Δυό
ἄνθρωποι, δυό κόσμοι προβάλλουν μέσα ἀπό τό σημερινό εὐαγγέλιο. Ὁ κόσμος τοῦ
πλούτου καί ὁ κόσμος τῆς φτώχειας. Ὁ ἄνθρωπος ὁ σκληροκάρδιος καί ἀτομιστής
καί ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγόγγυστης ὑπομονῆς καί καρτερικότητας. Ὁ πλούσιος εἶναι
ἀνώνυμος. Ὁ φτωχός ὀνομάζεται Λάζαρος. Ὁ ἕνας μένει σέ καλλιμάρμαρο ἀνάκτορο
καί ὁ ἄλλος ὑπαίθριος στήν αὐλή τοῦ πλουσίου. Ὁ ἕνας ντύνεται μέ πορφύρα καί
βύσσο ἐνῶ ὁ ἄλλος κείτεται γυμνός στήν αὐλή τοῦ πλουσίου. Ὁ ἕνας ὑπηρετεῖται ἀπό
πλειάδα δούλων ἐνῶ ὁ ἄλλος ἔχει μόνιμη συντροφιά στή φτώχεια καί τή μοναξιά
του τά σκυλιά πού γλίφουν τίς πληγές του. Ὁ ἕνας εὐφραίνεται «καθ᾽ἡμέραν λαμπρῶς»
ἐνῶ ὁ ἄλλος προσπαθεῖ νά χορτάσει ἀπό τά ψίχουλα πού πέφτουν ἀπό τό τραπέζι τοῦ
πλουσίου.
Κάποτε ἡ αὐλαία πέφτει καί τά πράγματα ἀλλάζουν. Ὁ φτωχός Λάζαρος εὐφραίνεται στόν κόλπο τοῦ Ἀβραάμ ἐνῶ ὁ πλούσιος ὑποφέρει στή φλόγα τῆς κολάσεως. Ποιός φταίει γιά τό κατάντημά του; Ἀσφαλῶς ὄχι ὁ πλοῦτος του. Ὁ πλούσιος βρέθηκε στήν ὀδύνη τῆς κολάσεως ὄχι γιατί ἦταν πλούσιος, ἀλλά γιατί ξέχασε τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης. Εὐκαιρία λοιπόν νά προσεγγίσουμε τό θέμα μέ προσοχή.
******
«Μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σύ τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου»
Δέν
ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ πλοῦτος εἶναι ἕνα
μεγάλο ἐμπόδιο γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου πού τόν διαθέτει. Δέν εἶναι ὅμως
καί ἀνυπέρβλητο. Ὁ Κύριος δέν εἶπε ὅτι οἱ «τά χρήματα ἔχοντες» δέν πᾶνε στόν
Παράδεισο, ἀλλ᾽ ὅτι εἶναι δύσκολο «εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν». Δέν εἶναι
ὁ πλοῦτος αὐτός πού καταδικάζει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά ἡ διαχείρισή του.
Ὁ
πλούσιος τῆς παραβολῆς εἶχε τήν δυνατότητα νά κερδίσει τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ
καί νά καταστήσει τήν εὐτυχία του ἀτελεύτητη, μέ τό νά δίνει ὅσο ἦταν στή ζωή αὐτή
ἀγάπη στόν πάσχοντα ἀδελφό του. Ἡ ἐλεημοσύνη, εἶναι θεϊκή ἀρετή, εἶναι ὁ μόνος
βέβαιος δρόμος πού ὁδηγεῖ στή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὁ Κύριος διεκήρυξεν ὅτι εἶναι
«μακάριοι οἱ ἐλεήμονες», διότι αὐτοί θά βροῦν ἔλεος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ (Ματθ. ε´7).
Μέ
τήν ἐλεημοσύνη ὁ Θεός κατά κάποιο τρόπο ὑποχρεώνεται ἀπέναντί μας. Τό βιβλίο τῶν
παροιμιῶν μᾶς λέγει ὅτι «δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν» (Παρ. ιθ´17). Ὁ ἄνθρωπος
πού ἐλεεῖ τόν φτωχό ἀδελφό του δανείζει τόν Θεόν. Καί μόνος αὐτός ὁ λόγος, ἀδελφοί
μου, μᾶς παρουσιάζει τήν ἀρετή τῆς ἐλεημοσύνης σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο. Σκεφτήκατε ὅτι μέ τήν ἐλεημοσύνη γινόμαστε
δανειστές καί πιστωτές τοῦ Παντοκράτορος Κυρίου ἐμεῖς οἱ φτωχοί καί ἀδύνατοι ἄνθρωποι; Ἐνῶ δέν ἔχουμε τίποτε δικό μας, ἀλλά ὅλα εἶναι
δικά του δῶρα, κάμνομε δάνειο σέ Ἐκεῖνον πού μᾶς ἔδωσε τά πάντα.
Ὁτιδήποτε
καλό κάνουμε σέ ἕναν ἀπό τούς φτωχούς ἀδελφούς Του, ὁ Κύριος μᾶς βεβαιώνει ὅτι
τό κάμναμε στόν Ἴδιο (Ματθ. κε´40). Ὁποιαδήποτε βοήθεια, πού δίνουμε σέ κάποιο
φτωχό, φαινομενικά μόνο τό προσφέρουμε σέ ἄνθρωπο. Στήν οὐσία τό δίνουμε στόν
Χριστό, διότι ὅλους αὐτούς τούς φτωχούς ἀνθρώπους, ὅπως εἴπαμε, τούς θεωρεῖ ἀδελφούς
του. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πού ἀγάπησε ἴσως ὅσο κανείς ἄλλος τούς
φτωχούς, παρουσιάζει τόν Κύριο νά λέει στούς χριστιανούς: «Περιέρχομαι προσαιτῶν
καί ταῖς θύραις σου παριστάμενος προτείνω χεῖρα» (ΙΕ´ὁμιλία στήν πρός
Ρωμαίους). Γυρίζω, λέει ὁ Χριστός, σάν ζητιάνος καί στέκομαι στήν πόρτα σου καί
ἁπλώνω τό χέρι μου.
Εἶναι
πραγματικά ἀδύνατο νά μή συγκλονισθεῖ ὡς τά κατάβαθά της ἡ ὕπαρξή μας, ὅταν
σκεπτόμαστε αὐτή τήν ἀλήθεια. Ὁ παντέλειος, ὁ παντοδύναμος, ὁ ἄπειρος Θεός
δανείζεται καί ζητεῖ τήν βοήθειά μας. Πῶς λοιπόν νά μήν εἶναι σπουδαία αὐτή ἡ ἀρετή,
πού κάνει τόν Κύριο ὑποχρεωμένο ἀπέναντί μας;
Ἐκεῖνον πού εἶναι ἡ πηγή τῆς εὐγενείας καί τῆς λεπτότητος καί πού δέν
λησμονεῖ ποτέ τίς ὑποχρεώσεις του; Ἐκεῖνον πού χαράσσει μέ ἀνεξίτηλα γράμματα
στήν μνήμη του κάθε ἐλεημοσύνη μας;
Πρέπει
δέ νά προσθέσουμε καί τοῦτο. Τό ὅτι δηλαδή ὁ Κύριος ὄχι μόνο ἐνθυμεῖται τά δάνεια
καί τίς ὑποχρεώσεις του, ἀλλά φροντίζει καί μᾶς τά ἐξοφλεῖ καί μάλιστα τά ἐπιστρέφει
πολύ περισσότερα. Ὅπως βεβαιώνει πάλι ὁ λόγος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Παρ. ι´22) ὁ
Θεός δίνει στόν ἐλεήμονα ἄνθρωπο τήν «εὐλογία» του, ἡ ὁποία εἶναι «πηγή»
πλούτου. Ταυτόχρονα ὅμως προστατεύει τόν ἄνθρωπο τῆς ἐλεημοσύνης ἀπό κάθε κακό.
Γι αὐτό καί ὁ Δαυΐδ μακαρίζει καί καλοτυχίζει αὐτόν πού βοηθεῖ τούς πτωχούς,
διότι, λέγει, «ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ρύσεται αὐτόν ὁ Κύριος» (Ψαλμ. μ´1-4). Θά τόν γλυτώσει δηλαδή ὁ Θεός ἀπό
κάθε δυσκολία καί συμφορά.
******
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο πού φανερώνει
τή σπουδαιότητα καί τό μεγαλκεῖο τῆς ἐλεημοσύνης εἶναι τό ὅτι αὐτή θά γίνει ὁ
ρυθμιστής τῆς θέσεώς μας στήν αἰωνιότητα. Θά ἀποτελέσει τό δικαολογητικό, βάσει
τοῦ ὁποίου θά ἐξασφαλισθεῖ ἡ εἴσοδος καί ἡ διαμονή μας στόν Παράδεισο.
Οἱ «εὐλογημένοι τοῦ Πατρός», πού
θά «κληρονομήσουν τήν ἡτοιμασμένην βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε´34),
θά εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐλεημοσύνης. Ἐκεῖνοι πού ἔδωκαν ψωμί στόν πεινασμένο,
νερό στόν διψασμένο καί ροῦχα στόν γυμνό. Ὅσοι ἐφιλοξένησαν ξένους, ἐπισκέφθηκαν ἀρρώστους καί βοήθησαν
φυλακισμένους.
Καί ἡ ἐποχή μας προσφέρει ἄριστες
εὐκαιρίες πρός τήν κατεύθυνση αὐτή. Πόσοι συνανθρωποί μας πεινοῦν, εἶναι ἄστεγοι,
πηγαίνουν φυλακή γιατί δέν ἔχουν τή δυνατότητα νά πληρώσουν τίς ὀφειλές τους.
Πόσοι δέν ἔχουν νά πληρώσουν τό ρεῦμα, νά βάλουν πετρέλαιο στή θερμάστρα τους
καί τόσες ἄλλες ἀνάγκες. Καί αὐτά ὄχι μακριά ἀπό ἐμᾶς. Ἐδῶ στόν τόπο μας. Καί ἄλλοι
παραπονοῦνται γιατί τούς μειώθηκε ὁ μισθός καί δέν θά μποροῦν νά ζοῦν τή
σπάταλη ζωή πού ζοῦσαν μέχρι τώρα, καί δέν θά μποροῦν νά πηγαίνουν μέ τήν ἴδια ἄνεση
στά κομμωτήρια καί νά φροντίζουν τήν ἐμφάνιση καί τό ντύσιμο μέ τήν τελευταία
λέξη τῆς μόδας καί νά πηγαίνουν γιά ψώνια σέ ἄλλες χῶρες δίκην περιπάτου. Ἀδελφοί
μου, φτωχοί καί πλούσιοι καί μικροαστοί, «πρόσχωμεν», «στῶμεν καλῶς», κινδυνεύουμε
ὅλοι καί οἱ ἔχοντες καί κατέχοντες καί οἱ μή ἔχοντες, γιατί καί ἡ φτώχεια δέν εἶναι
ἐκείνη πού θά σώσει τόν φτωχό, ἀλλά ἡ ὑπομονή μέ τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ
τήν ἀντιμετωπίζει. Φτάνουν οἱ μέχρι τώρα σπατάλες. Καιρός περισυλλογῆς. Οἱ
γονεῖς μας ζοῦσαν κάτω ἀπό πολύ πιό δύσκολες συνθῆκες καί ὅμως καί εὐχαριστημένοι
ἦταν καί τόν συνάνθρωπό τους πρόσεχαν. Θά εἴμασταν ἄδικοι, ἄν γενικεύαμε τά πράγματα,
διότι ὁ κανόνας γιά τόν λαό μας, παρά τή δεινή θέση πού βρίσκεται, εἶναι ἡ
συμπαράσταση μέ αὐταπάρνηση μάλιστα στίς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν μας πού ἔχουν ἀνάγκη.
Τό μαρτυρεῖ ἡ ἀθρόα προσέλευση καί κατάθεση ἀπό τό περίσσευμα καί ἀπό τό ὑστέρημα
πολλῶν χριστιανῶν. Συγκινεῖ ἡ
χειρονομία ἀρκετῶν ἀδελφῶν μας ὅπου προσφέρουν καί τά πολυτιμότερα ἀντικείμενα,
ἀκόμη καί τά κειμήλια τῆς οἰκογενείας γιά τούς φτωχούς. Αὐτό τό πνεῦμα νά
διατηρήσουμε, ἀδελφοί, καί ὁ Κύριος θά μᾶς εὐλογήσει πλούσια.
Στόν ἀγώνα μας αὐτόν τῆς προσφορᾶς
ἀγάπης πρός τούς συνανθρώπους μας πού ἔχουν ἀνάγκη, ἄς φέρνουμε συχνά στό μυαλό
μας τά λόγια-προτροπή καί ὑποθήκη τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ὁ ὁποῖος λέγει: «Ἔχεις ὀβολόν;
Ἀγόρασον οὐρανόν». Ἔχεις χρήματα; Δῶσε τα ἐλεημοσύνη καί ἀγόρασε ἔτσι τόν οὐρανό.
Δέν ἔχεις χρήματα, δῶσε ἕνα ποτήρι νερό. «Ἐμπορία καί πραγματεία ὁ οὐρανός».
«Δός ἄρτον καί λαβέ παράσδεισον». Δῶσε ψωμί στό φτωχό καί ἀγόρασε μ᾽ αὐτό τόν
τρόπο τόν Παράδεισο. Δῶσε παλιό ροῦχο καί πάρε τήν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ὅ,τι
θέλεις δῶσε, μόνο ἀγόρασε τόν Παράδεισο. Ντῦσε τόν Χριστό γιά νά σέ ντύσει τήν ἡμέρα
τῆς Κρίσεως. Σκέπασέ τον γιά νά σέ σκεπάσει σέ ἡμέρα ὀργῆς. Δῶσε τά μικρά καί πάρε τά μεγάλα. Δῶσε τά
θνητά καί πάρε τά ἀθάνατα. «Λύτρον ψυχῆς
ἐστιν ἡ ἐλεημοσύνη». Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι τό ἀντίτιμο μέ τό ὁποῖο ἐξαγοράζεται,
λυτρώνεται ἀπό τήν καταδίκη ἡ ψυχή. Καί ὁ Μ.Βασίλειος λέγει ὅτι ὅταν κάμνουμε ἐλεημοσύνη,
εἶναι σάν νά σπέρνουμε στόν οὐρανό γιά λογαρισμό μας.
Ἀλήθεια ὑπάρχει κάτι ἀνώτερο ἀπό
τήν αἰώνια εὐτυχία τῶν οὐρανῶν; Αὐτήν
δέν ποθεῖ ἡ καρδιά μας; Αὐτήν δέν ὁραματιζόμαστε μέρα καί νύκτα; Γι᾽αὐτήν δέν
κοπιάζουμε, καί γι᾽αὐτήν δέν θυσιάζουμε τίς ἀπολαύσεις τοῦ κόσμου; Αὐτήν λοιπόν
τήν εὐτυχία μᾶς τήν ἐξασφαλίζει ἠ ἐλεημοσύνη.
*****
«Μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σύ τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου»
Θανάσιμος ἐχθρός τῆς ψυχῆς μας εἶναι
ἡ πλεονεξία, τήν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει «εἰδωλολατρεία» (Κολ.γ´5).
Αὐτή τόν πλούσιο τόν κάμνει σκληρό καί τό φτωχό μεμψίμοιρο. Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως ὑποχρεώνει
ἀπέναντί μας τόν Κύριο. Ἡ ἐλεημοσύνη κάμνει ὀφειλέτη μας Ἐκεῖνον ὁ Ὁποῖος ζητεῖ
καί παραγγέλλει νά ἐλεοῦμε, ἐπειδή θέλει νά μᾶς χαρίσει ὅσο τό δυνατό
περισσότερο ἔλεός Του καί μεγαλύτερο βραβεῖο στούς οὐρανούς. Θέλει ὅμως ἡ ἐλεημοσύνη
μας νά γίνεται μέ χαρά καί ταπείνωση. Ἄς ἀνοίγουμε λοιπόν τίς καρδιές μας καί
τούς θησαυρούς μας σέ ὅσους ἔχουν ἀνάγκη βοήθειας καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι θά
βροῦμε κάποτε μπροστά μας ὁποιοδήποτε καλό κάμνουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου