Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Ευάγγελος Βενιζέλος σε Πειραιώς Σεραφείμ και Πειραιώς Σεραφείμ σε Ευάγγελο Βενιζέλο

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ἀπέστειλε τήν κάτωθι ἐπιστολήν πρός τόν Ἐξοχώτατο Κύριο Εὐάγγελο Βενιζέλο Ἀντιπρόεδρο Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, Ὑπουργό Ἐξωτερικῶν καί Πρόεδρο τοῦ ΠΑ.ΣΟ.Κ:

᾿Αριθ. Πρωτ. 1381                       ᾿Εν Πειραιεῖ τῇ 10ῃ Δεκεμβρίου 2013

Πρός
Τόν Ἐξοχώτατον Κύριον
Εὐάγγελον Βενιζέλον
Ἀντιπρόεδρον Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως
Ὑπουργόν Ἐξωτερικῶν καί
Πρόεδρον ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Ἀκαδημίας 1
ΑΘΗΝΑΙ

Ἐξοχώτατε καί φίλτατε Κύριε Πρόεδρε,

Ἔλαβον τήν ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. ἀπό 938/5.12.2013 ἀπάντησή Σας στό διαβιβασθέν αἴτημά μου διά τῆς ἀπό 3/12/2013 ἐπιστολῆς μου νά μήν ἐμμείνετε σέ πρόταση νομοθετικῆς θεσμοθέτησης μέ πρόσχημα τήν ἐπέκταση τοῦ συμφώνου συμβίωσης στά λεγόμενα «ὁμόφυλα» ζευγάρια τοῦ κακουργήματος τῆς παρά φύσιν ἀσέλγειας πού ἀνατρέπει τήν ἀνθρώπινη φυσιολογία καί τήν ὀρθόδοξη χριστιανική ὀντολογία καθώς καί τόν νομικό μας πολιτισμό καί ἐγκαθιδρύει ὡς θεσμό δικαίου τήν ἀντιαισθητική καί ἄτεχνη καί ἀφύσικη καί φθοροποιό διά τήν σωματική καί ψυχική ἀκεραιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ἀπόπειρα μιμήσεως τοῦ ἑτέρου φίλου πού ἀποτελεῖ τό σαπρό κοσμοείδωλο καί τήν πρακτική τῆς κατεγνωσμένης ἀπό τόν Θεῖο Νόμο (Γεν. ιγ΄ 13, Λευϊτικό κ΄13, Ρωμ. α΄26-27, Α΄Κορ. ς΄ 6-9) καί τό Κανονικό μας δίκαιο (Ἱ. Κανόνες Ζ΄ καί ΞΒ΄ τοῦ Μ. Βασιλείου ἐπικυρωθέντων ὡρισμένως ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς ἁγίας ς΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Δ΄ Γρηγορίου Νύσσης ἐπικυρωθέντες ὡσαύτως ἀπό τόν μνημονευόμενο Κανόνα τῆς ς΄ Οἰκουμ. Συνόδου καί ιη΄ ἁγ. Ἰωάννου Νηστευτοῦ) ὁμοφυλοφιλίας καί ἐκφράζω εἰλικρινῶς θερμάς εὐχαριστίας διά τόν κόπον τῆς ἀπαντήσεως.
Τά προσωπικά μου αἰσθήματα ἀγάπης, τιμῆς καί φιλίας πρός τό σεβαστό προσωπό Σας εἶναι ἀδιαπτώτως πηγαία καί εἰλικρινῆ, ἀλλά ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε «φίλος μέν Πλάτων, φιλτάτη ἡ ἀλήθεια» πού δέν ἀποτελεῖ ἰδεοληψία ἤ ὑποκειμενική προσέγγιση τῶν πραγμάτων καί τῶν ἐννοιῶν, ἀλλά ἐνυπόστατη καί ζῶσα πραγματικότητα, εἶναι Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος μέσα στήν παγκόσμια ἱστορία καί σκέψη μέ τήν ἀπολυτότητα τῆς αὐτοσυνειδησίας Του εἶπε: «Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ἰω. ιδ΄6). Ἐξ αὐτοῦ λοιπόν τοῦ χρέους πρός τήν Ἀλήθεια-Πρόσωπο ἐπάγομαι τά κάτωθι:
1. Τά ὅσα ἀναφέρετε διά τήν πρότριτα ἐκδοθεῖσα ἀπόφαση τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ) καί τήν σχέση της μέ τήν ΕΣΔΑ ἐπιτρέψατέ μου νά παρατηρήσω ὅτι κατά τρόπο ἀνεξήγητο γιά ἕναν ἐξαιρέτου ἐπιστημονικοῦ διαμετρήματος νομομαθῆ ὅπως Ἐσεῖς παρουσιάζονται ὡς δῆθεν τελεσίδικα καί ἀμετάκλητα ἀποφασισθέντα, ἐνῶ γνωρίζετε καλῶς ὅτι ἀποτελοῦν πρωτοβάθμια κρίση ἐναντίον τῆς ὁποία χωρεῖ ἔφεσις ἐνώπιον διευρημένης συνθέσεως τοῦ ΕΔΔΑ καί αὐτή τήν ἁρμοδιότητα τήν ἔχετε Ἐσεῖς ὡς Ὑπουργός τῶν Ἐξωτερικῶν ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε διότι ἡ ὑπόθεση εἶναι ἁρμοδιότητος τοῦ Ὑπουργείου Σας διά τῆς εἰδικῆς νομικῆς Ὑπηρεσίας καί τοῦ τμήματος Δικαίου Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως καί σέ Ἐσᾶς ἀνήκει ἡ νομική τεκμηρίωση τῶν ἐπιχειρημάτων τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας ἀλλά καί ἡ παρακολούθηση ἐφαρμογῆς τῶν ἀποφάσεων τοῦ ΕΔΔΑ. Τό σχετικά πρόσφατο παράδειγμα τῆς  ὑπoθέσεως Lautsi κατά Ἰταλίας γιά τήν διατήρηση τοῦ θρησκευτικοῦ συμβόλου τοῦ Ἐσταυρωμένου στίς σχολικές αἴθουσες δέν Σᾶς προβληματίζει κ. Πρόεδρε; Διότι ἀνετράπη πλήρως ἡ Πρωτοβάθμια κρίση ἀπό τό τμῆμα εὑρείας συνθέσεως τοῦ ΕΔΔΑ μέ τήν ἀπόφαση τῆς 18/3/2011. Γνωρίζετε ἀσφαλῶς ὅτι οἱ ἀποφάσεις τῶν Εὐρωπαϊκῶν Δικαστηρίων δέν βασίζονται μόνο σέ νομικά κριτήρια ἀλλά καί σέ πολιτικές ἰσορροπίες καί ὀφείλουμε νά δείξουμε σεβασμό στήν χριστιανική κληρονομιά μας ἀλλά καί στήν βούληση τῆς πλειονότητος τοῦ λαοῦ πού δέν εἶναι ἀσφαλῶς τό λεκανοπέδιο τῆς Ἀττικῆς μέ τήν τάση ὁμογενοποιήσεως. Ἐν τέλει ἡ Ἑλληνική Πολιτεία θά πρέπει νά ἐφεσιβάλει αὐτή τήν ἀπόφαση παρουσιάζοντας ἰσχυρή νομική καί εὑρύτερη ἐπιστημονική τεκμηρίωση διότι στό ἀγγλικό κείμενο πού ἀνέγνωσα καταγράφεται ἡ ἔλλειψη πειστικῶν ἐπιχειρημάτων ἀπό τούς ἐκπροσώπους τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας.
Ὅσον ἀφορᾶ στό ζήτημα τῆς μή ἐκτελέσεως προηγουμένων ἀποφάσεων τοῦ ΕΔΔΑ τήν ἀπάντηση τήν ἔχετε δώσει Ἐσεῖς ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε κατά τήν διαδικασία τοῦ Κοινοβουλευτικοῦ ἐλέγχου σέ ἐρώτηση πού εἶχε καταθέσει ὁ Βουλευτής τῆς ΝΔ κ. Εὐ. Μπασιάκος. Σύμφωνα μέ ἔγγραφό Σας: «Οἱ παραβάσεις πού ἐκκρεμοῦν στό πλαίσιο τοῦ ἄρθρου 260 ΣΛΕΕ τό ὁποῖο ἀφορᾶ τήν ἀπειλή προστίμων λόγῳ μή ἐκτέλεσης προηγουμένης ἀπόφασης Δικαστηρίου τῆς ΕΕ εἶναι 12 ἁρμοδιότητος διαφόρων Ὑπουργείων» καί συνολικά ἔχουν ἐκδοθεῖ 480 ἀποφάσεις τοῦ ΕΔΔΑ εἰς βάρος τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας. Ἑπομένως δέν νομίζετε ὅτι εἶναι καθαρή ὑποκρισία νά χρησιμοποιεῖται ὡς ἄλλοθι ἡ πρωτόδικος ἀπόφαση τοῦ συγκεκριμένου Δικαστηρίου γιά τήν ἐγκαθιδρυση ὡς θεσμοῦ «δικαίου» μιᾶς ἀνατροπῆς τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί ἀσφαλῶς τῆς Ὀρθόδοξης ὀντολογίας. Διερωτῶμαι δέν Σᾶς προβληματίζει ἡ ἐξαίρετος θέσις τοῦ ΚΚΕ ἐπί τοῦ θέματος πού παρά τόν ἀθεϊστικό του χαρακτῆρα καί τόν ἐνδοκοσμικό του ἐγκλεισμό, στήν συγκεκριμένη αὐτή ὑπόθεση ὁμιλεῖ μέ ἀπόλυτη ὀρθοκρισία λέγοντας: «Ὁ καθένας μπορεῖ νά ἔχει διαφορετικές σεξουαλικές ἐπιλογές ὅμως ἡ ἀναγνώριση αὐτῆς τῆς σχέσης εἶναι προσωπική ὑπόθεση πού μπορεῖ ἰδιωτικά νά ρυθμιστεῖ... Εἴμαστε ἀρνητικοί αὐτή ἡ προσωπική ὑπόθεση νά μετατρέπεται σέ δημόσια καί νά θεσμοθετεῖται γιατί τότε παίρνει ἄλλο χαρακτῆρα» (Καθημερινή Κυριακῆς 8/12/2013).
2. Ἀσφαλῶς ὁ χριστιανισμός δέν εἶναι ἠθικισμός καί εὐσεβισμός ἀλλά ὅπως λέτε «μήνυμα καί ἐλπίδα σωτηρίας μέσα ἀπό τήν προσδοκία τῆς Ἀναστάσεως» ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά ἀποχωριστεῖ τῆς ἠθικῆς διαστάσεως ὅλων τῶν θεμάτων διότι ἡ ἀνηθικότης ἀποτελεῖ τήν ἔμπρακτη ἄρνηση τοῦ μηνύματος τῆς Ἀναστάσεως. Ἀσφαλῶς ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία πού ἀποτελεῖ τήν μόνη ἱστορική συνέχεια τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας τῶν 10 πρώτων αἰώνων δέν εἶναι οὔτε ὅμιλος καθαρῶν οὔτε elite ἁγίων ἀλλά «χώρα» μεταποιουμένων ἁμαρτωλῶν πού διά τῆς μετανοίας ἀναλαμβάνουν τό «ἀρχέτυπον κάλλος τῆς εἰκόνος» καί μορφώνουν ἐντός των τόν τέλειον ἄνθρωπον «εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ». Γνωρίζετε βεβαίως ὅτι «τό σφάλλειν ἀνθρώπινον, τό μετανοεῖν θεῖον καί τό ἐμμένειν στήν ἁμαρτία σατανικόν». Ἄλλωστε καί ἡ ἁγιωτάτη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί τό Κανονικό Της Δίκαιο δέν ἔχουν δικανικό χαρακτήρα ὅπως οἱ στρεβλώσεις καί οἱ σχάσεις τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ καί τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ἀλλά σωτηριολογικό καί βεβαίως τό ἀνθρώπινο πρόσωπο ὅσο κατάστικτο ἀπό γεώδη πάθη καί ἄν εἶναι ἀποτελεῖ εἰκόνα τοῦ αἰωνίου Θεοῦ καί δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πού νά μήν θεραπεύεται ἀπό τήν ἄπειρη καί ἄφατη ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ἑπομένως ἡ ἀληθής Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν στηλιτεύει ποτέ τόν ἁμαρτωλό τόν ὁποῖον καλεῖ διηνεκῶς εἰς μετάνοια ἀλλά τήν γενεσιουργό αἰτία τῆς τραγικότητός του πού εἶναι ἡ ἁμαρτία ἀπό τήν ὁποία ἀπορρέει ἡ φθορά καί ὁ θάνατος. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο καί ἡ δική μας ἔνσταση κ. Πρόεδρε γιά νά μήν καταστῆ θεσμός «Δικαίου» τῆς Ἑλληνορθόδοξης Πολιτείας μας, τήν ὁποίαν πολλοί δυστυχῶς ἐπιβουλεύονται ἡ βύθιος ἁμαρτία τῆς ἀνατροπῆς τῆς ἀνθρώπινης φυσιολογίας καί ὀντολογίας καί τῆς παραχρήσεως τῶν σωματικῶν ὀργάνων. Ἐνῷ ὅλοι ἀναφέρονται εὐφήμως στόν λεγόμενο πατέρα τῆς σύγχρονης ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόϋντ ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του «Εἰσαγωγή στήν ψυχανάλυση» ἀναφέρει: «πάρχουν κατηγορίες νθρωπίνων πάρξεων πού ζωή τους παρεκκλίνει πό τήν συνηθισμένη σεξουαλική ζωή κατά τον πιό κτυπητό τρόπο. Μία μάδα πό ατούς τούς «διεστραμμένους» χει ξοστρακίσει τήν διαφορά τν φύλων πό τή ζωή τους… Σατούς μονάχα τό δικό τους φλο προκαλε πόθο. Τά πρόσωπα ατά παραιτονται πό κάθε συμμετοχή στήν ναπαραγωγή. Ο νθρωποι ατοί λέγονται μοφυλόφιλοι… νήκουν κενοι πού παραιτήθηκαν πό τήν νωση σεξουαλικν ργάνων μέρη το σώματος… ξεπερνώντας τίς νατομικές δυσκολίες καί κατανικώντας τή σχετική ποστροφή… Τώρα ποιά πρέπει νναι στάση μας σ ατές τίς συνήθεις μορφές κανοποίησης; γανάκτηση καί κφραση τς προσωπικς μας ποστροφς. Παραμένει νά ξηγήσουμε τήν παρξη τν διαστροφν καί νά τίς συσχετίσουμε μέ τήν μαλή σεξουαλικότητα… Πάντως τίς ποκαλομε διεστραμμένες νάγκες». Ποιός τό περίμενε, καί ὅμως. Καταπέλτης κατά τοῦ πάθους (Σίγκμουντ  Φρόϋντ, Εσαγωγή στήν ψυχανάλυση, ἐκδ. «Γκοβόστη», Ἀθήνα, σσ. 260-263, 270) παρασιωποῦν ἐντέχνως τήν ἐπιστημονική του θέση. Δέν θά διαλανθάνει ἀσφαλῶς τῆς ἐπιστημονικῆς Σας συγκοτήσεως ὁ περιώνυμος ὁρισμός τοῦ μεγάλου Ἰταλοῦ ἐγκληματολόγου Τσέζαρε Λομπρόζο (1~835-1909) «ὁ ἀρρενοθήλυς κέκτηται τόν δυναμισμόν τοῦ ἄρρενος καί τήν μοχθηρία τοῦ θήλεως, δέν ἔχει οὐδεμία ἠθικήν ἀναστολήν καί οὐδέν μεταφυσικόν ἰδεῶδες» πού δεικνύει ἐναργῶς τά τραγικά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς.
3. Ἐντύπωση προκαλεῖ ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε ἡ ἑρμηνεία πού δίδετε στό ἄρθρο 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος διότι παρορᾶται ἡ ἀναγνώριση ἐπικρατούσης θρησκείας καθώς καί ἡ πλήρης παρασιώπησις τῶν σχέσεων συναλληλίας μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας στήν Ἑλλάδα πού καθιερώνει ὁ Καταστατικός Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τόν ὁποῖον ψήφισε ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων καί εἶναι νόμος τοῦ Κράτους ἐν ἰσχύϊ καί εἶναι κωμική ἡ προσπάθεια γνωστοῦ Καθηγητοῦ πού ἔγραψε πρόσφατα ὅτι τό ἄρθρο 2 τοῦ συγκεκριμένου νόμου πού προβλέπει ὅτι ἡ «Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος συνεργάζεται μετά τῆς Πολιτείας προκειμένου περί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος ... ὡς τῆς ἐξυψώσεως τοῦ θεσμοῦ τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογένειας» (καί κατ’ ἐπέκταση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου) δέν σημαίνει ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας νά μή νομοθετεῖ γιά τά συγκεκριμένα θέματα καταστρατηγόντας πλήρως καί ἀνατρέποντας, τό δόγμα, τήν πίστη καί τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας. Βέβαια ὁ κ. Καθηγητής δέν διασαφηνίζει τί εἶδους σχέσεις συναλληλίας εἶναι αὐτές. Ἑπομένως νομίζω ὅτι διά τῶν συγκεκριμένων νομικῶν διατάξεων ἀπαντᾶται καί τό θέμα πού θέτετε γιά τό ζήτημα τῆς θεοκρατίας πού ἐμφανίζεται κατά βάσιν στό Ἰσλάμ πού ἀποτελεῖ πολιτικοστρατιωτικοθρησκευτικό μόρφωμα καί οὐδέποτε ἐμφιλοχώρησε στήν Ἁγιωτάτη μας Ἐκκλησία διότι κατά τόν Γραφικό λόγο, τό Κανονικό μας Δίκαιο καί τό ἐν ἰσχύϊ Συνταγμά μας εἶναι σαφεῖς καί διακριτοί οἱ ρόλοι Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Ὑπομιμνήσκω τόν Ζ΄ Κανόνα τῆς ἁγίας Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού διαλαμβάνει: «Τούς ἅπαξ ἐν Κλήρῳ τεταγμένους καί μοναστάς, ὡρίσαμεν μήτε ἐπί στρατείαν, μήτε ἐπί ἀξίαν κοσμικήν ἔρχεσθαι. Ἤ τοῦτο τολμῶντας καί μή μεταμελουμένους ... ἀναθεματίζεσθαι» καθώς καί τόν ἱερό Κανόνα ΠΓ΄ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων πού διακελεύει: «Ἐπίσκοπος ἤ πρεσβύτερος ἤ διάκονος βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν Ρωμαϊκήν καί ἱερατικήν διοίκησιν καθαιρεῖσθω. Τά γάρ Καίσαρος Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ».
  4. Συμφωνῶ ἀπολύτως μέ τήν ἐξαίρετη ἐπισήμανσή Σας πού ἐμάθατε ἀπό τόν μακαριστό ἐξαίρετο ἱερέα πάππο Σας ὅτι ἡ σχέση μας μέ τό Θεό εἶναι «προσωπική, ἀδιαμεσολάβητη, διαρκής καί ἀδιάκοπη», ἀλλά ἴσως Σᾶς διαλανθάνει ὅτι στήν Ἐκκλησία σωζόμεθα καί ἁγιαζόμεθα ὄχι ὡς ἄτομα ἀλλά ὡς μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι ἡ κοινωνία μέ τό Θεό δέν εἶναι ἀπροϋπόθετη καί ὅτι ὅπως σέ ἕναν ὀργανισμό ὑπάρχει τό ἀνοσιοποιητικό σύστημα γιά τήν ἀποφυγή τῶν λοιμώξεων, ἔτσι καί στόν ὀργανισμό τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχει ὁ θεσμός τῆς εἰδικῆς Ἱερωσύνης πέραν τῆς Γενικῆς τῶν πιστῶν, πού ἔχει ἀκριβῶς αὐτό τό ἔργο γιά τήν διασφάλιση τῆς ὁλοκληρίας τοῦ ἱεροῦ σώματος. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο ἐδόθη ὑπό τοῦ Χριστοῦ στούς Ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους Ἐπισκόπους τό «δεσμεῖν καί λύειν» διά τῶν συστατικῶν λόγων τοῦ ἱ. μυστηρίου τῆς Μετανοίας: «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον, ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς ἄν τινῶν κρατῆτε κεκράτηνται» (Ἰω. κ΄20-22). Ἑπομένως ἡ ἀποστέρησις de facto τῆς θείας χάριτος δέν ἀφορᾶ στόν Θεό ἤ τίς προθέσεις Αὐτοῦ ἀλλά ἀποτελεῖ συνάρτηση τῶν ἐπιλογῶν τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀμετανοήτως ἀνθρώπου καί ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἀπενοχοποιεῖ τήν ἁμαρτία καί τήν καθιστᾶ θεσμόν «δικαίου». Γνωρίζοντας τόν χαρακτήρα Σας ἀσφαλῶς πιστεύω ὅτι δέν θεωρεῖτε εὐπρεπές ἀλλά ἐξαιρέτως ὑποκριτικό ἀπό τήν μία νά καταστρατηγοῦμε τήν ἀνθρωπολογία καί τήν ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀπενοχοποιοῦμε τήν ἁμαρτία πού ὁδηγεῖ στόν θάνατο, νά ἐμφανίζουμε τόν αἰώνιο καί ἄφθιτο νόμο τοῦ Θεοῦ ὡς δῆθεν παρελθοντολογία καί τήν ἰδία στιγμή γιά ψηφοθηρικούς λόγους νά ἐπιδιώκουμε πρωτοκαθεδρίες ἐντός τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ σώματος γιά νά ἑρμηνεύσω καί τήν ἔννοια τοῦ «ἀφορισμοῦ» πού ἐξήγγειλα.
5. Τέλος ἀπευθύνθην στόν ἀγαπητό φίλο καί Πρόεδρο καί Ὑπουργό τῆς Κυβερνήσεως ὡς φίλος καί διαποιμαίνων Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας ὑποβάλων παράκληση καταθέτοντας τήν διαχρονική πίστη τῆς Ἐκκλησίας καί κατά ταῦτα δέν θεωρῶ ὅτι παρεβίασα τήν Κανονική τάξι.

Εὐχόμενος καλές ἑορτές καί καλή ἐπιτυχία στό πολυεύθυνο καί πολύμοχθο ἔργο Σας διατελῶ,

Μετά τιμῆς καί εὐχῶν
Ο  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ 
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Η επιστολή απάντηση του Ευάγγελου Βενιζέλου προς τον μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ είχε ως εξής:
Προς:
τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ
Σεβασμιώτατε,
έλαβα την ΑΠ 1329/3.12.2013 επιστολή Σας με αφορμή την πρόταση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ να ρυθμιστεί νομικά το πραγματικό γεγονός της συμβίωσης ατόμων του ίδιου φύλου σε συμμόρφωση προς τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) που ερμηνεύει και εφαρμόζει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ ).
Σας ευχαριστώ θερμά για την αναγνώριση της εθνικής προσπάθειας που κάνουμε για την έξοδο από τη κρίση και για τα πάντοτε έκδηλα αισθήματα αγάπης και εκτίμησης προς το πρόσωπο μου, χρόνια τώρα. Τα αισθήματα αυτά είναι- Σας διαβεβαιώ - αμοιβαία και ανυπόκριτα. Σας εύχομαι πολλά τα έτη με αφορμή τα πρόσφατα Ονομαστήρια Σας.
Όπως ξέρετε ως νομικός, η ΕΣΔΑ ισχύει στην εσωτερική έννομη τάξη ως κανόνας σχετικά αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρο 28 παρ .1 του Συντάγματος), ενώ, λόγω του συστήματος διεθνούς δικαστικού ελέγχου που τη συνοδεύει, γίνεται καθολικά δεκτό στην επιστήμη και τη νομολογία ότι ο εθνικός νομοθέτης και ο εθνικός δικαστής έχουν υποχρέωση σύμφωνης προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση ερμηνείας των ρυθμίσεων των εθνικών συνταγμάτων των κρατών μελών.
Από την άποψη αυτή καμία χώρα - μέλος της ΕΣΔΑ δεν μπορεί να αγνοήσει τη νομολογία του ΕΔΔΑ χωρίς επιπτώσεις πολιτικές ή ακόμη και νομικές στο επίπεδο του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Τη μαύρη περίοδο της δικτατορίας η Ελλάδα στο ΕΔΔΑ και τους μηχανισμούς του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναζήτησε βοήθεια και στηρίγματα για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου .
Οι Ιερές Μονές της Εκκλησίας της Ελλάδος, όταν αναζήτησαν διεθνή προστασία των ιδιοκτησιακών και περιουσιακών τους δικαιωμάτων στο Στρασβούργο κατέφυγαν, δηλαδή στο ΕΔΔΑ και την δική του απόφαση επικαλέστηκαν ως τίτλο προστασίας.Αυτούς τους διεθνείς δικαιοδοτικούς μηχανισμούς δεν μπορούμε συνεπώς να τους χρησιμοποιούμε και να τους επικαλούμαστε επιλεκτικά.
Υποστηρίζετε την άποψη ότι ο νομοθέτης έχει κατά το Σύνταγμα (προφανώς εννοείτε το άρθρο 3) την υποχρέωση να λαμβάνει υπόψη του τις θέσεις και τις ευαισθησίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όταν χειρίζεται θέματα κοινού ενδιαφέροντος όπως ο γάμος, η οικογένεια, η προστασία του ανθρώπινου προσώπου.
Το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 3 που εισάγει το σύστημα των συνταγματικά ρυθμισμένων σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας χωρίς να απομειώνει την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρο 13 Συντάγματος), θα μου επιτρέψετε να πω ότι είναι τελείως διαφορετικό και απολύτως συγκεκριμένο: αφορά τις σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Εκκλησία της Ελλάδος και την κατοχύρωση της τυπολογίας των επιμέρους εκκλησιαστικών καθεστώτων που υφίστανται στην ελληνική επικράτεια (Νέες χώρες, Κρήτη, Δωδεκάνησα).
Η ίδια όμως η δημοκρατική αρχή επιβάλλει στη Βουλή των Ελλήνων να λαμβάνει υπόψη της και να συνεκτιμά τις απόψεις και τις ευαισθησίες όλων των θεσμών, των συλλογικών οντοτήτων, των πολιτών. Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση κατέχει προφανώς, για λόγους ιστορικούς και κοινωνικούς, η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Όμως ο νομοθέτης οφείλει εν τέλει να ενεργεί κατά το Σύνταγμα που με την σειρά του κατοχυρώνει και τη θέση του διεθνούς και του ευρωπαϊκού κοινοτικού δικαίου.
Στα ζητήματα ηθικής και βιοηθικής η ευρωπαϊκή και διεθνής συνταγματική αντίληψη έχει σε μεγάλο βαθμό επηρεαστεί από τις χριστιανικές απόψεις δεν ταυτίζεται όμως με αυτές. Για ιστορικούς και θεσμικούς λόγους, που γνωρίζετε πολύ καλά, η συνταγματική ηθική και η ηθική της έννομης τάξης (ποινικής και αστικής) είναι διαχωρισμένη θεσμικά από την χριστιανική και πιο συγκεκριμένα την Ορθόδοξη ηθική αντίληψη, όσο και αν έχει επηρεαστεί από αυτήν.
Άλλωστε ο Χριστιανισμός δεν είναι ηθική, αλλά Μήνυμα και Ελπίδα Σωτηρίας μέσα από την προσδοκία της Ανάστασης. Η Ορθοδοξία δε - επιτρέψτε μου να πω - απέχει πλήρως από αντιλήψεις κανονιστικές, ηθικοπλαστικές, τιμωρητικές.
Η αντιμετώπιση της πίστης, της δογματικής καθαρότητας, της αμαρτίας, της μετάνοιας, της κατ´ οικονομία μεταχείρισης, της άφεσης, της καταλαγής δεν αφορά το νομοθέτη και την πολιτεία, αλλά την Εκκλησία. Από την άλλη πλευρά, η ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων μεταξύ πολιτών ή ατόμων που υπάγονται στην ελληνική και κατ´ επέκταση την ευρωπαϊκή έννομη τάξη είναι ζήτημα πού ανήκει στη σφαίρα της πολιτείας και των διεθνών υποχρεώσεων της και όχι της Εκκλησίας.
Αυτά έχουν κριθεί εδώ και δεκαετίες με αφορμή ζητήματα πολύ σημαντικότερα από το σύμφωνο συμβίωσης, όπως η νομική μεταχείριση της άμβλωσης, των προγαμιαίων σχέσεων, του πολιτικού γάμου, του διαζυγίου, του κλινικού θανάτου και των μεταμοσχεύσεων, (σε άλλες χώρες) της ευθανασίας, της παρένθετης μητρότητας, της ιατρικά υποβοηθούμενης αναπαραγωγής κοκ.
Οι θρησκευτικές μας αντιλήψεις ως προσώπων δεν μπορούν να επηρεάσουν, από ένα σημείο και μετά, τις επιλογές της ευρωπαϊκής και εθνικής έννομης τάξης και το εύρος προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που οφείλουν πολλά στο Χριστιανισμό, αλλά κινούνται πλέον σε μια παγκόσμια σφαίρα αξιών πολλαπλών προελεύσεων και επιρροών μέσα σε μια πλουραλιστική διεθνή κοινωνία . Η εθνική μας ταυτότητα και η ορθόδοξη παράδοση μας δεν κινδυνεύουν αλλά επιβεβαιώνονται μέσα στο περιβάλλον αυτό χωρίς να θίγεται όμως κανένας άλλος.
Η θρησκευτική πίστη και κοινωνία μπορεί να κριθεί στους κόλπους της Εκκλησίας ή της θρησκευτικής κοινότητας. Η πολιτειακή μας στάση κρίνεται θεσμικά, δημοκρατικά, δικαιοκρατικά.
Οι βουλευτές, τα κόμματα, οι κυβερνήσεις, τα κοινοβούλια λειτουργούν ως όργανα του κράτους και όχι ως πιστοί υπό τον πνευματικό έλεγχο της θρησκευτικής τους κοινότητας. Το αντίθετο οδήγησε ιστορικά και δυστυχώς εξακολουθεί να οδηγεί, σε πολλά σημεία του κόσμου, σε τραγικές και απάνθρωπες καταστάσεις. Σε ανεξέλεγκτη βία. Σε ακύρωση της αξίας του ανθρώπινου προσώπου.
Λόγω των αμοιβαίων αισθημάτων αγάπης και εκτίμησης που μας συνδέουν, δεν εισέρχομαι σε θέματα κανονικής τάξης. Απευθυνθήκατε στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για ζήτημα νομοθετικής πολιτικής εθνικής και όχι τοπικής σημασίας. Θα είχε συνεπώς ενδιαφέρον να διατυπωθεί αρμοδίως και συνοδικώς η άποψη της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Τέλος, επιτρέψτε μου να αγνοήσω για λόγους αναγόμενους στο σκληρό πυρήνα της ύπαρξης μου την άτυχη απειλή ότι "θα αποστερηθούμε de facto ως πρόσωπα την χάρη και την ευλογία του Δικαιοκρίτου Κυρίου". Η αποστροφή αυτή θεωρώ ότι είναι απλώς σχήμα λόγου και όχι επισκοπική θέση που αξιώνει θεολογική και εκκλησιολογική θεμελίωση. 
Σας ευχαριστώ που μνημονεύσατε τον ιερέα πάππο μου. Αυτός μου έμαθε ότι η σχέση μας με το Θεό είναι προσωπική, αδιαμεσολάβητη, διαρκής και αδιάκοπη από την ώρα που γεννιόμαστε ως εικόνες της αρρήτου δόξης Του παρά τα πολλά στίγματα των πταισμάτων μας, έως την ώρα της κρίσης μέσα από την οποία προσδοκούμε και ελπίζουμε στην ετέρα μορφής μας.

Με αισθήματα φιλίας και εκτίμησης
Ευάγγελος Βενιζέλος 

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Σεραφείμ - Βενιζέλος
Σημειώσατε 2
Η θεολογία της αγαπώσας Εκκλησίας στα χείλη ενός πολιτικού.
Δεν ξέρω ποιος του τα γραψε αλλά είναι σωστά !

Ανώνυμος είπε...

Η επιστολή του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου τα λέει τα πράγματα όπως είναι.
Η ανταπάντηση του Πειραιώς Σεραφείμ εκτός πραγματικότητας.

Ανώνυμος είπε...

Πού φθάσαμε! Με "δικολαβίστικα" ψευτοεπιχειρήματα και "στρεψοδικίες" ο Βενιζέλος να παραδίδει μαθήματα χριστιανισμού στον ομολογητή δεσπότη του Πειραιά!
Αλλά όταν δεν υπάρχει τσίπα τι περιμένεις!

Ανώνυμος είπε...

Κάποιος θεολογίζων του τα γραψε τρομάρα του!