Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Το σεξ και οι απαγορεύσεις της Εκκλησίας - Υάκινθος

Ερώτηση: Αν το σεξ είναι μια ευκαιρία επικοινωνίας γιατί αντιμετωπίζεται με απαγορεύσεις στην Εκκλησία; Κάποιοι πνευματικοί λένε: "Παντρευτείτε γρήγορα, για να μην αμαρτάνετε!".
        Το σεξ είναι μια μορφή επικοινωνίας κατά την οποία δύο άνθρωποι έρχονται  πολύ κοντά. Αν αυτό γίνεται επιφανειακά, επιδερμικά, με τη μορφή απλώς της ευχαρίστησης, είναι ενός άλλου είδους αυνανισμός, που απαλείφει την ένταση και που μπορεί να προσφέρει μόνο και έντονη ηδονή. Η σεξουαλική συνεύρεση αυτονομημένη από την ερωτική αγαπητική σχέση, παύει να είναι αίτηση για επικοινωνία και τελικά αποτελεί εμπόδιο στην περαιτέρω κοινωνία.
 Η ερώτησή σας στηρίζεται στη δυσφορία σας από την προτροπή για γρήγορη και επιφανειακή αποκατάσταση, για αποφυγή μιας ηθικής πτώσης. Η δική μου εμπειρία περιλαμβάνει μια διαφορετική μα αντίστοιχη ηθική επιταγή.
 Μου περιέγραψαν δύο νέοι άνθρωποι, ένας Έλληνας και μια Σουηδή το ξεκίνημα της σχέσης τους σε ένα κοινόβιο, στη Σουηδία. Στο κοινόβιο ο ηθικός κανόνας έλεγε, ότι όλοι έπρεπε να έχουν ερωτική σχέση με όλους. Αυτό ήταν υποχρεωτικό, ώστε να χτυπηθεί η έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας και να μην υπάρχουν διακρίσεις. Ερωτεύτηκαν ο ένας τον άλλον. Είχαν να μιλήσουν και για άλλα θέματα, ένιωθαν ότι μπορούσαν να επικοινωνούν και να σχετίζονται καλά. Κάποιοι άρχισαν να τους κάνουν παρατηρήσεις και έγιναν σκάνδαλο για την υπόλοιπη ομάδα, γιατί ήθελαν να είναι διαρκώς μαζί. Η ομάδα δεν άντεξε την "ανηθικότητά"  τους, δεν άντεξε ότι ήθελαν να έχουν αποκλειστικότητα στη σχέση τους. Όταν γεννήθηκε το παιδάκι τους, ήθελαν να το φροντίσουν, να το μεγαλώσουν και να το ορίζουν αυτοί. Αυτό ήταν τελικά που θεωρήθηκε τόσο ανήθικο που τους έδιωξαν. Έμειναν μόνοι τους και μπόρεσαν να φτιάξουν και να χαρούν μια ωραία σχέση που άντεξε στο χρόνο.
  Κάπως έτσι μπορώ να αντιληφθώ κάποιους όρους για την συντροφικότητα που η Εκκλησία θέτει για να την χαιρόμαστε και όχι για να την στερούμαστε. Όμως, δυστυχώς μια διαφορετική αντίληψη που αποπνέει μια μιζέρια, οδηγεί στο να χάνεται η ομορφιά, η τρέλλα, το ερωτικό στοιχείο και γίνεται κάτι σαν: "Πρέπει να πάρουμε την άδεια να το κάνουμε ή να μην το κάνουμε". Αυτό συμβαίνει σε πολλά νέα παιδιά που βρίσκονται μέσα στο χώρο της Εκκλησίας. Μα, αυτό είναι πολύ λίγο . Έχουμε να ονειρευτούμε και να διεκδικήσουμε την ομορφιά που μπορεί να αναπτυχθεί στη συντροφική σχέση δύο ανθρώπων που περικλείει και τη δέσμευση και την οικειότητα και τον έρωτα και που βαθαίνει με την πάροδο του χρόνου και με την ευλογία του Θεού.
  Όταν προ 20ετίας είχα αρχίσει να ασχολούμαι με αυτά τα θέματα, είχε βγει μια έρευνα στην Αμερική, που έλεγε ότι ο έρωτας κρατά 2 χρόνια. Είχα νιώσει πολύ άσχημα, και αισθάνθηκα πολύ θυμωμένος μαζί τους. Δεν μπορούσα να δεχθώ το τόσο μικρό διάστημα. Πρόσφατα  επαναλήφτηκε η έρευνα  και βρέθηκε ότι ο έρωτας κρατά 6 μήνες. Αισθάνθηκα ότι οι 6 μήνες ήσαν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Εάν δηλ. ο έρωτας είναι η φαντασίωση που έχουμε για τον άλλον, εάν ο έρωτας αφορά το είδωλο του άλλου, τότε οι 6 μήνες είναι αρκετό χρονικό διάστημα για να καταρρεύσει αυτό που έχουμε διασκευάσει. Αναδύεται ο πραγματικός άλλος, παύει να είναι το είδωλό του και τότε μας δυσκολεύει. Εάν όμως ο έρωτας αναφέρεται σε έναν ζωντανό άνθρωπο που έχει την διαφορετικότητά του και επιθυμούμε να τον αναζητήσουμε και να τον γνωρίσουμε και αντίστοιχα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας στη σχέση μαζί του, τότε μια ζωή δεν φτάνει για να τον γνωρίσουμε, για να το απολαύσουμε. Μια ζωή δεν φτάνει για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Μια ζωή δεν φτάνει για να γνωρίσουμε τους αυθεντικούς εαυτούς μας και να σχετιστούμε γνήσια.
Δημήτριος Καραγιάννης
 Υάκινθος

3 σχόλια:

Αληθεύοντες εν αγάπη είπε...

Καλές οι θέσεις.
Ωραίο το κλείσιμο. .

Ανώνυμος είπε...

Λίγο ανακατωμένα αλλά σωστά τα όσα λέει.

Μίλτος Τριανταφύλλου είπε...

"Κάπως έτσι μπορώ να αντιληφθώ κάποιους όρους για την συντροφικότητα που η Εκκλησία θέτει για να την χαιρόμαστε και όχι για να την στερούμαστε."
Και ιδού το νόημα όλων των παραπάνω ισχυρισμών, ότι η Εκκλησία θέτει κάποιους όρους για τη συντροφικότητα. Γιατί όμως το κάνει αυτό η Εκκλησία;
Η απάντηση βρίσκεται στο παράδειγμα του κοινοβίου, το οποίο με τη σειρά του έθετε κάποιους όρους για τη συντροφικότητα, την μη-αποκλειστικότητα, και σύμφωνα με το παράδειγμα όπως του παρέβαινε εκδιωκόταν από το κοινόβιο. Παρόμοια λοιπόν το σώμα της Εκκλησίας το οποίο με την πίστη του στο Θεό προσπαθεί για την σωτηρία της ψυχής θέτει του όρους και για την συντροφικότητα, τους οποίους όποιος παραβεί όχι μόνο στερείται την συντροφικότητα αλλά παύει να μετέχει της προσπάθειας σαν μέλος της Εκκλησίας για τη σωτηρία της ψυχής. Έτσι η Εκκλησία θέτοντας όρους ορίζει το κανονικό και το μη-κανονικό και είναι ένα από τα μέσα που χρησιμοποιεί για να ασκεί εξουσία ακόμη και σε θέματα τόσο προσωπικά όπως το θέμα της συντροφικότητας.