Πόντος. Μια ιστορική και πολιτισμική αναδρομή
Του Δημήτρη Ι. Ευσταθιάδη
Λένε οι γεωγράφοι για τον Πόντο
πως είναι 71.500 τ.χλμ. περίπου δηλαδή όσο η μισή Ελλάδα. Απλώνεται από τη
Σινώπη ως το ανατολικό άκρο της Μαύρης Θάλασσας, το Βατούμ .Πολλές οι πόλεις
που ιδρύθηκαν εκεί, η κάθε μια με τη δική της ιστορία, με τα δικά της
χαρακτηριστικά που όλα αυτά μαζί συνέθεσαν αυτό που λέμε ποντιακό πολιτισμό, ποντιακό
ελληνισμό.
Ας ξεκινήσουμε την αναδρομή αυτή,
με μια αναφορά σε κάποιες από τις πιο χαρακτηριστικές πόλεις του Πόντου.
Αμισός ή Σαμψούντα: Πόλη του
δυτικού Πόντου, στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Στην Αμισό δραστηριοποιούνταν
διάφορα κοινωνικά ιδρύματα όπως η Φιλόπτωχος Αδελφότης "Ορθοδοξία",ο
Πανευξείνειος Ελληνικός Σύλλογος "Αναγέννησις",ο Μουσικός Σύλλογος
''Ορφεύς'',η Ελληνική Εμπορική Λέσχη καθώς επίσης ήταν και η έδρα της ελληνικής
εφημερίδας ''Φως''.
Αμάσεια: Πόλη επίσης του δυτικού
Πόντου. Πρωτεύουσα του βασιλείου των Μιθριδατών και πατρίδα του γεωγράφου
Στράβωνα.
Κερασούντα:Μια από τις
αρχαιότερες ελληνικές πόλεις που ιδρύθηκε τον 7ο αιώνα π.Χ. σύμφωνα με τον
Ξενοφώντα.
Τραπεζούντα: Η ωραιότερη πόλη του
Πόντου και πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας των Κομνηνών. Ιδρύθηκε το 756 π.Χ. και
υπήρξε μορφωτικός πυρήνας ολόκληρου του Πόντου με γνωστότερη όλλων την Ελληνική
Σχολή ή Φροντιστήριο.
Νικόπολη: Έδρα του υποδιοικητή
της Σεβάστειας και έδρα του Μητροπολιτη Νεοκαισάριας.
Οινόη: Επαρχία της
Τραπεζουντιακής Αυτοκρατορίας. Είχε αρκετά προνόμια και χριστιανό Διοικητή, τον
επονομαζόμενο Σάββα Πασά.
Σινώπη: Η πρώτη ελληνική αποικία
στον Πόντο. Επανιδρύθηκε από τους Ίωνες της Μιλήτου στις αρχές του 8ου αιώνα
π.Χ. Ο ίδιος ο Περικλής επισκέφθηκε την πόλη, εγκατέστησε περί τους 600
Αθηναίους πολίτες και εγκαθίδρυσε δημοκρατική κυβέρνηση.
Ματσούκα: Κλείνουμε την περιήγησή
μας στις πόλεις του Πόντου με τη χιλιοτραγουδισμένη αυτή επαρχία, φημισμένη για
το Μοναστήρι της Παναγίας των Ποντίων, της Παναγίας Σουμελά. Βρίσκεται στο όρος
Θήχης,από το οποίο οι Μύριοι του Ξενοφώντος αναφώνισαν το περίφημο ''Θάλαττα
Θάλαττα'',όταν αντίκρυσαν τον Εύξεινο Πόντο.
Έμβλημα του Πόντου είναι ο αετός,
αλλά όχι ο δικέφαλος όπως της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, μολονότι ήταν σημαντικό
τμήμα αυτής. Όταν ο αυτοκράτορας Τραπεζούντας Ιωάννης Β' επισκέφθηκε την
Κωνσταντινούπολη το 1282,ο βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος, τον
υποχρέωσε να παρουσιαστεί μπροστά του χωρίς την αυτοκρατορική του ενδυμασία, φορώντας
δεσποτικά ιμάτια. Μετα τον γάμο του με την θυγατέρα του Μιχαήλ Παλαιολόγου, Ευδοκία,
ο Ιωάννης Β' τιμήθηκε με την άδεια του πεθερού του να φέρει τα αυτοκρατορικά
σύμβολα, αλλά με τον αετό μονοκέφαλο και όχι δικέφαλο.
Χαρακτηριστική είναι και η
σύνδεση του Πόντου με τη μητροπολιτική Ελλάδα, διαμέσου της μυθολογίας μας. Ο
Φρίξος,γιός της Νεφέλης και του Αθάμαντα, βασιλιά του Ορχομενού, συκοφαντήθηκε
από την Ινώ, τη δεύτερη γυναίκα του πατέρα του και έπρεπε να οδηγηθεί στον τόπο
της θυσίας. Ο Δίας, προκειμένου να αποτρέψει την αδικία που επρόκειτο να
υποστεί ο Φρίξος, έστειλε ένα χρυσόμαλλο κριάρι από τον ουρανό, για να τον
σώσει. Μαζί με την αδελφή του Έλλη, που θρηνούσε για τον επικείμενο χαμό του, ο
Φρίξος πήδηξε πάνω στη ράχη του κριαριού και πέταξαν προς την Ανατολή. Καθώς, όμως,
πετούσαν πάνω απο ένα θαλάσσιο στενό η Έλλη ζαλίστηκε,έπεσε στο νερό και
πνίγηκε. Η θάλασσα πήρε το όνομα της και ονομάστηκε ''Ελλήσποντος'' ,δηλαδή
θάλασσα της Έλλης. Μόνος πια ο Φρίξος, φτάνει στην Κολχίδα. Θυσιάζει το κριάρι
στον Δία για να τον ευχαριστήσει και χαρίζει το δέρμα του στον τοπικό βασιλιά
Αιήτη. Κι έτσι καταγράφεται η πρώτη επαφή του μητροπολιτικού ελληνισμού με τον
Πόντο κατά τη μυθολογία. Ακολούθησε η γνωστή Αργοναυτική εκστρατεία που κίνητρό
της ηταν η ανάκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος από την Κολχίδα.
Ωστόσο η ιστορία,μας δίνει μια
διαφορετική εκδοχή. Όπως συμπεραίνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα που
βρέθηκαν σε πόλεις του Ευξείνου Πόντου, οι Έλληνες έφτασαν στον Πόντο πριν το
1000 π.Χ. Ονόμασαν τον Πόντο ''Άξεινο Πόντο'', επίθετο με το οποίο περιέγραψαν
τα μαύρα και σκοτεινά νερά της περιοχής. Άλλωστε ο Εύξεινος Πόντος κατέληξε να
ονομάζεται και Μαύρη Θάλασσα. Οι λόγοι που ώθησαν προς τον Πόντο τους πρώτους
αποικιστές ήταν καθαρά οικονομικοί-εμπορικοί. Από την περιοχή έφερναν στην
Ελλάδα αλάτι, λινάρι, ξυλεία,σιτηρά, δέρματα, μαλλί, κερί και μέλι. Το κυρίως
ζητούμενο, όμως, από τους Έλληνες στις περιοχές αυτές ήταν τα πολύτιμα μέταλλα.
Φυσικά δεν θα μπορούσαμε να μην
αναφερθούμε και στη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στον Πόντο και την Ορθοδοξία.
Ο Πόντος ευτύχησε να
εκχριστιανιστει από τα πρώτα αποστολικά χρόνια και μάλιστα από κορυφαίους
μαθητές του Χριστού. Αναφέρεται ήδη, από τα αποστολικά χρόνια στα ευαγγελικά
κείμενα. Συγκεκριμένα, την ημέρα της Πεντηκοστής, αναφέροντας οι Πράξεις των
Αποστόλων, το θαύμα της αλλογλωσίας, γράφουν τα εξής: «γενομένης δε της φωνής
ταύτης συνήλθεν το πλήθος και συνεχύθη, ότι ήκουον εις έκαστος τη ιδία διάλεκτο
λαλούντων αυτών. Εξίσταντο δε και εθαύμαζον λέγοντες, ουχ ιδού άπαντες ούτοι
εισίν οι λαλούντες Γαλιλαίοι; και πως ημείς ακούωμεν έκαστος τη ιδία διάλεκτω
ημών εν η εγεννήθημεν; Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και οι κατοικούντες την
την Μεσοποταμίαν, Ιουδαίαν τε και Καππαδοκίαν, Πόντον και την Ασίαν… εξίσταντο
δε πάντες και διηπόρουν». Με τον τρόπο αυτό έχουμε μια πρώτη αναφορά στις
Αποστολικές Πράξεις, γεγονός που επιβεβαιώνει την ύπαρξη των ιουδαϊκών
κοινοτήτων στον Πόντο. Μάλιστα, υποστηρίζεται έντονα η άποψη, πως μέσα στο
πλήθος που πίστεψε και βαπίστηκε την ημέρα της Πεντηκοστής, ήταν και οι
Ιουδαίοι από εκείνες τις περιοχές, οι επονομαζόμενοι Ιουδαίοι της διασποράς, οι
οποίοι και μετέφεραν κατά την επιστροφή τους στις πατρίδες τους τη νέα πίστη.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτήν την εκδοχή τα πρώτα ψήγματα χριστιανισμού στην περιοχή
του Πόντου, έχουμε μετά το γεγονός της Πεντηκοστής. Ο Πόντος είχε την
εξαιρετική τιμή να ευαγγελιστεί από δυο κορυφαίους αποστόλους και μαθητές του
Χριστού, τους αποστόλους Ανδρέα και Πέτρο. Συγκεκριμένα ο πρωτόκλητος Ανδρέας
με τον αδελφό του Πέτρο, το 34 μ.Χ., σε μια πρώτη περιοδεία, μαζί με τον Ματθία
και το Γάιο, αφού πέρασαν από την Αντιόχεια και την Καππαδοκία, ήλθαν στη
Σινώπη. Εκεί με ορμητήριο μια νησίδα έξω από την πόλη έδρασαν ανάμεσα στους
εθνικούς και στους Ιουδαίους. Μάλιστα ο Ματθίας φυλακίστηκε από τους Ιουδαίους
κατοίκους της Σινώπης, ελευθερώθηκε όμως θαυματουργικά, από τον απόστολο
Ανδρέα, μαζί με άλλους δεκαεπτά φυλακισμένους, τους οποίους κατήχησε και
βάπτισε στη θάλασσα. Το κήρυγμα τους στη Σινώπη, στην πρώτη τους περιοδεία,
καρποφόρησε μεν, αλλά οι καρποί ήταν πενιχροί. Η πλειοψηφία όπως φαίνεται
συνέχιζε να λατρεύει τις ελληνικές θεότητες και κυρίως τον εξελληνισμένο θεό
Μίθρα-Ήλιο-Απόλλωνα. Στην Προς Ρωμαίους επιστολή πάντως απαντάται το όνομα του
Φιλόλογου, ο οποίος σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση ήταν επίσκοπος
Σινώπης και τον οποίο φαίνεται πως χειροτόνησε ο απόστολος Ανδρέας. Μετά τη Σινώπη
οι δυο αδελφοί χωρίστηκαν και ο απόστολος Πέτρος ακολούθησε πορεία, προς την
ποντιακή ενδοχώρα και στα δυτικά, ενώ ο απόστολος Ανδρέας, προς την παραλιακή
γραμμή του Πόντου και ανατολικά. Έτσι από τη Σινώπη ο απόστολος Ανδρέας μαζί με
το Ματθία και άλλους μαθητές πήγαν στην Αμισό, όπου ίδρυσαν εκκλησία. Αφού
περιήλθε εκτός των άλλων περιοχές του Πόντου, της Ιβηρίας και την Παρθυαία,
γύρισε στα Ιεροσόλυμα. Σε μια δεύτερη περιοδεία επισκέφτηκε και πάλι τις πόλεις
του Πόντου Αμισό, Τραπεζούντα και Νεοκαισάρεια. Μέχρι και την εποχή του
μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου, δηλαδή λίγο πριν τον ξεριζωμό, σωζόταν το
σπήλαιο στο οποίο ο απόστολος Ανδρέας έμεινε και δίδαξε, όταν βρισκόταν στην
Τραπεζούντα. Αυτό βρισκόταν στην άκρη ενός βράχου, όπου δέσποζε ο μητροπολιτικός
ναός του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, και είχε διαμορφωθεί σε μικρό ναό του αγίου
Ανδρέα, όπου κάθε έτος στις 30 Νοεμβρίου, στη μνήμη του αγίου τελούνταν
λειτουργία. Ο απόστολος Πέτρος όπως διασώζει ο Ευσέβιος Καισαρείας κήρυξε
στον Πόντο, στη Γαλάτια, στη Βιθυνία, στην Καππαδοκία και στην Ασία. Στο βίο
του αγίου μάρτυρα Βασιλέα, επισκόπου Αμασείας (252-322) διασώζεται η τοπική
παράδοση, ότι η Αμάσεια ευαγγελίστηκε από τον απόστολο Πέτρο, ο οποίος
χειροτόνησε εκεί πρώτο επίσκοπο τον Νικήτιο, και αναφέρεται ότι υπήρχε περιοχή
στην Αμάσεια που καλούνταν «Καθέδρα των Αποστόλων». Εξάλλου και η επιστολή του
Αποστόλου Πέτρου απευθύνεται «τοις εκλεκτοίς παρεπιδήμοις διασποράς Πόντου,
Γαλατίας, Καππαδοκίας, Ασίας και Βιθυνίας», ενώ από τη Σινώπη καταγόταν οι συνεργάτες
του Παύλου Ακύλλας και Πρίσκιλλα.
Αξιοσημείωτη είναι και μια
αναφορά στον πολιτισμό του Πόντου. Οι Πόντιοι χαρακτηρίζονται από τα έντονα
στοιχεία παράδοσης και εθίμων που έφεραν από την πατρίδα. Η ποντιακή διάλεκτος,
παρόλο που διατηρεί στοιχεία της αρχαίας ιωνικής διαλέκτου της Μιλήτου, προέρχεται
από την ελληνιστική εποχή. Μετράει περί τα 2600 χρόνια ζωής. Περίφημοι και
σημαντικοί στον ποντιακό πολιτισμό είναι οι ποντιακοί χοροί. Οι άνδρες και οι
γυναίκες σχηματίζουν συνήθως κύκλο και πιάνονται από τους καρπούς. Εκτελούνται
με τη συνοδεία του κεμεντζέ, δηλαδή της ποντιακής λύρας. Γνωστότερος χορός, ο
πολεμικός χορός ''Σέρα'' που περιλαμβάνει φάσεις άμυνας και επίθεσης, με τους
χορευτές παρατεταγμένους με τα όπλα τους σε στρατιωτική διάταξη. Επίσης
φημισμένος είναι ο χορός ''πιτσάκ'' ή χορός των μαχαιριών. Χορός όπου δυο
άνδρες μονομαχούν με τα μαχαίρια τους μέχρι θανάτου. Στο τέλος, ο νικητής τιμά
τον νεκρό του αντίπαλο. Αυτό είναι ένα στοιχείο που για κάποιους συνδέει τον
χορό ''πιτσάκ'' με τη μονομαχία του Αχιλλέα με τον Έκτορα, ως χορό που
αναπαριστά τη μονομαχία αυτή.
Αναπόσπαστο κομμάτι του Ποντιακού
πολιτισμού, αποτελεί και η ποντιακή
κουζίνα. Σε γενικές γραμμές είναι λιτή, αλλά αυτό δεν την κάνει λιγότερο
ενδιαφέρουσα. Έχει σαν βάση της πολύ απλά υλικά. Αξιοποιούσε οτιδήποτε υπήρχε στην περιοχή, ώστε
να αντιμετωπιστεί ο μακρύς και συννάμα βαρύς χειμώνας. Ύφος δωρικό και
απέρριτο, με χαρακτηριστικό των εδεσμάτων την υψηλή διατροφική αξία, που
διασφαλιζόταν με άφθονα γαλακτοκομικά, την ενέργεια που εκλάμβαναν από τα
δημητριακά και τις θερμίδες από το πανταχού παρόν βούτυρο. Το κρέας, δεν
βρισκόταν πολύ ψηλά στις διατροφικές συνήθειες των Ποντίων, καθώς προτιμούσαν το γάλα π.χ. του
προβάτου,απο το οποίο μπορούσαν να έχουν μια διαρκή παραγωγή τυριού, βουτύρου ή
και του ίδιου του γάλακτος, παρά το κρέας του ζώου, που όμως θα ήταν για μια
μόνο φορά.
Ο ποντιακός πολιτισμός, όπως
είδαμε, υπήρξε ένας πανάρχαιος πολιτισμός, άμεσα συνδεδεμένος με την
μητροπολιτική Ελλάδα. Με τον ξεριζωμό και την έλευση των Ποντίων στον ελλαδικό
χώρο, υπήρξε ενσωμάτωση και αλληλοεπίδραση μεταξύ ποντιακού και μητροπολιτικού
πολιτισμού, αλλά επουδενεί δεν πρέπει να θεωρείται ότι η Ελλάδα ''υποδέχθηκε''
τον Πόντο σαν κάτι ξένο. Διότι ο Πόντος ήταν, είναι και θα είναι τέκνο της
μητέρας Ελλάδας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου