Κυριακή Η´Ματθαίου
Λόγος εἰς
τό Εὐαγγέλιον
Εὐλογία ζωῆς
«Ἀναβλέψας
εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε»
(Ματθ. η´19)
«Ἀναβλέψας
εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε»
Ὁ
Κύριος ὅταν πληροφορήθηκε τήν ἀποκεφάλιση τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἀπό τόν Ἡρώδη πῆρε
τούς Μαθητές Του καί ἀναχώρησε σέ ἐρημικό τόπο, προκειμένου νά ξεκουρασθοῦν οἱ
Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἀπό τόν κόπο τοῦ κηρύγματος ἀπό τό ὁποῖο εἶχαν γυρίσει
πρόσφατα. Ἀλλά καί διότι δέν ἔκρινε ἄξιο τόν φονιά τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου νά τοῦ
ἱκανοποιήσει τήν ἐπιθυμία, νά ἰδεῖ
πρόσωπο πρός πρόσωπο τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου.
Τά
πλήθη τοῦ λαοῦ, μόλις ἔμαθαν ὅτι ὁ Θεῖος Διδάσκαλος ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο, ἔτρεξαν
πεζοί νά τόν συναντήσουν μέ τόν πόθο νά ἀκούσουν τή μελίρρυτη διδασκαλία Του
καί νά ἐπιτύχουν τή θεραπεία τῶν ἀσθενῶν τους. Μόλις τούς εἶδε ὁ Φιλάνθρωπος
Κύριος, τούς συμπόνεσε καί ἐξεπλήρωσε τά αἰτήματά τους.
Ὅμως
μέσα σ᾽ αὐτή τήν ἀτμόσφαιρα τῆς διδαχῆς καί τῶν θεραπειῶν ἡ ὥρα πέρασε. Κόντευε
νά βραδιάσει. Ὅλος αὐτός ὁ κόσμος ἦταν νηστικός. Κι αὐτή ἡ ἔγνοια τριβέλιζε τό
μυαλό τῶν Μαθητῶν. Ὁ Οἰκοδεσπότης Χριστός ὅμως εἶχε τό σχέδιό Του καί τό
πραγματοποίησε. Ἔκαμε τό θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων πού ἀκούσαμε
σήμερα. Ἕνα θαῦμα τῆς εὐλογίας τοῦ Χριστοῦ στήν τροφή καί τή ζωή μας. Θά δοῦμε
λοιπόν πῶς ὁ Θεός δίνει τήν εὐλογία Του
στούς ἀνθρώπους καί σέ ποιούς τήν δίνει.
«Ἀναβλέψας
εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε»
Ὅλοι μας ἔχουμε
ἐμπειρία τῆς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ, ζοῦμε τήν ἀγάπη του, τήν φροντίδα καί τήν
προστασία του σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας, σέ κάθε μας βῆμα. Γευόμαστε
καθημερινά τή χάρη Του, δεχόμαστε τίς δωρεές του, ἀπολαμβάνουμε τή χαρά,
τήν εἰρήνη, τήν εὐτυχία μας. Ὁ δωρεοδότης Θεός δίνει ἄφθονες εὐλογίες σέ
μᾶς τά πλασματά του. Ἀλλά καί ὅλη ἡ κτίση, ὁρατή καί ἀόρατη, οἱ ἅγιοι ἄγγελοι
καί τά ὑλικά δημιουργήματα ὑπηρετοῦν τόν Θεό στίς εὐλογίες πού σκορπίζει σέ
μᾶς. Ἡ ζωή μας ὁλόκληρη κρέμεται ἀπό τά
χέρια τοῦ Κυρίου μας, πού πάντα τά βλέπουμε σέ στάση εὐλογίας. Μέ τήν
εὐλογία του συντηρούμαστε στήν ζωή τήν ὑλική καί τήν πνευματική.
Χωρίς αὐτήν δέν μποροῦμε νά ζήσουμε. Δέν μποροῦμε οὔτε ἕνα βῆμα νά κάνουμε.
Διότι ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας, εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή μας, εἶναι ἡ αἰτία
πού ζοῦμε. Εἶναι ὅ,τι ἀνώτερο καί ὡραιότερο μποροῦμε νά ἐπιθυμήσουμε. Τήν
εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί μου, τίποτε δέν μπορεῖ νά τήν ἀντικαταστήσει. Ὅταν
ἔρχεται στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, δέν ὑπάρχει πλέον στόν ἄνθρωπο αὐτό καμμία
ἀνάγκη.
Αὐτή τήν εὐλογία τοῦ
Θεοῦ τήν ζοῦμε ὡς ἕνα καθημερινό θαῦμα πού ἐπιτελεῖ ὁ Θεός στήν προσωπική
μας ζωή. Ἀκόμη καί ὅταν παρατηρεῖται στενότητα καί φαίνονται δύσκολα τά
πράγματα, καί τότε τά τακτοποιεῖ αὐτή ἡ εὐλογία κατά τόν καλύτερο τρόπο, διότι αὐτός
ξέρει νά δίνει «τροφήν πάσῃ σαρκί» (Ψαλμ. ρλε´25). Αὐτό τό θαῦμα τό ζοῦν
ἰδιαίτερα καί πολύ ζωηρά οἱ πολύτεκνοι οἰκογενειάρχες, οἱ ἀνήμποροι
καί οἱ ἐγκαταλελειμένοι συνάνθρωποί μας. Ἔμπνευση καί εὐλογία τοῦ Θεοῦ δέν
εἶναι συσσίτια καί τά κοινωνικά παντοπωλεῖα τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπου τά πιστά
μέλη της ἀπό τό περίσσευμα ἤ τό ὑστέρημά τους προσφέρουν τή μερίδα τῆς ἀγάπης
τους, ὥστε νά μή μείνει πεινασμένος κανένας συμπολίτης μας;
Τί ἦταν ἀλήθεια τά πέντε ψωμιά καί τά δύο
ψάρια μπροστά σέ τόσο πλῆθος ἀνθρώπων; Σταγόνα στόν ὠκεανό. Τό ἔβλεπαν καί οἱ
Μαθητές, γι᾽αὐτό ἄλλωστε βρέθηκαν σέ ἀμηχανία, ὅταν τούς εἶπεν ὁ Κύριος νά
δώσουν ἐκεῖνοι φαγητό στά πλήθη τῶν ἀνθρώπων πού τόν περιστοίχιζαν. Ἀπό τή
στιγμή ὅμως πού ἦλθεν ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἔφθασαν καί περίσσεψαν.
Ἀλλά καί ὅλοι μας,
ὅταν ἀντιμετωπίζουμε μεγάλα καί δυσεπίλητα προβλήματα αἰσθανόμαστε
ὅτι ὁ Θεός μᾶς δίνει τήν εὐλογία του σέ κάθε στιγμή καί ὥρα. Ὄχι μόνον δέν μᾶς
λείπουν τά ἀπαραίτητα, ἀλλά πλουτίζουμε μέ τά ὑλικά καί πνευματικά ἀγαθά
του. Ὁ Θεός γνωρίζει τίς ἀνάγκες μας, τούς πόθους μας, τίς ἐπιθυμίες τῆς ψυχῆς
μας, καί μᾶς δίνει τίς εὐλογίες του στήν ζωή μας πάντοτε γιά τό καλό μας.
Φροντίζει ἀκόμη καί γιά τίς λεπτομέρειες. Εὐλογεῖ τά λιγοστά ἀγαθά
μας, ὅπως τούς πέντε ἄρτους καί τά δύο ψάρια καί τά πολλαπλασιάζει. Πολλαπλασιάζει
καί τίς μικρές μας δυνάμεις, καί μᾶς χορταίνει μέ τόσα ἀγαθά ὑλικά καί
πνευματικά, ὥστε νά πλημμυρίζουμε ἀπό χαρά καί εὐτυχία αἰσθανόμενοι τήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας.
Τά λίγα, ἀλλά
εὐλογημένα ἀπό τόν Θεό μᾶς ἱκανοποιοῦν πλήρως. Αἰσθανόμαστε γαλήνη καί θαλπωρή
στήν οἰκογένεια, ἀγάπη καί ἑνότητα καί ὁμοψυχία. Ἡ ζωή μας δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τά
ἀγαθά πού ἔχουμε. Πολλοί εἶναι οἱ πλούσιοι πού «ἐπτώχευσαν καί ἐπείνασαν» (Ψαλμ.
λγ´11). Ἡ ζωή μας βρίσκεται στά πανάγαθα χέρια τοῦ Θεοῦ. Στά χέρια πού
ἀνοίγουν καί σκορπίζουν στόν κόσμο πλούσια τά ἀγαθά τῆς εὐλογίας του.
Σέ ποιούς ὅμως χαρίζεται
αὐτή ἡ εὐλογία; Πάλιν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὁ ἅγιος θά μᾶς δώσει τήν ἀπάντηση.
*****
Ὁ Ἅγιος Θεός δέν
εἶναι πρωσοπολήπτης. Ὁ Κύριός μας εἶναι
«δίκαιος καί δικαιοσύνας ἠγάπησεν» Ψαλμ. ι´7), θά μᾶς εἰπεῖ ὁ προφήτης καί
βασιλιάς Δαυΐδ. Δέν κάνει διακρίσεις προκειμένου νά δώσει τήν εὐλογία Του. Δίνει
τήν εὐλογία του καί τά ἀγαθά του σέ ὅλους. Πλούσιους καί φτωχούς. Δίκαιους
καί ἄδικους. «Ἀνοίγει τήν χεῖρα του» καί χορηγεῖ τά ἀγαθά του πλούσια σέ
ὅλους (Ψαλμ. ρμδ' 16).
Ἐκεῖνο πού ζητεῖ ἀπό
ἐμᾶς, εἶναι νά ἔχουμε τή διάθεση νά ἀκοῦμε καί νά ἐφαρμόζουμε τό θέλημά Του. Τό
λέει πολύ καθαρά στό βιβλίο τοῦ δευτερονομίου (κη΄ 1-5). Ἐάν, λέει, ἀκοῦς καί
ἐφαρμόζεις τό νόμο τοῦ Θεοῦ, θά εἶσαι εὐλογημένος, ὅπου καί ἄν ζεῖς, ὅπου καί
ἄν ἐργάζεσαι. Θά εἶναι εὐλογημένα τά παιδιά καί τά γεννήματά σου. Θά εἶναι
εὐλογημένες οἱ ἀποθῆκες σου καί τά ὑπάρχοντά σου.
Καί στά χρόνια τῆς
Καινῆς Διαθήκης μᾶς ἐπαναλαμβάνει τό ἴδιο πράγμα μέ διαφορετικά λόγια. Καί πάλι
μᾶς ζητᾶ νά ξεκολλήσουμε τήν καρδιά μας ἀπό τήν γῆ. «Ζητεῖτε, μᾶς λέγει ὁ
ἴδιος ὁ Κύριος, πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ,
καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. στ' 33). Νά ζητᾶτε, λέγει,
πρῶτα ἀπό ὅλα καί πάνω ἀπό ὅλα τά πνευματικά ἀγαθά τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί
τήν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν πού ὁ Θεός σᾶς ζητᾶ ὡς ὅρο γιά νά σᾶς χαρίσει τά ἀγαθά
αὐτά. Καί τότε ὅλα αὐτά τά ἐπίγεια θά σᾶς δοθοῦν μαζί μέ ἐκεῖνα.
Ἀλλά καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος
λέγει σχετικῶς: «ὁ Θεός διανέμει τίς πνευματικές εὐλογίες σέ ὅσους δέν
εἶναι προσκολλημένοι στά γίηνα».
Αὐτή τή διάθεση
εἶχαν καί οἱ πεντακισχίλιοι ἄνδρες, πού ἔζησαν τό θαῦμα τῆς θείας εὐλογίας. Ἐπί
ὧρες πολλές ἄκουγαν τά θεῖα του λόγια καί δέν κινήθηκαν νά φύγουν. Δέν ὑπολόγισαν
τήν κούραση ἀπό τήν πορεία τους, τίς ἀνάγκες τοῦ σπιτιοῦ τους, τήν ἔλλειψη
φαγητοῦ. Εἶχαν ἀφοσιωθεῖ στόν Κύριό μας. Ἐχόρταιναν ψυχικῶς μέ τόν θεῖο
λόγο Του. Γι᾽ αὐτό καί κρίθηκαν ἄξιοι νά χορτάσουν καί ὑλικῶς μέ τό θαῦμα. Καί ἔτσι
εἶδαν πάνω στά πράγματα νά ἐκπληρώνεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν
καί ἐπείνασαν, οἱ δέ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται
παντός ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. λγ´11). «Νά ἐμπιστευόμαστε λοιπόν τή ζωή μας στόν
Κύριο, ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας· τότε, λέγει, δέν θά
δεχθοῦμε μόνο τήν εὐλογία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλά θά ἔχουμε διαρκῆ
καί μόνιμη τήν χάρη τῆς εὐλογίας του».
Ὁ θεόπνευστος
ψαλμωδός μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ψάλλει καί τονίζει μέ τρόπο πού δέν
ἐπιτρέπει καμμιά ἀμφιβολία, ὅτι «Κύριος
οὐ στερήσει τά ἀγαθά τοῖς πορευομένοις ἐν ἀκακίᾳ» (Ψαλμ. πγ' 12).
Ἐάν δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ζεῖ καί συμπεριφέρεται
μέ τρόπο ἄκακο καί ἀθῶο, ἐάν ἀποφεύγει κάθε τι τό ἄδικο καί ἁμαρτωλό, δέν
πρόκειται νά τοῦ λείψει κανένα ἀπαραίτητο ἀγαθό. Οἱ ἄνθρωποι οἱ ἐνάρετοι, οἱ
ἄνθρωποι οἱ ἀληθινά πνευματικοί, πού φωτίζονται καί ὁδηγοῦνται ἀπό τό Ἅγιο
Πνεῦμα, πού εἶναι «ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν», ἔχουν πάντοτε μαζί τους πλούσια τήν
εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
*****
«Ἀναβλέψας
εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε»
Ἡ ὡραιότερη εὐχή πού
ἔδιναν οἱ ἄνθρωποι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στά παιδιά τους ἦταν: νά ἔχουν «τήν
εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ». Διότι ἡ εὐλογία τοῦ Οὐρανίου Πατρός εἶναι ἀσυγκρίτως
ἀνώτερη ἀπό κάθε θησαυρό, πού μπορεῖ νά κληρονομήσει ἤ νά ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος.
Τήν εὐλογία αὐτή τοῦ Θεοῦ μποροῦμε νά τήν ἔχουμε ὅλοι μας. Ἀρκεῖ νά ζοῦμε ὅπως
θέλει ὁ Κύριος. Ἀρκεῖ νά ἀφεθοῦμε στά κύματα τῆς ἀγάπης Του. Ἀπό αὐτήν νά
ἐξαρτοῦμε τόν ἑαυτό μας, τή ζωή μας, τά πάντα. Αὐτή ἡ ἐμπιστοσύνη στό Θεό θά
ἀποτελεῖ οὐσιαστικά μιά συνεχή προσευχή,
πού θά φέρνει ἁπαλά τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ πού τίς χρειαζόμαστε καί
τήν ὥρα πού τίς χρειαζόμαστε.
Γρηγόριος Μουσουρούλης
Ἱερός Ναός Ἀγίου Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκοπῆς
18.08.2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου