Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

Τό κοινωνικό ἔργο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης


 Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
Λόγος
Τό κοινωνικό ἔργο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου
 « Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν Ἀρχιερεύς» (Ἑβρ.)

 
         
Ἀνέτειλε, Μακαριώτατε πάτερ, Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, ἀνέτειλε τό347 μ.Χ. στήν Ἀντιόχεια. Διέσχισε σάν ἥλιος ἐν ἐκρήξει τό στερέωμα τῆς τότε Οἰκουμένης. Ἔδυσε στίς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407 στά βάθη τῆς Μικρασίας ἐξόριστος καί καθηρημένος, ὁ γιός τοῦ Σεκούνδου καί τῆς Ἀνθούσας, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
          Κανένας Ἐπίσκοπος καί Διδάσκαλος τοῦ θείου λόγου δέν ἀγαπήθηκε στή διάρκεια τῶν εἴκοσι καί πλέον αἰώνων τοῦ χριστιανισμοῦ καί κανένας δέν μισήθηκε τόσο πολύ στήν διάρκεια τῶν λίγων ἐτῶν τῆς ζωῆς του ὅσο ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
          Μισήθηκε διότι ὑπῆρξε ἀσυμβίβαστος, μορ­φή προφητική, κήρυκας ἑνός τέλειου χρι­στιανι­σμοῦ. Ἀγαπήθηκε παράφορα, ὄχι μόνο ὡς "χρυ­σόστομος", ἀλά καί ὡς "χρυσόεργος" καί "χρυσό­ψυχος". Θά τοῦ ταίριαζε καλύτερα τό ὄνομα "ἐλεήμων" ἀπό τό Χρυσόστομος, γιατί αὐτό θά ἐξέφραζε τό μεγαλεῖο τῆς φλογε­ρῆς καί πλήρους ἀγάπης  καρδίας του, ἀλλ᾽ ἐπεσκίασεν ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του μέ τό ἀνυπέρβλητο χάρισμα τοῦ λόγου πού κατεῖχε. Ἀξίζει νά δοῦμε ἔστω καί βιαστικά ἕνα τμῆμα ἀπό τό κολοσσιαῖο ἔργο στό ὁποῖο διοχέτευσε τήν πυρακτωμένη λάβα τῆς ἀγάπης του. Δύο σημεῖα θά μᾶς ἀπασχο­λήσουν στή συνέχεια: Τά ἔργα τῆς ἀγάπης του καί τό κήρυγμά του.
******
«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν Ἀρχιερεύς»
          Ἀπό τήν πρώτη της κιόλας ἐμφάνιση στό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας ἡ μεγάλη ψυχή τοῦ Χρυσοστόμου φανέρωσε τή μεγάλη της ἀδυνα­μία: τήν ἀγάπη του πρός τούς δοκιμαζόμε­νους καί τούς πτωχούς ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ. Μόλις χειροτονεῖται πρεσβύτερος στήν Ἀντιόχεια τούς ἀναλαμβάνει ὑπό τήν προστασία του. 3000 φτω­χοί βρίσκουν τροφή καί στοργή καί μαζί μ' αὐ­τούς ἕνα πλῆθος χηρῶν καί ὀρφανῶν. Ἀπό τό ταμεῖο τῆς Ἐκκλησίας ἐπίσης ἐξαγοράζονται αἰχ­μάλωτοι καί ἀπελευθερώνονται φυλακισμένοι. Στά δώδεκα χρόνια τῆς δράσεως τοῦ Χρυσο­στόμου ἡ Ἀντιόχεια ἀναδεικνύεται ἡ πιό φιλάν­θρωπη πόλη τοῦ κόσμου καί πλήθη πτωχῶν ἀπό ἄλλες πόλεις συρρέουν ἐκεῖ γιά νά χορτάσουν τήν πείνα τους. Ὁρισμένοι διαμαρτύρονταν γι' αὐτό, ἀλλ᾽ ὁ Χρυσόστομος ἀπαντοῦσε πώς ἔπρε­πε νά καυχῶνται, γιατί αὐτό ἦταν δόξα καί τιμή γιά τήν πόλη τους, μιά πόλη, πού κατά τόν ἱερό ἄνδρα, ἄν ἤθελε μποροῦσε νά θρέψει τούς φτω­χούς ὅλου τοῦ κόσμου.
          Ξαφνικά ἕνα γεγονός ἀναστάτωσε αὐτή τήν μεγολούπολη. Ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος διέτα­ξε τήν ἐκ θεμελίων καταστροφή της, γιατί ὁ λαός ὀργισμένος γιά τή νέα βαριά φορολογία, πού τοῦ ἐπιβλήθηκε, συνέτριψε τά ἀγάλματα τοῦ αὐτο­κράτορα καί τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειάς του.
Ὁ μαινόμενος ὄχλος ἐπάγωσε ὅταν ἀντί­κρυσε τά πρῶτα τμήματα τοῦ στρατοῦ καί ἡ πό­λη μεταβλήθηκε σέ νεκροταφεῖο. Φόβος καί τρό­μος κατέλαβε τούς πάντες. Πολλοί σκόρπισαν στά βουνά. Ἔγιναν οἱ πρῶτες συλλήψεις καί ἐπέ­κειντο ἐκτελέσεις. Τότε εἰσῆλθε στή μάχη ἡ Ἐκκλησία. Ὁ Ἐπίσκοπος Φλαβιανός φεύγει γιά τήν Κων/λη. Ὁ Χρυσόστομος ἐπικεφαλῆς τῶν ἱερέων καί τῶν μοναχῶν, πού ἄφησαν τά βουνά καί τά ἀσκητήριά τους καί κατέβηκαν στήν πόλη, προ­κειμένου νά συμπαρασταθοῦν στό λαό, καταλαμ­βάνει τά δικα­στήρια καί δέν ἐπιτρέπει νά γίνουν δίκες. Ἀνε­βαίνει στόν ἄμβωνα καί ἐκφωνεῖ πρός τά τρομα­γμένα πλήθη πού γέμιζαν ἀσφυκτικά τόν ναό τούς εἰκοσιένα  πρός ἀνδριάντας λόγους, στηρ­ί­ζοντας τόν πονεμένο λαό. Στήν Κων/λη ὁ γέρων Φλαβιανός μέ ἕναν ὑπέροχο λόγο, πού εἶχε συντάξει ὁ Χρυσόστομος, συγκινεῖ τόν αὐτο­κρά­τορα μέχρι δακρύων. Ἡ ἀπόφαση τῆς κατα­στρο­φῆς ἀνακαλεῖται καί τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα μέ τήν ἐπιστροφή τοῦ Φλαβιανοῦ, ἡ πόλη πανη­γυρίζει ἔξαλλη ἀπό χαρά. Ἦταν μιά νίκη τῆς ἀγάπης τοῦ Χρυσο­στόμου πρός τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, ἦταν  μιά νίκη τῆς Ἐκκλησίας.
          Τό 397 ὁ Χρυσόστομος χειροτονεῖται ἐπί­σκοπος καί ἐνθρονίζεται στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Κων/λεως. Ἡ ἀξιοθρήνητη κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ποιμνίου τήν ὁποία συναντᾶ τόν ἀφήνει ἐμβρόντητο. Ἀπό τή μιά μεριά μιά ἄνευ προηγουμένου χλιδή τῶν πλου­σίων καί τῶν ἀρχόντων καί ἀπό τήν ἄλλη πείνα φοβερή καί δυστυχία πλήθους πτωχῶν ἀνθρώ­πων.
          Μέ τήν ἄνεση πού τοῦ δίνει τό ἀξίωμά του ἐπεκτείνεται σέ ἕνα πρωτοφανοῦς δυνάμεως καί ἐκτάσεως ἔργο. Τό χρῆμα τῆς Ἐκκλησίας τό διοχετεύει στά ἔργα τῆς ἀγάπης. "Εὗρεν ἀνάλωμα μή ὠφελοῦν τήν Ἐκκλησίαν", γι' αὐτό καί "κελεύ­ει μετενεχθῆναι τήν πολυτέλειαν εἰς τό Νοσοκο­μεῖον" καί  "περισσευούσης τῆς χρείας κτίζει νο­σοκομεῖα". Ἕνα πλῆθος φιλανθρωπικῶν ἱδρυμά­των δημιουργεῖται στό ὁποῖο ἐργάζονται μέ τέλεια αὐταπάρνηση ἀφοσιωμένες μαθήτριές του, μεταξύ τῶν ὁποίων λέμπει ὡς ἥλιος ἡ διακόνισσα Ὀλυμπιάς.
Ὅπως γράφει ὁ ἱστορικός Θεοδώρητος: " Ἀναρίθμητες  φροντίδες καταβάλ­λονται καθημε­ρινά ἀπό τόν Πατέρα γιά πολλούς. Σύρεται κάποιος σέ δίκη; Ἀμέσως ὁ Πατέρας γίνεται συνήγορος. Βρίσκει τήν πόλη λιμός; Ἀπό συνή­γορος γίνεται τροφοδότης. Ὅταν κάποιος ἀσθενεῖ σέ γιατρό μεταβάλλεται ὁ τροφοδότης. Βρῆκε ἄλλον πένθος; Ὁ νοσοκόμος γίνεται παρηγορη­τής. Χρειάστηκε φροντίδα γιά τούς ξένους; Ἀμέσως ἀναδεικνύεται ξενοδόχος αὐτός πού ἔγινε "τοῖς πᾶσι τά πάντα".
          Τέτοιος ἦταν ὁ Χρυσόστομος καί τέτοιο τό ἔργο του. Πατέρας τῶν πτωχῶν καί ἀδυνάτων.
*******
          Ἀλλά τό κοινωνικό του ἔργο δέν εἶναι μόνο αὐτό πού ἐργάστηκε ὁ ἴδιος. Ὑπῆρξε τόση ἡ πίεση πού ἄσκησε τό κήρυγμά του στούς ἀκρο­ατές του, ὥστε κάθε προσπάθεια  νά ἐκτιμηθεῖ αὐτό τό ἔργο πέφτει στό κενό.
          Ὁ Χρυσόστομος ἀγαποῦσε τό κήρυγμα. Αὐτό ἦταν τό ὅπλο του. Ἕνα ὅπλο μέ τό ὁποῖο συνέτριβε τόν σατανᾶ καί ἐδόξαζε τόν Χριστό.
          Τό μόνιμο καί προσφιλές του θέμα ἦταν αὐτό πού σήμερα ὀνομάζουμε κοινωνικό πρόβλη­μα. Πλοῦτος-φτώχεια-ἐλεημοσύνη. Αὐτές οἱ ἔννοι­ες ἐπανέρχονται σέ ὅλα τά κηρύγματά του. Ὁ λόγος του ἦταν καθαρός καί ξάστερος: "Πάντα χρήματα γέγονεν· διά τοῦτο πάντα ἄνω κάτω γέγονε (Δ΄Ὁμιλ.Ματθ.). Ὄχι ἐπειδή τά χρήματα εἶναι ἁμαρτία. Ἁμαρτία εἶναι τό νά μή τά διενέ­μουμε στούς πτωχούς καί νά μή τά χρησιμοποι­οῦμε σωστά. (ιγ΄εἰς Α΄Κορ.). Τό κήρυγμά του ἦταν τολμηρό. Ὁ Χρυ­σόστομος ἐκήρυττε τήν πτωχεία. Ἤθελε οἱ καρ­διές τῶν πιστῶν νά ξεκολ­λήσουν ἀπό τό χρῆ­μα. Ἄν ἕνας κλέπτης σέ ληστέψει, ἔλεγε, δῶσε τά ὑπόλοιπα στούς πτωχούς. Ἔτσι πληγώνεις τόν διάβολο καίρια. "Εἰ βούλει πλουτῆσαι, γενοῦ πένης".
Ὅταν ἔβλεπε χρυσᾶ στολίδια στά κεφάλια καί τούς λαιμούς τῶν πλουσίων, νόμιζε πώς ἔβλε­πε δεσμά. Βγάλε τά δεσμά σου, ἔλεγε, καί δός μου τα, γιά νά λύσω αὐτούς πού εἶναι δεμένοι ἀπό τήν πείνα. Ἀπευθυνόμενος πρός τόν γυναι­κεῖο κόσμο ἔλεγε: γιατί κρεμᾶτε στά αὐτιά σας τά ψωμιά μυριάδων  φτωχῶν; "Τοῦ Χριστοῦ λιμώτ­τοντος, σύ οὕτω τρυφᾷς;" Τή στιγμή πού ὁ Χριστός πεινᾶ, ἐσύ καλοπερνᾶς;  Ὁ πτωχός ἦταν ὁ Χριστός.
Γιά τόν Χρυσόστομο ἡ Θεία Λειτουρ­γία δέν σταματᾶ στόν ναό, συνε­χίζεται στό σπίτι καθε­νός. Ὁ Χριστός σέ δέχτηκε στό τραπέζι του,  κάλεσέ τον κι ἐσύ στό τραπέζι σου, ἔλεγε.  Γέμι­σε τό τραπέζι σου ἀπό χωλούς καί ἀναπή­ρους. Μπαίνοντας αὐτοί στό σπίτι σου μπαίνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Στόν τόπο προσευχῆς τοῦ καθενός συνιστοῦσε νά ὑπάρχει "κιβώτιον πενήτων". Πρίν προσευχηθεῖς, ἐλέησε γιά νά ἐλεηθεῖς". "Ἔκτεινόν σου τάς χεῖρας μή εἰς οὐρανόν, ἀλλ' εἰς τάς τῶν πενήτων χεῖρας. Ἄν ἁπλώσεις τό χέρι στά χέρια τῶν πτωχῶν, ἄγγιξες τήν κορυφή τοῦ οὐρανοῦ. "Μυστή­ριον γάρ ἐστιν ἡ ἐλεημοσύνη». Αὐτό τό μυστήριο τό ἔζησε πρῶτα ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του. Στήν ἀρχή τῆς διακονίας του μοίρασε ὅλη τήν περιουσία του στούς πτωχούς. Τήν ὕστατη στιγμή τῆς ζωῆς του μοίρασε τά ροῦχα του στούς ἀνθρώπους πού τόν παράστεκαν, ἀκόμη καί τά σανδάλιά του καί πέταξε στά ἀπέραντα πλάτη τοῦ οὐρανοῦ ὡς πτωχός πλουτίζων τόν κόσμον.
*****
«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν Ἀρχιερεύς»
          Ὁ κόσμος τῆς ἐποχῆς τοῦ Χρυσοστόμου δέν διέφερε πολύ ἀπό τόν δικό μας κόσμο. Ἕνας κόσμος συγκρού­σεων, ἕνας κόσμος ἄλυτων προ­βλημά­των γιά ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς καί ταυτόχρονα κόσμος εὐημερίας καί ἄνεσης. Γιά τόν Χρυσό­στομο ἡ εὐημερία εἶναι κίνδυνος, τό χειρότερο εἶδος διωγμοῦ, χειρότερο καί ἀπ᾽αὐτόν τόν φανερό διωγμό. Κανείς δέν βλέπει κινδύνους. Ἡ ἄνεση κοιμίζει τούς ἀνθρώπους καί ὁ διάβολος θανα­τώνει τούς κοιμισμένους. Τό μήνυμά του ἴσιο καί καθαρό σάν τή ζωή του εἶναι: «Μή τοίνυν μετά ἀνέσεως προσδοκάσθω τις τόν οὐρανόν ὄψεσθαι.» Μή περιμένει κανείς νά μπεῖ στόν Παράδεισο μέ ἄνεση. «Τήν πενίαν ζηλώσωμεν».

          Μακαριώτατε πάτερ καί Δέσποτα, οἱ καιροί μας «οὐ μενετοί». Ὁ λαός  τοῦ Θεοῦ ζητᾶ παρά­κληση, παρηγοριά, διαφώτιση στά θέματα πί­στεως καί λατρείας. Ὁ λαός προσβλέπει πρός τήν Ἐκκλησία παρ᾽ ὅλο τόν πόλεμο ὁ ὁποῖος προσγί­νεται ἐναντίον της. Στούς χαλεπούς τούτους καιρούς ταπεινά εὐχόμαστε, ὅπως ὁ Κύριος ὁ Θεῖος τῆς Ἐκκλησίας Δομήτωρ σᾶς χαρίζει ὑγεία «κατ᾽ ἄμφω» ἐπί μακρά σειρά ἐτῶν, ὅπως παρα­καλεῖτε τόν λαό τῆς δοκιμαζόμενης Μεγα­λονήσου μας, καί τόν στηρίζετε καί τόν ὁδηγεῖτε εἰς νομάς σωτηρίους κατά τό παράδει­γμα τοῦ προστάτου σας Ἁγίου, γιά νά δεῖ ὁ λαός μας κα­λύτερες μέρες καί νά ἀξιωθεῖτε σεῖς καί ὁ λαός νά χαροῦμε τήν καρποφορία τῶν ἀγώνων πρός δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Προσκυνητοῦ Ὀνό­ματος τοῦ Κυρίου καί χαρά τῶν μακαρίων ψυχῶν ὅσων ἀγωνίστηκαν γιά τήν ἐλευθερία τῆς μαρτυ­ρικῆς νήσου τῶν Ἁγίων. Πολλά τά ἔτη σας, Μα­καριώτατε.

Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
Ἀρχιγραμματεύς  Ἱεράς Συνόδου
τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου

Δεν υπάρχουν σχόλια: