Στις 14 Ιανουαρίου του 2025 συμπληρώθηκαν με τη χάρη του Θεού δεκαπέντε έτη από την εκλογή και την ανάδειξη της ενάρετης Γερόντισσας, μοναχής Μακαρίας σε καθηγουμένη, πνευματική μητέρα και στοργική προστάτιδα της Γυναικείας Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Παναγίας της Ελεούσης Πατρών. Με τη συνετή και σώφρονα πηδαλιουχία της κατά το διάστημα αυτό η Γερόντισσα έχει αναδειχθεί επάξια σε συνανακαινίστρια, μαζί με την μακαριστή προκάτοχό της Μακρίνα Μπαλάσκα (ηγουμένη 1982-2010, προηγουμένη 2010-2017), της περίφημης πλέον Θεομητορικής Μάνδρας της Τοπικής μας Εκκλησίας πλησίον της Πιτίτσας, ενώ και με την όλη της πολιτεία πιστοποιεί ανεξίτηλα, αλλά και επιβεβαιώνει περίτρανα ότι ο γυναικείος μοναχισμός συνιστά αναπόσπαστο στοιχείο του αληθινού εν Χριστώ βίου της Εκκλησίας, εφόσον έχει και εκείνος τις ρίζες του στην αποστολική εποχή. Για τον λόγο αυτό και η καθηγουμένη Μακαρία, όπως και η προκάτοχός της, αλλά και οι λοιπές εξέχουσες γυναικείες μορφές του Αχαϊκού Μοναχισμού κατά το παρελθόν και το παρόν, αποτελεί έναν από τους πλέον πολύτιμους κρίκους που συνθέτουν τη μακρά πνευματική αλυσίδα που συνδέει τις σύγχρονες μοναχές της Εκκλησίας των Πατρών με τη μαθήτρια του Αποστόλου Ανδρέου, Αγία Μαξιμίλλα, η οποία, ακολουθώντας την προτροπή του Πρωτοκλήτου να διατηρήσει την αγνότητα και την παρθενία της, παρέμεινε «κατάκλειστος» σε μικρή αγροικία πολύ κοντά στον τάφο του, αναδεικνυόμενη ουσιαστικά στην πρώτη ασκήτρια μοναχή στην Αχαΐα, αλλά και αργότερα, κατά την έναρξη της ακμής της Τοπικής μας Εκκλησίας τον 5ο αι., με την παρθενεύουσα «θεοφιλεστάτη διάκονον Αγριππιανή», κτήτορα και ανακαινίστρια μιας από τις πλέον εμβληματικές πρωτοχριστιανικές βασιλικές της πόλεως του Αγίου Ανδρέου.
Η συμπλήρωση δεκαπενταετίας συνεπώς από την ανάρρηση της Γερόντισσας στο υψηλό και ευθυνοφόρο αξίωμα της ηγουμενίας, συνιστά αφορμή πνευματικής χαράς και πηγή ιδιαίτερης ευλογίας για τον λαό του Θεού, εφόσον με το όλο πνευματικό της έργο προσφέρει, συμπαραστατούμενη σθεναρά από την περί αυτήν ευλογημένη αδελφότητα, μεγάλο πλούτο ευεργεσιών στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών, ενώ και γι’ αυτή καθεαυτή τη Μονή της Ελεούσης απέβη κατά το παριπεύσαν δεκαπενταετές διάστημα, αλλά και αποβαίνει καθημερινά με την μεθοδικότητα και το πολυτάλαντο της προσωπικότητάς της, όχι μόνον η εγγύηση για την απρόσκοπτη λειτουργία της, αλλά και η αφετηρία, το εφαλτήριο και η απαρχή για την ακόμη μεγαλύτερη πνευματική και υλική της πρόοδο και ακτινοβολία. Κατά κοινή ομολογία, με τη νουνεχή, ευφυή και διορατική της καθοδήγηση, συνεχίζεται από την αδελφότητα δημιουργικότερα και λυσιτελέστερα, αλλά και επαυξάνει πολλαπλασίως προς δόξαν Θεού το μεγαλόπνοο έργο, ανακαινιστικό αλλά και πνευματικό, της Μονής, που εγκαινίασε η οσίας μνήμης προκάτοχος και κατά πνεύμα μητέρα της, προηγουμένη Μακρίνα, κάτω από την πνευματική ποδηγεσία της οποίας η Γερόντισσα Μακαρία εργάστηκε άοκνα και ως άγρυπνη αλείπτις, με βαθύ σεβασμό και αφοσίωση, αδιάκριτη υπακοή και σύμπνοια, αλλά και ολόψυχη συμπαράσταση, αφοσίωση και πιστότητα επί εικοσιτέσσερα έτη μέχρι την εκλογή της.
1. Η Γέννηση, οι Σπουδές και η Μοναχική Κλίση της Γερόντισσας
Η σεβαστή
Γερόντισσα γεννήθηκε το έτος 1954 στην πόλη των Πατρών ως το τελευταίο από τα
πέντε κατά σειρά τέκνα της ευλαβούς οικογενείας του Ευθυμίου και της Αναστασίας
Γεννάτου. Κατά το άγιο βάπτισμα έλαβε το όνομα Μαρία και ανατράφηκε σε ένα
περιβάλλον εμποτισμένο από την ορθόδοξη παράδοση, εφόσον η οικογένειά της ήταν
στενότατα συνδεδεμένη με το εκκλησιαστικό και γενικότερα το πνευματικό
περιβάλλον της πόλεως του Πρωτοκλήτου, διατηρώντας επιπλέον πνευματική
επικοινωνία με τη Χριστιανική Εστία Πατρών και ιδιαιτέρως με τον μακαριστό Αρχιμ.
π. Γαβριήλ Αθανασιάδη, κοντά στον οποίο η νεαρή Μαρία γαλουχήθηκε, ανατράφηκε
και παιδαγωγήθηκε «εν Κυρίω»,
παραλαμβάνοντας τη βαθιά πίστη, αποκτώντας το ορθόδοξο ήθος και φρόνημα, αλλά
και οικοδομώντας με την αρωγή του ως πνευματικού της πατέρα και οδηγού μια
προσωπικότητα συνετώς δυναμική και σφαιρικά ισορροπημένη, διακρινόμενη από βαθιά
αγάπη προς τον Χριστό και πιστότητα προς την Κιβωτό της σωτηρίας μας, αγία Του Εκκλησία,
με έντονη όμως από νωρίς την αίσθηση της μονώσεως και την επιθυμία της αποταγής
του κόσμου.
Στη γενέθλια πόλη της με το πλούσιο πνευματικό κλίμα, η Γερόντισσα ολοκλήρωσε την προπανεπιστημιακή εγκύκλιο παιδεία της και κατόπιν φοίτησε, έπειτα από εισαγωγικές εξετάσεις, στην τότε Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς (σήμερα Πανεπιστήμιο Πειραιώς), ενώ αποπεράτωσε και τις σπουδές της στον κλάδο Στατιστικής του ίδιου Ιδρύματος, αποκτώντας πολυσήμαντα επιστημονικά και επαγγελματικά εφόδια για μια επιτυχημένη σταδιοδρομία στο μέλλον. Ωστόσο, η, πλούσια ήδη από την εποχή του Πρωτοκλήτου σε μοναστικά βιώματα και μάλιστα από γυναικεία ασκητικά παλαίσματα μέχρι και σήμερα, Πάτρα, είχε καταστεί μάλλον το κατάλληλο έδαφος, αλλά και λειτούργησε ανεπαίσθητα για τη νεαρή Μαρία ως το πνευματικό εκείνο εργαστήριο για να καλλιεργήσει σταδιακά και χωρίς να το επιδιώκει τη μοναχική της κλίση, εφόσον ήδη από τα μαθητικά της χρόνια, αλλά και οπωσδήποτε κατά τη διάρκεια των σπουδών της, όπως και μετά την αποφοίτησή της από το Πανεπιστήμιο αισθανόταν έντονη στην ψυχή της όλο και πιο επιτακτική την ανάγκη της απόσυρσης από τον κόσμο και της κατά μόνας εν ησυχία ζωής. Στην όλη αυτή πνευματική της προπαρασκευή για το νέο στάδιο που επρόκειτο να εισέλθει η ζωή της, αξιώθηκε να έχει προορισμένους προβλεπτικώς από τη θεία Πρόνοια θερμούς συμπαραστάτες τους κατά καιρούς πνευματικούς της οδηγούς στην πόλη των Πατρών με κυριότερο τον μακαριστό π. Γαβριήλ, οι οποίοι την προπαίδευσαν μυσταγωγικώς για το μεγάλο πνευματικό άθλημα της εν ασκήσει μοναχικής πολιτείας, με σκοπό να επιτύχει μέσω της ασκητικής της ζωής και της εν αγάπη θυσιαστικής προσφοράς την εν Χριστώ τελείωσή της.
2. Η απόφαση για τον Μοναχικό Βίο και η εγκαταβίωση της Γερόντισσας στη Μονή της Ελεούσης
Ευρισκόμενη σε ώριμη ηλικία και αφού είχε
ολοκληρώσει τις σπουδές της, αλλά και είχε πλήρως αποκρυσταλλωθεί μέσα της η επιθυμία
της απόσυρσης από τα εγκόσμια, συνέβη περί τα τέλη της δεκαετίας του 1970 να
επισκεφθεί ως προσκυνήτρια την Ιερά Μονή Αγ. Νικολάου Φραγκοπηδήματος Ηλείας,
γεγονός που τη συγκλόνισε τόσο πολύ, ώστε να νιώσει έντονη έλξη και να
αισθανθεί την ανάγκη να παραμείνει μόνιμα εκεί, αποφασίζοντας τελειωτικά σχεδόν
εκείνη την ώρα, πως ο φυσικός της χώρος ήταν πλέον η ζωή στη Μονή. Πράγματι, έπειτα
από σύντομο διάστημα εισήλθε ως δόκιμη μαζί με την, συναδελφή της πλέον μοναχή,
Νεκταρία Χαλκιοπούλου, στη Μάνδρα του Αγ. Νικολάου, όπου γνωρίστηκε και
συνδέθηκε στενότατα, όπως και η αδελφή Νεκταρία, με την ήδη ασκούμενη εκεί ενάρετη
μοναχή Μακρίνα. Στη Μονή του Φραγκοπηδήματος όμως οι τρεις αδελφές δεν κατάφεραν
δυστυχώς να βρουν πρόσφορο πνευματικό έδαφος και κατάλληλο κλίμα για να
ριζώσουν και να προχωρήσουν στην εν Χριστώ ζωή, γεγονός που τις ανάγκασε να
αποχωρήσουν, παρά τη θέλησή τους, από εκεί στις αρχές του θέρους του 1981 και στις
7 Ιουνίου να εγκαταβιώσουν από κοινού στη σχεδόν εγκαταλελειμμένη και ερειπιώδη
μονή της Παναγίας της Ελεούσης με τις ευχές και την παντοειδή αρωγή του τότε λαμπρού
Ποιμένος των Πατρών, μακαριστού μητροπολίτου Νικοδήμου (1974-2005), αναλαμβάνοντας
τόσο το κοπιώδες έργο της εκ βάθρων ανακαινίσεως του συγκροτήματος, όσο και το
έργο της στηρίξεως και παρηγορίας των δύο ηλικιωμένων και ανήμπορων μοναζουσών
που διέμεναν ακόμη στη Μονή.
Παραδομένη
η δόκιμη Μαρία στην πνευματική αγκαλιά και προσηλωμένη, μαζί με την αδελφή
Νεκταρία, στη σοφή καθοδήγηση της ενάρετης, μοναχής ακόμη τότε, Μακρίνας, δοκιμάστηκε
για ένα ακόμη εξάμηνο στον μοναχικό βίο, οπότε στις 14 Ιανουαρίου του 1982 εντάχθηκε
οριστικά στο γυναικείο μοναχικό τάγμα, λαμβάνοντας το Μικρό Αγγελικό Σχήμα ως ρασοφόρος
μοναχή με την απόκαρσή της από τον αοίδιμο μητροπολίτη Νικόδημο, τον μεγάλο
αυτό ευεργέτη και θερμό συμπαραστάτη της νεόφυτης αδελφότητας. Κατά τη μοναχική
της κουρά μάλιστα, έλαβε, δι’ ευχών του επισκόπου και της έπειτα από λίγο ηγουμένης
της Μακρίνας, το όνομα του μεγάλου ασκητού της ερήμου της Νιτρίας, Αγίου
Μακαρίου του Αιγυπτίου, ενώ και με την απόκαρση της αδελφής Νεκταρίας την ίδια ημέρα
σχηματίστηκε ο πρώτος πυρήνας της, αποτελούμενης πλέον από πέντε μέλη, νέας αδελφότητας,
οπότε η Γερόντισσα ξεκίνησε ως νέα μοναχή και ηγουμενοσύμβουλος, μαζί με την
μοναχή Νεκταρία, την κοπιώδη ανάβαση και τη σταυροαναστάσιμη ασκητική της
πορεία στην μοναστική παλαίστρα της Ελεούσης, επιδιδόμενη σε ποικίλους και
πολύμοχθους πνευματικούς αγώνες, ζώντας με αδιάκριτη υπακοή προς την κατά
πνεύμα μητέρα της ηγουμένη, αλλά και θυσιαστική και γεμάτη υπομονή αγάπη προς
τις πνευματικές της αδελφές, προσφέροντας με πολλή προθυμία και χωρίς γογγυσμό
ολόκληρο το είναι της στα διακονήματα που της αναθέτονταν από τη Γερόντισσα
Μακρίνα.
Τα
πρώτα έτη στη Μονή ωστόσο ήταν πολύ δύσκολα και πολλές φορές εντελώς απαραμύθητα
και απαράκλητα, με μεγάλες ελλείψεις και αμέτρητες δοκιμασίες, ώστε η
ευλογημένη αρχική πεντάδα των μοναζουσών να αντιμετωπίζει ποικίλους πειρασμούς,
τους οποίους υπερέβαινε με τρόπο θαυμαστό χάρη στη ζώσα παρουσία επάνω στα
ερείπια της εφόρου της Μονής, Υπεραγίας Θεοτόκου να τις ενισχύει και να τις
ενθαρρύνει με την έντονη μητρική της προστασία, αισθανόμενες καθημερινά την
παρηγορητική της αρωγή, γεγονός που δεν τους επέτρεψε ούτε για μια στιγμή να
αισθανθούν εγκατάλειψη στην ορεινή ερημιά που ζούσαν ασκούμενες, αφού με τη
δύναμη των θεομητορικών ευεργεσιών απολάμβαναν καθημερινά την πολλή αγάπη και την
κρυφή παντοειδή συμπαράσταση του λαού του Θεού, παρηγορούμενες επιπλέον και από
τη σταδιακή αύξηση του αριθμού της αδελφότητας. Η έντονη αυτή αίσθηση της
θεομητορικής παρουσίας που βίωναν, αλλά και η πολλή αγάπη, ο ενθουσιασμός και η
σύμπνοια που επικρατούσε στις σχέσεις των μοναζουσών και ιδιαιτέρως των τριών,
της ηγουμένης Μακρίνας, της Μακαρίας και της Νεκταρίας, γαλήνευε τις ψυχές τους
και τους έδινε πολλές φορές φτερά για να πετούν πνευματικά στον ουρανό, γεγονός
που τους προσέφερε μεγάλη ανακούφιση, αναψυχή και πνευματική ενίσχυση για τη
συνέχιση του αγώνα τους, βοηθούμενες τόσο από τον π. Γαβριήλ αρχικά, όσο και από
τον εγκαταβιούντα στην Μονή Σεπετού μετέπειτα πνευματικό τους οδηγό, Αρχιμ. π.
Γεώργιο Ζαχαρόπουλο.
Επτά έτη αργότερα, στις 29 Μαΐου του 1989, έχοντας ωριμάσει στη μοναχική ζωή, αλλά και προετοιμασμένη κατάλληλα για μεγαλύτερη δοκιμασία και άσκηση, η Γερόντισσα έλαβε το Μεγάλο Αγγελικό Σχήμα και πάλι από τα τίμια χέρια του μακαριστού μητροπολίτου Νικοδήμου με την ένθερμη συγκατάθεση της ηγουμένης Μακρίνας, της οποίας η μοναχή Μακαρία ως ηγουμενοσύμβουλος, όπως και η μοναχή Νεκταρία, είχε καταστεί πλέον η στενότερη και πολυτιμότερη συνεργάτιδα, καθώς ήταν αφοσιωμένη ολοκληρωτικά και προσέφερε με πολύ προθυμία και θυσιαστικότητα στο έργο της Μονής, εφόσον είχε επωμιστεί σχεδόν εξολοκλήρου το πολύμοχθο έργο της ανακαινίσεώς της, ενώ αγωνιζόταν παράλληλα και για την πνευματική της μεθηλικίωση και προκοπή, καθοδηγούμενη από την ενάρετη ηγουμένη της, της οποίας απέβη ασφαλής βακτηρία ως συνετή και νουνεχής σύμβουλος, αλλά και αναδείχθηκε σταδιακά η πλέον έμπειρη από τις αδελφές στα μοναστηριασκά ζητήματα. Για τον λόγο αυτό και μετά την έναρξη της ασθένειας της Γερόντισσας Μακρίνας, η Μονή συνέχισε απρόσκοπτα το έργο της με δεξιό οιακοστρόφο την μοναχή Μακαρία, με συνέπεια ωστόσο, υπό το βάρος των πολλών και δυσβάστακτων καθηκόντων που είχε αναλάβει, να κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα σοβαρά σημάδια της μελλοντικής περιπέτειας της υγείας της. Παρά ταύτα όμως, η ικανότατη ηγουμενοσύμβουλος και στην πραγματικότητα ηγουμενεύουσα, μοναχή Μακαρία, άσκησε άοκνα και με την ευχή της Γερόντισσας, αλλά και την αποδοχή της αδελφότητας, τα καθήκοντά της κατά τέτοιο άψογο, υποδειγματικό, αριστοτεχνικό και επιτυχημένο τρόπο, ώστε να επιβληθεί ηθικά στη συνείδηση των συμοναστριών της ως το πλέον κατάλληλο πρόσωπο για την μελλοντική διαδοχή της αγαπημένης τους βαριά ασθενούσας κατά πνεύμα μητέρας, γεγονός μάλιστα που κατέστησε την διά παμψηφίας εκλογή της αργότερα αυτονόητη φυσική εξέλιξη, γι’ αυτό και η αλλαγή του προσώπου στην ηγουμενία της Μονής πραγματοποιήθηκε, ενώ ζούσε ακόμη η μακαριστή Μακρίνα, απρόσκοπτα, ήσυχα, αθόρυβα και ομαλά.
3. Η εκλογή της Γερόντισσας στην Ηγουμενία
Η από
όλους αναμενόμενη εκλογή της Γερόντισσας Μακαρίας ως γνωστό υπαγορεύθηκε κατά
κύριο λόγο από τη ραγδαία επιβάρυνση και τη μη αναστρέψιμη επιδείνωση της
υγείας της ηγουμένης Μακρίνας, η οποία αδυνατούσε πλέον όχι μόνο να ασκεί έστω
και πλημμελώς τα καθήκοντά της, αλλά δεν ήταν σε θέση ακόμη και να λαμβάνει
γνώση σημαντικών θεμάτων που αφορούσαν στη διοίκηση της μονής και πολύ
περισσότερο την πνευματική πορεία της αδελφότητας. Έτσι, με τη συγκατάθεση της
συνάξεως και του ηγουμενοσυμβουλίου, την προτροπή αλλά και την ευλογία του
σεπτού ποιμενάρχου μας, Σεβ.
Μητροπολίτου Πατρών κ. Χρυσοστόμου, την Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010 το πρωί και
αμέσως μετά τη Θ. Λειτουργία πραγματοποιήθηκε η κανονική ψηφοφορία για την
ανάδειξη της νέας ηγουμένης, κατά την οποία η μοναχή Μακαρία ήταν η μοναδική
υποψήφια, εφόσον έχαιρε ήδη της αποδοχής και της αγάπης των μοναζουσών, αλλά
και ήταν παλαιά επιθυμία της ασθενούς προηγουμένης πλέον Μακρίνας να την
διαδεχθεί. Για τον λόγο αυτό και εξελέγη παμψηφεί στο πολυεύθυνο αξίωμα της
ηγουμενίας, αλλά και έλαβε χώρα αυθημερόν επίσης η εκλογή ως μελών του νέου ηγουμενοσυμβουλίου,
των μοναζουσών Νεκταρίας Χαλκιοπούλου και Μαρκέλλας Μίλκα, ενώ πέντε ημέρες
αργότερα, ανήμερα της εορτής της εψηφισμένης, την Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010, πραγματοποιήθηκε
πανηγυρικώς και η ενθρόνισή της ως νέας καθηγουμένης στο καθολικό της Ιεράς
Μονής από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας.
Διαδεχόμενη
επισήμως πλέον την κατά πνεύμα μητέρα και σπουδαία προκάτοχό της η Γερόντισσα
Μακαρία, αλλά και διαθέτοντας ήδη μακρά και πολύτιμη εμπειρία στα διοικητικά, όπως
και πείρα ικανή στα πνευματικά θέματα, αποτέλεσε το εχέγγυο για την απρόσκοπτη συνέχιση
της λειτουργίας του Κοινοβίου, για την αποπεράτωση
των εργασιών ανασυγκροτήσεως και ανακαινίσεως
της Ιεράς Μονής, αλλά και κυρίως για την πνευματική πρόοδο και προκοπή, καθώς και
την επαύξηση της αδελφότητάς της. Η Γερόντισσα ωστόσο, θεωρούμε ότι ανέλαβε την
ηγουμενία κυρίως με σκοπό να οικοδομήσει τις ψυχές των πνευματικών θυγατέρων
που της εμπιστεύθηκε ο Θεός, αλλά και για να στηρίξει και να αναπαύσει
πνευματικά τους πολλούς κοπιώντας και πεφορτισμένους άνδρες και κυρίως γυναίκες
που προστρέχουν για ανακούφιση και παρηγοριά στο πλούσιο σε αγάπη, μητρικά
φιλόξενο και γεμάτο από πνευματική χαρά μοναστήρι της Ελεούσης.
Θέτοντας «τὴν χεῖρα ἐπ’ ἄροτρον» (Λουκ. 9, 62) η σεβαστή Γερόντισσα και επιστρατεύοντας τα πλούσια φυσικά και επίκτητα πνευματικά της χαρίσματα, αλλά και βαδίζοντας στα βήματα και διατηρώντας ακέραιη την πνευματική της παρακαταθήκη, συνεχίζει με πολλή ζέση, συμπληρώνει με σύνεση, εμπλουτίζει διορατικά και με μέτρο, αλλά και επεκτείνει με ρεαλιστικό όραμα το πολυσχιδές έργο της προκατόχου της, μακαριστής Μακρίνας, την οποία με την συμπαράσταση ολόκληρης της αδελφότητας αξιώθηκε να παρηγορήσει και να περιθάλψει κατά την ασθένειά της με τρόπο άξιο θαυμασμού και μιμήσεως, αλλά και να περικρατήσει ως πραγματική της θυγατέρα με διάκριση, υπομονή, τιμή και ευγνωμοσύνη, το μακρό έως την κοίμησή της το έτος 2017 και γεμάτο δοκιμασίες γήρας της.
4. Η Προσωπικότητα και το Πνευματικό Έργο της Γερόντισσας ως Ηγουμένης
4.1 Η έναρξη της ηγουμενίας της Γερόντισσας Μακαρίας
υπήρξε ουσιαστικά η απρόσκοπτη συνέχιση, μόνο υπό άλλη ιδιότητα, του έργου που
επιτελούσε ήδη και το οποίο περιλάμβανε μεταξύ άλλων την προσπάθεια ολοκλήρωσης
των εργασιών ανακαίνισης, αποκατάστασης και επέκτασης του μοναστηριακού συγκροτήματος
της Ελεούσης, αποστολή στην οποία επιδόθηκε με θείο ζήλο και θαυμαστή επιτυχία.
Βαδίζοντας στα ίχνη της μακαριστής Μακρίνας, προχώρησε με ταχύτατους ρυθμούς στην
αποπεράτωση σχεδόν όλων των υπό ανακαίνιση και αποκατάσταση χώρων της Μονής, όπως
είναι η ολοκλήρωση των εργασιών στην ανατολική πτέρυγα του συγκροτήματος, η ανακαίνιση
της δυτικής πλευράς με το αρχονταρίκι και τους βοηθητικούς του χώρους, η
ανακαίνιση και ολοκλήρωση σχεδόν της αγιογράφησης του Καθολικού, η κατασκευή
του Κειμηλιαρχείου και της Βιβλιοθήκης, η ολοκλήρωση της κατασκευής της
εξωτερικής λιθόκτιστης μάνδρας του συγκροτήματος, η έναρξη της ανοικοδόμησης των
δυο υπό κατασκευή Παρεκκλησίων, αλλά και ο εξωραϊσμός των άλλων βοηθητικών, εξωτερικών
και εσωτερικών χώρων, της Μονής. Επειδή μάλιστα το εντυπωσιακό αυτό έργο πραγματοποιήθηκε
και πραγματοποιείται σχεδόν εξολοκλήρου με δωρεές ευλαβών προσκυνητών, η
σεβαστή Γερόντισσα το αποδίδει ταπεινώς στη θερμή συμπαραστάτιδα και ακοίμητη
βοηθό Υπεραγία Θεοτόκο, στην πολλή αγάπη και την παντοειδή συμπαράσταση των
κατά πνεύμα θυγατέρων της, κυρίως όμως στην έμπρακτη και συγκινητική προσφορά του
μεγάλου πλήθους των ευλαβών χριστιανών, που έχει σαγηνέψει και προσελκύσει
κοντά της με τη γνήσια μητρική της στοργή και την αφειδώλευτη μέριμνά της.
4.2 Παρά την μεγάλη ανάγκη οικονομικών πόρων για
την ολοκλήρωση των ανακαινιστικών εργασιών στην Μονή όμως, η Γερόντισσα, ακολουθώντας
το κοινοβιακό τυπικό του Μ. Βασιλείου, αναδεικνύεται καθημερινά σε συμπαραστάτιδα
θερμή για τους κατατρεγμένους και δοκιμαζόμενους πένητες που προσέρχονται στο
Παλλάδιο της Ελεούσης, προσπαθώντας να τους ανακουφίσει με την πλούσια και πολύ
διακριτική, κρυφή όμως και άγνωστη στους πολλούς, αλλά μεγάλη σε εύρος
ελεημοσύνη της. Παράλληλα με την υλική, η Γερόντισσα φροντίζει ακόμη και για
την πνευματική στήριξη των ψυχών των πολλών κοπιώντων και πεφορτισμένων
γυναικών κυρίως που επιζητούν την αρωγή της, καθώς ασκεί επιτυχημένα και με
πολλή μητρική στοργή, αλλά και ιερό ζήλο συνετή συμβουλευτική και πνευματικά
θεραπευτική υποστήριξη, παρέχοντας αδιάκριτα και καθημερινά σε πολλές πονεμένες
ψυχές ανακούφιση, μεγάλη πνευματική παρηγοριά, αλλά και διαρκή συμπαράσταση
στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, συνιστώντας τους σε κατάλληλους
πνευματικούς για την ίαση και αποθεραπεία τους.
4.3 Κύρια φροντίδα της σεβαστής Γερόντισσας
κατά την δεκαπενταετία που διέρρευσε επίσης, αποτέλεσε και η τήρηση της ακρίβειας
στη μοναχική πολιτεία της αδελφότητας, η οποία, σε συνδυασμό με την
υποδειγματική εφαρμογή του κοινοβιακού ιδεώδους και την εύρυθμη λειτουργία της
Μονής, συνέτεινε ώστε να προσελκυστούν και άλλες φιλέρημες ψυχές που πόθησαν να
αναπαυθούν κάτω από το ευσκυόφυλλο δέντρο της αγάπης της Παναγίας, ώστε να
εξακολουθεί μέχρι σήμερα να υφίσταται ευάριθμη και πνευματικά εκλεκτή
αδελφότητα, η οποία συνεχίζει να αγωνίζεται φιλότιμα και με ταπείνωση για τη
σωτηρία της, υπό την εμπνευσμένη και εν ταπεινώσει διακριτική καθοδήγησή της. Χαρακτηριστική
μάλιστα είναι η περίπτωση της δοκιμασίας αρχικά και κατόπιν της κουράς της πολιάς
και ενάρετης Βασιλικής Ράλλη, η οποία, ως γνωστό, οραματίστηκε και συνέβαλλε
αποφασιστικά στην ανεύρεση των χαριτόβρυτων ιερών λειψάνων των αγίων Ραφαήλ,
Νικολάου και Ειρήνης στο κτήμα της στη Θερμή της Λέσβου. Η μακαριστή πλέον από
το 2022 μοναχή Ειρήνη εντάχθηκε κατά το τελευταίο διάστημα του βίου της,
ευρισκόμενη ήδη σε βαθύ γήρας, στην αδελφότητα της Μονής, καθώς, όπως αναφέρει
η Γερόντισσα, ήταν «επιθυμία της να γίνει
μοναχή … από παλιά…», ώστε λίγο πριν από την κοίμησή της να λάβει το
αγγελικό σχήμα και το όνομα της Αγίας Παρθενομάρτυρος της Θερμής, τονίζοντας επιπλέον,
πως τη διέκρινε μεγάλη πίστη στον Θεό και βαθιά ευλάβεια στην Παναγία, αλλά και
ότι υπήρξε «ένας άνθρωπος με πολύ καθαρή
καρδιά, γεμάτη από ειλικρίνεια. Με πολύ καλό λογισμό και με μεγάλη επιείκεια
για τους άλλους ανθρώπους. Άνθρωπος της προσφοράς και της αγάπης…».
4.4 Για να καταφέρει ωστόσο η
Γερόντισσα να διατηρήσει αρραγή τη θεομητορική Μάνδρα που της εμπιστεύθηκε η
Αγία Εκκλησία και να εξακολουθήσει να τη λειτουργεί ως πνευματική κυψέλη, ως
αειλαμπή φάρο και εργαστήριο για τη δική της αλλά και την πνευματική προκοπή
ολόκληρης της αδελφότητας, επιδίωξε να συνεχίσει, ως «πρωτόνυμφος» και καθηγουμένη υπό τη σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου να
την πηδαλιουχεί ως ένα κοινόβιο συγκροτημένο, το οποίο αγωνίζεται ως εκκλησιαστική
κοινωνία για να ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και να ακολουθεί επακριβώς
την ασκητική κοινοβιακή παράδοση των Πατέρων. Για τον λόγο αυτό και με σκοπό
την πνευματική ενίσχυση των αδελφών επιδεικνύει ιδιαίτερο ζήλο και πολλή
μέριμνα πρωτίστως για τον εμπλουτισμό της
λειτουργικής και λατρευτικής ζωής της Μονής, με την υποδειγματική εκ μέρους
της και παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει, ένθερμη συμμετοχή
της στις ιερές ακολουθίες, ενώ δεν παραλείπει επιπλέον να φροντίζει για την
πνευματική στήριξη των θυγατέρων της με την ανάπτυξη και την ενίσχυση του στενού
συνδέσμου που διατηρεί με την Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, σε εκλεκτό
μέλος της αδελφότητας της οποίας, με ευλογία του καθηγουμένου του και του
Σεπτού Ποιμενάρχου μας, έχει ανατεθεί η πνευματική στήριξη και καθοδήγηση των
μοναζουσών.
4.5 Συνεχίζοντας επιπλέον
και κατά το υπόδειγμα της μακαριστής Μακρίνας τον αγώνα της για την επιστήριξη
της αδελφότητας, η Γερόντισσα δίνει καθημερινώς με την κρυφή εν Χριστώ ζωή της
την αίσθηση ότι δεν ζει για τον εαυτό της, αλλά ότι ζει και αναλώνεται
θυσιαστικά για την πνευματική πρόοδο των πνευματικών της θυγατέρων. Ζώντας ωστόσο
ως ηγουμένη και μητέρα για την προκοπή των αγαπημένων της τέκνων, δημιουργεί
και πάλι την αίσθηση πως προσπαθεί να ζει ουσιαστικά μόνο για τον Θεό και εν τω
Θεώ, ώστε να καταφέρνει να καθοδηγεί με σύνεση και θείο φόβο ως πνευματική τους
τροφός τις ψυχές που της εμπιστεύθηκε ως νύμφες του ο Νυμφίος της Εκκλησίας,
χωρίς να ασκεί ανθρωποπρεπή και ανελεύθερη εξουσία, αλλά εφαρμόζοντας εν αγάπη
θεοπρεπή και εν ελευθερία σωτηριώδη διακονία, μυσταγωγεί σεμνοπρεπώς τις
αδελφές κατά τρόπο θαυμαστό στη μετοχή του μυστηρίου του Χριστού. Αυτός είναι
και ο λόγος νομίζουμε, που για τη Γερόντισσα το υψηλό και επίζηλο αξίωμα της
ηγουμένης δεν αποτελεί πεδίο άσκησης εξουσίας κοσμικού τύπου, ούτε συνιστά
αφορμή ή ευκαιρία για εγκόσμια καταξίωση, αλλά εκλαμβάνεται και λειτουργείται εκ
μέρους της ως μια εν κρυπτώ σταυρική και κοπιώδης μέριμνα για την ευρυθμία στη
ζωή του Κοινοβίου, γι’ αυτό και βιώνεται ως ποτισμένη με πολλά δάκρυα αγωνιώδης
ευθύνη για την ορθή πνευματική καθοδήγηση των εν Κυρίω θυγατέρων της. Η
Γερόντισσα δηλαδή, δεν προσπαθεί να επιβάλλεται ως ηγουμένη στηριζόμενη στο αξίωμά της, αλλά επιδεικνύοντας προς
όλους, και πρώτιστα προς τις ευαίσθητες ψυχές των κατά πνεύμα τέκνων που της
έχει εμπιστευθεί ο Θεός να καθοδηγήσει πνευματικά, απεριόριστη θυσιαστική
αγάπη, μητρική διάκριση, πολλή
συγκατάβαση και επιείκεια, επιδιώκει να καλλιεργεί και να εφαρμόζει έμπρακτα
και αδιάλειπτα πρώτη εκείνη στη ζωή της τις θείες αρετές, ώστε να αποτελεί το
πρότυπο για ό,τι ζητά από τις αδελφές, φροντίζοντας ωστόσο οι εντολές της να
μην υπερβαίνουν ποτέ τις δυνατότητές τους, ασκώντας με λεπτότητα και φιλάνθρωπο
μέτρο την ηγουμενική της μέριμνα για την πνευματική τους πρόοδο,
εξατομικεύοντας κατάλληλα και εφαρμόζοντας θεραπευτικά την καθοδήγησή της,
προσαρμοσμένη στις δυνατότητες και τις ανάγκες κάθε πνευματικής της κόρης με αποκλειστικό
σκοπό τη σωτηρία της.
4.6 Η
Γερόντισσα ωστόσο, προσπαθεί να διδάσκει και να εμπνέει τις κατά πνεύμα θυγατέρες
της κυρίως με την απλότητά της ζωής και το ανυπόκριτο της πολιτείας της. Με το διακριτικό
της χαμόγελο, τη γλυκύτητα του προσώπου της, την καταδεκτικότητα, την ευθύτητα
και τον πηγαίο αυθορμητισμό της, αλλά και με την ακάματη προθυμία, τη
δοτικότητα, τη συγχωρητικότητα, την ανεξικακία και την αστείρευτη καλοσύνη της,
καθίσταται υπόδειγμα και κανόνας ζωής για τις αδελφές. Επειδή μάλιστα ως άνθρωπος
είναι φύσει ευγενής, ευπροσήγορη και ειρηνική, ανεπιτήδευτη στους τρόπους και
ταπεινή στο φρόνημα, δεν επιδιώκει με τη σύμμετρη και προσεγμένη ομιλία της να προβληθεί
ή να τις διδάξει, δεν προσπαθεί να τους κηρύξει πομπωδώς, αλλά, σε συνδυασμό με
το σεμνό της παράδειγμα, επιχειρεί να τους εξαγγέλλει διαρκώς με τον κατά κανόνα σύντομο, πρακτικό, σαφή,
επίκαιρο, αποφθεγματικό και εύστοχο λόγο της «το σωτήριον του Θεού». Η ανάπαυση μάλιστα που αποπνέει η παρουσία
της και η ειρήνη που εκπέμπει η γαλήνια όψη της, αλλά και η ήρεμη δύναμη που
εκπορεύεται από το αστραποβόλο, έξυπνο και διδακτικό της βλέμμα, απαντά
πειστικά και με πληρότητα, αλλά και καθησυχάζει, χωρίς όμως να δημιουργεί
εφυσυχασμό, ενώ και ο συνήθως ήπιος τρόπος εκφοράς «εν χάριτι» του «άλατι
ηρτυμένου» (Κολ. 4,6) λόγου της, λειτουργεί ιαματικά στην ψυχή κάθε αδελφής,
χωρίς να απαιτείται να θορυβεί, να φωνασκεί ή να δημιουργεί ένταση για να κάνει
αισθητή ή να επιβάλλει την επιθυμία της. Με ένα της βλέμμα δηλαδή, μια απλή κίνηση,
ένα χαμόγελο ή ένα νεύμα μπορεί να υποδείξει στις θυγατέρες της με τρόπο διακριτικό,
ευφυή και ευρηματικό το, τροπικώς και χρονικώς, ορθώς πρακτέο, ενώ αναπαύει πολύ
επίσης με το ότι, πέραν των ακολουθιών - αλλά και τότε απολύτως διακριτικά και
απλά - δεν συνηθίζει να φέρει πομπωδώς τα διάσημα του αξιώματός της, αφού κινείται
πάντοτε και εργάζεται εντατικά ως απλή μοναχή στους χώρους της Μονής, ώστε, αν
δεν την γνωρίζει κάποιος, να δυσκολεύεται πολύ να καταλάβει πως το πρόσωπο αυτό
είναι η ηγουμένη.
4.7 Ακολουθώντας το
ευλογημένο αυτό τυπικό η σεβαστή Γερόντισσα, ενσαρκώνει νομίζουμε απροσποίητα τον
τύπο εκείνο της ενάρετης, ταπεινής και με απλότητα στολισμένης ηγουμένης των πρώτων
Μεγάλων Γυναικείων Κοινοβίων, που, ως «αμμάς»,
καθίσταται μητέρα των μοναζουσών, αλλά και εκείνη που συνοδοιπορεί μαζί με την κάθε
αδελφή βαστάζοντας τον σταυρό της, προκειμένου να τη στηρίξει και να τη
συνδράμει με αγάπη και μητρική στοργή στην επίπονη ασκητικά και ανηφορική οδό
της σωτηρίας. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύεται «γνησία μητέρα παίδων γνησίων», καθώς τρέφει για όλες τις κατά
πνεύμα θυγατέρες της απεριόριστη και απροσποίητη αγάπη, που είναι κοσμημένη με
μητρική διάκριση και ύφος συγκαταβατικό, επιεικές και διδακτικό, αλλά και
πνευματική ωριμότητα, ώστε οι διδαχές και οι αποφάσεις της να διαμορφώνουν τη
συνείδηση τους, αλλά και η όλη της σοφή και διακριτική παρουσία να καταργεί
αβίαστα τα επιμέρους θελήματα και να διατηρεί την ομοψυχία τους, εφόσον
καταφέρνει να εμπνέει την ταπείνωση στις αδελφές και κατά πνεύμα θυγατέρες της.
Αυτό συμβαίνει μάλιστα, διότι η πολιτεία της ως μητέρας του Κοινοβίου είναι
τέτοιας ποιότητας, που τις περισσότερες φορές χωρίς να υποδεικνύει, να
συμβουλεύει ή να επιβάλλει τις εντολές της, προσφέρει με το ιλαρό της όψης,
αλλά και τη σύμμετρη στάση του σώματος, κυρίως όμως με το παράδειγμά της
βιωματική και αδιάψευστη μαρτυρία για το κατά περίπτωση ορθοφρονείν και το
ορθοπρακτείν, καταφέρνοντας να αναζωπυρώνει το φιλότιμο και να προσελκύει φυσικά
τις κατά πνεύμα θυγατέρες της για να την μιμηθούν και να εφαρμόσουν οικειοθελώς
και για την δική τους πνευματική ωφέλεια τις προτροπές της. Με τον βραχύ της
λόγο επίσης, με το γλυκύ της και πολύ διδακτικό μειδίαμα, όπως και με τη
φρόνιμη συμπεριφορά της, επιδιώκει να καταστεί πρώτιστα εκείνη υπόδειγμα και
κανόνας μιας ζωής υπομονής και μακροθυμίας, εφαρμόζοντας έμπρακτα και με πολλή
επιμέλεια τις αρετές της αγάπης, της παρθενίας, της ακτημοσύνης, της υπακοής,
της προσευχής, της ταπεινώσεως και της ελεημοσύνης, τις οποίες διδάσκει με
απλότητα και μεταδίδει εποπτικά και έμπρακτα προς εφαρμογή στις πνευματικές της
θυγατέρες.
4.8 Η
καθοδήγησή της συνεπώς προς τα μέλη της αδελφότητας, επειδή έχει ως σκοπό να τα
παρηγορήσει και να τα ενισχύσει στον πνευματικό τους αγώνα, δεν ασκείται
καταπιεστικά, αλλά κινούμενη εντός της ελευθερίας της αγάπης προσπαθεί να τα οδηγήσει
στην υπέρβαση των παθών με την μετατροπή τους σε σωτηριώδεις αρετές, ώστε με
την αδιάλειπτη μυστηριακή ζωή και κυρίως με την προτροπή για συχνή συμμετοχή
στα μυστήρια της Εξομολογήσεως και της Θείας Ευχαριστίας, επιδιώκει να τα
εισαγάγει στο μυστήριο της μακαρίας και αδιαλείπτου χαρμολύπης, που είναι το
μέτρο της εν Χριστώ ζωής και ο σκοπός της εν ασκήσει αγγελικής μοναχικής τους
πολιτείας ως πνευματικής τελειώσεως. Για το έργο αυτό μάλιστα, η Γερόντισσα
επιστρατεύει διαρκώς τη θερμή μητρική της προσευχή για την κάθε αδελφή
ξεχωριστά, γι’ αυτό και, εκτός από τις ανάγκες του μακρού κανόνα της, προσπαθεί
να προσεύχεται μυστικά και ακατάπαυστα για την πνευματική τους προκοπή, εφόσον
γνωρίζει πως η εργασία της προσευχής της ως μητέρας του Κοινοβίου ενισχύει,
ενώνει και χαριτώνει ολόκληρη την αδελφότητα.
4.9 Με σκοπό την
ενίσχυση του πνευματικού αγώνα των αδελφών επίσης, η Γερόντισσα προσπαθεί,
συνεχίζοντας το ευλογημένο τυπικό της προκατόχου της, να συνδράμει ως ηγουμένη
και κατά πνεύμα μητέρα τους στη θεραπεία των αδυναμιών, αλλά και στην
αναπλήρωση των ελλείψεων καθεμιάς, θεωρώντας πως ο μοναδικός τρόπος
αποτελεσματικής θεραπείας μέσα στη μοναστική κοινωνία είναι πρωτίστως η
κατανόηση εκ μέρους της των πνευματικών δυσκολιών κάθε αδελφής ξεχωριστά και
κατόπιν η εν ταπεινώσει και αγάπη ίασή τους, με σκοπό να βιώσει αληθινά τη νίψη
και τη σταυρική πορεία της εν ασκήσει μοναχικής ζωής. Για να το καταφέρει όμως αυτό,
επιζητεί και πάλι δια της προσευχής τη συνδρομή της χάριτος του Θεού, ώστε να
πληροφορείται αποκαλυπτικώς και μυστικώς νέους τρόπους, πλήρεις σοφίας και
συνέσεως πνευματικής, για την υπέρβαση των δυσκολιών και την αποτελεσματική
θεραπεία των πνευματικών ασθενειών των θυγατέρων της, τις οποίες προσπαθεί να αγαπά
αληθινά και να περιβάλλει με μητρική στοργή, να νουθετεί με σύνεση και να
υπομένει μακρόθυμα, όπως ο Θεός υπομένει τα βάρη όλων μας, ως τέκνων του, επιδεικνύοντας
στη συναναστροφή της μαζί τους μεγάλη διάκριση, προσοχή και υπομονή, ώστε η θεραπευτική της επέμβαση να ενεργείται
χαρισματικά, θεωρώντας ως πολυσήμαντο στοιχείο για την προσέγγιση των ψυχών των
θυγατέρων της τη διατήρηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, προκειμένου η κάθε
αδελφή να αισθάνεται ασφάλεια και να της φανερώνει ελεύθερα τους λογισμούς,
αλλά και να της αποκαλύπτει χωρίς αιδώ τις πνευματικές της δυσκολίες, εφόσον θα
αισθάνεται πως με το να καταθέτει καθαρά «τα
άδηλα και κρύφια της καρδίας της», εκμυστηρεύεται ουσιαστικά τον πόνο της
ψυχής της στην «τελεία αγάπη» της κατά
πνεύμα μητέρας της.
4.10 Ασκώντας η Γερόντισσα με τον θαυμάσιο αυτό τρόπο την «ποιμαντικήν επιστήμην» στον Ιερό Παρθενώνα της Ελεούσης, έχει κερδίσει την αγάπη, την εμπιστοσύνη, τον σεβασμό και την ευγνωμοσύνη της αδελφότητας, γεγονός που εκφράζεται καθημερινά προς το τίμιο πρόσωπό της πολύ συγκινητικά, καθώς εξακολουθεί να δοκιμάζεται επώδυνα και επί μακρόν από τον «σκόλοπα της σαρκός» (Πρβλ. Β΄ Κορ. 12,7), ώστε να τυγχάνει της ανύστακτης, διαρκούς και αρχοντικής, όμως τόσο διακριτικής και τρυφερής, φροντίδας των κατά πνεύμα θυγατέρων της. Εκτός αυτού όμως, με την σπουδαία πνευματική της εργασία, η ενάρετη Γερόντισσα έχει μετατρέψει τη φιλάνθρωπη και φιλόξενη Μάνδρα της σε πνευματική όαση μέσα στην ξηρή έρημο του κόσμου για τους πάμπολλους προσκυνητές της, οι οποίοι αποδρούν καθημερινά από την «ερημία» του κόσμου για να αναζητήσουν «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν» (Ιω. 4,11) και να ξεδιψάσουν από τη θεία παρουσία, αλλά και να αισθανθούν την κατ’ άνθρωπον παρηγορία στην «κοινωνία» της Ιεράς Μονής, όπου απολαμβάνουν μεγάλης αναψυχής και αναπαύσεως χάρη κυρίως στη μητρική στοργή της Γερόντισσας, στην οποία ευχόμαστε ολόψυχα να μακροημερεύει εν υγεία και καρποφορία πνευματική, διαποιμαίνοντας σοφά την αδελφότητα, αλλά και παρηγορώντας σωστικά τις πάμπολλες ψυχές που καταφεύγουν στη θαλπωρή της αγαπώσας καρδίας της, αμήν !
* Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα «Ο ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΟΣ», 899/18-01-2025, σ. 7-10.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου