-Νίβομε και
τρίβομενε καλά τα χέρια μας, με σαπούνι ή πασαλειβούμαστενε με σπίρτο[1].
-Άμα μας τρω το μούτσουνο[2] μας ε ντο
ξιούμε[3] με τα
χέρια μας, μόνο πιάνομε ένα πεσκίρι[4].
-Άμα θέμενε να σουσάρομε[5] μόνο σε
χαρτομπάμπακα και μετά τη μουρδαριά[6] την
πετούμενε στα σκουπίδια.
-Άμα μας έρτει βηχαλάκι ή θέλομενε να φτερνιστούμενε φράζομε[7] τη μύτη
και το στόμα μας με το μανίκι μας σάμπου[8] κάμναμε
σαν είμεστενε μικροί και μετά ξανανίβομε τα χέρια μας.
-Τέλος τ’ αλισβερίσια και τα σουλάτσα[9] τα πολλά.
-Με τις γαζετούδες[10] της
γειτονιάς κομμένα τα καφεδόμπρικα και το κουσέλι[11],
οι εκκλησιές εκλείσανε [12]και
πρέπει να κατασαλαγιάσομε[13] πια
στο σπίτι μας για να μη μας εύρει κι άλλο κακό.
-Κι άμα μας χτυπούνε την πόρτα ξουξούδια να τους λέμε.
-Προσέχομε τη μανή[14] και τον πάππου, τους μεγάλους τους αθρώπους που είναι πιο ευαίσθητοι, δεν τους αφήνομε τα παιδιά μας γιατί δικά μας είναι και πρέπει να τα ‘χομενε σπίτι μας.
- Άμαν ανοιώσουμε πως είμεστενε συγκρυασμένοι[15] ή
πουντιαζμένοι[16],
πως έχομενε θέρμη[17],
βήχα, συνάχι και μας πονεί ο λαιμός μας οχονούς[18] να
πάρομε στο τηλέφωνο το γιατρό κι ευτός θα μας πει ίντα θα κάμουμε. Ίμπα και
πάει κανείς στο νοσοκομείο, αλίμονο σας.
-Να κλειδαμπαρωθούμενε στο σπιτικό μας, να βλέπομε τις
λιλιγκιές[19] στην
τελεόραση, τον Τσιόδρα και την Θεοπούλα, υπομονή να κάμουμε για να μη μας έρθει
κούπαση[20] και
γούσουρα[21].
-Τις κουμπάνιες[22] μας
από τις μαρκέτες[23] τις
έχομενε κάμει και με το παραπάνω, χαρτιά υγείας έχομε πολλά, δεν θα πεινάσομε,
ας μη λολαγκριζόμαστε[24],
α πίνομε κάνα βραστικό, κάνα ματζούνι, κάνα ντεπόν, α κάμουμε και τη βασκανία
κι όλα θα πάνε κατ’ ευκήν.
-Μπορεί να γίνομενε ολόβολοι[25] από
το φαΐ που κατεβάζομε ξεπάσαλα, μα μη μας πιάνουν αγκούσιες[26].
-Συρτικό [27]είναι,
θα περάσει θε δε θε!
ΥΓ. Να κατασαλαγιάσεις[28] σπίτι
σου και να μη σουρτουκεύεις[29].
Τη μια στο σχολειό την άλλη στο μπακάλη. Κόψε τη γούλα[30] και
μάϊνα[31] τη
γρίνα. Φοβούμεστε γιατί έχεις πάρει το ποδάρι της θειάς σου της γυρουλούς[32],
ο Θεός σχωρέστην. Πολλά φιγιά να δώκεις και μη σας έρτει καμιά λολάδα [33]να
έρτετε.
Εννόησες;
Πηγή: άγνωστη
Ερμηνεία λέξεων: Υπ.
[1] Σπίρτο:
οινόπνευμα
[2] Μούτσουνο: το
πρόσωπο
[3] Ξιούμε: ξύνουμε
[4] Πεσκίρι:
πετσέτα (στα τουρκικά)
[5] Σουσάρομε:
φυσάμε τη μύτη μας
[6] Μουρδαριά:
βρωμιά
[7] Φράζομε:
κλείνουμε
[8] Σάμπου: όπως
[9] Σουλάτσα:
περίπατοι
[10] Γαζετούδες:
κουτσομπόλες
[11] Κουσέλι:
κουτσομπολιό
[12] Το κείμενο
γράφτηκε όταν οι ναοί ήταν κλειστοί
[13] Να
κατασαλαγιάσομε: να ηρεμήσουμε, καταπραΰνουμε
[14] Μανή: γιαγιά
[15] Συγκρυασμένοι:
έχουμε ρίγος, κρυάδες
[16] Πουντιαζμένοι:
κρυωμένοι
[17] Θέρμη: πυρετό
[18] Οχονούς:
γρήγορα
[19] Λιλιγκιές:
σφήκες (υπανίσσεται τη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «Άγριες μέλισσες»)
[20] Κούπαση:
στενοχώρια
[21] Γούσουρα:
εγκεφαλικό
[22] Κουμπάνιες:
προμήθειες
[23] Μαρκέτες:
τα (Super) Market
[24] Λολαγκριζόμαστε:
χάνουμε τα λογικά μας
[25] Ολόβολοι:
ολόκληροι, ολοστρόγγυλοι
[26] Αγκούσιες:
στενοχώριες
[27] Συρτικό: επιδημία
[28] Να
κατασαλαγιάσεις: να ηρεμήσεις
[29] Σουρτουκεύεις:
τριγυρίζεις άσκοπα
[30] Γούλα:
κυριολεκτικά ο λαιμός, μεταφορικά η λαιμαργία
[31] Μάινα:
Υπόστειλε, κατέβασε, μείωσε
[32] Γυρουλού:
εκείνη που γυρνά στη γειτονιά
[33] Λολάδα: τρέλα
1 σχόλιο:
Αυτή είναι η αθάνατη Ελλάδα με τους γλωσσικούς της ιδιωματισμούς.
Δημοσίευση σχολίου