Το κείμενο της Ραβέννας (8-14 Οκτωβρίου 2007), όπως και τα τρία προηγούμενα του θεολογικού διαλόγου μεταξύ ορθοδόξων και ρωμαιοκαθολικών (Μόναχο 1982, Bari 1987, Νέο Βάλαμο 1988), αποτελούν: α) Κείμενα "σύγκλισης", με τα οποία εγκαταλείπεται κάθε παλαιά μέθοδος στείρας και συγκριτικής αντιπαράθεσης θεολογικών επιχειρημάτων ή οποιαδήποτε άλλη πολεμική απολογητικού τύπου. Είναι κείμενα στα οποία αποτυπώνεται η κοινή παράδοση της πρώτης Αδιαίρετης Εκκλησίας, δηλ. της περιόδου πριν από το σχίσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης (1054), και περιλαμβάνουν τα θεολογικά εκείνα σημεία (συμφωνίας και ασυμφωνίας), ως συμπεράσματα των γενομένων θεολογικών συζητήσεων, αντιπαραθέσεων και συμφωνιών, μεταξύ των κληρικών και λαϊκών θεολόγων, ως αντιπροσώπων των αντιστοίχων Εκκλησιών. Τα συγκεκριμένα κείμενα δεν είναι Ομολογίες πίστεως, αλλά μία προσπάθεια αποτύπωσης της κοινής θεολογικής παράδοσης της Αδιαίρετης Εκκλησίας, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι αποτελούν και την επαρκή ή αποκλειστική βάση για οποιαδήποτε μορφή εκκλησιαστικής αποκατάστασης της ευχαριστιακής κοινωνίας, γεγονός το οποίο απαιτεί και άλλες προϋποθέσεις.
Τα κείμενα αυτά δεν εκφράζουν πάντοτε την ομοφωνία, αφού είναι δυνατόν να αποτυπώνουν ακόμη και τις υφιστάμενες ή τις διακριβούμενες αποκλίσεις και έτσι να υποδηλώνουν και την έλλειψη μιας πλήρους συμφωνίας μεταξύ των διαλεγομένων Εκκλησιών. Τέλος δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι αποτελούν επιμέρους τμήματα ή μέρη μιας ευρύτερης διαδικασίας αποδοχής, αφού πρέπει να ελεγχθούν, να αξιολογηθούν και να εφαρμοστούν από το εκκλησιαστικό πλήρωμα, το "Consensous fidelioum" ,να περάσουν δηλ. από τον θεολογικό προβληματισμό και την δοκιμασία ολοκλήρου του Εκκλησιαστικού σώματος, ως ευχαριστιακής κοινότητας, όπου τα κείμενα θα αποδεσμευθούν από τον " μονό-λογο" των θεολογικών Επιτροπών. Αυτό όμως θα είναι το επόμενο και το σημαντικότερο στάδιο του Θεολογικού Διαλόγου.
Τα κείμενα αυτά δεν εκφράζουν πάντοτε την ομοφωνία, αφού είναι δυνατόν να αποτυπώνουν ακόμη και τις υφιστάμενες ή τις διακριβούμενες αποκλίσεις και έτσι να υποδηλώνουν και την έλλειψη μιας πλήρους συμφωνίας μεταξύ των διαλεγομένων Εκκλησιών. Τέλος δεν πρέπει να μας διαφεύγει, ότι αποτελούν επιμέρους τμήματα ή μέρη μιας ευρύτερης διαδικασίας αποδοχής, αφού πρέπει να ελεγχθούν, να αξιολογηθούν και να εφαρμοστούν από το εκκλησιαστικό πλήρωμα, το "Consensous fidelioum" ,να περάσουν δηλ. από τον θεολογικό προβληματισμό και την δοκιμασία ολοκλήρου του Εκκλησιαστικού σώματος, ως ευχαριστιακής κοινότητας, όπου τα κείμενα θα αποδεσμευθούν από τον " μονό-λογο" των θεολογικών Επιτροπών. Αυτό όμως θα είναι το επόμενο και το σημαντικότερο στάδιο του Θεολογικού Διαλόγου.
Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος
Θεολογική προσέγγιση του κειμένου της Ραβέννας, περ. Εκκλησία, Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2009.
Υάκινθος
2 σχόλια:
Ευτυχώς που υπάρχουν φωνές υπεύθυνες να απαντούν σε όσους προσπαθούν να θολώσουν την καλή προσπάθεια του διαλόγου. Διαφωτιστικά τα όσα μας γράφει εδώ ο επίσκοπος της εκκλησίας και καθηγητής του πανεπιστημίου Αθηνών.
Είναι από τους φωτισμένους Ιεράρχες που γνωρίζει θεολογία και μπορεί να αντιπροσωπεύσει υπεράξια την Ελλαδική Εκκλησία στην Κύπρο. Του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Ο άνθρωπος γνωρίζει…..
Δημοσίευση σχολίου