Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Ιερός Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως - Παναγιώτης Σπ. Μαρτίνης



Ιερός Φώτιος (+6 Φεβρουαρίου)
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Ο Ιερός Φώτιος υπήρξε η σπουδαιότερη μορφή και προσωπικότητα του 9ου αι. Και τούτο γιατί διακρίθηκε ως σοφός Ιεράρχης, συγγραφέας και διδάσκαλος. Κατά τον καθηγητή Δημ. Μπαλάνο αναδείχτηκε «η εξοχωτέρα εκκλησιαστική προσωπικότητα ολοκλήρου της μεταπατερικής εποχής». Ήταν γνώστης όχι μόνο της θεολογικής, αλλά και της «θύραθεν» παιδείας.
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 810, κατ΄ άλλες πληροφορίες το 820, από επιφανή οικογένεια. Οι γονείς του, ως εικονόφιλοι, υπέστησαν διώξεις και πολλά βασανιστήρια κατά την περίοδο της εικονομαχίας.
Ως γόνος σπουδαίας οικογένειας, ο πατέρας του ήταν «σπαθάριος» δηλ. μέλος της αυτοκρατορικής φρουράς και ο αδελφός της μητέρας του Σέργιος είχε ως σύζυγο την Ειρήνη, αδελφή της Θεοδώρας, που ως αυτοκράτειρα αναστήλωσε τις εικόνες, έτυχε επιμελημένης μορφώσεως.
«…Φιλομαθής και οξύνους, υπερέβη κατά την σοφίαν πάντας τους συγχρόνους αυτού, δια τούτο και η αξία αυτού ανεβίβασεν αυτόν εις τα ύπατα της πολιτείας αξιώματα μέχρι του πρωτοσπαθαρίου και του συγκλητικού»1.

Λόγω των πολλών χαρισμάτων του και επειδή διέπρεπε όχι μόνο στην «κατά Θεόν και κατά κόσμον σοφίαν», αλλά σε πολλές αρετές, «εθεωρήθη υπό της εκκλησίας ως αρμόδιος να διαδεχθή τον έκπτωτον Πατριάρχην Ιγνάτιον (857)». Και χωρίς ο ίδιος να θεωρεί τον εαυτό του ιδιαίτερα άξιο, χωρίς τη θέλησή του, ψηφίστηκε και «ανήλθεν εντός της εβδομάδος πάντας τους βαθμούς της Ιερωσύνης και τη ημέρα των Χριστουγέννων του 857 εχειροτονήθη Επίσκοπος υπό του Συρακουσών Γρηγορίου του Ασβεστά, Γορτύνης Βασιλείου  και Απαμείας Ευλαμπίου».2
Ο Φώτιος «βία και άκων ανελκυσθείς» στον Πατριαρχικό θρόνο σε επιστολή του σημειώνει: «Εχειροτονήθημεν κλαίοντες, οδυρόμενοι, κοπτόμενοι, ίσασι (γνωρίζουν) ταύτα πάντες…».
Για τους κατηγόρους του δια την εις «αθρόαν» χειροτονία του, απαντά: «Ποίοι κανόνες, ων η παράβαση, ους μέχρι και σήμερον η Κωνσταντινοπολιτών εκκλησία ου παρείληφεν; «Τόσο δε ήταν υποχωρητικός χάριν της ειρήνης, ώστε να φροντίσει για την έκδοση συνοδικής αποφάσεως από την «Πρωτοδεύτερα σύνοδο» (861), ώστε «μηκέτι του λοιπού προς το της επισκοπής ύψος αθρόως ανάγεσθαι τον εκ λαϊκών ή μοναχών ψηφιζόμενον, ει μη δια των εφεξής ιερατικών βαθμών διοδεύουσιν».
Είναι αλήθεια ότι στην Ανατολή δεν υπήρχε κανόνας, ο οποίος εμπόδιζε την «αθρόαν» εκλογή. Προ του Φωτίου δια του τρόπου αυτού ανήλθαν στον Πατριαρχικό θρόνο, οι Νεκτάριος (381 –397), Παύλος γ΄ (686-693), Ταράσιος (784-806) και Νικηφόρος α΄ (806-816).
Στη συνέχεια μεγάλη υπήρξε η ρήξη μεταξύ των οπαδών του Φωτίου και του προκατόχου του Πατριάρχη Ιγνατίου. Ο Ιγνάτιος ήταν γιος του αυτοκράτορα Μιχαήλ Ραγκαβέ (811-813) και ηγούμενος μονής στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν ευσεβής αλλά πολύ συντηρητικός. Ήλθε σε διαμάχη με τον πανίσχυρο τότε Βάρδα, αδελφό της Θεοδώρας, της χήρας του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (829-842), γιατί του ασκούσε σκληρό έλεγχο για τον ακόλαστο βίο του  και δεν του μετέδιδε τη θεία κοινωνία. Γι΄ αυτό ο Βάρδας τον ανάγκασε σε παραίτηση. Όμως, για να εξουδετερώσει την κακή εντύπωση που δημιουργήθηκε από την αυθαίρετη έκπτωση από τον πατριαρχικό θρόνο του Ιγνατίου «εθεώρησε φρόνιμον να εκλεγή πατριάρχης προσωπικότης απολαύουσα κοινής υπολήψεως δια τε το ήθος και την έξοχον παιδείαν του και τοιαύτη ήτο ο Φώτιος (ο οποίος) μετά μεγάλου δισταγμού εδέχθη την κλήσιν, «βία και άκων ανελκυσθείς»3, όπως προαναφέρθηκε.
Επειδή, όμως, οι οπαδοί του Ιγνατίου και ιδιαίτερα οι ζηλωτές μοναχοί αντέδρασαν έντονα, ο Βάρδας έλαβε αυστηρά μέτρα εναντίον τους. Τόσο τον ίδιο τον Ιγνάτιο όσο και πολλούς οπαδούς του έστειλε στην εξορία και τους υπέβαλλε σε πολλά βασανιστήρια. Τότε ο Φώτιος αντέδρασε έντονα και με επιστολή του στον Βάρδα του έγραφε: «Ότι γαρ ιερείς, οποίοι και ανείεν, ομού πάντας επί ενί πταίσματι πάσχοντας ορώ, τυπτομένους, δημευομένους, φαυλιζομένους, την γλώσσαν εκτεμνομένους… πως ου μακαρίσω τους τετελευκότας υπέρ εμέ; Εάν, όπως συμπληρώνει, δεν γίνει διόρθωση του κακού «ούτε γράψω, ούτε άλλως πως ενοχλήσω, αλλ΄ ησυχάσω, εμαυτόν επισκοπών και τα εαυτού οδυρόμενος».4
Το Μάιο του 861 συνήλθε στο ναό των αγίων Αποστόλων η καλουμένη «Πρωτοδεύτερα» σύνοδος. Στη σύνοδο αυτή, παρόντων και των απεσταλμένων του Πάπα επικυρώθηκε η ανύψωση του Φωτίου στον Πατριαρχικό θρόνο, η καθαίρεση του Ιγνατίου και η αναστήλωση των εικόνων.
Όμως ο Πάπας δεν δέχτηκε τις αποφάσεις της συνόδου και με επιστολή του προς τον αυτοκράτορα, θέλοντας να τονίσει το παπικό πρωτείο, σ΄ αυτή χαρακτηρίζει τον Φώτιο «ξένον πάσης ιερατικής τιμής και ονομασίας». Η απάντηση όμως του αυτοκράτορα ήταν αυστηρή και εδήλωνε σ΄ αυτόν ότι «ουδείς τον κατέστησε δικαστή» και ανεγνώριζε ως κανονικό Πατριάρχη τον Φώτιο.
Ο Φώτιος περιγράφει ο ίδιος το βαρύ επισκοπικό έργο: «τους αστηρίκτους στηρίξαι, τους αμαθείς εκδιδάξαι, τους απαιδεύτους παιδεύσαι, τους θρασείς ελκύσαι, τους βλακώδεις ανδρώσαι, τους φιλαργύρους  πείσαι χρημάτων υπερφρονείν και φιλοπτώχους είναι, τους φιλοτίμους… χαλιναγωγήσαι, τους υπερηφάνους κατασπάσαι και μετριοφρονείν παρορμήσαι, τους αδικούντας κωλύσαι και δικαιοπραγείν παρασκευάσαι, τους οργίλους ημερώσαι, τους ολιγοψύχους παραμυθήσασθαι».
Ο Φώτιος, ως Πατριάρχης Κων/λεως, έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιεραποστολή. Ήδη από του έτους 860 άρχισε η ιεραποστολική δράση του Βυζαντίου στο σλαβικό χώρο. Εδώ έδρασαν  οι δύο Θεσσαλονικείς αδελφοί Μεθόδιος και Κύριλλος. Έτσι εκχριστιανίστηκαν οι Χάζαροι και οι Μοραβοί, το δε 864 δέχτηκε το βάπτισμα ο ηγεμόνας της Βουλγαρίας Βόρις, που μετενομάστηκε Μιχαήλ.
Το επίσης ιδιαίτερον ενδιαφέρον του Φωτίου υπήρξε το δογματικό, όπως αυτό φαίνεται στη σύνοδο του 879, που συνεκλήθη στην Κων/πολη, που για πολλούς δογματικούς από θεολόγους αποκαλείται 8η Οικουμενική. Ο Καθηγητής Αρχ. Βασίλειος Στεφανίδης στην Εκκλησιαστική του Ιστορία σημειώνει: «Η σύνοδος ωνόμασεν εαυτήν «Οικουμενικήν» πολλαχού εν ταις πρακτικοίς και μάλιστα εν τοις κανόσιν αυτής… προς τούτοις ο Θεόδωρος ο Βαλσαμών… εν τη ερμηνεία των κανόνων τούτων, ο Ρόδου Νείλος (+μετά το 1379) ωνόμασεν  αυτήν «ογδόην οικουμενικήν». Εφ΄ όσον δεν αναγνωρίζεται επισήμως, η τυχόν μέλλουσα να συνέλθη οικουμενική σύνοδος πρέπει ν΄ ασχοληθή και με το ζήτημα τούτο»5.
Σύμφωνα με τον πρώτο κανόνα της συνόδου (879) ορίστηκε ότι οι υπό του Ρώμης καταδικαζόμενοι είναι τοιούτοι και δια τον Κων/πόλεως, οι δε υπό του Κων/λεως καταδικαζόμενοι είναι τοιούτοι και δια τον Ρώμης. «Η σημασία του κανόνος τούτου προταθέντος υπ΄ αυτών  των παπικών αντιπροσώπων είναι μεγάλη. Κατ΄  αυτόν, όπως αι σύνοδοι της Δύσεως, ούτω και αι σύνοδοι της Ανατολής αποφασίζουσι τελεσιδίκως… Ο κανών δεν κάμνει λόγον περί παπικού πρωτείου, αλλά περί πρεσβείων τιμής του Ρώμης «Μηδέν τω πρεσβείων τω αγιωτάτω θρόνω της Ρωμαίων εκκλησίας, μηδέ τω ταύτης προέδρω το σύνολον καινοτομουμένων, μήτε νυν, μήτε εις το μετέπειτα». Η σύνοδος του 879 αναγνώρισε τον Φώτιον νόμιμο Πατριάρχη Κων/λεως και κατέταξε την Ζ΄ Οικουμενικήν Σύνοδο (787) μεταξύ των οικουμενικών συνόδων. Μάλιστα πρέπει να σημειωθεί ότι σε μια από τις συνεδρίες της συνόδου (12-13 Μαρτίου 880) «κατ΄ αίτησιν του αυτοκράτορος ανεγνώσθη κατ΄ αυτήν το σύμβολον της Κωνστ/λεως (το νυν παρ΄ ημίν ισχύον) άνευ βεβαίως της προσθήκης «και εκ του υιού» (filiogue). Οι παπικοί αντιπρόσωποι δεν έφεραν καμία αντίρρηση.
Με όσα έχουν εκτεθεί φαίνεται φανερό γιατί η σύνοδος του 879 θεωρείται  για μας τους Ανατολικούς σπουδαία και πρέπει να καταταγεί από μέλλουσα σύνοδο στις λοιπές Οικουμενικές με την ονομασία της Η΄ Οικουμενικής συνόδου.
Δυστυχώς, όταν ανέλαβε τον αυτοκρατορικό θρόνο ο Λέων Στ΄ ο σοφός (886-911) εξανάγκασε τον Φώτιο σε παραίτηση, αν και υπήρξε διδάσκαλός του, με την πρόφαση ότι συμμετείχε μιας ανατρεπτικής κινήσεως εναντίον του με σκοπό να ανεβάσει στον Πατριαρχικό θρόνο  τον δεκαεξή αδελφό του Στέφανο (886-893).
Ο καθηγητής Δημ. Μπαλανός για το τέλος του ι. Φωτίου σημειώνει: «Ο Φώτιος ενεκλείσθη πάλιν εις την παρά την Κωνσταντινούπολιν μονήν των Αρμενιανών… επικαλουμένην του Βόρδονος ή Γόρδονος… (και) απέθανεν εν τη ως άνω μονή, κατ΄την πιθανωτέραν εκδοχήν την 6ην Δεκεμβρίου του 893. Το σεπτόν λείψανόν του μετεφέρθη εις Κωνσταντινούπολιν και απετέθη  εις τον επ΄ ονόματι Ιωάννου του Προδρόμου ναόν… Μικρόν μετά τον θάνατόν του εκηρύχθη ο Πατριάρχης Φώτιος άγιος της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και η σύναξίς του τελείται την 6ην Φεβρουαρίου».
Ο ι. Φώτιος διέπρεψε και στο συγγραφικό τομέα. Παρά τον ταραχώδη βίο του και την με πολλές δυσκολίες πατριαρχεία του βρήκε καιρό να συγγράψει σπουδαία θεολογικά και φιλοσοφικά έργα «συντελέσας εις την αναγέννησιν  των γραμμάτων, αναδειχθείς ούτω το σημαντικώτερον πρόσωπον της βυζαντινής γραμματείας».
Τα σπουδαιότερα συγγράμματα του Φωτίου είναι τα εξής:
α) Το Μυριόβιβλον ή Βιβλιοθήκη. Στο βιβλίο αυτό διασώζονται περικοπές βιβλίων της εκκλησιαστικής και της θύραθεν γραμματείας, για το περιεχόμενο των οποίων δεν υπάρχουν άλλες σχετικές πληροφορίες.
β) Τα Αμφιλόχια ή Λόγων ιερών και ζητημάτων ιερολογίαι». Στο έργο του αυτό ο Φώτιος αναφέρεται στους μεγάλους πατέρες της Εκκλησίας, ιδίως, στον Ιω. Χρυσόστομο, Ιω. Δαμασκηνό και στον Επίσκοπο Κύρου Θεοδώρητο.
γ) Συνέταξε υπομνήματα στις Γραφές, αποσπάσματα των οποίων διασώζονται μέχρι σήμερα.
δ) Λόγος περί της του αγίου Πνεύματος  μυσταγωγίας. Αναιρεί τη διδασκαλία των Ρ/Καθολικών δια την «και εκ του Υιού εκπόρευσιν του αγ. Πνεύματος» το γνωστό filiogue.
ε) Εκεί όμως που ο Φώτιος αναδείχτηκε απαράμιλλος είναι οι επιστολές του, δογματικές, ηθικές, παραινετικές, παραμυθητικές, φιλικές κ.α..
Χαρακτηρισμός: Οι χαρακτηρισμοί, τέλος, για τον Φώτιο είναι πολλοί και αξιόλογοι. Κατά τον Καθηγητή Δ. Μπαλάνο, ο ι. Φώτιος «ήτο αναντιρρήτως όλως εξέχουσα προσωπικότης από πάσης απόψεως, διακριθείς ως Ιεράρχης, ω διδάσκαλος, ως σοφός, ως συγγραφεύς, ως άνθρωπος…».
Ο Κοραής γράφει: «Η μνήμη του Φωτίου... θέλει μείνει ανεξάλειπτος εις όλων εκείνων τας ψυχάς όσοι χαίρουσιν  εις την δόξαν της πατρίδος». Ο Κωνστ. Οικονόμος ο εξ Οικονόμων παρατηρεί: Φώτιος το μέγα όνομα, και του τε κατ΄ αυτόν  και των μετ΄ αυτών αιώνων το θαύμα». Ο Ιω. Βαλέττας τον αποκαλεί «σοφώτατον και γενναίον της Ορθοδοξίας πρόμαχον και Σωτήρα». Ο Κων. Παπαρρηγόπουλος λέει: «Το βέβαιον είναι ότι ο Φώτιος υπήρξεν άνθρωπος έξοχος, κατά το χιλιετές διάστημα από της ιδρύσεως του ανατολικού κράτους μέχρι της πτώσεως ουδέν άλλο όνομα διέλαμψε λαμπρότερον επί του ιστορικού ημών στερεώματος ή το του Φωτίου». Τέλος, ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης στο γνωστόν Αγιολόγιό του αναφέρει: «Η μνήμη 48 Πατριαρχών Κων/πόλεως αναγράφεται εις πάντα σχεδόν τα Μηνολόγια, του μεγάλου όντως Φωτίου, ήτις έπρεπε να πρωτεύη εν τη σειρά και ημέρα τη τεταγμένη, παρασιωπάται όλως ή δειλά – δειλά αναφέρεται τελευταία εις ωρισμένα μόνον απόγραφα· εις τους εσχάτους δε χρόνους, ότε ο Σταυρουπόλεως Τυπάλδος συνέγραψεν Ακολουθίαν τω 1848 εις τον ιερόν Φώτιον, ήρξατο τελουμένη η μνήμη αυτού εν τοις Πατριαρχείοις επισήμως, ως και εν τη Χάλκη ιερά μονή της Αγίας Τριάδος, ης λέγεται ιδρυτής· επί δε της Β΄ Πατριαρχείας Ιωακείμ Γ΄ κατά συνοδικήν απόφασιν η εορτή του Φωτίου τελείται εις πάσας τας εκκλησίας της αρχιεπισκοπής». Σήμερα ο ι. Φώτιος τιμάται πανορθόδοξα και πολλά συνέδρια διαργανώνονται στις 6 Φεβρουαρίου, ημερομηνία της μνήμης του.6

Παναγιώτης Σπ. Μαρτίνης Δρ. Θ.
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος
Άρχων Ιερομνήμων  της Αγίας του Χριστού Μ. Εκκλησίας
 __________________________________
1.    Σωφρ. Ευστρατιάδου, Αγιολόγιον της Ορθοδ. Εκκλησίας, Εκδ. Αποστ. Διακονίας, Ανατύπωσις 1945,σελ. 471.
2.    Αμέσως προηγούμενο έργο.
3.    Δημ. Σ. Μπαλάνου, οι Πατέρες και Συγγραφείς της αρχαίας Εκκλησίας, Εκδ. β΄,  Αθήναι 1961, σελ. 30.
4.    Αμέσως προηγ. Έργο Δημ. Μπαλάνου, σελ. 31.
5.    Αρχ. Βασιλ. Κ. Στεφανίδου, Εκκλ. Ιστορία, γ΄ έκδ. Εκδοτικός Οίκος «ΑΣΤΗΡ», Αθήναι 1970, σελ. 364.
6.    Πρέπει να σημειωθεί ότι όλα τα εντός παρενθέσεως κείμενα του άρθρου, είτε παραπέμπουν  είτε όχι, προέρχονται από τους τρεις παραπάνω συγγραφείς: Σωφρ. Ευστρατιάδη (Αγιολόγιον), Δημ. Μπαλάνο (Οι Πατέρες και Συγγραφείς της Αρχαίας Εκκλησίας) και Βασίλ. Στεφανίδη (Εκκλ. Ιστορία). 

Πηγή: "Ο ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ"

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο άγιος Φώτιος χτύπησε τον παπισμό.
Σήμερα τί κάνουν μερικοί "θεολόγοι";

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό το άρθρο με χρήσιμες πληροφορίες και με σημαντική συνεισφορά στο να κατανοήσουμε ότι ο διπολικός κόσμος όπου όλα είναι τέλεια ή απαίσια, όλα σωστά ή όλα λάθος δεν υπάρχει.
Θα πρότεινα, υικώς, ωστόσο στον σεβαστό συγγραφέα τα παραθέματά του να τα παραθέτει και σε μετάφραση προς γλωσσικόν κουφισμόν των μη δυναμένων να κατανοήσουν το πρωτότυπο.
γδμ

Ανώνυμος είπε...

Οι αυτοκρατορικές εξουσίες ανέβαζαν και κατέβαζαν τους πατριάρχες όπως τους ανθρώπους του παλατιού. Αυτά συμβαίνουν στον Μέγα Φώτιο που τον έκαναν και τον έβγαλαν οι αυτοκρατορικοί. Διαβάζοντας Στεφανίδη βλέπεις ότι την εκκλησιαστική ηγεσία όλοι την είχαν ως το μακρύ χέρι των κρατούντων σε Ανατολή και Δύση. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα σε ολοκληρωτικά και μη καθεστώτα που σαν πατερίτσα της εξουσίας τους θέλουν την Εκκλησία.
Για α μην φανώ υπερβολικός να θυμίσω το πώς ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος από πρεσβύτερος επελέγη για Πατριάρχης από το Παλάτι και πως το Παλάτι τον απόπεμψε με «σύνοδο» και τον εξόρισε.
Τα ίδια στον Φώτιο τα ίδια στον Χρυσόστομο και ίδια και σήμερα και αύριο αυτή είναι η ιστορία.

ΥΓ. κάτι για γέλιο. Οι υποψήφιοι βουλευτές, δήμαρχοι, περιφερειάρχες, σύμβουλοι, τρέχουν από ακολουθία σε δοξολογία για μια φωτογραδία με τους δεσποτάδες και μεγαλοπαπάδες τους οποίους τις υπόλοιπες μέρες τους βρίζουν.