Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2023

Ἄραγε ἀξίζει νά πεθάνω σήμερα ἀπό καμιά ἀδέσποτη; - Στέφανος Δημόπουλος

Πρίν μιά ἑβδομάδα μόλις ἔκλεισα τα 23. Τελειόφοιτος πιά ἰατρικῆς, στά τρίμηνα...

Ἔβλεπα ἀπό την ταράτσα του ξενοδοχείου Άκροπόλ Palace ἀπέναντι ἀπό τό πολυτεχνεῖο.

Ἤμουνα μέσα στό Ἰατρεῖο του Πολυτεχνείου με την συμφοιτήτριά μου Ἑλένη Σαβάκη καί τον Δημήτρη Κιούση ,ἕνα χρόνο μεγαλύτερο στήν Ἰατρική Ἀθηνῶν ,γνωριζόμασταν τότε ὅλοι...

Εὐτυχῶς πού ἦταν καί μία ἡλικιωμένη νοσοκόμα με ἄσπρῃ ποδιὰ καί ἤξερε ἀπό τραυματισμένους. Κάνε ὅτι μπορεῖς μου ἀπάντησε ὅταν την ρώτησα τι νά κάνω. Νά κοίτα τι ἔχει αὐτός ἐδῶ μου ἀνέθεσε ἕνα φοιτητή πού βογγοῦσε ξαπλωμένος πάνω σε ἕνα τραπέζι. -Τί ἔχεις συνάδελφε; ρώτησα τον μισολιπόθυμο φοιτητή πού ξεψυχισμένος μου ἀπάντησε:-Τό πόδι μου καί ἔδειξε τον μηρό του. Κατέβασα το παντελόνι του καί εἶδα μία μικρή πληγίτσα σάν πενηνταράκι ,σάν γδάρσιμο. Καθάρισα με οξυζενέ καί του εἶπα. Μήν φοβᾶσαι μιὰ μικρή πληγή εἶναι μόνο. Το ἕνα χέρι μου ἦταν κάτω ἀπό τον μηρό γιά νά τον ἀνασηκώσω καί εἶδα με φρίκη αἵματα ἀπό μία δεύτερη μικρή πληγή. Τότε θυμήθηκα τον καθηγητή μας της χειρουργικῆς τον Οἰκονόμου. Πύλη εἰσόδου, πύλη εξοδου!!! Τραῦμα διπλό διαμπερές . Το πρῶτο πού εἶδα στήν ζωή μου. Εὐτυχῶς ἐκείνη την ὥρα πού ἤμουν ἕτοιμος νά λιποθυμήσω καί γώ ἀπό την φρίκη μπῆκαν γιατροί με ἕνα νοσοκομειακό στό Πολυτεχνεῖο καί ἀνέλαβαν την ἀντιμετώπιση των τραυματισμένων. 

-Ἄντε παιδιά οἱ φοιτητές νά βγεῖτε ἀπό την αἴθουσα ὅσοι δέν ἔχετε ἄλλη δουλειά , τώρα ἀναλαμβάνουμε ἐμεῖς! Καί ἔτσι τελείωσε ἄδοξα ἡ προσφορά μου σάν ὑποψήφιος γιατρός.

Ἔξω ἀπ το Ἰατρεῖο τα καπνογόνα κάναν την ἀτμόσφαιρα ἀποπνικτική, ἔχω καί ἀπό μικρός το ἀλλεργικό μου ἆσθμα μου ἦλθε νά σκάσω. Πῆγα στήν κεντρική πύλη καί ζήτησα νά με ἀφήσουν νά βγῶ ἔξω. 

-Ποῦ πᾶς ρέ συνάδελφε θά σκοτωθείς, ρίχνουνε σφαῖρες στήν Τοσίτσα. Πραγματικά ἕνα ἀστικό λεωφορεῖο στήν Τοσίτσα εἶχε ἄπειρα τραύματα διπλά διαμπερῆ σάν το ποδάρι του τραυματία πού σας εἶπα παραπάνω. Κάποιοι ἀκροβολισμένοι στήν Τοσίτσα ρίχναν συνεχῶς καί ἄκουγα συνέχεια Τάκ-Τάκ ἀπό τις σφαῖρες πού περνούσανε τίς λαμαρῖνες στίς δύο πλευρές του λεωφορείου. Ἔκανα τον Σταυρό μου καί πήδηξα με δύο δρασκελιές, πέρασα τή Τοσίτσα καί μπῆκα στό Ακροπόλ. Στήν εἴσοδο εἶδα μία λίμνη αἵματος ἀπό μία κοπέλα τραυματισμένη. Ὅρμησα ἀσυγκράτητος δίπλα στή ρεσεψιόν καί ἀνέβηκα ὅλες τις σκάλες μέχρι την ταράτσα παρά το γεγονός πώς δυό ὑπάλληλοι προσπαθοῦσαν νά μας σταματήσουν. Ἐκεῖ ὁ ἀέρας ἦταν ὑποφερτός καί  βρῆκα ἀκόμα καμιά εἰκοσαριά φοιτητές ἀνάμεσα τους καί τον συμφοιτητή μου βορειοηπειρώτη Γ. Π. Καί τον συχωρεμένο, τελειόφοιτο τότε ἀρχιτεκτονικῆς, Νίκο Χαρκιολάκη.

Ἀπό ἐκεῖ ψηλά εἶδα τήν εἴσοδο τοῦ Τάνκ πού ἔριξε τήν κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου καί τήν ὁμαδική σύλληψη καί ἀποχώρηση τῶν φοιτητῶν. Κάποιοι προσπάθησαν νά γλυτώσουν τρέχοντας πρός τά κάτω τήν Τοσίτσα ἀλλά αὐτοί ὑπῆρξαν οἱ περισσότερο κακότυχοι γιατί τούς τήν εἴχανε ἀστυνομικοί στημένη. Δέν τούς συλλάβανε ξανά , ἁπλά τούς τσάκισαν μέ ρόπαλα καί κλωτσιές ὥσπου ἀναίσθητοι στό πεζοδρόμιο σταμάταγαν τα οὐρλιαχτά και τίς κραυγές  τους. 

“Ἄραγε ἀξίζει νά πεθάνω σήμερα ἀπό λιντσλάρισμα;”

Ξάφνου ἀκούσαμε θόρυβο στό κλιμακοστάσιο ἀπό ἀνθρώπους πού ψάχνανε γιά κρυμμένους φοιτητές  μέσα στό ξενοδοχεῖο καί μᾶς ἐπάγωσε τό αἷμα. 

 “Ἄραγε ἀξίζει νά πεθάνω σήμερα;” τό ἀδυσώπητο ἐρώτημα στριφογύρισε καί πάλι στό μυαλό μου.

Ἐκείνη τήν ὥρα ἐμφανίστηκε σάν ἀπό μηχανῆς Θεός μπροστά μας  μιά ἡλικιωμένη καθαρίστρια τοῦ ξενοδοχείου πού μᾶς ἔκρυψε μές τό δωματιάκι της στήν ταράτσα καί ἔτσι γλυτώσαμε ἀπό τόν ἔλεγχο τῶν ἐξαγριωμένων ἀστυνομικῶν. Ἄχνα δέν βγάζαμε μέχρι νά σταματήσουνε οἱ θόρυβοι ἀπό τα βήματα τῶν διωκτῶν μας καί οἱ βρισιές “Κουμμούνια θά πεθάνετε” καί αλλα τέτοια.

 Καί νά σκεφτεῖς ὅτι τήν μάνα μου τήν πιάσαν ὅμηρο στόν ἐμφύλιο οἱ κομμουνιστές 16 χρονῶν κοπέλα καί ἔφθασε περπατῶντας ὡς τά Κρόρα γιατί ἦταν κόρη ἀξιωματικοῦ ὅπως καί γω....

Χώρια πού ἡ ΚΝΕ εἶχε δώσει καί γραμμή στά μέλη της καί ἀπουσιάζανε ὅλοι!

Τώρα πού πέρασε μισός αἰῶνας πάλι ἡ ἀπάντηση εἶναι δύσκολη σέ τοῦτο τό ἐρώτημα. Σκέφτομαι τά ἕξι μου παιδιά ὅλα γιατροί, τα εντεκα μου ἐγγόνια, τίς δέκα χιλιάδες ἀσθενεῖς μου, πού χειρούργησα καί τίς ἑκατοντάδες χιλιάδων πού ἐξέτασα καί θεράπευσα αὐτά τα χρόνια, σκέφτομαι καί τίς χιλιάδες κληρικούς καί μοναχούς καί μοναχές πού βοήθησα σάν γιατρός ἀφιλοκερδῶς ἀνάμεσα τους καί σύγχρονους  Ἁγίους  τῆς Ἐκκλησίας μας (Ὅσιος Έφραίμ Κατουνακιώτης, Γέροντας Εὐμένιος Σαριδάκης), σκέφτομαι τέλος τούς φτωχούς πού βοήθησα σάν Γιατρός πού μόνο ὁ Θεός τούς ἔχει μετρημένους. 

Καί πάλι τό ἐρώτημα αὐτό  μέ βασανίζει.

Ἄραγε ἄξιζε νά πεθάνω τήν βραδιά ἐκείνη τοῦ Πολυτεχνείου;

Ὅμως ἐκεῖνο πού μέ παρηγορεῖ εἶναι ὅτι ἡ λύση ἐδόθη ἄνωθεν μέ ἀπό μηχανῆς Θεό μιά καθαρίστρια Ξενοδοχείου.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

"Ει τις εν λόγω ου πταίει ούτως τέλειος ανήρ"