Τετάρτη 17 Ιουλίου 2024

Ανάσταση, ντάλα καλοκαίρι! - Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου


Ανάσταση, ντάλα καλοκαίρι!

Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου


Το καλοκαίρι είναι γεμάτο από γιορτές και πανηγύρια, γεμάτο δηλαδή από πολύτιμες ευκαιρίες να ανταμώνουν οι άνθρωποι – και να ανταμώνουν για χαρά. Όμως, ευκαιρία σημαίνει δυνατότητα για να συμβεί κάτι. Όχι βεβαιότητα. Το αν θα συμβεί και το τι θα συμβεί, εξαρτώνται από τα κριτήρια διοργανωτών και συνδαιτυμόνων. Μπορεί δηλαδή μια γιορτή να βιωθεί ως εκτόνωση δίχως παραπέρα νόημα, αλλά μπορεί και να βιωθεί ως ξεφάντωμα, ακριβώς χάρη σε κάποιο νόημα το οποίο εκτινάσσεται όπως εκτινάσσεται από κάποια σχισμή το φρέσκο νερό μιας υπόγειας φλέβας. Το νόημα αξιώνει να εμπνέει τον όλο άνθρωπο και τον κοινό ανθρώπινο βίο. Πώς το έχει πει ο Μιχάλης Κατσαρός; «Μην αμελήσετε. Πάρτε μαζί σας νερό. Το μέλλον µας έχει πολλή ξηρασία». Και πότε ξεκινά το μέλλον; Απλό: Απ’ την επομένη κιόλας της γιορτής. Απ’ την επιστροφή στο μαγγανοπήγαδο της καθημερινότητας.

Απ’ τις πολλές λοιπόν γιορτές του καλοκαιριού(1) θα σταθώ ηθελημένα σε δυο, οι οποίες κομίζουν το νερό μιας ιδιαίτερης υπόγειας φλέβας. Είναι οι γιορτές της αγίας Μαρίνας στις 17 Ιουλίου και της αγίας Μαρκέλλας στις 22 Ιουλίου.

Γιορτές δυο νεαρών γυναικών από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού και, για την ακρίβεια, δυο μαρτύρων ανθρώπων δηλαδή που προχώρησαν σε στάση ανυπακοής. Το νόημα αυτών των εορτών αφορά κάτι ξεχωριστό: μια ανατροπή την οποία έφερνε η χριστιανική πίστη στις τότε κοινωνίες.

Στις κοινωνίες της εποχής αυθεντικός θεωρούνταν ο άνθρωπος, εάν και εφόσον παρέμενε πιστός στα πιστεύω της συλλογικότητας μέσα στην οποία είχε γεννηθεί (συλλογικότητας φυλετικής, εθνικής, πολιτισμικής). Αληθινό δηλαδή θεωρούνταν το ντόπιο, το ιθαγενές. Με άλλα λόγια, ήταν αδιανόητο να υπάρξει διερώτηση για κάποια πανανθρώπινη αλήθεια, η οποία να υπέρκειται της ιθαγένειας και να μπορεί να κρίνει κάθε ιθαγένεια. Δεν είναι τυχαίο ότι φιλόσοφοι οι οποίοι διατύπωσαν τέτοια διερώτηση (Αντισθένης, Πρωταγόρας, Πρόδικος κ.ά.) γνώρισαν χλεύη ή και διωγμούς. Στο πλαίσιο λοιπόν αυτού του κολεκτιβισμού, το ανθρώπινο υποκείμενο δεν είχε να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών ισχυρισμών περί αληθείας.

Η ανατροπή λοιπόν την οποία έφερναν οι χριστιανοί (ανατροπή η οποία ηχούσε σαν παραλογισμός και σαν υπονόμευση των κοινωνιών) συνίστατο στον ισχυρισμό τους ότι η χριστιανική πίστη δεν αποτελεί το πιστεύω μιας επιμέρους ιθαγένειας ούτε μια φυλετική θρησκεία, αλλά ένα μήνυμα οικουμενικό και πανανθρώπινο: το μήνυμα της Ανάστασης και της προσδοκίας θανάτωσης κάθε θανάτου. Αυτό το μήνυμα γεννούσε πρόσκληση σε κάθε άνθρωπο κάθε ιθαγένειας, να επιλέξει προσωπικά τι τον πείθει ως αλήθεια και σε ποιο νόημα ζωής θα προσανατολίσει τον εαυτό του και την ιθαγένειά του. Στην χριστιανική οπτική δηλαδή το υποκείμενο καλείται να διακρίνει, ακόμα και μέσα στο σπιτικό του, μεταξύ δυνάμεων που το σκλαβώνουν και δυνάμεων που το ελευθερώνουν. Έτσι, από σπορά της τύχης το υποκείμενο αναδεικνύεται σε πλαστουργό νέας ζωής.

Αυτό αποτελούσε ανθρωπολογική επανάσταση με χειροπιαστές συνέπειες, καθόσον μπορούσε να οδηγήσει σε σύγκρουση του υποκειμένου με την κατεστημένη τάξη της κολεκτίβας του. Τέτοια ρήξη καταγράφουν οι αφηγήσεις της Μαρίνας και της Μαρκέλλας του καλοκαιριού (όπως και άλλων γυναικών, σαν την Βαρβάρα του χειμώνα). Τέτοιες αγίες εκτελέστηκαν από τους πατεράδες τους ή παραδόθηκαν στον εκτελεστή από τους πατεράδες τους, ακριβώς διότι επέλεξαν την χριστιανική πίστη (δηλαδή προσανατολισμό άλλον από τον δεδομένο της κολεκτίβας) κι έτσι ήρθαν σε ρήξη με την πατρική εξουσία η οποία φρουρούσε τα δεδομένα της κολλεκτίβας. Η απειθαρχία τους ήταν πράξη συγκλονιστική, αν λάβουμε υπόψη ότι η γυναίκα –είτε έγγαμη είτε άγαμη– ήταν υπεξούσια κάποιου άντρα. Ακόμα και αφηγήσεις για νεαρές χριστιανές οι οποίες αρνούνταν τον γάμο τον οποίον οι επικυρίαρχοί τους είχαν αποφασίσει για αυτές, και αντ’ αυτού επέλεγαν την παρθενία (με τιμωρία τους το μαρτύριο), δεν αφορούν την ανόητη συζήτηση, αν τάχα θεωρούσαν αμαρτωλό το σεξ, αλλά την συγκλονιστική ανατροπή για την οποία μιλάμε: ο υπεξούσιος να ανυψωθεί σε πλοηγό του εαυτού και της ζωής του.

Με την αναγνώρισή τους ως αγίων, αυτές οι νεαρές γυναίκες έχουν καταστεί εμβληματικά παραδείγματα για την δυνατότητα και την ευθύνη του κάθε ανθρώπου, να μην ζει ριγμένος όπου έλαχε να βρεθεί, αλλά να ανακρίνει την τυχαιότητα και να αποφασίζει για το νόημα του βίου. Αυτό δεν είναι παλιές ιστορίες με αρχαιολογικό τάχα ενδιαφέρον. Είναι καθαυτή η καρδιά του Ευαγγελίου, εντελώς επίκαιρη σήμερα, και ολότελα διαφορετική, τόσο από την κοπαδιαστή θρησκευτικότητα   (η οποία στην πραγματικότητα κουβαλάει τα μυαλά εκείνων που σφαγίασαν τις μάρτυρες ως ανατρεπτικά στοιχεία), όσο και από πολιτικές οι οποίες παράγουν μαζοποίηση και ολοκληρωτισμό.

Εδώ είναι εντελώς απαραίτητη μια επισήμανση: Η ανάδυση του υποκειμένου, για την οποία μιλώ, δεν σημαίνει ατομικισμό, δηλαδή δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος νοείται ως ένα γυμνό «εγώ», το οποίο υπάρχει ανεξάρτητα από σχέσεις, κοινότητα, πολιτισμό. Μια τέτοια, ατομικιστική εννόηση είναι μεταγενέστερη, νεωτερική κατασκευή, η οποία βλάστησε σε ορισμένα ρεύματα σκέψης και ζωής του δυτικού κόσμου. Κατασκευή την οποία σήμερα την γιγαντώνει ο σαρωτικός προσδιορισμός του ανθρώπου ως ατομικού καταναλωτή(2). Αντίθετα, στην ανάδυση του υποκειμένου, για την οποία στήνουν ξεφάντωμα οι εν λόγω γιορτές, ο άνθρωπος δεν ξε-σαρκώνεται από τον πολιτισμό του, αλλά πηδαλιουχεί τον πολιτισμό του: τον ανανεώνει, τον αναπροσανατολίζει, τον καθαρίζει από εγγενή σκοτάδια, κάνει τα φωτεινά του τα προικιά σάρκα του ελευθερωτή Χριστού. Έτσι ώστε το τοπικό και το χειροπιαστό να δεξιώνονται το πανανθρώπινο. Το ξαναλέω: Χωρίς το τοπικό και το χειροπιαστό, η οικουμενικότητα καταντά φάντασμα. Χωρίς το πανανθρώπινο, η τοπικότητα καταντά φυλακή.

Το άλμα στην ελευθερία λοιπόν είναι να αντέξεις να αρνηθείς και τα φαντάσματα και τις φυλακές. Να πιάσεις το μαντήλι που το κρατούν μια Μαρίνα και μια Μαρκέλλα σε έναν χορό αντάρτικο και ενσώματο, σε μια χαρά που έχει λόγο ύπαρξης – και δεν είναι μονάχα φούσκα εκτόνωσης. Και ο χορός θα συλλαβίζει την Ανάσταση με τη γλώσσα του σώματος, σε ήχο ταμπούρλου που κι αυτό το χτυπά μάρτυρας: ο άγιος Κυπριανός της Καρχηδόνας. Σε ήχο που μελοποιεί την ευαγγελική έμφαση στο ερώτημα περί της αληθείας, κι όχι στην ιθαγένεια ή στο DNA ή στην χρονική αντοχή των κατεστημένων: «Η παλαιότητα δίχως την αλήθεια», είχε πει, «δεν είναι παρά χρόνια πλάνη».
_________________________________________________
1
 Στο τεύχος 22 (Ιούλιος 2022) είχα επικεντρώσει στη γιορτή της Παναγίας, με το κείμενό μου: «Δεκαπενταύγουστος: Γλέντι ή τίποτα!».
2
 Σχετικά με αυτό, βλ. τα κείμενά μου «Μοναδικά, ήτοι πανανθρώπινα» και «Ένα mall για πάρτη μου!», στα τεύχη 30 και 32 αντίστοιχα (2024).

Θανάσης Ν. Παπαθανασίου
Αν. Καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας
Διευθυντής του περιοδικού «Σύναξη»

Πηγή: Δήμος & Πολιτεία

Δεν υπάρχουν σχόλια: