Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Παρεκκλίσεις σέ ζητήματα ὀρθοδόξου πίστεως, κανονικῆς τάξεως καί ἱστορικές ἀνακρίβειες τοῦ πιλοτικοῦ προγράμματος στά θρησκευτικά δημοτικοῦ καί γυμνασίου (ἔτους 2011) -Εὐάγγελος Στ. Πονηρός

Παρεκκλίσεις σέ ζητήματα ὀρθοδόξου πίστεως, κανονικῆς τάξεως καί ἱστορικές ἀνακρίβειες τοῦ πιλοτικοῦ προγράμματος στά θρησκευτικά δημοτικοῦ καί γυμνασίου (ἔτους 2011) 
Στό νέο πρόγραμμα ἐπιχειρεῖται νά παρουσιασθεῖ ἡ νόθευση τοῦ μαθήματος ὡς ἀπαραίτητη ἀναγκαιότητα: «αναγνωρίζοντας, ωστόσο, ότι οι θρησκείες είναι πηγή ἐλπίδας για σωτηρία, αιτία προσωπικής δέσμευσης και συλλογικής πορείας, επισημαίνεται ότι στη διαδικασία της διδασκαλίας τους αυτά τα στοιχεία θα πρέπει να προβληθούν[1]». Ἄρα θά παύσει πλέον νά διδάσκεται ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός μαθητής, ὅτι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ἡ ἐλπίδα καί ἡ σωτηρία καί ὅτι ἡ οἰκογένεια τῶν χριστιανῶν εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί θά τοῦ ἐπιβάλλεται ἡ ἰδέα, καθ΄ ἡμᾶς ἡ ψευδαίσθηση, ὅτι οἱ θρησκεῖες τοῦ δίνουν ἐλπίδα σωτηρίας;
Στή θέση τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ μαθήματος εἰσάγεται ἀπό τήν ἀγγλόφωνη βιβλιογραφία τό “religious literacy”, τό ὁποῖο μεταφράζεται ἄλλοτε μέν ὡς «θρησκευτικός γραμματισμός», ἄλλοτε δέ ὡς «θρησκευτικός ἐγγραμματισμός».
Ἡ λειτουργία τοῦ “religious literacy” ἐπιχειρεῖται νά ὁρισθεῖ ὡς ἑξῆς: «Ο θρησκευτικός αυτός γραμματισμός βασίζεται στους κανόνες της παιδαγωγικής και επιστημονικής γνώσης και στοχεύει στην κριτική ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών με τις γνώσεις, τις αξίες και τις στάσεις ζωής που παρέχει για τις θρησκείες και από τις θρησκείες, εφαρμόζοντας μια διερευνητική, ερμηνευτική και διαλογική μαθησιακή προσέγγιση.[2]»
Ὁ ὡς ἄνω ἰσχυρισμός εἶναι ἀπολύτως ἀτυχής, διότι αὐτοαναιρεῖται: ἡ θρησκευτική συνείδηση τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν μαθητῶν δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναπτυχθεῖ «με τις γνώσεις […] γιά τίς θρησκείες», ἀλλά ἐπειδή ἐκφράζεται ὡς πίστη στόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, ἀναπτύσσεται δέ καί καλλιεργεῖται μέσῳ τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας. Ὁποιοδήποτε ἄλλο ἐγχείρημα ἀπειλεῖ νά ἐπιφέρει νάρκωση, στρέβλωση καί παραπλάνησή της.
Τά βιβλία τά ὁποῖα γράφτηκαν ἀπό τό 2003 ἕως τό 2006 θεωροῦνται ἀπό τό νέο πρόγραμμα σπουδῶν, ὅτι διακρίνονται ἀπό «πνεύμα διαλόγου, ελευθερίας και καταλλαγής, χωρίς ομολογιακή εμμονή, κατηχητισμό, φανατισμό ή μισαλλοδοξία[3]» Ἐδῶ χρησιμοποιεῖται γιά μία ἀκόμη φορά ὁ ἀπαράδεκτος ὅρος «κατηχητισμός». Ἔχουμε ἤδη παλαιότερα ἐπισημάνει, ὅτι «τό περιεχόμενο τοῦ ὅρου δέν ἐξηγεῖται ἀπό ὅσους τόν χρησιμοποιοῦν. Θεωροῦμε τόν ὅρο ἀπαράδεκτο, τόσο διότι τό περιεχόμενό του δέν ἐξηγεῖται, ὅσο καί διότι εἶναι δυνατόν νά δημιουργήσει παρεξηγήσεις γιά τό περιεχόμενο τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς κατηχήσεως.[4]» Ὅμως οἱ ἐπισημάνσεις μας δέν ἐλήφθησαν ὑπ΄ ὄψη. Ἀντιθέτως, καί ὅλως παραδόξως ἐδῶ υἱοθετεῖται ἕνας ὅρος τῆς θεολογίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἡ «καταλλαγή» καί δύο ἄλλοι ἀπορρίπτονται, οἱ ὅροι «ὁμολογία» καί «κατηχεῖν». Ἔτσι δυστυχῶς καταντᾶ τό πρόγραμμα σέ ἕνα εἶδος παραπαίουσας θεολογίας.
Στήν 7η ἑνότητα τῆς Γ΄ δημοτικοῦ ὁ Φραγκίσκος τῆς Ἀσίζης χαρακτηρίζεται «ἅγιος», μολονότι ὡς γνωστόν δέν ἀναγνωρίζεται ὡς ἅγιος ἀπό τήν Ἐκκλησία μας, προτάσσεται δέ τῶν ἱστοριῶν ἀπό τό Λαυσαϊκό[5].
Στή 4η ἑνότητα τῆς Δ΄ δημοτικοῦ μέ τίτλο «΄Ολοι ίσοι, όλοι διαφορετικοί» μαζί μέ τήν παραβολή τῶν ταλάντων, τή γιορτή τῶν Θεοφανίων καί τό ὀρθόδοξο χριστιανικό βάπτισμα περιλαμβάνονται καί τά ἑξῆς μή χριστιανικά θέματα: «Βάπτισμα και χρίσμα των Ρωμαιοκαθολικών. Βάπτισμα των Προτεσταντών. Τελετές ενηλικίωσης σε θρησκείες του κόσμου Μπαρ Μιτσβά/ Μπατ Μιτσβά. Ενηλικίωση των Μουσουλμάνων. Ενηλικίωση των Ινδουιστών. Γιορτές του κόσμου γεμάτες χαρά και φως: Χανουκά, Diwali Ὁ τίτλος τῆς ἑνότητας δημιουργεῖ σοβαρό πρόβλημα. Ἡ διατύπωσή του εἶναι δυνατόν νά ὁδηγήσει στό συμπέρασμα, ὅτι τό βάπτισμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι ἰσοδύναμο μέ τό ρωμαιοκαθολικό καί τό προτεσταντικό, ὅπως καί μέ τίς τελετές ἐνηλικιώσεως τῶν θρησκειῶν.
Στήν Ε΄ δημοτικοῦ  στήν ἑνότητα 1 «Μαθητές καί δάσκαλοι» περιλαμβάνεται στή στήλη «Προσδοκώμενα Μαθησιακά αποτελέσματα» ἡ προσδοκία νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «ἀναγνωρίζουν καί ἀξιολογοῦν τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς δάσκαλο». Δέν γίνεται λόγος περί τοῦ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μονογενής υἱός τοῦ Θεοῦ, σωτήρας καί λυτρωτής τῆς ἀνθρωπότητος. Στήν ἴδια ἑνότητα περιλαμβάνεται καί τό θέμα «Μεγάλοι δάσκαλοι θρησκειών του κόσμου, Μωάμεθ, Κομφούκιος, Βούδας» Ἐπί εἴκοσι αἰῶνες στήν ὀρθόδοξη χριστιανική θεολογία ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός δέν συμπαρατάσσεται κἄν μέ τούς ἁγίους ἀποστόλους καί τούς πατέρες καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας. Κανένας δηλαδή δέν ἀποτολμᾶ νά πεῖ «οἱ μεγάλοι δάσκαλοι Ἰησοῦς Χριστός, Παῦλος ὁ ἀπόστολος, Βασίλειος ὁ μέγας, Μάξιμος ὁ ὁμολογητής». Τώρα ὅμως τάσσεται καί συνεξετάζεται μαζί μέ τούς μεγάλους δασκάλους τῶν θρησκειῶν!
Στή 2η ἑνότητα μέ τίτλο «Για να ζούμε καλύτερα μαζί: συμπόρευση με όρια και κανόνες» μαζί μέ τόν δεκάλογο καί τά εὐαγγελικά ἀποσπάσματα Μτ 5,17, 43-48, Λκ 6,31 συνεξετάζονται καί οἱ Χαντίθ τῶν Μουσουλμάνων καί τό ζήτημα τῆς ἀφοσιώσεως τῶν Ἑβραίων στόν νόμο. Ἡ εἰδοποιός διαφορά μεταξύ τῆς τηρήσεως τοῦ δεκαλόγου ἀπό τούς χριστιανούς καί τῆς ἀφοσιώσεως τῶν Ἐβραίων στό νόμο δέν γίνεται ἐμφανής καί ἀντιληπτή ἀπό τό πρόγραμμα. Εἶναι δέ ἀμφίβολο, ἐάν εἶναι δυνατόν νά ἐντοπισθεῖ καί νά διδαχθεῖ ἀπό δασκάλους τοῦ δημοτικοῦ σχολείου.
Στήν 3η ἑνότητα μέ τίτλο «προχωράμε αλλάζοντας», κακῶς ἀναφέρεται ὁ ἅγιος Διονύσιος Αἰγίνης ὁ ἐκ Ζακύνθου (1547-1622) ὡς «ἅγιος Διονύσιος Ζακύνθου», διότι ἐπίσκοπος στήν ἰδιαίτερη πατρίδα του Ζάκυνθο δέν διετέλεσε ποτέ.
Στήν Στ΄ δημοτικοῦ, στήν 3η ἑνότητα μέ τίτλο «Άγιοι άνθρωποι»  στή στήλη «προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα» ἀναφέρεται ὡς προσδοκία τοῦ προγράμματος τό νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «παρουσιάζουν τις βασικές εκφράσεις της χριστιανικής στάσης ζωής όπως αναδεικνύονται από τη Βίβλο» Ὅπως θά δοῦμε καί παρακάτω, ὁ ὅρος «στάση ζωῆς» δέν εἶναι δόκιμος θεολογικός ὅρος, οἱ διδασκαλίες τῆς Βίβλου δέν εἶναι ἁπλῶς ἀνθρώπινη στάση ζωῆς, ἀλλά ἀποκεκαλυμμένες θεῖες ἀλήθειες.
Ὡς προσδοκώμενο μαθησιακό ἀποτέλεσμα περιγράφεται ἐπίσης καί τό νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «πληροφορούνται για αγίους ανθρώπους άλλων θρησκειών». Στά δέ «βασικά θέματα» περιλαμβάνεται καί τό θέμα «άγιοι άνθρωποι στις θρησκείες του κόσμου: Βούδας, Κομφούκιος, Μωάμεθ, Βισνού (Κρίσνα), Δαλάι Λάμα, Γκάντι και πολλά άλλα πρόσωπα ιστορικά ή μυθικά». Θεωροῦμε μέγιστο σφάλμα τό νά ἀποδίδεται ἕνας καθαρά χριστιανικός θεολογικός ὅρος σέ μή χριστιανούς. Κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο ἐκχριστιανίζονται, ὅσοι ποτέ δέν εἶχαν ὑπ΄ ὄψη νά πιστεύσουν στόν Χριστό καί δίδεται στούς μαθητές ἡ ἐντύπωση ὅτι εἶναι δυνατόν νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἁγιότητα καί ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης ἀποδίδεται ὁ ὅρος αὐτός καί σέ μυθικά πρόσωπα, πράγμα ἀδιανόητο γιά τή χριστιανική διδασκαλία, διότι ὅλοι οἱ ἅγιοι εἶναι πρόσωπα ἱστορικά.
Στήν 4η ἑνότητα μέ τίτλο «Από τους Χριστιανούς της χώρας μας στους Χριστιανούς του κόσμου» προσδοκᾶται ἀπό τούς μαθητές νά μποροῦν νά «αναγνωρίζουν τους Έλληνες Χριστιανούς άλλων ομολογιών». Ὅπως ἔχουμε ἤδη ἐπισημάνει, δέν πρέπει ἡ Ὀρθόδοξη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία νά ὁρίζεται ἁπλῶς ὡς μία «ὁμολογία»[6], διότι περιέχει τό πλήρωμα τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ[7]. Στά «Βασικά θέματα» περιλαμβάνεται καί τό θέμα «Πολλές παραδόσεις, κοινή συνείδηση: Κοινή ταυτότητα: Βάπτισμα, Ευχαριστία, Ιεροσύνη» Ὁ χαρακτηρισμός αὐτός δημιουργεῖ σοβαρά ἐρωτηματικά. Ἐννοεῖται ὡς «κοινή ταυτότητα», τό γεγονός ὅτι κάποιοι ἔχουν βάπτισμα, θεία εὐχαριστία, ἱερωσύνη, ὅπως καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Παραβλέπεται τό γεγονός ὅτι δέν ἔχουμε εὐχαριστιακή κοινωνία μέ ὅλους αὐτούς; Παραβλέπεται καί τό γεγονός, ὅτι ἀρκετές ἀπό τίς «ἐκκλησίες» αὐτές δέν ἔχουν ἀποστολική διαδοχή; Ἔχουμε εὐχαριστιακή κοινωνία μέ τούς ρωμαιοκαθολικούς στήν Ἑλλάδα καί ἐκτός αὐτῆς; Ἔχουν ἀποστολική διαδοχή οἱ Πεντηκοστιανοί στήν Ἑλλάδα καί ἐκτός αὐτῆς; Οἱ τυχόν κακοδοξίες δέν διαφοροποιοῦν τήν ταυτότητα;
Στήν 7η ἑνότητα μέ τίτλο «Πώς έφτασε η Αγία Γραφή έως εμάς; προτάσσεται τό θέμα «Η εύρεση των χειρογράφων του Κουμράν: Το συναρπαστικό ταξίδι της Βιβλου στον χρόνο» Τόσο ἡ θέση τοῦ θέματος αὐτοῦ ὡς πρώτου τῆς ἑνότητας ὅσο καί ἡ διατύπωση τοῦ τίτλου του εἶναι δυνατόν νά ὁδηγήσουν στή φοβερή παρεξήγηση ὅτι τά χειρόγραφα τοῦ Κουμράν εἶναι βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς! Καί δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε, ὅτι τό θέμα αὐτό καλοῦνται νά διδάξουν ὄχι θεολόγοι, ἀλλά δάσκαλοι τῆς πρωτοβάθμιας ἐκπαιδεύσεως, ὁρισμένοι ἀπό τούς ὁποίους κατά τή διάρκεια τῶν σπουδῶν τους δέν ἔλαβαν τήν σχετική μέ τό μάθημα θρησκευτικῶν παιδεία, διότι ἁπλούστατα στή σχολή ὅπου φοιτοῦσαν δέν εἶχε ἐκλεγεῖ εἰδικός καθηγητής.
Στήν 3η καί 4η ἑνότητα τῆς Α΄ γυμνασίου κατεβαίνουν θέματα τῆς δευτέρας καί τῆς τρίτης γυμνασίου καί τῆς δευτέρας λυκείου. Πράγμα τό ὁποῖο καθιστᾶ δυσχερή τήν κατά τόν ὁποιονδήποτε τρόπο ἀφομοίωση τῆς ὕλης ἀπό τούς μικρούς μαθητές. Ἡ δέ θεολογία τοῦ προγράμματος, καί ἐδῶ ὅπως καί σέ πολλά ἄλλα σημεῖα, δέν εἶναι ἐπιτυχής. Στά «προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα» τῆς ἑνότητας 3 περιλαμβάνεται καί ἡ ἐπιδίωξη νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «αναλύουν τις διαστάσεις (προσωπικές και κοινωνικές) της ευχαριστιακής στάσης ζωής χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα παραδείγματα» Ἡ φράση δέν εἶναι ὀρθή, θά ἀρκοῦσε ἄν ἀνέφερε «εὐχαριστιακή ζωή», διότι ἡ λέξη «στάση» εἶναι δυνατό νά παρεξηγηθεῖ καί νά θεωρηθεῖ ὅτι δηλώνει κάτι τό προσωρινό ἀπό τό ὁποῖο οὕτως ἤ ἄλλως ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἤ κάτι τό μόνιμο πλήν ὅμως μή ἐπιδεχόμενο ὁποιασδήποτε προόδου.
Ἐπίσης προσδοκᾶται ὡς μαθησιακό ἀποτέλεσμα τό νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «συγκρίνουν απόψεις για τη θρησκευτική πίστη (δικές τους καί ἄλλων) μέ τή χριστιανική». Ἄρα θεωροῦν οἱ συντάκτες τοῦ προγράμματος τήν πίστη τῶν μαθητῶν ἐκ προοιμίου διάφορη ἀπό τήν χριστιανική;
Τό 4ο θέμα τῆς 4ης ἑνότητας διέπεται ἐπίσης ἀπό ἐσφαλμένη θεολογία. Προβάλλει τό ἀνυπόστατο ἐρώτημα: «δέχονται όλοι οι χριστιανοί τα ίδια δόγματα;» Ἐάν κάποιος θέλει νά πιστεύει καί νά ἀνήκει στόν Χριστό, πιστεύει σέ ὅλες τίς ἀλήθειες πίστεως (δόγματα) τίς ὁποῖες ἡ Ἐκκλησία δέχεται, ἄλλως εἶναι ἑτερόδοξος.
Στήν 5η ἑνότητα περιλαμβάνονται ἀρκετά παλαιοδιαθηκικά θέματα, τά ὁποῖα ὅμως, γιά πρώτη φορά στά χρονικά τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, παρουσιάζονται ὡς ἰουδαϊσμός, περιλαμβάνεται μάλιστα ὡς θέμα διδασκαλίας καί τό ταλμούδ[8], ἀφ΄ ἑτέρου δέ συμπιέζονται σέ ἕξι μόλις διδακτικές ὧρες. Ἔτσι ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν θά διδάσκεται πλέον ὡς «παιδαγωγός εἰς Χριστόν»[9]. Παρ΄ ὅλα αὐτά χαρακτηρίζεται ἡ Παλαιά Διαθήκη ὡς «ένα κοινό βιβλίο για Εβραίους και χριστιανούς» ἐνῷ ἡ ἀκριβής ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ἡ ἑρμηνεία τοῦ βιβλίου αὐτοῦ δέν εἶναι κοινή. Οὔτε κἄν τό ὄνομα εἶναι κοινό, διότι τό ὄνομα «Παλαιά Διαθήκη», συνεπάγεται ὕπαρξη Καινῆς, τήν ὁποία οἱ Ἑβραῖοι δέν ἀποδέχονται.
Στή Β΄ γυμνασίου, στήν 3η ἑνότητα, στό θέμα iv τιτλοφορούμενο «από τήν εικόνα στην ομοίωση», περιλαμβάνονται καί ὁ Φραγκίσκος καί ἡ Κλάρα τῆς Ἀσίζης. Πρέπει κατ΄ ἀρχήν νά τονίσουμε, ὅτι ὁ Φραγκίσκος περιλαμβάνεται γιά δεύτερη φορά στό πρόγραμμα, ἡ πρώτη φορά ἦταν, ὅπως ἔχουμε ἤδη ἐπισημάνει, στήν τρίτη δημοτικοῦ. Γιατί θεωρήθηκε τόσο σημαντικό πρόσωπο γιά τήν ἑλληνική παιδεία; Τά ὡς ἄνω δύο πρόσωπα δέν δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας ὡς ἁγίους, οὔτε κἄν ὡς ὀρθοδόξους χριστιανούς, θεωροῦν οἱ συντάκτες τοῦ προγράμματος ὅτι τά πρόσωπα αὐτά ἐπέτυχαν ὁπωσδήποτε τό καθ΄ ὁμοίωσιν;
Στήν 5η ἑνότητα τῆς Β΄ γυμνασίου, στά «προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα» βρίσκουμε τήν προσδοκία νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «εξηγούν τους λόγους που απομάκρυναν σταδιακά την Εκκλησία της Ανατολής από τη Δύση» Ἡ διατύπωση πάσχει σοβαρά. Παρουσιάζει τήν ἀνατολική Ἐκκλησία ὡς ἀπομακρυνθείσα ἀπό τήν δυτική. Κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο δίδεται ἐπίσης ἡ ἐντύπωση, ὅτι ἡ Δύση ἦταν τό διοικητικό κέντρο τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τό ὁποῖο ἀπομακρύνθηκε ἡ Ἀνατολή, ἔτσι δικαιώνεται ἡ ἰδέα περί παπικοῦ πρωτείου.
Στήν Γ΄ γυμνασίου ἡ 5η ἑνότητα ἐπιγράφεται «Πού είναι ο Θεός;»: Η οδύνη του σύγχρονου κόσμου και το αίτημα της σωτηρίας από το κακό». Τό προπατορικό ἁμάρτημα, κατά παράδοξο τρόπο περιλαμβάνεται, ἄρα πρέπει καί νά διδάσκεται, μετά τόν Ἰώβ, χωρίς νά ὑπάρχει τίποτε τό ὁποῖο νά δικαιολογεῖ τήν ἀντιστροφή αὐτή.
Καί πάλι παρόντες Ἰσλάμ, Ἰνδουισμός, Βουδισμός. Ὅπως συνεξετάζεται τό ζήτημα τῆς σωτηρίας μαζί μέ τήν χριστιανική διδασκαλία, εἶναι δυνατόν νά δημιουργηθεῖ ἡ παρεξήγηση ὅτι καί οἱ θρησκεῖες ὁδηγοῦν στή σωτηρία καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος τήν ἐπιδιώκει, δέν ἔχει παρά νά ἐπιλέξει στήν τύχη μεταξύ Ἐκκλησίας καί θρησκειῶν.
Ἡ 6η ἑνότητα μετά ἀπό μία διαδρομή μέσα ἀπό τούς μακαρισμούς, τή θεία λειτουργία, τό ἀναστάσιμο Εὐαγγέλιο, τή γιορτή τοῦ Πάσχα, τήν φιλία, τήν ἀλληλεγγύη, τήν ἀγάπη, τή συγγνώμη, τή συντροφικότητα, τόν γάμο, καταλήγει στό ζήτημα «η ελπίδα στις θρησκείες». Τό θέμα τῆς ἐλπίδας στήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, δέν ἀναφέρεται διόλου, μολονότι ἀποτελεῖ βασικό ἄξονα τῆς θεολογίας τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ὡς τήν «ἐλπίδα ἡμῶν»[10]. Ἡ ἔννοια τῆς ἐλπίδας ὑπάρχει ἑπομένως κατά τό πρόγραμμα μόνο στίς θρησκεῖες; Εἶναι ἐν τέλει οἱ θρησκεῖες ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνθρωπότητας, ἤ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός;
Στήν 7η ἑνότητα τῆς Γ΄ γυμνασίου ἡ ὁποία τιτλοφορεῖται «από την αρχή έως το τέλος του κόσμου» καί εἶναι ἡ τελευταία τοῦ ὅλου προγράμματος, ἀναφέρεται στή στήλη «προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα» ἡ προσδοκία νά μποροῦν οἱ μαθητές νά «συνειδητοποιοῦν τη χριστιανική αντίληψη για την προσδοκία των εσχάτων ως καθημερινό αγώνα και όχι ως φυγή από την ιστορία». Πρόκειται λοιπόν γιά «ἀντίληψη», δηλαδή γιά σύλληψη τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας καί ὄχι γιά διδασκαλία ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας; Προφανῶς ἀπό αὐτή τήν ἰδέα διέπεται τό πρόγραμμα, διότι στή στήλη «βασικά θέματα» περιλαμβάνεται ἡ φράση «ἀντιλήψεις θρησκειῶν γιά τό τέλος τοῦ κόσμου». Οἱ «ἀντιλήψεις» τῶν θρησκειῶν εἶναι δημιουργήματα τῆς ἀνθρωπίνης διανοίας, ἡ δέ χριστιανική διδασκαλία χαρακτηρίζεται ὁμοίως «ἀντίληψη».
Γιά τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ἀναφέρεται ἡ ἑξῆς ἐξήγηση: «όχι κινδυνολογία, αλλά ποιητικές εικόνες για τη Βασιλεία (Απ 19,6-8, 21,2-27)» Ἑπομένως εἶναι τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ἀποκύημα ποιητικῆς φαντασίας καί ὄχι θεία χάριτι προφητεία;
Ἀτυχῶς ὁ «Οδηγός Εκπαιδευτικού», ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο συνάρτημα τοῦ προγράμματος, εἰσάγει νέο ὁρισμό, ἀπό τόν ὁποῖον ἐλλείπει παντελῶς ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ σταυρική του θυσία, ἡ ἄφεση ἁμαρτιῶν καί ἡ αἰώνιος ζωή:
«Παρατηρώντας την εικόνα που αναπαριστά μία στιγμή από το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας – με το μοίρασμα του άρτου και του οίνου – και  συνεχίζοντας την τεχνική των ερωτήσεων – απαντήσεων  δημιουργούμε έναν εισαγωγικό προβληματισμό στους μαθητές για το πώς αυτό το μυστήριο, ξεκινώντας ακριβώς από το πλαίσιο ζωής των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων, έφτασε ως τις μέρες μας, αναδεικνύοντας έτσι τον πυρήνα της χριστιανικής πίστης: την κοινωνία προσώπων μέσα από το μοίρασμα συμβολικών υλικών αγαθών, πράξη που αναπαριστάται συμβολικά στη λήψη του άρτου και του οίνου από το ίδιο ποτήρι.[11]» Ἐάν αὐτός ἦταν «ὁ πυρήνας» τῆς χριστιανικῆς πίστεως, μποροῦμε ἄνετα νά ποῦμε ὅτι, τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας θά ἦταν περιττά καί τό μόνο ἀναγκαῖο θά ἦταν ἡ ἀλληλεγγύη καί ἡ φιλανθρωπία. 
Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε, ὅτι «Ἁγία Γραφή εἶναι τό σύνολον τῶν ὑπό θεοπνεύστων ἀνδρῶν συγγραφέντων ἱερῶν βιβλίων, εἰς τά ὁποῖα περιέχεται ἡ ὑπερφυσική Ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ.[12]» Ὁ «Οδηγός Εκπαιδευτικού» εἰσάγει τελείως διάφορο ὁρισμό: «Η Αγία Γραφή είναι το βιβλίο που καταγράφει τη φανέρωση του Θεού της ιουδαιοχριστιανικής εμπειρίας και παράδοσης στον κόσμο και στην ιστορία.[13]» Ὑπάρχει στόν ὁρισμό αὐτό ἡ ἔννοια τῆς θεοπνευστίας; Πῶς θά μποροῦσε νά ὑπάρχει, ἀφοῦ δέν ἀναφέρονται κἄν συγγραφεῖς, σάν νά προέρχονται δηλαδή τά βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀπό ἀνώνυμες παραδόσεις. Τόν Θεό περιορίζει ὁ «Οδηγός Εκπαιδευτικού» στήν ἰουδαιοχριστιανική ἐμπειρία καί παράδοση, σάν νά εἶναι δημιούργημά της καί δέν ὑπάρχει ἔξω ἀπό αὐτήν. Εἶναι φανερό, ὅτι στό σημεῖο αὐτό, ὅπως καί στό προηγούμενο, δέν ἔχουμε ὀρθόδοξη θεολογία.
Ἡ ἑξῆς ἰδέα παρατίθεται στόν Ὁδηγό Ἐκπαιδευτικοῦ: «Στη σύγχρονη Ελλάδα, η θρησκευτική πίστη θεωρείται ολοένα και περισσότερο ως ιδιωτική υπόθεση, όπως και στην κεντρική Ευρώπη. Πόσο έτοιμη είναι η ελληνική κοινωνία γι΄ αυτή την αλλαγή;[14]» Ὡς προβαλλόμενη ἀπό κάποια ἀπειροελάχιστη μειοψηφία δέν ἀποκλείεται νά ὑπάρχει ἡ ἰδέα τῆς θρησκείας ὡς «ἰδιωτικῆς ὑποθέσεως», ὅμως δέν εἴδαμε, τόσο στήν Ἑλλάδα, ὅσο καί στήν Κεντρική Εὐρώπη, νά παραμένουν ἄδειες οἱ χριστιανικές Ἐκκλησίες ἤ οἱ ὁποιοιδήποτε ἄλλοι τόποι λατρείας ὁποιονδήποτε θρησκειῶν, πράγμα τό ὁποῖο θά δικαίωνε τήν ἰδέα ὅτι «η θρησκευτική πίστη θεωρείται ολοένα και περισσότερο ως ιδιωτική υπόθεση». Εἶναι εὐρύτατα γνωστό, ὅτι χριστιανισμός ὡς «ἰδιωτική ὑπόθεση» δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει. Ἡ Ἐκκλησία ἐνσαρκώνει τό «ἵνα πάντες ἕν ὦσι»[15] καί ἀποκλείει τέτοιου εἴδους θεωρίες.
Ἀλλά καί ὅλες οἱ γνωστές θρησκεῖες παγκοσμίως ἔχουν ὡς κοινό χαρακτηριστικό τήν δημόσια συλλογική λατρεία. Ἑπομένως ἡ ἔννοια «θρησκεία» καί ἡ ἔννοια «ἰδιωτική ὑπόθεση» εἶναι παντελῶς ἀσυμβίβαστες. Ἡ θρησκεία εἶναι παντελῶς ἀδύνατον νά γίνει «ἰδιωτική ὑπόθεση», διότι τότε δέν θά εἶναι θρησκεία. Ἄρα ἐδῶ τίθεται ἀνύπαρκτο ζήτημα, εἰσάγεται ἀνυπόστατο πρόβλημα, τό ὁποῖο θά δημιουργήσει παρεξηγήσεις οἱ ὁποῖες αὐτή τή στιγμή δέν ὑφίστανται.

Ἐπίλογος
 Ὅλα τά ἀνωτέρω θίγουν τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή κατά τρόπο πρωτοφανή στά χρονικά τῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Τά ἔχουμε δέ ἤδη ἐπισημάνει στήν ἐκτενή κριτική μας μέ τίτλο «Προβλήματα τοῦ (πιλοτικοῦ) προγράμματος σπουδῶν στά θρησκευτικά δημοτικοῦ καί γυμνασίου (ἔτους 2011)». Δέν εἴδαμε ὅμως κανέναν ἀπό τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος νά παραδέχεται τά σφάλματά του, νά δηλώνει πώς ἔφταιξε, πῶς ζητᾶ συγγνώμη καί πώς προτίθεται νά ἐπανορθώσει. Ἀντίθετα διαβάσαμε στό διαδίκτυο ἀπόπειρες ἀνασκευῆς τοῦ συνόλου τῆς δημοσιευθείσης κριτικῆς. Γι΄ αὐτό ἀποσπάσαμε ἀπό τήν ἐκτενή κριτική μας τῶν 38 σελίδων τίς 8 αὐτές σελίδες καί τίς ἀναδημοσιεύουμε, ὥστε νά ἐνημερωθεῖ ὁ ἱερός κλῆρος καί ὁ πιστός λαός τῆς Ἑλλάδος, ὅτι τό ἐν λόγῳ πρόγραμμα, ἐκτός τοῦ ὅτι εἰσάγει τεράστιο ὄγκο ἑτεροθρήσκων στοιχείων καί παραλείπει κεφαλαιώδους σημασίας ὀρθόδοξες διδασκαλίες, περιέχει καί σοβαρά σφάλματα εἰς βάρος τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς πίστεως. Τόν λόγο πρός ὑπεράσπιση τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς πίστεως ἔχουν πλέον οἱ θιγόμενοι ὀρθόδοξοι χριστιανοί.
Εὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.


[1] Πρόγραμμα, σελ. 12.
[2] Πρόγραμμα, σελ. 13.  
[3] Πρόγραμμα, σ. 10.
[4] «Τό μέλλον τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας στά ἑλληνικά σχολεῖα», κεφάλαιο Ζ΄.
[5] Βλ. καί Ὁδηγό Ἐκπαιδευτικοῦ σ. 205.
[6] Βλ. στό διαδίκτυο μελέτη μας μέ τίτλο «Τό μέλλον τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παιδείας στά ἑλληνικά σχολεῖα», κεφάλαιο Στ΄ «Ὁμολογεῖν, ὁμολογία καί «ὁμολογιακό» μάθημα».
[7] Τό 1961 ἡ ὀρθόδοξος ἀντιπροσωπεία στήν Γ΄ γενική συνέλευση τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν στό Νέο Δελχί δήλωσε ὅτι: «Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν εἶναι μία Ὁμολογία, μία ἐκ τῶν πολλῶν, μία μεταξύ τῶν πολλῶν. Διά τούς Ὀρθοδόξους ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι «ἡ» (καθαυτό) Ἐκκλησία. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει τήν ἀντίληψιν καί συνείδησιν, ὅτι ἡ ἐσωτερική της δομή καί ἡ διδασκαλία της συμπίπτουσι πρός τό ἀποστολικόν κήρυγμα καί τήν παράδοσιν τῆς ἀρχαίας ἀδιαιρέτου Ἐκκλησίας. Βλ. Ἰωάννου Καρμίρη, Τά δογματικά καί συμβολικά μνημεῖα, τόμ. 2ος, σ. 1076.
[8] Τό ὁποῖο κατά τόν Δοσίθεο Ἱεροσολύμων διακρίνεται γιά τόν ἀντιχριστιανισμό του. Βλ. Δοσιθέου Ἱεροσολύμων, Ἱστορία περί τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις πατριαρχευσάντων, ἄλλως καλουμένη Δωδεκάβιβλος, βιβλίον ΙΑ΄, Κεφάλαιον Στ΄, Παράγραφον Ε΄, ἐκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 47, 48: «Εἰς δέ τό πέμπτον μέρος, πράξει πρώτῃ, κεφαλαίῳ δευτέρῳ λέγουσιν, Ὅστις τῶν Ῥαββίνων οὐ μισεῖ τόν ἐχθρόν αὐτοῦ μέχρι θανάτου, καί οὐ ζητεῖ ἐκδίκησιν, οὐκ ἔστιν ἄξιος τῆς κλήσεως τῶν Ῥαββίνων, νοοῦσι δέ ἐχθρόν τόν Χριστόν καί τούς Χριστιανούς. Εἰς δέ τό πρῶτον μέρος πράξει πρώτῃ, κεφαλαίῳ τετάρτῳ καί εἰς τό τέταρτον μέρος, κεφαλαίῳ ὀγδόῳ λέγουσιν, Ὅτι ὅλοι οἱ Ἰουδαῖοι εἰσί χρεῶσται τρίς τῆς ἡμέρας ἀναθεματίζειν τούς Χριστιανούς, καί δέεσθαι τοῦ Θεοῦ τοῦ ἐξολοθρεύσαι αὐτούς τε καί τούς Βασιλεῖς, καί Ἡγεμόνας αὐτῶν. Ἔτι δέ φασί, καθ΄ ὅλους τούς τρόπους μή ἔχειν αὐτούς ἁμαρτίαν ἁρπάζειν τά τῶν Χριστιανῶν ἤ δυναστικῶς, ἤ μετά δόλου, ἤ διά τόκου, ἤ κρυφίως, ἤ φανερῶς, νομίζοντας πάντας τούς χριστιανούς ὡς ζῶα ἀκάθαρτα, καί ὡς ἔχουσι δυνάμεως σπεύδειν προξενεῖν αὐτοῖς θάνατον.
[9] Γαλ. 3,24.
[10] Α΄ Τιμ. 1,1.
[11] Ὁδηγός Ἐκπαιδευτικοῦ, σ. 215.
[12] Νικόλαος Εὐθ. Μητσόπουλος, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 21, βλ. καί Ζῆκος Δ. Ρώσης, ἔνθ΄ ἀνωτέρω σ. 466 «Ἁγία Γραφή καλεῖται τό σύνολον τῶν ὑπό θεοπνεύστων ἀνδρῶν συγγραφέντων βιβλίων, ἐν οἷς περιέχονται αἱ θεῖαι ἀποκαλύψεις
[13] Ὁδηγός Ἐκπαιδευτικοῦ, σ. 51.
[14] Ὁδηγός Ἐκπαιδευτικοῦ, σ. 179.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

και να σκεφτεί κανείς ότι τα βιβλία των θρησκευτικών τα γράφουν θεολόγοι.... και μη χειρότερα!

Ανώνυμος είπε...

Οι εν λόγω θεολόγοι , εξ όσων συνάγεται απ τις θέσεις τους όπως αυτές έχουν καταχωρηθεί στο διαδίκτυο αλλά και απ τις τεκμηριωμένες κριτικές που έχουν ασκηθεί από ειδήμονες συναδέλφους τους,τυγχάνουν θεράποντες του διαβόητου πολιτικώς ορθού που προωθεί τη μετατροπή του χαρακτήρα του μαθήματος των Θρησκευτικών από ομολογιακό σε θρησκειολογικό.Συντονίζονται οι εν θέματι θεολόγοι με τις επιθυμίες των θιασωτών της νέας τάξης πραγμάτων.
Λ.Ν.