Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Μήνυμα της Ιεράς Συνόδου για την εβδομάδα Ιερατικών Κλήσεων

 

Μήνυμα της Ιεράς Συνόδου για την εβδομάδα Ιερατικών Κλήσεων

 «Τέ­κνα ἐν Κυ­ρί­ῳ ἀ­γα­πη­τά,

            Εὑρισκόμεθα στό μέ­σο τῆς Με­γά­λης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς. Ἡ Γ΄ Κυ­ρια­κή τῶν Νη­στει­ῶν ὀ­νο­μά­ζε­ται «Κυ­ρια­κή τῆς Σταυ­ρο­προσκυ­νή­σε­ως» καί ἡ Ἐκ­κλη­σί­α μας, πρός πνευ­μα­τι­κή ἐ­νί­σχυ­ση τῶν πιστῶν στό νοητό τα­ξί­δι μας στό «μέ­γα πέ­λα­γος» τῆς τεσ­σα­ρα­κον­θή­με­ρης νη­στεί­ας, προ­βάλ­λει πρός προ­σκύ­νη­ση στό κέν­τρο τοῦ να­οῦ τόν Τί­μιο Σταυ­ρό. Ἐ­πε­ξη­γεῖ τό συ­να­ξά­ρι τῆς ἡμέρας σχε­τι­κά: «Τῇ αὐ­τῇ ἡ­μέ­ρᾳ, Κυ­ρια­κῇ τρί­τῃ τῶν Νη­στει­ῶν, τήν προ­σκύ­νη­σιν ἑ­ορ­τά­ζο­μεν τοῦ τι­μί­ου καί ζω­ο­ποι­οῦ Σταυ­ροῦ». Ἐπει­δή κατά τήν διά­ρκεια τῆς νη­στεί­ας τῶν σα­ράν­τα ἡ­με­ρῶν ἀγωνιζόμαστε νά «σταυ­ρω­θοῦμε» καί ἐ­μεῖς, νά «νε­κρωθοῦμε» ἀ­πό τά πά­θη, ἔχοντας τήν πί­κρα τῆς ἀκη­δί­ας καί τῆς πτώ­σης, γι’ αὐ­τό ὑ­ψώ­νε­ται ὁ τί­μιος καί ζω­ο­ποι­ός Σταυ­ρός, γιά ἀ­να­ψυ­χή, ὑ­πο­στή­ρι­ξη καί παρηγορία ὅλων μας, θυ­μί­ζοντάς μας τά πά­θη τοῦ Κυ­ρί­ου Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ.

            Ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Τεσ­σα­ρα­κο­στή σηματοδοτεῖ τόν ἀγῶνα γιά «σταύ­ρω­ση» τοῦ ἑ­αυ­τοῦ μας, τήν ἐμ­πει­ρί­α πού ἀ­πο­κο­μί­ζου­με ἀ­πό τήν ἐν­το­λή τοῦ Χρι­στοῦ, ἡ ὁποία ἀ­κού­γε­ται στό εὐ­αγ­γε­λι­κό ἀ­νά­γνω­σμα αὐ­τῆς τῆς Κυ­ρια­κῆς: «ὅ­στις θέ­λει ὀ­πί­σω μου ἀ­κο­λου­θεῖν, ἀ­παρ­νη­σά­σθω ἑ­αυ­τόν καί ἀ­ρά­τω τόν σταυ­ρόν αὐ­τοῦ καί ἀ­κο­λου­θεί­τω μοι» (Μάρκ. 8, 35). Ἀλ­λά δέν μπο­ροῦ­με νά ση­κώ­σου­με τόν σταυ­ρό μας καί νά ἀ­κο­λου­θή­σου­με τόν Χρι­στό, ἄν δέν ἀ­τε­νί­ζου­με τόν Σταυ­ρό πού Ἐ­κεῖ­νος σή­κω­σε γιά νά μᾶς σώ­σει. Ὁ δι­κός Του Σταυ­ρός, ὄ­χι ὁ δι­κός μας, εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νος ὁ ὁποῖος μᾶς σώ­ζει. Ὁ δι­κός Του Σταυ­ρός εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νος πού δί­νει νό­η­μα καί δύ­να­μη στούς δι­κούς μας σταυρούς.

            Ὁ Σταυ­ρός τοῦ Κυ­ρί­ου εἶ­ναι τό ἱ­ε­ρώ­τε­ρο ἀ­π’ ὅ­λα τά χρι­στι­α­νι­κά σύμ­βο­λα. Γι’ αὐ­τό καί εἶ­ναι τό καύ­χη­μά μας. «Ἐ­μοί δέ», γρά­φει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος πρός τούς χρι­στια­νούς τῆς Γα­λα­τί­ας, «μή γέ­νοι­το καυ­χᾶ­σθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυ­ρῷ τοῦ Κυ­ρί­ου ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ» (Γαλ. 6, 14). Ὁ Σταυ­ρός συμ­βο­λί­ζει καί ἐκ­φρά­ζει καί τήν ζω­ή τοῦ χρι­στια­νοῦ. Πι­στεύ­ου­με στόν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό καί Τόν ἀ­κο­λου­θοῦ­με ἐ­λεύ­θε­ρα. Ὅ­μως, ἡ πίστη μας αὐ­τή καί ἡ ὁδός τοῦ Κυ­ρί­ου συ­νε­πά­γε­ται καί τήν ἄρ­ση τοῦ σταυ­ροῦ τῆς κα­τά Χρι­στόν ζω­ῆς.

            Πα­ράλ­λη­λα ὅμως μέ τήν προ­βο­λή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐνώπιον τῶν πιστῶν κατά τήν ση­με­ρι­νή Κυ­ρια­κή, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος ἔ­χει θε­σπί­σει νά τι­μᾶ καί νά προ­βάλ­λει τίς Ἱ­ε­ρα­τι­κές Κλή­σεις, τό κά­λε­σμα δη­λα­δή πού ὁ ἴ­διος ὁ Θε­ός ἀ­πευ­θύ­νει σέ νέ­ους ἀν­θρώ­πους, προ­κει­μέ­νου νά ἀ­κο­λου­θή­σουν τόν δύσκο­λο δρό­μο τῆς ἀ­φι­έ­ρω­σης στόν Θε­ό καί τῆς δι­α­κο­νί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Καί μᾶς δί­δει τήν εὐ­και­ρί­α νά ἀ­να­λο­γι­στοῦ­με τήν στά­ση μας ἀ­πέ­ναν­τι στήν Ἱ­ε­ρω­σύ­νη καί τούς Ἱ­ε­ρεῖς μας, ἀλ­λά καί ἀ­πέ­ναν­τι στούς νέ­ους ἐκεί­νους, οἱ ὁ­ποῖ­οι νι­ώ­θουν τήν κλή­ση τῆς Ἱ­ε­ρω­σύ­νης.

            «Λαμ­πρόν τό τῆς ἱ­ε­ρω­σύ­νης ἀ­ξί­ω­μά τε καί ἔν­δυ­μα»[1] μᾶς δι­δά­σκει ἡ Φι­λο­κα­λί­α. «Θεί­α καί σε­βά­σμι­ο­ς»[2] ἡ Ἱερωσύνη καί ἡ χά­ρις αὐτῆς ὑ­περ­κό­σμι­ο­ς[3]. Ὁ εὐ­σε­βής Ἱ­ε­ρεύς «δε­κτός εἶ­ναι με­σί­της Θε­οῦ καί ἀν­θρώ­πων ὥ­σπερ ἰ­σάγ­γε­λο­ς»[4] καί ἱ­ε­ρουρ­γεῖ τήν Θεί­α Λει­τουρ­γί­α «ἥν καί ἄγ­γε­λοι σέ­βον­ται»[5]. Καί ὁ πι­στός ὀρ­θό­δο­ξος Χρι­στια­νός ἀ­γα­πᾶ τούς Ἱ­ε­ρεῖς, ὅ­πως ἡ πα­τε­ρι­κή φω­νή λέ­γει: «ὅς ἀ­γα­πᾷ τόν Κύ­ριον [­.­.­.] τούς ἱ­ε­ρεῖς ἀ­πό ψυ­χῆς στέρ­γει, τι­μᾷ, δο­ξά­ζει»[6], κα­θώς «ὁ δε­χό­με­νος αὐ­τούς δέ­χε­ται τόν Δε­σπό­την»[7]. Ὁ πι­στός ὀρ­θό­δο­ξος Χρι­στια­νός σέ­βε­ται καί τι­μᾶ τούς Ἱε­ρεῖς, δι­ό­τι ὁ εὐ­σε­βής Ἱ­ε­ρεύς δι­α­λέ­γε­ται μέ τόν Κύ­ριον Ἰ­η­σοῦν Χρι­στόν «ὡς φί­λος πρός φί­λο­ν»[8]. Ὁ Ἱ­ε­ρεύς εἶ­ναι κα­τά τόν Ἅ­γιο Συ­με­ών Θεσ­σα­λο­νί­κης τύ­πος τοῦ Χρι­στοῦ[9] καί ἡ τά­ξις τῶν Ἱ­ε­ρέ­ων «φω­τι­στι­κή φω­τα­γω­γό­ς»[10].

            Ὅπως σέ κάθε ἐποχή, ἔτσι καί στήν ἐποχή μας, ὑ­πάρ­χουν νέ­οι κα­τα­ξι­ω­μέ­νοι καί μέ σπου­δές, μέ ἦ­θος καί ἀ­ρε­τή, οἱ ὁ­ποῖ­οι νι­ώ­θουν τήν φλό­γα τῆς κλή­σε­ως τοῦ Θε­οῦ γιά τήν Ἱ­ε­ρω­σύ­νη. Οἱ κα­λοί καί πι­στοί γο­νεῖς αὐτῶν τῶν παιδιῶν ὅ­ταν δι­α­πι­στώ­σουν ὅ­τι ἔ­χουν αὐ­τό τό θεῖ­ο δῶ­ρο τῆς ἱ­ε­ρα­τι­κῆς κλή­σε­ως, ὀ­φεί­λουν νά παι­δα­γω­γοῦν τά παιδιά «ἐν παι­δεί­ᾳ καί νου­θε­σί­ᾳ Κυ­ρί­ου»­[11], ὥστε νά αὐξηθεῖ ὁ ἔνθεος αὐτός ζῆλος. Ὁ Ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος τούς προ­τρέ­πει νά φρον­τί­ζουν, ὥ­στε τά παι­διά τους νά ἀ­πο­κτοῦν εὐ­σέ­βεια, ἀ­ρε­τή καί πλοῦ­το ψυ­χῆς. «Νά τούς μά­θε­τε τά μυ­στή­ρια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, τή δι­και­ο­σύ­νη, τή σω­φρο­σύ­νη, τήν ἀν­δρεί­α τῆς ψυ­χῆ­ς»[12] δι­δά­σκει. Κα­λεῖ τούς πι­στούς γο­νεῖς νά ἀ­να­λο­γι­στοῦν πό­ση εἶ­ναι ἡ δύ­να­μις τῶν ἱ­ε­ρέ­ων! Νά βά­λουν μέ τόν νοῦ τους τίς πολ­λές εὐ­ερ­γε­σί­ες τοῦ Θε­οῦ πού γί­νον­ται μέ τά Ἱ­ε­ρά Μυ­στή­ρια καί τίς εὐ­χές τῶν Ἱ­ε­ρέ­ων: «Σκό­πει, ὅ­ση τῶν ἱ­ε­ρέ­ων ἡ δύ­να­μις, ἐν­νό­η­σον τό βά­πτι­σμα, τῶν ἁμαρ­τι­ῶν τήν ἄ­φε­σιν, τήν υἱ­ο­θε­σί­αν, τά μυ­στή­ρια, τά μύ­ρια ἀ­γα­θά, ἅ διά τῆς ἐ­πι­θέ­σε­ως τῶν χει­ρῶν τού­των σοί πα­ρα­γί­γνε­ται καί διά τῆς ἐ­πι­κλή­σε­ως τῆς ὑ­πό τού­των γι­νο­μέ­νης»[13]. Καί δη­λώ­νει μέ βε­βαι­ό­τη­τα, κα­θώς ἑρ­μη­νεύ­ει τήν Β΄ πρός Τι­μό­θε­ον ἐ­πι­στο­λή τοῦ Ἀπο­στό­λου Παύ­λου, ὅ­τι ὁ Ἱ­ε­ρεύς «Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου ἐ­στί».

            Σέ ἕ­ναν κό­σμο ὅ­που τά πάν­τα ἀ­να­τρέ­πον­ται γορ­γά, σέ μί­α ἐ­πο­χή πού ἀμ­φι­σβη­τεῖ τίς πα­ρα­δε­δο­μέ­νες ἀξί­ες, ὁ Κύ­ριος Ἰη­σοῦς Χρι­στός, «χθές καί σή­με­ρον ὁ αὐ­τός καί εἰς τούς αἰ­ῶ­νας»[14], δέν παύ­ει νά κα­λεῖ ὅλον τόν κόσμο κον­τά του καί δέν στα­μα­τᾶ νά ἀ­να­ζη­τεῖ τούς λί­γους ἐ­κεί­νους ἀν­θρώ­πους, οἱ ὁποῖοι θά θε­λή­σουν νά ση­κώ­σουν τό βά­ρος τῆς Ἱ­ε­ρω­σύ­νης. Ἐκεί­νους οἱ ὁποῖοι θά θε­λή­σουν νά γί­νουν ἐρ­γά­τες, πού θά οἰ­κο­δο­μή­σουν ψυ­χές, θά τίς ἀ­κού­σουν, θά τίς ξε­κου­ρά­σουν, θά τίς ὁ­δη­γή­σουν στήν χα­ρά τῆς σω­τη­ρί­ας. Καί δέν κου­ρά­ζε­ται ὁ Κύ­ριός μας νά μᾶς πα­ρο­τρύ­νει νά προ­σευ­χό­μα­στε γιά τούς Ἱ­ε­ρεῖς καί νά καλ­λι­ερ­γοῦ­με τά παι­διά μας μέ τήν εὐ­σέ­βεια, ὥ­στε, ἄν λά­βουν τήν ὑ­ψη­λή κλή­ση τῆς Ἱε­ρω­σύ­νης ἀ­πό τόν Θε­ό, νά γί­νουν ἄ­ξιοι λειτουργοί τῶν μυστηρίων Του.

            Ἐκεῖνοι τούς ὁποίους ὁ Θε­ός ἐ­κλέ­γει καί κα­λεῖ νά ὑπουργήσουν τήν δι­κή Του ἱ­ε­ρα­τεί­α, βρί­σκον­ται ἀ­νά­με­σά μας. Ἡ προ­σω­πι­κή τους κλί­ση ἔ­χει ἤ­δη ἀρ­χί­σει νά δι­α­φαί­νε­ται. Εἶ­ναι τά παι­διά σας πού πλη­σιά­ζουν τά ἱ­ε­ρά ἀ­να­λό­για, δι­α­κο­νοῦν στό Ἱ­ε­ρό Βῆ­μα, κρα­τοῦν τίς λαμ­πά­δες, τά θυ­μι­α­τή­ρια καί τά ἱ­ε­ρά μας σύμ­βο­λα καί χαί­ρε­ται ἡ ψυ­χή τους. Χα­ρεῖ­τε τα, ἐν­θαρ­ρύ­νε­τέ τα. Ἐ­παι­νέ­στε τα, πεῖ­τε ἕ­ναν κα­λό λό­γο στούς γο­νεῖς τους. Μήν τά ἀ­πα­ξι­ώ­νε­τε καί μήν τά ἀπογοητεύετε. Μήν μπαί­νε­τε ἐμ­πό­διο μπρο­στά στόν Κύ­ριο, τήν ὥ­ρα πού ἔ­χει βγεῖ νά κα­λέ­σει ἐρ­γά­τες στόν ἀμ­πε­λῶ­να Του. Ἀ­να­λο­γι­στεῖ­τε ὅ­τι τά ση­με­ρι­νά παι­διά ἀ­πο­φα­σί­ζουν νά γί­νουν Ἱε­ρεῖς σέ μί­α ἀ­φι­λό­ξε­νη καί ἀ­δι­ά­φο­ρη γι’ αὐτά ἐ­πο­χή. Τήν ὥ­ρα πού οἱ ἄν­θρω­ποι τοῦ κό­σμου, τε­χνο­κρά­τες καί οἰ­κο­νο­μι­κοί σω­τῆ­ρες τῆς κοι­νω­νί­ας, πε­ρι­φρο­νοῦν τούς Ἱ­ε­ρεῖς σάν μή πα­ρα­γω­γι­κούς, ἐ­σεῖς ἐν­θαρ­ρύ­νε­τε τούς νέ­ους αὐ­τούς πού ἐμ­πι­στεύ­ον­ται τήν ζω­ή τους, τό εἶ­ναι τους, στήν πρό­νοι­α καί τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ, γιά νά προσφέ­ρουν στήν Ἐκ­κλη­σί­α καί στόν λα­ό ἔρ­γο λει­τουρ­γι­κό, ποι­μαν­τι­κό, δι­δα­κτι­κό. Χω­ρίς νά ὑ­πο­λο­γί­ζουν τό ἄ­μι­σθον πολλῶν ἐκ τῶν συγχρόνων ἐργατῶν τῆς Ἱ­ε­ρω­σύ­νης, προ­ε­τοι­μά­ζον­ται, σπου­δά­ζουν, κο­πιά­ζουν, ἐρ­γά­ζον­ται γι’ αὐ­τήν τήν δι­α­κο­νί­α. Ὑπο­δε­χθεῖ­τε τους στά ἱ­ε­ρά θυ­σι­α­στή­ρια, στόν ἄμ­βω­να, στά σπί­τια σας, μέ­σα στήν γε­μά­τη ἀπό πί­στη στόν Χρι­στό καρ­διά σας, μέ ἀ­γά­πη, μέ χα­ρά, μέ ἀ­γαλ­λί­α­ση.

Ἀ­γα­πη­τοί μας ἀ­δελ­φοί,

            Σᾶς προ­τρέ­που­με πα­τρι­κά· ἐ­λᾶ­τε νά ἐν­θαρ­ρύ­νου­με καί νά στη­ρί­ξου­με τούς νέ­ους πού μέ ἱ­ε­ρό ἐν­θου­σια­σμό εἰ­σέρ­χον­ται στό ἱ­ε­ρό Θυ­σι­α­στή­ριο καί σᾶς πα­ρα­κα­λοῦ­με θερ­μῶς νά προ­σεύ­χε­σθε ὁ Μέ­γας Ἀρ­χι­ε­ρεύς τῆς πί­στε­ώς μας, ὁ Λυ­τρω­τής καί Σω­τή­ρας μας Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός, νά δί­δει ἀ­ξί­ους Ἱ­ε­ρεῖς στήν Ἐκ­κλη­σί­α Του.

            Κα­λό ὑ­πό­λοι­πο τῆς Ἁ­γί­ας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς!

Μετ’ εὐχῶν πατρικῶν καί ἀγάπης

† Ὁ Ἀθηνῶν  Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος

† Ὁ Μυτιλήνης, Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου Ἰάκωβος

† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος

† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων

† Ὁ Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου Δαμασκηνός

† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Ἀνδρέας

† Ὁ Ξάνθης καί Περιθεωρίου Παντελεήμων

† Ὁ Ἄρτης Καλλίνικος

† Ὁ Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καί Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρας

† Ὁ Ζακύνθου Διονύσιος

† Ὁ Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ Κύριλλος

† Ὁ Νέας Ἰωνίας, Φιλαδελφείας, Ἡρακλείου καί Χαλκηδόνος Γαβριήλ

† Ὁ Γλυφάδας, Ἑλληνικοῦ, Βούλας, Βουλιαγμένης καί Βάρης Ἀντώνιος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς

† Ὁ Ὠρεῶν Φιλόθεος»

Εκ της Ι­ε­ράς Συ­νό­δου της Εκκλησίας της Ελλάδος


[1] Ὁσίου Θεογνώστου, Περί Ἱερωσύνης, κεφ. νστ’, Φ.Τ.Ι.Ν.
[2] Αὐτόθι, κεφ. να΄.
[3] Αὐτόθι.
[4] Αὐτόθι, κεφ. ιδ΄.
[5] Αὐτόθι.
[6] Ὁσίου Μελετίου Γαλησιώτου, Ἀλφαβηταλφάβητος (μνημ. ἔκδοσις), ροβ’, Περί τῶν ἱερέων, σελ. 475.
[7] Αὐτόθι.
[8] Ἁγίου Συμεών Νέου Θεολόγου, Κεφάλαια πρακτικά καί θεολογικά, κεφ. ρνβ΄, Φ.Τ.Ι.Ν.
[9] Ἁγίου Συμεών Θεσσαλονίκης, κεφ. σοδ’, PG 155, 501-504.
[10] Ὁσίου Μελετίου Γαλησιώτου, Ἀλφαβηταλφάβητος (μνημ. ἔκδοσις), ρκδ’, Περί τῆς τάξεως τῶν μοναχῶν…, σελ. 383 384.
[11] Ἐφεσ. στ΄ 4.
[12] Θέματα Ζωῆς, Κείμενα τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἱ. Μονή Παρακλήτου Ὠρωποῦ, τόμ. Α’.
[13] Βλ. εἰς http://www.ecclesia.gr/greek/news/ieratikes/pateres.html
[14] Ἑβρ. 13, 8.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: