Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023

Οἱ θησαυροί μας - π. Γρηγορίου Μουσουρούλη

Κυριακή τῆς Τυρινῆς
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον

Οἱ θησαυροί μας
 « Ὅπου ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. στ´21)

   Τοῦ μακαριστοῦ
Ἀρχιμανδρίτου π. Γρηγορίου Μουσουρούλη
(†11/01/2021)
Ἀρχιγραμματέως  Ἱεράς Συνόδου
τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου

          Τό στάδιο τῶν ἀρετῶν, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή ἀνοίγει πλέον  τίς πύλες της. Μιά  περίοδος κατ᾽ ἐξοχήν ἱερή, θαυμαστή καί ἁγία. Περίοδος πού περικλείει ἕνα πλοῦτο λατρευτικῶν εὐκαιριῶν μοναδικῶν στή διάρκεια τοῦ ἐκκλησι­α­στικοῦ ἔτους. Νηστεία, Προηγιασμένη Θεία Λει­τουργία, Μέγα Ἀπόδειπνο, Ἀκολουθία τῶν Χαιρε­τισμῶν, Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος, ἔρχον­ται νά θρέψουν τόν ψυχικό μας ὀργανισμό μέ τρόπο ἐξαιρετικό.

          Καί τό βασικό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας μας γι᾽ αὐτή τήν περίοδο, ἀλλά καί γιά ὅλη τή ζωή μας εἶναι αὐτό τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀνα­γνώσματος. Μᾶς παρακινεῖ νά ἀποκτήσουμε τόν ἀληθινό θησαυρό, γιά νά εἶναι προσκολλημένη ἡ καρδιά μας σ᾽αὐτόν. Διότι, μᾶς ἐτόνισε σήμερα ὁ Κύριος, ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδιά σας.

          Ὅμως ποῦ βρίσκεται ὁ δικός μας θη­σαυρός καί πόσο συγκινεῖται ἡ καρδιά μας ἀπ᾽ αὐτόν; Αὐτά τά δύο ἐρωτήματα θά μᾶς ἀπασχολήσουν σήμερα.

*******

«Ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν»

          Ἄν ἐρευνήσουμε μέ προσοχή τίς σελίδες τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ ἀνθρώπου πάνω στή γῆ μέχρι σήμερα, θά δοῦμε ὅτι δέν ὑπῆρξε περίοδος κατά τήν ὁποία οἱ ἄν­θρωποι νά μήν ἀγαποῦσαν  τούς διάφορους θη­σαυρούς. Ἀγάπη παράφορη, τρελλή κυριολε­κτι­κά. Λατρεία, πάθος παροξυσμός. Ἀπό τά βάθη τῶν χρόνων μέχρι σήμερα ἕνα κυνήγι ἀστα­μάτητο, μιά ἀναζήτηση συνεχής, ἕνα τρέξιμο ξέ­φρενο πίσω ἀπό τούς διάφορους θησαυρούς.

          Καί δέν μᾶς παραξενεύει καθόλου αὐτή ἡ κίνηση τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, διότι ἡ ἐπιθυμία τοῦ θησαυρισμοῦ, ὅπως καί ἡ ἐπιθυμία τῆς δόξας εἶναι δοσμένη ἀπό τόν Θεό καί γι’ αὐτό εἶναι καί βαθιά ριζωμένη στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἡ ἐπι­θυμία τοῦ θησαυρισμοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ἐπιθυμεῖ μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ψυχῆς του νά ἀποκτήσει καί νά κρατεῖ μέ ἀσφάλεια στήν ἐξουσία του διά­φορους θησαυρούς.

          Ὅμως ἡ θεόσδοτη αὐτή ἐπιθυμία, ὅπως καί τόσες ἄλλες, ἔχει διαστραφεῖ. Ἔχει χάσει τόν προσανατολισμό της καί ἔχει ἐκτραπεῖ ἀπό τή σωστή πορεία της. Καί ἐνῶ θησαυρός θεωρεῖται ἡ ἀφθονία κάθε πράγματος, τό ὁποῖο ἔχει μεγάλη ἀξία, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι χαρακτηρίζουν ὡς θησαυρό πράγματα πρόσκαιρα καί γήϊνα ὅπως τά χρήματα, τό χρυσάφι, τά κτήμα­τα καί ὅ,τι ἄλλο ὑλικό ἀγαθό, ὑπάρχει πάνω στή γῆ. Δέν εἶναι καθόλου ὑπερβολή, ἤ μᾶλλον εἶναι πραγμα­τικό­τητα ὅτι ἡ μεγαλύτερη μερίδα τῶν ἀνθρώ­πων, ὡς σκοπό τῆς ζωῆς τους ἔχουν θέσει τήν ἀπό­κτηση τέτοιων θησαυρῶν πρόσκαιρων καί γήϊνων. Καί τοῦτο διότι λόγῳ τῆς ἁμαρτω­λότητάς μας καί τῆς ἀδυναμίας μας συχνά, ὅπως λέγει ὁ Ψαλμωδός, ἀγαπᾶμε τήν ματαιότητα. Ἡ καρδιά μας στρέφεται καί κλίνει στά μάταια καί φθαρτά τοῦ κόσμου αὐτοῦ. 

          Χρειάζεται λοιπόν νά ἐρωτήσουμε μέ εἰλι­κρίνεια τόν ἑαυτό μας μήπως μέσα σ’ αὐτή τήν ἐποχή τῶν μεθυσμένων ἀπό τούς θησαυρούς τῆς γῆς, ἔχουμε μεθύσει κι ἐμεῖς μέ χωματένιους θη­σαυρούς. Μήπως μέ τούς λωτούς τῶν λωτο­φά­γων ἔχουμε ξεχαστεῖ στόν κόσμο αὐτό τῆς μαται­ότητας καί τῆς φθορᾶς καί ἔχουμε λησμονήσει τήν ἀληθινή πατρίδα μας.

          Μή λησμονοῦμε, ἀδελφοί μου, τόν λόγο τοῦ Ἁγίου Μακαρίου τοῦ Μεγάλου, πού μᾶς βεβαιώνει ὅτι «εἰς ὅ πρᾶγμα ἡ καρδία τινός δέδε­ται, καί ὅπου ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ἐκεῖνό ἐστιν αὐ­τοῦ θεός». Σ’ αὐτό τό πράγμα στό ὁποῖο εἶναι δεμένη ἡ καρδιά κάποιου, καί ἐκεῖ ὅπου εὑρί­σκεται ἡ ἐπιθυμία του, ἐκεῖνο εἶναι ὁ θεός του.

          Τά λόγια αὐτά τοῦ ἁγίου πρέπει νά μᾶς βάλουν σέ σκέψεις, νά ἀναμοχλεύσουν τίς καρδι­ές μας. Σάν νυστέρι καί καυτήρι θεραπευτικό νά ἐγγίσουν τίς πληγές τῶν ψυχῶν μας, νά κόψουν καί νά κάψουν κάθε τί τό ἀρρωστημένο καί νά μᾶς βοηθήσουν νά ἐπανέλθουμε στήν σωστή πορεία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς πορείας μας πρός τόν οὐρανό. «Ἐκεῖνό ἐστιν ὁ θεός αὐτοῦ». Ἐκεῖνο! Μήπως λοιπόν τό σπίτι μας, ἡ ἐργασία μας, οἱ σπουδές μας, τά πλούτη καί οἱ δουλειές, τά ἀξιόγραφα, καί οἱ ἀποταμιεύσεις, τά ἀξιώματα καί οἱ θέσεις καί οἱ προαγωγές, ἡ δόξα  καί οἱ ὑστερο­φημίες ἔχουν κατακτήσει τόν ἐσωτερικό μας κόσμο, καί τελικά μᾶς ἔχουν ἀπορροφήσει; Μήπως λησμονήσαμε κι ἐμεῖς πώς μόνος θησαυ­ρός μας ἔπρεπε νά εἶναι ὁ Χριστός;

          Λοιπόν, ποῦ εἶναι, ποιός εἶναι ὁ δικός μας θησαυρός;

          Μή αὐταπατώμεθα, ἀδελφοί! Τά χρόνια φεύγουν καί μαζί τους φεύγουμε κι ἐμεῖς. Ὅ,τι ἀγαπήσαμε πολύ, ἄν εἶναι γήϊνο, θά μείνει μόνο στή γῆ. Ἄν ρωτήσουμε ἀνθρώπους πού δοκίμα­σαν καί τρύγισαν στή ζωή τους τό νέκταρ τῶν πραγμαάτων τοῦ κόσμου, ἐκείνους πού ρούφη­ξαν ὅσα «χαρίζουν» τά ἀγαθά τοῦ παρόντος κό­σμου. Σέ στιμγές νηφαλιότητας θά μᾶς ἀπαν­τήσουν μέ εἰλικρίνεια ὅτι «τά χρόνια τους πᾶνε κι ἐκεῖνα χαμένα, στό δρόμο πού πῆραν δέν βρῆκαν κανένα πού νἄχει χαρεῖ μερικά».  Παρα­δέχονται συντετριμμένοι, ὅτι ἡ ἀγωνία καί ὁ φόβος, τό ἄγχος καί ἡ μελαγχολία συνοδεύουν συνήθως τίς κοσμικές ἀπολαύσεις. Ἀναγνωρίζουν μέ πίκρα, ὅτι ἔστρεψαν τήν καρδιά τους καί τήν ὑποχρέωσαν νά ἀγαπήσει πρόσωπα καί πράγματα ἀνάξια νά ἀ­γαπηθοῦν. Εἶναι διαρκῶς ἀνικανοποίητοι καί τα­ραγμένοι. Πόσο ζημιώνουν ἤ μᾶλλον ζημιώ­νουμε τόν ἑαυτό μας, ὅταν ἀναγκάζουμε τ΄γην ψυχή μας νά ἀγαπήσει θησαυρούς γήϊνους, οἱ ὁποῖοι καί ἄν δέν μᾶς ἐγκαταλείψουν, θά ἔρθει ἡ ὥρα κατά τήν ὁποία, εἴτε τό θέλουμε εἴτε ὄχι, θά τούς ἐγκαταλείψουμε ἐμεῖς, τότε πού θά φύγουμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό γιά τήν ζωή τῆς αἰωνιότητας.

******

          Ἄν ὅμως ἡ ἀγάπη τῆς καρδιᾶς μας στραφεῖ πρός τόν ἕνα καί μόνο θησαυρό, τόν Κύριο Ἰη­σοῦν Χριστόν, τότε τήν ὕπαρξή μας τήν πλημ­μυ­ρίζει μιά κατάσταση ἱκανοποίησης καί ἀνάπαυ­σης καί ἠρεμίας ψυχικῆς.

          Διότι ὁ Χριστός ἔχει τήν δύναμη νά μένει δικός μας καί ἐδῶ στή γῆ καί ἐκεῖ. Ἐκεῖ, ὅπου δέν τελειώνει ἡ ζωή ποτέ καί ὅπου ἡ χαρά μας θά εἶναι αἰώνια.

          Ἐδῶ ὅμως φθάσαμε στό πιό καίριο καί σημαντικό ἐρώτημα: Αὐτόν τόν μόνο θησαυρό τόν ἔχουμε ἀγαπήσει ὅπως καί ὅσο πρέπει;

          Τήν ἀπάντηση δέν εἶναι καί τόσο δύσκολο νά τήν πάρουμε. Ἀρκεῖ νά δοῦμε ποιό εἶναι αὐτό στό ὁποῖο  βρίσκεται προσκολλημένη ἡ καρδιά μας μέρα καί νύκτα. Εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Οὐρανός, ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Τί ἔχει ἀγαπήσει πιό πολύ καί μέ πάθος ἡ καρδιά μας; Τί μελετᾶ ἀπό τό πρωῒ πού θά ἀνοίξει τά μάτια καί θά ξεκινήσει τό πρόγραμμα τῆς ἡμέρας; Τί σκέπτεται συχνά καί συνεχῶς; Γιά ποιό πρᾶγμα ἀγωνιᾶ νύκτα καί μέρα; Τί συλλο­γίζεται συχνά-πυκνά; Τί μελετᾶ μέσα στά τόσα ὄνειρά της;

          Ἡ ἀπάντηση λοιπόν στό ἐρώτημα πού θέσαμε δέν εἶναι δύσκολη. Ἀλλά καί δέν εἶναι δυνατόν νά ζοῦμε πλέον μέ αὐταπάτες. Ἄν , ὅτι πράγματι ἀγαπᾶμε τόν Χριστό, Αὐτός καί μόνο πρέπει νά εἶναι τό μόνιμο καί τό πιό γλυκύ καί ἀγαπητό μελέτημά μας. Ἄν ὅμως ὁ Χριστός μᾶς εἶναι ἄγνωστος σχεδόν καί ὡς ξένος καί ἐπισκέ­πτης βιαστικός διαβαίνει ἀπό τούς πόθους καί τήν ἀγάπη τῆς ψυχῆς μας, τότε.. πρέπει νά ἀνησυχή­σουμε. Πρέπει νά ἀναρωτηθοῦμε, μήπως τή θέση Του τήν ἔχει πάρει κάποιος ἄλλος θη­σαυρός; Καί μήπως αὐτός ὁ κάποιος ἄλλος εἶναι ἀπό χρόνια τώρα ὁ θεός μας;

          Κάτι τέτοιο ὅμως εἶναι φοβερό. Ὁ Ἅγιος Μακάριος μᾶς τό ἐτόνισε μέ σαφήνεια: Αὐτό πού σκέπτεται, αὐτό πού μελετᾶ, αὐτό πού πάνω ἀπ’ ὅλα ἀγαπᾶ ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, αὐτό καί μόνο εἶναι ὁ θεός της.

          Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας τήν εἶχαν αὐτή τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. Αὐτοί εἶχαν βρεῖ τόν πολύτιμο μαργαρίτη καί πρόσφεραν τά πάντα γιά νά τόν ἀποκτήσουν καί κατέβαλαν στήν συνέχεια κόπους ἀνυπολόγιστους γιά νά τόν κρατήσουν δικό τους μέχρι τέλους. Καρπός καί ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἀγάπης τους ἦταν τό ὅτι αἰσθάνονταν κοντά στόν Χριστό πλήρως ἱκανοποιημένοι καί εὐτυχεῖς, ὅπως καί ὁ ἅγιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὁποίου τήν μνήμη ἑορτάζουμε σήμε­ρα.         

*****

«Ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν»

          Μεγάλη Τεσσαρακοστή λοιπόν. Μία ἀκόμη εὐκαιρία. Μιά προθεσμία πού μᾶς δίνει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Εὐτυχισμένη ἡ ψυχή, πού, ἔστω καί τώρα, θά ἀφήσει τό μάταιο κυνηγητό τῶν σκουριασμένων θησαυρῶν καί μόνο τόν ἕνα, τόν ἀληθινό, τόν ὑπερτίμητο καί ἄπειρης ἀξίας θησαυρό ἀληθινά καί ἀπόλυτα καί οὐσιαστικά θά ἀγαπήσει. Τόν παμβασιλέα καί Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου καί προσωπικό Σωτήρα τοῦ καθενός μας.

          Ἄς ἐπαναλαμβάνουμε λοιπόν συχνά κι ἐμεῖς τόν μικρό ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας μας κι ἄς λέμε μέ πόνο καί ποθό ψυχῆς: «Ἡ καρδία μου πρός Σέ, Λόγε, ὑψωθλητω καί οὐδέν θέλξει με τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν πρός χαμαιζηλίαν».

Δεν υπάρχουν σχόλια: