Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΤΗΛΗΝ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΩ ΠΑΦΟ - π. Δημήτριος Κυριακίδης


ΛΟΓΟΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ
ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΤΗΛΗΝ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΤΩ ΠΑΦΟ
ΤΗΝ 29 ΙΟΥΝΙΟΥ 2019.

Υπό Δημητρίου Κυριακίδη, Ιεροδιακόνου
της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου.

Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Θεοφιλέστατοι Άγιοι Αρχιερείς,
Σεβαστοί πατέρες,
Εντιμότατοι Άρχοντες,
Φιλόχριστοι και φιλέορτοι αδελφοί,
Κάθε ώρα της ιστορίας, όπως και κάθε ώρα της ζωής ενός ανθρώπου, δεν έχει την ίδια βαρύτητα και σημασία. Υπάρχουν ώρες που υπερέχουν ασύγκριτα. Ώρες πυρηνικές, ώρες κοσμογονικές, ώρες νευραλγικές, που καθορίζουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Γιατί σ’ αυτές της ώρες πραγματοποιούνται γεγονότα μεγάλα και κοσμοϊστορικά. Γεγονότα που ανατρέπουν τον ρουν της ιστορίας και μεταβάλλουν τον πανανθρώπινο πολιτισμό. Τέτοια ήταν, αναμφισβήτητα, η ώρα της άφιξης των Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα στην Κύπρο.
Δεν ήταν απλώς μια τυχαία συγκυρία, ούτε ένα γεγονός συμπτωματικό. Ήταν βουλή υψίστου αρχαία αληθινή η Κύπρος να γίνει η πρώτη χώρα, εκτός των ορίων της Παλαιστίνης, που δέχθηκε την αλήθεια του Ευαγγελίου, η απαρχή των εθνών. Μα και η πόλη μας, η μικρή Πάφος, ανάμεσα στις μεγάλες και σπουδαίες πόλεις του κόσμου ουδαμώς ελαχίστη ει.
Μόνη αυτή κατέχει τον αξιοζήλευτο και μοναδικό τίτλο της πρώτης χριστιανικής πόλεως της Ευρώπης και, ως εκ τούτου, της πύλης του Χριστιανισμού προς τον υπόλοιπο κόσμο.
Έμπλεοι δέους και ιερών συναισθημάτων, κατά την παρούσαν εσπέραν, ιστάμεθα αγαλλομένω ποδί, εις τον τόπον ου έστησαν οι ωραίοι αποστολικοί πόδες των ευαγγελιζομένων την ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά, των ευαγγελιζομένων τον Χριστόν! Αν εντείνουμε την ακοή μας θα ενωτισθούμε εισέτι τις αγωνιώδεις φωνές του ταρσέα σκηνοποιού και του υιού της παρακλήσεως, των πρωτουργών και αρχιτεκτόνων της Εκκλησίας, να κηρύττουν προς τον Ανθύπατο Σέργιο Παύλο Χριστόν εσταυρωμένον και Αναστάντα. Εδώ, στον χώρο τούτο, δόθηκε η μεγάλη μάχη. Εδώ ο Χριστιανισμός αναμετρήθηκε με την ειδωλολατρεία και νίκησε. Εδώ ο Παύλος και ο Βαρνάβας την ακανθώδη θρησκείαν των ειδώλων εκριζώσαντες, της Ορθοδόξου πίστεως κλήμα κατεφύτευσαν, αναδεικνύοντας και ανυψώνοντας τούτο το βήμα σε ακατάλυτο και αιώνιο άμβωνα της Χριστιανικής πίστεως.
Και, πράγματι, ο σπόρος του Ευαγγελίου που ρίφθηκε στον ειδωλολατρικό αγρό της Κύπρου, δεν έπεσε παρά την οδόν, ούτε επί την πέτραν, ούτε εν μέσω των ακανθών, αλλ’ επί την γην την αγαθήν, και φυείς εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα. Το πρόσφορο έδαφος της Κύπρου, καλλιεργημένο από τους πνευματικούς σκαπανείς του μακραίωνος Ελληνικού πολιτισμού της, όχι μόνο δέχθηκε στα σπλάχνα του τον σπόρο της Χριστιανικής πίστεως, αλλά τον γονιμοποίησε και τον αύξησε σε δένδρον ευσκιόφυλλον, υφ’ ου σκέπονται, ανά τους αιώνες, όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθησαν. Από τότε που πρωτακούστηκε στον χώρο τούτο το λυτρωτικό μήνυμα της Καινής Διδαχής, η Κύπρος, σταδιακά, απεκδύθηκε το ειδωλολατρικό της πέπλο και από νησί της Αφροδίτης, κατέστη νήσος αγίων.
Έκτοτε, η Κυπριακή ψυχή συνδέθηκε άρρηκτα με το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Συνανακράθηκε μαζί του τόσο στενά και αδιαχώριστα, όσο στενά ενώνεται και σμίγεται στον πυρακτωμένο σίδηρο η φωτιά με το μέταλλο. Ο Χριστιανισμός έγινε η ψυχή του Κυπριακού λαού και σφράγισε ανεξίτηλα την υπαρξιακή του ταυτότητα. Η Εκκλησία καθόρισε και καθορίζει αποφασιστικά την ιστορική του πορεία. Πλάθει το ύφος και το ήθος του. Απ’ αυτήν προήλθαν όλες οι υπέροχες πνευματικές κατακτήσεις του, οι καρτερόψυχοι μάρτυρες και ομολογητές της πίστεως, οι κορυφαίοι ιεράρχες και ακατάβλητοι πολεμιστές των αιρέσεων, οι θεοφόροι ασκητές και όσιοι, οι αναρίθμητοι άγιοι και οι θρυλικοί αγωνιστές του έθνους, που λαμπρύνουν το πνευματικό του στερέωμα και ακτινοβολούν με την αρετή τους εις πάσαν την γην.
Αγαπητοί μου αδελφοί,
Εάν εκείνους που έχυσαν το αίμα τους για την ελευθερία της πατρίδας μας, εκείνους που αφιέρωσαν τη ζωή και την περιουσία τους στην υπηρεσία της, τους ονομάζουμε ήρωες και εθνικούς ευεργέτες, στήνουμε προς τιμήν τους ανδριάντες και προτομές, δίνουμε το όνομά τους σε κεντρικές οδούς και πλατείες, και τους τιμούμε υπερβαλλόντως, αλήθεια, ποιά τιμή οφείλουμε και πόση ευγνωμοσύνη χρωστάμε στους εν Χριστώ Ιησού δια του Ευαγγελίου ημάς γεννήσαντας; Σ’ αυτούς που μας απάλλαξαν από το σκοτάδι και την ομίχλη της πλάνης και μας συμφιλίωσαν με τον Θεό. Τους είμαστε αιωνίως οφειλέτες. Δεν μπορούμε παρά να υποκλιθούμε με δέος ενώπιόν τους.
Ενώπιον του, Κυπρίου τω γένει, Λευίτη, Βαρνάβα, του υιού της παρακλήσεως, του πρώτου των εβδομήκοντα και ισοστασίου των δώδεκα. Εκείνου που, όπως εγράφη προσφυώς, ευεργέτησε και υπερασπίστηκε την πατρίδα του όσο κανείς άλλος, επιβάλλοντάς την ως πρώτο προορισμό της αποστολικής τους περιοδείας και, αργότερα, προστατεύοντας την Εκκλησία της από την καταδυναστεία των φιλάρχων και πλεονεκτών αντιοχέων κληρικών που ήθελαν να την καθυποτάξουν. Υποκλινόμαστε, όμως, και ενώπιον του αποστόλου των εθνών, του πρώτου μετά τον Ένα, του σκεύους της εκλογής, του ουρανοβάμονος Παύλου. Εκείνου που μπορεί να μην ηγήθηκε απειραρίθμων και πανόπλων στρατιών, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Μέγας Κάρολος ή ο Ναπολέων, αιχμαλώτισε, ωστόσο, μυριάδες ευγενών υπάρξεων εις την υπακοήν του Χριστού, συγκλόνισε αυτοκρατορίες, έσεισε τα θεμέλια του κόσμου και άλλαξε την όψη της ανθρωπότητας.
Δικαίως η τοπική μας Εκκλησία σεμνύνεται και καυχάται για τον Απόστολο Βαρνάβα. Όταν, όμως, το χριστιανικό κήρυγμα εισερχόταν για πρώτη φορά στις ανώτερες τάξεις της Ρωμαϊκής διοίκησης και αριστοκρατίας, όταν ο ανθύπατος προσκάλεσε τους δυο αποστόλους στο κτήριο της διοικήσεως επιζητών ακούσαι τον λόγον του Θεού, είναι ευνόητο ότι ο Παύλος ήταν αυτός που κυριάρχησε και πρωτοστάτησε. Εδώ είχε θέση όχι ο Κύπριος, αλλά ο Ρωμαίος πολίτης. Εύλογα, λοιπόν, ο λόγος στρέφεται αυτή την στιγμή προς αυτή την γιγαντιαία και ουρανομήκη μορφή της Εκκλησίας.
Αν η απόπειρα προσέγγισης μιας οποιασδήποτε προσωπικότητας μέσα στη Χριστιανική Παράδοση αποτελεί, ομολογουμένως, ένα δύσκολο εγχείρημα, όταν πρόκειται για τον Απόστολο Παύλο η ανάλογη προσπάθεια μοιάζει με τεράστιο άθλο. Μέσα στο χώρο της ανθρώπινης ιστορίας λίγοι άνθρωποι οναμάστηκαν από τους πολλούς μεγάλοι. Πιο πάνω, όμως, από τους μεγάλους είναι κάποιοι άλλοι ελάχιστοι, για τους οποίους ο τίτλος του μεγάλου είναι μικρός. Πρόκειται για ωκεανούς που σπάζουν όλα τα καλούπια και δεν τους χωράνε όλοι οι ανθρώπινοι προσδιορισμοί. Είναι αυτοί που δεν γράφουν ιστορία αλλά τη δημιουργούν, γιατί είναι οι ίδιοι ιστορία. Μια τέτοια περίπτωση, ανάμεσα στις ελάχιστες, είναι ο Απόστολος Παύλος.
Ποιός, αλήθεια, θα μπορέσει επάξια να διηγηθή τα κατά πόλιν δεσμά και τας θλίψεις του; Ποιός θα κατορθώσει να παραστήσει τους αγώνας και τους κόπους του; Ποιόν, τάχα, έπαινο αντάξιο του μεγαλείου του θα του προσφέρουμε εμείς, όταν ο μεγαλύτερος λάτρις και θαυμαστής του, ο ιερός Χρυσόστομος, τον αποκαλεί βασιλέων ευπορώτερον, πλουσίων δυνατώτερον, στρατιωτών ισχυρότερον, φιλοσόφων φιλοσοφώτερον, ρητόρων ευγλωττότερον, μηδέν έχοντα και πάντα κατέχοντα, θάνατον εν τη σκιά αυτού λύοντα, νοσήματα εν τοις ιματίοις αυτού φυγαδεύοντα. Ένα πνευματικό έπος η ζωή του ολόκληρη.
Με τον Απόστολο Παύλο συμβαίνει αυτό, που συμβαίνει και με τον Χριστό. Μπορείς να τον πολεμήσεις ή μπορείς να τον θαυμάσεις και να τον πιστέψεις. Είναι, όμως, αδύνατο να τον αγνοήσεις. Δεν ήταν μόνο τα φυσικά προσόντα, η ιουδαϊκή παιδεία του παρά τους πόδας Γαμαλιήλ και η ελληνική του κατάρτιση μέσα στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Ταρσού, που τον καθιέρωσαν στη συνείδηση της Εκκλησία ως εθνών κήρυκα και φωστήρα τρισμέγιστον. Ήταν, πρωτίστως, η θερμουργός αγάπη του προς τον Χριστό. Ο εκστατικός έρωτάς του προς τον Κύριο που έφθανε μέχρι την συγκλονιστική διακήρυξη Χριστώ συνεσταύρωμαι, ζω δε ουκέτι εγώ ζη δε εν εμοί Χριστός. Στο πρόσωπο του Παύλου η αγάπη φανερώνεται ως η πεμπτουσία της διδασκαλίας του Χριστού, το απόσταγμα του χριστιανικού ήθους. Άλλωστε, ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μια συνεχής προσφορά στον βωμό της αγάπης.
Η αγάπη του, όμως, αυτή δεν είναι ένας απλός ανθρώπινος συναισθηματισμός, κάτι το επιφανειακό και νοσηρό, όπως συμβαίνει με πολλούς ανθρώπους που είναι προικισμένοι με πλούσιο συναίσθημα μόνο, χωρίς αντίκρυσμα πνευματικότητας. Η αγάπη του Παύλου είναι κάτι το γνήσιο, το πηγαίο, το αληθινό. Και τούτο διότι η πυρκαγιά αυτής του της μεγάλης αγάπης έχει ανάψει από μιαν άλλη αγία αγάπη, την άκρα αγάπη του Θεού, η οποία εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο ίδιος εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος.
Ποιός, λοιπόν, μπορεί να τον χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα; Η απάντηση και πάλι δική του, πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε αρχαί, ούτε ενεστώτα, ούτε μέλλοντα, ούτε δυνάμεις, ούτε ύψωμα, ούτε βάθος, ούτε τις κτίσις ετέρα δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του θεού της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.
Ο ύμνος της αγάπης του Αποστόλου Παύλου, όπως διατυπώνεται στο ιγ’ κεφάλαιο της Α’ προς Κορινθίους Επιστολής, έχει, δικαίως, χαρακτηριστεί από τους εκπροσώπους της θύραθεν σοφίας ως ένα των συγκλονιστικότερων, λυρικότερων και ποιητικότερων κειμένων της παγκόσμιας γραμματείας. Για εμάς τους Χριστιανούς, βεβαίως, είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι ο πνευματικός μας καθρέφτης, είναι το χωνευτήρι, στο οποίο πρέπει εκουσίως να εισαγάγουμε τη συνείδησή μας, για να διαπιστώσουμε πόσο ανταποκρινόμαστε στον σκοπό της ζωής μας, που είναι η σωτηρία μας, μέσω της έμπρακτης αγάπης μας προς τον Θεό και τον πλησίον.
Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα και σεπτέ Προκαθήμενε της κατά Κύπρον Αγιωτάτης, Αποστολικής Εκκλησίας,
Παρά το γεγονός ότι είκοσι αιώνες έχουν, ήδη, παρέλθει από τότε που οι θεοκήρυκες Απόστολοι, περιελθόντες την γην και εμπεριπατήσαντες την υπ’ ουρανόν, διεκήρυξαν το Ευαγγέλιο της ειρήνης και της αγάπης, εντούτοις, η ανθρωπότητα εξακολουθεί να παραπαίει. Ζούμε, ίσως, στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της ιστορίας. Βλέπουμε να συνδέονται οι ήπειροι της γης και να γεφυρώνονται οι πλανήτες με τα σύγχρονα τεχνολογικά επιτεύγματα, ωστόσο, την ίδια στιγμή διαπιστώνουμε ότι παραμένουν αγεφύρωτα ή και βαθαίνουν ακόμα περισσότερο τα χάσματα που χωρίζουν τις ψυχές των ανθρώπων. Έχθρες, μίση και διχόνοιες ταλανίζουν τον κόσμο μας. Πόλεμοι, ανέχεια και εξαθλίωση τραυματίζουν τους λαούς. Μα και η πατρίδα μας δεν είναι αμέτοχη αυτής της τραγωδίας. Για 45 χρόνια τώρα, στενάζει και δεινοπαθεί κάτω από την κατοχή του βάρβαρου εισβολέα. Οι πληγές τις αιμάσσουν. Μόνη ελπίδα που μας απομένει είναι να υψώσουμε χείρας ικέτιδας προς τους προστάτες και φωτιστές μας αποστόλους και να αναφωνήσουμε όλοι με συνοχή καρδίας, Συμπαθέστατοι και παμφίλτατοι του Κυρίου Απόστολοι, Παύλε τρισμέγιστε και Βαρνάβα θεόσοφε, διαβάντες εις Κύπρον βοηθήσατε ημίν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: