Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Κάθε
χρόνο τήν Κυριακή πού συμπίπτει μεταξύ τῶν ἡμερομηνιῶν 13 ἕως 19 Ἰουλίου ἡ Ἐκκλησία
μας τήν ἀφιερώνει στήν μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ´Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐφέτος
ἡ Κυριακή αὐτή εἶναι 14 Ἰουλίου. Μᾶς δίδεται λοιπόν ἡ εὐκαιρία νά στρέψουμε μέ σεβασμό καί εὐλάβεια τό
βλέμμα πρός τίς ἅγιες καί ἱερές μορφές τῶν Πατέρων γενικῶς, ἀλλά καί πρός τό ἔργο
πού ἐπετέλεσαν οἱ συγκεκριμένοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι συνεκρότησαν τήν Δ´Οἰκουμενική
Σύνοδο.
****
«Ὑμεῖς ἐστε τό φῶς τοῦ κόσμου»
Ὁ τίτλος Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ πιό ἐπιβλητικός, σεβαστός καί τιμητικός, τόν ὁποῖο θά ἦταν ποτέ δυνατό νά ἀπονείμει ἡ Ἐκκλησία σέ ἄνθρωπο. Διότι ὁ τίτλος αὐτός ἀπονέμεται μόνο σ᾽ ἐκείνους πού διέπρεψαν σέ μόρφωση, ἁγιότητα καί ὀρθόδοξο φρόνημα, ἀλλά καί σ᾽ ἐκείνους πού παράλληλα ἐπιβλήθηκαν στήν ἐκκλησιαστική συνείδηση. Οἱ ἄνδρες αὐτοί ὑπῆρξαν πράγματι μεγάλοι, μέ πνεῦμα εὐρύ, φωτεινό, τολμηρό καί προοδευτικό.
Οἱ
Πατέρες ὑπῆρξαν κατά πρῶτο καί κύριο λόγο οἱ φρουροί καί οἱ σημαιοφόροι τῆς ἀκραιφνοῦς
διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐγνώρισαν σέ βάθος καί πλάτος τήν Ἁγία Γραφή καί διείσδυσαν
στό πνεῦμα της. Μυήθηκαν στά ὑψηλά νοήματα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί ἔκαμαν πράξη
στή ζωή τους τό λόγο-βίωμα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δε ἐν ἐμοί
Χριστός» (Γαλ. β´2). Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐμπνέονταν καί κατευθύνονταν ἀπό τό Ἅγιο
Πνεῦμα (Β´Πέτρ. α´21). Μέ τά χείλη τους μιλοῦσε ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία. Εἶχαν
τίς προϋποθέσεις γιά νά ἀκούσουν στήν καρδιά τους τή φωνή τοῦ Θεοῦ καί νά
συλλάβουν μέ τίς αἰσθήσεις τοῦ πνεύματος τήν ἑρμηνεία τῶν θείων Μυστηρίων. Ἡ
προσωπική τους ζωή ἦταν συνέχεια τοῦ Εὐαγγελίου καί μέσα στήν καρδιά τους ζοῦσε
ὁ Χριστός. Μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ φωτιζόμενοι διεσάφησαν τά ἀκατάληπτα
μυστήρια.
Καί ἔβαλαν στά χέρια τοῦ λαοῦ τήν
σώζουσα ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Τόν συνέδεσαν μέ τόν Χριστό τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τόν
Χριστό τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Αὐτοί
ὁμολόγησαν «τήν καλήν ὁμολογίαν ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων» (Α´Τιμ. στ´12). Ἀντιστάθηκαν
«μέχρις αἵματος» σ᾽ἐκείνους πού τόλμησαν νά εἰσαγάγουν στήν Θεολογία καινοφανεῖς
διδασκαλίες. Τήρησαν ἀπαρέγκλιτα τήν Ἀποστολική Παράδοση καί αὐτήν μετέδωσαν
στούς διαδόχους των. Ὑπέρ τῶν ἱερῶν παραδόσεων παραμερίζουν τά πρόσωπά τους,
τά συμφέροντά τους, τά πάντα. Δέν ὁμιλοῦν ὡς ἄτομα, ἀλλά ὡς ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας
τοῦ Θεοῦ μέ βαθειά συναίσθηση τῆς εὐθύνης των. Οἱ Πατέρες διαχρονικά γιά νά
διατηρήσουν ἀνόθευτη τήν πίστη τους δέν διστάζουν νά συγκρουσθοῦν μέ ἐξέχοντα
πρόσωπα τῆς πολιτείας, νά ἀντισταθοῦν ἀκόμη καί σέ ἰσχυρούς αὐτοκράτορες.
Συνέπεια αὐτῆς τῆς τοποθέτησής τους εἶναι οἱ ἐξορίες καί ὁ μαρτυρικός θάνατος ἔπειτα
ἀπό σκληρούς ἀγῶνες.
Οἱ
ἅγιοι Πατέρες ἔβλεπαν, ὡς νέοι προφῆτες τῆς Χάριτος, τό εὐρύ μέλλον τῆς Ἐκκλησίας,
τούς ἀχανεῖς ὁρίζοντες, οἱ ὁποῖοι ἀνοίγονταν μπροστά της. Ὡς ἄνδρες πού
διέθεταν εὐρύτητα πνεύματος δέν ἦταν δυνατό νά συγκλείσουν τήν πίστη καί τούς ὁραματισμούς
της στά στενά πλαίσια τῶν ἀνθρώπινων μέτρων. Γι᾽ αὐτό εἶδαν τήν Ἐκκλησία μέ τό
πρῖσμα τῆς θείας οἰκοδομῆς, ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στηριγμένη πάνω στόν ἱδρυτή
της, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί στό θεμέλιο τῶν Ἀποστόλων. Συνέλαβαν διά τῆς
πίστεως ὅτι ὅλα τά ἰδανικά, ὅλοι οἱ ἀνώτεροι πόθοι, ἡ πραγμάτωση τῶν καρπῶν τῆς
ἀγάπης, ὁ ἐξευγενισμός τοῦ ἀνθρώπου γενικώτερα, θά ἐνσωματώνονταν στήν Ἐκκλησία,
ὡς σέ ἄλλη κιβωτό, ὄχι πλέον μέ τίς λίθινες πλάκες καί τά ἄλλα συμβολικά ἀντικείμενα,
ὅπως ἡ Κιβωτός τῆς Διαθήκης, ἀλλά μέ τό πάντοτε τό νέο καί ζωοποιό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Αὐτή τήν φωτισμένη καί ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ χειραγωγούμενη εὐρύτητα τήν
βλέπουμε στά ἔργα τους. Ἐκεῖ βλέπουμε τήν σαφήνεια στήν διατύπωση τῶν δογμάτων,
στήν διαύγεια καί καθαρότητα τῆς ἠθικῆς διδασκαλίας, στήν θαρραλέα ἀντιμετώπιση
τῶν κοινωννικῶν προβλημάτων, γιά τήν ἐπίλυση τῶν ὁποίων προσέφεραν ὅ,τι εἶχαν.
Πλούσιοι μπῆκαν στήν ἱερωσύνη καί πτωχοί ἀπέθαναν. Ἔγιναν τύπος καί ὑπογραμμός
τῶν πιστῶν.
Εἶναι
γνωστό σέ ὅλους ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξαν καί εἶναι διαχρονικά ἄνθρωποι
συντηρητικοί. Ἀπό τήν ἄλλη λέμε ὅτι διέθεταν εὐρύτητα πνεύματος. Πῶς
συμβιβαζόταν ἠ συντηρητικότητα μέ τήν εὐρύτητα τοῦ πνεύματος γιά τήν ὁποία
μιλήσαμε. Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἡ συντηρητικότητα τῶν Πατέρων ἀποτελεῖ ἁρμονική συζυγία μέ τή
φιλοπρόοδη τάση τους. Μόνο σέ δύο κεφάλαια Οἰ ἄνθρωποι αὐτοί τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀλύγιστοι,
ἄτεγκτοι καί ἀπόλυτοι: Στό δόγμα καί τό ἦθος. Τό δόγμα εἶναι τό περιεχόμενο τῆς
αἰώνιας καί ἀμετάβλητης ἀλήθειας, τό δεύτερο εἶναι ἡ χριστιανική ἠθική καί οἱ
κανόνες διαβιώσεως πού ὅρισεν ὁ Θεός καί τῶν ὁποίων τήν ἐφαρμογή ζητεῖ ἀπό
τούς ἀνθρώπους.
Γι᾽
αὐτούς τούς λόγους βλέπουμε τούς Πατέρες νά προκινδυνεύουν τά πάντα καί τή ζωή
τους ἀκόμη προκειμένου νά ὑπερασπισθοῦν τήν πίστη καί νά περιφρουρήσουν τό ἦθος
στήν Ἐκκλησία.
*****
Μ᾽
αὐτή τήν προοπτική ἔζησαν καί ἐνήργησαν καί οἱ πατέρες τῆς Δ´Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία συνῆλθε τό 451 μ.Χ. στήν Χαλκηδόνα, ἕνα
προάστειο τῆς Κωνσταντινουπόλεως στήν ἀπέναντι, τήν ἀσιατική, πλευρά τοῦ Βοσπόρου.
Σκοπός τῆς συγκλήσεως τῆς Συνόδου ἦταν ἡ ἀντιμετώπιση τῆς αἱρετικῆς διδασκαλίας
τοῦ Εὐτυχοῦς. Ὁ Εὐτυχής ἦταν Ἀρχιμανδρίτης τῆς Ἐκλκησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
πλήν ὅμως ἐξέπεσε τῆς ὀρθῆς διδασκαλίας καί πίστεως. Διέστρεψε πλήρως τήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου
Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας καί δίδασκε ὅτι στόν Χριστό μετά τήν ἐνανθρώπηση, δέν ὑπάρχουν
πλέον δύο φύσεις, ἀλλά μόνο μία, ἡ Θεία, μέσα στήν ὁποία, σάν σταγόνα στόν ὠκεανό,
διαλύθηκε ἡ ἀνθρώπινη φύση Του καί ἀπορροφήθηκε
ἀπό τήν θεότητά Του.
Ὅπως
ἦταν φυσικό ἡ διδασκαλία αὐτή, δημιούργησε ἀμέσως ἀντιδράσεις καί ἡ πλάνη του
καταδικάστηκε ἀρχικά ἀπό τήν Σύνοδο τῆς Κωνσταντινοπόλεως τοῦ 448.
Ὁ
Εὐτυχής ἀρνήθηκε τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου καί ἡ ταραχή συνεχίστηκε μέχρι πού
στόν αὐτοκρατορικό θρόνο τῆς Κων/λεως ἀναδείχτηκαν οἱ εὐσεβεῖς βασιλεῖς
Μαρκιανός καί Πουλχερία, οἱ ὁποῖοι καί συνεκάλεσαν τήν Δ΄Σύνοδο στή Χαλκηδόνα. Ἡ Σύνοδος αὐτή τῆς
Χαλκηδόνος τῆς ὁποίας οἱ ἐργασίες
διεξήχθησαν μέσα στόν ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Εὐφημίας, ἐπετέλεσε ἔργο
κυριολεκτικά μεγαλειῶδες. Μέ τήν χάρη καί τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ ἅγιοι
Πατέρες ἀξιώθηκαν νά προσφέρουν στήν Ἐκκλησία τό τελειότερο θεολογικό κείμενο
γιά τόν Κύριός μας Ἰησοῦν Χριστόν. Ἡ Σύνοδος τῆς Χαλκηδόνος ἀπετέλεσε ἔτσι
κορυφαία στιγμή τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ὁ περίφημος «Ὅρος Πίστεως» τῆς
Συνόδου, ὁ γνωστός ὡς «Δόγμα τῆς Χαλκηδόνος», διατυπώνει μέ τρόπο ἀριστοτεχνικό
τήν ἀλήθεια περί τοῦ ἐνσαρκωθέντος Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ μας, καί δίνει θαυμαστή
λύση στό θεολογικό ἀδιέξοδο τῶν δύο αἱρέσεων (τοῦ Νεστοριανισμοῦ καί τοῦ
Μονοφυσιτισμοῦ, πάνω στίς ὁποῖες κατάφερε ἰσχυρό πλῆγμα, λύνοντας ἔτσι τό
χριστολογικό δόγμα.
Μέ
τόν ὅρο τῆς Χαλκηδόνος ἔχουμε σαφῆ εἰκόνα καί πίστη γιά τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Χριστοῦ. Πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί Τέλειος ἄνθρωπος.
Ὁ Χριστός κατά μέν τήν θεία Του φύση γεννᾶται προαιωνίως ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ
Πατρός, κατά δέ τήν ἀνθρώπινη γεννήθηκε ἀπό τήν Παρθένο Μαρία τήν ὄντως
Θεοτόκον.
Οἱ
Πατέρες τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος μᾶς παρέδωκαν τήν πίστη ὅτι ὁ Κύριός μας εἶναι
Ἕνας μέ δύο φύσεις ἑνωμένες στό Πρόσωπό του «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως
καί ἀχωρίστως».
Ἡ
πίστη αὐτή τῆς Δ´Οἰκουμενικῆς Συνόδου γιά τό θεανδρικό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἔσωσε
πραγματικά τήν οἰκουμένη. Ἡ Σύνοδος τῆς
Χαλκηδόνος, διεμόρφωσε ἤ μᾶλλον ἀποκρυστάλλωσε καί σταθεροποίησε τό ἴδιο
τό πολίτευμα τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτή δηλαδή τήν θαυμαστή θεανθρώπινη ἰσορροπία
πού ἁπλώνεται μέσα της, ὅπου συνάπτεται τόσο ἁρμονικά ἡ σωστική ἐνέργεια τῆς ἀγάπης
τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, καθ᾽ὅν τρόπον, ὅπως εἴπαμε, ἑνώνονται ἀσυγχύτως,
ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως καί ἀχωρίστως στό γλυκύτατο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μας ἡ Θεία
καί ἡ ἀνθρώπινη φύση Του.
*****
«Ὑμεῖς ἐστε τό φῶς τοῦ κόσμου»
Ἀδελφοί
μου, τό συμπέρασμα τῶν ὅσων εἴπαμε εἶναι ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶναι ὁ πολύτιμος
θησαυρός τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι οἱ στύλοι τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ ἐγγύηση τῆς ἀληθείας.
Αὐτοί μᾶς ὁδηγοῦν ἀπλανῶς στήν σωτηρία.
Σήμερα
πού ἡ κοινωνία μας παραπαίει καί τήν Ἐκκλησία
λυμαίνονται ἑκατοντάδες αἱρέσεις καί παρασύρουν στά δίχτυα τους τούς ἀνυποψίαστους
καί ἀκατατόπιστιους καί κατ᾽ ὄνομα πολλές φορές χριστιανούς, ἔχουμε χρέος νά
στραφοῦμε στούς Πατέρες μας, νά ἐνστερνιστοῦμε τό πνεῦμα τους καί νά μείνουμε
σταθερά προσσκολλημένοι στή θεοφώτιστη διδασκαλία τους. Νά ἀναδεικνυόμαστε
καθημερινά στή ζωή μας φῶς Χριστοῦ. Ἔτσι καί τόν ἑαυτό μας κρατοῦμε στόν ἀσφαλῆ
δρόμο τῆς ἐν Χριστῷ καί διά τοῦ Χριστοῦ σωτηρίας καί τούς ἄλλους βοηθοῦμε νά
βροῦν καί νά βαδίσουν καί αὐτοί μέ ἀσφάλεια
τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή δόξα τοῦ οὐρανοῦ.
Ἱερός Ναός Ἀγίου Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκοπῆς
14.07.2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου