Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Ἀλλ’
ὁ ΚύριοςἸησοῦς Χριστός, ὅπως γνωρίζουμε, οὐδέποτε μεροληπτεῖ. Κάποια ἰδιαίτερα
χαρακτηριστικά βρῆκε στόν Ζακχαῖο καί γι’ αὐτό τόν ἐκάλεσε στή σωτηρία. Ποιά ἦταν αὐτά τά χαρακτηριστικά;
*****
Ὁ Ζακχαῖος, ὅπως ἀκούσαμε στό εὐαγγελικό μας ἀνάγνωσμα «ἐζήτει ἰδεῖν τόν Ἰησοῦν». Ζητοῦσε νά δεῖ τόν Χριστό. Κι αὐτή ἡ ἐπιθυμία δέν ἦταν ἁπλῆ περιέργεια. Ἦταν πόθος, λαχτάρα, βαθειά ἀναζήτηση Ἐκείνου ὁ Ὁποῖος θά μποροῦσε νά τόν λυτρώσει ἀπό τό βάρος τῆς ἐνοχῆς τόσων πράξεων κλοπῆς καί συκοφαντίας καί ἐκμετάλλευσης τοῦ λαοῦ ἀπό τόν ὁποῖο εἰσέπραττε τούς φόρους γιά λογαριασμό τῶν ρωμαίων. Ὁ Ἀρχιτελώνης τῆς Ἱεριχοῦς εἶχεν ἀκούσει νά μιλοῦν γιά τόν Χριστό, γιά τά θαύματά του, τήν διδασκαλία Του, τήν συγχώρηση πού ἔδινε στούς ἁμαρτωλούς καί μέσα στήν καρδιά του ἄναψε καί φούντωσε πόθος ἱερός νά τόν δεῖ.
Εὐλογημένος πόθος! Ἅγια ἐπιθυμία! Καί ὅπου ὑπάρχει
αὐτή ἡ δίψα, αὐτός ὁ διακαής πόθος αὐτή ἡ
εἰλικρινής ἀναζήτηση τῆς ψυχῆς, ὁ Χριστός τρέχει νά τήν ἱκανοποιήσει. Διότι ἀκριβῶς
«τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτόν μισθαποδότης γίνεται» (Ἑβρ. ια΄6). Ἀνταποκρίνεται στόν
πόθο ἐκείνων πού τόν ἀναζητοῦν καί ἀμοίβει αὐτή τους τήν ἀναζήτηση. Ἱκανοποιεῖ
τήν δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιά θεογνωσία. Αὐτό φαίνεται καθαρά ὄχι μόνο στήν
περίπτωση τοῦ Ζακχαίου, ἀλλά σέ ὅλους τούς ἐκλεκτούς τοῦ Θεοῦ διά μέσου τῶν αἰώνων.
Εἶναι τόσο χαρακτηριστικό αὐτό πού σημειώνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής γιά τόν γέροντα
Συμεών τόν Θεοδόχο, ὅτι ἦταν ἄνθρωπος «προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ»,
περίμενε δηλ. μέ πόθο τόν Μεσσία, πού θά ἔφερνε παρηγοριά καί λύτρωση στό Λαό
τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ ἱερός αὐτός πόθος τοῦ γέροντα ἐκπληρώθηκε, ὅταν δέχτηκε στήν ἀγκάλη
του ὡς βρέφος τόν Κύριο.
****
Ὅμως, ἀδελφοί μου, ψυχή πού λαχταρᾶ νά γνωρίσει
τόν Χριστό, πού θέλει νά δοθεῖ στόν Χριστό καί ὁ Χριστός νά γίνει ἔνοικός της
καί συνδαιτημόνας της, Σωτήρας καί Λυτρωτής της, εἶναι ἀνάγκη νά διαθέτει καί ἄλλο
βασικό γνώρισμα. Καί αὐτό εἶναι ἡ
διάθεση γιά ἀνάληψη ἀγώνα προκειμένου νά δεῖ τόν πόθο της νά γίνεται
πραγματατικότητα. Γιά νά πλησιάσεις τόν Κύριο καί νά ἑνωθεῖς μαζί του θά
χρειαστεῖ νά κοπιάσεις, νά ἱδρώσεις, νά κλάψεις, νά ταπεινωθεῖς.
Καί
αὐτό τόν ἀγώνα, αὐτόν τό κόπο καί τήν ταπείνωση τήν ἀνέλαβε πρόθυμα καί ἀγόγγυστα
ὁ Ζακχαῖος. Πῆγε καί σκαρφάλωσε πάνω σ’ ἕνα δένδρο, στό δρόμο ἀπό τόν ὁποῖο θά
περνοῦσε ὁ Κύριος. Ἔκαμε αὐτή τήν κίνηση πού στοίχιζε καί μάλιστα πολύ. Ἔτρεξε
καί προσπέρασε τό πλῆθος πού συνωστιζόταν γύρω ἀπό τόν Χριστό. Προσπέρασε τούς
πολλούς κι ἀνέβηκε στό πλησιέστερο δένδρο ἀδιαφορώντας γιά τά σχόλια τά εἰρωνικά, τά ἐπικριτικά τῶν συναδέλφων
του καί τῶν συμπολιτῶν του. Μέ τήν
κίνησή του αὐτή πέτυχε ὄχι μόνο νά ἰδεῖ τόν Κύριο, ἀλλά καί νά τόν φιλοξενήσει ἐκείνη
τήν ἡμέρα στό σπίτι του. Ὁ Κύριος τοῦ ἐχάρισε πολύ περισσότερα ἀπ’ ὅσα εἶχεν ἐπιθυμήσει.
Ἐκτός ἀπό τόν πόθο καί τόν ἀγώνα πού θέλει νά δεῖ
στήν ψυχή ὁ Κύριος προκειμένου νά τῆς ἐμφανισθεῖ, χρειάζεται ὅμως καί κάτι ἀκόμη.
Μᾶς τό διδάσκει καί αὐτό ὁ Ζακχαῖος, ἡ ὑπέροχη αὐτή μορφή τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀσναγνώσματος.
Μόλις ἡ ἱερή ἐκείνη συνοδεία τοῦ Κυρίου καταλήγει στό σπίτι του ἡ πρώτη κίνηση
τοῦ πλούσιου ἀρχιτελώνη εἶναι νά βγεῖ ἐκεῖ μπροστά σέ ὅλους καί νά κάμει
δημόσια τήν ἐξομολόγησή του. Ἀναγνωρίζει μέ εἰλικρίνεια ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός,
ὅτι ἀδίκησε πολλούς καί ὑπόσχεται νά ἀποκαταστήσει τήν ἀδικία. Μέ καταφανῆ τά
χαρακτηριστικά τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλοίωσης στό πρόσωπό του δηλώνει μπροστά σέ ὅλους
πώς θά μοιράσει τή μισή του περιουσία στούς πτωχούς, καί σέ ὅσους ἀδίκησε θά
τούς τά δώσει πίσω τετραπλάσια. Αὐτό θά πεῖ, ἀδελφοί μου, μετάνοια. Σέ μιά
στιγμή ὁ λύκος γίνεται ἀρνί. Αὐτές τίς ἐσωτερικές ἀλλοιώσεις, αὐτές τίς νεκραναστάσεις
ἐπιτελεῖ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός στίς ψυχές τίς ἐπιδεκτικές, στίς ψυχές πού
τόν ἀναγνωρίζουν, τόν δέχονται καί τόν καθιστοῦν Κύριο τῆς ὕπαρξής τους.
Εἶναι
λοιπόν σημαντικό νά κατανοήσουμε πώς ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ
μέσα μας γύρω μας, στό σπίτι μας, μέσα
στήν οἰκογένειά μας δέν εἶναι ἐθιμοτυπική. Τότε εἶναι ἀληθινή παρουσία, ὅταν φέρνει ἀλλαγή. Καί ἀλλαγή δέν
σημαίνει μόνο νά γεμίσουμε τό σπίτι μας μέ εἰκόνες καί θρησκευτικά βιβλία. Αὐτό
εἶναι εὔκολο καί δέν προσφέρει ἀπό μόνο του τίποτε. Ἀλλαγή σημαίνει εἰλικρινῆ Ἐξομολόγηση
ἐνώπιον τοῦ πνευματικοῦ. Σημαίνει ἀκόμη ἐπανόρθωση τῶν λαθῶν καί τῶν ἀδικιῶν
πού κάναμε. Τότε θά μπορεῖ νά μένει ὁ Κύριος στήν καρδιά μας, στό σπίτι μας καί
νά βεβαιώνει: «Σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο».
****
«Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γάρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖνε»
Αὐτά τά στοιχεῖα πού διέκρινε ὁ
Κύριος στήν καρδιά τοῦ Ζακχαίου τά παρουσίαζε καί μάλιστα πολύ ἔντονα στή ζωή
του καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τοῦ ὁποίου τή μνήμη γιορτάζουμε σήμερα. Γεννημένος
μέσα σέ οἰκογένεια χριστιανική ἔχοντας πατέρα ἐπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ καί μητέρα ἁγία, ἀπό μικρό παιδί πόθησε τόν Χριστό καί τόν ἀγάπησε μ’ ὅλη
του τήν καρδιά. Ἡ προτροπή τοῦ Κυρίου σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή «υἱέ, δός μοι σήν
καρδίαν» βρῆκε στήν περίπτωση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου πλήρη τήν ἐφαρμογή της.
Ὅταν
κάποτε σπουδαστής ἀκόμη τῆς κοσμικῆς σοφίας ταξίδευε ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια στήν Ἀθήνα
προκειμένου νά δρέψει τό νέκταρ τῆς σοφίας τοῦ κλεινοῦ ἄστεως, κινδύνεψε αὐτός
καί οἱ συναταξιδιῶτες του ἀπό τρικυμία μεγάλη. Ὅλοι καταλήφθηκαν ἀπό φόβο,
παρέλυσαν οἱ δυνάμεις μπροστά στήν πραγματικότητα τοῦ ὑγροῦ τάφου πού ἔχασκε
κάτω ἀπό τά πόδια τους. Μπροστά σ’ἐκεῖνο τόν κίνδυνο φοβήθηκε κι ὁ Γρηγόριος.
Φοβήθηκε ὄχι γιά τό συναπάντημά του μέ τόν θάνατο. Αὐτό ἔτσι κι ἀλλοιῶς κάποια
μέρα θά γίνει. Φοβήθηκε γιατί ἦταν ἀκόμη ἀβάπτιστος κι ἄν πέθαινε τότε θά ἔμενε
μακριά ἀπ’τόν Χριστό. Αὐτό δέν τό ἀντέχει οὔτε σάν σκέψη νά περάσει ἀπό τό
μυαλό του. Ὁ Γρηγόριος μέσα στό καράβι ὑψώνει τά χέρια, πέφτει μέ τό πρόσωπο
καταγῆς. Πεσμένος μπρούμυτα ὑψώνει φωνή
πού ξεπερνᾶ τά κύματα καί τίς βροντές. Ὁ Χριστός πρέπει νά τόν ἀκούσει, νά τόν ἐλεήσει.
Πρέπει νά τόν σώσει ἀπό τά κύματα, νά ἑνωθεῖ πρῶτα μαζί Του μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα,
κι ἔπειτα ἄς γίνει ὅ,τι κρίνει ὁ Χριστός.
Μόνο νά μή πεθάνει χωρίς νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό. Προσεύχεται γοερά, χωρίς νά
ντρέπεται τούς συνεπιβάτες του πού τἄχουν κι ἐκεῖνοι χαμένα μπροστά στό μεγάλο
κακό πού τούς βρῆκε. Ἐκεῖνο πού τόν ἐνδιέφερε δέν ἦταν τά σχόλια τῶν ἄλλων· ἦταν
νά μή πεθάνει χωρίς νά ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό. Γι’ αὐτό καί γύμνωσε τήν ψυχή του
μπροστά στό Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Κραύγασε στόν Θεό τόν πόνο του. «Ἐσύ, Θεέ
μου, ἔκανες τόσα καί τόσα θαυμαστά γιά τγό λαό σου. Ἔσωσες τούς Ἑβραίους ἀπό
τούς Αἰγυπτίους, τούς προστάτεψες ἄπειρες φορές. Τί εἶναι γιά σένα ἕνα νεῦμα,
νά σώσεις κι ἐμένα τό δοῦλο σου. Τό θέλω καί σοῦ τό ζητῶ γιά νά εἶμαι στούς
κόλπους σου αἰώνια. Ἄν μ’ ἀφήσεις, Θεέ μου νά ζήσω, γιά σένα θά ζήσω. Αὐτός ἦταν
ὁ Γρηγόριος,ἀδελφοί,. Ἦταν μιά καρδιά γεμάτη πόθο γιά τό Χριστό. Ὁ Χριστός γιά
τόν Γρηγόριο εἶναι τό πᾶν, χωρίς αὐτόν δέν μπορεῖ νά ζήσει οὔτε λεπτό, γιἀ αὐτό
καί διακηρύττει «Θεοῦ μνημονευτέον μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον».
Αὐτόν
τόν Χριστό πού ἐπόθησε καί ἀγάπησε μ’ ὅλη του τήν καρδιά, ἀγωνίστηκε νά τόν
κρατήσει ὁ ἴδιος στήν ψυχή του, ἔλυωσε κυριολεκτικά προκειμένου νά τόν γνωρίσει
καί στούς ἄλλους. ὅταν ἔφθασε στήν Κων/λη καλεσμένος ἀπό τόν νεαρό αὐτοκράτορα
Θεοδόσιο, ἡ Πόλη τῶν Πόλεων ἦταν στά χέρια τῶν Ἀρειανῶν. Ξεκίνησε τήν
προσπάθεια ἀνασύνταξης τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τό ναῒδριο τῆς Ἀναστασίας. Ἐκεῖ ἐξεφώνησε τούς περίφημους θεολογικούς
λόγους του, κι ἀνάστησε τήν Ὀρθοδοξία. Λιθοβολήθηκε, ἀπό τούς αἱρετικούς, ἀντιμετώπισε
τό φάσμα τῆς ἐν ψυχρῷ δολοφονίας, ὅμως δέν ὑποχώρησε. Ἔμεινε βράχος πάνω στόν ὁποῖο
τσακίστηκαν τά κύματα πού ὁ «δράκων ὁ πυρρός, ὁ μέγας ἐξετόξευσε κατά τῆς Ἐκκλησίας,
ἵνα ποταμοφόρητον αὐτήν ποιήσῃ». Κήρυξε Χριστόν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα.
Ζώντας ὁ ἴδιος μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς μετάνοιας, τῆς προσευχῆς, τοῦ ἀγώνα τῆς
κάθαρσης τοῦ νοῦ καί τῶν αἰσθήσεων, καλοῦσε καί ἄλλους νά γευθοῦν τό μεγάλο αὐτό
δῶρο τῆς ἄφεσης τῶν ἁμαρτιῶν, τῆς βίωσης τῆς ἀληθινῆς πίστης, τῆς ἄσπιλης Ὀρθοδοξίας.
Κι
ὅταν οἱ μικρότητες τῶν ἀδελφῶν του ξεσήκωσαν θύελλα στούς χώρους τῆς Β΄Οἰκουμενικῆς
Συνόδου τῆς ὁποίας ἦταν ὀ κανονικός Πρόεδρος, δέν δίστασε ἀπό τόν ἄμβωνα νά
φωνάξει μ’ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του: «Ἐγώ ποιμένες ἱεροί καί τίμιοι, τήν ἀρχήν
οὐκ ἤθελον τῆς βασιλίδος δέξασθαι· ἀλά καί πόνοις τε καίο ἱδρῶσι τοῖς ἐμοῖς ἐπάγη
τε καί ηὐξήθη τῶν τῆδε ἡ Ἐκκλησία, ἤρκει μοι ταῦτα τῷ Θεῷ θησαυρίζειν παρ’ αὐτοῦ
τήν ἀντίδοσιν ἀναμένοντι… Ἀλλ’ἱκετεύω ὑμᾶς πρός τῆς Τριάδος αὐτῆς καλῶς καί εἰρηνικῶς
διαθέσθαι τά πρός ἀλλήλους», ἄν ἐγώ εἶμαι ὁ αἴτιος τῆς διάστασης καί τῆς ταραχῆς,
δέν εἶμαι τιμιώτερος Ἰωνᾶ τοῦ προφήτου. Ρίξετέ με στή θάλασσα καί θά σταματήσει
ἡ τρικυμία. Προτιμῶ νά πάθω ὅτι θέλετε ἄν καί εἶμαι ἀθῶος, γιά χάρη τῆς δικῆς ἑνότητας
καί ὁμόνοιας. Ἕνα πρᾶγμα σᾶς ζητῶ «τήν ἀλήθειαν καί τήν εἰρήνην ἀγαπήσατε» κι ἔφυγε
ὄχι μόνο ἀπό τήν Σύνοδο, ἀλλά κι ἀπ’ αὐτή τήν Βασδιλεύουσα κι ἀποτραβήχτηκε
στήν ἀγαπημένη του ἡσυχία μέ προσευχή καί πόνο γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα
Ὁ Ἀρχιτελώνης Ζακχαῖος ὁ μετέπειτα Ἀπόστολος καί ἅγιος
τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί ὁ ἱερός Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς δείχνουν τόν δρόμο τῆς
ἀληθοῦς θεογνωσίας. Εὐχηθῆτε παρακαλοῦμε, στούς δυχείμερους καιρούς μας νά
φουντώνει σέ ὅλο καί περισσότερες καρδιές ὁ πόθος γνωριμίας μέ τόν Χριστό.
Πόθος πού θά συνοδεύεται ἀπό ἀγώνα καί προσπάθεια ὑπέρβασης τῶν ἐμποδίων καί τῶν
δυσκολιῶν γιά συνάντηση προσωπική μέ τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή τῶν ψυχῶν μας, μέ ἔμπρακτη
μετάνοια καί βίωση τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας, τῶν ὁποίων κήρυκας εἴθε νά εἶναι
καί ὁ ἄμεσεος βοηθός καί συνεργάτης σας θεοφιλέστατος Χωρεπίσκοπος Μεσαορίας
κ.κ.Γρηγόριος, ὁ ὁποῖος καί ἄγει σήμερα τά ὀΝομαστήριά του. Πολλά τά ἔτη σας
θεοφιλέστατε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου