Βίος
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
ήταν δεινός θεολόγος, διαπρεπής ρήτορας και ακραιφνής φιλόσοφος. Ο Σ.
Ευστρατιάδης στο αγιολόγιο του αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1296
μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, από τον Κωνσταντίνο και την ευσεβέστατη Καλλονή. Οι
γονείς του κατάγονταν από τη Μικρά Ασία, την οποία εγκατέλειψαν λόγω της
Οθωμανικής προέλασης και κατέφυγαν στην βυζαντινή πρωτεύουσα. Ο πατέρας του
Κωνσταντίνος Παλαμάς ήταν συγκλητικός και μέλος της αυτοκρατορικής αυλής. Ο
αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β’ εκτίμησε τόσο πολύ τα προσόντα του Κωνσταντίνου ώστε
του ανέθεσε την εκπαίδευση του εγγονού του Ανδρόνικου Γ’. Κατόπιν, λίγο πριν
πεθάνει έγινε μοναχός. Ο Γρηγόριος ήταν επτά ετών κι έτσι τέθηκε υπό την
προστασία του αυτοκράτορα. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης
διδασκόμενος γραμματική, ρητορική, φυσική, λογική έχοντας δάσκαλο τον Θεόδωρο
Μετοχίτη. Επειδή μελετούσε ιδιαίτερα την αρχαία φιλοσοφία, σε ηλικία μόλις
δεκαεπτά ετών του ανατέθηκε να συντάξει και να εκφωνήσει πραγματεία περί του
Αριστοτέλη ενώπιον του Ανδρόνικου Β’. Αν και ο αυτοκράτορας τον προόριζε για
υψηλά κρατικά αξιώματα εκείνος άρχισε να ασχολείται με την άσκηση και την
ασκητική φιλολογία.
H μοναχική του κλίση
καλλιεργήθηκε από τις συναναστροφές του στην βυζαντινή πρωτεύουσα με γνωστούς
για την ευλάβειά τους μοναχούς, όπως ο Θεόληπτος Φιλαδελφείας, ο οποίος
τον μύησε στην νοερά προσευχή. Ξέρουμε ότι κατά το πρώτο μισό του 14ου
αιώνα μ.Χ. ήταν στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης, απ’ οπού και
αποσύρθηκε στο Άγιο Όρος χάρη της ησυχαστικής ζωής, και αφιερώθηκε στην
οντολογική – ηθική του τελειοποίηση και σε διάφορες μελέτες. Λόγω επιδρομών
Οθωμανών πειρατών στην περιοχή του Άθω θέλησε να ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα και
στο Σινά αλλά στάθμευσε στην Θεσσαλονίκη, όπου και χειροτονήθηκε ιερέας το 1326
από τον Ιωάννη Καλέκα. Αργότερα ο Πατριάρχης Ισίδωρος, τον εξέλεξε επίσκοπο
Θεσσαλονίκης. Πέθανε το 1359 μ.Χ. και αγιοκατατάχθηκε το 1368 επί Πατριάρχου
Φιλοθέου Κόκκινου σε σύνοδο που συγκαλεσαι στην Κωνσταντινούπολη.
Εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος
και «Filioque»
Η ορθόδοξη θέση κατά τον Άγιο
Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι ότι το Άγιο Πνεύμα ως μία εκ των τριών Θεϊκών
Υποστάσεων είναι αγέννητο και άκτιστο κατά την ουσία, εκπορευτό από τον Θεό
Πατέρα ως προς τον τρόπο ύπαρξής Του. Δηλαδή εκπορεύεται από την Πατρική
υπόσταση κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Όλα τα κτίσματα λαμβάνουν τον
Αγιασμό από το Πνεύμα, το οποίο ολοκληρώνει τις σχετικές με τον άνθρωπο
οικονομίες του Χριστού. Δομεί την Εκκλησία, αγιάζει τα μυστήρια. Αυτό δίνει στα
ζώα τη ζωή, στους ανθρώπους το νου και στους χριστιανούς την ανώτερη ζωή, την
πνευματική. Αυτό φωτίζει τον άνθρωπο και τον βοηθάει να μπει στη βασιλεία των
ουρανών κατά τον Άγιο Ιννοκέντιο Μόσχας και «αποτελεί τελικά τον στέφανο των
δικαίων – η κόλαση των αδίκων δεν είναι παρά η απόλυτη αλλοτρίωσή τους από το
Πνεύμα» κατά τον π. Νικόλαο Λουδοβίκο.
Η έριδα του «Filioque» ξεκινά
όταν ο Βαρλαάμ Καλαβρός αντιμετωπίζοντας Λατίνους θεολόγους (οι οποίοι πίστευαν
στην εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού: «Filioque») πρόβαλε την
θεωρία ότι δεν μπορούμε να ορίσουμε με βεβαιότητα την εκπόρευση του Αγίου
Πνεύματος, εφόσον η διανοητική ικανότητα του ανθρώπου δεν μπορεί να διεισδύσει
και να καταλάβει τον απερινόητο και ακατάληπτο Θεό. Ο Γρηγόριος
πιστεύοντας ότι οι απαντήσεις του Βαρλαάμ δεν ήταν επαρκείς, έγραψε τους δύο
Λόγους του «Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος».
Τα βασικά σημεία της
διδασκαλίας του Αγίου Γρηγορίου είναι: α) ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται
αχρόνως εκ της Υποστάσεως του Πατρός, β) Η πηγή και το έναυσμα της
Θεότητας είναι μόνο ο Πατήρ στην Αγία Τριάδα και γ) το Άγιο Πνεύμα πέμπεται και
εκ του Υιού «εν χρόνω» δηλαδή «κατ’ ενέργειαν».
Σε αυτό το σημείο βλέπουμε την
αποδοχή της διπλής προόδου του Αγίου Πνεύματος: α) την «καθ’ Ύπαρξιν» πρόοδο
και β) την «Κατ’ Ενέργειαν» πρόοδο. Η αποδοχή της διπλής προόδου του Πνεύματος
αποτελεί ακόμα και την διάκριση μεταξύ «Θεολογίας» και «Οικονομίας», οι οποίες
αν και διαφορετικές σχετίζονται. Αυτό που τις διακρίνει είναι η αιτία και ο
χρόνος. Αυτό που τις σχετίζει είναι η φανέρωση του «κατ’ Ενέργειαν» κοινού
έργου των τριών Θείων Υποστάσεων. Οι δύο όμως αυτές καταστάσεις αν και
σχετίζονται εν τούτοις δεν συγχέονται μεταξύ τους. Γιατί η «Θεολογία» έχει την
αναφορά της ως η άχρονη και αΐδια εκπόρευση στη φυσική πρόοδο του Πνεύματος.
Δηλαδή, είναι η κατάσταση φανερώσεως των θείων και ομοούσιων Υποστάσεων, το
κοινό έργο των οποίων φανερώνεται εν χρόνω μέσω των άκτιστων θείων ενεργειών,
στην κτίση και την ιστορία. Ενώ η «Οικονομία» είναι η κατάσταση φανερώσεως των
άκτιστων θείων ενεργειών.
Η «καθ’ Ύπαρξιν»
πρόοδος.
Η «καθ’ Ύπαρξιν» πρόοδος του
Αγίου Πνεύματος είναι άχρονη υποστατική πρόοδος, μόνον του Πατρός προς το Άγιο
Πνεύμα (Α’ Λόγος περί Εκπορεύσεως). Ο Άγιος Γρηγόριος επιμένει ότι η εκπόρευση
του Πνεύματος είναι υποστατικό ιδίωμα μόνο του Πατρός και όχι όλης της
Θεότητας, δηλαδή και των τριών προσώπων. Αν τα υποστατικά ιδιώματα των προσώπων
της Τριάδας ήταν κοινά, τότε αυτό θα σήμαινε ότι ο Πατήρ και το Πνεύμα γεννάν
τον Υιό, αλλά και το Πνεύμα θα εκπορευόταν από τον Πατέρα και τον Υιό. Ο Άγιος
Γρηγόριος κατηγορηματικά διατυπώνει ότι το μόνο αίτιο στην Αγία Τριάδα είναι ο
Πατήρ. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η μοναδική αρχή της υπάρξεως των δύο άλλων
Θείων προσώπων «αχρόνως» είναι ο άχρονος και αναίτιος Πατήρ, ως ο πρώτος ο
οποίος έχει ο έναυσμα της αλληλοπεριχώρησης της ουσίας: «ομοούσιο».
Είναι σημαντική για τον Άγιο
Γρηγόριο η διαφύλαξη της «Μοναρχίας» του Θεού Πατέρα (Μοναρχία εκ του Μόνη
Αρχή, εννοώντας ασφαλώς την περιχωρητική αρχή, το ξεκίνημα δηλαδή της αγάπης
που αναφέρεται μόνο στον Πατέρα, ως εναρκτήριο μοχλό της ομοούσιας υπάρξεως).
Πράγματι, αν το Πνεύμα εκπορευόταν και από τον Υιό, αυτόματα εισάγονται δύο
αίτια και παράλληλα δύο αρχές στην Αγία Τριάδα. Αυτή η «δόξα – πίστη» έχει
βαρύτατες συνέπειες: α) αν το Πνεύμα εκπορεύεται και από τα δύο Θεία πρόσωπα
τότε η Θεότητα έχει δύο αρχές και αίτια, β) σύγχυση υποστατικών και φυσικών
ιδιωμάτων (με τελικό αποτέλεσμα τη σύγχυση ουσίας – φύσης και υπόστασης) στην
Τριάδα, γ) συνεπάγεται πολυθεΐα υψώνοντας τα πρόσωπα του Πατρός και του Υιού
και ξεπεσμός του Αγίου Πνεύματος κάνοντάς το δούλο στα άλλα δύο πρόσωπα.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι το
γεγονός του ότι ο Θεός είναι Ένας και Τριαδικός και συγχρόνως το γεγονός ότι η
μία υπόσταση, του Πατρός δηλαδή, είναι κοινό αίτιο των άλλων δύο, αποτελεί τη
συγκεφαλαίωση του μυστηρίου της οικονομίας κατά τον Άγιο Γρηγόριο. Το Άγιο
Πνεύμα επομένως δεν μπορεί παρά να εκπορεύεται από μόνο τον Πατέρα.
Η «κατ’ Ενέργειαν» πρόοδος.
Εκτός από την «καθ’ Ύπαρξιν»
πρόοδο του Αγίου Πνεύματος από μόνο τον Πατέρα , ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς
διατυπώνει και την «κατ’ Ενέργειαν» πρόοδο του Πνεύματος, η οποία χωρίζεται σε
«έγχρονη» και «άχρονη».
Α) Η «κατ’ Ενέργειαν» έγχρονη
πρόοδος.
Αυτή η πρόοδος ενεργείται εκ
του Πατρός δι’ Υιού και εκ του Υιού ακόμη. Ονομάζεται ευδοκία, αποστολή, δόσις,
συγκατάβασις και γίνεται πάντοτε εν χρόνω, με σκοπό να αγιάσει, να διδάξει, να
ελέγξει κλπ. Είναι φυσικό ιδίωμα της Αγίας Τριάδος, είναι η ενέργεια και η δύναμη
της θεότητας. Είναι η φανέρωση και η μετάδοση του Πνεύματος στους άξιους, στους
οποίους επαναπαύεται και ενοικεί τελεσιουργώντας την ανακαίνιση της ανθρώπινης
οντότητας. Ακόμη είναι ή δωρεά και η χάρις του Αγίου Πνεύματος , τα χαρίσματά
του δηλαδή και όχι η υπόστασή του , η οποία δεν μπορεί να λαμβάνεται από
κανέναν.
Αυτή η πρόοδος του Αγίου
Πνεύματος ενεργείται από τον Πατέρα και τον Υιό αλλά και από το ίδιο το Άγιο
Πνεύμα ως κοινό ιδίωμα της Αγίας Τριάδος δεικνύοντας την ομοτιμία και την
ομοβουλία των τριών θείων Υποστάσεων.
Εδώ πρέπει να αναφέρουμε τη
σύγχυση των Λατίνων κατά τον Άγιο Γρηγόριο. Ταυτίζοντας την άχρονη εκπόρευση με
την έγχρονη αποστολή του Αγίου Πνεύματος, οδηγήθηκαν στην αντίληψη ότι το Άγιο
Πνεύμα έχει την υπόστασή του και εκ του Υιού, δηλαδή το «Filioque». Αλλά αν η
εν χρόνω αποστολή ταυτιστεί με την άχρονη πρόοδο, τότε και ο Υιός γεννάται από
τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα. Επιπλέον, αν η εκπόρευση ταυτιστεί με την
αποστολή, η αποστολή δεν είναι ευδοκία και θέληση (και άρα κοινό έργο της Αγίας
Τριάδος), τότε η υποστατική εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα και
τον Υιό είναι έργο θελήσεως και επομένως το Πνεύμα δεν είναι άκτιστο και
συναΐδιο με τον Πατέρα και τον Υιό αλλά κτιστό και δούλο. Εδώ καταλαβαίνουμε εν
τέλει τις φοβερές συνέπειες την αιρέσεως του «Filioque», της πίστεως δηλαδή των
ρωμαιοκαθολικών.
Β) Η «κατ’ Ενέργειαν» άχρονη
πρόοδος.
Ο Άγιος Γρηγόριος δεν
περιορίζει την «κατ’ Ενέργειαν» πρόοδο του Αγίου Πνεύματος μόνο στην εν χρόνω
αποστολή αλλά δέχεται ότι αυτή είναι άχρονη και γίνεται χρονική όταν το θελήσει
ο Πατήρ, ο Υιός και το Πνεύμα. Η αποστολή γίνεται εν χρόνω και δι’ αιτίαν, το
αποστελλόμενο όμως δεν είναι κάτι χρονικό και πεπερασμένο, αλλά η άχρονη και
αΐδια ενέργεια της τρισυπόστατης Θεότητας, που πηγάζει από αυτήν και η οποία
είναι κοινή και στις τρείς θείες υποστάσεις αϊδίως. Η φανέρωση και η χορήγηση
του Πνεύματος τελείται εν χρόνω εκ του Υιού και δια του Υιού, το χορηγείν όμως,
το έχει ανάρχως ο Υιός, ο οποίος έχει ανάρχως το Πνεύμα αναπαυόμενον σε Αυτόν. Δηλαδή
η οικονομική φανέρωση της όλης Θεότητας έχει την αιτία της στην αΐδια κοινωνία
των τριών Θείων και Ομοουσίων Υποστάσεων. Επομένως το Πνεύμα δεν είναι εκ του
Υιού, αλλά μαζί με τον Υιό εκ του Πατρός, στην αΐδια τριαδική κοινωνία.
«Αὕτη ἡ πίστις τῶν ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων,
αὕτη ἡ πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξεν».
*Φοιτητής Ανωτάτης
Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (Α.Ε.Α.Θ), Ιεροψάλτης.
Πηγή: Μέθεξις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου