.... Θέλω εδώ να παρεμβάλλω μια προσωπική απολογία: Κάθομαι και γράφω αυτό το βιβλίο δίχως να πιστεύω πως θα «φωτίσω» κανέναν ή θα «παιδαγωγήσω» τις καινούργιες γενιές. Θέλω μόνο να αφήσω πίσω μου έστω μιαν ελάχιστη και ισχνή μαρτυρία για τον απάνθρωπο ρόλο που παίζει στην ζωή μας κάθε ιδεολογία – θρησκευτική, πολιτική ή όποια άλλη. Να δείξω – αν μπορέσω – μέσα από τη δική μου ζωή και εμπειρία, το πώς και η πιο αγνή, ανυστερόβουλη «αφιέρωση» σε υψηλά ιδανικά μπορεί να είναι μόνο μια ιδεοληψία που χρησιμεύει σαν στέγαστρο του ασυνείδητου εγωκεντρισμού μας. Και γινόμαστε σκλάβοι τυφλοί στο μαγγάνι της ιδεόληπτης πίστης μας, ανίκανοι να ξεχωρίσουμε τα υπαρκτά από τα ανύπαρκτα, τα νοητά είδωλα από την πραγματικότητα της ζωής. Επιτέλους, όταν στην πολιτική ή στον κοινωνικό μας βίο υποκαθιστούμε την πραγματικότητα με συλλογισμούς και ιδέες, κι όταν εκεί – στην πολιτική ή στην οικονομία – μεταθέτουμε όλο το νόημα της ύπαρξης και της ζωής, μπορεί ίσως η ιδεοληψία μας να λειτουργήσει σαν ηδονικό αφιόνι και να μας δώσει το ψυχολογικό κουράγιο για να αντέξουμε διωγμούς, φυλακές, εξορίες, βασανιστήρια, ακόμα και να σταθούμε σαν παλικάρια μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, με περηφάνεια για τις ιδέες μας. Μα όταν το πρόβλημά μας είναι αλλού, όταν το πραγματικό δεν το βρίσκουμε στον παραλογισμό του εφήμερου, της φθοράς, της ανωνυμίας των δισεκατομμυρίων που προηγήθηκαν και αυτών που θα ακολουθήσουν, όταν εκείνο που διψάμε είναι ένα «σημείο» ζωής προσωπικής, επώνυμης και ταυτόχρονα καθολικής, «σημείο» σταθερό μέσα στην ατέρμονη ροή του χρόνου – the still point of the turning world – κι όταν το «σημείο» έχει δοθεί, όμως εμείς το κάνουμε ιδέα, κοσμοθεωρία, ηθική, «χριστιανισμό» - ποιός μπορεί να προσμετρήσει τις συνέπειες;
Σπούδασα μια ζωή τη θεολογία και τη φιλοσοφία, παθιάστηκα με τη σύγχρονη φυσική και την κοσμολογία, διάβασα ψυχολογία και πολλή ιστορία. Κι όλα αυτά ψάχνοντας το ένα και μοναδικό αίνιγμα που με βασανίζει: της ύπαρξης που μπορεί να ερωτεύεται αέναα και να μην πεθαίνει. Βρήκα την πληρέστερη απάντηση στους έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας – τη μεγαλοφυέστερη ως τώρα αποκάλυψη. Μα η αίσθηση της βεβαιότητας ότι μια μέρα όχι πολύ μακρινή το κορμί μου θα λιώσει στο χώμα, αυτό το κορμί με την ανατριχίλα των αισθήσεών του και το ξουράφι του μυαλού, το κορμί που μόνο με αυτό χαίρομαι την ομορφιά του κόσμου, ταξιδεύω στα μήκη και στα πλάτη της γης, χαμογελώ στους διπλανούς μου, χειρονομώ, μιλάω, ακούω μουσική και κάνω έρωτα – η αίσθησης πως το κορμί μου είναι προορισμένο να γίνει λάσπη δεν ισοφαρίζεται ούτε και με τις γνώσεις την πατερικής θεολογίας, ούτε βέβαια με τον ίλιγγο των πληροφοριών της αστροφυσικής ή των συμπερασμάτων της ψυχανάλυσης, που υποχρεώνουν τον νου να ψηλαφίσει μιαν Υπέρτατη υπαρκτική ή αιτιώδη Αρχή. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, στην κάθε διαδοχική στιγμή πεθαίνουν πάνω στη γη κάποιες χιλιάδες ανθρώπων, και ο δικός μου θάνατος θα έιναι ένας ακόμα κόκκος στην άμμο των αμέτρητων θανάτων που συντηρούν την ατέρμονη κλεψύδρα. Μέσα σε αυτή τη ροή που παρασέρνει τον βίο μου όλο και πιο κοντά στο αναπότρεπτο τέλος, καμιά ιδεολογία και καμιά γνώση ή επιστήμη δεν μου φωτίζει ένα στήριγμα να κρατηθώ, να μη βουτήξω κατακέφαλα στη δίνη του παραλόγου – όσο για τα προγράμματα κοινωνικού μετασχηματισμού και το διαλεκτικό προτσές της Ιστορίας, γι’ αυτά καγχάζω δίχως τύψεις εγώ ο μελλοθάνατος. Εκεί που σταματώ είναι μόνο ένα όνομα. Όχι ιδέα ή έννοια, αλλά μόνο όνομα – «σημείο» ζωής προσωπικής, επώνυμης και ταυτόχρονα καθολικής: το όνομα Χριστός Ιησούς. Στα όρια της προσωπικής αναφοράς που επισημαίνει, οι ιδέες ξευτελίζονται, οι έννοιες αχρηστεύονται, το αίνιγμα του έρωτα και του θανάτου παύει να με περιμένει σαν Σφίγγα στο σταυροδρόμι. Και κάθε λόγος πέρα από αυτό το Όνομα μοιάζει περιττός.
Γράφω τούτο το βιβλίο μόνο για να επισημάνω ένα λαθεμένο δρόμο. Τον δρόμο που κάνει τον Χριστό ιδέα, έννοια, δόγμα, ηθική, κοινωνικό πρόγραμμα, κι έτσι μάς οδηγεί μακριά από τη σωτηριώδη συνάντηση με το Πρόσωπό Του – τον δρόμο της ιδεολογίας.
Επιμέλεια: Οινοχόος
Σπούδασα μια ζωή τη θεολογία και τη φιλοσοφία, παθιάστηκα με τη σύγχρονη φυσική και την κοσμολογία, διάβασα ψυχολογία και πολλή ιστορία. Κι όλα αυτά ψάχνοντας το ένα και μοναδικό αίνιγμα που με βασανίζει: της ύπαρξης που μπορεί να ερωτεύεται αέναα και να μην πεθαίνει. Βρήκα την πληρέστερη απάντηση στους έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας – τη μεγαλοφυέστερη ως τώρα αποκάλυψη. Μα η αίσθηση της βεβαιότητας ότι μια μέρα όχι πολύ μακρινή το κορμί μου θα λιώσει στο χώμα, αυτό το κορμί με την ανατριχίλα των αισθήσεών του και το ξουράφι του μυαλού, το κορμί που μόνο με αυτό χαίρομαι την ομορφιά του κόσμου, ταξιδεύω στα μήκη και στα πλάτη της γης, χαμογελώ στους διπλανούς μου, χειρονομώ, μιλάω, ακούω μουσική και κάνω έρωτα – η αίσθησης πως το κορμί μου είναι προορισμένο να γίνει λάσπη δεν ισοφαρίζεται ούτε και με τις γνώσεις την πατερικής θεολογίας, ούτε βέβαια με τον ίλιγγο των πληροφοριών της αστροφυσικής ή των συμπερασμάτων της ψυχανάλυσης, που υποχρεώνουν τον νου να ψηλαφίσει μιαν Υπέρτατη υπαρκτική ή αιτιώδη Αρχή. Εδώ και χιλιάδες χρόνια, στην κάθε διαδοχική στιγμή πεθαίνουν πάνω στη γη κάποιες χιλιάδες ανθρώπων, και ο δικός μου θάνατος θα έιναι ένας ακόμα κόκκος στην άμμο των αμέτρητων θανάτων που συντηρούν την ατέρμονη κλεψύδρα. Μέσα σε αυτή τη ροή που παρασέρνει τον βίο μου όλο και πιο κοντά στο αναπότρεπτο τέλος, καμιά ιδεολογία και καμιά γνώση ή επιστήμη δεν μου φωτίζει ένα στήριγμα να κρατηθώ, να μη βουτήξω κατακέφαλα στη δίνη του παραλόγου – όσο για τα προγράμματα κοινωνικού μετασχηματισμού και το διαλεκτικό προτσές της Ιστορίας, γι’ αυτά καγχάζω δίχως τύψεις εγώ ο μελλοθάνατος. Εκεί που σταματώ είναι μόνο ένα όνομα. Όχι ιδέα ή έννοια, αλλά μόνο όνομα – «σημείο» ζωής προσωπικής, επώνυμης και ταυτόχρονα καθολικής: το όνομα Χριστός Ιησούς. Στα όρια της προσωπικής αναφοράς που επισημαίνει, οι ιδέες ξευτελίζονται, οι έννοιες αχρηστεύονται, το αίνιγμα του έρωτα και του θανάτου παύει να με περιμένει σαν Σφίγγα στο σταυροδρόμι. Και κάθε λόγος πέρα από αυτό το Όνομα μοιάζει περιττός.
Γράφω τούτο το βιβλίο μόνο για να επισημάνω ένα λαθεμένο δρόμο. Τον δρόμο που κάνει τον Χριστό ιδέα, έννοια, δόγμα, ηθική, κοινωνικό πρόγραμμα, κι έτσι μάς οδηγεί μακριά από τη σωτηριώδη συνάντηση με το Πρόσωπό Του – τον δρόμο της ιδεολογίας.
Χρήστος Γιανναράς
Επιμέλεια: Οινοχόος
11 σχόλια:
ωχ
πλακωσε και ο Γιανναράς!
ΣΙΓΑ μην αγοράσω βιβλίο σου.......
μονο που σε βλεπω
αγριευομαι!
αντε γεια!
mpla mpla mpla mpla.....
000000000000000000000000000000000
................................
.................................
...................................
........................0.
ta polla logia einai ftwxeia
giannaras.-
Διάβασε πρώτα αδελφέ και μετά κάνε κριτική.
Υπέροχο.
Ν
Γιατί αυτός ο αφοριστικός λόγος από τους δύο σχολιογράφους. Οι απόψεις είναι νηφάλιες, ξεκάθαρες, και πραγματικές. Συμφωνώ με τα όσα ως εδώ λέει….
Άγγελος
Οι ιδεολογίες δεν έχουν καλά αποτελέσματα. Μια χαρά τα γράφει ο καθηγητής Γιανναράς.
Και όμως είναι πλάνη. Άριστος χειριστής του γραπτού λόγου. Τον απολαμβάνω κάθε Κυριακή στην επιφυλλίδα του.
ΕΧΩ ΔΙΑΒΑΣΕΙ
ΚΑΙ
ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΚΑΘΟΛΟΥ ΤΟ ΥΦΟΣ ΤΟΥ.
ΔΕΝ
ΑΝΑΠΑΥΤΗΚΕ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ.
ΠΡΟΤΙΜΩ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ
ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΣ.
ΜΕ ΤΙΣ ΦΛΥΑΡΕΣ ΨΩΝΑΡΕΣ
ΔΕΝ ΤΑ ΠΑΩ ΚΑΛΑ!
ΕΥΛΟΓΗΣΟΝ.
Το κείμενο είναι το καλύτερο κομμάτι από το "καταφύγιο ιδεών". ΄Οσο για το Αμεα πρόσωπο που εμφανίζεται με διάφορα προσωπεία (σχόλια 1, 2 και το κλασικό σχόλιο ΕΥΛΟΓΗΣΟΝ) και μας έχει πρήξει ας κάτσει στα αυγά της κι ας χαλαρώσει γιατί έχει και η υπομονή τα όριά της. Εκτός κι αν ο αγαπητός ιστολόγος προτιμά τα ΕΥΛΟΓΗΣΟΝ και τα σταυρουδάκια ++++++++++++++++++ από τους σκεπτόμενους αναγνώστες.
Αυτά προς το παρόν
Ο Γιανναράς μεταφέρει την εμπειρία του επί του θέματος. Το διάβασα το κείμενο. Σκέφτηκα δικές μου περιπτώσεις, και λέω ότι έχει απόλυτο δίκιο. Ας σταματήσουν οι πέτρες του αναθέματος προς το πρόσωπο του συντάκτη. Είμαι σίγουρος ότι αν το υπέγραφε κάποιο άλλο πρόσωπο πολλοί θα υπερθεμάτιζαν υπέρ των απόψεων που εκφράζει το κείμενο.
π. Νεόφυτος
Σε όσα, ο αγαπητός Χρήστος, μας καταγράφει στην σελίδα αυτή συμφωνώ. Αν κάποιος διαφωνεί ας απαντήσει με επιχειρήματα.
Οινοχόε, πρόσεχε οι δόσεις σου στον «οίνο», να είναι πάντα με μέτρο. Ορισμένοι εκ των αδελφών όταν ακούνε Γιανναρά κάτι παθαίνουν…..
Δημοσίευση σχολίου