴς τῆς ἀγάπης Ἰωάννης, νὰ ἀναπίπτῃ εἰς τὸ στῆθος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ νὰ ζητῇ διὰ τὸν λαὸν καὶ τὴν πόλιν του, τὴν Θεσσαλονίκην, «τὰ πρόσφορα».
Τὸν παρακαλοῦμεν, λοιπόν, καὶ ἀπόψε «νὰ ἐπισκεφθῇ τὴν ἄμπελόν του» ταύτην, ὅλους σας, τά «κλήματά» του, καὶ νὰ διασκεδάσῃ ὅ,τι σᾶς ἀπασχολεῖ, ὅ,τι σᾶς βασανίζει, ὅ,τι σᾶς φαίνεται σκοτεινὸν καὶ δυσεπίλυτον. Ἐκεῖνος γνωρίζει καὶ θὰ δώσῃ τὴν λύσιν. Ὡς φιλόπολις καὶ φιλάνθρωπος, γνωρίζει νὰ ἀνακαλῇ συντόμως τὴν τοῦ Θεοῦ συμπάθειαν καὶ νὰ μὴ ἀφήνῃ νὰ καταβαλλώμεθα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν μεριμνῶν καὶ τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Λοιπόν, ἂς ἔχωμεν ἐλπίδα καὶ θάρρος εἰς αὐτὸν καὶ ἂς μὴ ἀφήνωμεν τὰς δυσμενεῖς περιστάσεις νὰ μᾶς καταβάλλουν, διότι ἐκεῖνος μᾶς παρακολουθεῖ καὶ μᾶς προφθαίνει. «Οὐκ ἐάσῃ ἡμᾶς εἰς τέλος πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δυνάμεθα», ἀλλά «σὺν τῷ πειρασμῷ» θὰ δώσῃ καὶ τὴν ἔκβασιν, διὸ καὶ ἐκφράζομεν εὐγνωμοσύνην ἀΐδιον πρὸς τὸν Ἅγιόν μας διὰ τὴν προστασίαν του, ὥστε ἡ Θεσσαλονίκη, ἡ ἀνθέξασα ἐν ὑπομονῇ καὶ θυσίαις «πειρασμούς» αἰώνων, νὰ εἶναι φιλαγία, χριστιανικωτάτη, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἐλευθέρως καὶ ὀρθοδόξως νὰ λατρεύηται τὸ Θεῖον, ὁ ἐπὶ πάντων καὶ ἐν πᾶσι Θεός.
«Ἐπίβλεψον ἐπὶ τὸν λαόν σου, ἅγιε Δημήτριε, καὶ στῆσον τὴν καταιγίδα εἰς αὔραν» καὶ ὁδήγησον ἡμᾶς «εἰς τὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χάριν διὰ τῶν νοητῶν ἱστίων πρὸς τὸν τῆς ἀρετῆς πλοῦν, τὸν νοῦν κατευθύνουσαν καὶ τῷ θείῳ λιμένι τὴν ψυχὴν καθορμίζουσαν» (Θεοφάνους Κεραμέως, Ὁμιλία κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, Θεσσαλονίκη 205, σελ. 366).
Καὶ ἡμεῖς οἱ ἐν Κωνσταντινουπόλει πεῖραν ἔχοντες καὶ «δεσμῶν καὶ φυλακῆς», ἀνταναπληροῦμεν «τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκὶ ἡμῶν» (πρβλ. Κολ. α΄, 24), καὶ προσποριζόμεθα μυστικῶς καθ᾿ ἡμέραν τὴν ἀνακαινίζουσαν δύναμιν τῆς προσευχητικῆς μερίμνης σας καὶ δὲν πτοούμεθα, ἀλλὰ μᾶλλον «καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει» (Ρωμ. ε΄, 3-5), ὡς διατόρως προσμαρτυρεῖ ἡ δισχιλιετὴς σταυροαναστάσιμος πορεία συμπάσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ σύμπαντος τοῦ ὅπου γῆς εὐλογημένου Γένους μας.

Ἔχοντες τὴν βαρεῖαν χάριν, ἀποστολὴν καὶ διακονίαν νὰ αἰσθητοποιῶμεν καὶ νὰ διακηρύσσωμεν ἐν παντὶ τόπῳ τὴν ἀμετάθετον βουλὴν τοῦ Κυρίου, παρακαλοῦμεν καὶ προτρεπόμεθα ὅλους σας, ἀδελφοὶ Θεσσαλονικεῖς: Μείνατε ἑδραῖοι καὶ ἀμετακίνητοι «ἐν οἷς ἐμάθετε καὶ ἐπιστώθητε», καυχώμενοι ἐν Κυρίῳ διὰ τὴν ὀρθόδοξον καὶ τὴν ἑλληνικὴν ἰδιότητά σας. Μὴ δειλιάζετε εἰς τὸ σκότος, τὸ ὁποῖον εἶναι «κὸνις καὶ καπνός». Ἰδοὺ ἔρχεται ὁ Ἀναστὰς Κύριος διαλύων «τὸν τάραχον τῆς ψυχῆς». Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων σας, τοῦ Ποιμενάρχου σας, καὶ ἐν ὑπακοῇ ἐνωτίζεσθε τὴν ζείδωρον διδαχήν του, διότι ἀόκνως μεριμνᾷ διὰ τὴν κατὰ Θεὸν αὔξησιν καὶ σωτηρίαν σας. Ὀρθόδοξοι Ρωμαῖοι - Ἕλληνες χριστιανοὶ ἐγεννήθημεν καὶ μὲ αὐτὴν τὴν λαμπρὰν προμετωπίδα διερχόμεθα πάσας τὰς ἐπιπόνους ἀτραποὺς τῆς ζωῆς, διὰ νὰ διαπεράσωμεν ἀπροσκόπτως εἰς τὴν ἀντίπεραν ὄχθην τῆς λαμπροφόρου ἡμέρας καὶ ἴδωμεν τὸν Ἰησοῦν καθώς ἐστι. Ἔχετε, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, ἐν τοῖς χείλεσι καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σας πάντοτε τὸ πάντερπνον καὶ θεοπρεπὲς ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐπικαλούμενοι ἐν ταπεινώσει τὴν Χάριν καὶ τὸ Ἔλεος Αὐτοῦ. Καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ γίνῃ ὁ ἐν ὑμῖν καὶ δι᾿ ὑμῶν ἐνεργῶν ἐν πᾶσι τὰ πάντα, ὅτι Αὐτῷ μέλει περὶ ὅλων μας καὶ περὶ τοῦ κόσμου παντός. Ἀμήν.


4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μας δυνάμωσε και μας που δεν είμαστε Θεσσαλονικείς ο Πατριάρχης. Να τον έχει ο Θεός καλά.

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό αγιοπατερικό και αγιογραφικό κήρυγμα. Με γοήτευσε ο λόγος και οι σκέψεις του Πατριάρχη. Είναι καταπληκτικός.

Ανώνυμος είπε...

Αναστασιε,στην επικεφαλιδα λειπει γραμμα.Γινατε ολοι δυσλεξικοι ,τυπικο λαθος η προς ενισχυση των πτωχων δυσλεξικων;;;π

Αναστάσιος είπε...

Προς 4:05 μ.μ

Μπορεί να είμαι και δυσλεξικός. Τον περασμένο αιώνα 1900 που πήγα δημοτικό δεν μου το είχαν πει. Αυτό τον αιώνα του 2000 έχουν πολλά αλλάξει. Πέρασαν και τα χρόνια μου το μυαλό μου φύρανε.