Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2023

Η ποιμαντική διακονία (και η ζωή μας) αντιμέτωπη με το «σύνδρομο της καμηλοπάρδαλης». Είμαστε ποτέ ικανοποιημένοι; - π. Χριστοφόρου Χρόνη

Η ποιμαντική διακονία (και η ζωή μας) αντιμέτωπη με το «σύνδρομο της καμηλοπάρδαλης». 
Είμαστε ποτέ ικανοποιημένοι;
 
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Εφημερίου Ι. Ν. Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου 
(Δρ. Θεολογίας-Μ.Α Φιλοσοφίας)
Διδάσκοντος στο ΕΚΠΑ/Θεολογική Σχολή-Τμ. Θεολογίας 

         Η καμηλοπάρδαλη είναι το ψηλότερο ζώο στον κόσμο. Το ύψος της φτάνει τα 6 μέτρα. Αυτό της επιτρέπει να έχει μονίμως ένα εκτεταμένο οπτικό πεδίο, να βλέπει συνεχώς νέα τοπία και να παρακινείται σε μια διαρκή αναζήτηση νέου χώρου. Τι σχέση μπορεί να έχει μία καμηλοπάρδαλη με την ποιμαντική διακονία ενός ιερέα ή ενός λαϊκού συνεργάτη του ή ενός βαπτισμένου χριστιανού, αφού η ποιμαντική είναι ποιμνιοκεντρική (κέντρο το ποίμνιο) και όχι ποιμενοκεντρική (κέντρο ο ποιμένας);[1]

         Εδώ υπεισέρχεται ένας πειρασμός. Το ζήτημα δεν είναι απλό και επουσιώδες, αλλά είναι λεπτό αλλά καταστροφικό. Εμφανίζεται πριν το συνειδητοποιήσει ένας κληρικός ή ένας λαϊκός, αρπάζοντας και καταστρέφοντας την αποτελεσματικότητά του, το ζήλο του, το πάθος του και τη διακονία του. Ονομάζεται «σύνδρομο της καμηλοπάρδαλης».[2] Είναι ο πειρασμός να περιστρέφει κάποιος συνεχώς το κεφάλι του, να τεντώνει το λαιμό του  και να γέρνει για να δει ένα άλλο μέρος του ποιμαντικού αμπελώνα, ευχόμενος να ήταν εκεί. Στην ουσία πρόκειται για έλλειψη ικανοποίησης. Αντί να παρακολουθούμε τη διακονία που έχουμε μπροστά μας, με τους ανθρώπους που μας εμπιστεύτηκε ο Αρχιποιμένας μας Κύριος Ιησούς Χριστός, αρχίζουμε να επιθυμούμε κάτι άλλο—συνήθως κάτι μεγαλύτερο, ευκολότερο ή πιο έντονο ή πιο προσοδοφόρο. Μερικές φορές θα εστιάζουμε σε οτιδήποτε άλλο, αρκεί να είναι διαφορετικό.

Πρέπει να μετανοήσουμε για το «σύνδρομο της καμηλοπάρδαλης», όπου κρατάμε συνεχώς το κεφάλι ψηλά αναζητώντας, σαν άλλη καμηλοπάρδαλη, πιο πράσινο γρασίδι. Το σύνδρομο αυτό, δυστυχώς, δηλητηριάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Δεν ικανοποιούμαστε και δεν χορταίνουμε με τίποτα.

         Κατά καιρούς ο Κύριος μας προκαλεί ανησυχία και μας παρακινεί, σοφά και ευγενικά, να μετακομίσουμε σε άλλο τομέα διακονίας. Αυτό συμβαίνει στους περισσότερους κληρικούς και λαϊκούς κάποια στιγμή στη διακονία τους και μπορεί να προκαλέσει μια ιερή δυσαρέσκεια. Ο Χριστός είναι αυτός που ανοίγει και κλείνει θύρες στην ποιμαντική διακονία.[3] Εδώ αναφερόμαστε στη δυσαρέσκεια που επηρεάζει έναν άνθρωπο, όχι επειδή ο Κύριος τον παρακινεί να προχωρήσει, αλλά επειδή είναι πολύ απασχολημένος, ψάχνοντας σε άλλα μέρη για νέα διακονία. Κάθε φορά που αισθανόμαστε δυσαρέσκεια στον εαυτό μας, πρέπει να τη δοκιμάσουμε. Είναι ιερή ή ανίερη; Η ανίερη δυσαρέσκεια είναι ένας εχθρός που πρέπει να πολεμήσουμε. Η ανίερη διακονεί μαρτυρεί ότι εργαζόμαστε για το δικό μας «βασίλειο» και όχι για το βασίλειο του Θεού.

         Η παγίδα της δυσαρέσκειας ή της μη ικανοποίησης, εμπίπτει κυρίως σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη είναι η έλλειψη ικανοποίησης με το που καλούμαστε να διακονήσουμε, και ξεκινά με μια σειρά ύπουλων σκέψεων. Σκέψεις του τύπου: «Η ενορία εκεί πέρα ​​έχει περισσότερους πόρους από τη δικιά μου», «αυτό το μέρος της χώρας είναι πιο ελκυστικό και πρέπει να μετακινηθώ εκεί», «μακάρι να μπορούσα να υπηρετήσω στην τάδε θέση λόγω των προσόντων μου» κ.α. Όταν επικρατεί η δυσαρέσκεια και η έλλειψη ικανοποίησης, η πίστη συνήθως εξασθενεί. Αποτέλεσμα είναι να προκαλείται ποιμαντική ζημιά τόσο στον εαυτό μας όσο και στο ποίμνιο, αφού παύουμε να εργαζόμαστε όσο πρέπει, να μην προσευχόμαστε τόσο θερμά, ούτε να προετοιμαζόμαστε πνευματικά.

         Η δυσαρέσκεια και η έλλειψη ικανοποίησης καταστρέφει, γι’ αυτό καλό είναι να είμαστε ικανοποιημένοι εκεί που είμαστε, εκεί που μας έταξε ο Ύψιστος. Ο Κύριος μας κάλεσε σε αυτόν τον ναό, σ’ αυτή την πόλη και σ’ αυτή τη διακονία, μέχρι να μας καλέσει ξεκάθαρα κάπου αλλού. Μπορεί να μην ξέρουμε γιατί, αλλά το ξέρει Εκείνος. Να Του έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη.[4]

         Η δεύτερη κατηγορία είναι η δυσαρέσκεια και η έλλειψη ικανοποίησης με το ποιον καλούμαστε να διακονήσουμε και να συνεργαστούμε. Ο Κύριος μας έχει δώσει το προνόμιο και την τιμή να διακονήσουμε πονεμένους, θλιμμένους και «προβληματικούς» ανθρώπους. Πόσες φορές δεν σταθήκαμε στο ύψος της διακονίας μας, πόσες φορές δεν πικράναμε και δεν ακυρώσαμε τον συνάνθρωπό μας, πόσες φορές δεν ευχηθήκαμε να διακονούσαμε «άλλους», καλύτερους ανθρώπους!!! Προφανώς το σκοτάδι που είχαμε στην καρδιά μας το εξωτερικεύσαμε.[5]

         Κι όμως, αυτοί οι άνθρωποι που μας εμπιστεύτηκε ο Θεός, χρειάζονταν την αλήθεια του Ευαγγελίου, αλλά ήμασταν απασχολημένος με το να έχουμε τις δικές μας προσδοκίες και να  κάνουμε τα δικά μας σχέδια. Ο Θεός μας ανέθεσε όλους αυτούς τους «προβληματικούς» ανθρώπους. Προς ντροπή μας, δεν τους αγαπήσαμε ποτέ πραγματικά, ούτε τους διακονήσαμε βλέποντας στο πρόσωπό τους το πρόσωπο του Χριστού. Αν ήμασταν πραγματικοί διάκονοι του Χριστού, θα διακονούσαμε το ποίμνιό μας με χαρά και ποτέ με απογοήτευση και πνεύμα δυσαρέσκειας. Το ποίμνιό μας θα ήταν η χαρά, η τιμή και η δόξα μας.[6]

         Τα ίδια ισχύουν και για τους συνεργάτες μας στην ποιμαντική μας διακονία. Πόσες φορές δεν εκφράσαμε την έλλειψη ικανοποίησης; Πόσες φορές δεν ευχηθήκαμε να έχουμε έναν άλλο επίσκοπο, έναν άλλο συνεφημέριο, έναν άλλο λαϊκό συνεργάτη; Αν είχαμε, τότε θα αποδίδαμε ουσιαστικότερα, πιστεύουμε. Ζούμε σε φοβερή πλάνη. Είναι συγκλονιστικός ο λόγος του αββά Δωροθέου «Βλέπει κάποιος τον εαυτό του να είναι ειρηνικός. Όταν όμως του πει ο αδερφός του κάποιο λυπηρό λόγο, ταράζεται λέγοντας-αν δεν ερχόταν να μου μιλήσει, δεν θα έπεφτα στην αμαρτία-Αυτό είναι παραλογισμός. Μήπως αυτός που του μίλησε έβαλε το πάθος στην ψυχή του; Του έδειξε το πάθος του για να μετανοήσει».[7]

         Η τρίτη κατηγορία είναι η έλλειψη ικανοποίησης με το πως καλούμαστε να διακονήσουμε. Πάρα πολλοί ιερείς, θεολόγοι, κατηχητές, λαϊκοί συνεργάτες, επιθυμούν να γίνουν περισσότερο ομιλητές συνεδρίων, συγγραφείς και καθηγητές ανώτερης ή ανώτατης εκπαίδευσης, παρά να διακονήσουν με αυταπάρνηση τον συνάνθρωπό τους στην τοπική ενορία τους. Όλοι και όλα χρειάζονται. Η αλήθεια όμως είναι ότι χρειαζόμαστε λιγότερους επίδοξους ομιλητές συνεδρίων, συγγραφείς και καθηγητές και περισσότερους πιστούς ιερείς και λαϊκούς συνεργάτες, αφοσιωμένους στο ενοριακό ποιμαντικό έργο.

         Να παρακαλούμε τον επίσκοπο των ψυχών μας,[8] να μας φωτίζει να είμαστε  ικανοποιημένοι με το που καλούμαστε να διακονήσουμε, ποιον καλούμαστε να διακονήσουμε και πως καλούμαστε να διακονήσουμε. Η ικανοποίηση στη διακονία μας είναι μεγάλο κέρδος.[9] Να την επιδιώκουμε, να την αγκαλιάζουμε και θα βρούμε την πνευματική ανάπαυση την οποία θα μεταλαμπαδεύσουμε και στο ποίμνιό μας. Ο θερισμός πολύς, οι εργάτες λίγοι.[10]



[1] Αλέξανδρος Σταυρόπουλος, «Ας κάνουμε την ενορία μας μια οικογένεια», Εφημέριος, τεύχος 10, Νοέμβριος 2007, σ. 19.
[2] Jason Helopoulos, The New Pastor’s Handbook, Baker Books, ΜΙ 2015, σ. 74.
[3] Κολ. 4,3 «προσευχόμενοι ἅμα καὶ περὶ ἡμῶν, ἵνα ὁ Θεὸς ἀνοίξῃ ἡμῖν θύραν τοῦ λόγου, λαλῆσαι τὸ μυστήριον τοῦ Χριστοῦ, δι' ὃ καὶ δέδεμαι».
[4] Φιλιπ. 4,6 «μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ' ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν».
[5] Ματθ. 15,18 «τὰ δὲ ἐκπορευόμενα ἐκ τοῦ στόματος ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχεται, κἀκεῖνα κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον».
[6] Α΄ Θεσ. 2,20 «ὑμεῖς γάρ ἐστε ἡ δόξα ἡμῶν καὶ ἡ χαρά».
[7] Αββάς Δωρόθεος, Έργα Ασκητικά, Διδασκαλία 7,82, εκδ. Ετοιμασία, Καρέας 2000, σ. 208.
[8] Α΄ Πετρ. 2,25 «ὸν ποιμένα καὶ ἐπίσκοπον τῶν ψυχῶν ὑμῶν».
[9] Α΄ Τιμ. 6,6 «ἔστι δὲ πορισμὸς μέγας ἡ εὐσέβεια μετὰ αὐταρκείας».
[10] Ματθ. 9,37.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Λογικά όλα αυτά, αλλά προϋποθέτουνε πνευματικότητα στο να υπάρχει εμπιστοσύνη και υπακοή στον Θεό. Όμως όλοι μας θέλουμε την καταξίωση στους ανθρώπους και στο περιβάλλον μας, αναζητώντας την προβολή μας από θέσεις σπουδαίες και υψηλούς βαθμούς. Την ταπείνωση στο θέλημα του Θεού την διδάσκουμε στους άλλους, αλλά όχι σε μας. Με προσγείωσε στην πραγματικότητα το άρθρο σας αυτό. Γνωρίζω ότι δεν θα το πραγματοποιήσω αλλά τώρα νιώθω ενοχές για λάθη μου. Ο Θεός να με φωτίσει να τα εγκολπωθώ για την δόξα Του και όχι την δόξα μου.

Ανώνυμος είπε...

Κατάλληλο για να αναγνωσθεί σε ιερατική και όχι μόνο σύναξη. Είναι μια επαναφορά στην Χριστοκεντρικότητα της ζωής μας.

Ανώνυμος είπε...

Είναι πάντα έτσι; Υπάρχουν και αδικίες. Δεν ζούμε σε κοινότητες Εκκλησιαστικές Αγίων.

ΚΣΕ ΠΑΤΡΑΣ είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.