Δευτέρα 7 Ιουλίου 2014

ΠΗ­ΓΗ ΕΥ­ΛΟ­ΓΙΑΣ - Εύα


ΠΗ­ΓΗ ΕΥ­ΛΟ­ΓΙΑΣ

Πέ­μπτη 2 Ιου­λί­ου 1964,
ε­φη­με­ρί­δα «Πε­λο­πόν­νη­σος».
 Tην επομένη ημέρα της κηδείας
του αοιδίμου Γέροντος,
π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου

Μια γλυ­κιά α­κτι­νο­βο­λί­α ζω­ής έ­σβη­σε. Μια καρ­διά πλημ­μυ­ρι­σμέ­νη α­πό α­γά­πη, ως τον τε­λευ­ταί­ο της παλ­μό, έ­φτα­σε στο τέρ­μα της. Ο π. Γερ­βά­σιος ή­ταν το ω­ραί­ο δέν­δρο, που ε­σκί­α­σε τον πό­νο και τη δυ­στυ­χί­α. Τα πά­ντα γι΄ αυ­τόν ή­ταν ο πλη­σί­ον και μέ­σα σ΄ αυ­τό τον α­γώ­να έ­τα­ξε τη ζω­ή του. Ή­ταν η στα­γό­να του φω­τός, που έ­πε­φτε στα ε­ρέ­βη και ά­πλω­νε και πλά­ται­νε κι΄ έ­πι­νε το σκο­τά­δι των ψυχών. Ή­ταν έ­να κο­χύ­λι, που μέ­σα του μού­γκρι­ζε ο ω­κε­α­νός της πί­στε­ως. Ή­ταν το θαύ­μα μιας ζω­ής που την εί­χε αγ­γί­ξει η θεί­α χά­ρις. Γι΄ αυ­τό η­χού­σε στις καρδιές των αν­θρώ­πων, σαν πα­ρη­γο­ρή­τρα κα­μπά­να.

Μα ο ή­χος αυ­τός δεν θα πά­ψη να χτυ­πά­ει και πο­τέ δεν θα κοι­μη­θεί το μά­τι του πνεύ­μα­τός του. Θα κυ­λά­νε οι βρύ­σες α­πό τα κη­ρύγ­μα­τά του, σαν μυ­στη­ρια­κή εκπαί­δευ­ση και σαν α­πο­στο­λι­κή η ε­πο­χή του δεν θα ξε­χα­στεί. Μπο­ρεί η πρό­σκαιρη ζω­ή του νά­σβη­σε, αλ­λά πρό­φτα­σε  να α­νά­ψει έ­να πλή­θος άλ­λες ζω­ές. Πά­λαι­ψε σαν τον Ια­κώβ και σκέ­πα­σε το ο­δυ­νη­ρό πρό­σω­πο της ζω­ής με την αιώ­νια πα­ρηγο­ριά του Χρι­στού. Α­νά­με­σα στο κύ­ρος της Εκ­κλη­σί­ας και στα δι­καιώ­μα­τα της συ­νεί­δη­σης έ­βα­λε την ι­σχυ­ρή προ­σπά­θεια της χρι­στια­νι­κής σκέ­ψης. Η ιε­ρή αγω­νί­α του ή­ταν να πλά­θει ψυ­χές και γεν­ναιό­φρο­να οι­κο­δό­μη­σε έ­να κό­σμο α­γνό και α­δερ­φω­μέ­νο. Μέ­σα α­πό τρα­χιά μο­νο­πά­τια, με καρ­τε­ρι­κό­τη­τα ο­δή­γη­σε τη μι­κρή λε­γε­ώ­να του, γνω­ρί­ζο­ντάς της ό­τι τί­πο­τα δεν μπο­ρεί κα­νείς να οι­κο­δομή­σει χω­ρίς να το θε­με­λιώ­σει με το αί­μα και το δά­κρυ. Κι΄ έ­δω­σε σε έ­ναν κουρα­σμέ­νο κό­σμο μια έν­νοια, έ­να σκο­πό κι΄ έ­να ι­δα­νι­κό. Ο πα­τήρ Γερ­βά­σιος α­γωνί­στη­κε χω­ρίς αυ­τα­πά­τες και χω­ρίς α­πο­θάρ­ρυν­ση. Και ή­ταν σι­δε­ρέ­νια η ρα­χοκο­κα­λιά του, που στή­ρι­ξε τό­ση πί­στη. Πολ­λές φο­ρές ήρ­θε σε α­ντί­φα­ση α­νά­μεσα στο δε­σπο­τι­κό πνεύ­μα της κοι­νω­νί­ας και στο μα­γι­κό σύν­θη­μα, που είχε προτά­ξει υ­πέρ του ορ­θού λό­γου. Στο χάλ­κι­νο κύ­κλο του, τρα­βού­σε ρέ­ο­ντας α­διάκο­πα και δε στά­θη­κε που­θε­νά! Μό­νο ζω­γρά­φι­ζε με τα υ­πε­ρού­σια λό­για του, το αιώ­νιο πέ­ρα­σμα και κα­τα­σκεύ­α­ζε στις σκέ­ψεις των αν­θρώ­πων την ι­δέ­α του Θε­ού.
Κα­τόρ­θω­σε να φέ­ρει τη ζω­ντα­νή πί­στη και να α­ντη­χή­σει πά­νω σ΄ αυ­τή η συ­ναυλί­α των ψυ­χών. Έ­κα­με έ­να σιω­πη­λό στρα­τό α­πό ά­ντρες και γυ­ναί­κες, που εί­χαν κα­λή θέ­λη­ση, τα­πει­νές καρ­διές και καί­γο­νταν α­πό μυ­στι­κή α­φο­σί­ω­ση. Και ο ένας κο­ντά στον άλ­λο, πρό­σε­χαν την κα­λή γη, που τους πα­ρέ­δω­σε ο ποι­με­νάρ­χης. Τη σκά­λι­ζαν, την έ­σπερ­ναν και προ­σπα­θού­σαν  να την κά­νουν γό­νι­μη. Στη θρήσκα, λοι­πόν με­ρί­δα του τό­που, το πνεύ­μα του π. Γερ­βα­σί­ου θα μεί­νει ζω­ντα­νό. Στη μά­χη που έ­δω­σε, ε­ξό­δε­ψε ό­λη τη δύ­να­μη της ψυ­χής του. Γι΄ αυ­τό οι ελ­πί­δες του ή­ταν με­γά­λες, η φλό­γα της θυ­σί­ας του α­γνή και το πνεύ­μα του καρ­τε­ρι­κό. Ή­ταν ο ιε­ρω­μέ­νος, που εί­χε κυ­ριευ­θεί α­πό την α­γά­πη και εί­χε για τον άν­θρωπο την μυ­στι­κό­πα­θη τρυ­φε­ρό­τη­τα του Α­γί­ου Βι­κε­ντί­ου.
Έ­σκα­ψε υ­πο­μο­νε­τι­κά και σε βά­θος αρ­κε­τό, για να α­φή­σει να τρέ­ξει το αυ­λά­κι μιας ερ­γα­σί­ας. Κά­τω α­πό τις α­πλω­μέ­νες φτε­ρού­γες του μά­ζε­ψε τους α­πο­θαρ­ρημέ­νους και γι­νό­τα­νε μα­ζί τους μια καρ­διά. Έ­τσι ύ­μνη­σε τη ζω­ή του ο πα­τήρ Γερβά­σιος και υ­πήρ­ξε το ω­σαν­νά για το ορ­φα­νό, τον άρ­ρω­στο, για τον α­πελ­πι­σμένο και τον α­πό­κλη­ρο. Στον πό­νο και στη δυ­στυ­χί­α ε­στή­ρι­ξε το βω­μό του. Και έγι­νε πη­γή με­γά­λης ευ­λο­γί­ας ο ιε­ρός θά­να­τός του!


                                                                            ΕΥΑ 

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Συνεχιζόμενη «πηγή ευλογίας» είναι για την Πάτρα και την Εκκλησία ο π. Γερβάσιος.

Ανώνυμος είπε...

Δεκαετίες μας κράτησε συντροφιά η Εύα Παπαγγελούτσου με την στήλη της στην Πελοπόννησο. Αμέσως μετά την κηδεία του σεβάσμιου Γέροντα της Πάτρας Γερβασίου με λίγα σκιαγραφεί την προσωπικότητα και την προσφορά του π. Γερβασίου στην Εκκλησία. Δεν είμαι τόσο παλιός για να γνωρίζω το κείμενο αυτό. Συγκινήθηκα από την άμεση μαρτυρία της Εύας για τον π. Γερβάσιο. Ευχαριστώ και τον κ. Κολλιόπουλο που ανάδειξε αυτό το υπέροχο κείμενο.

Ανώνυμος είπε...

Αυτή ήταν η ζωογόνα προσφορά του Παππούλη στην Πάτρα.

Ανώνυμος είπε...

Και μόνο αυτό καταδεικνύει την μεγάλη αυτή εκκλησιαστική προσωπικότητα: Ο π. Γερβάσιος ήταν το ωραίο δένδρο, που εσκίασε τον πόνο και τη δυστυχία. Από την κοίμησή του ως σήμερα συνεχίζει να είναι δένδρο αυξανόμενο.