Τα μεσάνυχτα
πρέπει να’ταν περασμένα, ανεμοβρόχι, σκοτεινιά και στραπές. Νοέμβριος 1940
στ’ Αλβανικό Μέτωπο. Ο Νώντας κινά για τη σκοπιά. Ευτυχώς πού’ταν κι οι στραπές να φεγγοβολά
έστω και λίγο, για να περάσει το μεγάλο χωράφι.
Η χλαίνη έγινε μούσκεμα κι είχε βαρέσει από τη βροχή. Έπρεπε να πάει στη σκοπιά. Το χωράφι είχε γίνει μια μεγάλη
κακοτοπιά. Επιτέλους έφτασε. Ο Νώντας από την Πάφο, της μακρινής Κύπρου,
ήλθε εθελοντής στα σύνορα με την Αλβανία.
Ήταν αλλιώς μαθεμένος…αμάθητος στην πείνα…στη δείψα…στο πολύ
ξενύχτι..στη σκληρή δουλειά. Η πρόχειρη
σκοπιά χρησίμευε ν’ ακουμπάει για λίγο ίσαμε να πάψει η καταιγίδα.
Ποτέ δεν τον σκιάζανε τα βρόχια κι οι
καταιγίδες. Μικρός αναθυμάται που
του’φεραν ένα γκρίζο αδιάβροχο με ξέχωρο καπέλο κι ήθελε τόσο πολύ να
βρέξει. Ήταν τα χρόνια κείνα της
ανομβρίας κι έμεινε μ’ εκείνο τον καημό, να δοκιμάσει το γκρίζο αδιάβροχο. Ακόμα το θυμάται… Τα χρόνια πέρασαν κι ακόμα αποζητά τις
βροχές, αποζητά το γκρίζο αδιάβροχο με το ξέχωρο καπέλο.
Έμεινε ώρα πολλή στριμωγμένος στη σκοπιά, με συντρόφεμα όχι τ’ όπλο του πού’χε στη
σκοπιά ακουμπισμένο, μα της καρδιάς τ’ άφοβο.
Και μη νομίσει κανείς κάτι διαφορετικό.
Δεν ήταν κι ιδιαίτερα γενναίο παιδί ο Νώντας. Ίσως γιατί ήταν αδύνατος… Πάντως
θα’λεγε κανείς πως ο Νώντας ήταν μάλλον ένα δειλοπαίδι. Κι ετούτο τ’ άφοβο τώρα, τι νάναι άραγε; Αν έσπαζαν οι γραμμές; Τι θα γινόταν;
Συντρόφεμα είχε το σταυροκόπημα, προικιό και τούτο
από τη γιαγιά του τη Χρυσή, από τότε που μικρό παιδάκι καθόταν στα γόνατά της
και του’λεγε με τη βραχνή φωνή της «το σταυρουδάκι σου Νώντα, το σταυρουδάκι
σου και τα ασταπόβροντα θα πέσουν στο ξεροπόταμο». Πέρασε η ώρα,
άργησε να’ρθεί ο άλλος σκοπός κι ο Νώντας πρόσμενε με συντρόφεμα τ’
άφοβο εκείνο. Είχε να φυλάει τις σκηνές
με τους βαριά τραυματισμένους στ’ Αλβανικό μέτωπο, τούτη την αφέγγαρη νυχτιά,
με το τόσο ανεμοβρόχι.
Κι ο Νώντας…ο
Νώντας από την Πάφο, της μακρινής Κύπρου, βρήκε τούτη την τόλμη, τούτο
το συντρόφεμα, τη βραδιά εκείνη στ’ Αλβανικό μέτωπο, όταν κατάλαβε…και καλά
κατάλαβε πως οι τόσοι πληγωμένοι στις σκηνές παρέκει, πρόσμεναν το δικό του
κουράγιο, τη δική του απαντοχή.
Βασίλειος Χαραλάμπους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου