ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Στις 30.12.2020 φτάνει στο mail κείμενο με τίτλο : «Το
Ημερολόγιο ενός Παιδιού». Συγγραφέας του ο εκλεκτός λογοτέχνης και
ανθρωπιστής αείμνηστος Αντώνης Σαμαράκης. Αποστολέας, ιατρός αγαπητός Γρηγόρης
Καραγιαννίδης, που διευκρίνιζε ότι πρόκειται για ένα γραπτό δημοσιευμένο στο λαμπρό
περιοδικό «Ακτίνες», της «Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων»-τεύχος Φεβρουαρίου 1947.
Το διάβασα και κατάλαβα ότι
είναι ένα άξιο πολλής προσοχής προσωπικό
«εκ βαθέων» του συγγραφέα, που άξιζε
να γίνει ευρύτερα γνωστό, γιατί
αποκαλύπτει τη βήμα προς βήμα δραματική, αν μη μαρτυρική πορεία του από το σκότος της απιστίας, στης
χριστιανικής Αλήθειας το φως.
Το κράτησα για μια πρόσφορη στιγμή και ευκαιρία, και έχω την αίσθηση πως είναι αυτή της πρόσφατης σχετικής ανάρτησης του λίαν αγαπητού και ισοδύναμα σεβαστού μου Μητροπολίτη Μεσογαίας Νικολάου. Στις γραμμές, λοιπόν, που ακολουθούν θέτω στη διάθεση των νουνεχών επισκεπτών της έγκριτης Ιστοσελίδας «Αναστάσιος» ενδιαφέρουσες «εκλογές» του, επαρκείς για τις δικές τους πνευματικές προεκτάσεις.
Ο Σαμαράκης είναι 28 χρονών
τότε, και κάνει τα πρώτα βήματα στα ελληνικά γράμματα. Και μετέχει, όπως πολλοί
εκλεκτοί άνθρωποι της επιστήμης και του πνεύματος στις υπό τον εμπνευσμένο
δυναμικό ηγέτη της «Ζωής» Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Παπακώστα χριστιανικές «παρεμβολές» διακονίας του
αναγεννητικού έργου της Εκκλησίας, «από
τη θέση του απλού στρατιώτη, όχι του αξιωματικού», όπως θα έλεγε ο πολύς π.
Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος, που ξέρω ότι τον αγαπούσε και εκτιμούσε πολύ.
***** *** *****
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ :
«ΤΟ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΠΑΙΔΙΟΥ»,
Εκλογές.
23 Απριλίου 1945
Έχω τα γενέθλιά μου σήμερα. Έκλεισα τα δεκαπέντε και μπήκα στα δεκάξι.
Η μαμά γιόρταζε της αγίας Αικατερίνης.
Γιόρταζε, ο παρατατικός έχει νόημα εδώ.
Γιατί η μαμά έχει κάνει κάτι, μα κάτι πολύ απίθανο: έχει πεθάνει. Ο μπαμπάς λέει, ήμουνα πολύ
μικρός τότε, όταν ήρθε ξαφνικά σπίτι μας αυτός ο θάνατος. Καθόλου δεν την θυμάμαι τη μαμά. Ο μπαμπάς λέει,
ήτανε ψηλή, αδύνατη, κι είχε μακριά
λεπτά δάχτυλα. Α ναι, είχε ακόμη δυο μαύρα μεγάλα μάτια. Η καημένη ή
μαμά ! Αν ήτανε εδώ σήμερα, θα μπορούσε
να δέχεται τις βίζιτες. ‘Όμορφη που θα
ήτανε μέσα στο ανοιξιάτικό της φόρεμα !
–νύχτα.
Κι' είχαμε πολλές βίζιτες σήμερα. Βαρέθηκα
να μου φέρνουνε δώρα. Γλυκά,
βιβλία με περιπέτειες κι' ιστορίες, ένα
σπουδαίο στυλό, μια σπουδαιότερη γραβάτα, καφέ με άσπρες πίκες. Μα
το πιο βαρυσήμαντο δώρο ήτανε του μπαμπά. Τα πρώτα μου μακριά παντελόνια. Ζήτω ! Λοιπόν ο
μπαμπάς έκανε δώρο στον Πέτρο-ο Πέτρος είναι εγώ- τα μακριά
παντελόνια. Κι ο Πέτρος έκανε δώρο στον
Πέτρο αυτό εδώ το ημερολόγιο. Αποφάσισα να γράφω το ημερολόγιο της ζωής μου. Μια σημείωση: δεν
θα γράφω για κάτι παρά μονάχα
αν αισθάνομαι ανάγκη για αυτό. «Το ημερολόγιό μου» ! Άλλωστε όλοι οι μεγάλοι
άνδρες είχανε ημερολόγια της ζωής τους. Κι εγώ είμαι και μεγάλος σήμερα, και άνδρας. Άντρας για
την ακρίβεια. Κάτι έγραψα παραπάνω για
κάτι μακριά παντελόνια.
24.Απριλίου 1945
Ξέρω να γράφω. Έτσι λένε
μερικοί. Και δεν έχουνε άδικο. Η αλήθεια είναι ότι μπορώ να χύνω στο χαρτί τις
σκέψεις μου με πολλή ευκολία. Στο σχολείο-σε
δυο χρόνια τελειώνω το γυμνάσιο-είμαι απ' τους πρώτους στην Έκθεση. Όσο για μένα, το βρίσκω αρκετά τα φυσικό αυτό. Από μικρός είχα πολλές σχέσεις με τα βιβλία. Ας είναι καλά
ο μπαμπάς κι η βιβλιοθήκη του, ποτέ του δε μ’ εμπόδισε να διαβάσω ό, τι έπεφτε
στα χέρια μου. Ω, ο μπαμπάς μου είναι σπουδαίος μπαμπάς ! Στη βιβλιοθήκη του
ποζάρουνε τα μεγαλύτερα ονόματα των αιώνων: Νίτσε. Χαίκελ, Μπύχνερ, Φρόυντ,
Σοπενχάουερ. Τι να πεις τώρα για τα βιβλία τους ! Περίφημα, εξαίσια, καταπληκτικά.
Και βέβαια που δεν είναι Καινή Διαθήκη αυτά τα βιβλία. Σε καλό μου, πού πήγα και
το θυμήθηκα αυτό το πράμα! Την Καινή Διαθήκη,
θέλω να πω. Δηλαδή, δεν τη θυμήθηκα πρώτος, εγώ.
Ο Αντρέας τη θυμήθηκε πρώτος. Μ'
αυτόν είμαστε πρώτα ξαδέρφια, Παιδικοί
φίλοι, και συμμαθητές. Στην ηλικία είμαστε το ίδιο. Μα όχι καιστα μυαλά.
Τα δικά του είναι για κλάματα. Τι
λέτε πως έκανε προχτές, στα γενέθλιά
μου; Μου έφερε, δώρο, ένα βιβλίο τυλιγμένο σε χαρτί, και δεμένο με κόκκινο
σπάγκο. Είπα κι εγώ, θα ναι κανένα βιβλίο της προκοπής. Το δώρο του Αντρέα ήτανε μια Καινή Διαθήκη, παλιά έκδοση, ντυμένη
με μαλακό μαύρο δέρμα. Πφ.
Κι είχε κι ένα αθώο ύφος και κύριος Αντρέας τη στιγμή που μου πρόσφερνε το δώρο του !
28 Απριλίου 1945
Αυτό το επεισόδιο με την Καινή Διαθήκη δείχνει καθαρά τις σχέσεις της οικογενείας μου,
εμένα και του μπαμπά μου μ’ αυτό το βιβλίο, και με τον πρωταγωνιστή του. Πραγματικά
η θέση που του έχουμε δώσει
είναι εκεί πέρα, μαζί με τα διάφορα άχρηστα, στο κασόνι. Μπορούμε να κάνουμε τη ζωή μας και χωρίς αυτόν. Αλλά;
30 Απριλίου 1945
Στη βιβλιοθήκη του μπαμπά βρίσκεται ένα βιβλίο. Μικρό είναι, μα έχει μεγάλη σημασία. Το
βιβλίο λέγεται «Ο Αντίχριστος». Ο συγγραφέας του λέγεται Φρειδερίκος
Νίτσε. Αυτό το βιβλίο είναι το πιο αγαπημένο του μπαμπά. Και για μένα είναι το ίδιο. Σκέπτομαι καμιά φορά, τι ρόλο έχει
παίξει αυτό το βιβλίο στη ζωή των δυο μας. Άρχισα να το
αισθάνομαι αυτόν τον καιρό: Ο Αντίχριστος
δεν είναι απλά ένα βιβλίο. Είναι κάτι πιο πολύ. Είναι ένα ζωντανό πλάσμα. Μια ύπαρξη που ζει, κυκλοφορεί πλάι μας, κυβερνάει το σπίτι μας. Στην οικογένειά μας είμαστε τρία πρόσωπα, εγώ, ο μπαμπάς κι ο Αντίχριστος.
10 Μαΐου 1945
Την περασμένη Κυριακή
είχαμε πάει με τον μπαμπά
περίπατο στον Κήπο. Όμορφα ήτανε εκεί
πέρα. Άνοιξη … Σε κάποια στροφή πέσαμε πάνω σε κάποιο φίλο του μπαμπά.
Είχαμε να τον δούμε καιρό. «Ω, Ω, τον κύριο Πέτρο, είπε ο φίλος του μπαμπά με θαυμασμό. Τώρα που έβαλες μακριά, ας ελπίσουμε ότι θ' αρχίσεις
να νιώθεις τη ζωή, μικρέ μου κύριε … *
Στο δρόμο βουίζανε στ' αυτιά μου τα λόγια
του φίλου του μπαμπά: «...θ' αρχίσεις να νιώθεις τη ζωή». Ακούς! Και του είπα «ευχαριστώ», του αναιδέστατου .., Μα
τί νόμισε, δηλαδή ; Ότι δεν έχουμε νιώσει τίποτα απ' τη ζωή εμείς; Κάνετε λάθος, κύριέ μου, Ο Πέτρος δεν θ' αρχίσει καθόλου να νιώθει τη
ζωή γιατί ... γιατί έχει πάρα πολύ προχωρήσει στο νιώσιμο της ζωής. Σχεδόν κοντεύει να τελειώσει.
Αν λείπανε ως τώρα τα μακριά παντελόνια, ήτανε όμως τόσα και τόσα. Τα βιβλία
του μπαμπά. Ο Φρόυντ. Ο Χαίκελ. Ο μπαμπάς ο ίδιος. Ο Αντίχριστος. Προ παντός αυτός
!
11 Μαΐου
1945
20 Μαΐου 1945
Κάποιος απ' τους πολλούς Λουδοβίκους της Γαλλίας
είπε για λογαριασμό του: «Το Κράτος είμαι εγώ». Να που τον ξεπέρασα τον αγαπητό συνάδελφο εγώ. Γιατί μπορώ να πω, χωρίς να πω ψέματα: «Ο κόσμος είμαι εγώ». Αλήθεια, αισθάνομαι κάτι παράξενο αυτές
τις μέρες. Πως δεν βρίσκεται, λέει,
κάτοικος στη γης άλλος από μένα. Αισθάνομαι
σα να είμαι εγώ κάτι μοναδικό στη γη.
30 Ιουνίου 1945.
Αν είπε κανένας πως είμαι εγωιστής έκανε
λάθος. Το έχω σίγουρο πως
δεν είμαι εγωιστής μήτε τόσο δα. Γιατί, αν ήμουνα, θα αισθανόμουνα την ανάγκη να
κάνω αυτό που πάει γυρεύοντας και ξάδερφός μου ο Αντρέας. Το πρωί μου είπε:
---Ξέρεις, Πέτρο... αυτό το
καλοκαίρι θα προσπαθήσω να πετύχω κάτι
σπουδαίο. Να ταπεινωθώ μέσα μου.
Ελάτε τώρα και πείτε μου. Ποιός
αισθάνεται την ανάγκη να γίνει καλά; Ο άρρωστος. Μια και δεν αισθάνομαι την
ανάγκη για ταπείνωση και τα παρόμοια,
είμαι εγωιστής, ή δεν είμαι; Απάντηση: Δεν
είμαι.
6 Ιουλίου 1945
Το σχολείο τέλειωσε για φέτος.
Ακόμη ένα χρόνο κι ύστερα... Θα δούμε τι θα γίνει ύστερα. Στην έκθεση
πήρα πάλι τους καλλίτερους βαθμούς. Μερικοί υποψιάζονται συνεργασία
του μπαμπά στις εκθέσεις μου. Αστείο !
Μα είναι πολύ-πολύ εύκολο να γράφει ωραίες εκθέσεις ένας που έχει
διαβάσει τόσα πολλά στη ζωή του, Ζολά,
Φλομπέρ, Νίτσε, Σοπενχάουερ, ένας που έχει νιώσει τόσα πολλά στη ζωή
του, τόσα πολλά ...
…………………………………………………….
10 Αυγούστου 1945
Είχα συζήτηση με τον Αντρέα. 'Επιμένει στις
ιδέες του. Δηλαδή πρέπει ν' αλλάξουνε πολλά στη ζωή
μας. Βρίσκεται, λέει, πολλή
φτώχεια στη ζωή μας. Φτώχεια υλική,
ηθική, φτώχεια πνευματική. Για τον Αντρέα η Καινή Διαθήκη είναι ο μόνος τρόπος να διορθωθεί το κακό. Θέλει να
αφιερώσει τη ζωή του για να εφαρμοστεί ο λόγος του Θεού στην πράξη, στην
καθημερινή ζωή.
12 Αυγούστου 1945
Όμορφη που είναι η ζωή !
13 Αυγούστου 1915
-Και πώς μπορεί να μην είναι όμορφη η ζωή
! Ο μπαμπάς μ' αγαπάει. Οι συγγενείς. Οι φίλοι του μπαμπά. Στο ιδιωτικό σχολείο, όπου μ' έχει γράψει ο
μπαμπάς, τα δασκαλάκια είναι μέλι-γάλα μαζί μου.
Σα να έκανα λάθος στις 20 Μαίου. γράφοντας «ο κόσμος είμαι εγώ». Πολύ σύντομα θα χρειαστεί να προσθέσω δυο-τρεις κόσμους στην εξουσία μου.
8 Σεπτεμβρίου 1945
Σε λίγο ανοίγουνε τα σχολεία. Ακόμη αυτός ο χρόνος κι' έπειτα ... αντίο σχολείο, έπειτα ! Λέω να δώσω εξετάσεις στο Πολυτεχνείο. Χημικός-Μηχανικός.
18 Σεπτεμβρίου 1945
– Αυτός ο 'Αντρέας! Ήρεμος,
ήρεμος που είναι ! Τα μάτια του είναι γιομάτα κάτι... πώς να το γράψω; Να,
κάτι σαν φώς. " Χμ ! έχει γούστο να το κατάφερε κείνο το «σπουδαίο»
του καλοκαιριού, να ταπεινωθεί μέσα του. Τον τρελό !
3 Οκτωβρίου 1945
Το μεσημέρι, κουβεντιάζοντας με
τον μπαμπά, κάμαμε λόγο για τη μαμά. Δεν θυμάμαι ακριβώς, πώς. Ο
μπαμπάς είπε τα συνηθισμένα. --Ή καημένη
η μαμά ! Να πεθάνει τόσο νέα! Πρόσεξα
τα χείλη του την ώρα που τα ’λεγε αυτά. Τρέμανε. Να είχε πυρετό άραγε ; Ίσως.
…………………………………………………………………………….
23 Οκτωβρίου 1945
Στο σπίτι περνάμε πλούσια,
μπορώ να πω. Βέβαια δεν βλέπω να ’ρχεται πολλή
πελατεία αυτόν τον καιρό. Ρώτησα κάτι τον μπαμπά. Μου είπε γράφει διάφορα άρθρα σε διάφορα περιοδικά και η
αμοιβή που παίρνει είναι τόσο καλή, ώστε … Δε θυμάμαι να είχα συναντήσει το
όνομά του πουθενά. Μου είπε, γράφει με ψευδώνυμο. Του ζήτησα να μου πει το ψευδώνυμό του. Μου
είπε «αργότερα». Για να το θέλει «αργότερα» ο μπαμπάς θα έχει το λόγο του.
30 Οκτωβρίου 1945
Ελευθερία! Του
χρωστώ πάρα πολλά του μπαμπά. Και πάνω απ' όλα του χρωστώ που μ' έκανε
ελεύθερο άνθρωπο. Η λέξη αυτή, «ελευθερία»,
είναι απ’ τις πιο συνηθισμένες του μπαμπά. «Ελεύθερη
ζωή» είναι η πρώτη-πρώτη συνταγή στους αρρώστους του. Από πολύ μικρός τη
δοκίμασα αυτή την «ελευθερία». Σαν ένα πουλί που αφήνουνε ελεύθερο
στην πόρτα του κλουβιού του, να πετάξει
μακριά, ψηλά, χαμηλά, παντού
… Έτσι έκανε μαζί μου ο μπαμπάς. -«Ζήσε»
! μου είπε. Και έζησα.
………………………………………………………………………………………………..
3 Φεβρουαρίου 1946
---μεσημέρι
Όλο το πρωί έλειπε ο μπαμπάς … Βρήκα ευκαιρία να σκαλίσω το γραφείο του …
Βάλθηκα να ψάχνω βιαστικά το συρτάρι. Ένιωθα μέσα μου κάτι-διαίσθηση;-ότι κάτι
σπουδαίο θα ’βρισκα εκεί μέσα. Το
βρήκα ! Ένα γραμματάκι κιτρινισμένο από την πολυκαιρία. Χρονολογία,
Δεκάξι χρόνια πίσω από σήμερα. Έγραφε ότι πήρε τα μάτια της να φύγει μακριά
του η μαμά ! Μη δεν την είχε δασκαλέψει ο ίδιος να τα κοροϊδεύει όλα στη
ζωή, να ζητάει με κάθε τρόπο την «ελευθερία»; Αυτά έγραφε η μαμά.
---απόγεμα
Ώστε δεν έχει πεθάνει καθόλου τόσο νέα η καημένη η μαμά !
23 Φεβρουαρίου 1946
Μπορούσα να υποψιαστώ οτιδήποτε, παρά ότι μου είχε πει ψέματα
ο μπαμπάς. Δεν του είπα τίποτε για την ανακάλυψή μου. Ορκίστηκα όμως να
μην είμαι πια βέβαιος για τίποτε για κανένα.
13 Μαρτίου 1946
Τα διάφορα άρθρα του μπαμπά στα διάφορα
περιοδικά αποδείχτηκαν σαπουνόφουσκες. Τα λεφτά που χρειάζονται για να
ζήσουμε τα κερδίζει ο μπαμπάς με διάφορες «επιχειρήσεις». Λίγο χρηματιστήριο,
λίγο χαρτοπαίγνιο, λίγο …
Μου τα φανέρωσε ο ίδιος χτες τη νύχτα,
γυρνώντας μεθυσμένος στο σπίτι. Σήμερα δε θυμότανε τίποτα απ’ τα χτεσινά.
20 Μαρτίου 1946
Μπόρεσε να μου πει ψέματα ο
μπαμπάς. Ώστε καθένας μπορεί να μου πει ψέματα. Ώστε όλοι μπορούνε να μου πούνε
ψέματα. Ώστε μπορεί να είναι ένα μεγάλο ψέμα η ζωή !
25 Μαρτίου 1946
Σήμερα είναι η εθνική εορτή. Θυμήθηκα
την ελευθερία. Και την «ελευθερία που πλασάρει ο μπαμπάς. Το γράμμα της μαμάς. Σα
να είναι δίκοπο μαχαίρι αυτή η «ελευθερία».
………………………………………………………………………
13 Απριλίου 1946
Περίεργο ! Από
τον καιρό που ανακάλυψα τους ανθρώπους,
που άρχισα να τους αισθάνομαι γύρω μου κακούς και ύποπτους όλους, αισθάνομαι
την ίδια μοναξιά που ένιωθα και πριν. Τότε που είχα την ιδέα ότι είμαι ο
μοναδικός κάτοικος της γης.
23 Απριλίου 1946
Έχω τα γενέθλια μου σήμερα,
μπήκα στα δεκαεφτά. Πού η περσινή χαρά !
30 Απριλίου 1946
Άρχισα να φοβάμαι. Όλα και το
κάθε τι. Τους ανθρώπους, το «μέλλον». Φοβάμαι όταν κατεβαίνω μια σκάλα,
όταν περνάω απ’ το ένα πεζοδρόμιο στο απέναντι.
10 Μαϊου 1946
Σκέφτομαι το θάνατο. Αστείο
δεν είναι να σκέφτεσαι το θάνατο και να είσαι δεκαεφτά χρονών;
…………………………………………………………………
10 Ιουνίου 1946
Πέφτω, βουλιάζω ολοένα και
πιο βαθιά μέσα στην «ελευθερία» του μπαμπά. Σα να με τραβάει από τα πόδια
κάποιος. Ένα παράξενο υποκείμενο με ψαλλιδισμένη ουρά και κόκκινη γλωσσίτσα.
18 Ιουλίου 1946
Με ρώτησε προχτές ο Αντρέας, τι νόημα βρήκα
στη ζωή μου. –Πες μου εσύ πρώτα, του είπα.---Αγωνίζομαι, μου είπε. ---Εγώ
βρήκα διαφορετικό νόημα απ’ το δικό σου, του είπα. Δεν ξεκαθάρισα ποιο.
Γιατί δεν είχα βρει κανένα νόημα στη ζωή μου. Μα δεν ήμουνα τόσο κουτός να του
το μαρτυρήσω.
19 Ιουλίου 1946
«Αγωνίζομαι». Τι πάει να
πει αγωνίζομαι; Δεν είχα υπόψη ότι ξέρει ξένες γλώσσες ο Αντρέας.
……………………………………………………………
21 Οκτωβρίου 1946
Μπήκα στο Πολυτεχνείο. Το γράφω
σα να λέω, «μπήκα στον κινηματογράφο». Μήτε μ’ αγγίζει πια αυτό που ήταν τ’
όνειρό μου. Πάει καιρός που το ’χω κόψει αυτό το ελάττωμα, να κάνω όνειρα.
13 Νοεμβρίου 1946
Βρέχει.
Μέσα μου βρέχει πιο πολύ. Βρέχει λύπη, μοναξιά απελπισία, και άλλες
παρόμοιες βροχές.
17 Νοεμβρίου 1946
Γιατί ζω;
18 Νοεμβρίου 1946
Γιατί να ζω;
19 Δεκεμβρίου 1946
Πέφτω.
20 Δεκεμβρίου 1946
Μπουμ ! Έπεσε κι ο μπαμπάς. Γλίστρησε κι έπεσε. Με
λίγα λόγια: Καταστροφή. Η περιουσία μας γίνηκε καπνός. Οι «επιχειρήσεις» του
μπαμπά. Τα χάσαμε όλα, ακόμα και τη λαβίδα που … Τον βλέπω να παραπατάει. Δεν είναι μεθυσμένος. Είναι απελπισμένος.
…………………………………………………………
24 προς 25 Δεκεμβρίου 1946
Η ώρα είναι τρεις παρά δέκα
πρωί. Δεν έχω κλείσει μάτι όλη τη νύχτα. Μα δεν αισθάνομαι καθόλου κουρασμένος.
Θέλω να τα γράψω και να τα διηγηθώ όλα με τη σειρά … Χτες το απόγεμα μ’
έπιασε στο δρόμο η βροχή. Στάθηκα κάτω από ένα παράθυρο, ώσπου να κόψει η
μπόρα. Είχα ανάψει τσιγάρο, και
ξεφύλλιζα ένα περιοδικό που μόλις το ’χα αγοράσει,
Ένα περιοδικό κάπως λίγο τολμηρό. «Κατάλληλο
για μεγάλους», όπως συνηθίζεται να λέγεται τώρα. Επομένως ένα περιοδικό κατάλληλο
για μένα.
Το παράθυρο ήτανε στο ισόγειο, κάπου
είκοσι εκατοστά πιο ψηλά απ' το κεφάλι μου … Σήκωσα τα μάτια μου προς το παράθυρο. Ένα αγόρι ήτανε πίσω απ' το τζάμι. Ένα αγόρι ως δώδεκα χρονών. Ασάλευτο πίσω απ' το τζάμι
με κοίταζε με τα γαλανά του μάτια. Είχε κάτι παράξενο το βλέμμα του. Δεν θυμάμαι να μ' είχε κοιτάξει ποτέ βλέμμα τόσο σοβαρό κι’ αυστηρό, όσο το βλέμμα
κείνου του παιδιού. Δεν μπορούσα να του ξεφύγω. Το ’νιωθα να με τσούζει, να με τρυπάει, να με καίει
...
Πέταξα το τσιγάρο στο πεζοδρόμιο. Τσαλάκωσα το βρώμικο περιοδικό και τ' άφησα να το πάρει ο χείμαρρος της βροχής … Το παιδί στο παράθυρο με κοίταζε πάντα με το ίδιο βλέμμα.
Πήγαινε τόσο βαθειά μου το βλέμμα του. Στεκόμουνα μπροστά σε κείνο το παιδί ολόγυμνος κάτω απ' τη βροχή. Δεν μπορούσα άλλο. Έβλεπα κάτι στα δυο γαλανά μάτια εκείνα, κάτι που έμοιαζε καταδίκη.
Ώστε το αγόρι ήτανε τυφλό ! Ώστε τα μάτια του αγοριού ήτανε δυο τυφλά μάτια !
Τα μάτια του παιδιού ήτανε ολοένα μπροστά μου.
Στο τρία ανάψανε τα φώτα. Είχανε διορθώσει τη βλάβη και το φώς ξαφνικά χύθηκε στο σαλόνι, στην τραπεζαρία και σ’ όλο το σπίτι … Με το φλόμπερ μισό δάχτυλο από το μηνίγγι πέτρωσα.
Στο βάθος του σαλονιού στεκότανε ο μπαμπάς. Κρατούσε υψωμένο το χέρι του.
Στο χέρι του κρατούσε το πιστόλι του.
Πρώτη φορά στη ζωή μου που τον είπα «πατέρα».
Την ίδια νύχτα αργότερα.
Του τα εξήγησα όλα. Μου τα εξήγησε όλα. Μπαίνοντας στο σαλόνι τα βήματά του πνιγήκανε στα χαλιά. Ύστερα ήτανε το ανοιχτό παράθυρο, η δυνατή βροχή, ο άνεμος ο δυνατός. Ούτε μπορούσε να υποψιαστεί ότι βρισκόμουνα στο σαλόνι εγώ. Και πιο πολύ ότι ετοιμαζόμουνα να κάνω το ίδιο που κι αυτός …
Στην τραπεζαρία βρίσκεται το τζάκι. Σκεφτήκαμε ν’ ανάψουμε φωτιά. Κρυώναμε κι οι δυο. Με βοήθησε ο πατέρας στη φωτιά. Γονάτισε πλάι μου και με βοήθησε. Πλάι μας σ’ ένα τραπεζάκι είχαμε ακουμπήσει από μέρες κάτι βιβλία. Σε μια στιγμή ζαλίστηκα απ’ την αναμμένη φωτιά. Πήγα να κρατηθώ κάπου, πιάστηκα στο τραπεζάκι και τα βιβλία χυθήκανε
στο πάτωμα. Ένα έπεσε μέσα στη φωτιά. Ήτανε ο «Αντίχριστος».
Πρώτα έφαγε τα μέσα φύλλα. Έπειτα το όνομα, Φρειδερίκος Νίτσε. Έπειτα το «Ο». Έπειτα το «Α», το «Ν», το «Τ», το «Ι». Έπειτα τίποτα.
Την ίδια στιγμή χώσαμε κι οι δυο μας τα χέρια στη φωτιά. Απ’ τον Αντίχριστο είχε απομείνει μια λέξη, μια καινούργια λέξη : Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ.
Την ίδια νύχτα αργότερα.
Τα χέρια μας είναι κόκκινα και πρησμένα. Τα μάτια μας είναι κόκκινα και πρησμένα απ’ τα δάκρυα. Απ’ τα δάκρυα της χαράς.
Την ίδια νύχτα αργότερα.
Ακούω τις Χριστουγεννιάτικες καμπάνες. Η φωνή τους να λέει για δυο ανθρώπινες καρδιές, και για κάποιον που γεννήθηκε μέσα σ’ αυτές τις δυο καρδιές, και …
Δεν μπορώ άλλο. Τα δάκρυα απ’ τα μάτια μου μπλέκονται με τα δάκρυα του πατέρα. Και, με τις φλόγες της φωτιάς στο τζάκι.
Α. ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ
6 σχόλια:
Δηλαδή μετανόησε;
Συγκλονιστικό κείμενο!!!!
Ευχαριστούμε κ. Κοτταδάκη
!
Το είχα παρακολουθήσει τη δεκαετία του 90 διασκευασμένο σε θεατρικό
Το είχαν ανεβάσει φοιτήτριες από την "Απολύτρωση" στη Θεσσαλονίκη.
Ας κάνουμε απόψε ένα κομποσχοίνι για την ψυχή του μακαριστού αδελφού Αντώνη που ωφέλησε τόσους με τη γραφίδα του.
Κι ο Θεός, που εναγώνια ζήτησε, αμφέβαλε, "αρνήθηκε" .... ας τον ελεήσει!
Και μαζί με κείνον κι εμάς που γρήγορα και βιαστικά βγάζουμε εύκολα συμπεράσματα.
Κρ. Π.
Σπουδαίο αφιέρωμα με άγνωστα εξαιρετικά κείμενα του σημαντικού λογοτέχνη.
Απλώς, εξαιρετικό!!!!!
Σημαντική η δημοσίευση των επιλογών αυτών. Ευχαριστούμε τον κ, Κοτταδάκη.
Για εμένα εντελώς άγνωστα τα γραφόμενα. Ευτυχώς που έτυχε να τα διαβάσω εδώ και να αρχίσω να αναθεωρώ απόψεις.
Δημοσίευση σχολίου