«ΑΜΑΡΤΙΩΝ ΜΟΥ ΤΑ ΠΛΗΘΗ ΚΑΙ ΚΡΙΜΑΤΩΝ ΣΟΥ ΑΒΥΣΣΟΥΣ …»
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Μεγάλη Τρίτη εσπέρας, η
πιο γνωστή, η πιο αγαπημένη Ακολουθία της Μ. Εβδομάδας, κάτι από το πολύ μέσα
μας, το πολύ δικό μας. Κεντρικό πρόσωπο μια πόρνη γυναίκα σε ολόθερμη
ευχαριστία στο Σωτήρα Χριστό. «Της
αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός, ότι μικρόν προ του σωτηρίου Πάθους
τούτο γέγονεν», ως ορίζουν οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θείοι Πατέρες».
Την προσεγγίζουμε με οδηγό τον Υμνογράφο της Εκκλησίας, που μας εισάγει αμέσως
με έναν ύμνο υψηλής πυκνότητας, και αποκαλυπτικό της τραγικότητας του προσώπου,
αλλά και της ανεξιχνίαστης αβύσσου
της Ευσπλαχνίας του Χριστού. Παράλληλα, και με εμφανή την οδύνη αρχίζει να μας
προϊδεάζει για την επερχόμενη, τι κρίμα, τι ντροπή, αποκρουστική πράξη που «μαθητής ο αχάριστος» προωθεί.
****** *** ******
«Πόρνη προσήλθε σοι, μύρα συν δάκρυσι-κατακενούσα σου ποσί φιλάνθρωπε-και δυσωδίας των κακών λυτρούται τη κελεύσει σου». Τρεις στίχοι, και η μεγαλειώδης λυτρωτική πράξη σε όλη της τη διάσταση. Πόρνη προσέρχεται στο Χριστό με μύρα και δάκρυα. Κατακενώνει αυτά, ως άλλο άρωμα δυνατό κι ενδεικτικό μετάνοιας στα πόδια σου Φιλάνθρωπε. «Και δυσωδίας των κακών λυτρούται τη κελεύσει σου». Διαβάστε το άλλη μια φορά, αφήστε το έτσι, αμετάφραστο ! Μείνετε λίγο στο δεύτερο μισό. «Λυτρούται τη κελεύσει σου» ! Θεία προσταγή, και αποτέλεσμα άμεσο. «Εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης». Εξουσία Ευσπλαχνίας ανείκαστης-απεριόριστης, απροσμέτρητης. Ένα νεύμα, ένα κέλευσμα, κι η δυσωδία των παθών, να το πούμε αλλιώς, η πικρή δοκιμασία μιας τέτοιας γυναικείας ζωής, παίρνει τέλος ! Κανείς, ίσως ούτε και η ίδια μπορεί γι αυτό το κάτι άλλο που της συνέβη να πει, να περιγράψει ακριβώς, δηλαδή, το εσωτερικό ξαλάφρωμα ψυχής στο οποίο περνάει παρευθύς !
Αλλά ! Την ώρα που συμβαίνει αυτό το υπέροχο γεγονός, η ποιητική
δύναμη του υμνογράφου μας παραπέμπει στις διεργασίες που συμβαίνουν στην
αντίπερα όχθη, αυτές που οδηγούν στην πιο αποκρουστική πράξη έναν δικό του, ένα μαθητή του Χριστού.
Σε κάτι που αγγίζει τα όρια της βλασφημίας του Αγίου Πνεύματος, την απόκρουση
της θείας δωρεάς που απολάμβανε τρία ολόκληρα χρόνια πλάι στον Κύριο. «Πνέων δε την χάριν σου μαθητής ο
αχάριστος-ταύτην αποβάλλεται και βορβόρω συμφύρεται» ! Τρία χρόνια μέσα στη
χάρη του, στη θεία δωρεά του. Και τι δεν άκουσε, και τι δεν είδε ο δείλαιος …
μαθητής, πόσα θαύματα, πόσα θαυμάσια, πόσα θαυμαστά. Φαίνεται όμως σε άλλο
βόρβορο τρις χειρότερο είχε εμπλακεί, παραδοθεί, κυλιστεί. «Φιλαργυρία απεμπολών σε». Αυτόν της φιλαργυρίας, «ήτις εστίν ειδωλολατρία»-Παύλος. Που
τον πήρε γλυκά, ανεπαίσθητα, τον πήγε σε λάθος στάση ζωής, και τον έφτασε στην
πιο απροκάλυπτη αχαριστία.
«Φιλαργυρία απεμπολών σε» ! Το διαβάζουμε επίσης αμετάφραστο, τα
λέει απερίφραστα, καταλαβαίνουμε καλά περί τίνος πρόκειται, αλλά και παθαίνουμε,
όχι σπάνια όταν είναι αργά για αντίστροφη κίνηση του Χριστού. «Ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς
ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψιλάφησαν»-Ιωάννης. Ολοφάνερο όμως,,
αποβάλλει αυτός την ατμόσφαιρα χαρισματικής αγάπης Χριστού. Στο ίδιο διάστημα
είναι δέσμιος της φιλαργυρίας, αθεράπευτος εραστής της. Αλλά, «δύο αγάπες δε χωράνε σε μια καρδιά»,
κατά το λαϊκό. «Σε δυο κυρίους δεν
μπορεί να δουλεύει κανείς», ασφαλώς και είχε ακούσει που είχε πει ο
Χριστός. Το τραγικό γι αυτόν είναι ότι επιλέγει και «απεμπολεί», «ξεπουλάει»,
η λέξη-απόδοση που κουμπώνει πολύ καλά εδώ, όχι ό,τι κι ό,τι, αλλά Αυτόν τον
Έναν και τον Μόνον Ατίμητο ! Τόσο
αποκρουστικό αυτό, που ο υμνογράφος βιάζεται να μας πάρει μακριά, γυρίζει το
θέμα αλλού, στη μεγαλειώδη διαφορά. Κλείνει τον ύμνο, τι έκπληξη, τι χαρά, με
δοξολογία της ευσπλαχνίας του Χριστού. «Δόξα
Χριστέ τη ευσπλαχνία σου» ! Ανερμήνευτα, Κύριε, και αυτά !
Στο ίδιο αντί-παραθετικό
πνεύμα και άλλοι ύμνοι της Ακολουθίας. «Η
πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα οικτίρμον-εκμάσουσα θερμώς τους αχράντους σου
πόδας-θριξίν της κεφαλής αυτής και εκ βάθους στενάζουσα». Κλαίγοντας η
πόρνη γοερά, σε διαλαλούσε οικτίρμονα, σπλαχνικό αληθινά. Και, σφογγίζοντας τα
άχραντα πόδια σου θερμουργά με της κεφαλής της τα μαλλιά, πράξη έσχατου
εξευτελισμού για γυναίκα εκείνης της εποχής, σου φώναζε με βαθύ στεναγμό
ικετευτικά. «Μη απώση με, μηδε βδελύξη
Θεέ μου-αλλά δέξαι με μετανοούσαν και σώσον με ως μόνος Φιλάνθρωπος» ! Μη
με αποδιώξεις, μήτε να με αποστραφείς αηδιασμένος, Θεέ μου, αλλά δέξου με, έχω
μετανιώσει η κριματισμένη, και σώσε Εσύ, ο μόνος Φιλάνθρωπος !
Περνάμε σε ακόμα έναν ύμνο,
και τι υπέροχο, με … πλουτισμό από χείλη της πόρνης θεολογίας. Κάτι σαν την
αντίστοιχη της Σαμαρείτισσας στο πηγάδι του Ιακώβ, όπου κάθισε ο Χριστός
«κεκοπιακώς εκ της οδοιπορίας». «Σε τον
της Παρθένου Υιόν πόρνη επιγνούσα, Θεόν έλεγεν» ! Επίγνωση, συνείδηση βαθιά
σε ποιον και ως τι όντα απευθύνεται, παρακαλεί, ικετεύει. Στο Θεό που έγινε και άνθρωπος από το πιο καθαρό πλάσμα της
ιστορίας, από μια γυναίκα στην αντίπερα όχθη από το δικό της βίο, την
Παρθένο και Θεοτόκο Μαρία. Επί πλέον, στο Θεό Λόγο, που με αβυσσαλέο άλμα από
τα ύψη του ουρανού κατέβηκε στη γη, και πήρε πάνω του την άβυσσο της ανθρώπινης
ανομίας. Γι αυτό τόσο ανθρώπινο, τόσο κοντά, πλάι, κατάστηθα μέσα στον άνθρωπο.
«Σε τον της Παρθένου Υιόν» ! Σ’
Αυτόν ανοίγει την καρδιά της, Αυτόν ικετεύει επίμονα και με δυνατό κλάμα,
συναισθανόμενη πόσο πολύ-πολύ αξιοδάκρυτες είναι οι … πράξεις του βίου της ως
εκείνη την ώρα. «Εν κλαυθμώ δυσωπούσα ως
δακρύων άξια πράξασα». Τι υπέροχη αλήθεια η παραδοχή ! «Ως δακρύων άξια πράξασα» ! Και ποιος τη φτάνει ! Καλύτερα.
«Ευτυχής όποιος τη φτάνει» !΄
Και τι θαυμάσια η συνέχεια.
«Διάλυσον το χρέος ως κ’αγώ τους
πλοκάμους» ! Πολύ και μεγάλο αυτό που σου ζητώ, σχίσε τα χρεώγραφα των
αμαρτιών μου, κάτι έχω κάνει κι εγώ γι αυτό, διέλυσα τον όλο στολισμό των
μαλλιών μου. «Αγάπησον φιλούσαν». Αγάπησε
αυτήν που σε αγαπά με τον τρόπο που μόλις είπα. Όσο κι αν είναι ανάξια αυτής
της αγάπης, και δίκαια έχει φτάσει να μισείται-«την δικαίως μισουμένην». Και από όλα αυτά τα καλά, καλό θα βγει μεγάλο,
και α-πρόσμενο ίσως. Καθώς. «Και πλησίον
τελωνών», σε από άλλο δρόμο βαριά αμαρτωλούς, «σε κηρύξω Ευεργέτα Φιλάνθρωπε». Θα διακηρύξω, θα φωνάξω, θα πω,
αυτό άλλωστε που από μόνα τους τα πράγματα θα διαλαλήσουν ότι είσαι αληθινός Ευεργέτης και Φιλάνθρωπος !
Οι ύμνοι με ανάλογο πνεύμα
δεν έχουν τέλος στην Ακολουθία της Μ. Τρίτης. Και θα χρειαζόταν πολλή ώρα να
επεξεργαστεί κανείς τα λεπτά αισθήματα συντριβής, άλλης αγάπης που φανερώνουν. Τέτοιοι είναι κι εκείνοι που την
παρουσιάζουν ν’ αγοράζει μύρο, όχι όποιο
κι όποιο, μα «το πολύτιμον μύρον»,
το πιο ακριβό, και ακριβοπληρωμένο. Αλλά και να εξηγεί, τονίζει, επισημαίνει
στο μυροποιό πώς, τι, και γιατί το θέλει. Να αρωματίσει ως του αξίζει περισσώς
το μεγάλο της ευεργέτη της, αυτόν που τη λύτρωσε από όλη της τη βαριά αμαρτία. «Ίνα αλείψω καγώ τον εξαλείψαντά μου πάσας
τας αμαρτίας» !
Πολύ ωραίος, πολύ-πολύ διδακτικός,
πολύ-πολύ ανακουφιστικός κι ελπιδοφόρος για τον όποιον και όσο αμαρτωλό άλλος. «Η βεβυθισμένη τη αμαρτία, εύρε σε-το
Χριστό- λιμένα της σωτηρίας» ! Η χαμένη στα άπατα κι άδυτα βάθη της
αμαρτίας ψυχή μου, βρήκε Εσένα-το Χριστό και Κύριο, λιμάνι σωτηρίας. Κι αυτό
δεν μπορεί να κρυφτεί. Θα το φωνάξω, θα το διαλαλήσω περιχαρής. «Ίδε» ! Νάτος ! Να, Αυτός είναι ! Ελάτε
τη μεγάλη αλήθεια δείτε. Ότι Αυτός είναι «ο
των αμαρτανόντων την μετάνοιαν φέρων» ! Αυτός που παίρνει πάνω του τις
αμαρτίες των αμαρτωλών που μετανοούν. Και ρωτήστε με, με τι την ανταλλάσσει να
σας ειπώ !
Να κλείσω για λίγο εδώ
λέγοντας ότι, όλοι αυτοί οι ύμνοι έχουν εκρηκτική, εξαιρετική, δυναμική,
φανερώνουν περίτρανα τη μετάνοια τη συγγνώμη από ατόφιες εμπειρίες και
εσωτερικές πνευματικές ταλαντώσεις μιας γυναίκας πολύ δοκιμασμένης, όσο και
αποδοκιμασμένης. Και τι τραγικό, και από … ανθρώπους που την τρύγησαν όσο πολύ !
Άρα που κι οι ίδιοι δεν ήταν καλύτεροι ! Όχι σπάνιο στα ανθρώπινα αυτό ! Αλλά
και, λειτουργούν-οι εμπειρίες της βέβαια-θα έλεγα, έτσι ως άμεσες προκλήσεις
και προσκλήσεις για μίμηση από κάθε … ενδιαφερόμενο, από τον καθένα, όσα ή όσο
λίγα λάθη, αμαρτίες, αστοχίες και παρόμοια αρνητικά κι αν έχει κάνει.
Διό προχωρούμε, κι
εντείνουμε μ’ έναν ακόμα ύμνο, ύμνο αποκαλυπτικό ότι, πάντα, και πιο πολύ στις κρίσιμες ώρες της αμαρτωλής ζωής, δεν
παύουμε να είμαστε στο νου, στη ψυχή, στην καρδιά της Αγάπης του Θεού. «Η απεγνωσμένη δια τον βίον, και επεγνωσμένη
δια τον τρόπον». Ο στίχος κυριολεκτικά καθηλώνει ! Κάτι σαν μαύρη
απελπισιά, καλύτερα κάτι σαν αίσθηση συνάμα και κρίση, πως με το δρόμο που είχε
πάρει, όλα είχαν χαθεί πια-«Η
απεγνωσμένη δια τον βίον». Αυτό από τη μια. Ποιος όμως ξέρει ότι κι αυτό ο
Χριστός το βλέπει αλλιώς. «Και
επεγνωσμένη δια τον τρόπον». Στο άγρυπνο βλέμμα του Θεού της Αγάπης και ανεξιχνίαστης
αβύσσου Ευσπλαχνίας έχει θέση καθείς ! Το βλέμμα του είχε καθημερινά κολλημένο
στο δρόμο μακριά ο Πατέρας στην Παραβολή του ασώτου υιού. «Και, έτι μακράν απέχοντος αυτού», διέκριναν τα μάτια του καθαρά,
πως ο χαμένος υιός του είχε μπει στο δρόμο του γυρισμού ! Αυτό το. «Και επεγνωσμένη δια τον τρόπον», αυτή
η προσωπική αίσθηση, για το βλέμμα, για το νου, την καρδιά του Χριστού ήταν η
μεγάλη ώρα της επιστροφής, η ώρα της καταξίωσής της ! Το ήξερε, είχε μπει στο
δρόμο του γυρισμού ! Και τα πράγματα έδειξαν αυτό πόσο ήταν αληθινό !
Και ιδού ολοφάνερα ο τρόπος. «Μη με την πόρνην απορρίψης, ο τεχθείς εκ
Παρθένου» ! Και πιο πολύ ! «Μη μου
τα δάκρυα παρίδεις, η χαρά των αγγέλων» ! Ανερμήνευτο το δεύτερο, «η χαρά των αγγέλων» διαβάστε το,
ξαναδιαβάστε το. Κι ας πάει ο νους εκεί που η Γραφή δια στόματος του Κυρίου
λέει και βεβαιώνει καθαρά. «Λέγω υμίν
ούτω χαρά γίνεται
εν
τω ουρανώ ενώπιον των αγγέλων του Θεού επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» ! Και
όχι μόνο, αλλά και υπερακοντίζει. «Ή επί ενενήκοντα εννέα δικαίους, οίτινες ου χρείαν έχουσι
μετανοίας»-Λκ.15,7,10. Κι ακόμα πιο πολύ. «Δέξαι με μετανοούσαν, ην ουκ απώσω αμαρτάνουσαν». Τεράστια
σημασία, βεβαιότητα χειροπιαστή το πρώτο, «δέξαι
με μετανοούσαν», αλλά και βεβαιότητα χαροποιός, αλήθεια αληθινή, το
δεύτερο. «Ην ου απώσω αμαρτάνουσαν» !
Εσύ, τουλάχιστον Εσύ, μάλλον, μόνον Εσύ, δε με απέφευγες, δε με απόδιωχνες, δε
με έβγαζες από την έννοια σου ακόμα και
τότε που αμάρτανα ! Αυτό το «ην ουκ
απώσω αμαρτάνουσαν», πόσες «χριστιανικές» ψευδό-εξασφαλίσεις δεν τινάζει
στον αέρα ! Πόσα δεν προκαλεί ρήγματα στην ψευτό-ευσέβεια της απόρριψης του
αμαρτωλού, στην οποία παρά την αντίπερα επιμονή και θέση του θείου Δασκάλου,
πολλοί βρισκόμαστε συχνά πλησίστιοι !
****** *** ******
Όμως, αν όλοι οι ύμνοι της βραδιάς μπορούν να θεωρηθούν, και είναι
συγκλονιστικά υπηχήματα της
αβυσσαλέας αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό ! Ότι απέναντι στον αμαρτωλό, ο
Θεός είναι σε διαρκή αναμονή και υπομονή ! Και ιδιαίτερα όταν βρίσκει το δρόμο
του γυρισμού, και όπως εδώ στην περίπτωση της πόρνης γυναίκας, σε έκτακτη εγρήγορση ! Το Δοξαστικό με
το οποίο κλείνει η Ακολουθία, εκπληκτική ποιητική σύνθεση Οσίας μοναχής Κασίας
ή Κασιανής, μιας βυζαντινής αρχοντοπούλας-9ος αιώνας-θα χαρακτηριζόταν ανεπιφύλακτα ο μέγας
παιάνας του θείου ελέους, της ανεξιχνίαστης αβύσσου της θείας Ευσπλαχνίας !
Και, αν μένει άλυτο ακόμα το φιλολογικό πρόβλημα ενότητας αυτής της ποιητικής
σύνθεσης, και όχι μόνο, αλλά συνεχίζει να δίνει τροφή σε πολύ ατυχή
παρατράγουδα εις βάρος της παν οσιότατης όσο και λογιότατης μοναχής, είναι
απόλυτα λυμένο το πνεύμα που απηχεί για τη στάση του Θεού απέναντι στον
οποιασδήποτε έκτασης, βάθους και βάρους αμαρτωλό, που δεν παύει να είναι δικό
του παιδί. Αυτό καταθέτει από έναν-έναν και όλους τους στίχους μαζί η αγία
ποιήτρια, η μεγάλη υμνογράφος της Εκκλησίας, μπαίνοντας μάλιστα η ίδια στη θέση, στα κατάβαθα της ψυχής, στις
ταλαντώσεις τις καρδιάς αυτής της τραγικής αμαρτωλής γυναίκας !
«Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή». Ο καθένας στα πολλά
δικά του κρίματα, η ορθή ανάγνωση κάθε πιστού χριστιανού ορθόδοξου, και όχι
μόνο. «Ο Χριστός ήρθε να σώσει τους
αμαρτωλούς, πρώτος από τους οποίους, ήγουν, ο και χειρότερος είμαι εγώ»-Παύλος.
Η μεγάλη, η βαθιά αίσθηση του κορυφαίου Απόστολου των εθνών ! Και μακάρι ο
καθείς να έφτανε να την αγγίξει ! Και να συνεχίσουμε ιχνιλατώντας μαζί με τη
βυθισμένη στην ψυχολογία «της εν πολλαίς
αμαρτίαις περιπεσούσης γυναικός» υμνογράφο της Εκκλησίας στο δεύτερο και
πιο αποφασιστικό βήμα. «Την σην
αισθομένη θεότητα, μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει» ! Θα έλεγα χωρίς
τον παραμικρό δισταγμό ότι, όλη τη δύναμη των στίχων κυριολεκτικά την απορροφά
εκείνο το «αισθομένη», «την σην αισθομένη θεότητα».
Αυτή η αφοπλιστική κατάθεση άμεσης-ζωντανής- αίσθησης της Θεότητας του Χριστού.
Όχι της αντίληψης, ούτε της ιδέας για τη θεότητά του, που έρχεται, προκύπτει,
συνάγεται από μια σειρά συλλογισμούς, «από μια γυμναστική του νου», σαν κι αυτή
που ο σημερινός άνθρωπος επιχειρεί, αγνοώντας την πίστη ως σχέση εμπιστοσύνης πρόσωπο με πρόσωπο, συγχέοντας την με
την πειθώ ως τυπική παραγωγή και νοητική επεξεργασία γνωστικών στοιχείων. «Ο Θεός δεν είναι μια ιδέα που την
αποδεικνύουμε», επισημαίνει πολύ ωραία, πολύ εύστοχα ένας μεγάλος
χριστιανός-Σαίρεν Κιργκεγκάαρτ-είναι ένα
πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ζούμε» !.
Και το πρόσωπο σε γεμίζει αίσθηση παρουσίας. Για τούτο αυτό το, «την σην αισθομένη θεότητα», που σημαίνει έχοντας αίσθηση,
δυνατή αίσθηση της παρουσίας Χριστού του Θεού ανοίγω την καρδιά μου, ανοίγομαι
στο δρόμο για όλα τα άλλα. Πώς; «Μυροφόρου
αναλαβούσα τάξιν». Μπαίνω στην τάξη των Μυροφόρων. «Οδυρομένη μοίρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει». Και με πηγαίο
μέσα οδυρμό, κάθε άλλο παρά τυχαίο κλάμα, τα κρίματά μου σαν άλλο άρωμα
μετάνοιας πριν το ενταφιασμό σου κομίζω στη θέση των μύρω. «Οίμοι λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και
ασέληνος έρως της αμαρτίας». Και ως τα αναλογίζομαι, αλοίμονο, λέω και
απορώ. Τι νύχτα κι αυτή μέσα μου, τι παραφορά για ακολασία! Τι κατασκότεινος ουρανός
σαν της ασέληνης νύχτας, ίδιος και απαράλλακτος ο ερωτικός πόθος πάθος μου για
αμαρτία» !
Αλλά να, «ο κύβος ερρίφθη»,
τέλος, έως εδώ, η απόφαση μετάνοιας πάρθηκε. «Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το
ύδωρ». Δέξου παρακαλώ σε σαν από αστείρευτη πηγή, τα πολλά μου δάκρυα, Εσύ
που μ’ ένα λόγο μεταποιείς σε συννεφα με υδρατμούς τα θαλασσινά νερά. Το πιο
σπουδαίο, το και ασύλληπτο. «Κάμφθητί
μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου
κενώσει». Κάνε επίκυψη όση πιο πολύ, όσο πιο βαθιά και μεγ[αλη, κι άκουσε
καθαρά τους στεναγμούς της μετάνοιας που παλεύουν κι αναπηδούν στην καρδιά μου,
Εσύ που έκανες να πάρουν τέτοια κλίση οι ουρανοί, όση ν’ αδειάσεις σε άνθρωπο
πραγματικό και να χωρέσεις τη θεϊκή σου απεραντοσύνη. Κι εγώ, ωσαν η πόρνη της
Γραφής. «Καταφιλήσω σου τους αχράντους
σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις». Θα
φιλήσω επίμονα περιπαθώς τα παν άχραντα πόδια σου, θα τα πλημμυρίσω με της
μετάνοιας το δάκρυ, και θα τα σφογγίσω με τις λυμένες πλεξίδες των μαλλιών της
κεφαλής μου.
«Ων εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν, κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα τω φόβω
εκρύβη». Ειμαστε στο σημείο αιχμής, και συνακόλουθης φαντασιοπληξίας
πονηρής. Ποιων «ων», δηλαδή, ποιων ή ποίου των πλεξίδων της κεφαλής τριχών;
Αυτών της Εύας δηλονότι, που σηκώθηκαν πάνω καρφιά, από το φόβο για την
παράβαση εκείνο το δειλινό στον παράδεισο που τους επισκέφτηκε ο Θεός. Η
εικόνα, παρομοίωση, συσχετισμός είναι από την ανθρωποπαθή βέβαια, πλην
ωραιότατη και ad hoc περιγραφή της εσπερινής επίσκεψης του
Θεού στους πρωτόπλαστους αμέσως μετά την παράβαση της θείας εντολής. «Και ήκουσαν της φωνής Κυρίου του Θεού περιπατούντος
εν τω παραδείσω το δειλινόν και εκρύβησαν ο τε Αδάμ και γυνή αυτού από προσώπου
του Θεού εν μέσω του ξύλου του παραδείσου»-Γν.3,8. Οπότε συμπορευόμενοι
εμείς με την Οσία Υμνογράφο φυσικά φυσικότατα στην μεγάλη εξομολογητική της
κραυγή, και την πιο μεγάλη της συγχώρεσης βέβαιη ελπίδα. «Αμαρτιών μου τα πλήθη, και κριμάτων σου αβύσσους, τις εξιχνιάσει
ψυχοστώστα Σωτήρ μου», δεν αναφωνούμε
απλώς. Απέναντι και κατέναντι έχουμε πλήθος αμέτρητο τις αμαρτίες μας, και την
ανεξιχνίαστη άβυσσο Ευσπλαχνίας της θείας κρίσης Σου ! «Ψυχοσώστα Σωτήρ μου». Αυτή η μεγάλη, η ασφαλής βέβαιότητα ! Και
ήρθε για τους αμαρτωλούς ! Και σταυρώθηκε για τους αμαρτωλούς. Και αναστήθηκε, «θανάτω θάνατον πατήσας», και αυτό
ακριβώς έγινε, ο Σωτήρας των αμαρτωλών, όσων βέβαια και θέλουν και ξέρουν τι
οφείλουν να κάνουν για να σωθούν.
Από αυτό το δρόμο το
καταληκτικό δίστιχο. «Μη με την σην
δούλην παρίδης-ο αμέτρητον έχων το έλεος» ! Μπορεί να διαβαζεται άριστα και
ως εξής. «Ασφαλώς ως βάσιμα ελπίζω, δε
παραβλέψεις, ούτε θα προσπεράσεις τη μετάνοια του δούλου/της δούλης σου. Και βάσιμα το ελπίζω γιατί το έχεις πει,
και με πάμπολλα έχεις βεβαιώσει ότι είναι ανεξιχνίαστη άβυσσος το θείο σου
έλεος, ανεξιχνίαστη άβυσσος η θεία Ευσπλαχνία σου» !
Καλό Πάσχα !
Αθανάσιος Κοτταδάκης
1 σχόλιο:
Από τα ωραιότερα κείμενα που έχω διαβάσει αυτό το κατανυκτικό διάστημα!
Δημοσίευση σχολίου