Κυριακή Β´Λουκᾶ
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Ἡ μεγάλη ἐπανάσταση
«Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν»
(Λουκ. στ´35)
Οἱ αἰῶνες περνοῦν, οἱ γενεές διαδέχονται ἡ μία τήν ἄλλη, νέες ἰδεολογίες ἐμφανίζονται, μεγάλοι σοφοί καί φιλόσοφοι κατά διαστήματα διδάσκουν βαθειές καί πρωτότυπες διδασκαλίες... ὅμως...
Ὅμως ὁ λόγος αὐτός τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀγάπη, πού ἀγκαλιάζει καί τούς ἐχθρούς, τόν ὁποῖο ἀκούσαμε στό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, μένει πάντοτε τόσο νέος καί τόσο ἐπαναστατικός, ὅσο τήν πρώτη ἐκείνη ἡμέρα, πού βγῆκε ἀπό τά πανάχραντα χείλη Του.
Σ᾽ αὐτόν λοιπόν τό λόγο θά προσπαθήσουμε νά ἐμβαθύνουμε σήμερα. Θά δοῦμε δυό πράγματα: Πρῶτον γιατί οἱ πιστοί ὀφείλουμε νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, καί δεύτερον κατά πόσον αὐτό εἶναι δυνατό νά ἐφαρμοστεῖ στήν πράξη.
****
« Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν »
Ὁ πιστός ἄνθρωπος ὅμως τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς τήν θεωρεῖ - ὅπως καί πράγματι εἶναι- τό Α καί τό Ω, τό πιό μεγάλο, τό μέγιστο ἄθλημα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Καί τό βλέπει ἔτσι τό θέμα, διότι γνωρίζει ὅτι, ἄν κυττάξουμε σέ βάθος τά πράγματα, οὐσιαστικά δέν ὑπάρχουν ἐχθροί. Ὁ πιστός χριστιανός γνωρίζει πολύ καλά ὅτι οἱ ἄνθρωποι πού διάκεινται ἐχθρικά ἀπέναντί του καί ἐχθρικά τοῦ συμπεριφέρονται, εἶναι καί αὐτοί παιδιά τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, ὅπως καί ὁ ἴδιος. Ἑπομένως εἶναι ἀδέλφια του. Βλέποντας λοιπόν τό πράγμα μέ αὐτή τήν ὀπτική γωνία, κατανοεῖ καί πείθεται ὅτι ἐκ τῶν πραγμάτων εἶναι ἀδύνατο νά ἀγαπᾶ μέ ἀγάπη γνήσια τόν Πατέρα, ἄν δέν ἀγαπᾶ ὅλα τά παιδιά Του, ὅλα δηλ. τά ἀδέλφια του. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καί Εὐαγγελιστής μᾶς τό λέγει ξεκάθαρα. « Ἐάν, λέγει, εἴπῃ τις, ὅτι ἀγαπῶ τόν Θεόν, καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν» (Α´Ἰω. δ´20). Ὅποιος ἰσχυρίζεται, λέγει ὁ Μαθητής τῆς ἀγάπης, ὅτι ἀγαπᾶ τό Θεό - ἐνῶ μισεῖ τόν ἀδελφό του, τόν ὁποιοδήποτε δηλ. ἄνθρωπο - αὐτός εἶναι ψεύτης. Διότι ἡ ἀγάπη ἤ τό μίσος πρός τούς ἀδελφούς ἀναφέρεται στόν ἴδιο τό Θεό, πού εἶναι κοινός Πατέρας ὅλων.
Αὐτά τά λόγια λοιπόν τοῦ Ἅγίου Ἰωάννου μᾶς ἀποδεικνύουν κατά τρόπο πολύ παραστατικό ὅτι δέν ὑπάρχουν ἐχθροί. Ἕνας καί μόνο εἶναι ὁ ἐχθρός μας. Ἐχθρός προσωπικός καί ταυτόχρονα ἐχθρός ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ διάβολος. Οἱ ἄνθρωποι ἁπλῶς γίνονται μερικές φορές ὄργανά του. Καί μάλιστα συχνά παίζουν τό παιχνίδι του χωρίς νά τό καταλαβαίνουν. Γι᾽ αὐτό καί ὀφείλουμε νά τούς ἀγαπᾶμε. Καί νά τούς ἀγαπᾶμε σάν ἀδέλφια μας, ὅπως καί εἶναι.
Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνας δεύτερος λόγος πού μᾶς ὑποχρεώνει νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας. Ὁ λόγος εἶναι ὅτι ἡ πρός τούς ἐχθρούς ἀγάπη εἶναι ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Κάτι πού ἴσως μᾶς φαίνεται παράξενο. Παράξενο διότι ἡ ἀγάπη εἶναι ἕνα αἴσθημα πού ἀναβλύζει ἀπό τήν καρδιά. Ἑπομένως μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀγάπη κατ᾽ἐντολήν; Ἀγάπη ὑποχρεωτική; Καί ὅμως, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια, μπορεῖ. Καί ἐδῶ ἀκριβῶς εὑρίσκεται τό παράδοξο καί ἡ δύναμη τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅτι κηρύσσει τήν ἀγάπη ὑποχρεωτική. Εἴτε τό θέλουμε λοιπόν, εἴτε δέν τό θέλουμε, εἴτε τό νιώθουμε εἴτε ὄχι, εἴτε μᾶς ἀρέσει εἴτε μᾶς δυσαρεστεῖ, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἀγαπήσουμε. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐντολή. Καί μάλιστα ἡ «πρώτη καί μεγάλη ἐντολή». Ἐντολή κορυφαία, διότι κάθε ἄλλη ἐντολή μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἐν τῷ λόγῳ τούτῳ ἀνακεφαλαιοῦται, ἐν τῷ ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ρωμ. ιγ´9). Ὅλες οἱ ἐντολές ἀνακεφαλαιώνονται σ᾽ αὐτό τό παράγγελμα πού λέγει· ὀφείλεις νά ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου σάν τόν ἑαυτό σου.
Ἡ ἀγάπη λοιπόν, ἀδελφοί μου, εἶναι ἐντολή! Ἐχθροί οὐσιαστικά δέν ὑπάρχουν. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀδέλφια. Καί λευκοί καί ἔγχρωμοι, καί Εὐρωπαῖοι καί Ἀσιᾶτες ὅπου γῆς ἄνθρωποι καί πλούσιοι καί πτωχοί, ὅλοι ἑνός Πατέρα εἴμαστε παιδιά. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀλλαγή, τήν ὁποία ἔφερε ὁ Χριστός στόν κόσμο, ἀνατρέποντας ὅλα τά κατεστημένα.
****
Ἐδῶ
τώρα μπορεῖ νά σκεφτεῖ κάποιος: μήπως ἡ ἰδέα αὐτή εἶναι μόνο μιά ὄμορφη θεωρία,
πού ὅμως δέν μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ στήν πράξη;Ὅσοι τό λέμε αὐτό, λησμονοῦμε ὁρισμένα βασικά πράγματα. Πρῶτον ὅτι ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης δέν εἶναι διαταγή ἑνός ψυχροῦ νομοθέτη. Εἶναι ἐντολή τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος καί τήν ἐφήρμοσε πρῶτος. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος θέλοντας νά μᾶς βοηθήσει νά κατανοήσουμε αὐτή τήν πραγματικότητα ἐρωτᾶ: «Θεόν ἰδών ἄνθρωπον γενόμενον καί τοσοῦτον καταβάντα, καί τοσαῦτα παθόντα διά σέ, ἐρωτᾶς ἔτι καί ἀμφιβάλλεις;» καί συνεχίζει: « οὐκ ἀκούεις αὐτοῦ ἐν τῷ σταυρῷ λέγοντος· ἄφες αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι;» Ἀφοῦ εἶδες ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί κατέβηκε τόσο χαμηλά καί ἔπαθε τόσα γιά σένα, ἐρωτᾶς ἀκόμη καί ἀμφιβάλλεις; Δέν τόν ἀκοῦς νά λέγει ἐπάνω στό Σταυρό· συγχώρεσέ τους, διότι δέν γνωρίζουν τί κάμνουν;
Ὅσοι τά λένε αὐτά λησμονοῦν καί κάτι ἀκόμη ἤ μᾶλλον κάμνουν πώς δέν τό βλέπουν. Δέν βλέπουν τή ζωή τῶν ἁγίων. Ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος τήν ὥρα πού οἱ Ἑβραῖοι τόν λιθοβολοῦσαν δέν προσευχόταν στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό νά συγχωρήσει ὅλον ἐκεῖνο τόν μαινόμενο ὄχλο; «Κύριε, ἔλεγε· μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην» (Πρ. ζ´60). Αὐτή ἡ προσευχή ἐπαναλήφθηκε ἀμέτρητες φορές στή διάρκεια τῶν εἴκοσι ἑνός αἰώνων ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἑκατομμύρια Μαρτύρων καί Ἁγίων ἐβάδισαν τόν ἴδιο δρόμο. Καί σήμερα εἶναι πλῆθος οἱ πιστοί, πού ἀκολουθοῦν αὐτό τό ἴδιο μονοπάτι. Τό μονοπάτι τῆς ἀνεξικακίας, τῆς συγχωρητικότητας καί τῆς ἀγάπης πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς.
Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν πώς ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τούς ἐχθρούς, δέν παραμένει μιά ἀνεφάρμοστη θεωρία. Ἀντίθετα καί ἐφαρμόσιμη εἶναι, ἀλλά καί συμφέρουσα. Διότι ὅταν καί ἐκεῖ πού θά ἐφαρμοστεῖ μεταβάλλει τόν ἀναστατωμένο καί ταλαίπωρο κόσμο τῶν ἀνθρώπων σέ κοινωνία ἀγγέλων.
******
« Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν »
Δέν
εἶναι ἀπίθανο, ἀδελφοί μου, ἀκούοντας αὐτά
τά λόγια νά διερωτηθοῦμε: Ἐδῶ ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά ἀγαπήσουμε καλά - καλά τούς
δικούς μας ἀνθρώπους, αὐτούς πού μᾶς ἀγαποῦν, πῶς εἶναι δυνατό νά ἀγαπήσουμε
τούς ἐχθρούς μας; Δέν μποροῦν οἱ
σύζυγοι νά ἀγαπηθοῦν μεταξύ τους καί βρίσκονται συνέχεια μέ τό δάκτυλο στή
σκανδάλη. Δέν μποροῦν ἀδέλφια νά ἀγαπήσουν τά ἀδέλφια τους καί μισοῦνται μέ
θανάσιμο μίσος γιά πράγματα ἀνάξια λόγου, καί θά ἀγαπήσουν τούς ἐχθρούς τους; Ἀφοῦ
δέν μποροῦμε τό λίγο, θά ἐπιτύχουμε τό πολύ;Ὁ δισταγμός αὐτός ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται νά ἔχει βάση, στήν οὐσία ὅμως εἶναι ἀδικαιολόγητος. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἀπό μόνοι μας οὔτε τό λίγο οὔτε τό πολύ μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ὅμως μποροῦμε νά τά κατορθώσουμε καί τά δύο. Καί τό λίγο, τήν ἀγάπη δηλ. πρός τούς δικούς μας ἀνθρώπους, τούς ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ μας καί τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς μας. Διότι ἡ ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς εἶναι ἕνα θαῦμα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἀνθρωπίνως εἶναι κάτι τό ἀκατόρθωτο. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ὅμως τό ἀκατόρθωτο γίνεται κατορθωτό. Γίνεται κόσμημα τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων πού ἀγωνίζονται νά μοιάσουν τόν Ἀρχηγό καί τελειωτή τῆς πίστεώς μας Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Τό θαῦμα θά γίνει ἄν καί ἐμεῖς τό θελήσουμε καί ἀγωνιστοῦμε πρός τήν κατεύθυνση αὐτή.
Ἐάν τό θελήσουμε καί καταφύγουμε στόν Κύριο, Ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει τήν ἀγάπη καί τήν λίγη καί τήν πολλή. Διότι ὁ Ἴδιος εἶναι ΑΓΑΠΗ! Καί θέλει νά μᾶς κάμει καί ἐμᾶς ὅμοιούς Του, ἀνθρώπους ἀγάπης. Γιά νά ἀπολαύσουμε ἑνωμένοι μαζί Του καί μέ τούς ἀδελφούς μας τήν αἰώνια Βασιλεία τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του.
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
1 σχόλιο:
Διαβάζουμε στο άρθρο :
“Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καί Εὐαγγελι¬στής μᾶς τό λέγει ξεκάθαρα. « Ἐάν, λέγει, εἴπῃ τις, ὅτι ἀγαπῶ τόν Θεόν, καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν» (Α´Ἰω. δ´20). Ὅποιος ἰσχυρίζεται, λέγει ὁ Μαθητής τῆς ἀγάπης, ὅτι ἀγαπᾶ τό Θεό - ἐνῶ μισεῖ τόν ἀδελφό του, τόν ὁ_π_ο_ι_ο_δ_ή_π_ο_τ_ε δηλ. ἄνθρωπο - αὐτός εἶναι ψεύτης.”
Άλλο ένα σημείο αμφιλεγόμενο:
«ἐνῶ μισεῖ τόν ἀδελφό του, τόν ὁ_π_ο_ι_ο_δ_ή_π_ο_τ_ε δηλ. ἄνθρωπο»
Ο αδελφός του Ορθόδοξου Χριστιανού δεν είναι ο οποιοσδήποτε άνθρωπος αλλά, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου, αυτός που τηρεί τις εντολές του Θεού:
«τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοί μου; καὶ ἐκτείνας τὴν χεῖρα αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἔφη• ἰδοὺ ἡ μήτηρ μου καὶ οἱ ἀδελφοί μου•
ὅστις γὰρ ἂν ποιήσῃ τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καὶ ἀδελφὴ καὶ μήτηρ ἐστίν.»
Ματθ. ΙΒ 48-50
Δε μπορώ να καταλάβω πώς ενώ έχουν λεχθεί κάποια πράγματα από τον ίδιο τον Κύριο εμείς
μένουμε στα "αρχαία" στο οτι δλδ όλοι οι άνθρωποι έλκουν την καταγωγή τους από τον Αδάμ κι έτσι μπορεί να θεωρηθούν άπαντες αδελφοί!!!
Δημοσίευση σχολίου