Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

ΕΝΑΣ ΙΑΤΡΟΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ: ΤΑΣΟΣ ΖΑΝΝΗΣ - Π.Β. Πάσχος


ΕΝΑΣ ΙΑΤΡΟΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ:
ΤΑΣΟΣ ΖΑΝΝΗΣ
(1929-2004)

Π.Β. Πάσχος*

Tον εγνώριζα διαβάζοντας κείμενά του στη Σκαπάνη, στο Σύνορο και στη Σύναξη. Ήταν στενός συνεργάτης του Χρήστου Γιανναρά και της συντροφιάς  του όπου, παρ' όλον ότι είχε σπουδάσει ιατρική, έγραφε λογοτεχνικά κείμενα (δοκίμια, διηγήματα, ποιήματα, κριτική θεάτρου) και άλλα επίκαιρα σημειώματα. Κάποια στιγμή, όμως, έκανε έναν μεγάλο επιστημονικό περίπατο στην Ευρώπη και πέρασε και από το Παρίσι να ιδεί τους φίλους του. Τότε τον συνάντησα κ' εγώ και συζητήσαμε και ψάλαμε για λίγο στην  εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, όπου τότε ήμουνα πρωτοψάλτης Εκεί εκτίμησα τη γλυκύτητα της φωνής, την απλότητα και την κατάνυξη του ιεροψαλτικού ύφους του, πράγματα που τα διαπίστωσα και όταν επέστρεψα στην Ελλάδα κ’ έψαλα με μια καλή συντροφιά στον ιερό ναό Αγίου Σεραφείμ και Προφήτου Ηλιού, στην Παλαιά Πεντέλη. Εδώ ερχόταν ο Τάσος πότε-πότε και συμψάλαμε. Τότε τον εκτίμησα βαθύτερα και τον αγάπησα περισσότερο, καθώς είδα την αφοσίωσή του στο εκκλησιαστικό του φρόνημα και τη βαθειά γνώση του στη βυζαντινή μουσική, την οποία απέδιδε μ' έναν μοναδικό τρόπο.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα του βίου του από την αρχή. Ο Τάσος Ζαννής   γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1929 στον Πειραιά, από γονείς που είχαν έρθει από τη Σύμη και ο Τάσος ήταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά τους. Οι γονείς του έβαλαν ό,τι είχαν για να δώσουν στα παιδιά τους την αγωγή και μόρφωση που χρειάζονταν -ιδιαίτερα στον Τάσο που είχε μια όρεξη για το διάβασμα και τη γνώση, η οποία δεν σταματούσε πουθενά. Όπως λέει η Μαρία Τσάτσου σ' ένα σημείωμά της στο Άντι (τχ. 81 4, 2 Απριλίου 2004, σ.49, «Ένας Μεγάλος Ελάσσων»), πολλές φορές έκαμνε τον δρόμο Πειραιάς-Αθήνα με τα πόδια, για να βλέπει όλα τα βιβλιοπωλεία και να ψάχνει για το ένα και το άλλο στις βιβλιοθήκες πού συναντούσε, για τίς μελέτες του. «Στράφηκε από την αρχή στο ψυχικό μέρος του ανθρώπου, θέλησε να γίνει ψυχίατρος. Βλέποντας όμως το σώμα να πάσχει και να κλονίζεται από τα πάθη της ψυχής, προτίμησε τη γενική Ιατρική. Ούτως ή άλλως οι ασθενείς του εναπέθεταν σ' αυτόν όλες τους τις ψυχικές ανησυχίες και τα φορτία. Όταν παραπονιόντουσαν για κακή υγεία,  συχνά τους απαντούσε ότι αστειεύονται, κι αντί για φάρμακα τους ξεπροβόδιζε μ' ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη και μια συμβουλή».
 Ο Τάσος σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου ετοίμασε και τη διδακτορική του διατριβή. Εργάστηκε ως παθολόγος στο «Τζάνειο» (1950-1960),  μετά στο ΙΚΑ και κατόπιν, για πολλά χρόνια, στο Κέντρο Ερευνών «Δημόκριτος», χωρίς να εργασθεί καθόλου ιδιωτικά. Έχει γράψει πολλά άρθρα-δοκίμια γύρω από το θέμα του θανάτου και τη βιοϊατρική, ενώ ασχολήθηκε, διαβάζοντας πολλά λογοτεχνικά βιβλία όπως οι περισσότεροι γιατροί, και είχε μια κλίση προς το ποιητικό γράψιμο, όπως φανερώνουν και αρκετά κείμενά του: «Μια ανεμοσυρμή έρριξε κάμποσα ξερόφυλλα από την καρυδιά πλάι στο πηγάδι κι ο γέρος τυλίχτηκε στην κάπα του, ανασηκώνοντας την ως τ' αυτιά... Πόσες φορές δεν είχε βγει έτσι στο ξάγναντο, σούρουπο ή πρωί  ή μεσημέρι. Ακόμα και τις νύχτες, όταν όλοι κοιμούνται, θαρρείς πως έχει τ' αυτί του ξάγρυπνο, και με το πρώτο αλύχτισμα ή τον πιο μακρινό κρότο από βήματα στο λιθόστρωτο πετάγεται έξω, φέρει το Χέρι πάνω απ' τα μάτια και σαρώνει με το βλέμμα τον δρόμο ερευνητικά. Πόσα χρόνια πέρασαν έτσι; Δεν μπορεί πιά να τα μετρήσει!» (Η επίσκεψη», Σύναξη, τχ. 49/1 994, σ. 87)
Ο Τάσος μεγάλωσε μέσα στις θρησκευτικές οργανώσεις, αλλά η εμβάθυνση στα εκκλησιαστικά και τα ορθόδοξα βιώματα τον έκανε ν' απομακρυνθεί διακριτικά απ' αυτές, αποφεύγοντας το πνεύμα του πιετισμού όπου σε μερικές πλευρές τους επικρατούσε. Αυτό φαίνεται στα κείμενα που δημοσίευσε στη Σκαπάνη, στο Σύνορο και στη Σύναξη, πότε με το όνομά του και πότε με ψευδώνυμο, όπως και η φίλη και συνεργάτις αυτών των περιοδικών Καίτη Χιωτέλλη. Το ευεργετικό πέρασμά του, ωστόσο, από την πνευματική κίνηση των Οργανώσεων αυτών είναι φανερό σέ πολλά από τα μέλη των ΧΜΟ (Χριστιανικών Μαθητικών Ομάδων), όπως γράφει ένας διακεκριμένος θεολόγος και συγγραφέας, ο Αθανάσιος Κοτταδάκης στο «Χαιρετιστήριο μνήμης στον Τάσο Ζαννή» (Ανάπλασις, τχ. 411/2004, σ. 76-77): «Αναφέρομαι ιδιαίτερα στους Ομαδάρχες της λαμπρής εκείνης πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας και κάτι, που το έργο και η παρουσία των ΧΜΟ στην Ελλάδα, υπό τήν πνευματική καθοδήγηση Άναστασίου Γιαννουλάτου και Δημητρίου Τρακατέλλη, Αρχιεπισκόπων Αλβανίας και Αμερικής σήμερα, είχε φτάσει σε οριακή κορύφωση!» Ο Αθ. Κοτταδάκης θυμάται μ' ευγνωμοσύνη τον τότε ομαδάρχη του Τάσο Ζαννή, τις ώρες που πέρασε με τ' άλλα μέλη τής ΧΜΟ κοντά του, λαβαίνοντας μέρος σε ποικίλες δραστηριότητες, όπου ο Τάσος ήταν ο φωτεινός νους και ο ακούραστος οδηγός. Και καταλήγει: «Μικρό χαριστήριο, αδελφέ μου Τάσο, ήρθα να σου πω. Χαραμάδα ήρθα ν' ανοίξω μικρή, αρκετή όμως για όσους να διακρίνουν μπορούν, την παρρησία που σου προμηθεύαν αυτά στον Θεό, μαζί με πολλά και άλλα που η Αγάπη του γνωρίζει. Όντας, λοιπόν, τώρα εκεί όπου "δαιτυμόνες οι μακαριστοί" και "ήχος καθαρός εορταζόντων και βοώντων απαύστως, Κύριε δόξα σοι", εύχεσαι, ελπίζω, και για μας που συνεχίζουμε εδώ!»
Η ευεργετική παρουσία του Τάσου Ζαννή απλωνόταν, λόγω της γλωσσομάθειάς του σε όλα τα περιοδικά με τα οποία συνεργαζόταν και δημοσίευε λογοτεχνικά και επιστημονικά κείμενά του -είτε κατευθείαν στα ελληνικά είτε σε μεταφράσεις από τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ρωσικά και τα γερμανικά (που αυτά τα τελευταία τα είχε μάθει μόνος του). Ήταν γνωστό το μεράκι του να διαβάζει τους συγγραφείς που αγαπούσε στη γλώσσα τους. Όπως μας περιγράφει η Μαρία Τσάτσου, είχε μεταφράσει (και μερικά ποιήματα δημοσιεύτηκαν) θρησκευτικούς ποιητές της Ουαλίας, όπως τον R.S. Thomas (με την ποίηση του οποίου είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα) και τον David Jones (αυτόν τον τελευταίο με τη συνεργασία της Μ. Τσάτσου). Μεγάλη επιτυχία είχε η μετάφραση από τα γερμανικά του έργου του Τ. Bovet  Ο γάμος (έκδ. Έλαφος, Αθήνα 1968), καθώς και το έργο του Διαβάζοντας «Αδελφούς Καραμάζοβ» (έκδ. Δόμος, Αθήνα 2002), αφιερωμένο στις κόρες του. Ένα βιβλίο που είναι απαραίτητος σύντροφος για όποιον θελήσει να προσεγγίσει αυτό το αριστούργημα του Ντοστογιέβσκι.
Σημείωσα πιο πάνω για την αγάπη που είχε ο Τάσος στη Βυζαντινή Μουσική και τη μουσική γενικότερα, αφού έμαθε τη θεωρία της μουσικής (ήταν πολύ καλός βιολοντσελίστας) για να μπορεί να βοηθήσει την κόρη του την πιανίστα. Ο υπογραφόμενος μπορεί να μαρτυρήσει για την αγάπη και τη βαθειά γνώση τής βυζαντινής μουσικής που είχε ο Τάσος. Μνημόνευσα ήδη στην αρχή πως ερχόταν  στην εκκλησία του Αγίου Σεραφείμ στην Π. Πεντέλη και ψάλαμε μαζί. Το ήθος και το ύφος του Τάσου απέπνεε κάτι βαθύ και μυστικό, που μπορεί να εξηγηθεί μονάχα ως βίωμα. Το διέκρινα και όταν μου έφερε έναν τόμο 282 σελίδων, πού είχε ανθολογήσει ο ίδιος από παλαιά μουσικά βιβλία. Φωτοτύπησε τις σελίδες που αγαπούσε και τις βιβλιοδέτησε όλες μαζί, με τον τίτλο Παλαιά Στιχηραρικά Μέλη,  Ιανουάριος 1994. Ως υπότιτλο στο πολύτιμο αυτό βιβλίο έχει γράψει ό Τάσος τα εξής:

«Τονισθέντα παρά Χρυσάφου του
Νέου και Ιωάννου του Γλυκέως
τινά δε ερανισθέντα εκ του Παλαιού
Στιχηραρίου
φωτοτυπικώς άναπαραχθέντα εκ τινός
παλαιού χειρογράφου
επιμελεία του ιατρού —τάχα δε και ίε-
ροψάλτου- Αναστασίου Ζαννή»

Τα περιεχόμενα του τόμου είναι τα εξής: Δοξαστικά κατ' ήχον (Χρυσάφου του Νέου), Τα ένδεκα εωθινά Ιωάννου του Γλυκέως, Ώραι της παραμονής των Χριστουγέννων (εκ του Παλαιού Στιχηραρίου), Ώραι των Αγίων Παθών (εκ του Παλ. Στιχηραρίου), Δοξαστικόν της Κοιμήσεως της   Θεοτόκου, Έτερον οκτάηχον  εις την αποτομή του Προδρόμου, Την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, Έτερον δεινόν.
Ο Τάσος Ζαννής υπήρξε κ' ένας πολύ ευαίσθητος ποιητής, όπως μας δείχνουν τα ποιήματα που δημοσίευσε στη Σκαπάνη και στο Σύνορο. Η θρησκευτικότητα στην ποίηση του Ζαννή έχει μια μεταφυσική διάσταση που μας αγκαλιάζει και πότε-πότε μας συντρίβει:

δεν το 'λεγα απ' την ιδέα ως τη Μορφή
νάν' τόσο δύσκολος και άχαρος ο δρόμος...».
Οι αγραυλούντες ποιμένες σκύβουν ταπεινά λέγοντας:
«Άλλα να του προσφέρουμε δεν έχουμε
έξω από μια αγάπη πού μυρίζει τραγίλα».

Σε όλα τα ποιήματά του υπάρχει μια χαραμάδα για να πέσει μιαν αχτίδα απ' την αιωνιότητα. Και στα 22 γνωστά του ποιήματα, καθώς και στις μεταφράσεις του απ' τον Ρίλκε (2), την Ratuschinskaya (1 ) και τον Thomas (1) η ευαισθησία του μας κρατάει πάντα συντροφιά. Στον τελευταίο αφιερώνει κ' ένα ωραίο δοκίμιο με τον τίτλο «Η διπλή κλήση», δηλαδή ποιμαντική και ποιητική. Μπορεί ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται, να ιδεί το συγκλονιστικό αυτό κείμενο στον τόμο «Πορευθέντες» -Χαριστήριος τόμος προς τιμήν του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου   έκδ. Αρμός, Αθήνα 1997, σ. 535-543, όπου και ποιήματα του μεταφυσικού ποιητή R.S. Thomas σε μετάφραση του Τάσου Ζαννή, με τη βοήθεια του Ζήσιμου Λορεντζάτου. Θέλω να ξεχωρίσω εδώ ένα πολύ γνωστό ποίημα του Τ.Ζ., «Το σπιρτόκουτο», πού έχει μορφή πεζοτράγουδου:

"Όταν πήρε να βραδιάζει, άρχισα να ετοιμάζομαι για κείνο το ταξίδι.
Είπα να πάρω μαζί μου όλα τα χρειώδη,   αποφεύγοντας καθετί το περιττό.
 Άνοιξα την καλή μου βαλίτσα πάνω στο κρεβάτι,
κι άρχισα να ξεχωρίζω διάφορα πράγματα,
από κείνα που λέμε συνήθως πρώτης ανάγκης
 η τελείως απαραίτητα.
Λίγη ώρα αργότερα ένας μεγάλος σωρός από ετερόκλιτα αντικείμενα,
μικρά και μεγάλα, σχηματίστηκε πάνω στο κρεβάτι,
πλάι στην ανοιχτή βαλίτσα.
Μπα, είπα, που να χωρέσουν όλ' αυτά ας τα ξεδιαλέξω με πιο αυστηρά κριτήρια.
 Και παίρνοντας ένα-ένα αντικείμενο άπ' το σωρό,
το εξέταζα πιο προσεχτικά και αναρωτιόμουν
τί ήταν εκείνο που μ' έκανε ως τώρα να νομίζω
πώς δεν θα μπορούσα να κάνω χωρίς αυτό.
Πολύτιμα, πανάκριβα πραγματάκια
που τ' απόχτησα με τόση επιμονή και τόσους κόπους, πολλές φορές
και με θυσίες ακόμα, έβλεπα καθαρά τώρα πια,
λίγες ώρες πριν ξεκινήσω, πώς δεν θα 'ταν παρά σκέτο βάρος.
Με απογοήτευση τα τοποθετούσα ένα-ένα κατά μέρος,
άπ' έξω και με κοίταζαν με περιφρόνηση,
σαν να μου έλεγαν: δες, φαγώθηκες να μας αποχτήσεις
για να σε υπηρετούμε, αλλά εσύ μας υπηρέτησες μια ζωή...
Τελικά, δεν έμειναν παρά μόνο μερικά ασήμαντα πραγματάκια:
λίγο φως από ένα φθινοπωριάτικο απόβροχο,
δυο τρεις αχαμνοί στίχοι, λίγα μαραμένα κυκλάμινα,
δυο κόμποι δάκρυ από μία αθωνίτικη αγρυπνία.
Κι όλ' αυτά, καζάντια μιας ολόκληρης ζωής,
όλα χωρούσαν σ' ένα σπιρτόκουτο...

Όλα τα ποιήματα και οι μεταφράσεις του, όσες δημοσιεύθηκαν, έχουν υπογραφή το ψευδώνυμο Τάσος Ρωμανός, έκτος από το «Πες μου την αλήθεια» (Ratuschinskaya), όλα έχουν δημοσιευθεί στη Σκαπάνη και το Σύνορο, κ’ έχουν μερικά περιληφθεί στις γνωστές Ανθολογίες.
Ο Τ. Ζαννής έχει γράψει και αρκετά διηγήματα -πρωτότυπα και σε μετάφραση: «Το συμπόσιο», «Ένας απλοϊκός Γαλιλαίος», «Στο πάρκο» (αφιέρωμα στη γυναίκα του), «Μια συνηθισμένη ιστορία», «Η επίσκεψη», «Το χρονικό», «Συναντήσεις στο Άγιον Όρος»- πότε με τ' όνομά του και πότε με το γνωστό του ψευδώνυμο. Σε μετάφραση έχουμε: «Οι τρεις Μάγοι», «Απροσδόκητοι μουσαφιραίοι» κ.ά. Ο συγγραφέας μας έχει ασχοληθεί ακόμη με το δοκίμιο, καθώς και με την κριτική του θεάτρου. Αφήνοντας γι' αργότερα την αναφορά μας στα δοκίμιά του, ρίχνουμε μια σύντομη ματιά στις λίγες κριτικές για παραστάσεις θεατρικές, στις οποίες είναι αντικειμενικά δίκαιος: λέει τον καλό λόγο, όπου αξίζει, αλλά δίνει και μια γροθιά στις προχειρότητες των θεατρικών παραστάσεων. Για το έργο λ.χ. (Η πτωτική άνοδος του Αρτούρο Ούι, γράφει: «Όλα αυτά ίσως έχουν κάποια σχέση με το γεγονός ότι ο Μπρέχτ δεν δημοσίευσε το έργο αυτό όσο ζούσε. Πρωτοπαίχτηκε μονάχα μετά τον θάνατό του στο Βερολίνο, με σκηνοθεσία των μαθητών του. Η παράσταση που μας έδωσε ο Κ. Κουν, λιτή και προσεγμένη, είχε τη σφραγίδα του σκηνοθετικού του ταλέντου. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για την εκλογή του έργου, όπως γίνεται φανερό από τα παραπάνω».
Πιο αιχμηρός γίνεται στην κριτική για το Έγκλημα και Τιμωρία, το δράμα του Γκαμπριέλ Αρού από το μυθιστόρημα του Ντοστογιέβσκι, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς: διασκευή του Γκ. Αρού που μας παρουσίασε ο θίασος του κ. Αλεξανδράκη, ήταν οπωσδήποτε πετυχημένη. Ήταν αναμφισβήτητα "θέατρο". Και μάλιστα καλά σκηνοθετημένο, καλοπαιγμένο, με έξυπνες λύσεις για τη σύντομη εναλλαγή των εικόνων κ.λ.π. Κρίμα, όμως, που δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τη μεταφορά του μηνύματος του συγγραφέα, της ουσίας του έργου. Δεν είναι υπερβολή αν πούμε πώς η "διασκευή" του κ. Αρού είναι τελείως επιφανειακή, απογυμνωμένη από κάθε βαθύτερο στοιχείο που "πιάνει" ο μέσος αναγνώστης του μυθιστορήματος. Ο θεατής δεν παρακολουθεί παρά ένα μέρος από τον φλοιό του έργου, ο πυρήνας του μένει ξένος. Έτσι  όσοι απ' τους θεατές δεν έχουν διαβάσει το μυθιστόρημα, φεύγουν με την εντύπωση πως το Έγκλημα και Τιμωρία είναι ένα ψυχολογικό-αστυνομικό έργο, όπου ένας υπομονητικός έξυπνος ανακριτής κ’ ένας  ιδιόρρυθμος εγκληματίας παίζουν επί δύο ώρες το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού• τελικά ο εγκληματίας κουράζεται και εξομολογεί. Και η τραγωδία του Ρασκόλνικοβ; Η τραγωδία της ανθρώπινης ελευθερίας που περνά "μέσα απ' το καμίνι των αμφιβολιών" για να φτάσει στο "ωσαννά"; Η βαθειά ανατομία του προβλήματος του κακού; Η μακρινή κ' επίμονη πορεία του Ρασκόλνικοβ προς την ανάκτηση του προσώπου του, πού είχε διαλυθεί από το έγκλημα; Όλα αυτά είναι ανύπαρκτα στη θεατρική διασκευή. Ανύπαρκτος και ο θαυμάσιος επίλογος του μυθιστορήματος, όπου ο Ντοστογιέβσκι σκιτσάρει με αραιές αλλά αδρές γραμμές την ανάδυση  του Ρασκόλνικοβ από το χάος, την αναγέννησή του στην καινούργια ζωή. Κοντολογής, ήταν μια όμορφη παράσταση, απ' την όποια έλειπε ο Ντοστογιέβσκι» (βλ. Σύνορο, τχ. 37, Άνοιξη 1 966, σ. 70).
Κ' εδώ που φτάσαμε, πριν περάσουμε στα δοκίμια-μελέτες του Τ.Ζ., είναι μια ωραία γέφυρα να πούμε δυο λόγια και για το καλύτερο μελέτημα-βιβλίο του συγγραφέα μας, που είναι το Διαβάζοντας τους «Αδελφούς Καραμάζοβ» (2002), όπου είχε βάλει ως σκοπό «να βοηθήσει τους αναγνώστες να παρακολουθήσουν καλύτερα την εξέλιξη της δράσεως του μυθιστορήματος και, σ' έναν μικρότερο βαθμό, τη σκέψη του συγγραφέα». Πιστεύω πως τούτο το βιβλίο του Τάσου είναι η καλύτερη εισαγωγή και η πιο άρτια προσέγγιση του μεγαλύτερου έργου του Ντοστογιέβσκι. Μ' έναν Πρόλογο κ' έναν Επίλογο, το όλο έργο χωρίζεται σε δώδεκα μέρη, που το καθένα τους αναλύει λεπτομερώς τα επιμέρους θέματα-κεφάλαια, από την ιστορία της Οικογένειας» ως τη «Δικαστική πλάνη». Στο τέλος παραθέτει κ' ένα «Χρονολογικό διάγραμμα  της δράσης του έργου» (σ. 190-199). Ο συγγραφέας προλαβαίνει τον αναγνώστη (σ. 1 1): «το πόνημά μου αυτό δεν αποτελεί απόπειρα περιλήψεως ή συμπύκνωσης του κορυφαίου μυθιστορήματος του Ντοστογιέφσκι. Κάτι τέτοιο θα 'ταν άλλωστε, ανέφικτο -αλλά και ανώφελο: πώς είναι δυνατό να συμπυκνώσεις τη μορφή που ακτινοβολεί το πώς μπορείς να συντομέψεις ένα κείμενο τόσο σφιχτοδεμένο και καλοδουλεμένο, στο οποίο η πιο ασήμαντη φαινομενικά λέξη "λειτουργεί, και η αφαίρεσή της είναι αδιανόητη; Και ποιο το όφελος, αν αποδώσεις περιληπτικά μια κολοσσιαία σύνθεση που πασχίζει να ιστορήσει την τραγική εποποιΐα της ανθρώπινης ελευθερίας, τη δραματική πάλη του Θεού με τον διάβολο στο αλώνι της ανθρώπινης καρδιάς;» Και καταλήγει: ο αναγνώστης «μπορεί να χαρεί τελικά που είχε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει μέσα σε λίγες ώρες το χρονικό της παράξενης αυτής οικογένειας• είναι κρίμα όμως να μείνει με την ψευδαίσθηση ότι "ξεμπέρδεψε" με τους Αδελφούς Καραμάζοβ. Ας σπεύσει το συντομότερο να απολαύσει το πλήρες κείμενο του μυθιστορήματος για να είναι η χαρά του πεπληρωμένη. Και ας μην ξεχνά: με τους Καραμάζοβ μπορεί να παλεύει κανείς μια ζωή». Το καταπληκτικό αυτό έργο ο Τ.Ζ. το αφιερώνει στα παιδιά του με τρόπο σχεδόν εκκλησιαστικό: «Στην Ειρήνη, τη Λία και τη Σοφία, αντίχαρι πατρική».
Η πολυμέρεια των χαρισμάτων και των πνευματικών ταλάντων του Τ.Ζ. έδωκε καρπούς και σ' ένα άλλο κεφάλαιο της δημιουργίας του, που είναι η μελέτη και το δοκίμιο. Μιλώντας πριν λίγο για την κλήση και κλίση του Τ.Ζ. προς τη βυζαντινή μουσική, θα μπορούσαμε ν' ανοίξουμε κάποια λυρικά παράθυρα υμνολογικού χαρακτήρα που αποτελούν οι εννέα βιβλικές ωδές: οι οχτώ πρώτες από την Παλαιά Διαθήκη και η ένατη από την Καινή Διαθήκη. Ό Τ.Ζ. αφιερώνει ένα δοκίμιό του στο Σύνορο (τχ. 30/1964, σ. 6774) για να παρουσιάσει λεπτομερέστερα τις απαρχές αυτών των βιβλικών ωδών, «που αποτελούν αυτόνομους ωραιότατους ύμνους η κατανυκτικές προσευχές υψηλής λυρικής εξάρσεως και θείας πραγματικά εμπνεύσεως».
Και ο σ. κλείνει το υμνογραφικό-λειτουργικό του αυτό δοκίμιο με τούτα τα σημαντικά λόγια: «με τι άλλο θα μπορούσαμε να κλείσουμε, παρά με μια ευχή: να βγουν οι θησαυροί από τα κελλάρια, να γνωρίσομε πάλι την υμνογραφία μας, να βρούμε τρόπους να ξανασυνδεθεί ο λαός μας με την αστείρευτην αυτή πηγή της ομορφιάς. Γιατί κάποτε ο λαός μας τρεφόταν ποιητικά μ' αυτή την αμβροσία, όπως τρεφόταν και με την βυζαντινή αγιογραφία -όψιμη ανακάλυψη των ειδικών— που δεν ήταν καθόλου μια εξεζητημένη μανιέρα, αλλά μετουσίωση σε τέχνη ενός βιώματος ζωντανού. Το ουσιώδες είναι να γίνει αυτή η ανασύνδεση της γνωριμίας όχι μόνο στό ψυχρό περιβάλλον του φιλολογικού σπουδαστηρίου ή του λογοτεχνικού περιοδικού, αλλά προ πάντων μέσα στον χώρο της λατρείας, που είναι και ο χώρος όπου γεννήθηκαν τα αριστουργήματα αυτά».
Ιστορικό και θεολογικό δοκίμιο θα μπορούσε να ονομαστεί το βιβλίο (γραμμένο αγγλικά) του Κάλλιστου Ware, που μελετά ο Τ.Σ., για τον Ιατρό Ευστράτιο Αργέντη, όπου σε έξι κύρια κεφάλαια παρουσιάζονται τα βιογραφικά του Αργέντη και στη συνέχεια αναλύονται τα θεολογικά έργα του: Γεννήθηκε γύρω στα 1687 και βρέθηκε από την Ιταλία στη Χίο, όπου οι Αργέντηδες εξελληνίστηκαν κ' έγιναν Ορθόδοξοι -από τη γενιά τους βγήκε ο νεομάρτυρας Ανδρέας Αργέντης (t29 Μαΐου 1465) και τέσσερις εθνομάρτυρες. Ο Ευστράτιος Αργέντης σπούδασε  στην Πόλη φυσική και μαθηματικά, μετά στην Ιταλία για δέκα χρόνια θεολογία και στην Πάδοβα Ιατρική. Ωστόσο, έγινε φανατικός απολογητής της Ορθοδοξίας κ' έλαβε μέρος σε δογματικές συζητήσεις με τους Ρωμαιοκαθολικούς. Ενώ έγινε έγγαμος και εργάστηκε 25 χρόνια  ως ιατρός, δεν έπαψε να διδάσκει και να κηρύττει σε διάφορες εκκλησίες. Έλαβε μέρος στους αγώνες των Ορθοδόξων κατά των αιρετικών κ' έγραψε μια ολόκληρη πραγματεία με τα επιχειρήματά του για τη Θ. Ευχαριστία και το Σύνταγμα κατά Αζύμων. Τα έβαλε με τον Κύριλλο Λούκαρη και τον Ευγένιο Βούλγαρη,  ενώ —κάνοντας πέρα τις διδασκαλίες του Διαφωτισμού και των Εγκυκλοπαιδιστών- ακολουθούσε τη γνήσια ορθόδοξη γραμμή, που θα διδάξει αργότερα ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, απ' τους πρωτεργάτες του Ησυχασμού. Το βιβλίο του Αργέντη φανερώνει το θαύμα της επιβιώσεως της Ορθοδοξίας, τον αποφασιστικό ρόλο που έπαιξαν οι λαϊκοί σ' αυτόν τον αγώνα και τη σπουδαιότητα του λειτουργικού τυπικού και συμβολισμού. Φυσικά, το βιβλίο του K.W. που μας παρουσιάζει ο Τάσος  περιγράφει καταλεπτώς όλες τις Ιστορικές λεπτομέρειες των θεολογικών ερίδων και όλη τη βιβλιογραφία, που πρέπει να ιδεί κανείς. Το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο ευχής έργο θα ήταν να μεταφραστεί και να κυκλοφορήσει στη χώρα μας: «Πολλά πράγματα υπάρχουν στην κατάσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης και απογοητευτικής υποταγής στο Ισλάμ, που προκαλούν τον οίκτο: διαφθορά και σιμωνία στα ανώτερα στελέχη της, πνευματικός εξοπλισμός ανεπαρκής για να υπερασπιστεί την Παράδοσή της από τη ρωμαιοκαθολική πίεση. Ωστόσο, υπάρχουν άλλα τόσα που προκαλούν θαυμασμό: κάτω από μιάν εξωτερική αποσύνθεση, η ελληνική Ορθοδοξία έδειξε μιάν αξιοσημείωτη δύναμη καρτερίας, μιάν απροσδόκητη πνευματική ισχύ. Από κοσμικής πλευράς υπήρχαν όλα τα κίνητρα για ν' αλλαξοπιστήσει ένας Χριστιανός και να γίνει Μωαμεθανός, κ' εν τούτοις οι περιπτώσεις αποστασίας, τουλάχιστον στο ευρωπαϊκό τμήμα της Αυτοκρατορίας, είναι εκπληκτικά σπάνιες. Και ακόμη περισσότερο: σε κάθε γενεά βρίσκουμε μάρτυρες, ιδίως αποστάτες που μετανόησαν και θανατώθηκαν επειδή ξαναγύρισαν στον χριστιανισμό. Μέσα σε πολλές αποθαρρύνσεις, ο ελληνικός λαός -και περισσότερο ο απλός αγροτικός πληθυσμός έμεινε πιστός και διατήρησε αμετάθετη την εμπιστοσύνη του στις επαγγελίες του Ευαγγελίου. Και αυτό ασφαλώς είναι ένα επίτευγμα, που δεν πρέπει εύκολα να παραβλεφθεί» (K.Ware, σ. 41 ). Ο Τ. Ζαννής εκοιμήθη εν ειρήνη την 27η Μαρτίου του 2004, ώρα 8 μ.μ. Αν κάποτε βρεθεί χορηγός για να βοηθήσει στην έκδοση των σπουδαίων δοκιμίων του, θα του είμαστε πολύ υπόχρεοι. "Έχουν δημοσιευθεί αρκετά και πολύ ενδιαφέροντα άρθρα, μελέτες, δοκίμια, επιστολές του, που χρειάζεται να τα διαβάσει και να τα ξαναδιαβάσει κανείς για να τ' αφομοιώσει ως το βάθος τους (κ' εδώ υπογράφει με το όνομά του ή με το ψευδώνυμό του: Τάσος Ρωμανός). Στο Σύνορο οι συνεργασίες του Τ.Ζ. είναι συχνές και σημαντικές -όπως δείχνουν ακόμα και οι επίκαιρες επιστολές, σαν αυτή που γράφει για την κοίμηση του T.S. Eliot (t4 Ιανουαρίου 1965). Ό Τ.Ζ. ονομάζει τον T.S.E. «ποιητή, κριτικό,  προφήτη». Και κλείνει γράφοντας, ανάμεσα σε άλλα: «Η μνήμη του T.S.E. δεν μπορεί να τελειώνει με μια συγκίνηση. Το παράδειγμά του επιβάλλει ξανακοίταγα της πορείας μας, αυτοκριτική. Δεν είναι, βέβαια, το ανάστημά του που θα συγκρίνουμε με το δικό μας -η σκέψη μονάχα προκαλεί συντριβή. Έκανες όμως οι δύο αρετές του, που τις κατείχε σε τέλειο βαθμό μας ελέγχουν: η συνέπεια και η παρρησία... Παράδειγμα τρανό για πολλούς από μας, που μπορεί να δαπανήσουμε τη ζωή μας ολόκληρη κυκλοφέρνοντας σαν τραγικοί δορυφόροι, χωρίς να τολμούμε να κάνουμε ένα βήμα προς το Κέντρο».
Σε μια άλλη του επιστολή ο Ζαννής απαντά στον π. Νικόλαο Αντωνίου σχετικά με την αντίθεση της βιολογικής επιστήμης, η οποία κλονίζει την πίστη μας στον Θεό. Μεταξύ άλλων τονίζει: «η επιστημονική έρευνα όχι μόνο δεν ενοχλεί τις συνειδήσεις των πιστών, αλλά μπορεί να προκαλέσει και αισθήματα δοξολογίας, ακόμα και όταν εκτελείται από επιστήμονες που δεν είναι πιστοί, αρκεί να κρατιέται μέσα στα αυστηρά επιστημονικά πλαίσια και να μη συνοδεύεται από αυθαίρετες προεκτάσεις... Η σωστή αντίδραση είναι να διακρίνουμε που σταματά η επιστήμη και που αρχίζουν οι αυθαίρετες προτάσεις της επιστήμης... Ας ησυχάσει, λοιπόν, ο σεβαστός επιστολογράφος και, σαν οικονόμος  των Μυστηρίων της Εκκλησίας που είναι, ας δέεται να μας προσθέτει ο Κύριος πίστη και να μας κρατά στη μυστική του ποίμνη όλους, επιστήμονες και απλοϊκούς, πιστούς και ολιγόπιστους».
Σε άλλη επιστολή του προς τη Σύναξη (τχ. 26/1988, σ. 94-95) αναφέρεται στο θέμα «Ψυχανάλυση και Εξομολόγηση», που απασχόλησε το περιοδικό σε προηγούμενο τεύχος του. Περνά από τις αμφιβολίες και αντιρρήσεις των διαφόρων πνευματικών για την έννοια της ενοχής, που θέλουν «να την ακουμπήσουν στον Χριστό, που έχει πληρώσει γι' αυτήν». Περ' από την τακτοποίηση λογαριασμών για την τιμωρία και τη συγχώρεση, ο επιστολογράφος μας προβάλλει την έννοια και τον χαρακτήρα του Μυστηρίου ως «ιατρείου» και υπογραμμίζει τις φράσεις του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου πηρός τους πνευματικούς, γράφοντας πως «αυτοί είναι οι ιατροί εκείνοι, τους όποιους εκατέστησεν ο Κύριος κατά την παραβολήν του Ευαγγελίου, εις το πανδοχείον της Εκκλησίας, δια να επιμελούνται τους ασθενείς, ήτοι τους αμαρτωλούς εκείνους, που πληγώνονται από τους νοητούς ληστάς δαίμονας». Και καταλήγει: «Αυτή η φιλάνθρωπη αντίληψη για την εξομολόγηση, έκτος από το ότι είναι πολύ πιο συνεπής προς τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας για την αμαρτία και για τη μετάνοια, ανταποκρίνεται πολύ περισσότερο στις ανάγκες του σημερινού ταλαιπωρημένου ανθρώπου, που περιφέρει την αρρωστημένη και αιμόφυρτη ύπαρξή του, αποζητώντας παράκληση και γιατρειά».
Ένα από τα πρώτα δοκίμια του Τ.Ζ. είναι αφιερωμένο στον πόνο: πόνος, ένα μυστήριο» (Σκαπάνη, τχ. 6/1 962, σ. 196-197). Ο άνθρωπος έχει ένα ασταμάτητο, αδιάκοπο και λαχανιαστό κυνηγητό με τον πόνο. Μια παλιά ιστορία με την αρρώστια που παίρνει τη μορφή του πόνου. Φυσικά, ο Τ.Ζ. αντιμετωπίζει αυτήν την αναμφισβήτητη πραγματικότητα με την άρνηση της μορφής του πόνου ως κακού προς αποφυγήν, αλλά ενός αναπάντεχου συντρόφου που πρέπει να τον συναντήσουμε χωρίς απέχθεια και να τον αποδεχτούμε (και να τον υποδεχτούμε) σαν φίλο που πρέπει να τον γνωρίσουμε και να συνηθίσουμε ότι θα ζήσουμε μαζί. «Και αυτό ακριβώς αποτελεί την αληθινή τέχνη της ζωής. Η στάση αυτή δεν έχει τίποτε το μοιρολατρικό η το απαισιόδοξο. Αντίθετα μάλιστα είναι μια ενεργητική, μαχητική θα έλεγα θέση... Ό Χριστιανισμός καλεί τον άνθρωπο ν' αποδεχτεί τον πόνο του σαν ένα σταυρό και, κρατώντας τον, ν' ακολουθήσει τον Εσταυρωμένο στο δρόμο για τον ξανακερδισμένο παράδεισο. Ο άνθρωπος συμφιλιώνεται με τον πόνο μέσα στην ατμόσφαιρα του μυστηρίου του Σταυρού. Με αυτό τον τρόπο ο Χριστιανισμός δίνει ένα υπέροχο νόημα στον πόνο, συνδέοντάς τον όχι μόνο με τον χωρισμό του ανθρώπου από τον Θεό, αλλά και με την επιστροφή του σ' Αυτόν. Η ιστορία του πόνου αρχίζει εκείνο το σημαδιακό βράδυ, όπου ο άνθρωπος διώχτηκε απ' τον Παράδεισο, διαρκεί όσο και η μεγάλη περιπέτεια της επιστροφής, και τελειώνει όταν η επιστροφή του ανθρώπου συμπληρωθεί».
Ο ιατροφιλόσοφος και ποιητής Τ.Ζ. έχει ασχοληθεί με πολλά θέματα, που ο υπογραφόμενος αδυνατεί να τα πλησιάσει. Για να κλείσουμε κάπως τον κύκλο των μεγάλων δοκιμίων του θα αναφερθούμε, έστω και με συντομία, σε δύο κεφάλαια που απασχόλησαν τον αγαπημένο φίλο, δηλαδή το θέμα του Γάμου και το θέμα της Βιοηθικής.
Αναφερθήκαμε ήδη στο σπουδαίο έργο του Τ. Bovet Ο Γάμος, που μετέφρασε με πολλή επιμέλεια και βοήθησε όντως πολλά ζευγάρια να βαδίσουν σωστά μέσα στα δύσκολα χωράφια του συζυγικού βίου.
Στη Σύναξη (τχ. 26/1 988, σ. 62-64) δημοσίευσε ένα τολμηρό κείμενο με τίτλο «Ο Γάμος του Καραχμέτη, ή το συναξάρι μιας συζύγου». Φυσικά δεν έχει τα χαρακτηριστικά των συναξαρίων που περιγράφει η Αγιολογία της Εκκλησίας μας, αλλά δίνει την εικόνα της Σεραϊνώς —μιας παρατημένης απ' τον σύζυγό της τον Κουμπή, επειδή δεν του έδωσε τέκνα και, αυτονομούμενος, νυμφεύθηκε στο καράβι του Τούρκου ναυάρχου Καραχμέτη, όπου την οδήγησε με δόλο, τη Λελούδα, «μόλις τριάντα χρόνων, ίσως ωραία, ροδόπλαστος, σεμνή, ταπεινή, πτωχή και άμεμπτος, απροστάτευτη και πεντάρφανη περιγράφει ο Παπαδιαμάντης στο ομώνυμο διήγημά του, ο Κουμπής με δώρα ή με βία οδήγησε έναν παπά και τη στεφάνωσε. Σεραϊνώ άκουσε τους κανονιοβολισμούς και μόνη αυτή τους εξήγησεν εις την αληθή σημασίαν των. Στερεωμένοι, καλορίζικοι, εψιθύρισε, σχεδόν άνευ πικρίας. Με γυιούς, Κουμπή». Η κατάληξη του διηγήματος (και του κειμένου του Τ.Ζ.) είναι όντως συναξαρική. Ενώ τον Κουμπή η κοινότητα τον  ονόμασε Καραχμέτη, από το όνομα του Τούρκου φίλου του ναυάρχου, η Σεραϊνώ, όταν αναπαύθηκε και, ύστερ' από καιρό ανέσυραν από τον τάφο τα λείψανά της,  εκείνα ευωδίαζαν. Η υποταγή της Σεραϊνώς στον σύζυγό της «εν παντί» δεν την εκμηδενίζει, αλλά την εξαγιάζει και τη δοξάζει. Και ο Τ.Ζ. κλείνει το κείμενό του με αυτά τα λόγια: «Η ευωδία των λειψάνων της  -σημείο υπερνίκησης τυς φθοράς ήδη απ' αυτόν τον αιώνα- αναγγέλλει την αγνότητά της σε όλους μας και την προβάλλει σαν παρήγορη μαρτυρία για τη δυνατότητα εξαγιασμού του βέβηλου κόσμου μας. Πρεσβείαις, Κύριε, της Αγίας Σεραϊνώς και πάντων Σου των Αγίων Συζύγων, ελέησον και σώσον Ημάς, Αμήν.»
Στο περιοδικό Σύνορο που αφιερώθηκε στο θέμα «Έρως και Γάμος» (τχ. 34, Καλοκαίρι 965), ο Τάσος Ζαννής γράφει ένα μεγάλο άρθρο που είναι ανάμεσα σε λογοτεχνικό δοκίμιο και επιστημονικό μελέτημα: «"Το μυστήριον τούτο μέγα έστί". Σχόλιο στην ιερότητα του γάμου» (σ. 87-99). Ο συγγραφέας μας παίρνει τις δυο ακολουθίες: «Επί μνήστροις ήτοι του αρραβώνος» και «Του στεφανώματος ήτοι του γάμου», για να εκθέσει τη φιλολογική-ποιητική αξία των κειμένων, αλλά και ολόκληρη την ορθόδοξη διδασκαλία για τον γάμο, όπως μας παραδόθηκε από τους αγίους Πατέρες κ' έγινε αποδεκτή από το πλήρωμα της Εκκλησίας. Οι ευχές και τα βιβλικά αναγνώσματα είναι πολλά και ο σ. τα παίρνει ένα-ένα, αναλύοντας και επεξηγώντας το βαθύτερο νόημα: του χρόνου που ετελείτο και τελείται, και τις κατά καιρούς αλλαγές στη σειρά των ευχών και των αναγνωσμάτων στις διάφορες στιγμές της ιστορίας ή των επί μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Αξίζει να διαβάσει κανείς τα πυκνά σχόλια του σ. στις ευχές του αρραβώνος και του στεφανώματος, για να κατανοήσει τις επί μέρους αποχρώσεις που υπογραμμίζουν οι Πατέρες και οι σύγχρονοι συγγραφείς  (όπως ό Ευδοκίμωφ π.Χ.), οι όποιοι συνδέουν τα συμβαίνοντα στις δύο Ακολουθίες με τις πράξεις του Ιησού (στη μεταβολή π.Χ. του νερού σε κρασί) και με τους κύκλους στον χορό του Ησαΐα που μας οδηγούν στον ουρανό, στην αιωνιότητα (με το σχήμα του κύκλου). Το πέρασμα από τη Γένεση (Π. Διαθήκη) στη μυστηριακή ένωση των δύο σωμάτων, όπως μας αναφέρει το Ευαγγέλιο, μας δείχνει πως η γυναίκα είναι βοηθός του ανδρός στην πορεία προς τον Θεό. Η ένωση του Χριστού με την Εκκλησία, που είναι τα αρχέτυπα του ανδρός και της γυναικός, μας οδηγεί στο Μέγα Μυστήριο: ο άνδρας και η γυναίκα, ο Χριστός και η Εκκλησία!
Ο Τ.Ζ. όταν συναντά κάποια χωρία των αναγνωσμάτων που μπορεί ν' αφήνουν περιθώρια παρεξηγήσεων, προστρέχει στους Πατέρες της Εκκλησίας για να διαλευκάνει τις παρερμηνείες, όπως π.χ. εκείνη τη φράση «η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα». «Ο φόβος ούτος, γράφει ο άγιος Ειρηναίος, ουδέν το κοινόν έχει με τον φόβον των αρχόντων και των τυράννων, με τον τρόμον και την δειλίαν της αδυνάμου σαρκός είναι μάλλον η συναίσθησις εγγύτητος Εκείνου, του οποίου η αγνότης και η δόξα πληρούν τον ουρανόν και την γην, η επίγνωσις και η γεύσις της αγάπης Εκείνου, ο οποίος, προκειμένου να σώσει το πλάσμα των χειρών του, δεν εδίστασε να δώση μάχην και να συντρίψει τας κακοποιούς δυνάμεις, θνήσκων επί του ξύλου του Σταυρού».
Ο συμβολισμός με το κρασί στη νέα χαρισματική μορφή του γάμου χαρίζει τη διαρκή κοινωνία του Αίματός του και «φανερώνει καθαρά την ευχαριστιακή ουσία του μυστηρίου του γάμου» (σ. 98). Η «αμίαντος κοίτη», η συζυγική πίστις είναι «η πρώτη και αναγκαία προϋπόθεση για την επιβίωση του ζεύγους, το πρώτο βήμα προς την κατάκτηση της συζυγικής αγνότητος» (όπ.π.). Όλη η κλίμακα της υπερβάσεως της ωμής σεξουαλικότητος, που προσφέρει η Χάρις του μυστηρίου, δημιουργεί καινούργια ανοίγματα απ' όπου η αγάπη προβάλλει αιώνια νέα και παρθένα, χωρίς τα στίγματα του αμαρτωλού παρελθόντος, όπως λέγει ο  Ευδοκίμωφ. Ο δρόμος της συζυγικής ζωής δεν  είναι παρά μια απλή πορεία, τοποθετείται στον άξονα της αιωνιότητος και με την απόλυση έχουμε τις εύχές και πρεσβείες της παναχράντου Μαρίας, των αγίων ένδοξων και πανευφήμων Αποστόλων, των αγίων θεοστέπτων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης... και πάντων των Αγίων, έτσι ολόκληρη η ουράνια Εκκλησία πλαισιώνει το νέο ζευγάρι και παρακολουθεί στοργικά τον δρόμο του. Και κλείνει ο σ. μ' αυτά τα λόγια: αυτός ο δρόμος «αρχίζει με το στεφάνωμα μπροστά στο θυσιαστήριο και τελειώνει μπροστά στο Θρόνο της Μεγαλωσύνης. Εκει θα παρουσιασθούν οι σύζυγοι, καλεσμένοι στους Γάμους του Αρνίου, κρατώντας στα χέρια τους "ασπίλους και αμώμους" τους στεφάνους της δόξης και της τιμής.»
Σε άλλη περίπτωση, όταν γινότανη συζήτηση «Ποιμαντικές προτάσεις για την ιερολογία του Γάμου» (βλ. Σύναξη, τχ. 71 , Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1999), μεταξύ άλλων έλαβε τον λόγο και ο Τάσος Ζαννής, λέγοντας: Νέα Ακολουθία (σημ. στη νέα γλώσσα και μετάφραση) επιδέχεται δύο αναγνώσεις. Αν τη διαβάσω ως ένα δοκίμιο ορθόδοξης θεολογίας του γάμου, δεν έχω να παρατηρήσω τίποτε, είναι ένα έξοχο δοκίμιο πάνω στο θέμα αυτό. Αν την δω όμως ως Εκκλησιαστική Ακολουθία στην πράξη, διερωτώμαι ποιο ζευγάρι "έχει τα κότσια" να την ακούσει στον γάμο του. Όταν ο έκδοτης μου την έδωσε, μόλις είχε βγει από το τυπογραφείο, τη διάβασα με πολύ ενδιαφέρον και είπα γελώντας στον κ. Μαυρόπουλο: "από ένα σημείο και ύστερα θα έλεγα στον παπά που θα με πάντρευε με την ακολουθία αυτή: πάτερ μου, ξαναγύρνα στην παλιά ακολουθία, γιατί τρομάζω με αυτά που μου λες τώρα..."»
Ο Τάσος Ζαννής, ως ιατροφιλόσοφος  ποιητής, που εργάστηκε αρκετά χρόνια   στον Δημόκριτο, έχει δώσει στη Σύναξη ορισμένα κείμενα που αφορούν τη Βιολογία και τη Βιοηθική. Ο υπογραφόμενος ομολογεί πως περπατάει «ξυπόλητος στ'  αγκάθια» διαβάζοντας τα σχετικά του κείμενα που αφορούν αυτά τα κεφάλαια: το ένα είναι σχόλια στο άρθρο-βιβλίο του Sir John Carew Eccles «Σύγχρονη επιστήμη: Προς υπέρβαση του Υλισμού στη Βιολογία» (Σύναξη, τχ. 4, Φθινόπωρο 1982, σ. 83-86). Περνά από τον χώρο της νευροβιολογίας (ανατομία και φυσιολογία του νευρικού συστήματος) και προχωρεί στον φλοιό του ανθρώπινου εγκέφαλου, που είναι μοναδικό, σε ολόκληρη τη φύση, φαινόμενο: η δραστηριότητα του νευρικού μηχανισμού ορισμένων περιοχών του εγκεφαλικού φλοιού προκαλεί την εμφάνιση αυτοσυνειδητοποιούμενων εμπειριών. Και αυτές οι εμπειρίες αποτελούν τις βασικές λειτουργίες της προσπάθειάς μας για την επιστημονική κατανόηση του σύμπαντος. Φτάνοντας στο αδιέξοδο της επιστήμης μπροστά στο πρόβλημα ψυχή-εγκέφαλος, ο Eccles προτείνει την υιοθέτηση μιας δυαλιστικής θεώρησης του ανθρώπου, που θα εντάσσεται μέσα στο πλαίσιο μιας ανανεωμένης επιστήμης με ευρύτερα όρια, και που θα αποτελεί πιο εύχρηστο και πιο δραστικό όργανο στα χέρια του ανθρώπου για τη βαθύτερη ερμηνεία του κόσμου (βλ. σ. 85).
Μια από τις σημαντικότερες μελέτες του Τάσου Ζαννή είναι η εναρκτήρια Εισήγηση που έκαμε σέ μια φιλική συντροφιά του 1987, που είχε ως θέμα της τη  μελέτη του θανάτου. Φυσικά ο συγγραφέας μας εξετάζει το θέμα κυρίως από τη  βιολογική και ιατρική σκοπιά, αφήνοντας τη φιλοσοφική και θεολογική του εξέταση σε άλλους εισηγητές. Ο συγγραφέας μας πιστεύει ότι ο θάνατος είναι το πιο συγκλονιστικό γεγονός στην ιστορία του κάθε ανθρώπου και ότι η προσωπική βίωση της διαδικασίας τοθ θανάτου απ' τον καθένα μας είναι το σημαντικότερο έργο που έχουμε να επιτελέσουμε. Σε πολλές φιλοσοφίες ή πολλές θρησκείες ως κέντρο τους ορίζεται η μελέτη θανάτου. Περνώντας από τις του Pascal, όπου ό άνθρωπος, μη μπορώντας να νικήσει τον θάνατο αποφάσισε να μην τον σκέφτεται καθόλου, βλέπει μια συνομωσία σιωπής μπροστά σέ ό,τι έχει σχέση μέ τόν θάνατο. Μιά άλλη έκφραση αυτής της συνομωσίας σιωπής είναι η απουσία του θανάτου από την ιατρική μας εκπαίδευση. «Γενικά στις Ιατρικές Σχολές μας μαθαίνομε πάρα πολλά για την ιατρική επιστήμη, ελάχιστα όμως για την τέχνη της Ιατρικής. Και τελειώνουμε τις σπουδές μας χωρίς ν' ακούσουμε τίποτα για την αγωγή του ανθρώπου που πεθαίνει, λες κι αυτό είναι έξω από το φάσμα των καθηκόντων του γιατρού, πράγμα που συμβαίνει και στην οργάνωση των νοσοκομείων μας. Όλοι οι επιστήμονες συμφωνούν με τον σοφό εκείνο που είπε: "δεν μπορεί να κοιτάξει κανείς κατάματα τον ήλιο, ούτε τον θάνατο".»
Εδώ ο συγγραφέας μας προσφεύγει στη λειτουργική χρήση των όρων τέλος και τελειώνει μετά τον οδυνηρό και σκληρό αγώνα με τον θάνατο, όχι όμως χωρίς νόημα. «Γιατί ο θάνατος για τον άνθρωπο δεν είναι απλώς το τελείωμα της βιολογικής κλεψύδρας, αλλά μια πρόκληση για τελείωση και ολοκλήρωση. Δεν είδατε πως αναγγέλλουν πολλές φορές τα συναξάρια τους εορτάζοντες αγίους; "Τη αυτή ημέρα ο άγιος δείνα εν ειρήνη τελειούται" ή "ο άγιος μάρτυς Τάδε ξίφει τελειούται". Αυτό το "τελειούται" δεν σημαίνει απλώς και μόνο ότι ο άγιος Δείνα τελείωσε τις μέρες του, αλλά ότι "έτελειώθη", δηλαδή τελειοποιήθηκε, ολοκληρώθηκε, επιστέγασε την αγία ζωή του με τον αγιασμένο θάνατό  γίνεται κατανοητό ότι η προσωπική βίωση του θανάτου από τον καθένα μας είναι το σημαντικότερο έργο που έχουμε να επιτελέσουμε.
Αφήσαμε τελευταίο ένα σπουδαιότατο κεφάλαιο, από τα πιο αγαπημένα του συγγραφέα μας: τα προβλήματα της Βιοηθικής. Ελλείψει ορισμού, ο Τ. Ζαννής προτείνει τον ακόλουθο: «Βιοηθική είναι η συστηματική μελέτη των προβλημάτων που σχετίζονται με τη στάση του ανθρώπου απέναντι στον έμβιο κόσμο, τη ζωή. Εφόσον η ζωή αποτελεί ένα ανώτερο επίπεδο οργάνωσης πάνω σ' αυτόν τον πλανήτη, η βιοηθική αποτελεί σημαντικό τομέα της γενικότερης ηθικής» (βλ. Τ. Ζαννής, Προβλήματα Βιοηθικής).
Τα περισσότερα προβλήματα βιοηθικής εμφανίζονται στον χώρο της Ιατρικής -ως πράξη και ως έρευνα. Ο Ιπποκράτης αυτά τα βιοηθικά προβλήματα  τα είχε ανακεφαλαιώσει επιγραμματικά στον Όρκο του: «Διαιτήμασι χρήσομαι επ' ωφελίη καμνόντων [...] επί δηλήσει δε και αδικίη είρξειν. Ου δώσω δε φάρμακον αίτηθείς θανάσιμον [...] ουδέ γυναικί πεσσόν φθόριον δώσω. Ες οίκίας δε οκόσας αν εσίω, εσελεύσομαι επ' ωφελίη καμνόντων...».Όμως τα τελευταία χρόνια συντελείται μια πρωτοφανής αλλαγή στον χώρο της Ιατρικής, που οφείλεται α) στην αλματώδη πρόοδο των βιολογικών και ιατρικών επιστημών και της ιατρικής τεχνολογίας και β) στην αλλαγή αντίληψης για τον ρόλο της Ιατρικής, που χάνει σιγά-σιγά τον χαρακτήρα της συμπαράστασης στην αρρώστεια και στον θάνατο του ανθρώπου και παίρνει το αλαζονικό προσωπείο του παντοδύναμου μάγου.
Ο σ. αντιμετωπίζει και την πρόταση για μια βιοηθική βασισμένη στην επιστημονική γνώση της ανθρώπινης φύσης, αφού ο άνθρωπος σήμερα είναι πρόθυμος να δεχτεί οτιδήποτε προέρχεται από τη μεριά της Επιστήμης, γιατί η πίστη στην Επιστήμη έχει πάρει τη θέση της θρησκευτικής πίστης. Ωστόσο η Βιολογία πρέπει να περιλάβει όλες τις πτυχές της ανθρώπινης φύσης. Και οι λόγοι που ισχύουν για το ζωϊκό βασίλειο καθορίζουν και την Ιδιαιτερότητα του ανθρώπου, γιατί και ό άνθρωπος είναι ένα ζώο, αλλά οι νόμοι ως τώρα δεν επαρκούν να ερμηνεύσουν τον άνθρωπο, γιατί ό άνθρωπος δεν είναι ένα οποιοδήποτε ζώο. Και αυτό βέβαια αποτελεί ένα άλμα της Φύσης που μόνο με την εμφάνιση της ζωής μπορεί να συγκριθεί. Και τα νέα στοιχεία που συνιστούν αυτό το άλμα είναι η συνείδηση και η ελευθερία. Κ' εδώ έχουμε έναν νέο τρόπο εξέλιξης μετα-γενετικό,  καθόλου ντετερμινιστικό, πολύ πιο ισχυρό και δραστικό (γνώσεων, εμπειριών, μύθων, ιδεών και αξιών). Και ο σ. καταλήγει: «η παραθεώρηση της ιδιαιτερότητος του ανθρώπου στη διαδικασία της αντιμετώπισης-των βιοηθικών προβλημάτων, αποτελεί κατά τη γνώμη μου φαινόμενο υπόστροφης εξέλιξης και δεν μπορεί παρά να οδηγεί σε λύσεις ξένες προς τη φύση του» (ό.π. σ. 17).
Τελευταίος σταθμός στα όσα ο ιατροφιλόσοφος Τ. Ζαννής έγραψε και με συντομία περιγράψαμε, είναι η μετάφραση του άρθρου του π. Ιωάννου Μπρέκ (John Breck), «Βιοηθικά διλήμματα και Ορθοδοξία». Η νέα αυτή επιστήμη της Βιοηθικής, που αρχίζει να εμφανίζεται στα τέλη της δεκαετίας του 1960, εστιάζει το ενδιαφέρον της σε τρεις κύριες περιοχές:
-Στην αρχή της ζωής (τεχνητή αναπαραγωγή, έκτρωση, ενδομήτρια χειρουργική κ.λπ.).
-Στις διάφορες μεθόδους για τη διατήρηση και υποστήριξη της ζωής(αιμοκάθαρση, αναπνευστήρες, φαρμακευτικές και γονιδιακές θεραπείες, μεταμοσχεύσεις ζωτικών οργάνων κ.λπ.) και
-Στο τέλος της ζωής (αντιμετώπιση του πόνου σε ασθενείς που διανύουν το τελικό στάδιο, διακοπή ή άρνηση χορήγησης τροφής και ενυδάτωσης, ευθανασία).
Επιθυμώ να κλείσω -αποφεύγοντας τις μακρές αναλύσεις του π. Ιωάννου—  με την τελευταία σημαντική παράγραφο του άρθρου του: «Δεν αρκεί, όμως, ο διάλογος μεταξύ μας. Στον άκρως πλουραλιστικό κόσμο που ζούμε σήμερα, που σχετικοποιεί τα πάντα και είναι βασικά εχθρικός προς τις Χριστιανικές άξιες, είναι στο έπακρο σημαντικό να ενώσουμε εμείς, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, τις δυνάμεις μας με άλλους που επικαλούνται το όνομα του Ιησού Χριστού, να σκεφθούμε και να συμπροσευχηθούμε, ώστε να διακρίνουμε το θέλημα του Θεού για έναν κόσμο που κατακλύζεται από την ηθική σύγχυση και την τυφλή ιδιοτέλεια. Και είναι εξίσου σημαντικό εμείς, ως Ορθόδοξοι θεολόγοι, γιατροί ή άπλοι άνθρωποι που πονούν για τα θέματα αυτά, να αφιερώσουμε τους εαυτούς μας στο  βασικό ιερατικό λειτούργημα που συνίσταται στο να αναφέρουμε στον Θεό τα προβλήματα και τα διλήμματα της βιοηθικής, μαζί με τα πρόσωπα που η ζωή τους αγγίχτηκε από αυτά. Η πιο βασική μας ευθύνη, σήμερα και στο προσεχές μέλλον, είναι να αποθέσουμε στα χέρια του Δημιουργού της Ζωής το πλήθος των δύσκολων προβλημάτων που αφορούν στη ζωή και τον θάνατο, με την ελπίδα και την ευχή κάθε απόφαση που παίρνουμε σ' ένα ηθικό πρόβλημα να υπηρετεί το σχέδιό Του και να αποβλέπει στην τιμή και τη δόξα Του».

*Π.Β. Πάσχος
Ομότιμος Καθηγητής Υμνολογίας-Αγιολογίας στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας και ποιητής.

Πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό «ΦΡΕΑΡ». Αρ. φ.26, Δεκέμβριος 2019, σελ. 348-360. 

_______________________________________________

Αγαπητέ μου κε Αναστάσιε  «Χριστός Ανέστη»
……. «, εντός των ημερών λαμβάνετε με συστημένη επιστολή ένα εκτενές πλην πολύ ενδιαφέρον άρθρο του λίαν αγαπητού αδελφού και φίλου Ομότιμου Καθηγητή της Υμνολογίας και Αγιολογίας στη Θεολογική του Πανεπιστημίου Αθηνών, Π. Β. Πάσχου, με θέμα : ΕΝΑΣ ΙΑΤΡΟΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ : ΤΑΣΟΣ ΖΑΝΝΗΣ (1929-2004). Που δεν είναι άλλος από τον επίσης λίαν αγαπητό αδελφό και φίλο Ομαδάρχη μου -ΧΜΟ Ανωτέρου Αγίου Βασιλείου Πειραιά, 1951-1953- από τα βαριά τότε ονόματα Ομαδαρχών, νυν εις τας ουρανίους Μονάς..

Με «την αγάπην …»
Αθανάσιος Κοτταδάκης

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μου κίνησε το ενδιαφέρον και το διάβασα. Η υπογραφή του Π.Β. Πάσχου μου είπε πολλά, από την πληθώρα των βιβλίων του που έχω διαβάσει. Το πρόσωπο του μακαριστού Ζαννή αν και διαβάζω την Σύναξη δεν το έχω συγκρατήσει.
Αυτή η σταχυολόγησης από κείμενά του είναι εκπληκτική. Η κριτική για το Έγκλημα και Τιμωρία
Επίκαιρο αυτό που έγραψε σε επιστολή του «Ας ησυχάσει, λοιπόν, ο σεβαστός επιστολογράφος και, σαν οικονόμος των Μυστηρίων της Εκκλησίας που είναι, ας δέεται να μας προσθέτει ο Κύριος πίστη και να μας κρατά στη μυστική του ποίμνη όλους, επιστήμονες και απλοϊκούς, πιστούς και ολιγόπιστους».
Το αφιέρωμα στον πόνο και το όσα γράφει διαχρονικά και επίκαιρα.
Πώς να μην σταθείς στον γάμο και την συζυγία και στα όσα μας παραθέτει.
Καθώς και στα περί θανάτου.
Ήταν γιατρός στο επάγγελμα αλλά ως μη πτυχιούχος θεολογίας αρίστευε.
Δεν έχασα χρόνο αλλά κέρδισα με τα όσα διάβασα.

Ανώνυμος είπε...

Γενιά άλλων ανθρώπων με βίωμα πίστεως. Σήμερα εκλείπουνε τέτοιοι άνθρωποι από την εποχή μας. Ευτυχώς που μας τον γνώρισε μέσα από τα κείμενά του τον Τάσο Ζαννή ο κ. Πάσχος.