Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

"Δώσε μου αυτόν τον ξένο" - π. Παναγιώτης Ρόδης



Υπάρχει ένας λόγος του Χριστού στο Ευαγγέλιο που αν τον προσέχαμε θα έπρεπε ως χριστιανοί να βρισκόμαστε σε διαρκή προβληματισμό και να αμφιβάλλουμε συνεχώς για τις αντιλήψεις που διαμορφώνουμε και για τον εαυτό μας και για το Χριστό και για την εκκλησία.  Oι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις ο δε Υιός του ανθρώπου δεν έχει πού την κεφαλήν κλίναι”. Κι αν μπορούσαμε να μεταφερθούμε νοερά στο Γολγοθά θα βλέπαμε πως πράγματι ο Χριστός είναι ένας ξένος, καταδιωγμένος, περιφρονημένος μέσα στην ίδια τη δημιουργία Του. Ο άνθρωπος, το πιο έξοχο δημιούργημα του τον έχει αρνηθεί. «Εις τα ίδια ήλθεν και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον” θα μας πει ο Απόστολος Παύλος.
Πάνω σε αυτή τη γραμμή κινείται ένας ύμνος  -εν πολλοίς άγνωστος σ’ εμάς- που πρέπει να ψάλλεται στους ναούς μετά την επιστροφή του Επιταφίου ή κατά την περιφορά του Επιταφίου, την ώρα δηλαδή που κηδεύεται Εκείνος που αναγκάστηκε να ζήσει σαν ξένος στον κόσμο που ο ίδιος είχε πλάσει.

Ο υμνογράφος βάζει τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία να ζητά το σώμα του Ιησού από τον Πιλάτο με την επαναλαμβανόμενη φράση: “Δος μοι τούτον τον ξένον”. 
Ο ξένος είναι ο Χριστός. Τι σχέση έχουν αυτές οι αναφορές  με τη σημερινή πραγματικότητα, με τους χριστιανούς; Ενδεικτικά θα σταθώ σε μερικές προτάσεις αυτού του ύμνου που αρχίζουν με τη φράση:  “Δώσε μου αυτόν τον ξένο”
“ Δώσε μου αυτόν τον ξένο που από βρέφος σαν ξένος που ήταν ζούσε σαν ξένος στον κόσμο”.
Ο Χριστός εδώ ταυτίζεται με τα βρέφη και νήπια πρόσφυγες που δεν πρόλαβαν να γνωρίσουν πατρίδα. Εκείνα που ευθύς εξαρχής αποξενώθηκαν από αυτονόητες πανανθρώπινες ανάγκες όπως της ζεστασιάς, της τροφής, της ασφάλειας, της αγάπης. Εκείνα που, παρά τη θέλησή τους, έχει χαραχτεί στη μνήμη τους σαν πατρίδα η καρότσα ενός φορτηγού, το αμπάρι ενός πλοίου, η μυρωδιά των πολλών άπλυτων σωμάτων, τα βλοσυρά πρόσωπα των αρχών υποδοχής, το δακρυσμένο πρόσωπο της μάνας τους, το εξουθενωμένο πρόσωπο του πατέρα τους. Στο ευαγγέλιο, ο ίδιος ο Χριστός είχε σπεύσει να δηλώσει ότι βρίσκεται πίσω από κάθε τέτοια ανώνυμη και εξαθλιωμένη ύπαρξη που όμως η αξία της είναι ίσου βάρους με του καθενός μας.

“Δώσε μου αυτόν τον ξένο που οι ομοεθνείς του από μίσος τον θανατώνουν σαν ξένο.”
Εδώ βλέπουμε πόσο σχετική και καθόλου αυτονόητη είναι η έννοια του “ξένου”.  Ξένος δεν είναι ο αλλοεθνής ή ο αλλόπιστος. Ξένος μπορεί να γίνει και ο συμπατριώτης μας, το ίδιο μας το αίμα,  ακόμη και αυτός που μένουμε στο ίδιο σπίτι. Ανάλογα με το ποια χαρακτηριστικά δίνουμε στον άλλο τον κατατάσσουμε στους δικούς μας ή στους ξένους. Μπορούμε να βρούμε άπειρα στοιχεία για τους άλλους που να μας ενώνουν αλλά και να κατασκευάσουμε και πολλά στοιχεία, εντελώς δευτερεύοντα,  που να μας αποξενώνουν.  Και οι Εβραίοι κατασκεύασαν ψευδή στοιχεία για να κατατάξουν το Χρήστο στους ξένους,  άρα στους επικίνδυνους.

“Δώσε μου αυτόν τον ξένο που βλέποντας τον παράδοξο θάνατο του παραξενεύομαι”
Εδώ ο υμνογράφος μάς τονίζει πως το πραγματικά ξένο στη ζωή μας είναι ο θάνατος. Μπροστά στο θάνατο όλοι μοιάζουμε.
Και του πρώτου και του τρίτου κόσμου
και χορτάτοι και πεινασμένοι
και πλούσιοι και φτωχοί
και μορφωμένοι και αμόρφωτοι
και σημαντικοί και ασήμαντοι.
Και αυτή η κοινή μοίρα, του θανάτου, θα έπρεπε να μας παρακινεί να μοιραστούμε τα αγαθά: πλούτη, μόρφωση, υγεία.
Πολύ δε περισσότερο όταν Αυτός που αποκαλείται “ξένος” πέθανε στο Γολγοθά για να πάψει να είναι κοινή μοίρα των ανθρώπων ο θάνατος αλλά η Ανάσταση, η Αιώνια Βασιλεία του Θεού.
Και αφού η εκκλησία είναι εικόνα της Βασιλείας του Θεού, ο αρραβώνας μέσα στον κόσμο, δεν δικαιούμαστε ως χριστιανοί, ως φίλοι του Εσταυρωμένου Ιησού να αποκλείουμε ή να υποτιμάμε κανέναν με βάση εξωτερικά, κατασκευασμένα χαρακτηριστικά.

“Δώσε μου αυτόν τον ξένο που γνωρίζει να φιλοξενεί τους φτωχούς και τους ξένους”.
Εδώ αποκαλύπτεται η πραγματική ταυτότητα του Ιησού Χριστού. Είναι παρών για να πραγματοποιήσει αυτό που αρνιόμαστε εμείς να κάνουμε.  Είναι η πραγματική πατρίδα όλων. Ιδιαίτερα δε των φτωχών και των ξένων. Των ”ελαχίστων”, των παραπεταμένων, αυτών που δεν έχουν τη δύναμη να εκπροσωπηθούν. Και είναι ο Χριστός η πραγματική πατρίδα μας, ο αληθινός μας τόπος, το σπίτι μας που δεν θα χαθεί ποτέ. Και δεν θα χαθεί γιατί έρχεται από άλλον τόπο για να κάνει και τούτον τον κόσμο σπίτι του. Καμία κοσμική δύναμη δεν μπορεί να ακυρώσει το έργο του Χριστού.
Αν κρίνουμε με ανθρώπινα κριτήρια την πορεία του Χριστού από τη Φάτνη ως το μνημείο το κενό και εν συνεχεία την πορεία της Εκκλησίας το όνομα Χριστός, Χριστιανοί, Εκκλησία δεν θα έπρεπε να υπάρχει .

“Δώσε μου αυτόν τον ξένο για να τον κρύψω στον τάφο γιατί σαν ξένος δεν έχει πού να γείρει το κεφάλι του”.
Γιατί και ο ίδιος υπήρξε άστεγος και ξένος, ίσως για να μας υπενθυμίσει πως όλοι ξένοι είμαστε στη γη και πως η αληθινή πατρίδα και ταυτότητα αποκτιέται κοντά Του όταν πετάξουμε από πάνω μας καταλύματα και βεβαιότητες με ημερομηνία λήξης που τα έχουμε θεοποιήσει και δεν μας αφήνουν να δούμε τι γίνεται πέρα από τη μύτη μας. 

Τελειώνοντας αδελφοί, καταθέτω εδώ μία διατύπωση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου άμεσα πρακτική: 
” Έτσι λοιπόν και εσύ αν δεις κάποιον να υποφέρει να μην τον περιεργάζεσαι καθόλου.  Δικαιούται τη βοήθειά σου επειδή υποφέρει. Διότι αν βλέποντας ένα γαϊδούρι να πνίγεται το σηκώνεις και δεν εξετάζεις τίνος είναι,  πολύ περισσότερο δεν πρέπει να εξετάζεις έναν άνθρωπο σε ποιον ανήκει. Του Θεού είναι, είτε Έλληνας είτε Ιουδαίος”. Είτε έγχρωμος είτε βαλκάνιος πρόσφυγας,  Κούρδος διωγμένος ιρακινός κατατρεγμένος.

Καλή Ανάσταση με τον Ξένο-Αναστημένο Χριστό.
π. Παναγιώτης Ρόδης

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Σήμερα το διάβασα Κυριακή των Μυροφόρων. Μου άρεσε γιατί τα λόγια αυτά μίλησαν στην ψυχή μου.