«Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ»
Ἀρχιμανδρίτης Ἀμβρόσιος
Γκουρβέλος
Εἶναι ἰδιαίτερη εὐλογία γιά τήν πόλη μας ἀλλά καί τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ἡ παρουσία ἀνάμεσά μας τίς ἡμέρες αὐτές τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τῆς Παναγίας τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν, ἀπό τήν ἁγία πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ. Τό ὄρος τῶν ἐλαιῶν καί ἡ γύρω περιοχή του εἶναι τόποι ξεχωριστοί, ὅπου πραγματοποιήθηκαν σημαντικότατα γεγονότα, τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εἶναι λοιπόν ἕνας τόπος εὐλογίας,
τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, πού μᾶς παραπέμπει ἄμεσα στά γεγονότα τῶν Παθῶν καί τῆς Ἀναστάσεως
τοῦ Κυρίου μας. Μέ τήν εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας ἤθελα σήμερα
νά προσφέρω κάποιες σκέψεις σχετικά μέ μιά ἄλλη ἀπεικόνιση τῆς Θεομήτορος, τήν
εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους, διότι ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῶν ἐλαιῶν, μᾶς
παραπέμπει καί τοπικά καί ἐννοιολογικά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους.
Γιατί ὅμως ὀνομάστηκε ἡ εἰκόνα αὐτή
Παναγία τοῦ Πάθους; Ὀνομάστηκε Παναγία τοῦ Πάθους, γιατί στήν εἰκόνα αὐτή ὁ
Χριστός ἐνατενίζει τούς δύο Ἀγγέλους, πού εἰκονίζονται ἐκατέρωθεν τῆς Παναγίας
καί κρατοῦν στά χέρια τους τά σύμβολα τοῦ Πάθους. Ἡ Παναγία μας στήν εἰκόνα αὐτή
εἶναι ἐνδεδυμένη ἐσωτερικά μέ βαθύ πράσινο φόρεμα καί ἐξωτερικά μέ μαφόριο
κόκκινο, χρῶμα πού ταιριάζει στό Πάθος. Κρατάει μέ τό ἀριστερό της χέρι τόν
Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι μέ λυγισμένα γόνατα κάτω ἀπό τό ἔνδυμά Του. Πιάνει ἡ
Θεομήτωρ τρυφερά καί προστατευτικά μέ τά μακριά καί λεπτά δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ
χεριοῦ Της τό ἀριστερό χέρι τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος φωλιάζει στήν ἀγκαλιά τῆς
μητέρας Του. Τό κεφάλι Του ὅμως τό γυρίζει μέ ἔκφραση ἀνθρώπινου φόβου πρός τόν
Ἀρχάγγελο Γαβριήλ, πού εἰκονίζεται πολύ κοντά Του, καί κρατάει τά κύρια σύμβολα
τοῦ Πάθους: Τόν Σταυρό τῆς μελλοντικῆς θυσίας Του καί τό στεφάνι τοῦ ἐμπαιγμοῦ
Του. Σέ ὑψηλότερο ἐπίπεδο πάνω ἀπό τόν δεξιό ὦμο τῆς Παναγίας εἰκονίζεται ἐπίσης
ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαήλ, κρατώντας μέ τήν σειρά του τήν λόγχη, τόν σπόγγο καί τό
δοχεῖο μέ τήν χολή καί τό ὄξος.
Στήν συνέχεια ἐπεξηγώντας τά ὅσα ἡ
εἰκόνα τῆς Παναγίας μας ὑποδηλώνει, ἤθελα νά σταθοῦμε σέ αὐτόν τόν φόβο τοῦ Ἰησοῦ
πρός τό Πάθος καί τόν θάνατο. Ὡς ἄνθρωπος τέλειος δίχως ἁμαρτίας ὁ Ἰησοῦς
θέλησε νά ἀποφύγει τόν θάνατο, πού δέν προσιδιάζει στήν ἀνθρώπινη φύση, ὅπως ὁ
Θεός τήν δημιούργησε. Διότι ὁ Θεός δέν δημιούργησε τόν θάνατο. Γι’ αὐτό καί
στήν εικόνα τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους ὁ μικρός Χριστός, βρεφοκρατούμενος, γυρίζει
τό κεφάλι Του ἀπό τήν Παναγία μητέρα Του καί κοιτάει μέ ἀπώθηση καί ἀπέχθεια
τούς Ἀγγέλους πού παραστέκουν δίπλα Του κρατώντας τά σύμβολα τοῦ Πάθους. Ἐκεῖ
στό ὄρος τῶν ἐλαιῶν, στούς πρόποδές του στήν Γεθσημανή, συνέβηκε ἡ ὑπερφυής
προσευχή. Ὁ Χριστός προσευχόταν καί ἐνῶ ἀπό τό πρόσωπό Του ἔρρεαν θρόμβοι αἵματος,
εἶπε τά ἑξῆς συγκλονιστικά λόγια: «Παρελθέτω ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο» δηλαδή
ἄς ἀποφύγω τό πικρό ποτήριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Αὐτό ζήτησε ὡς ἄνθρωπος ἀπό
τόν Πατέρα Του, γιά νά καταλήξει στό «οὐχ ὡς ἐγώ θέλω ἀλλ’ ὡς Σύ, γεννηθήτω τό
Θέλημά Σου». Παραδόθηκε στό Θέλημα τοῦ Θεοῦ Πατέρα, νά θυσιαστεῖ ὑπέρ τῆς τοῦ
κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας. Ἦρθε στόν κόσμο αὐτό, πού ὁ Ἴδιος δημιούργησε, γιά νά
τόν σώσει μέ τή θυσία Του. Γεννήθηκε, γιά νά πεθάνει. Ἡ σμύρνα πού προσέφεραν οἱ
Μάγοι στήν Βηθλεέμ, τόν θάνατό Του προεμήνυε. Αὐτό τόν ζωηφόρο θάνατο
προεφήτευσαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, αὐτό προείπε ὁ Θεοδόχος Συμεών
στήν Ὑπαπαντή, ὅταν 40 ἡμερῶν βρέφος προσφέρεται στόν Ναό. Ἐκεῖ ὁ Συμεών
κοιτώντας στήν Θεομήτορα τῆς προλέγει τόν πόνο τοῦ Γολγοθᾶ «σοῦ δέ τήν ψυχήν
διελεύσεται ρομφαῖα». Ρομφαῖα, σπαθί θά διαπεράσει τήν μητρική Σου καρδιά! Γι’
αὐτή τήν σταυρική θυσία μιλοῦσε συχνά στούς Μαθητές Του, προετοιμάζοντάς τους
γιά τό Πάθος Του.
Τά ρήματα, τά λόγια τοῦ Πρεσβύτου
Συμεών ἀλλά καί τά λόγια τοῦ Υἱοῦ Της διετήρησε, δηλαδή τά κρατοῦσε σάν φυλακτό
μέσα της ἡ Παναγία. Γι’ αὐτό καί ἔμεινε σταθερά δίπλα στόν Υἱό Της μέχρι
τέλους, ὅταν ἦρθε ἡ δύσκολη ὥρα τῆς θυσίας ἀλλά καί τῆς ἐγκατάλειψης καί τῆς
προδοσίας. Στόν Σταυρό στάθηκε δίπλα Του μαζί μέ τόν Ἰωάννη τόν Θεολόγο. Καί αὐτό
εἶναι ἕνα μήνυμα διαχρονικό, ὅτι στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μποροῦμε ὅλοι νά σταθοῦμε,
εἴτε ὡς Θεοτόκοι, εἴτε ὡς Θεολόγοι, εἴτε ὡς υἱοί τῆς Παρθένου, ὅπως κατά φύση ὁ
Ἰησοῦς καί κατά υἱοθεσία ἐπί τοῦ Γολγοθᾶ ὁ Ἰωάννης.
Ὡς Θεοτόκοι, μέ τήν ἀκρόαση καί
τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί
φυλάσσοντες αὐτόν». Ὡς θεολόγοι μέ τήν καρδιακή προσευχή, διότι ἀληθινός
θεολόγος εἶναι ὁ προσευχόμενος. «Εἰ θεολόγος εἶ ἀληθῶς προσεύξῃ καί εἰ ἀληθῶς
προσεύχῃ θεολόγος εἶ», λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Θεός λόγος εἶναι ὁ Χριστός καί ἐμεῖς
μέ τήν κάθαρση ἀπό τίς ἁμαρτίες μας καί τόν ἁγιασμό, μποροῦμε νά γίνουμε
Χριστοί κατά χάριν, κεχρισμένοι ἀπό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ὡς υἱοί τῆς
Παρθένου ἱστάμεθα παρά τῷ Σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ καί Υἱοῦ Της, ὅταν τήν ἀποδεχόμαστε
ὡς μητέρα μας, μιμούμενοι τήν ἁγία ζωή Της.
Ἕνα ἐρώτημα πού προκύπτει εἶναι
τό πῶς μετέχουμε στό Πάθος τοῦ Κυρίου μας; Κυρίως μέ τόν ἀγῶνα κατά τῆς ἁμαρτίας.
Τόν σταυρώνουμε τόν Κύριό μας καθημερινῶς. Ὅμως Αὐτός μᾶς ἔχει ἤδη συγχωρήσει ἐπί
τοῦ Σταυροῦ Του αἴροντας τίς ἁμαρτίες ὅλους τοῦ κόσμου. Σέ ἐμᾶς ἐναπόκειται ἡ ἀξιοποίηση
τῆς δωρεᾶς αὐτῆς τοῦ Θεοῦ. Ἡ δωρεά αὐτή εἶναι θησαυρισμένη ὡς ἄλλη τράπεζα
θησαυρῶν στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας,
δηλαδή ἡ συνέχεια τοῦ Χριστοῦ στό παρόν καί τό μέλλον. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ
ταμειοῦχος τῆς χάριτος διά τῶν ἱερῶν Μυστηρίων. Συμμετέχοντας στήν μυστηριακή
ζωή λαμβάνουμε τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν δωρεά δηλαδή τοῦ Χριστοῦ, πού μᾶς
κληροδότησε με τόν Σταυρό Του. Κυρίως αὐτή ἡ πρόσληψη τῆς δωρεᾶς τοῦ Πάθους τοῦ
Κυρίου γίνεται μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα, ὅπου συνθαπτόμεθα μέ τόν Χριστό,
«συνταφέντες διά τοῦ Βαπτίσματος» ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία. Γίνεται μέ τήν Ἐξομολόγηση,
πού εἶναι ἡ διαρκής ἀνανέωση τοῦ Βαπτίσματός μας ἀλλά καί τήν Θεία Εὐχαριστία,
πού εἶναι ἡ διαθήκη, ἡ κληρονομία τοῦ Χριστοῦ πρός τήν Ἐκκλησία καί τόν κάθε
πιστό. Εἰδικώτερα μέ τήν ἑτοιμασμένη συμμετοχή μας στήν Θεία Κοινωνία, ἡ ὁποία ὡς
ἱστορικό γεγονός πραγματοποιήθηκε στόν χῶρο τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν ἀλλά ὡς θεϊκή
καί μυστηριακή θυσία ἐπεκτείνεται στό παρόν σέ κάθε Θεία Λειτουργία, πού τελεῖται
ἐπάνω στή γῆ, γινόμαστε σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ, Θεοφόροι καί
Χριστοφόροι. Καί θά ἀναρωτηθεῖ κάποιος. Πῶς εἶναι παρών ὁλόκληρος ὁ Χριστός σέ
κάθε Θεία Λειτουργία ἀλλά καί στό μικρότερο τμῆμα, τοῦ ἀχράντου Σώματός Του,
πού κοινωνοῦμε ἀπό τό χέρι τοῦ λειτουργοῦ; Τήν ἴδια ἀπορία εἶχε ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος
Ἐπίσκοπος Σταυρουπόλεως. Ἕνα πρωινό ὅμως, ὅπου δροσοσταλίδες εἶχαν ἁπλωθεῖ πάνω
στό γρασίδι, ἀνατέλλοντας ὁ ἥλιος εἶδε ὁ Ἅγιος, ὅτι σέ κάθε δροσοσταλίδα ἀντικατοπτριζόταν
ὁλόκληρος ὁ ἥλιος. Αὐτό τό φυσικό φαινόμενο, τοῦ ἔδωσε τήν ἀπάντηση. Ἡ ἥλιος εἶναι
ὁ Χριστός καί οἱ δροσασταλίδες εἶναι ἡ κάθε Θεία Λειτουργία ἀλλά καί ἡ καρδία
τοῦ κάθε πιστοῦ, πού μεταλαμβάνει τῶν ἀχράντων Θείων Μυστηρίων, δηλαδή τοῦ ἴδιου
τοῦ Χριστοῦ. Ἑπομένως μετέχουμε στό Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν πολεμοῦμε τήν ἐν ἡμῖν
ἁμαρτία, γιά τήν ὁποία ἔπαθε ὁ ἀπαθής Κύριος. Μετέχουμε στό Θεῖο Πάθος ὅταν μέ
χαρά, ἐλπίδα καί ὑπομονή ἀγωνιζόμαστε στόν πνευματικό στίβο τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Ὅταν θυσιάζουμε τόν ἑαυτό μας καί ἰδιαιτέρως τήν ἀρχηγό τῶν παθῶν τήν φιλαυτία,
δηλαδή τό νά ἔχουμε ὡς κέντρο τῆς ζωῆς μας τόν ἑαυτό μας καί τίς ἐπιθυμίες του,
καλές ἤ κακές. Ὅσο ξεχνοῦμε τόν ἑαυτό μας, τόσο μᾶς θυμᾶται ὁ Θεός, διότι τό
μέτρο τῆς ἀγάπης εἶναι ὁ Σταυρός Του. Ἄς μή φοβούμαστε τόν πνευματικό ἀγῶνα
κατά τοῦ κακοῦ ἑαυτοῦ μας, δηλαδή νά τόν σταυρώνουμε στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ,
διότι μόνο διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ γινόμαστε κοινωνοί τοῦ Πάθους ἀλλά καί τῆς Ἀναστάσεως
τοῦ Χριστοῦ. Καί τότε δέν φοβούμαστε τόν θάνατο, οὔτε τίς δυσκολίες αὐτῆς τῆς
ζωῆς, διότι μετέχουμε ἤδη ἐσωτερικά καί ἀληθινά τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους
μέ τό βρέφος, πού ὅμως εἰκονίζεται μέ ἀνδρικά χαρακτηριστικά, διότι εἶναι καί
τέλειος ἄνθρωπος, μᾶς δείχνει τόν δρόμο μας, μέσα ἀπό τήν πραγματικότητα αὐτῆς
τῆς πρόσκαιρης ζωῆς. Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι χαρμολύπη, χαρά καί λύπη, πάλη
μέ τό θάνατο πού καθημερινά καί ποικιλόμορφα μᾶς περιβάλλει. Οἱ ἄνθρωποι εὔχονται
καί ἐπιδιώκουν «βίον ἀνθόσπαρτον», ἐνῶ γνωρίζουν, ὅτι δέν ὑφίσταται τέτοιος
βίος γιά κανέναν ἄνθρωπο σέ αὐτή τήν ζωή. Στά παραμύθια ὑπάρχει τό ”happy end”
δηλαδή τό εὐτυχές τέλος. Ἴσως διότι ἐκφράζει τήν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου γιά
λύτρωση. Ὄντως γιά τόν χριστιανό ὑπάρχει ”happy end”, ὑπάρχει λύτρωση καί αὐτή
εἶναι ἡ ζωή μαζί μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἡ συμπόρευσή μας μέ τό Πάθος Του καί ἡ
συνανάσταση μαζί Του. Εἴπαμε, ὅτι ἡ Παναγία, μᾶς δείχνει τόν δρόμο μας.
Πράγματι στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Πάθους ἡ Θεοτόκος κρατάει σφικτά στήν ἀγκαλιά
Της τόν Ἰησοῦ Χριστό. Αὐτή ἡ εἰκόνα, ἄς μᾶς συντροφεύει στίς δύσκολες ὧρες τῶν
πειρασμῶν, τῶν θλίψεων, τῶν ἀδιεξόδων, τῶν ἀπογοητεύσεων, πού πλούσια μᾶς
προσφέρει ἡ πρόσκαιρη αὐτή ζωή. Μήν λησμονοῦμε, ὅτι βρισκόμαστε στήν ἀγκαλιά τῆς
μεγάλης Μάννας μας, διότι ἀφοῦ εἴμαστε ἀδελφοί τοῦ Κυρίου, εἴμαστε καί δικά Της
παιδιά. Κάποιοι τήν πικραίνουμε μέ τίς ἀστοχίες μας, τίς παραλλείψεις μας,
δυστυχῶς μερικοί καί μέ τίς βλασφημίες μας. Αὐτή ὅμως δέν παύει νά μᾶς ἀγαπᾶ
καί νά μᾶς περιμένει, διότι ὅποιος ἀγαπάει ἀληθινά, δέν ἀπογοητεύεται ποτέ καί
μέ τίποτα. Περιμένει λοιπόν τήν μετάνοιά μας, τήν μικρή μας προσπάθεια, γιά νά
προσθέσει αὐτή μέ τήν χάρη Της, τά περισσότερα καί τά ἀπαραίτητα γιά τήν
σωτηρία μας.
Ἀδελφοί μου,
Ἡ Παναγία, ὅπως προείπαμε, εἶναι
τό κατ’ ἐξοχήν πρόσωπο πού ὄχι ἁπλῶς ἔζησε ἐντονώτερα τήν σταυρική ἐπί γῆς
πορεία καί τή θυσία τοῦ Κυρίου, ἱσταμένη παρά τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἀλλά μέ τό
προσωπικό της παράδειγμα ἔγινε πρότυπο τῆς σταυρικῆς πολιτείας, τῆς
συσταυρώσεως ἀλλά καί τῆς συναναστάσεως ἐν Χριστῷ, γιά τούς ἀνά τούς αἰῶνας
πιστούς. Ἡ Θεοτόκος δέν προσκαλεῖ ἁπλά καί μόνο τούς πιστούς στή θέαση τοῦ
Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά ἡ στάση της, ὁ τρόπος τῆς ὕπαρξής
της προσδιορίζει καί τόν τρόπο οἰκείωσης, ψηλάφησης καί βίωσης τῆς ἀλήθειας αὐτῆς
ἀπό τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς.
Ἡ Παναγία ὡς Μητέρα Θεοῦ καί ἀδελφή
τῶν ἀνθρώπων διακόνησε, μέ περισσή συνέπεια, τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας, ἀπό
τόν Εὐαγγελισμό καί τό ταπεινό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, ἕως τόν Γολγοθᾶ καί τήν Ἀνάσταση.
Ἀφουγκράστηκε τήν ἀγωνία τοῦ Υἱοῦ της, ἔκλαψε γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς
πραγματικῆς ἑνότητος μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Προσεύχεται ἀδιαλείπτως γιά ὅλους
ἐμᾶς, γιά τήν ἐπιστροφή μας στόν Χριστό.
/στό Σταυρό, μή πάψεις νά διαμένεις στά μάτια μας, σήμερα, πού δοκιμαζόμενα ἐκεῖνα, χορηγοῦν σέ ὅλους, τήν ὑπέρ πάντα
/ἀλήθεια. Ὄχι τή λογική τῶν θηρίων, ἀλλά ἐκείνην
/τοῦ ποιμνίου τοῦ καινούριου σου παιδιοῦ. Μάντρα τῶν θελόντων σωθῆναι, τῆς παραμυθίας χώρα ἀπέραντη, καταστόλιστη
/μ’ ὅλες τίς χάρες τῆς ἄνοιξης, ἐπέτρεψε στούς δούλους σου τήν εἴσοδο, ὥστε νά μποροῦν ὄρθιοι, νά συνεχίσουν νά ἄδουν ἀδιάκοπα, σέ σένα, εὐχαριστήριους ὕμνους, Ὑπέρμαχη σέ ὅλους τους κινδύνους,
/Στρατήγισσα».
(κύρ-Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, «Παράκληση»)
Ὑπεραγία Θεοτόκε τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν
καί τοῦ σωτηρίου Πάθους τοῦ Κυρίου μας σῶσον πάντας ἡμᾶς.
Ἀμήν.
Ομιλία στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου Πατρῶν, Κυριακή, 13.11.2022
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου