Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΤΕΜΙΟΣ - π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη

Ο  ΑΓΙΟΣ  ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ  ΑΡΤΕΜΙΟΣ
(c. 310 - †362)
 
Του Πρωτοπρεσβυτέρου
π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρος Θ.- Δρος Φ.
Καθηγητού του Προτύπου Γυμνασίου Πατρών

Στον ευσήμως άγοντα τα ονομαστήριά του και φερώνυμο του Αγ. Αρτεμίου, Αρχιμ. π. Αρτέμιο Αργυρόπουλο, φίλο και αδελφό συλλειτουργό, με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα ετών καλλικάρπου διακονίας στην Πρωτοσυγκελλία της Ι.Μ. Πατρών τον Δεκέμβριο του 2023, αλλά και ολόθυμη  την ευχή να υγιαίνει στερρώς, να μακροημερεύει ευσχήμως και να καλλιεργεί αδιαλείπτως προς δόξαν Θεού και προσωπικό του αγιασμό, τα πολλά χαρίσματα με τα οποία τον περικόσμησε η Χάρις Του, όπως την απλότητα και το ευγενές των τρόπων, το ήθος, τη σεμνότητα, την προσήνεια,  το εύχαρι, αλλά και το ευπροσήγορο του χαρακτήρα, την κρυφή, σιωπηρή και αφανή εν πολλοίς, ωστόσο ουσιαστική, άοκνη και πολυεπίπεδη εκκλησιαστική του εργασία, καθώς και το ευμέθοδον της φιλαδέλφου ασκήσεως, ως δείγματος σαφούς της ποιμαντικής του επιστήμης, της τέχνης της εκκλησιαστικής διοικήσεως εντός του πνεύματος της εν Χριστώ αγάπης 

          Ο μεγαλομάρτυρας άγ. Αρτέμιος ή Φλάβιος Αρτέμιος (Flavius ​​Artemius), όπως ήταν το επίσημό του όνομα, υπήρξε υψηλόβαθμος Ρωμαίος στρατιωτικός και ανώτατος αυτοκρατορικός αξιωματούχος, αλλά και αποτέλεσε ένα από τα πλέον έμπιστα μέλη του στενού περιβάλλοντος του αυτοκράτορα Κωνσταντίου Β΄ (337-361), ώστε να προκριθεί περί τα τέλη του βίου του για να ασκήσει το πιο επίζηλο ίσως αξίωμα στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατά την εποχή του, διατελώντας «αὐγουστάλιος» της αιγυπτιακής διοικήσεως, δηλαδή, ως «στρατηγὸς τῆς Αἰγύπτου» και «Δούξ τῆς κατ’ Αἴγυπτον διοικήσεως», αυτοκρατορικός επίτροπος με πλήρη πολιτική και στρατιωτική εξουσία στην πλούσια Νειλοχώρα και τη Λιβύη με έδρα την Αλεξάνδρεια.

     1. Η γέννηση και η στρατιωτική σταδιοδρομία του Αγ. Αρτεμίου (c. 310-359/60)

         Τα αξιόπιστα βιογραφικά στοιχεία των πηγών για τον άγ. Αρτέμιο είναι ελάχιστα και ενίοτε αντιφατικά μεταξύ τους, αλλά και αφορούν κυρίως τα τελευταία έτη του βίου του, ώστε ο τόπος και ο ακριβής χρόνος της γεννήσεώς του να μην είναι γνωστά, παρόλο που υποδηλώνεται έμμεσα η αιγυπτιακή του καταγωγή, πράγμα όμως αμφίβολο, ενώ είναι πιθανό επίσης να γεννήθηκε την πρώτη δεκαετία του 4ου αι. και ίσως όχι μετά το 310. Από την εικόνα που προσφέρουν επίσης οι πηγαίες μαρτυρίες για τον άγ. Αρτέμιο, προκύπτει νομίζουμε ότι υπήρξε ίσως γόνος ευγενούς ρωμαϊκής οικογένειας της Νικομήδειας ή της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως), ενώ δεν γίνεται και οποιαδήποτε αναφορά στην παιδεία του, η οποία, λόγω της καταγωγής του αλλά και των αυξημένων αναγκών της μελλοντικής του στρατιωτικής σταδιοδρομίας, θα ήταν πιθανώς ικανοποιητική, ενώ είναι βέβαιο ακόμη ότι κατείχε και ομιλούσε τόσο την ελληνική όσο τη λατινική γλώσσα.

          Η οικογένειά του θα πρέπει να ήταν συνδεδεμένη με πολύ στενό φιλικό ή και ίσως συγγενικό δεσμό με την αυτοκρατορική δυναστεία του αγίου και Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-337), την γνωστή και ως δυναστεία των «Φλαβίων», γεγονός που μπορεί να δικαιολογηθεί από το επίθετο («Φλάβιος») που έφερε ως συνοδευτικό του κυρίου ονόματός του, το οποίο, αν δεν ήταν, ως οικογενειακό του επώνυμο, αυτό που τον συνέδεε συγγενικά με την αυτοκρατορική οικογένεια, δήλωνε ωστόσο με βεβαιότητα τον στενότατο φιλικό σύνδεσμο που διατηρούσε με τους «Φλαβίους» αυτοκράτορες. Για τον λόγο αυτό και το έφερε αργότερα ως δούκας και διοικητής της Αιγύπτου, επιφορτισμένος με πολύ μεγάλο εύρος εξουσιών, καθώς θεωρούνταν ο επίσημος εκπρόσωπος του αυτοκράτορα Κωνσταντίου στην Αλεξάνδρεια.

        Η στενότατη αυτή φιλική ή και ενδεχομένως συγγενική σχέση που συνέδεε τον άγ. Αρτέμιο με τη δυναστεία των Φλαβίων είναι μάλλον και ο λόγος για τον οποίο πραγματοποίησε το σύνολο σχεδόν της σταδιοδρομίας του ως αφοσιωμένος στρατιωτικός και πολιτικός αξιωματούχος κατά την περίοδο της βασιλείας του διαδόχου του αγ. Κωνσταντίνου, Κωνσταντίου Β΄, τον οποίο θα πρέπει να συνέδραμε σε όλες τις μεγάλες στρατιωτικές του επιχειρήσεις και ενέργειες. Η πληροφορία συνεπώς που παραδίδεται από τις πηγές ότι συμμετείχε ως στρατιωτικός στο πλευρό του Μεγάλου Κωνσταντίνου κατά τη μάχη στη Μουλβία Γέφυρα το 312 δεν θα πρέπει να ευσταθεί, δεδομένου ότι τα μετέπειτα γεγονότα του βίου του περί τα τέλη της δεκαετίας του 350 δεν δικαιολογούν μια τόσο πρώιμη έναρξη της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας. Για τον λόγο αυτό και είναι μάλλον απαραίτητο να συνδεθεί με τον διάδοχό του Κωνστάντιο Β΄, όχι μόνο διότι ο άγ. Αρτέμιος διατηρούσε μαζί του στενότατη προσωπική φιλία, εφόσον και πριν ακόμη από την ανάρρησή του στον θρόνο το 337, λογιζόταν ως ενεργό μέλος «τῆς περὶ τὸν Κωνστάντιον … ἑταιρίας, εἴτ’ οὖν φιλίας, σπουδαστὴς ἀκριβέστατος», αλλά και διότι ως ένας αξιωματούχος, ο οποίος «μηδὲ πώποτε τῆς πρὸς τὸν Κωνστάντιον φιλίας ἀποσπασάμενος», πραγματοποίησε ολόκληρη σχεδόν την επίζηλη σταδιοδρομία του στον Ρωμαϊκό στρατό κατά το διάστημα της βασιλείας του, δηλαδή από το 337 μέχρι και το 361, οπότε καθαιρέθηκε από το αξίωμά του και εκτελέστηκε το 362 από τον αντιχριστιανό αυτοκράτορα Ιουλιανό τον Παραβάτη (361-363). Έτσι, η εν λόγω πληροφορία θα πρέπει να απηχεί μάλλον τη συμμετοχή του αγ. Αρτεμίου ως ανώτατου στρατιωτικού στην τελική φάση της σύγκρουσης του αυτοκράτορα Κωνσταντίου με τον σφετεριστή Μαγνέντιο, αρχικά στη Μούρσα το 350/51 και κατόπιν ίσως στις υπόλοιπες στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήγαγε εναντίον του στασιαστή αυτοκράτορα μέχρι και την τελική του εξόντωση το 353.

          2. Η επίσκεψη του Αγ. Αρτεμίου στην Αχαΐα (Πάτρα - Θήβα) και την Έφεσο και η μεταφορά των Αποστολικών Λειψάνων στην Κωνσταντινούπολη (357-358)

          Η διάκριση του αγ. Αρτεμίου στα πεδία των μαχών ίσως, αλλά και οι εγνωσμένες διοικητικές και διπλωματικές του ικανότητες, όπως και η πλήρης αφοσίωσή που επιδείκνυε στον αυτοκράτορα συνέτειναν προφανώς, ώστε να καταλάβει σταδιακά υψηλές θέσεις στη στρατιωτική ιεραρχία, φτάνοντας μέχρι το βαθμό του στρατηγού, αλλά και να διατελέσει πιθανώς μέλος της συγκλήτου στην Κωνσταντινούπολη, οπωσδήποτε όμως να τοποθετηθεί ως στρατηγός, διοικητής της Αιγύπτου και να λάβει το αξίωμα του δούκα το έτος 359/60. Από τη σταδιοδρομία του αγ. Αρτεμίου στην υπηρεσία του Κωνσταντίου είναι γνωστή κυρίως η δραστηριότητά του μετά το 350, οπότε θα συμμετείχε στις πολεμικές επιχειρήσεις του αυτοκράτορα σε Δύση και Ανατολή, αναλαμβάνοντας μεταξύ άλλων και την εμπιστευτική αποστολή το 357 για να ταξιδέψει στην Αχαΐα και να μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη τα λείψανα του απ. Ανδρέα από την Πάτρα και του απ. Λουκά από τη Βοιωτία, αλλά και κατόπιν του απ. Τιμόθεου από την Έφεσο της Μ. Ασίας, προκειμένου να εναποτεθούν στον μεγαλοπρεπή Ναό των Αγ. Αποστόλων.

         Φτάνοντας στην πόλη των Πατρών όμως, σύμφωνα με την παράδοση, ο άγ. Αρτέμιος αντιμετώπισε σοβαρότατη αντίδραση, όταν πληροφόρησε τους άρχοντες και τον λαό για τον σκοπό της επίσκεψής του, δεδομένου ότι οι χριστιανοί της πόλεως κυρίως δεν επιθυμούσαν να στερηθούν τα λείψανα του Πρωτοκλήτου Αποστόλου και ιδρυτή της τοπικής τους Εκκλησίας. Γι’ αυτό και παρόλο που ο ευσεβής στρατηγός προσπάθησε με ηπιότητα να τους πείσει για την υποχρεωτικότητα της αυτοκρατορικής εντολής, η επιμονή τους ήταν τόσο έντονη, καθώς φαίνεται, ώστε να αναγκαστεί να τους προειδοποιήσει με αυστηρότητα, ότι η επιθυμία του αυτοκράτορα Κωνσταντίου θα έπρεπε να ικανοποιηθεί ακόμη και διά της βίας. Στην προσπάθειά του μάλιστα να κάμψει ειρηνικά τις αντιρρήσεις τους και να παραλάβει χωρίς ταραχές τα ιερά αποστολικά λείψανα, υπογράμμισε στους κατοίκους των Πατρών, πως ο σκοπός του αυτοκράτορα ήταν ιερός, καθώς επιδίωκε να υλοποιήσει το όραμα του πατέρα του αγ. Κωνσταντίνου και να συγκεντρώσει στη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη) τα λείψανα των Αποστόλων από ολόκληρη την αυτοκρατορία, με σκοπό να τα προφυλάξει, γι’ αυτό και τους πρότεινε ως αντάλλαγμα για την συγκατάθεσή τους την ικανοποίηση κάποιας μεγάλης ανάγκης των Πατρών.

        Έτσι και επειδή η πόλη δεν διέθετε μέχρι τότε σύγχρονο για την εποχή και επαρκές για τις ανάγκες της σύστημα υδροδότησης, ώστε να υποφέρει συχνά από σοβαρή λειψυδρία - παρόλο που ήταν γνωστό από τότε ότι το Παναχαϊκό όρος διέθετε πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα -, αλλά και διότι θα ήταν δύσκολο επίσης οι κάτοικοί της να αντιταχθούν στην αυτοκρατορική εντολή, ζήτησαν από τον στρατηγό να μεριμνήσει ώστε ο αυτοκράτορας να εγκρίνει την απαραίτητη χρηματική χορηγία για την κατασκευή υδραγωγείου, προκειμένου να μεταφερθεί στην πόλη νερό κατάλληλο για προσωπική και οικιακή χρήση. Πράγματι, ο άγ. Αρτέμιος έδρασε, καθώς φαίνεται, άμεσα και φρόντισε ώστε να υλοποιηθεί η επιθυμία των Πατρέων, με αποτέλεσμα να ολοκληρωθεί το έργο - ερειπωμένα τμήματα του οποίου διασώζονται πιθανώς ακόμη σήμερα και είναι ορατά από τη λεγόμενη «μικρή περιμετρική οδό» δυτικά της σημερινής πόλεως στην πίσω πλευρά του κάστρου -, αλλά και εκείνος να κατορθώσει να παραλάβει ειρηνικά το μεγαλύτερο μέρος των ιερών λειψάνων του Πρωτοκλήτου Αποστόλου, τα οποία μετέφερε οπωσδήποτε όχι πριν από τα μέσα ή τα τέλη του 358 στη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη).

           Το γεγονός ωστόσο, ότι απαιτήθηκε μάλλον, όπως διαφάνηκε παραπάνω, ικανό χρονικό διάστημα από την άφιξη μέχρι και την ολοκλήρωση της αποστολής του στην Πάτρα, ο άγ. Αρτέμιος στρατοπέδευσε πιθανότατα στην ύπαιθρο περιοχή πέριξ της σημερινής μονής Γηροκομείου, όπου υπήρχαν ήδη εγκατεστημένοι αναχωρητές μοναχοί, γεγονός που τεκμαίρεται νομίζουμε τόσο από τα ήδη υπάρχοντα πρωτοχριστιανικά αρχαιολογικά ευρήματα, όσο και από τις παρατηρούμενες γενικώς, λόγω της υποχώρησης του χριστιανικού ιδεώδους στις εκκλησιαστικές κοινότητες από τις αρχές του 4ου αι. και ιδίως μετά την σύναψη της συμφωνίας («διατάγματος») των Μεδιολάνων το 312, φυγόκεντρες τάσεις αρκετών μελών της Εκκλησίας με σκοπό την αναζήτηση του αυθεντικού τρόπου χριστιανικής ζωής σε τόπους έρημους έξω από τις πόλεις και τις οργανωμένες εκκλησιαστικές κοινότητες, αλλά και από το γεγονός ότι ήδη από την αποστολική εποχή υπήρχαν, όπως διαφαίνεται στις πηγές του βίου του Πρωτοκλήτου αγ. Ανδρέου, αυστηρές ασκητικές και έντονες εγκρατιτικές τάσεις στο πλήρωμα της Εκκλησίας των Πατρών.

          Κατά τη διάρκεια της παραμονής του συνεπώς εκεί, ο ευσεβής στρατηγός Αρτέμιος, θα συνδέθηκε πιθανώς, ως φορέας μάλλον και ο ίδιος ασκητικών τάσεων, καθώς δεν διαθέτουμε μαρτυρία ότι είχε δημιουργήσει δική του οικογένεια, αλλά και σφόδρα φιλομόναχος και ελεήμων, πολύ στενά μαζί τους, ώστε, έπειτα ίσως από παράκλησή τους, να ανοικοδομήσει τον πρώτο ναό, που θα συνιστούσε το καθολικό της μετέπειτα μονής, αφενός για τη θεραπεία των λατρευτικών τους αναγκών και αφετέρου για να τους διευκολύνει ίσως και να τους ενθαρρύνει να υιοθετήσουν σταδιακά το κοινοβιακό σύστημα, το οποίο γνώριζε ότι λειτουργούσε ήδη στην πρωτόλεια μορφή του στην Αίγυπτο και τη Συρία, αλλά και να θεωρείται έκτοτε και μέχρι τις μέρες μας ως ο πρώτος κτήτορας της μεγάλης βασιλικής και κοινοβιακής μονής της Παναγίας της Γηροκομητίσσης, του λαμπρού αυτού σεμνώματος της Τοπικής μας Εκκλησίας.

         3. Ο στρατηγός Άγ. Αρτέμιος, Δούξ και Αυγουστάλιος της Αιγύπτου (359/60-361/62)

        Η επιτυχής έκβαση της αποστολής  στην Αχαΐα και την Μ. Ασία ωστόσο, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο άγ. Αρτέμιος εξακολουθούσε να αποτελεί ένα από τα πλέον ικανά και έμπιστα πρόσωπα του επιτελείου του Κωνσταντίου, συνέτεινε αποφασιστικά στην επιλογή και την τοποθέτησή του το 359/60 στη νευραλγική και πολυσήμαντη για την αυτοκρατορία διοίκηση της Αιγύπτου με τον βαθμό του στρατηγού και το αξίωμα του δούκα, ώστε να υπάρχει καταχωρημένο το όνομά του σε πρακτικό της συγκλήτου της Οξυρρύγχου του έτους 360, όπου μνημονεύεται ως «λαμπρότατος δούξ Φλάβιος Αρτέμιος», δηλαδή συνοδευόμενο από το πλέον χαρακτηριστικό επώνυμο της δυναστείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

          Η διετής και πλέον (359/60-361/62) άσκηση της διοίκησης στην ανήσυχη Αλεξάνδρεια και την ευρύτερη περιοχή όμως δημιούργησε σοβαρότατες δυσκολίες στον δούκα άγ. Αρτέμιο, οι οποίες συνδέονται κυρίως με την ταραχώδη παρουσία και την έντονη αντιπαγανιστική δραστηριότητα του Καππαδόκη αρειανού αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Γεωργίου, τον οποίο υποστήριζε με θέρμη ο επίσης αρειανόφρων αυτοκράτορας Κωνστάντιος και, ως εκ τούτου, ο άγ. Αρτέμιος, ως διοικητής της Αλεξάνδρειας και αφοσιωμένος αυτοκρατορικός αξιωματούχος, ήταν υποχρεωμένος, ένεκα του αξιώματός του, να συνεργαστεί και να συνδράμει τον αρχιεπίσκοπο ως εκλεκτό του αυτοκράτορα στο έργο του. Για τον λόγο αυτό και είναι μάλλον βέβαιο ότι, στο πλαίσιο άσκησης των διοικητικών του καθηκόντων, έλαβε μέρος στην επιχείρηση για την απομάκρυνση του Μεγάλου Αθανασίου, όπως επίσης και στις διώξεις εναντίον των Ορθοδόξων στην Αλεξάνδρεια, αλλά με πιθανώς δευτερεύοντα ρόλο. Οπωσδήποτε όμως, δραστηριοποιήθηκε αμεσότερα και ενεργότερα στις διώξεις εναντίον των Εθνικών, καθώς και στη σύληση και την ερείπωση των ειδωλολατρικών ιερών. Εξαιτίας αυτού μάλιστα, του αποδίδεται από την έρευνα έντονος αντιπαγανισμός κυρίως, αλλά και οπωσδήποτε φιλοαρειανισμός, γεγονός που, αν και ο δεύτερος, δηλαδή ο φιλοαρειανισμός, δεν τεκμηριώνεται σαφώς στις πηγές, οδήγησε μέρος των μελετητών του βίου του, προκειμένου να δικαιολογήσουν την τιμή του ως αγίου από την Εκκλησία, στην αβάσιμη εικασία για ύπαρξη δύο Αρτεμίων, του φιλοαρειανού Δούκα της Αιγύπτου και του Μεγαλομάρτυρα στην Αντιόχεια. Είναι βέβαιο ωστόσο, ότι πρόκειται για ένα και το αυτό πρόσωπο, το οποίο εφάρμοσε, στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του και χωρίς πιθανότατα να συμφωνεί, τις αυτοκρατορικές εντολές όσον αφορά την απομάκρυνση του Μεγάλου Αθανασίου από την Αλεξάνδρεια. Γι’ αυτό και η άδηλη σχεδόν στις πηγές, ωστόσο μάλλον βέβαιη, συμμετοχή του στα γεγονότα δεν σημαίνει απαραίτητα, είτε ότι ήταν φιλοαρειανός, είτε ότι ακολουθούσε με οποιονδήποτε τρόπο την αίρεση, δεδομένου μάλιστα ότι η παρουσία του σε αυτά υποδηλώνεται μόνον έμμεσα, αλλά και θα ήταν αδύνατο, αν είχε υποστηρίξει με οποιονδήποτε τρόπο ή αν είχε αποδεχθεί ενσυνείδητα τον Αρειανισμό, να τιμηθεί μετά την εκτέλεσή του ως μεγαλομάρτυρας από την Εκκλησία, καθώς και η φήμη του να γνωρίσει τόσο ευρεία διάδοση στην Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη) και γενικότερα στην αυτοκρατορία, ώστε να σχηματιστεί και η ευρεία συλλογή των θαυμάτων του με μεγάλη απήχηση στο εκκλησιαστικό πλήρωμα.

        Αντιθέτως όμως, το όνομά του αναφέρεται ευθέως και η δραστηριότητά του μαρτυρείται σαφώς, καθώς υπήρξε έντονη, στις ενέργειες, με πρωτοβουλία του αρχιεπισκόπου Γεωργίου, εναντίον των Εθνικών, όπου σύμφωνα με πληροφορία επιστολής του Ιουλιανού, ο δούκας Αρτέμιος έλαβε ενεργό μέρος στα γεγονότα, πιεζόμενος και φοβούμενος, όπως τονίζει ο αυτοκράτορας, τον Καππαδόκη αρειανό αρχιεπίσκοπο, τον οποίο συνέδραμε πράγματι στις διώξεις εναντίον των Εθνικών, αλλά και στη σύληση των ειδωλολατρικών ναών όπως το Μηθραίο και το Σεραπείο της Αλεξάνδρειας. Όσον αφορά μάλιστα στο Σεραπείο, ο αρχιεπίσκοπος Γεώργιος προέτρεψε τον δούκα να το καταλάβει, αλλά και να καταστρέψει τα αγάλματα και τα αναθήματά του, κάτι που έπραξε με ιδιαίτερο ζήλο και προθυμία ο άγ. Αρτέμιος, ώστε ακόμη και στην προσπάθεια των Εθνικών να προστατέψουν τα λατρευτικά αντικείμενα του ιερού, εκείνος να αντιδράσει αποτρεπτικά, αποστέλλοντας εναντίον τους στρατιωτικό απόσπασμα με σκοπό να τους εμποδίσει.

        4. Η καθαίρεση από το αξίωμα του Δούκα και το μαρτύριο του Αγ. Αρτεμίου (Καλοκαίρι/Φθινόπωρο 362)

         Η έντονη αυτή αντιπαγανιστική δραστηριότητα του αγ. Αρτεμίου ωστόσο, συνέτεινε με βεβαιότητα λίγο μετά την άνοδο του Ιουλιανού στον θρόνο και έπειτα από την άγρια δολοφονία του Γεωργίου Καππαδόκη στις 24 Δεκεμβρίου 361, δηλαδή στις αρχές, ίσως την άνοιξη, του 362, στην πρόσκλησή του στην Αντιόχεια και στην αποκαθήλωσή του από το αξίωμα του διοικητή της Αιγύπτου, αλλά και έκρινε ουσιαστικά την περαιτέρω πορεία του βίου του, εφόσον αποτέλεσε μαζί με την άρνησή του να ασπαστεί την εθνική θρησκεία, την κύρια αιτία της εκτέλεσής του. Έτσι, ο νέος αυτοκράτορας, φαίνεται ότι έχοντας ήδη αποφασίσει τη θανάτωσή του, όπως και αυτήν του αρειανού αρχιεπισκόπου, επέπληξε αρχικά με επιστολή του τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας για τον φρικτό θάνατο του αρχιεπισκόπου, τονίζοντάς τους ότι, επειδή ήταν «ἐχθρὸς τῶν θεῶν», θα έπρεπε να τιμωρηθεί από τον ίδιο και όχι από τους Αλεξανδρείς με ακόμη σκληρότερο τρόπο, κάτι που είχε σχεδιάσει να πράξει προφανώς και για τον συμμετέχοντα ενεργά στα γεγονότα δούκα άγ. Αρτέμιο. Άλλωστε είναι βέβαιο, ότι εκτός από τον Καππαδόκη αρχιεπίσκοπο, ως εχθρός των εθνικών θεών θεωρούνταν από τον παγανιστή Ιουλιανό και ο αυγουστάλιος Αρτέμιος, γι’ αυτό και, χρησιμοποιώντας ως πρόφαση τη συνδρομή του στην προετοιμασία και τις σχεδιαζόμενες πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Περσών, τον προσκάλεσε ως εμπειροπόλεμο στρατηγό για διαβουλεύσεις στην Αντιόχεια, με πραγματικό σκοπό όμως να συλληφθεί, να απολογηθεί ως κατηγορούμενος και, αν δεν θα ασπαζόταν την εθνική θρησκεία, να καταδικαστεί και να θανατωθεί. 

          Έτσι, παρόλο που αναφέρεται στο Πασχάλιο Χρονικό, ότι ο άγ. Αρτέμιος μαρτύρησε στην Αλεξάνδρεια, ο Αμμιανός Μαρκελλίνος, χωρίς να προσδιορίζει τον τόπο, υποστηρίζει ότι εκτελέστηκε, ενώ πρώτα του είχε αφαιρεθεί το αξίωμα και μάλιστα για εγκλήματα που κατηγορήθηκε ότι διέπραξε εναντίον του λαού της Αλεξάνδρειας, πράγμα που ισχυρίζεται και ο Ιουλιανός, υπονοώντας προφανώς τη δράση του δούκα εναντίον των Εθνικών σε συνεργασία με τον αρειανό αρχιεπίσκοπο Γεώργιο. Το γεγονός ωστόσο, ότι ο Αμμιανός δεν αναφέρεται σαφώς στον τόπο της εκτέλεσής του, αλλά από την αφήγησή του προκύπτει ότι αυτός ήταν διαφορετικός από την Αλεξάνδρεια, ενισχύει την τοποθέτησή του στην Αντιόχεια, δεδομένου μάλιστα ότι τα περιστατικά του τέλους του βίου του αγ. Αρτεμίου έλαβαν χώρα παρόντος του αυτοκράτορα Ιουλιανού, ο οποίος δεν μετέβη ποτέ στην Αλεξάνδρεια, αλλά αντίθετα παρεπιδημούσε στην Αντιόχεια, ώστε, λόγω του μαρτυρίου και της ταφής του εκεί, ο Αρτέμιος  να προσφωνείται και «Ἀντιοχεύς».

           Κατά συνέπεια, θα πρέπει νομίζουμε να γίνει αποδεκτή ως ορθή η πληροφορία του Μαρτυρίου του, ότι ο πρώην δούκας εκτελέστηκε στην Αντιόχεια, όπου κλήθηκε να μεταβεί από την Αλεξάνδρεια, αφού πρώτα καθαιρέθηκε από το αξίωμά του και δημεύθηκε η περιουσία του. Είναι φυσικό λοιπόν, ότι η θέση του αγ. Αρτεμίου ενώπιον του εθνικού Ιουλιανού στην Αντιόχεια υπήρξε εξαιρετικά δεινή και η πορεία του βίου του προδιαγεγραμμένη, καθώς ο αυτοκράτορας παρουσιάζεται να είναι έντονα προκατειλημμένος μαζί του και να τρέφει μνησικακία εναντίον του, λόγω προφανώς των στενών του σχέσεων με τον προκάτοχό του Κωνστάντιο, αλλά και επειδή θεωρούσε βέβαιη την ανάμειξη του στρατηγού στη δολοφονία του αδερφού του Γάλλου, καθώς επίσης και για την πρόσφατη ενεργό συμμετοχή του στις διώξεις εναντίον των Εθνικών και τις καταστροφές των ειδωλολατρικών ιερών στην Αλεξάνδρεια. Έτσι, από το Μαρτύριόν του προκύπτει σαφώς, ότι ο πρώην δούκας κλήθηκε να απαρνηθεί τη χριστιανική του πίστη και να ασπαστεί υποχρεωτικά ως ρωμαίος αξιωματικός την πατρώα εθνική θρησκεία, λαμβάνοντας μάλιστα υπόσχεση από τον Ιουλιανό, ότι σε περίπτωση που θα επανέκαμπτε στην ειδωλολατρική πίστη, όχι μόνο δεν επρόκειτο να θανατωθεί, αλλά ότι θα αποκαθιστούνταν στο αξίωμα του διοικητή της Αιγύπτου. Εκείνος ωστόσο αρνήθηκε ευθέως τόσο τη συμμετοχή του στη δολοφονία του Γάλλου, όσο και την πρόταση του Ιουλιανού να αποδοκιμάσει τη χριστιανική του πίστη και να αποδεχθεί την εθνική θρησκεία, ενισχύοντας μάλιστα και δύο χριστιανούς κληρικούς από την Αντιόχεια, τον Ευγένιο και τον Μακάριο, να υπομείνουν με σθένος τα βασανιστήρια κατά το μαρτύριό τους. Η εμμονή του αυτή είχε ως αποτέλεσμα να βασανιστεί σκληρά και να εκτελεστεί με αποκεφαλισμό εντός και ίσως το φθινόπωρο του 362 στην περιοχή Δάφνη της Αντιόχειας, όπου και ενταφιάστηκε.

         Αμέσως σχεδόν μετά το μαρτύριό του όμως, ο πρώην δούκας Αρτέμιος τιμήθηκε από την Εκκλησία ως άγιος και μέγας μάρτυρας της πίστης, επειδή «ζῆλον πολύν ὑπέρ τῶν Ἐκκλησιῶν ἐνεδείξατο», ώστε η μνήμη του να εορτάζεται από πολύ νωρίς πανηγυρικά στις 20 Οκτωβρίου, ένα γεγονός που δεν συνάδει νομίζουμε με ενδεχόμενο φιλοαρειανισμό ή υποψία για προσχώρησή του σε αίρεση, καθώς όχι μόνο δεν θα εξακολουθούσε να τιμάται έντονα η μνήμη του στα μετέπειτα χρόνια στην Αντιόχεια, αλλά και δεν θα μεταφερόταν τα ιερά του λείψανά στη Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη) τον 5ο αι., όπου μάλιστα τοποθετήθηκαν στον ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, που βρισκόταν «ἐν Ὀξείᾳ … πλησίον τῶν Δομνίνου ἐμβόλων», αλλά και ορίστηκε να τελείται εκεί η ετήσια σύναξή του. Πέραν τούτων όμως, είναι βέβαιο επίσης ότι δεν θα μπορούσε να λάβει και τόσο μεγάλη έκταση η φήμη του ως θαυματουργού αγίου, γεγονός που συνέτεινε στον σχηματισμό της, περί τα τέλη του 7ου αι., λαοφιλούς και πολύτιμης συλλογής των σαράντα πέντε θαυμάτων του.

        Σημείωση : Το παρόν αφιέρωμα στηρίχθηκε κυρίως στο εκτενές λήμμα μας : π. Ε.Κ. Πριγκιπάκη, «Aρτέμιος Μεγαλομάρτυρας (γενν. c. 310-†362)», στο Α.Γ.Κ Σαββίδη (επιμ.), Νέο Βιογραφικό Λεξικό του Βυζαντίου, τ. 2, Αθήνα: Παπαζήσης, 2024 (υπό έκδοση), όπου και πλήρης υπομνηματισμός, αλλά και πλούσια βιβλιογραφία. 

⁕ Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα «Ο ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ» 837/21-10-2023, σ.  1, 14-15.

 

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο άνθρωπος με την σεμνότητα και τον δυναμισμό είναι ο π. Αρτέμιος. Δεν του αρέσει η προβολή αν και είναι δραστήριος σε πολλούς τομείς της εκκλησιαστικής ζωής των Πατρών.
Πολλά τα έτη του.
Ένας πιστός.

Ανώνυμος είπε...

Είναι ένας σπουδαίος σταθεροποιητικός παράγοντας με αγάπη προς τους συνεφημερίους τους. Έχει αναδειχθεί άξιος πρωτοσύγκελος και του αξίζουν και ανώτερες θέσεις στην Εκκλησία.

Ανώνυμος είπε...

Έτη πολλά καί ευλογημένα στον Άγιο Πρωτοσύγκελλο καί ας εργάζεται όπως εργάζεται στον Αμπελώνα τού Κυρίου...
(π.Κ.Τ.)

Ανώνυμος είπε...

Ως πρωτοσύγκελος ο π. Αρτέμιος είναι του ΜΕΤΡΟΥ και της δικαιοσύνης σε οποιαδήποτε απόφαση. Είναι αποδεκτός και σεβαστός. Ειλικρινής στις συζητήσεις του. Να τον έχει ο Θεός καλά και να τον αξιώσει και σε ανώτερη θέση γιατί πρέπει προικισμένοι με χαρίσματα κληρικοί να ανεβαίνουν ιεραρχικά.
Χρόνια του πολλά.

Ανώνυμος είπε...

Ενδιαφέρον αγιολογικό κείμενο από τον λόγιο κληρικό π. Ευάγγελο. Διάβασα πολλά άγνωστα σε εμένα για τον βίο του Αγίου.
Ευχαριστίες.

Ανώνυμος είπε...

Δια πρεσβειών του Αγίου Αρτεμίου εύχομαι ολοψύχως εις τον π. Αρτέμιο να περιβληθεί χρυσοποίλικτον στολήν και απαστράπτουσα μίτραν διότι το αξίζει.
Ένας εκ των ιερέων της Μητρ. Πατρών