Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2021

Νικηφόρος Θεοτόκης Ζηλωτής Παιδείας και Ορθοδοξίας - Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

1821

Νικηφόρος Θεοτόκης Ζηλωτής Παιδείας και Ορθοδοξίας

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

          Ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800), Αρχιεπίσκοπος της Ρωσικής τότε Επαρχίας Σλαβινίου και Χερσώνος και μετά Αρχιεπίσκοπος Αστραχανίου και Σταυρουπόλεως, εγένετο, όπως γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας, «ένας εκ των πολυμαθεστέρων και φιλοπόνων συγγραφέων του ΙΗ΄ αιώνος και ήταν πρόμαχος της Ορθοδοξίας και ζηλωτής της Παιδείας ένθερμος». (Κων. Σάθα «Νεοελληνική Φιλολογία – Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων (1453-1821)», Εν Αθήναις, εκ της Τυπογραφίας Ανδρ. Κορομηλά, 1868, σελ. 583).  

          Η βιογραφία και το  έργο του Αρχιεπισκόπου Νικηφόρου Θεοτόκη είναι αποστομωτική απάντηση στους ιδεολόγους του «Νεοελληνικού Διαφωτισμού». Οι Έλληνες τον 18ο αιώνα δεν ήσαν οι πρωτόγονοι ιθαγενείς, που ήρθαν οι αποικιοκράτες να τους εκπολιτίσουν. Ήσαν στη νοοτροπία «παίδες», όπως γράφει ο Πλάτωνας στον «Τίμαιο». Πάντοτε τους αρέσει να μαζεύουν γνώσεις από άλλους πολιτισμούς, να τις αφομοιώνουν  και να τις προσαρμόζουν στον δικό τους πολιτισμό.

          Ο Νικηφόρος Θεοτόκης ήταν σπουδαίος θεολόγος και ποιμένας, αλλά  και εξαίρετος θετικός επιστήμονας. Ιδιαίτερη επίδοση είχε στα ανώτερα μαθηματικά. Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ στην «Απολογία» του γράφει χαρακτηριστικά: «Είς μόνος κυρίως ήτον πεφυκώς προς την αναπλήρωσιν μιας τοσαύτης χρείας του ταλαιπώρου Γένους (Σημ. γρ. Περί γνώσεως των ανωτέρων μαθηματικών), ο περίβλεπτος Θεοτόκης. Πλήρης, σαφής, απέριττος, και πνέων αεί ζήλον ακραιφνή υπέρ της ωφελείας του κοινού, μόνος έμελλε να προικίση τα ημέτερα σχολεία μετά πάντων των αναγκαίων αυτοίς είτε των μαθηματικών, είτε και των λοιπών φυσικών». (Ιωσήπου του Μοισιόδακος «Απολογία», Μέρος Πρώτον, Εν τη Βιέννη της Αυστρίας, 1780, Ανατύπωση, εκδόσεις «Ερμής», 1976, σελ.  43).  

          Τα «Μαθηματικά» του Θεοτόκη τυπώθηκαν στη Μόσχα το 1798 – 1799, λίγο πριν από το θάνατο του. Η έλλειψη στους Έλληνες βιβλίου Μαθηματικών, που να περιέχει την Ανωτέρα Άλγεβρα και τον Απειροστικό Λογισμό ήταν εμφανής. Γι’ αυτό και έγινε ανάρπαστο το βιβλίο του Θεοτόκη. Π.χ. σε επιστολή του προς τους Ζωσιμάδες, στις 15/5/1802, ο Αρχιεπίσκοπος Ελασσώνος Δομένικος Ιωαννίκιος, παραπονείται ότι δεν έφτασε το βιβλίο των Μαθηματικών του Θεοτόκη στη Σχολή της Τσαριτσάνης. Το 1803 ο Κούμας ζητάει από τον κληρικό και λόγιο Ιωνά Σπαρμιώτη να του στείλει αντίτυπα των Μαθηματικών του Θεοτόκη, αλλά αυτός του απαντά ότι «τα Θεοτόκεια εξέλιπον διανεμηθέντα» και του αποστέλλει «το Μπαλάνιον Μαθηματικόν». Τέλος σώζονται επιστολές του ιερομάρτυρος και δασκάλου του Γένους  Μητροπολίτη Φιλαδελφείας και μετά Αδριανουπόλεως Δωροθέου Πρωΐου προς τον Βενιαμίν τον Λέσβιο, που τον ενημερώνει ότι «49 αντίτυπα των Μαθηματικών του Θεοτόκη εστάλησαν στη Σχολή Κουρουτσεσμέ της Κωνσταντινούπολης, από τα οποία 8 πήγαν στις Κυδωνίες». (Μιχάλη Λάμπρου «Τα μη στοιχειώδη μαθηματικά κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας - Η περίπτωση του Νικηφόρου Θεοτόκη», από τον τόμο «Οι μαθηματικές επιστήμες στην Τουρκοκρατία», Εκδ. Ελλ. Ετ. Ιστορίας των Επιστημών και της Τεχνολογίας και του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών, Αθήνα, 1990, σελ. 16-17).  

          Περίφημο έργο του Θεοτόκη είναι η Φυσική του. Κυκλοφόρησε το 1767 στη Λειψία και δεν είναι δυνατόν να μελετηθεί χωρίς βαθειά γνώση των σύγχρονων, για την εποχή εκείνη και αρκετά προχωρημένων, Μαθηματικών. Ο χαρακτηρισμός της Φυσικής αυτής του Θεοτόκη ως «εφαρμοσμένης Μαθηματικής» από τον Κούμα, είναι επιτυχής. (Κων. Κούμα «Ιστορία των Ανθρωπίνων πράξεων», Βιέννη, 1832, τόμος ΙΒ΄, σελ. 564). Σημειώνεται ότι στο βιβλίο του «Στοιχεία Φυσικής» ο Θεοτόκης αναφέρει και ορισμένα ιατρικά θέματα, στις υποσημειώσεις των οποίων καταχωρίζει και κείμενα των αρχαίων Ελλήνων κλασσικών ιατρών. (Βλ. σχ. Άρθρο Δρος Δημητρίου Καραμπερόπουλου «Η ιατρική σκέψη μέσα από τα βιβλία Φυσικής της προεπαναστατικής περιόδου» εις Τόμο του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνών «Οι επιστήμες στον Ελληνικό χώρο», Έκδ. «Τροχαλία», Αθήνα, 1997, σελ. 226). 

          Ο Έλληνας διακεκριμένος πολυεπιστήμονας Νικηφόρος Θεοτόκης, γνώστης των πιο προχωρημένων γνώσεων και επιστημών της εποχής του, πολέμησε τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες, δείχνοντας ότι η Εκκλησία είναι εναντίον τους. Δίδαξε το προφητικό, ότι «αυτά που σήμερα είναι δύσληπτα και ακατανόητα, αύριο μπορούν με το πείραμα και την έρευνα να καταστούν εύληπτα». ( Γιάννη Καρά «Οι θετικές επιστήμες στον ελληνικό χώρο – 15ος έως 19ος αιώνας», Εκδ. «Δαίδαλος», Ι. Ζαχαρόπουλου, Αθήνα, 1991, σελ. 98-99).

          Όμως ήταν και εξαίρετος θεολόγος και ποιμένας. Ένα από τα σπουδαιότερα ποιμαντικά έργα του Θεοτόκη είναι το «ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟΝ», ήτοι «Ερμηνεία ... εις τα κατά πάσαν Κυριακήν εν ταις αγίαις των Ορθοδόξων Χριστιανών Εκκλησίαις αναγιγνωσκόμενα Ευαγγέλια». Τυπώθηκε στη Μόσχα το 1796. Έκτοτε έχει κατ’ επανάληψη ανατυπωθεί. Σημαντικό σύγγραμμά του είναι και η «Απόκρισις ορθοδόξου τινός περί της των Κατολικών δυναστείας και περί του τίνες οι Σχίσται, οι Σχισματικοί και οι Εσχισμένοι, και περί της βαρβαρικώς λεγομένης Ουνίας και Ουνίτων». (Εν Χάλλη, 1775). Ανατυπώθηκε το 1851 στην Κέρκυρα και το 1853 στην Αθήνα.

          Στο «Κυριακοδρόμιο» παροτρύνει ο Θεοτόκης τον κάθε αναγνώστη του να φροντίζει πρώτα την ψυχή του: « Μη παρερχέσθω ημέρα χωρίς μελέτης των περί της μελλούσης ζωής, χωρίς φροντίδος περί της ψυχής σου, χωρίς μνήμης του δημιουργού και πλάστου σου». (Νικηφόρου Θεοτόκη Αρχιεπισκόπου Αστραχανίου και Σταυρουπόλεως «Κυριακοδρόμιον», εκ του τυπογραφείου Α.Ν. Καστριώτου, 6η Έκδοση, εν Αθήναις, 1885, σελ. 111). 

          Ο Νικηφόρος Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1736 και είχε μέντορα και πνευματικό του αδελφό τον άλλο μεγάλο δάσκαλο του Γένους Ευγένιο Βούλγαρη (1716-1806), ο οποίος παραιτήθηκε υπέρ του στην Αρχιεπισκοπή Σλαβινίου και Χερσώνος. Διδάχθηκε τα εγκύκλια μαθήματα στην Κέρκυρα από τον ιερομόναχο διδάσκαλο Ιερεμία Καββαδία. Νεότατος πήγε στην Ιταλία και σπούδασε στα πανεπιστήμια της Μπολόνια και της Πάντοβα φιλοσοφία, ιατρική, φυσική και ανώτερα μαθηματικά. Το 1772 αρνήθηκε την εκλογή του ως μητροπολίτη Φιλαδελφείας στη Βενετία, επειδή οι ενετικές αρχές ήθελαν να υπάγεται στον Πάπα και όχι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Για τον χαρακτήρα του Θεοτόκη ο Σάθας γράφει: «Η αθόρυβος σπουδή και μελέτη υπήρξαν πάντοτε εις τον Θεοτόκη προσφιλέστεραι των πολυκρότων τιμών και αξιωμάτων. Όπως ως απλούς λόγιος δεν έπαυε μοχθών υπέρ του φωτισμού του έθνους, έτσι και ως αρχιερεύς δεν έπαυσε ποτέ ορθοτομών τον λόγον του Θεού. Μετά παρέλευσιν χρόνου τινός παραιτηθείς του αρχιεπισκοπικού θρόνου μετέβη εις Μόσχαν, όπου έζησε μονάζων και συγγράφων μέχρι του εις το έτος 1800 επελθόντος θανάτου αυτού». (Κων. Σάθα, ο.π. «Νεοελληνική Φιλολογία», σελ. 583). Η Μαρία Τερδήμου στην διδακτορική της διατριβή τονίζει ότι «οι πρώτοι εκφραστές – μεταφορείς της δυτικής παιδείας και επιστήμης στους Έλληνες ήσαν εν μέρει ο Ευγένιος Βούλγαρης και κυρίως ο Νικηφόρος Θεοτόκης». (Μαρίας  Ε. Τερδήμου «Τα μαθηματικά στην ελληνική σκέψη κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας», Εκδ. Συλλόγου προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, Αθήναι, 2006, σελ. 41).  Οι δύο αυτοί σπουδαίοι κληρικοί και μεγάλοι δάσκαλοι ποιά σχέση θα μπορούσαν να είχαν με τον «διαφωτισμό» των Ντιντερό και Ροβεσπιέρο

Δεν υπάρχουν σχόλια: