Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2025

Ένα «ωραίο μέρος» για να επισκεφθείτε-πλήξη, απογοήτευση, τρέλα. Ποιμαντική θεραπευτική της ακηδίας - π. Χριστοφόρου Χρόνη

Ένα «ωραίο μέρος» για να επισκεφθείτε-
πλήξη, απογοήτευση, τρέλα.
Ποιμαντική θεραπευτική της ακηδίας
 
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Εφημερίου Ι. Ν. Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου 
(Δρ. Θεολογίας-Μ.Α Φιλοσοφίας)

1

         Ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι ικανοποιώντας όλες τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας, θα είμαστε απόλυτα ευτυχισμένοι και πλήρεις, σωματικά, ψυχικά και πνευματικά.  Όταν αποκτούμε κάτι νέο ή ικανοποιούμε μία επιθυμία μας, αρχικά νιώθουμε χαρά και ικανοποίηση, αλλά με τον χρόνο εξοικειωνόμαστε με την απόκτηση αυτή και η ικανοποίηση σταδιακά μειώνεται έως ότου εκμηδενίζεται. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται «ηδονική προσαρμογή».[1] Όσο περισσότερα αγαθά αποκτούμε, όσες περισσότερες επιθυμίες εκπληρώνουμε, τόσο λιγότερο είμαστε ευτυχισμένοι.

        Αυτή η ψευδαίσθηση χρησιμοποιήθηκε σε ένα επεισόδιο της αμερικανικής σειράς του 1960 «Η ζώνη του λυκόφωτος» (The Twilight Zone), με τίτλο «Ένα ωραίο μέρος για να επισκεφθείτε» (A nice place to visit). Το επεισόδιο αφηγείται την ιστορία ενός εγκληματία ο οποίος πυροβολήθηκε από την αστυνομία καθώς προσπαθούσε να ληστέψει ένα κατάστημα. Προς μεγάλη του έκπληξη διαπιστώνει ότι στην μετά θάνατον ζωή του, στην πραγματικότητα για μια αιωνιότητα, μπορεί να περνάει για πάντα τον χρόνο του στο αγαπημένο του μέρος , το οποίο είναι ένα καζίνο. Σε αντίθεση με τα συνηθισμένα καζίνο, όπου είναι δύσκολο να κερδίσει κανείς, διαπιστώνει ότι σε αυτό το καζίνο βγαίνει πάντα κερδισμένος.

         Επιπλέον, βρίσκεται περιτριγυρισμένος από όμορφες γυναίκες, και σε αντίθεση με τις προηγούμενες εμπειρίες του αυτές οι άκρως ελκυστικές γυναίκες δεν λένε ποτέ «όχι». Γρήγορα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, με κάποιον τρόπο, θα πρέπει να βρίσκεται στον παράδεισο παρά τα αδικήματα που έχει διαπράξει επί μια ολόκληρη ζωή. Στο τέλος όμως, οι εγγυημένες επιτυχίες του και στους δύο τομείς τον οδηγούν στην πλήξη, κατόπιν στην απογοήτευση, και τελικά στα πρόθυρα της τρέλας.

Εκλιπαρεί λοιπόν, τον διευθυντή του καζίνο να τον αφήνει κάποιες φορές να χάνει, μόνο και μόνο για να μπορεί να αισθανθεί ότι έχει κάτι για να ασχολείται. Αν ήξερε ότι ο παράδεισος θα ήταν τόσο πληκτικός, δεν θα ήθελε ποτέ να πάει εκεί. Θα προτιμούσε το «άλλο μέρος». Ο διευθυντής του καζίνο ξεσπάει σε γέλια, και τον ρωτάει: «Και τι σε κάνει να νομίζεις ότι βρίσκεσαι στον παράδεισο; Εδώ είναι το άλλο μέρος».[2]  

         Είναι πολύ ανησυχητικό να αναλογιστεί κανείς πόσο πολύ η δική μας εποχή μοιάζει με την κόλαση που περιγράφεται στο εν λόγω επεισόδιο της «Ζώνης του λυκόφωτος». Οι άνθρωποι της εποχής μας έχουν πραγματοποιήσει, τρόπον τινά, την απόλυτη φαντασίωση των προηγούμενων γενεών ως προς το ότι κατακλύζονται με αναρίθμητες υλικές ανέσεις και μεταποιημένα προϊόντα που ακόμα και οι αυτοκράτορες της αρχαίας και της μεσαιωνικής εποχής δεν θα μπορούσαν να φανταστούν κατά κάποιον τρόπο, όμως, το να «ζεις το όνειρο» έχει μετατραπεί σε εφιάλτη, καθώς έχουμε βρεθεί παγιδευμένοι στην τροχιά που οδηγεί στην απελπισία και τελικά στην τρέλα. [3]

        Η εστίαση στην απόκτηση υλικών αγαθών σπάνια ικανοποιεί τις βαθύτερες συναισθηματικές και πνευματικές μας ανάγκες. Ο καταναλωτισμός δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι τα περισσότερα αγαθά θα μας κάνουν πιο ευτυχισμένους, αλλά αυτό συνήθως δεν ισχύει. Συχνά συγκρίνουμε τον εαυτό μας με τους άλλους, ειδικά με εκείνους που φαίνεται να έχουν περισσότερα. Αυτή η σύγκριση δημιουργεί αίσθημα ανεπάρκειας, ακόμη κι αν έχουμε αρκετά αγαθά για να ζήσουμε άνετα. Οι σύγχρονες κοινωνίες και η διαφήμιση καλλιεργούν την πεποίθηση ότι η ευτυχία έρχεται μέσω της κατανάλωσης. Αυτό μας κάνει να επιδιώκουμε διαρκώς περισσότερα, χωρίς να σταματάμε να εκτιμούμε όσα ήδη έχουμε. Η πραγματική ευτυχία συνδέεται περισσότερο με τη σχέση με τον Θεό, την προσωπική ανάπτυξη, τη δημιουργικότητα και την αίσθηση νοήματος. Αν αυτά τα στοιχεία λείπουν από τη ζωή μας, τα αγαθά δεν μπορούν να γεμίσουν το κενό. Όταν δεν εστιάζουμε σε αυτά που ήδη έχουμε και δεν καλλιεργούμε την ευγνωμοσύνη, νιώθουμε ένα διαρκές κενό, μία πλήξη-βαρεμάρα-ανία.

        Η ανία και η ακηδία διακρίνονται ως ψυχολογικές και πνευματικές καταστάσεις. Η ανία είναι μία ψυχολογική κατάσταση πλήξης ή έλλειψης ενδιαφέροντος, που μπορεί να προέρχεται από μονοτονία ή αίσθηση κενού. Η ακηδία είναι πνευματική κατάσταση απάθειας ή αδιαφορίας προς τις θείες εντολές. Ο δαίμονας της ακηδίας (ο πιο βαρύς απ’ όλους τους δαίμονες),[4] επιτίθεται πρωτίστως σε όσους αφιερώνονται στην πνευματική ζωή και αγωνίζονται να ζουν εν Χριστώ. Επιθυμεί (ο δαίμων) να εμποδίσει τις δραστηριότητες της ζωής αυτής γι’ αυτό και προσβάλλει τη ρίζα της εν Χριστώ ζωής, την προσευχή.[5] Η προσβολή αυτή γίνεται με μανία με αποτέλεσμα η ακηδία να καθίσταται το βαρύτερο και πιο ανυπόφορο απ’ όλα τα πάθη.[6]

2 

         Υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης του φοβερού δαίμονα της ακηδίας; Ασφαλώς. Το ποιμαντικό οπλοστάσιο της Εκκλησίας είναι πλούσιο σε πνευματικά όπλα.[7] Πρωτίστως χρειάζεται μεγάλη υπομονή στον αγώνα αυτό. Η υπομονή αδυνατίζει την ακηδία.[8] Μαζί με την υπομονή είναι απαραίτητη η ελπίδα και η συστηματική καθημερινή προσευχή. Η προσευχή έχει μεγαλύτερη δύναμη, όταν συνοδεύεται από εδαφιαίες μετάνοιες διότι με αυτές συμμετέχει άμεσα το σώμα στην προσευχή. Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφει ότι η ακηδία θανατώνεται πλήρως με το συνδυασμό ελπίδας και προσευχής.[9] Για να ελπίζεις όμως και να προσεύχεσαι πρέπει να έχεις αποκτήσει το φόβο του Θεού. Ο φοβούμενος τον Θεό αγαπάει τον Θεό και η αγάπη αυτή εξαφανίζει την  ακηδία.

        Πώς αποκτάται ο φόβος του Θεού; Θεμελιώδες και σωτήριο ερώτημα. Ο μεγάλος νηπτικός και ασκητικός Πατέρας, ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος, υποστηρίζει ότι ο φόβος του Θεού είναι γέννημα της πίστεως[10] και συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή των εντολών του Θεού.[11] Η εφαρμογή των θεϊκών εντολών ταυτίζεται με τον φόβο του Θεού.  

        Περί της αποκτήσεως του φόβου του Θεού ομιλεί και έτερος κορυφαίος νηπτικός Πατέρας, ο Αββάς Δωρόθεος. Υποστηρίζει ότι ο φόβος του Θεού αποκτάται με τη διαρκή μνήμη του θανάτου και των τιμωριών, με το να ερευνά κάποιος τον εαυτό του κάθε βράδυ, πως πέρασε την ημέρα, και κάθε πρωί πάλι, πως πέρασε τη νύκτα. Και το κυριότερο: Με το να ζήσει με κάποιον άλλον άνθρωπο που πραγματικά φοβάται τον Θεό. Γράφει χαρακτηριστικά ο Αββάς: «Γιατί λέγεται ότι ρώτησε ένας αδελφός κάποιον από τους Γέροντες: Τι να κάνω, πάτερ, για να φοβάμαι το Θεό; Και του λέει ο Γέροντας: Πήγαινε να ζήσεις μαζί με κάποιον που φοβάται το Θεό, και καθώς εκείνος θα ζει το φόβο του Θεού, θα μάθεις και συ πως να Τον φοβάσαι».[12]

         Ο έχων φόβο Θεού είναι ένας αμέριμνος άνθρωπος, όχι με την έννοια της ανευθυνότητας και της αναισθησίας, αλλά με την έννοια της απόλυτης εμπιστοσύνης στην πρόνοια του Θεού. Είναι ο άνθρωπος που έχει τέλεια αγάπη προς τον Θεό και τρέμει μήπως ποτέ φτάσει στην καταφρόνηση Αυτού, σύμφωνα με τον άγιο Νεκτάριο.[13] Είναι ο άνθρωπος που την κάθε περίσταση της ζωής του θα την εντάσσει στο σωτήριο σχέδιο του Θεού, είναι ο άνθρωπος που την κάθε μέριμνά του θα την εναποθέτει στα χέρια του Θεού κατά τον ψαλμικό λόγο «ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει».[14] Ο φοβούμενος τον Θεό είναι αδύνατον να πέσει σε ακηδία ή και αν πέσει αμέσως θα μετανοήσει, διότι σε κάθε περίσταση βλέπει το σχέδιο του Θεού και το εμπιστεύεται.

        Η κατανόηση του νοήματος της ζωής μπορεί να προκύψει από την επίσκεψη σε τέσσερα χαρακτηριστικά μέρη: το νοσοκομείο, τη φυλακή, το κοιμητήριο και τον ιερό ναό. Στο νοσοκομείο αναγνωρίζεται η ανεκτίμητη αξία της υγείας. Στη φυλακή γίνεται φανερή η θεμελιώδης σημασία της ελευθερίας ως υπέρτατου αγαθού. Το κοιμητήριο υπενθυμίζει τη ματαιότητα της υλικής ζωής, ενώ στον ιερό ναό ο Θεός μας αποκαλύπτει την αγάπη Του. Η συχνή επίσκεψη σε αυτά τα μέρη προσφέρει πολύτιμα διδάγματα, τα οποία, αν αφομοιωθούν, λειτουργούν ως αντίδοτο στην ακηδία και οδηγούν σε μια ζωή που χαρακτηρίζεται από θεϊκή ευγνωμοσύνη, απλότητα και λιτότητα. Αυτή η προσέγγιση εναρμονίζεται πλήρως με το πνεύμα της εν Χριστώ ζωής, όπως εκφράζεται στη φράση του Αποστόλου Παύλου: «ἔχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα».[15]

 



[1] Δημήτρης Φλαμούρης, https://www.huffingtonpost.gr/dimitris-flamouris/-12238_b_17306246.html (ανάκτηση 22/12/2024)
[2] https://www.youtube.com/watch?v=Su1Rdw3SRHY (ανάκτηση 22/12/2024)
[3] Τσαντ Α. Χάαγκ, Η φιλοσοφία του Τεντ Καζύνσκι-Γιατί ο Γιουναμπόμπερ είχε δίκιο για την σύγχρονη τεχνολογία, μτφρ. Σωτήρης Γιαννέλης, εκδ. Έξοδος, Αθήνα 2024, σ. 53.
[4] Ευάγριος ο Ασκητής, Τῶν κατά μοναχῶν τά αἲτια, 7.
[5] Βλ. Ισαάκ ο Σύρος, Λόγος 57.
[6] Μάξιμος Ομολογητής, Άγάπης ἑκατοντάς, 1,67.
[7] Για μία λεπτομερέστατη και εμπεριστατωμένη παρουσίαση των μεθόδων και των πρακτικών για την αντιμετώπισης της ακηδίας βλ. Jean Claude Larchet, Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, τ. Β΄, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 20092, σ. 301-316.
[8] Ευάγριος Ο Ασκητής, Λόγος πρακτικός, 28.
[9] Ιωάννης Σιναΐτης, Κλίμαξ, 13,10.
[10] Ισαάκ ο Σύρος, Λόγος Α΄, Ἀσκητικός, Περὶ ἀποταγῆς καὶ μοναχικῆς πολιτείας, Φιλοκαλία τ. 8Α, εκδ. ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 92, «Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀρχή ἐστι τῆς ἀρετῆς. Λέγεται δὲ εἶναι γέννημα τῆς πίστεως, καὶ σπείρεται ἐν τῇ καρδίᾳ, ὅταν ἀποχωρισθῇ ἡ διάνοια ἀπὸ τοῦ περισπασμοῦ τοῦ κόσμου, τοῦ συνᾶξαι τὰς νοήσεις αὐτῆς, τὰς εμβομένας ἐκ τοῦ μετεωρισμοῦ…»
[11] Εκκλ. 12,13 «τὸν Θεὸν φοβοῦ καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ φύλασσε».
[12] Αββάς Δωρόθεος, Έργα Ασκητικά, Δ΄Διδασκαλία 52, εκδ. Ετοιμασία, Καρέας 20006, σ. 152.
[13] Άγιος Νεκτάριος, Ποιμαντική, εκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, χ.χ., σ. 111.
[14] Ψαλμ. 54,23.
[15]
Α΄ Τιμ. 6,8.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Διαχρονικό και πάντα επίκαιρο το άρθρο. Ταυτόχρονα και ωφέλιμο για να βρεις τον εαυτό σου.