Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

ΚΑΙΝΑ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ - ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

ΚΑΙΝΑ  ΚΑΙ  ΠΑΛΑΙΑ  ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ  ΣΤΗ  ΒΑΣΙΛΕΙΑ  ΤΩΝ  ΟΥΡΑΝΩΝ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ  ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

      Νίκος Γ. Κοπιδάκης, ο φίλος συμφοιτητής από τις Άνω Ασίτες, ο αδελφός στην υπέροχη χριστιανική στρατεία εποχής -Χ.Φ.Ε.- ο αγαπητός θεολόγος συνάδελφος, 1958. Αμφότεροι κατόπιν σε μακρά διαδρομή ζωής. Ξέρει ο Θεός πώς και τι. Ξέρει και ότι από τότε έως νυν, μια μονάχα φορά βρεθήκαμε και τα είπαμε πρόσωπο με πρόσωπο, και τηλεφωνικά δεν τα λέγαμε πολύ συχνά. Και σήμερα, εξήντα τέσσερα χρόνια συν από τότε, πώς διάβηκαν Θεέ μου, κρατώ στα χέρια τις: «Ώρες ανάσας», μια εκ βαθέων έκφραση της ψυχής του ποιητική, σε όμορφη έκδοση-Ηράκλειο Κρήτης 2021. Με πιο όμορφη την ιδιόγραφη αφιέρωση. «Η φιλία μας μένει αναλλοίωτη, παρά τα χρόνια και τις αποστάσεις». Όντως, τουτέστιν αληθινά!

       Άνοιξα παρευθύς, έπιασα να διαβάζω στίχους, ποιήματα ένα, δυο. τρία … άλλα, όχι λίγα, αρκετά. Ήρεμο ρυάκι κυλούσαν το απ’ τ’ άλλο μετά, ανάλαφρα, ευχάριστα. Έμεινα ν’ απολαμβάνω λυρισμό, αισθητική ομορφιά, ωραία αισθήματα, συν κάτι άλλο, πηγαίο στοχασμό, θαρρετό κι ελεύθερο προβληματισμό! Για πολλά τε και απλά, και ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα, κι επίκαιρα, και σοβαρά, και υψηλά, ως και υπαρξιακά. Και από τα νέας ας πούμε έτσι κοπής, νέου κύματος σε ρέοντα πεζό λόγο ποιήματα, με όχι δυσδιάκριτο ρυθμό, και από τα παλαιάς με το εύτονο ομοιοκατάληκτο. Και να ανοίγομαι μαζί τους, μαζί του, σε μια άλλη θέαση πολλών πραγμάτων, σε έναν ανά- στοχασμό. «Ποίηση όχι για την ποίηση, είπα, αναφορά, αναγωγή στο άφθαστο!

     Από τούτα, κι εκείνα, κι αυτά πώς δεν ξέρω, ξέρω ότι ήρθε ο νους και στάθηκε, φάνηκε ίσως εδώ να του ταιριάζει ο λόγος του Χριστού στους Μαθητές. «Πας γραμματεὺς μαθητευθεὶς εις την βασιλείαν των ουρανών … εκβάλλει εκ του θησαυρού αυτού  καινά καινὰ και παλαιά» -Μτ.13,52. Ίσως από το κοινό θεολογικό μας υπόβαθρο, και όχι μόνο, που άφηνε ο φίλος να αναδύεται, να διαπερνά, να διαχέεται στο τραγικό σήμερα διακριτικά, κατά την αρχή ή αξίωμα: «Τα κοινά καινώς λέγειν, και τα καινά κοινώς». Πιο πολύ όμως δεν ξέρω πώς βρέθηκα να μιλώ στο τηλέφωνο μαζί του, και να φωνάζω γεμάτος χαρά: «Έκπληξη, αδελφέ μου! Αποκάλυψη πολύτιμου πνευματικού θησαυρού»! Έτι δε να προσθέτω, πώς δε θ’ αργήσω να κάνω κάποια γραφή.

      Τώρα όμως, με το τέλος αυτής της μικρής εισαγωγής, φωνή έλεγε κι επαναλάμβανε μέσα μου, όπως όταν η βελόνα κολλάει: «Το τελευταίο καλύτερα να μην είχες πει». Γιατί διαβάζοντας κατόπιν και διαβάζοντας ποιήματα και ποιήματα, στίχους και στίχους, συχνά πάνω από μια φορά, παραδόθηκα στο κύμα του λυρισμού, θαύμασα αυθεντική αποτύπωση αισθητικής ομορφιάς, έρωτα αληθινό για ανάδειξη του φυσικού κάλλους της πάτριας γης, της όλης Κρήτης, της ολόφωτης πολιτισμικής ανταύγειας της σε πρώτη γραμμή. Και όλα αυτά σε μια μέθεξη με ουσιαστικό χριστιανικό πνεύμα, και όχι μόνο. Για όλα όσα αγαπήσαμε, για όσα μας κράτησαν στο πέρασμα του χρόνου ζωντανούς, όρθιους. Ελληνικό οικουμενικό πνεύμα, συν Ορθοδοξία εμφανώς. Κι σε ρέοντα γλαφυρό λόγο παντού, συν μια γλύκα, μια αρμονία, από σύνθεση χαράς, καημού, αγωνίας, αγώνα ως αναδύεται από την ιδιόμορφη μελωδία της φωνής του Κρητικού λυράρη και της λύρας του, διαχέεται, κι αγγίζει καρδιές.

     Και πρόσθεσα, «τι γίνεται τώρα; Πώς μπορεί αυτή η ομορφιά, η χάρη, αυτός ο ποιητικός πνευματικός θησαυρός να εγκλωβιστεί σε ένα ενδεικτικό κορφολόγημα στίχων ή ποιημάτων, χωρίς να αδικηθεί η υπέροχη κατάθεση της όλης συλλογής; Και πώς από αυτό να καλέσεις τον αναγνώστη να βγει μαζί σου στα πιο πάνω και να συμπορευτεί; Δυστυχώς όμως δρόμος άλλος δεν ξέρω να υπάρχει, μήτε άλλη οδός βατή. Διό και προχωρώ, κορφολογώ, φτιάχνω και παραθέτω μια αρκετά μεγάλη ανθοδέσμη με ενδεικτικά ποιήματα ή στίχους από την όλη συλλογή, ώστε να γίνει ως ένα βαθμό αισθητή η ομορφιά και το άρωμα του πνεύματος της. Κι ενδεχομένως από τούτο, μια κάποια επιθυμία άμεσης καταφυγής στην πηγή.

      Ακολουθώ τη σειρά ένταξης των ποιημάτων στο βιβλίο ως γράφει, «από την αγαπημένη μας μαθήτρια Τασούλα Μαρκομιχελάκη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ». Προσθέτω, συν ένα-δυο  δικά μου διευκρινιστικά, αναγωγές και επισημάνσεις όπου δει.

******   ***  ******

Α.   Περίοδος  2021 – 2000. 
 
1.   Πάσχα 2021.   
   (Ανάσταση, Μ. Σάββατο 21.00, τρόμος,
θάνατος, καραντίνα Κόβιτ19.)
 «Το Χριστός Ανέστη απόμακρο ακούστηκε…
Εμείς στο δρόμο, διστακτικοί, στην εκκλησία δεν μπήκαμε …
Ο φόβος του κορωνοϊού πρυτάνευε.
Την άφεση στη χάρη του Θεού η αυτοσυντήρηση την κάλυψε. …
… Η ματαιότητα των πραγμάτων παίρνει διαστάσεις αλήθειας
για τη ζωή μας;
Η άμεση προσέγγιση του θανάτου μας έκανε μετόχους
της Ανάστασης; …
Ακούσαμε το «λάβετε φάγετε» ως προτροπή μοιράσματος;
Η αγάπη λειτούργησε ως πράξη ή έμεινε μόνο αίσθημα; …»
 
2.   Στην πέτρα που κάθομαι. 14.8.2018.
Τοποθεσία «Τράπεζα», Άνω Ασίτες.
 
«Πατώ τη γη που δούλεψα και μου μιλεί.
Την περπατώ, υπόσχεται πίστη.
Κάθομαι στο χώμα της, με γεμίζει αναμνήσεις.
Το τώρα με το πριν γίνονται ένα.
Συντροφιά: οι σκυμμένοι εργάτες στον ήλιο.
Καρτερία: η μεσημεριανή δροσιά στη σκιά.
Στο βασίλεμα του ήλιου το σχόλασμα
έχει συντροφιά το τραγούδι.
Ελπίδα: η αναμονή της σοδειάς.
Αν ο καιρός κάνει τη ζημιά; Έχει ο Θεός ! Του χρόνου.
Τα χρόνια περνάνε …
Ο κόπος ευλογία λογίζεται.
Κι αυτός ο Έρωτας στη γη δεν εξαντλείται!»
 
3.   Τι να ’ναι, αλήθεια το μετά;        7 Ιουλίου 2016
«Τα χρώματα στο βαθύ δειλινό
έχουν γοητεία και οδύνη.
Το βουνό σκοτεινό
δείχνει μόνο τον πέτρινο όγκο του.
Στη θάλασσα άφησε ρόδινες αποχρώσεις
το τελευταίο φως της μέρας,
ήχοι της νύχτας αφήνουν μηνύματα απορίας,
η λογική παλεύει με την καρδιά
στους ορισμούς του τέλους.  
 
  Τι να ’ναι, αλήθεια, το μετά; 
Η αγνωσία μας μπερδεύει.
Όμως σαν δε βιώσαμε την Κόλαση,
γιατί τρομάζουμε; 
Κατέναντι του φωτός θελήσαμε να πάμε—
Μικρές οι δυνάμεις μας για βήματα μεγάλα.
Τώρα, ελπίδα ζητούμε και έλεος».
 
(Εκπληκτική εικόνα της φύσης το δειλινό, οδός πορείας κι εξόδου στο υπαρξιακό.)
 
4.  Τέσσερα ρήματα.   17.10.2010
Χαρισμένο στα παιδιά της Γ΄ Γυμνασίου
που περπάτησαν το φαράγγι του Ρούβα.
«Σκέπτομαι —τους απάτητους τόπους,
τα δέντρα που εμπιστεύτηκαν τις κορφές των βράχων …
τα μονοπάτια που δύσκολα διαβαίνονται.
τις καρδιές που δεν αρνούνται ό, τι αγάπησαν.
 
Πικραίνομαι —στις περιοχές της προδοσίας,
στις ιδεολογίες που μένουν στα λόγια,
στη δίψα του χρήματος και της επικράτησης,
στις κάστες που θέλουν να μας κυβερνούν.
 
Σαστίζω —στα αδιέξοδα των δρόμων,
στις ελπίδες που δεν έχουν ρίζα μεταφυσική,
στη σιωπή που δεν έχει ανταπόκριση,
στην απουσία του κάλλους.
 
Στέκομαι —στην αναμονή.
Είναι μια άσκηση υπομονής».
 
(Η καρδιά του θεολόγου Σχολάρχη του «Παγκρήτιου» Εκπαιδευτήριου γυμνή.
Σε διακριτική διδαχή ! )
 
ε.  Στον μετανάστη.     Αθήνα-Ν. Υόρκη 16.01.2010,
κουβέντα με μετανάστη 70 ετών.
 
«Να ’ναι το χρώμα της θάλασσας,
η διαφάνεια του ουρανού,
το διαχρονικό αίμα του νόστου, της Ιθάκης,
αχτίνες από το φως της Ακρόπολης,
η μεταμόρφωση του Παρθενώνα σε Άγια-Σοφιά,
οι μυστικές μουσικές που φέρνουν ποιητές και μύστες;
Περιττή η διευκρίνιση.
Φτάνει ν’ ακούσεις του μετανάστη την καρδιά:
η μνήμη του απέριττου,
η λαχτάρα της διάσωσης,
το όνειρο της επιστροφής,
η πηγή που αναβλύζει αγάπη αλώβητη».
 
6.   Στη Μαρία, στη γιορτή της       15.8.2009,
παραλία Λίγκρες νότια Κρήτη.
«Πήρα σφιχτά το χέρι της
για να μη φύγει ο έρωτας.
Λες να με φόβισε η ηλικία;
Μήπως το επερχόμενο άγνωστο;
Άγγιξα την καρδιά και βρήκα
     τους χτύπους της.
Ο νους, που ρώτησα, δε μίλησε.
Η σχέση μένει υπαρκτή,
οι στόχοι σταθεροί και ασφαλείς,
και η ζωή οδεύει την πορεία της.
Τα κύματα της φθοράς τα προσπερνάμε ακόμη,
δεν καταλιέται το κορμί αν αγαπάς,
η φύση θα το φθείρει με την ώρα της.
Εμείς θα μείνουμε οδεύοντας
με οδηγό την προσφορά,
αν θέλουμε να μείνουμε στη μνήμη,
αν θέλουμε κατέναντι να δούμε το αιώνιο».
  συζυγική αγάπη αλλιώς από τραγικά τρέχοντα,
«αλλήλων προσφορά», αγέραστη).
 
7.     Χριστούγεννα  2008
«Χριστέ της πίστης και της αμφισβήτησης,
παραμονές του Γενεθλίου σου.
Εσύ με το αστέρι να δείχνεις φως ζωοποιώ,
εγώ να ψάχνω τα πολύχρωμα λαμπιόνια για τη φάτνη σου,
Εσύ στο στάβλο των αδυναμιών να βρίσκεσαι
εγώ να ζω στης υπερκατανάλωσης την αίγλη,
ατομικά ν’ απολαμβάνω τη ζωή …»
 
(Πειρασμός  εποχής. Χριστούγεννα
 βιτρίνας ή ψυχής;)
 
8.   εκδρομικό      Καθαρή Δευτέρα 2006
«Εστία φωτός το χρώμα του πορτοκαλιού,
πλαισιωμένο από τη γοητεία του πράσινου.
Δίπλα τους τα πανύψηλα πλατάνια,
μαρτυρούν με το ξύπνημά τους
τον ερχομό της άνοιξης.
Και το ποτάμι να ρέει συντονισμένο
με τη διάρκεια του χρόνου …
Ο ήλιος ολόφωτος ξεχωρίζει την Κρήτη
στην πορεία του.
Η παρέα μας έκπληκτη στην ομορφιά,
αμήχανη στα χρόνια που φεύγουν,
μαζεύει ό, τι σκορπίζομε,
στην πεζή επανάληψη των πραγμάτων».
 
9.    Αμερική για εγχείρηση στο μάτι       2001
«Αν είχα καταθέσεις στην ευχαριστία,
θα είχα στη δοκιμασία αντοχές.
Μα τώρα βρίσκομαι με ψίχουλα ελπίδας,
που μόνο με τη χάρη του Θεού δεν γίνονται άνεμος …
… Ποιος είπε δε φοβάμαι τη δοκιμασία;
Αν είναι άγιος, δε θα καυχάται …
Αν είναι δυνατός, θα σιωπά …
Αν είναι φλύαρος δε θα ακούγεται …
Κι αν είναι ώριμος τις αντοχές του πόνου του κατέχει.
Στη δοκιμή οι νύχτες είναι σπαραγμός …
Για τον πιστό πάλη σκληρή η προσευχή για την ελπίδα.
Σ’ όποιον δε θέλει στήριγμα, ο πόνος απομένει πλάι στη μοναξιά …»
 
«Τόσο λεπτή μεμβράνη !
Που να μπορώ την παντοδυναμία του Θεού να διακρίνω,
τη σμίκρυνση της δύναμής μου να μετρώ …
 
  Ο τρόμος είναι ο τρόπος
Που εκφράζεται η απιστία.
Η απειλή της όρασης
μεγάλη μεταφυσική αμηχανία.
 Τόσο λεπτή μεμβράνη
φιλτράρει ό, τι είναι θεωρία πίστεως,
ώρα για να βρεθούν προσβάσεις
στα μη ορώμενα.
 
Η απειλή της όρασης φέρνει σαν χιονοθύελλα
την προσταγή της ωριμότητας …
Μια κάποια πίστη φέρνει μόνο την ελπίδα».
 
10   Κωνσταντινούπολη  2000      Με το καραβάκι στο Βόσπορο.
«Στις Συμπληγάδες πέτρες
ο προαιώνιος καημός συντρίβεται,
η πίκρα των προγόνων
με τη δικιά μας συντονίζεται.
Φτωχές οι δικαιολογίες,
δεν φτάνουν να καλύψουν τις αδυναμίες μας.
Σε τούτο το Στενό του Βοσπόρου,
αδιάκοπη, αλήθεια, η ροή των βαρβάρων …
  Περάσανε κι αυτοί που σκόρπισαν το θάνατο,
αυτοί που αλυσόδεσαν στη μαύρη τη σκλαβιά το Γένος.
Πώς συγκεντρώθηκε τόσο κακό;
Πόσο μεγάλη ήταν η αμαρτία,
για να χαθεί η Βασιλεύουσα; …
… Στα ήσυχα νερά του Βοσπόρου
εγώ μόνο το αίμα και τα δάκρυα διέκρινα …
… Ποιος λέει ακόμα πως
Πάλι με χρόνια με καιρούς …;
Σ’ άλλων τα χέρια η Πόλη μας:
του  Κωνσταντίνου το μεγάλου έργο.
του Ιουστινιανού, της Θεοδώρας το  βασίλειο,
του Ιωάννη του Χρυσόστομου ο λόγος,
η ύψωση του Τίμιου Σταυρού απ’ τον Ηράκλειο,
η ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού,
οι Σύνοδοι με τους Πατέρες,
και το εν τρούλω εκκλησάκι το μικρό».
(Ένα μόνο σχόλιο. Ανείπωτη αλήθεια, δεν αντέχεται.
Δάκρυ πικρό)
 
Β.    Περίοδος    1999 
 
1.    Παρέα με το μωρό μας.       1999
«Όταν κοιμάσαι, είσαι εικόνα γαλήνης.
Η ομορφιά σου ταυτίζεται με την αθωότητα.
‘Η έκφρασή σου αλήθεια ανόθευτη.
Το όνειρό σου διάλογος με το Θεό.
Η σιωπή σου ζωής ξεκίνημα.
Το χαμόγελό σου ένας νέος ήλιος.
Η φωνή σου ανταύγεια φωτός.
………………………………….
Κοντά σου αναπολούμε τα λάθη μας
………………………………………..
Η συντροφιά σου μας φέρνει πιο κοντά στην αλήθεια.
………………………………….
Είσαι ολόκληρη η ευλογία,
αυτό που λέμε η χαρά της ζωής».
 
(Ένας θαυμασμός σε στάση σιωπής)
 
2.   Αποχαιρετισμός στη Γ’ Λυκείου.       Ιούνιος 1997
 
Αξίωσον Κύριε εν τη ημέρα ταύτη …
 
«… Μακριά από την έλλειψη ευχαριστίας,
από την άρνηση της δωρεάς,
μη με αφήσεις να κρατώ τα πράγματα και τις ιδέες,
μη μείνω μόνο στο εγώ.
Ό, τι εισπράττω σε κακία, μην τ’ αποδίδω σαν μικρός.
Τ’ άσπρο εκκλησάκι της ψυχής μου,
 μην τ’ ανταλλάσσω με παροδικά …
Τα μάτια μου να μην αφήσω να αγνοούν την ομορφιά.
Ό, τι αγαπώ μην το σκλαβώσω, και μην αφήσω την καρδιά
να γίνει σάρκα χωρίς πνεύμα, χωρίς τη χάρη δικής σου της πνοής.
Ο έρωτας μη γίνει λόγος του καιρού και της ημέρας,
αλλά ουσία της ζωής.
Μην τον κρατήσει το εγώ εκεί που ψάχνει
 την ατομική του ευχαρίστηση,
εκεί που χάνεται η κοινωνία.
Μη χάσω στην οργή που θα βρεθώ
Το έλεος και τη συγγνώμη,
Και μην ξεχνώ τα οφειλήματα ημών,
γιατί θα πέσω στο βαθύ σκοτάδι.
Μη χάσω από τα μάτια μου τη λάμψη,
που θα μπορέσει να οδέψει την ψυχή
 στον τόπο της δική σου της αλήθειας.
Να πάτε στο καλό.
Ν. Γ. Κοπιδάκης
Λυκειάρχης
 
3.       Κρήτη, άνοιξη            1995
«Αν είχα τρόπο να μετρήσω την αγάπη σου,
όπως τη βρίσκω σαν σε περπατώ, όμορφη Κρήτη,
θα  ‘χα τη χάρη να μιλώ ερωτικά.
Σαν είμαι στα φαράγγια σου,
ανοίγεις τα βαθιά σου στήθη,
κι απλόχερα προσφέρεται η γοητεία της καρδιάς σου,
στέρεα σαν την πέτρα σου αισθήματα μας πλημμυρίζουν.
……………………………………………………………………
   Κραυγή σου τα βουνά
και βάθρα της σημαίας οι σπηλιές
για να γενεί ζωή η ελευθερία …»
 
4.    ΑΓΙΟ  ΟΡΟΣ
 
  Στα Καυσοκαλύβια         1993
  «Το Γέροντα Ησαϊα ρώτησα:
«Πώς θα σωθούμε, πάτερ, εμείς που είμαστε του κόσμου;»
«Πολλά δε θέλει ο Κύριος, παιδιά μου.
Ταπείνωση κι αγάπη μας ζητά.
Όλα τα άλλα προσπερνά το έλεός του …
… Για σας τους κοσμικούς,
το κόσκινό του έχει ανοίγματα μεγάλα.
Την έγνοια σας μετρά και τον αγώνα σας,
Πορεύεστε ελεύθερα το δρόμο της δικής Τα ου αγάπης».
 
4β.    Στη Διονυσίου    1991   Γονατιστός στον τάφο του Γέροντα Γαβριήλ.
«Ήρθα και ζήτησα κανόνα, Γέροντα.
Ακριβή η φωνή σου στην αιωνιότητα …
  Μόνο δε μ’ άφησες. Σ’ άκουσα στη μνήμη μου …
Είπες αθόρυβα με τη φωνή σου τη βροντώδη
πως η εγρήγορση, πως η ταπείνωση, πως η θυσία, 
πως αγάπη δεν είναι τέκνα του εγωισμού.
Είναι καρποί της προσευχής και της ευχαριστίας.
Η χάρη του Θεού θέλει αγώνα !
Είναι απέραντη για να χωρέσει στης ευκολίας τα στενά»
 
5.  Πάλι Κρήτη !                   Αύγουστος 1981
«Γαλάζια θάλασσα
γαλάζιος ουρανός
καμένα βράχια
ψημένα χώματα.
Ήλιος καυτός
ασταμάτητη η μουσική από τζιτζίκια.΄
Άσπρα τα εκκλησάκια στις κορφές
τραχιά η όψη των ανθρώπων στα χωριά.
Λύρα, τραγούδια ερωτικά,
οι πέτρες που μιλούν για ιστορία.
 
Αμπέλια πράσινα αδελφωμένα
με τη γκρίζα ελιά.
Παντού αισθήματα και πρόσωπα
Μας συνοδεύουν φιλικά.
 
Απλό το πρόσωπο της Κρήτης
Απλό και δυνατό στη μνήμη και το χρόνο».
 
6.  Ακρόπολη   1970  Επιστροφή από Αμερική.
«Μόλις ακούμπησα την πέτρα της Ακρόπολης,
ποτίστηκα με πλούσιους χυμούς Αθανασίας,
Ποτάμι πέρασε ο Λόγος ο πανάρχαιος
και ξέπλυνε τις σκόνες που με φόρτωσε
η συντροφιά της άρριζης χώρας».
 
7.   Ευχαριστία       Άνοιξη 1968
«Κύριε, Συ που μιλάς και η γη παίρνει χυμούς απ’ τη φωνή Σου…
… Συ που ωριμάζεις τους καρπούς των δέντρων και τους χαρίζεις πλούσια …
… Συ Κύριε, βοήθησέ μας να ξαναβρούμε τη γλώσσα που χάσαμε:
Τη γλώσσα της ευχαριστίας.
Σήμερα που μαθαίνουμε πολλά, ξεχνάμε τη δοξολογία.
Ζηλεύω τα πουλιά που δεν την ξέχασαν …
Ρωτώ την καρδιά μου γιατί τόσο δύσκολα ευχαριστεί,
Γιατί η αγάπη γίνεται εφήμερη. …
Χρειαζόμαστε τώρα τους ανέμους Σου,
για να καθαρίσουν τα’ αυτιά μας από τους θορύβους,
και τη βροχή Σου να ξεπλύνει την καρδιά μας
απ’ τον καπνό και τη σκόνη της πόλης.
Βοήθησε μας να πάψουμε να ζητούμε.
Ας γίνει το Δος μοι, Κύριε,
Δόξα Σοι, Κύριε».

  Ευχαριστίες, αδελφέ μου, το ελάχιστο, για τις ομορφιές και αλήθειες ψυχής στις  «Ώρες ανάσας» σου.

Αθανάσιος Κοτταδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: