Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2024

Ο Αγ. Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης - Παναγιώτης Σπ. Μαρτίνης

 
Ο Αγ. Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης (+3 Οκτωβρίου)

Παναγιώτης Σπ. Μαρτίνης
Διδάκτωρ Θεολογίας
Άρχων Ιερομνήμων της Μ.τ.Χ.Ε.
 
«Τω αυτώ μηνί Γ΄ (Οκτωβρίω 3), μνήμη του αγίου Ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου»
«Τέμνη κεφαλήν, και το λοιπόν ως μέγα,
Άρας γαρ αυτήν, Διονύσιε τρέχεις.
Τμηθείς Διονύσιε τρίτη κεφαλήν θέες αίρων»
(Συναξαριστής αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου)


Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, διάσημος Αθηναίος και μέλος του ανωτάτου δικαστηρίου, του γνωστού Αρείου Πάγου, προσήλθε στο χριστιανισμό ήδη από τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Το όνομά του συνδέεται με αυτό του Απ. Παύλου. Η σαγήνη που τον οδήγησε στη χριστιανική πίστη ήταν η ομιλία του Αποστόλου στην Πνύκα, όταν βρέθηκε στην Αθήνα. Ο Παύλος από τη Βέροια φυγαδεύτηκε στην Αθήνα, όταν οι Ιουδαίοι της Θες/νίκης έφτασαν εκεί  για να τον συλλάβουν. Στην Αθήνα ο Παύλος, αναμένοντας τους δύο μαθητές του, τον Σίλα και τον Τιμόθεο, «παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ θεωρούντι κατ΄ είδωλον ούσαν την πόλιν». Η Αθήνα ήταν η πόλη των Φιλοσόφων, Επικουρείων και Στωικών κυρίως, οι οποίοι συζητούσαν μεταξύ τους και έλεγαν «τι αν θέλοι ο σπερμολόγος ούτος λέγειν;». Ο Παύλος μιλούσε στη συναγωγή στους συμπατριώτες του Ιουδαίους, αλλά και προς όσους  συναντούσε κάθε μέρα στην αγορά. Ιδιαίτερα τους ενοχλούσε το περί αναστάσεως των νεκρών κήρυγμά του. Γι΄ αυτό, αφού τον έπιασαν, τον οδήγησαν στον Άρειο Πάγο λέγοντάς του· «Δυνάμεθα γνώναι τις η καινή αύτη η υπό σου λαλουμένη διδαχή;». Γιατί κάποια παράδοξα  και πρωτάκουστα διδάγματα φέρνεις με τη διδασκαλία σου στ΄ αυτιά μας. Θέλουμε, λοιπόν, να μάθουμε τί είναι αυτά που διδάσκεις!

Τότε, «σταθείς ο Παύλος μέσω του Αρείου Πάγου» εκφώνησε την περίφημη ομιλία του, όπως μας τη διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο του «οι Πράξεις των Αποστόλων» (Κεφ. ιζ΄, 22-31). Με αφορμή που είδε στην «κατείδωλον» Αθήνα και τον βωμόν «Αγνώστω Θεώ» θα τους πει: «Τον Θεό, λοιπόν, που λατρεύετε χωρίς να γνωρίζετε, αυτόν ήλθα να σας κηρύξω». Και κυλούσε ο λόγος του, φαίνεται μάλιστα ότι τον άκουγαν  με προσοχή, μέχρι του σημείου που τους είπε  ότι ο Θεός ζητεί από τους ανθρώπους τη μετάνοια, «διότι έστησεν  ημέραν  εν η μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη, εν ανδρί ω ώρισε, πίστιν  παρασχών πάσιν αναστήσας αυτόν εκ νεκρών». Μόλις οι Αθηναίοι Φιλόσοφοι άκουσαν την «περί αναστάσεως των νεκρών» διδασκαλία του Παύλου, αλήθεια που δεν πίστευαν «οι μεν εχλεύαζον, οι δε είπαν· Ακουσόμεθά σου πάλιν περί τούτου». Τότε  ο Παύλος βγήκε  από το μέσον του Αρείου Πάγου, που τον είχαν περικυκλώσι για να τον ακούσουν.

Μερικοί όμωςακροατές πίστευσαν στο κήρυγμά του συνδέθηκαν μαζί του «εν οις και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και γυνή ονόματι Δάμαρις και έτεροι συν αυτοίς».

Δυστυχώς οι πληροφορίες για το βίο και τη δράση του Διονυσίου ως χριστιανού, είναι ελάχιστες.

Κατά το καθηγητή Γ. Γρατσέα: «Εκ του ότι, αφ’ ενός αναφέρεται ονομαστικώς, αφ΄ ετέρου δε ήτο μέλος του Αρείου Πάγου, μαρτυρείται ότι ο Διονύσιος ήτο σημαντικό μέλος της αθηναϊκής κοινωνίας των χρόνων της Κ. Διαθήκης. Το αξίωμά του δηλοί ότι ήτο αθηναϊκής καταγωγής και γόνος επισήμου οικογενείας· Θεωρείται πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, ενώ κατά τινας επεσκόπευε μετά τον Ιερόθεο»1

Ο «Συναξαριστής» μας πληροφορεί τη μετάβαση του Διονυσίου, ως επισκόπου, στα Ιεροσόλυμα. Γράφει: «Ότε δε η Κυρία Θεοτόκος εκοιμήθη και προς τον Υιόν αυτής εξεδήμησε, τότε και ο μέγας ούτος Διονύσιος παραδόξως επέστη εις την αυτής κοίμησιν, αρπαγείς εν νεφέλη μετά των Ιερών Αποστόλων και θείων Ιεραρχών».2

Ο ίδιος «Συναξαριστής» τον θέλει να έρχεται στη Ρώμη προς συνάντηση του αγ. Κλήμεντος, επισκόπου της πόλης και γνωστού «αποστολικού πατρός». Με τη δική του παρακίνηση έφτασε μέχρι το Παρίσι, μικρή τότε πόλη της Γαλλίας, όπου με τους δύο μαθητές του Ρουστικό και Ελευθέριο έκτισε «…εις εν μέρος ευκτήριον και Εκκλησίαν μικράν, εκεί ευρίσκετο διδάσκων και ελκύων εις την ευσέβειαν με λόγια και έργα και θαύματα και μάλιστα με την ιλαρότητα της ψυχής του, όλους του εκεί ευρισκομένους έλληνας ενδόξους και αδόξους, και αυτούς τους ελλογίμους»3.

Κατά το «Αγιολόγιον» «…το βέβαιον είναι ότι υπήρξε μάρτυς κατά τον επί Δομετιανού διωγμόν (81-96) αποτμηθείς την κεφαλήν, την οποίαν, ως και η κατ΄ αυτόν διήγησις λέγει, εβάσταζεν εις τας χείρας αποκοπείσαν και παρέδωκεν εις την ευσεβή γυναίκα Κατούλαν. Τελείται δε αυτού σύναξις εν τη μεγάλη εκκλησία.4

Εγκώμιο εις τον αγ. Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη έγραψε ο Μιχαήλ ο Σύγκελλος, πρεσβύτερος Ιεροσολύμων, που μεταξύ των άλλων αναφέρει: …ότι της Αποστολικής προεδρίας ως αληθώς άξιος ανεδείχθη, και διδάσκαλος ην διδασκάλων, και ποιμήν ποιμένων, και Παύλω παραπλήσιος και κορυφαίος τις και άλλος Απόστολος».

Επίσης του Διονυσίου εγκώμιον έγραψε και ο Νικήτας ο Παφλαγών, που αρχίζει «Επ΄ όρους υψηλού αναβήναι…».

Αλλά και ο Νικόδημος ο Αγιορείτης συμπληρώνει: «Εις τούτον τον άγιον εφιλοπόνησεν η εμή αναξιότης κανόνα ολόκληρονκαι τα ελείποντα τροπάρια της αυτού εορτής…». Τέλος, αναφέρει ότι «… ο δε θείος Χρυσόστομος, πετεινόν του ουρανού ονομάζει». 5

Ο Διονύσιος συνδέθηκε στενά, σύμφωνα με την παράδοση, αφού σαφείς μαρτυρίες δεν υπάρχουν, με τον άγ. Ιερόθεο, ίσως πρώτον επίσκοπο Αθηνών, Αρεοπαγίτη, επίσης, που υπήρξε ακροατής και μαθητής του Απ. Παύλου. Γράφεται ότι «Προκατηχηθείς δε την εις Χριστόν πίστιν από τον απόστολον Παύλον, και βαπτισθείς, χειροτονείται επίσκοπος Αθηνών. Αυτός δε πάλιν μυσταγωγεί τελειότερον τα περί Χριστού δόγματα τον Αρεοπαγίτην Διονύσιον»6.

Ο άγ. Διονύσιος τιμάται από την Εκκλησία ως ιερομάρτυρας και είναι ο πολιούχος της Αθήνας. Σύμφωνα με το Απολυτίκιό του: «Χρηστότητα εκδιδαχθείς και νήφων εν πάσιν, αγαθήν συνείδησιν ιεροπρεπώς ενδυσάμενος, ήντλησας εκ του σκεύους της εκλογής τα απόρρητα και την πίστιν τηρήσας, τον ίσον δρόμον τετέλεκας, ιερομάρτυς Διονύσιε· πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ σωθήναι τας ψυχάς ημών».

Πρέπει να σημειωθεί ότι με το όνομα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου φέρονται αξιόλογα συγγράμματα θεολογικού περιεχομένου. «Ο συγγραφεύς προβάλλεται ως πρόσωπον της αποστολικής περιόδου, ως ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης… Έως των χρόνων της Αναγεννήσεως, το ότι συγγραφεύς ήτο ο Αρεοπαγίτης επιστεύετο γενικώς, τύσον εις την Ανατολήν όσον και εις την Δύσιν και ομοφώνως αι συγγραφαί αύται απέλαινον υψηλής εκτιμήσεως ως αυθεντική και έγκυρος μαρτυρία των αποστολικών χρόνων, σχεδόν όπως αύτη η Καινή Διαθήκη».7

Είναι αλήθεια ότι από την πρώτη εμφάνιση των Αρεοπαγιτικών έργων εκφράστηκαν σοβαρές αμφιβολίες για τη γνησιότητά τους. Ο Καθηγητής Βασίλειος Στεφανίδης αναφέρει: «Τέλη της Ε΄ εκατονταετιρίδος παρουσιάσθησαν εν Συρία τα συγγράμματα, τα οποία φέρουσι το όνομα του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Ο πραγματικός συγγραφεύς  είναι άγνωστος, περιέχουσι  δε σύστημα μυστικής θεολογίας…. Τα συγγράμματα Διονυσίου του Αρεοπαγίτου  εσχολιάσθησαν υπό Μαξίμου του Ομολογητού (+662), ο οποίος μεγάλως εξετίμα αυτά…»8. Επειδή δε «περιέχουσι σύστημα μυστικής θεολογίας» επηρέασαν βαθύτατα τους μυστικούς θεολόγους, ιδιαίτερα μάλιστα Συμεών το Νέο Θεολόγο.

Το «Corpus Areopagiticum», όπως ονομάζονται, περιλαμβάνει τέσσαρας πραγματείες και δέκα επιστολές. Οι «πραγματείες» αυτές γράφηκαν πιθανώς σε διαφορετικούς χρόνους και στα χειρόγραφα περιλαμβάνονται με την εξής σειρά: α) «περί των θείων ονομάτων», β) «περί μυστικής θεολογίας», γ) Περί της ουρανίας ιεραρχίας» και δ) «Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας». Η επίγειος αυτή ιεραρχία (επίσκοποι, πρεσβύτεροι και διάκονοι) διοχετεύει  την θεία Χάρη στην Εκκλησία «και ούτως επαναφέρει αυτήν εις τον Θεόν». Είναι πραγματεία  περί των μυστηρίων. «Ο συγγραφεύς περιγράφει εξ βασικάς τελετουργίας: το βάπτισμα, την ευχαριστίαν, το μύρον, την χειροτονίαν, την μοναστικήν ομολογίαν, την κηδείαν («μυστήριον επί των ιερώς κεκεοιμημένων»).

ε) Οι Αρεοπαγιτικές επιστολές πραγματεύονται διάφορα θέματα. Είναι σύντομα θεολογικά δοκίμια και απευθύνονται σε διάφορα πρόσωπα.

Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι τα Αρεοπαγιτικά έργα «έπαιξαν» μεγάλο ρόλο στην πατερική Γραμματεία. Συχνά οι πατέρες αναφέρονται στις θεολογικές τους, ακόμη και στις φιλοσοφικές τους θέσεις, και επηρεάζονται απ΄ αυτές.

Οι περί μυστικισμούς απόψεις τους πέρασαν από τον αγ. Συμεών τον Νέο Θεολόγο (10ος αι.) στον ιδ΄ αιώνα, την περίοδο του ησυχασμού, με πνευματικό μέντορα και ηγέτη τον αγ. Γρηγόριο τον Παλαμά.


  1. Θ.Η.Ε.τομ.5ος, σελ. 8
  2. Οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου, τ. 1ος, Θεσ/νίκη 1989, σελ. 263
  3. Αμέσως προηγ. Σελ. 269
  4. Σωφρ. Ευστρατιάδου, εκδ. Απ. Διακ. Ανατύπωσις 1995, σελ.115.
  5. Βλ. προηγ. «Συναξαριστή» σελ. 268, σημ. 11
  6. Προηγ., σελ. 279
  7. Θ.Η.Ε.Τ. 12ος, σελ. 473
  8. Εκκλ. Ιστορία, 3η εκδ., Αθήναι 1970, σελ. 332

Δεν υπάρχουν σχόλια: