ΓΡΑΦΕΙ: Ο Αλέξανδρος Κ. Κολλιόπουλος
Ο
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, π. Ευσέβιος,
ήλθε την περασμένη Δευτέρα 31 Μαρτίου στην πόλη μας, προσκεκλημένος
του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Πατρών
και ομίλησε στο Κέντρο Πνευματικής Διακονίας του Ναού, με τις ευλογίες
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πατρών κ.κ. Χρυσοστόμου.
Τον π. Ευσέβιο παρουσιάσε
στην κατάμεστη αίθουσα από συμπολίτες μας, ο Αρχιμανδρίτης π.
Θεοδόσιος Τσιτσιβός (προϊστάμενος του Ναού) και ο εκλεκτός προσκεκλημένος
μίλησε με θέμα: “Πνευματική Επανάσταση”. Μία διάλεξη εμπεριστατωμένη
με ωραία και εύστοχα σχήματα λόγου.
Παρευρέθησαν και οι
ιερείς π. Σπ. Σταθούλιας και π. Ιωάν. Μπαρούσης.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ π. ΕΥΣΕΒΙΟΥ.
Σεβαστοί πατέρες, αγαπητοί
εν Χριστώ αδελφοί, εκπροσωπώντας την παλαίφατον ιστορική μονή της
Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων, αισθάνομαι την επιθυμία αλλά και την ανάγκη
θα σας απευθύνω όχι μόνον «λόγον αγαθόν» αλλά και λόγον πατριωτικόν.
Το να αμφισβητείς κάτι
για το οποίο δεν έχεις αποδείξεις και λογικό είναι και θεμιτό. Το να
αρνείσαι όμως κάτι που υπερβαίνει τις αισθήσεις σου και την λογική
σου δείχνει ασφαλώς έλλειψη υπευθυνότητος και σοβαρότητος. Οι αισθήσεις
και η άνοια συλλαμβάνουν και κατανοούν τα φυσικά φαινόμενα, ενώ η
πίστη, ο νους και η καρδιά αποδέχονται
και βιώνουν τα υπερφυσικά. Αν υποστηρίζουμε ότι όλα είναι
φυσικά και τίποτε υπερφυσικό ή μεταφυσικό δεν υπάρχει, αρνούμαστε
κατηγορηματικά τον ίδιο μας τον εαυτό και απορρίπτουμε όλον τον
πολιτισμό. Η αντίληψη του μαρξιστή φιλοσόφου Σόερμπαχ,
ότι ο άνθρωπος είναι αυτό που τρώει, είναι πλέον ξεπερασμένη και βαρύνεται
με την πτώση των ηθικών και πνευματικών αξιών και με τον ευτελισμό
και εκχυδαϊσμό της ανθρωπίνης ζωής.
Η αντίληψη του Νίτσε
ότι δεν υπάρχει Θεός είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία, αφού προέρχεται
από έναν σχιζοφρενή άνθρωπο, του οποίου ο θάνατος συνέβη μέσα στο
ψυχιατρείο επιβεβαιώνοντας τον λόγο του προφητάνακτος Δαυίδ: είπεν
"άφρων εν τη καρδία αυτού ουκ έτσι Θεός". Για να αποδεχθούμε
τα αισθητά πράγματα δεν μας χρειάζεται λογική απόδειξη. Το ίδιο συμβαίνει
και μετά υπερφυσικά.
Γιατί ότι πιστεύουμε
στη ζωή δεν το αποδεχόμαστε κατόπιν πειραματικών αποδείξεων, αλλά
βεβαιωνόμαστε γι΄ αυτό, άλλοτε με την αίσθηση και άλλοτε με την πίστη.
Ο λόγος του Ντοστογιέφσκι «χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται» είναι σε κάθε στιγμή επίκαιρος και δυνητικός.
Ο άνθρωπος χωρίς Θεό είναι απλώς ένα βιολογικό ον χωρίς προοπτικές,
χωρίς μεταφυσικούς οραματισμούς και πνευματικά βιώματα, χωρίς νόημα
και χάρη, αλλά εγκλωβισμένος στη φυλακή των αισθήσεων και των βιολογικών
τους λειτουργιών χωρίς ελπίδα αναστάσεως. Δεν μπορεί να είναι σήμερα
κανείς ικανοποιημένος από την μορφή και την πορεία της σημερινής
κοινωνίας, μιας κοινωνίας ψυχικά αποδιοργανωμένης και ηθικά εκφυλισμένης.
Σήμερα η ελληνική
κοινωνία όπως όλοι διαπιστώνουμε σαρώνεται στην κυριολεξία άνευ
αντιστάσεως. Φόνοι, ληστείες, βιασμοί, αποτρόπαια εγκλήματα, κλοπές,
ναρκωτικά αλλά και υπέρτατη σήψη και διαφθορά του πολιτικού συστήματος
βομβαρδίζουν πλέον σε καθημερινή βάση τον νου όλων των πολιτών αυτής
της χώρας.
Στις ημέρες μας η ανθρώπινη
αξιοπρέπεια εκτιμάται πλέον με αξιολογήσεις υλιστικές. Τα πρότυπα ανθρώπων προς μίμηση δεν αναζητούνται
μεταξύ των ηρώων και των αγίων, αλλά μεταξύ των διεφθαρμένων και
των απατεώνων. Η πίστη στο Θεό και η Χριστιανική ζωή, η εγκράτεια
και η αγνότητα, ο σεβασμός στην Εκκλησία και στην παράδοσή της, θεωρούνται
και καταδικάζονται ως αναχρονιστικά και ανασταλτικά της προόδου από τους πάσης φύσεως κουλτουριάρηδες
και ψευτοπροοδευτικούς της εποχής μας. Αντιθέτως η απιστία στον
Θεό, η απαξίωση του γάμου, η σεξουαλική απελευθέρωση, η διαστροφή,
η απάτη σε βάρος του συνανθρώπου μας και του Κράτους, θεωρούνται ως
φυσιολογικότατες εκφράσεις ανθρωπίνης συμπεριφοράς. Συχνά γίνεται
λόγος σε Εθνικές Εορτές ή σε ειδικά συνέδρια για το περίφημο ελληνικό
δαιμόνιο, το οποίο έχει κατακτήσει τον κόσμο. Δαιμόνιο στη γλώσσα
της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας σημαίνει πονηρό πνεύμα,
το οποίο μαζί με άλλα πονηρά πνεύματα εξέπεσαν από την αγγελική
τάξη μαζί με τον άρχοντά τους, αρχάγγελο Εωσφόρο. Αυτά τα πρώην φωτεινά
πνεύματα με την πτώση τους ταυτίστηκαν με το σκοτάδι και το κακό και αποτελούν
πλέον την αιτία του ηθικού σκότους και του κακού. Δαιμόνιο κατά τους
αρχαίους Έλληνες σημαίνει Θείο πνεύμα, Θεό.
Όταν σήμερα χρησιμοποιούμε
την λέξη δαιμόνιο, της προσδίδουμε την σημασία του δυνατού και δημιουργικού
ανθρωπίνου πνεύματος. Το αρχαίο ελληνικό δαιμόνιο έθεσε τις βάσεις
του πνευματικού και τεχνικού πολιτισμού, αυτό καθιέρωσε και τις πολιτικές
επιστήμες με κορυφαίο το δημοκρατικό πολίτευμα. Αυτό το υπέροχο
και ασύγκριτο ελληνικό πνεύμα μεταλαμπαδεύτηκε δια μέσου των αιώνων
στη Δύση αναγεννώντας στην κυριολεξία τον Δυτικό Πολιτισμό που μέχρι
τότε ζούσε στην απόλυτη βαρβαρότητα και τον σκοταδισμό. Στην εποχή
μας δυστυχώς κυριαρχεί ένας επικίνδυνος γραικυλισμός κατάλοιπο
της Τουρκοκρατίας, με εμφανείς διαθέσεις αφαιρέσεως της Ελληνικής
μας ταυτότητος και συνειδήσεως.
Και σήμερα ακόμη η
ελληνική δημιουργικότητα παρά την ύπαρξη του γραικυλισμού μεγαλουργεί
σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου. Στο εσωτερικό της Ελλάδος επικράτησε δυστυχώς με
την διαβόητη μεταπολίτευση, η αναξιοκρατία, ο μικροκομματισμός
και η αντίληψη του εγώ και του εσύ. Στον χώρο της Ελλάδος το διεφθαρμένο
σύστημα είναι ο κακός δαίμονας που εμποδίζει και αναστέλλει το σύστημα
ριζικά, η ελληνική δημιουργία θα μεγαλουργήσει και πάλι, και η φτωχή
και ταπεινωμένη σήμερα Ελλάδα, θα γίνει μεγάλη, πλούσια και δυνατή,
σεβαστή σε φίλους και εχθρούς. Θα γίνει η Ελλάδα που θα πραγματώσει
τον προορισμό της, που είναι ο δοξασμός του Θεού όπως τον διέγραψε ο
Χριστός λίγο πριν σταυρωθεί. Το εντονότερο πρόβλημα της εποχής μας
είναι η κρίση. Κρίση αξιών και θεσμών, κρίση ενεργειακή, οικονομική,
οικολογική, πολιτική, κοινωνική, ηθική… Ειδικότερα στη χώρα
μας η κρίση είναι αποτέλεσμα της ανικανότητος των πάσης φύσεων ηγετών
είτε πνευματικών, είτε πολιτικών να δραστηριοποιηθούν για τον τερματισμό
αυτής της κρίσεως προς την σωστή κατεύθυνση.
Η ευθύνη της εκκλησιαστικής
ηγεσίας είναι να ποιμαίνει τον λαό του Θεού. Το χρέος και η αποστολή της εκκλησιαστικής ηγεσίας
είναι να αγαπά τον λαό του Θεού, τα παιδιά του Θεού, να μην τα αγνοεί,
να μην τα σκανδαλίζει, να μην τα παροργίζει αλλά και να ακούει την φωνή
τους. Ο λαός του Θεού έχει και αυτιά και φωνή και μάτια. Προ πάντων έχει
κρίση, αλλά και η κρίση, η εκκλησιαστική συνείδηση του λαού, του πληρώματος
της Εκκλησίας είναι το ανώτατο
κριτήριο αληθείας της Θεωρητικής και πρακτικής ζωής της Εκκλησίας.
Καμιά απόφαση Συνόδου τοπικής ή οικουμενικής δεν αναγνωρίζεται
ως αλάθητο έργο εν Αγίω Πνεύματι αν δεν έχει την έγκριση της εκκλησιαστικής
συνειδήσεως, δηλαδή της λαϊκής ετυμηγορίας. Και κανένας άγιος
δεν ανακηρύσσεται συνοδικά, αν προηγουμένως δεν έχει αναγνωρισθεί
εκκλησιαστικά, δηλαδή δεν έχει γίνει αποδεκτός από την συνείδηση
της Εκκλησίας. Ο φύλακας της Εκκλησίας, της πίστεώς της, του πολιτεύματός
της και του φρονήματός της είναι ο λαός του Θεού.
Η έξωθεν καλή μαρτυρία
αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση όχι μόνο για τους υποψηφίους
κληρικούς αλλά και για τους ήδη χειροτονημένους.
Δεν πρέπει σε καμία περίπτωση
να συγχέουμε την καταδικαστέα ιεροκατάκριση από την λαϊκή αποδοχή
στο πρόσωπο του κάθε κληρικού από τον Επίσκοπο μέχρι τον απλό ρασοφόρο.
Όλοι προσβλέπουν σήμερα προς την Ορθοδοξία και ας φαίνεται στον διεθνή
ορίζοντα ότι όλοι την πολεμούν. Και βέβαια οι σκοτεινές δυνάμεις, εκτός
και κυρίως εντός της πατρίδος μας την πολεμούν λυσσωδώς, αλλ΄ οι λαοί,
οι άνθρωποι ως πρόσωπα ως κουρασμένοι και διψασμένοι οδοιπόροι αυτής
εδώ της δύσκολης και επώδυνης ζωής την αναζητούν σ΄ όλα τα μήκη και
τα πλάτη της γης ως την μόνη λύση στο δράμα τους, ως την μόνη σωτηρία.
Ήρθε λοιπόν η ώρα της αυτοκριτικής και για εμάς τους ρασοφόρους. Η
εκκλησιαστική κρίση είναι αποτέλεσμα μιας βαθύτερης πνευματικής
κρίσεως, που οφείλεται στην απουσία
γνήσιας ποιμαντικής ευθύνης, θεολογικής και εκκλησιολογικής γνώσεως
και εμπειρίας, όπως και στην έλλειψη παντελούς αυτοκριτικής.
Ο Επίσκοπος και ο
Πρεσβύτερος είναι οι κατ΄ εξοχήν
πατέρες και ποιμένες της Εκκλησίας, με όλες τις συνέπειες αυτών των
θεόσδοτων ιδιοτήτων που απορρέουν από την χειροτονία μας, από
την Χάρη της ιερωσύνης του Παναγίου και τελεταρχικού Πνεύματος,
που «θεραπεύει τα ασθενή και αναπληρώνει τα ελλείποντα».
Ότι όμως απορρέει
από την ιερωσύνη μας δεν σημαίνει ότι εξασφαλίζεται και η διάρκειά
του εσαεί, ο χρόνος, η ολιγορία μας, η
ακηδία μας, η αδιαφορία μας, η ενασχόληση με κοσμικές υποθέσεις,
οι πτώσεις μας, αποτελούν αφορμές για σκληρή και άδικη πολλές φορές κριτική και πολεμική εναντίον της Εκκλησίας.
Ο Απόστολος Παύλος απευθυνόμενος προς τον Απόστολο Τιμόθεο αναφέρει
χαρακτηριστικά: «αναζωπυρείν το χάρισμα του Θεού, ο εστίν εν
σοι δια της επιθέσεως των χειρών μου». Που όλα αυτά σημαίνουν πως
αν δεν ζούμε καθημερινώς την σταυρική αγάπη, πως αν δεν Αγωνιζόμαστε
για τον Θεό και τους ενορίτες μας πάνω από τις Θυσίες που κάνουμε για
τον εαυτό μας και τις οικογένειές μας, το χάρισμα της ιερωσύνης γίνεται
ο κατήγορός μας, ο δικαστής μας, ο δήμιός μας. Αν δεν ζούμε εν Αγίω
Πνεύματι, αν η ζωή μας δεν είναι εν Χριστώ, δεν είμαστε αληθινοί ποιμένες
και θεραπευτές των ασθενούντων αδελφών μας.
Πώς μπορεί να γίνει
κάποιος ιατρός των άλλων, όταν ο ίδιος είναι γεμάτος από έλκη όπως
διερωτάται χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Αν δεν παραδεχθούμε όλοι μας ανεξαιρέτως συμπεριλαμβανομένων
και των κληρικών και ρασοφόρων την αμαρτωλότητά μας και την πνευματική
μας πτωχεία θα διαιωνίζουμε την πνευματική κρίση της εποχής μας, θα
ενθαρρύνουμε τις αιρέσεις, τις παραθρησκευτικές και αποκρυφιστικές
οργανώσεις στο καταστροφικό τους έργο. Η καλλιέργεια της ενάρετης
ζωής δεν πραγματοποιείται και δεν διδάσκεται σε κάποια πανεπιστημιακά
έδρανα, αλλά με το πετραχήλι του πνευματικού και την ουσιαστική και
συνεχή εντρύφηση στον ευαγγελικό και αγιοπατερικό λόγο. Η πνευματική
κρίση είναι κατ΄ εξοχήν προσωπική κρίση. Για να αναδειχθούμε αληθινοί
πνευματικοί ποιμένες και πατέρες της Εκκλησίας χρειάζεται να αναγεννηθούμε
πνευματικά ώστε να μην αποβεί ατελέσφορη κάθε προσπάθεια αναζητήσεως
και σωτηρίας των λογικών προβάτων της Εκκλησίας του Χριστού.
Η κρίση της ηγεσίας
δεν περιορίζεται μόνο εντός των τειχών της Εκκλησίας, αλλά εκτείνεται
και έξω από αυτά, στον χώρο της διανόησης και της πανεπιστημιακής
λειτουργίας. Οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι αποτελούν την πνευματική ηγεσία
μιας χώρας. Αυτοί είναι οι καθοδηγητές της κοινωνίας και του πολιτισμού
της, αυτοί είναι οι διαμορφωτές του πνευματικού πολιτισμού και οι
φρουροί της εθνικής παραδόσεως και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Αυτοί πρέπει να κατευθύνουν
τον λαό μας και ιδιαίτερα την νεολαία μας την οποίαν εκπαιδεύουν
και μορφώνουν στα ανώτατα πνευματικά ιδρύματα, στην ολοκλήρωση
του χαρακτήρα και του ήθους τους. Δυστυχώς και αυτοί οι πνευματικοί
ταγοί έχουν υποστεί βαθύτατη αλλοτρίωση. Ο συνδικαλισμός και ο
μικροκομματισμός έχουν παρασύρει
την διανόηση και το πανεπιστήμιο σε μία πορεία που σίγουρα δεν εγγυάται
το μέλλον αυτής της χώρας.
Όταν το πνεύμα υποτάσσεται
σε μικροπρεπείς σκοπιμότητες όπως ο κομματισμός και η πολιτική, αποδυναμώνεται,
υποδουλώνεται, χάνει την αποστολή του και ματαιώνει το διαχρονικό
καθοδηγητικό του έργο. Η κατάληψη των πανεπιστημιακών εδρών από
«ημετέρους» που προωθήθηκαν με αναξιοκρατικά κριτήρια έχει ως αποτέλεσμα
τον περιορισμό της επιστημονικής έρευνας και την υποβάθμιση της
Ελληνικής Παιδείας. Αν η πνευματική ηγεσία του τόπου δεν αποδεσμευθεί
άμεσα από την πολιτική και τους διεφθαρμένους εκπροσώπους της δεν
θα ανακτήσουμε τις ελπίδες μας για το μέλλον της χώρας και του πολιτισμού
μας. Είναι δε, διαπίστωση ότι η κρίση που έχει πλήξει την χώρα μας σ΄
όλους τους τομείς της πολιτικής, πνευματικής και εκκλησιαστικής ζωής
του τόπου έχει πάρει τη μορφή πανδημίας. Η διεφθαρμένη πολιτική έκανε
την εμφάνισή της με την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως. Είναι
τραγικό και γελοίο ταυτόχρονα, να βλέπεις τους εκπροσώπους της πολιτικής
να ανταλλάσσουν βαρύτατους χαρακτηρισμούς μεταξύ τους, ενώ, την ίδια
στιγμή μαίνονταν οι συγκρούσεις στα πεδία των μαχών. Οι δύο εμφύλιες
συρράξεις κατά τη διάρκεια της Ελληνικής εξεγέρσεως αποδεικνύουν περίτρανα το μέγεθος του πολιτικού αμοραλισμού.
Υπήρξαν όμως και φωτεινές εξαιρέσεις πολιτικών προσωπικοτήτων
που με την παρουσία τους λάμπρυναν την ελληνική πολιτική σκηνή.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά
τους: Ιωάννη Καποδίστρια, Χαρίλαο Τρικούπη, Ιωάννη Μεταξά και Νικόλαο
Πλαστήρα. Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των γενναίων πολιτικών
ανδρών η αυστηρή τους προσήλωση
στα ιερά και τα όσια της πατρίδος μας, η εντιμότητα, η ανιδιοτέλεια
και η αξιοπιστία. Όμως το σπουδαιότερο κοινό γνώρισμά τους ήταν η αποφυγή
συσσωρεύσεως δημοσίου πλούτου στη κατοχή τους. Δεν διανοήθηκαν
στο ελάχιστο να οικειοποιηθούν ούτε μία δραχμή από τα δημόσια ταμεία
διότι το θεωρούσαν ανέντιμο και ανήθικο.
Δυστυχώς μετά την
διαβόητη μεταπολίτευση επικράτησε η ακριβώς αντίθετη αντίληψη.
Ο κομματισμός, ο φατριασμός, η μισαλλοδοξία, η πόλωση, η διχόνοια,
ο ρεβανσισμός και το ρουσφέτι έδειξαν το απαίσιο πρόσωπό τους. Οι πολιτικοί
μας πωρωμένοι από την ακόρεστη επιθυμία για γρήγορο πλουτισμό
δεν δίστασαν με τον πλέον προκλητικό τρόπο να καταληστέψουν τον δημόσιο
πλούτο της χώρας μας. Και όλα αυτά στο όνομα του λαού και των λαϊκών αγώνων.
Η πολιτική ηγεσία
δεν εμπνέεται από τις αιώνιες ηθικές πνευματικές και πολιτικές αρχές
της αγάπης, της δικαιοσύνης, του κοινού συμφέροντος και της σωφροσύνης
αλλά άγεται και φέρεται από τις αδυναμίες και επιλογές του πεπτωκότος ανθρώπου.
Οι ρωμαίοι εξάλλου έλεγαν ότι η γυναίκα του Καίσαρα δεν πρέπει να
φαίνεται τίμια, αλλά και να είναι τέτοια. Εκείνο που πρυτανεύει στην
πολιτική ηγεσία είναι ο εγωισμός και η φιλαρχία με απώτερο σκοπό
την κατάκτηση της εξουσίας.
Οι ευαγγελικές και αγιοπατερικές
αρετές της ταπεινώσεως και αγάπης, του αλληλοσεβασμού, είναι άγνωστες
στους πολιτικούς μας. Και όμως μόνο
μ΄ αυτές τις αρετές και τις δυνάμεις μπορεί να δημιουργήσει ένας άνθρωπος
και ένας λαός. Ο πολιτισμός και η δύναμη ενός λαού βασίζεται στην
γλώσσα του και στην παιδεία του. Και ο Ελληνικός λαός είχε την καλύτερη
παιδεία όχι μόνο κατά τους αρχαίους χρόνους ή τους βυζαντινούς, αλλά
και κατά την Τουρκοκρατία.
Ο παπάς της ενορίας
και ιδιαίτερα ο καλόγερος του μοναστηριού μάζευε γύρω του με στοργή
και αγάπη τα σκλαβωμένα ελληνόπουλα και μέσα από τα ιερά βιβλία
της Εκκλησίας μας όπως το Ωρολόγιο και την Παρακλητική, το συναξάρι
και το ευχολόγιο μετάγγιζε στις ψυχές των διψασμένων παιδιών τα ζωήφυτα
νάματα της πίστεως και της ζωής.
Χριστός και Ελλάδα
σας χρειάζεται έλεγε ο Πατροκοσμάς, ο μεγάλος αυτός παιδαγωγός των σκλαβωμένων προγόνων
μας. Η διαχρονική γλώσσα και η ελληνορθόδοξη παιδεία ήταν εκείνη
που κράτησε το γένος όρθιο μέχρι σήμερα. Αναρωτήθηκε κανείς πως θα
γίνει πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας και ίση κατανομή των αγαθών
χωρίς αγάπη και αλληλεγγύη. Πώς θα διασωθεί η Δημοκρατία από την
φαυλοκρατία και την αναρχία χωρίς το φιλάδελφο πνεύμα της Ορθοδοξίας
και των αγίων Πατέρων; Επειδή σ΄ όλα είναι γνωστό ότι η Ορθοδοξία
είναι η ακατάβλητη δύναμη του Ελληνισμού, γι΄ αυτό ύποπτα αντεθνικά
κέντρα προπαγανδισμού πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό με την διαβόητη μεταπολίτευση
του 1974 την αποσύνδεση του Ελληνισμού από την Ορθοδοξία. Οι κατά
καιρούς παρεμβάσεις της Ελληνικής Πολιτείας στα εσωτερικά της Εκκλησίας
αποβλέπουν τεχνηέντως στην καταρράκωση του κύρους της Εκκλησίας
και την εγκατάλειψή της από τους Έλληνες. Ο Λένιν έλεγε: «ότι
λαοί με ισχυρή παράδοση, για να γίνουν κομμουνιστές πρέπει προηγουμένως
να αποκοπούν από τις πνευματικές τους ρίζες και να μισήσουν την εθνική
τους παράδοση».
Στην Ελλάδα του 2014,
οι αμετανόητοι νοσταλγοί του άθεου και υλιστικού Μαρξισμού, εντελώς
αδιάντροπα και χωρίς καμιά αισχύνη απεργάζονται άνομα σχέδια για
την εγκαθίδρυση ενός άθεου αντιχριστιανικού καθεστώτος. Όλες οι
υλιστικές θεωρίες, φιλοσοφίες και δοξασίες όπως ο Μαρξισμός και
ο καπιταλισμός θέλουν να κτίσουν έναν κόσμο που να μην έχει ως κέντρο
τον Θεό, αλλά το εγώ μας. Ο πολιτισμός που έχουμε δημιουργήσει, είναι
ένας πολιτισμός εγωιστικός, πολιτισμός φιλαυτίας. Και επειδή είναι
πολιτισμός φιλαυτίας, είναι πολιτισμός ακοινωνησίας. Δεν μπορούμε
οι άνθρωποι πραγματικά να κοινωνήσουμε ο ένας με τον άλλο, να αισθανθούμε
ο ένας με τον άλλον ως αδελφοί. Είναι φυσικό ότι ένας τέτοιος πολιτισμός
είναι ασφυκτικός και οδηγεί σε αδιέξοδο. Αυτοί που το αισθάνονται
περισσότερο είναι οι νέοι που ως πιο ευαίσθητοι και ευάλωτοι, μη μπορώντας
να αποδεχτούν αυτόν τον εγωιστικό πολιτισμό, καταφεύγουν στα ναρκωτικά,
στην αναρχία, στην τρομοκρατία και σε άλλες αντικοινωνικές εκδηλώσεις.
Η προπτωτική κατάσταση μέσα στον Παράδεισο ήταν μια κατεξοχήν, ευχαριστιακή
κατάσταση που είχε ως κέντρο και σημείο αναφοράς όχι τον άνθρωπο
που είναι ένα απλό κτίσμα, αλλά τον Θεό που είναι ο Κτίστης, ο Δημιουργός.
Η ζωή των Πρωτοπλάστων μέσα στον Παράδεισο ήταν μία διαρκής ευχαριστία,
μία εκδήλωση ευγνωμοσύνης προς τον Ουράνιο Πατέρα.
Η έλευσις του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού στον κόσμο αποκαθιστά
την διαταραγμένη με την πτώση των πρωτοπλάστων σχέση ευχαριστίας
των ανθρώπων προς τον Θεό. Αυτή η ευχαριστιακή ένωση του Θεού με τον
άνθρωπο γίνεται κατεξοχήν μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Εμείς προσφέρουμε ψωμί και κρασί, Εκείνος μας δίνει Σώμα και Αίμα
Χριστού. Εμείς από αγάπη στον Θεό του δίνουμε το δικό μας δώρο. Εκείνος
από αγάπη προς εμάς μας δίνει το δικό Του δώρο. Αυτό είναι σε τελική
ανάλυση η Θεία Λειτουργία αλλά και όλη η Εκκλησία, μία ανταλλαγή
δώρων. Η ζωή του Θεού γίνεται δική μας ζωή. Ο φτωχός και ταπεινός άνθρωπος
γίνεται Θεός κατά χάριν.
Έτσι μέσα στην Θεία
Λειτουργία μπορούμε και εμείς δια της Θείας Λειτουργίας και της Εκκλησίας
να ζούμε ευχαριστιακά. Τώρα μπορούμε να δεχθούμε τα δώρα του Θεού
που μας χαρίζει ο Κύριος και να τον ευχαριστούμε γι΄ αυτά τα δώρα.
Ποια είναι αυτά τα δώρα; Είναι πρωτίστως ο Χριστός, το Σώμα Του και το
Αίμα Του. Είναι η Παναγία μας, οι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Είναι οι
συνάνθρωποι μας. Κάθε ένας άνθρωπος τώρα γίνεται δώρο Θεού. Έχουμε
άραγε αναρωτηθεί πόσο διαφορετική θα ήταν η Ελληνική Κοινωνία
- ιδιαιτέρως τα τελευταία 40 χρόνια - αν είχε επικρατήσει αυτή η
ευχαριστιακή άποψη της Ορθοδόξου Εκκλησίας για τις διαπροσωπικές
σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων αυτής της χώρας. Όταν αγαπώ τον άλλο
συν-χωρώ, δηλαδή χωράω μαζί του. Εάν δεν συγχωρώ δεν μπορώ να χωρέσω
στον άλλο, δεν αισθάνομαι τον άλλον αδελφό μου, δεν μπορώ να κάνω κοντά
του, με ενοχλεί η παρουσία του.
Όμως μπορούμε να υπομένουμε
τον αδελφό μας στις ιδιοτροπίες του, μπορούμε να τον κατανοούμε
στις πτώσεις και να είμαστε επιεικείς απέναντί του. Μπορούμε να του
προσφέρουμε τον εαυτόν μας και από τα υλικά αγαθά που έχουμε. Μπορούμε
να σεβόμαστε τον συνάνθρωπό μας ως εικόνα Θεού. «Όλα αυτά πηγάζουν
από τη Θυσία του Χριστού που ζούμε στην Θεία Λειτουργία». Στην Εκκλησία
παύω να είμαι εγώ. Γινόμαστε εμείς. Οι πρώτοι χριστιανοί στα Ιεροσόλυμα
ζούσαν ως μία οικογένεια. Υπήρχε κοινοκτημοσύνη. Όλοι προσέφεραν ότι είχαν. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει
και σε κάθε κοινόβιο μοναστήρι, όπου κανείς μοναχός ή μοναχή δεν έχει κάτι δικό
του. Δεχόμενοι τον κόσμο ως δώρο του Θεού μπορούμε να μην τον καταχρόμαστε,
ούτε να τον περιφρονούμε. Αν δεν βλέπουμε τα υλικά αγαθά ως δώρα Θεού,
ή θα τα περιφρονούμε όπως έκαναν οι Μανιχαίοι στους πρώτους χριστιανικούς
αιώνες ή θα κάνουμε κακή χρήση των δώρων. Αλλά ο Θεός δεν τα έδωσε
για να κάνουμε κατάχρηση. Γι΄ αυτό λέει ο Απόστολος Παύλος: «Παν
κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστία λαμβανόμενον»
(Α΄ Τιμ.). Δηλαδή ό,τι έδωσε και δίνει ο Θεός, είναι καλό, όταν βέβαια
λαμβάνεται με ευχαριστία. Ζώντας ευχαριστιακά, ζούμε με κέντρο
τον Θεό. Διότι όταν ο άνθρωπος βρει το κέντρο του κόσμου και τα συνδέει
όλα με τον Θεό και ζει γύρω από το κέντρο του κόσμου που είναι ο Θεός,
βρίσκει την εσωτερική του ενότητα, δεν είναι διχασμένος. Όταν προσφέρουμε
και αναφέρουμε τα πάντα στον Θεό, όλη η ζωή μας παίρνει άλλο νόημα.
Για παράδειγμα η εργασία που δεν προσφέρεται στο Θεό, καταντά βάρος
και άρα άγχος. Το ίδιο συμβαίνει και στην οικογένεια και τον γάμο.
Πόσο διαφορετικό
πράγμα είναι ο γάμος έξω από τον Θεό - όπως είναι ο πολιτικός γάμος
-, από τον γάμο μέσα στον Θεό και για τον Θεό, όπως είναι ο ευχαριστιακός
γάμος της Εκκλησίας. Ακόμη πόσο διαφορετικά συμπεριφέρεσαι στα
παιδιά σου όταν τα βλέπεις ως δώρα Θεού, και πως συμπεριφέρεσαι όταν
τα βλέπεις ως δική σου ιδιοκτησία. Η κρίση που βιώνουμε σήμερα στην
χώρα μας είναι αποτέλεσμα της ολοένα και αυξανομένης απουσίας
αυτής της ευχαριστιακής ζωής που εκπροσωπεί την ελληνορθόδοξη παράδοση
του λαού μας. Το δυσάρεστο είναι ότι αυτός ο πολιτισμός της φιλαυτίας,
αυτός ο εγωκεντρικός πολιτισμός, γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί με θεσμούς
και νόμους και να διαδοθεί από τα Μ.Μ.Ε. Δεν είναι βέβαια πρόσφατο το
γεγονός. Είναι κάτι που έχει αρχίσει εδώ και αρκετά χρόνια. Είναι
κάτι που πιστεύω ότι και εσείς το βλέπετε, το αισθάνεσθε και για το οποίο
πονάτε.
Οι ηγέτες μας προσπαθούν
με λάθος τρόπο να βγάλουν την Ελλάδα από την κρίση στην οποία έχει περιέλθει.
Το λάθος βρίσκεται στο ότι προσπαθούν να το πετύχουν χωρίς τον Χριστό.
Και εμείς γνωρίζουμε
πολύ καλά ότι κάθε τι που δεν είναι συνδεδεμένο με τον Θεό, έχει μέσα
του τον θάνατο. Δεν έχει τη Χάρη του Θεού. Δεν δίνει στον άνθρωπο τη δυνατότητα
να ενωθεί με τον Θεό. Εμείς αυτήν την Ορθόδοξη παράδοση παραλάβαμε,
από τους γονείς μας, τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας. Και δεν θα αρνηθούμε,
γιατί είδαμε ότι αυτή είναι η αληθινή
ζωή. Δεν θέλουμε αυτήν την ζωή να την αλλάξουμε, γιατί είναι δοκιμασμένη
ζωή. Και δεν είναι η ζωή μόνο των δικών μας προγόνων. Είναι η ζωή εκείνων
που έκαναν το 1821, η ζωή του Μακρυγιάννη, του Κολοκοτρώνη, του Παπαφλέσσα
όλων αυτών που θυσιάστηκαν «για του Χριστού την πίστη την αγία και
της πατρίδος την ελευθερία». Είναι η πίστη του αγίου Κοσμά του
Αιτωλού, που κράτησε το γένος και το έσωσε από τον εκτουρκισμό. Δεν
γνωρίζουμε ούτε έναν ήρωα του 1821 ο οποίος να ήταν αντίχριστος.
Αντιθέτως όλοι ήταν ευλαβείς χριστιανοί, εξομολογούντο, κοινωνούσαν
και αγωνίζονταν.
Ήθελαν να κάνουν την
νέα Ελλάδα έθνος άγιον, στο οποίο να βασιλεύει ο Χριστός. Και γι΄ αυτό
εμείς ως γνήσιοι απόγονοι των αγωνιστών του 1821, με την Χάρη του Θεού,
θα μείνουμε σ΄ αυτήν την παράδοση, την Θεοκεντρική.
Ο Χριστός θα είναι το
κέντρο του πολιτισμού μας. Δεν θέλουμε ένα πολιτισμό που ο Χριστός
θα είναι στο περιθώριο. Γιατί αυτός ο πολιτισμός θα είναι πολιτισμός
της φιλαυτίας που δεν βοηθάει ουσιαστικά τον άνθρωπο. Η Εκκλησία
υπάρχει όχι για να καταπιέζει τους ανθρώπους αλλά για να τους ελευθερώνει
από τα πάθη και την αμαρτία. Η Εκκλησία καλείται σήμερα να ξεσηκώνει
τον πιστό Ορθόδοξο λαό σε μια πνευματική επανάσταση εναντίον του
εγωκεντρικού πολιτισμού που περιθωριοποιεί τον Χριστό.
Η ζωή χωρίς τον Χριστό
είναι ένα ατέλειωτο σκοτάδι, μια ασέληνη νύκτα. Ο άνθρωπος που αρνείται
τον Χριστό και απομακρύνεται από Αυτόν γίνεται ή κτήνος, ή δαίμονας,
όπως λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Αν θέλουμε να βγούμε από
την κόλαση, που μόνοι μας δημιουργήσαμε με τα ανεγκέφαλα και αντιπνευματικά
μας συστήματα, αν θέλουμε λίγη χαρά
στην επώδυνη ζωή μας δεν έχουμε παρά να γυρίσουμε στον αναστάντα
Χριστό μας. Μην περιμένουμε άλλο. Από σήμερα ας αρχίσουμε την πνευματική
αντίσταση. Είναι πλέον ώρα κρίσεως για όλους μας, ρασοφόρους και λαϊκούς.
Ώρα να θυμηθούμε ότι δεν είμαστε μόνο ύλη και πνεύμα και να προτιμήσουμε
να πεθάνουμε παρά να προσκυνήσουμε «ουκ επ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος»!
Ας θυμηθούμε τους Ελεύθερους
Πολιορκημένους του Μεσολογγίου, τους Σουλιώτες, που όσο περισσότερο
δεν είχαν να φάνε, τόσο αύξανε ο πόθος τους για την Ελευθερία. Κουράστηκε ο κόσμος και η νεολαία από τα κηρύγματα
του προοδευτισμού, της αθεΐας, του υλισμού και επιστρέφει στον Θεό
ακούοντας την πρόσκλησή Του: «Δεύτε προς με, πάντες οι κοπιώντες
και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς». Οι παντός είδους
διανοούμενοι, συγγραφείς και κουλτουριάρηδες
συχνά ομιλούν για επιστροφή στον σκοταδισμό του μεσαίωνα ή και για
βυζαντινισμό, σε περιπτώσεις υγιούς θρησκευτικότητος σε περιπτώσεις
επιστροφής στην αγιοπατερική ζωή της Ορθοδοξίας. Αλλά, αγνοούν
σκόπιμα και εσκεμμένα, ότι η Ανατολή, η Ορθοδοξία δεν έχει μεσαίωνα,
ούτε σκοταδισμό, αλλά μια ταπεινή συνέχεια της εκκλησιαστικής της
παραδόσεως μέσα στα μοναστήρια και τις ενορίες με τα κρυφά σχολεία
και τους νεομάρτυρες. Το δε Βυζάντιο, ή καλύτερα όπως πρέπει να αποκαλούμε
αυτήν την κρατική οντότητα, Ανατολική Ελληνορωμαϊκή αυτοκρατορία,
η Ρωμιοσύνη που διήρκεσε ελεύθερη περίπου 1100 χρόνια και υπό κατοχήν
άλλα 500 περίπου χρόνια είναι η καλύτερη και η φωτεινότερη μ.Χ. περίοδος
του ελληνισμού και του χριστιανισμού. Σ΄ αυτή την εποχή προσεύχονταν και θεολογούσαν
οι πάντες, από τον αυτοκράτορα μέχρι και τον τελευταίο πολίτη, από
τον πανεπιστημιακό δάσκαλο μέχρι τον τελευταίο εργάτη. Όλοι ζούσαν
υπό το πρίσμα της αιωνιότητος, ως όντα Θεούμενα και όχι ως βιολογικά
όντα. Κι αυτό είναι που ενοχλεί σήμερα
τους διανοούμενους. Το να ξαναγίνουμε ρωμιοσύνη. Να ξαναγίνουμε
το φως του κόσμου, η πηγή του πολιτισμού.
Απ΄ όσα ειπώθηκαν
βγαίνει το συμπέρασμα ότι πραγματικός
άνθρωπος είναι εκείνος που ζει και κινείται εν Αγίω Πνεύματι, που το
πνεύμα του βρίσκεται σε διαρκή κοινωνία με το Πνεύμα του Θεού. Η αδιάλειπτη
και συνεχής κοινωνία με τον Θεό είναι εφικτή μόνο μέσα από τη τακτική
συμμετοχή μας στα Μυστήρια της Εκκλησίας. Το αντίδοτο στην κρίση
της εποχής μας είναι η πνευματική αναγέννηση του Έθνους μας, ή αν θέλετε
καλύτερα να πούμε η κατήχηση των Ελλήνων με τα νάματα του Ελληνισμού
και της Ορθοδοξίας. Η επιστροφή του Έθνους μας στις πατροπαράδοτες
ρίζες μας θα σημαίνει αυτομάτως και τον ευαγγελισμό της πατρίδος
μας. Εμπρός λοιπόν να ξεκινήσουμε όλοι μας εδώ και τώρα μια νέα επανάσταση,
πιο μαχητική, πιο ουσιαστική και αποτελεσματική σε σχέση με την εξέγερση
του 1821, αυτή τη φορά πνευματική κατά των παθών μας αδυναμιών μας με
λάβαρο τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό. Για να μείνει αυτή η όμορφη και
καθηγιασμένη από το αίμα των αγίων και των ηρώων πατρίδα, ελεύθερη,
ανυπότακτη και απροσκύνητη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου