Από την Πύλο στην
πύλη της συνειδήσεως
Δημ. Πάνος
Ας ξεκινήσουμε από μία βασική
παραδοχή: αν ακούσουμε ότι πέθαναν άνθρωποι και το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε
είναι «ναι αλλά αυτοί ήταν…» - και συμπληρώνουμε κάποιο κατηγορούμενο
(«επικίνδυνοι», «εγκληματίες», «μετανάστες», Τούρκοι, Αλβανοί, ομοφυλόφιλοι,
«γύφτοι», «εχθροί» ή ό,τι άλλο), τότε έχουμε πρόβλημα. Μεγάλο πρόβλημα. Ας
ρωτήσουμε ο καθένας τον εαυτό του ποια ήταν η πρώτη μας αντίδραση στο άκουσμα
της είδησης για το ναυάγιο της Πύλου.
Ας κάνουμε και μια δεύτερη παραδοχή: Κατά βάσιν σκασίλα μας: σκασίλα μας κι αν πέθαναν δύο ή εικοσιδύο ή πεντακόσιοι δύο, σκασίλα μας κι αν ήταν πλούσιοι ή φτωχοί, σκασίλα μας κι αν ήταν μαύροι ή κίτρινοι ή άσπροι. Ακόμη περισσότερο σκασίλα μας αφού ήταν διαφορετικοί από εμάς: δεν λέω να ήταν Έλληνες ή Κύπριοι, λέω να είχε γίνει κάποιο ναυτικό ατύχημα με Ιταλούς, Γάλλους ή κάποιους «παρόμοιους» με εμάς∙ τότε ίσως να κάναμε κάποιες ψυχολογικές ταυτίσεις μαζί τους, να περνούσε από το μυαλό μας ότι θα μπορούσαμε κι εμείς να ήμασταν στη θέση τους. Ειδικά αν το ατύχημα είχε γίνει π.χ. σε διακοπές ή σε ταξίδι ρουτίνας, θα σκεφτόμασταν ίσως ότι «οι καημένοι», πήγαν για αναψυχή και τους έτυχε αυτή η «τραγωδία»… Ενώ τώρα;
Τώρα… απλώς κουνάμε το κεφάλι,
επιβεβαιώνοντας αυτό που έλεγε ο Ντοστογιέφσκι: ότι όταν λυπόμαστε για κάποιον,
περισσότερο λυπόμαστε για τον εαυτό μας που θα μπορούσε να ήταν στη θέση του.
Κι επειδή μάλλον εμείς δεν θα μπαίναμε ποτέ σε ένα σαπιοκάραβο για να
γλιτώσουμε από τη φτώχια, επειδή εμείς ποτέ δεν θα χρειαστεί να γκρεμίσουμε την
- γκρεμισμένη ίσως… - ζωή μας για να αναζητήσουμε στα τυφλά την επανεκκίνησή
της κάπου αλλού, μάλλον περιοριζόμαστε σε αυτή την συμπονετική νεύση του
κεφαλιού, αυτά τα κροκοδείλια «τσ τσ τσ οι καημένοι», που ξεχνιούνται μόλις
αλλάξει η είδηση στο δελτίο.
Αν τώρα, εξακολουθούμε να έχουμε
σκέψεις του στυλ: «και τι φταίμε εμείς; Ποιος τους είπε να έρθουν;» ή «μα όλοι
αυτοί ήταν πιθανοί εγκληματίες που θα έβλαπταν τη χώρα μας», τότε έχουμε άλλο
ένα πρόβλημα - ακόμη μεγαλύτερο αν δηλώνουμε και «χριστιανοί»: έχουμε υποτάξει
το ανθρώπινο («ανθρωπιστικό» που λέει και η τρέχουσα ορολογία) στο κοινωνικό
και εθνικό συμφέρον. Με καθαρή και ήσυχη συνείδηση, ως φιλήσυχοι πολίτες και
καλοί οικογενειάρχες και Έλληνες. Αγνοώντας βέβαια την χριστιανική αλφαβήτα –
που μιλά για μοίρασμα, για νοιάξιμο, για θυσία, για προσφορά και τα γνωστά –
άγνωστα. Πόσο βολικά τα έχουμε όλα τακτοποιήσει στο μυαλό μας – διότι καρδιά
μάλλον δεν υπάρχει…
«Να ανοίξουμε τα σύνορα λοιπόν;
Αυτό λες»; Δεν χαράσσουμε εμείς εθνική πολιτική για να αποφασίσουμε τι μας
συμφέρει από εθνική και πολιτική άποψη – αφού δυστυχώς αυτές οι έννοιες είναι
ασύμβατες αιώνες τώρα με τη χριστιανική ή έστω την ανθρώπινή μας ιδιότητα. Κι
επειδή, εγώ τουλάχιστον, δεν μπορώ, δεν θέλω, δεν αντέχω, να ανοίξω το σπίτι
μου και να βάλω μέσα 3-4 κατατρεγμένους που χωράνε άνετα (θα στριμωχνόμασταν
λίγο, αλλά θα τα καταφέρναμε, όπως τότε με τους πρόσφυγες από τη Μικρασία ή
τους συγγενείς στην κατοχή και τον Εμφύλιο…), λέω να κάνω κάτι άλλο: να
εξομολογηθώ στη συνείδησή μου, τίμια, ότι ναι, κι εγώ φταίω που ο κόσμος μας
είναι γεμάτος άθλιες ανισότητες – από τις οποίες είμαι κι εγώ στην μεριά των
ωφελημένων… Κι ότι, μάλλον χαίρομαι που είμαι σε αυτή την πλευρά του βουνού…
Μετά, μπορούμε να συζητήσουμε τα
πάντα…
5 σχόλια:
Κυνικό σε κάποια σημεία.. αλλά αληθινά τα όσα γράφει. Μπορούμε να κοιτάξουμε τον εαυτό μας τον «χριστιανικό». Αν ο Χριστός ήταν κάποιος από αυτούς τι θα έκανα; Μια από τα ίδια. Το συμφέρον μου και ωραία λόγια χριστιανικά, χωρίς πνεύμα θυσίας.
Αυτές οι αλήθειες σπάνε κόκκαλα. Μόνο που δεν είναι για τους άλλους αλλά για κάθε βαπτισμένο στο Χριστό. Για εμένα!!!
Ο Χριστός ήταν ο πρώτος μετανάστης. είμαστε πρώτα Χριστιανοί και μετά πατριώτες. Πολλές αλήθειες...
Μάλιστα.... αλλά δεν πρέπει να υπάρχουν σύνορα; νόμοι;
Το να μιλήσεις για τον υγρό τάφο εκατοντάδων ανθρώπων στην Πύλο είναι εύκολο με μια προσποίηση οδύνης στην εκφορά του λόγου. Την πύλη της συνειδήσεως την κρατάμε στην δικιά μας σκέψη νεκρή.
Δημοσίευση σχολίου