Μια υπόμνηση στα 200 χρόνια από το 1821
Παπαθανασίου Θανάσης
Κατακαλόκαιρο στην Ελλάδα. Μοιάζει αυτονόητο το να
αποζητά κανείς δροσιά στα μεσογειακά νερά της, να χαίρεται την άπλα τους
και να ξεμουδιάζει με απλωτές.
Ήταν 19 Ιουλίου του 1847 όταν ένας νεαρός αποζήτησε αυτή τη χαρά στα νερά της Κέρκυρας, κοντά στον μώλο της Μαντρακίνας. Ήταν δηλαδή εικοσιέξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της επανάστασης του ’21 και δεκαεφτά πριν από την ενσωμάτωση των Επτανήσων στο νεοελληνικό κράτος. Κοντολογίς, η 19η Ιουλίου του 1847 ήταν μια από τις μέρες της αγγλικής κατοχής του νησιού (1815-1864). Και ο νεαρός που αποζήτησε τη χαρά στη θάλασσά της ήταν Άγγλος στρατιώτης. Ο Ουίλιαμ Μιλς.
Ο Μιλς κολυμπούσε μαζί με συναδέλφους του, όμως
αυτόν αντάμωσε η τραγικότητα στο γαλάζιο της Κέρκυρας. Ένας μεγάλος
πόρφυρας (καρχαρίας στην κερκυραϊκή ντοπιολαλιά) του επιτέθηκε, τον καταβύθισε
και τον σκότωσε. Το σώμα του βρέθηκε μετά από καμιά δεκαριά μέρες
χωρίς τον δεξιό του βραχίονα.
Η είδηση συγκλόνισε τον Ζακυνθινό Διονύσιο
Σολωμό. Σχεδόν μια ολόκληρη χρονιά μόχθησε για ένα ποίημα με τίτλο
«Πόρφυρας», χωρίς ποτέ να το φέρει σε τελική μορφή. Ο «Πόρφυρας» είναι
από τα πιο φιλοσοφημένα έργα του εθνικού ποιητή, ένα στοχαστικό και θρηνητικό
προσκύνημα στο εύθραυστο του ανθρώπου, στον παραλογισμό της οδύνης και
στις πανανθρώπινες διαστάσεις που έχει το εύθραυστο κι ο παραλογισμός. Ο
ποιητής κρατάει ανώνυμο τον Μιλς, τον οποίο και νιώθει ως ένα παλικαράκι ξένο
σε ξένο τόπο, σπαραχτικά αποκομμένο από το όνειρό του. Τον εμφανίζει να
λαχταρά ένα ακατόρθωτο ταξίδι – αστραπή στο σπιτικό του και να μονολογεί καθώς
κολυμπούσε λίγο πριν την ανάδυση του πόρφυρα:
«Αλλ΄αχ, αλλ’ αχ, να μπόρουνα σαν αστραπή να
τρέξω,ακόμ’ αφρέ μου, να βαστάς και να ‘μαι
γυρισμένοςμε δυο φιλιά της μάνας μου, με φούχτα γη της
γης μου!».
Ο Σολωμός συνήθιζε να απαγγέλει στίχους του σε
φίλους του. Στο άκουσμα λοιπόν του «Πόρφυρα», κάποιος απ’ αυτούς δυσανασχέτησε
και είπε στον ποιητή ότι θα ήταν προτιμότερο να έγραφε ένα ποίημα εθνικό.
Προφανώς η έκφραση τρυφερότητας και δέους για έναν εχθρό σκανδάλισε. Μα,
σε ποιον απευθυνόταν η ένσταση; Στον παθιασμένο με την ελευθερία δημιουργό όχι
μόνο του «’Υμνου εις την Ελευθερίαν», αλλά και των αβυσσαλέων «Ελεύθερων
Πολιορκημένων», τους οποίους μάλιστα τους δούλευε μέχρι το τέλος της ζωής του!
Ο ποιητής απάντησε στον ενιστάμενο φίλο με την
κοφτή και κοφτερή φράση, που έκτοτε έμεινε ιστορική (μολονότι όχι πάντα με
επίγνωση της σολωμικής κόψης της): «Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί
εθνικό, ό,τι είναι αληθινό».
Τι αποκαλύπτει εδώ ο οικουμενικός Ζακύνθιος; Ότι η
πατρίδα έχει νόημα, αληθεύει ως ο ιδιαίτερος τρόπος δεξίωσης του πανανθρώπινου
και του οικουμενικού. Χωρίς τον ιδιαίτερο τρόπο, χωρίς –θα λέγαμε– τον τρόπο
της ψυχής του χειροπιαστού λαού, το πανανθρώπινο και το οικουμενικό γίνονται
άσαρκα νεφελώματα. Κι από την άλλη, αν το τοπικό αποκοπεί από το πανανθρώπινο,
πνίγει, γίνεται είδωλο.
Με τις απλωτές του Άγγλου στρατιώτη ο
Σολωμός κάνει απλωτές στο μυστήριο της ζωής. Απλωτές τις οποίες ούτε κατανοεί
ούτε συμπαθεί όποιος αρέσκεται να πλατσουρίζει θορυβωδώς στα ρηχά. Η
σολωμική βαθιά ανθρωπιά δεν βρίσκεται σε αντιδιαστολή προς τη σύγκρουση με την
τυραννία. Το αντίθετο! Μοιάζει με την συμπόνια προς τον τσακισμένο εχθρό, την
οποία είχε εκφράσει δεκατρείς αιώνες νωρίτερα ο Αισχύλος με την
τραγωδία του «Πέρσαι». Ποιος Αισχύλος; Ο μαχητής του Μαραθώνα, της
Σαλαμίνας και των Πλαταιών! Μοιάζει επίσης με την αγιότητα της
Κρητικιάς η οποία άναβε τα καντηλάκια σε τάφους Γερμανών στρατιωτών που είχαν
πέσει στο νησί. Ποιας Κρητικιάς; Κάποιας που είχε χάσει τον άντρα της
στη μάχη της Κρήτης και τον γιο της στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ζάξενχαουζεν
της Γερμανίας. Και που έλεγε ότι άναβε τα καντηλάκια γιων, των οποίων οι
μανάδες δεν μπορούσαν να τα ανάψουν οι ίδιες. Και πίστευε πως κάποια
άλλη, ξένη μάνα θα άναβε στον ξένο τόπο το καντήλι του δικού της παιδιού.
Δεξίωση της αλήθειας, δεξίωση του αληθινού…
Ίδιο πράγμα! Η αγάπη –το μόνο αληθινά αιώνιο κατά τον απόστολο Παύλο– καλείται
να διεμβολίσει τα πάντα. Αν αυτό δεν γίνει, τότε αληθινά αιώνιο θα είναι το
μίσος. Με πρωτότοκό του την τυραννία.
1 σχόλιο:
Εξαιρετικό!
Δημοσίευση σχολίου