Κυριακή του Τυφλού
«Ήμουν τυφλός με γιάτρεψε και μου ’δωσε να βλέπω»
π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος
Σε μια αλάνα μιας επαρχιακής πόλεως έπαιζε μια ομάδα πιτσιρίκων, όπως ήταν συνηθισμένο παλαιότερα -τώρα γίναμε πολιτισμένοι, τα πιτσιρίκια πάνε σε ειδικούς χώρους για να παίξουν- και ξαφνικά στην άκρη του δρόμου φάνηκε μια ηλικιωμένη κυρία η οποία προσπαθούσε με ένα μπαστούνι να περπατήσει, κάνοντας καταφάνερο ότι είναι τυφλή.
Όταν άκουσε το θόρυβο των παιδιών άρχισε να τα παρακαλεί κάποιο από αυτά να τη χειραγωγήσει για να πάει στην άκρη της πόλεως, όπου ζούσε ένας ασκητής (πρώην εγκληματίας και δολοφόνος) και ο οποίος πλέον έχοντας αλλάξει άρδην την ζωή του αφ’ ότου έγινε χριστιανός, έμενε σε μια σπηλιά, είχε κρεμάσει ένα συναρμολογημένο σκελετό μέσα στο χώρο που ζούσε, ήταν ντυμένος με ένα μαύρο ράσο χωρίς να έχει γίνει ποτέ καλόγερος και ονομαζόταν Ηλίας Παναγουλάκης. Αυτός τα απογεύματα των Κυριακών στους ανθρώπους που τον εκτιμούσαν και μαζευόντουσαν γύρω του τους έλεγε λίγα λόγια από το Ευαγγέλιο.
Η γιαγιά ήθελε να πάει εκεί, τα
πιτσιρίκια ήθελαν να παίξουν και βαριόντουσαν να βοηθήσουν την ηλικιωμένη τυφλή
γερόντισσα να πάει στον Παναγουλάκη. Ένας από αυτούς όμως το ξανασκέφτηκε μιας
κι εκείνος είχε μια αναπηρία· ήτανε κεκές! Ψεύδιζε! Βοήθησε λοιπόν τη γιαγιά
και την πήγε στον Παναγουλάκη. Εκεί ο μικρός Χρήστος (έτσι ονομαζόταν τότε)
έπαθε σοκ απ’ το θέαμα και, όντας δεκατεσσάρων χρονών τότε, έκατσε και άκουσε
τι δίδασκε εκείνος ο άνθρωπος. Και αυτή η εκ συμπτώσεως χριστιανική διδασκαλία
στα αυτιά και στην καρδιά αυτού του έφηβου έγινε τελικώς ρυθμιστική της ζωής
του!
Σήμερα διαβάσαμε ένα κομμάτι από
το Ευαγγέλιο το οποίο μιλάει για έναν τυφλό ο οποίος είδε. Εμείς οι άνθρωποι,
υπερβάλλοντας κάποιες φορές αλλά λογικά και σωστά, και έτσι είναι το πρέπον,
νοιαζόμαστε για την όραση των ματιών μας και την προσέχουμε και προσπαθούμε να
κάνουμε κάθε τι να την διαφυλάξουμε.
Τα θέματα υγιείας είναι υποθέσεις
που χρειάζονται συνετή αντιμετώπιση. Ο Χριστός μάς έδωσε τους γιατρούς και η
προσφυγή σ’ αυτούς για βοήθεια είναι ήρεμη αποφυγή πειρασμών. Ο πόνος και η
αδυναμία συντρίβουν πολλές φορές τον άνθρωπο και τον γεμίζουν απελπισία,
απόγνωση και απιστία. Λέγοντας και παρακαλώντας κάθε μέρα «Μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς
εἰς πειρασμόν» είναι αστείο, το λιγότερο, να… μπαίνουμε μόνοι μας σε
πειρασμό! Αυτές οι μέρες, με την πανδημία και τα εμβόλια, έβγαλαν στην
επιφάνεια την αφελή στάση πολλών χριστιανών, που συγχέουν τα φάρμακα (που σε
άλλο καιρό με υπερβολή κατανάλωναν) με συνομωσιολογίες και φανταστικούς
παρεμβατισμούς στη ζωή τους, και αντί για αναζήτηση του Φωτός του Χριστού
mentis et cordis (στον νου και στην καρδιά) να τερατολογούν φοβικά για…
τσιπάκια στα εμβόλια και για «απαράδεκτες» μάσκες προστασίας από τον ιό!
Ατυχώς λοιπόν ενώ νοιαζόμαστε για
την όραση των ματιών μας, για τα μάτια της ψυχής μας (τα μάτια της καρδιάς μας)
έχουμε μονάχα μία επιδίωξη: «Να είμαστε ανοιχτομάτηδες». Και όταν λέμε
«ανοιχτομάτης» εννοούμε «άνθρωπος που τα καταφέρνει και διαφεύγει! Που είναι
καταφερτζής! Άνθρωπος που επιδιώκει το κέρδος και το όφελός του το οικονομικό».
Και βέβαια μέσα σε τέτοιας
ποιότητας ζωή και διαδρομή, τα μάτια της ψυχής σκοτίζονται, και έχουμε δυο
μάτια σωματικά που μπορεί να βλέπουν οξυδερκέστατα, ενώ συγχρόνως τα ψυχικά μας
μάτια σιγά-σιγά καταλήγουν σε πλήρη τύφλωση. Να μη μπορούμε να καταλάβουμε ούτε
τι αξία έχουν τα πράγματα της ζωής, ούτε τι αξία έχει η ζωή. Να μην ωριμάζουμε
περνώντας τα χρόνια, αλλά να γινόμαστε σταδιακά πιο τυφλοί, χειρότεροι στις
αξιολογήσεις μας! Ενώ όπως λέει ένας φιλόσοφος: «Πρέπει να καταλαβαίνει κανείς
την αξία των πραγμάτων στα εικοσιπέντε του, όχι στο κρεββάτι του θανάτου του».
Εμείς τελικά «καταφέρνουμε», πολλές φορές, ούτε στο κρεββάτι του θανάτου μας να
μη καταλαβαίνουμε την αξία των πραγμάτων!
Η σωματική τύφλωση δεν είναι η
χειρότερη. Η ψυχική τύφλωση είναι χειρότερη. Με τα μάτια του σώματος βλέπουμε
αποστάσεις, προβλήματα, κινδύνους. Αν όμως με τα μάτια της ψυχής μας δεν
μπορούμε να ζυγιάσουμε και να καταλάβουμε αποστάσεις, προβλήματα, κινδύνους,
είμαστε πολύ πιο τυφλοί από έναν τυφλό σωματικά.
Μια γυναίκα τυφλή, κωφή και
μουγκή, που ονομαζόταν Έλλεν Κέλερ, έγινε ευεργέτης της ανθρωπότητος. Έγινε
ευεργέτης της ανθρωπότητος από την αγάπη και το φως του Χριστού που πλημμύριζαν
την καρδιά της γκουβερνάντας της. Εμείς πολλές φορές είμαστε καταστροφείς και
των ανθρώπων που είναι δίπλα μας, γιατί τους διδάσκουμε λάθος κριτήρια και κατά
κυριολεξία «τους βγάζουμε τα μάτια».
Πολλές φορές ισχύει αυτό που
έλεγαν οι αρχαίοι έλληνες -προσέξτε όχι οι χριστιανοί αλλά οι αρχαίοι έλληνες-
οι οποίοι όταν έφτιαχναν το άγαλμα της Αφροδίτης η οποία ήταν η θεά του έρωτα,
του πανδήμου έρωτα, της έβαζαν μαντήλι στα μάτια, όπως έβαζαν και στη Δίκη, και
στο βάθρο του αγάλματος έγραφαν: «Ὁδίτα (διαβάτη), εἰ τούς ἐμούς ὀφθαλμούς
ἀνοίξεις (αν ανοίξεις τα δικά μου μάτια) τούς σούς κλείσεις (τα
δικά σου θα τα κλείσεις)».
Εμείς οι χριστιανοί θα έπρεπε να
βλέπουμε ουσιαστικότερα και βαθύτερα. Γιατί; Γιατί ο Χριστός λέει: «Εγώ είμαι
το φως του κόσμου». Ο Χριστός αυτόν τον λόγο δεν τον λέει για το θαύμα που
έκανε με τον τυφλό. Ο Χριστός έφτιαξε τον κόσμο από το μηδέν και δεν θα
μπορούσε να θεραπεύσει τα ανάπηρα μάτια ενός ανθρώπου; Ο Χριστός λέει «Εγώ
είμαι το φως του κόσμου», για να ζητήσουμε να θεραπεύσει τα ψυχικά μας μάτια.
Αν δεν Του το ζητήσουμε, δεν μπορεί να θεραπεύσει τα ψυχικά μας μάτια, τα ανάπηρα.
Αν δεν θέλουμε να παραδοθούμε στα χέρια Του, δεν πρόκειται ποτέ να μας
θεραπεύσει.
Μπαίνοντας σήμερα στον Ναό σάς
δόθηκε ένα φυλλάδιο με το κήρυγμα της Κυριακής. Μέσα σ’ αυτό υπάρχει το ποίημα
ενός ανθρώπου ο οποίος κυριολεκτικά μεγάλωσε μέσα σ’ ένα δουλεμπορικό πλοίο.
Ήταν βέβαια άλλη εποχή, ήταν εγγλέζος, ο πατέρας του ήταν έμπορος δούλων, και
αυτός συνέχισε να είναι έμπορος δούλων από δεκαπέντε χρονών πιτσιρίκος.
Σιγά-σιγά όμως, επειδή είχε ανοιχτά τα μάτια της ψυχής έστω και βουλιαγμένος
στην αμαρτία, κατάλαβε μερικά πράγματα. Του «έφερε» ο Θεός και ένα-δυο
«χαστούκια» και ο άνθρωπος ξύπνησε και έγραψε ένα εκπληκτικό ποίημα που λέγεται
«Καταπληκτική Χάρις» και το οποίο λέει: «Ήμουν τυφλός, (για τα προηγούμενα της
ζωής του) με γιάτρεψε και μου ’δωσε να βλέπω».
Κι αυτός επίσης, όπως ο
Παναγουλάκης, ήταν εγκληματίας και στο δεύτερο μέρος της ζωής του έγινε παπάς
και αγωνίστηκε (και το κατάφερε) η χώρα του να γίνει η πρώτη χώρα στον κόσμο,
που κατάργησε το δουλεμπόριο, το εμπόριο των δούλων. Ήταν Σκωτσέζος, ονομαζόταν
Τζων Νιούτον και η χώρα του η Αγγλία κατάργησε το δουλεμπόριο το 1807. Επειδή
υπήρχε αυτός και δυο άλλοι άνθρωποι μαθητές του, που κατάλαβαν ότι το φως του
Χριστού είναι αυτό που σε κάνει όντως να βλέπεις, και όχι ο υγιής οφθαλμός του
σώματος, που πολλές φορές μόνον οικονομικά συμφέροντα σου δείχνει. Ο υγιής
οφθαλμός του σώματος βλέπει τεχνικά, το φως της ψυχής βλέπει ουσιαστικά.
Εμείς θα πρέπει να νοιαζόμαστε να
αγαπήσουμε το Φως του Χριστού, να αγωνιστούμε να γίνει και δικό μας Φως ούτως
ώστε να μπορούμε να βλέπουμε τι αξίζει και τι δεν αξίζει, τι κρατάμε και τι
πετάμε.
Ο Θεός να βοηθήσει γι’ αυτό και σ’ αυτό όλο τον κόσμο.
2 σχόλια:
Ζωντανό.. διδακτικό… σπουδαίο κήρυγμα.
Πολύ ωφέλιμο κείμενο...
Δημοσίευση σχολίου