Από την πλευρά του ο
Υμνογράφος της Εκκλησίας μας βάζει απέναντι σε μια πίστη, εκπληκτική.
«Αγκαλίζεται χερσίν-παίρνει αγκαλιά-ο πρεσβύτης Συμεών-τον του νόμου Ποιητήν
και Δεσπότην του παντός». Που εκείνη
τη στιγμή δεν είναι άλλος, παρά ο Χριστός βρέφος
μόλις σαράντα ημερών ! Τον δείχνει στους αιώνες και ομολογεί. 1. «Ο
Σωτήρας του κόσμου είναι Αυτός»! «Είδον οι οφθλαμοί το σωτήριόν σου, ο
ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών». 2.
Και είναι. «Σωτήρας Αυτό-Θυσιαστικός ! Εξηγεί
απευθυνόμενος στην Παναγία Μητέρα σαφώς. «Σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται
ρομφαία». 3. Και είναι. «Ο Αιώνια αμφισβητούμενος» ! «Ούτος
κείται … εις σημείον αντιλεγόμενον»-Λκ.2,29. Απροκάλυπτος
ρεαλισμός, αδιάψευστος, αληθινός.
Τρία χρόνια φωτίζει την Παλαιστίνη ο Χριστός ως το φως το αληθινό. Με θείο λόγο συμπλήρωμα, ολοκλήρωμα του παλιού νόμου του Σινά. Την πλημμυρίζει ευεργεσίες, ιάσεις, αναστάσεις νεκρών ... Και για … ευχαριστία εισπράττει. «Εν τω Βεελζεβούλ τω άρχοντι των δαιμονίων, εκβάλλει τα δαιμόνια». Διαβολικής προέλευσης τα θαύματα. «Πίστη» αντίπερα όχθης, απιστία, δηλονότι, ολοκληρωτική ! Συν, «άρον-άρον σταύρωσον αυτόν» !
Ερχόμαστε στους δικούς του.
Τρία χρόνια κοντά του, πλάι του, εξ απορρήτων του, δώδεκα Μαθητές. Και τι
υπέροχη που άκουσαν πρώτοι, η διδαχή του-«Ο
Θεός Αγάπη εστί», Αγάπη χωρίς όρια,
Αγάπη και στους εχθρούς ! Και τι υπέροχα, θαυμάσια, θαυμαστά, τα θαύματα που
είδαν, και ανάσταση νεκρών ! Επί πλέον, απροκάλυπτα τους είπε, τους
προειδοποίησε, τους ενημέρωσε ίσια και καθαρά. «Θα σταυρωθώ, αλλά ! Σε
τρεις μέρες θα αναστηθώ» ! Και όλοι
τους, όχι μόνο ο Θωμάς-βάζω πλάι
τα του προδότη, τα του αρνητή. Όλοι τους
δε δέχονται, ούτε ακούν, ούτε θέλουν να πιστέψουν ότι Αναστήθηκε ο Χριστός. «Μη γένοιτο» !
****** ***
******
Ενδεικτικά. Χαράματα τρίτης
μέρας, και η Ανάσταση του Χριστού είναι γεγονός. Φτάνει Μαρία η Μαγδαληνή στο
σπίτι που οι έντεκα είναι κλεισμένοι έμφοβοι, τους λέει σκιρτώντας από χαρά.
Αναστήθηκε ο Κύριος, «ζει και εθεάθη υπ’
αυτής. Και ηπίστησαν-δεν το πίστεψαν»-Μκ.16,12.
Φτάνουν στους ίδιους οι Μυροφόρες κατάπληκτες από την αγγελική φωταύγεια, την αστραποβολή,
και το θαύμα, τι θαύμα, πάνω και πέρα από θαύμα του κενού Τάφου ! Και, από την καθοδόν συνάντηση με το Χριστό ! Απερίγραπτα περιχαρείς τους αναγγέλλουν
ότι αναστήθηκε ο Χριστός ! Και τι εισπράττουν; «Και εφάνησαν ενώπιον αυτών ωσεί λήρος-φλυαρίες-τα ρήματα αυτών, και ηπίστουν αυταίς».
Και, ο Πέτρος, φεύγει, τρέχει, πάει
στον Τάφο, επιβεβαιώνει με τα μάτια του «του λόγου το αληθές»-Λκ.24,12. Σε
σχετικό Κοντάκιο Ρωμανός ο Μελωδός τον παρουσιάζει απορημένο και, δυσαρεστημένο
που δεν εμφανίστηκε πρώτα σ’ αυτούς ! Και, Μαρία τη Μαγδαληνή που τον είχε ακολουθήσει
διακριτικά να του εξηγεί ότι. Η γυναίκα αμάρτησε πρώτη, και είναι φυσικό που ο
Αναστημένος εμφανίστηκε πρώτα στις Μυροφόρες
Πάμε όμως μαζί στο πιο
ωραίο περιστατικό, που έλαβε μάλιστα χώρα απογευματάκι «της μιας των Σαββάτων»,
της Ανάστασης. Πεζοπορούν για το χωριό Εμμαούς δυο του ευρύτερου κύκλου των
Μαθητών-Λουκάς και Κλεόπας, και θα έχετε δει αντίγραφο της θαυμάσιας
ελαιογραφίας. Είναι κατηφείς, σκασμένοι, απελπισμένοι ολοκληρωτικά. Γιατί. «Ημείς
δε ηλπίζομεν ότι αυτός εστίν ο μέλλων λυτρούσθαι…»-Λκ.24,21. Ακολουθεί πιο πίσω
ο Αναστημένος, επιταχύνει, τους φτάνει, «και
συνεπορεύετο αυτοίς». «Τι σας συμβαίνει, γιατί τόση κατήφεια, τόση απελπισία, γιατί»; «Καλά, πού ζεις εσύ; Μόνος
στην Ιερουσαλήμ παροικείς, και είδηση δεν πήρες τα τραγικά γενόμενα, τη
σταύρωση, και το θάνατο του Ναζωραίου; Και σαν να μην έφτανε αυτό, «γυναίκες τινές εξ ημών … γενόμεναι όρθριαι
επί το μνημείον … και μη ευρούσαι το σώμα αυτού, ήλθον λέγουσαι … αυτόν ζην» !
Απίστευτο, βέβαια, είναι το υπονοούμενο.
«Και αυτός είπε προς αυτούς. Ω ανόητοι και βραδείς τη καρδία» !
Καλά δε διαβάσατε που οι προφήτες τα λένε όλα καταλεπτώς; Και συνέχισε πιο αναλυτικά,
και τους ξαλάφρωσε, τους αναγάλλιασε την καρδιά. Και ούτε που κατάλαβαν πως
έφτασαν κιόλας στο χωριό. Και, ο άγνωστος έκανε πως θα συνεχίσει το
δρόμο. Αλλά ξεπέταξαν εκείνο το υπέροχο. «Μείνον
μεθ’ ημών, ότι προς εσπέραν εστί και κέκλικεν η ημέρα», βράδιασε, που θα
πας νυχτιάτικο. Κι έμεινε, και κάθισαν στο τραπέζι, κι ευλόγησε το Ψωμί, και άνοιξαν τα μάτια τους, και τον
αναγνώρισαν, «και αυτός άφαντος εγένετο
απ’ αυτών». «Και είπαν τότε μεταξύ τους. Καλά δε φλεγόταν η καρδιά μας μέσα
μας καθώς μας μιλούσε στο δρόμο και μας ερμήνευε τις γραφές»; Κι εδώ ο Υμνογράφος
σπεύδει να πάρει το μέρος τους, να εξηγήσει, να βεβαιώσει ότι όντως καιγόταν το
είναι τους, μέσα τους φωνή έλεγε, «ναι, πράγματι, είναι αυτός. «Ων και προ τούτου αι καρδίαι προς γνώσιν
σου ανεφλέγοντο» ! Φεύγουν για Ιεροσόλυμα, κι ας έχει νυχτώσει για τα καλά,
να πουν τα χαρμόσυνα. Τους έχει προφτάσει Εκείνος, και ανταλλάσσουν μεταξύ τους
αισθήματα μεγάλης χαράς.
Σαράντα μέρες ο Αναστημένος τους έκανε και
άλλες εμφανίσεις ενέσεις ενισχυτικές,
να τον δουν με τα ίδια τους τα μάτια, να στεριώσουν στην πίστη της Ανάστασης καλά.
Φαίνεται πως για την ώρα δε γινόταν αλλιώς. Όπερ σημαίνει, δεν ήταν υπερβολική,
δεν ήταν αφύσικη η επιμονή του Θωμά. «Αν
δε δω με τα μάτια μου τα σημάδια από τα καρφιά, και δε τα αγγίξω …» ! Όσο
και να μου λέτε, όσο και να με βεβαιώνετε ότι ήρθε και τον είδατε αναστημένο
και ζωντανό, δεν πρόκειται να το πιστέψω αυτό» !
Και όχι μόνο, ο
Υμνογράφος τον θέλει να βγαίνει στους άλλους Μαθητές και επιθετικά. «Εσείς που
λέτε ότι τον είδατε, μην κρύβεστε-βγείτε έξω και φωνάξτε.-Είσαι ο Κύριος και
Θεός μας … Αυτά που λέτε κλεισμένοι εδώ μέσα-βγείτε να τα κηρύξετε στης ημέρας
το φως-βγείτε να τα πείτε δημόσια με
παρρησία-μένετε ακόμα σ’ αυτή τη φωλιά και έχετε θράσος …» Έτι δε, προσέτι
και επί πλέον. «Αν είχε έρθει ο
Λυτρωτής, θ’ αναζητούσε κι εμένα τον υπηρέτη του… »
Μας πάει όμως και στην
ώρα που εμφανίζεται ο Αναστημένος «των θυρών κεκλεισμένων», και είναι παρών και ο Θωμάς. Που, και ντρέπεται
για τα προηγούμενα, για όσα είπε στους άλλους μαθητές. Και βέβαια ντρέπεται πιο
πολύ το Χριστό, που όλα τα γνωρίζει καταλεπτώς. Κι αναλογίζεται και φέρεται να λέει
μέσα του μετανιωμένος και να ομολογεί. «Μακάρι
να είχα σιωπήσει κι εγώ-όπως όταν δικαζόταν ο Ιησούς … Ας μην κριθώ όμως άξιος
μομφής Ιησού μου κι εγώ» ! Μας πάει, βέβαια, και στον Αναστημένο Κύριο που αλλάζει ανθρώπινα, διακριτικά, τρυφερά
όλο το σκηνικό. «Φέρε ολιγόπιστε το χέρι
εδώ-και πες μου, γιατί δίστασες;- Ποιο από τα δικά μου δεν μπόρεσες να
πιστέψεις-τη Σταύρωση, την Ταφή μου, ή την Ανάσταση.-Ως ποιο σημείο με
αμφισβητείς;-Αυτός που να δεις ποθούσες, είναι εδώ.- Αφού με βλέπεις ετούτη τη
στιγμή … Όλοι σας με αφήσατε να υποφέρω Μόνος-μα ήταν οι ώρες δύσκολες Δίδυμε …
Αυτά που λέω, αφού σκεφτείς-κάνε αυτό που είπες.-Ψηλάφισέ με, αν το θέλεις, και
πες.-Είσαι ο Κύριος μου και ο Θεός μου».*
****** *** ******
Μένω εδώ. Αφήνω τον Υμνογράφο
να συνεχίσει το θαυμασμό στην άμετρη ανοχή, στην άμετρη καλοσύνη του Χριστού. «Ο Ανέγγιχτος ψηλαφίζεται … Στο δούλο
δείχνει ο Κύριος τους μώλωπες-που έκαναν την κτίση, την ώρα που τις είδε να
σειστεί …». Κρατώ το παράπονο, τον καημό, τη διακριτική του επιτίμηση, όχι
στο Θωμά μόνο, και στους άλλους δέκα ! Βάλτε με το νου στους αιώνες των αιώνων
ως σήμερα, ιδιαίτερα σήμερα, σε πόσους άλλους πολλούς ! Και στον εαυτό μας
καθένας να το απευθύνει αυτό. «Ότι
εώρακάς με πεπίστευκας». Ενδεχομένως μετά από κάποια «γυμναστική του νου»,
όχι προσωπικά, όχι με παιδική αθωότητα και «καθαρή
καρδιά» ! Δεν αποτολμώ ιστορική αναδρομή, η πίκρα του Χριστού θα πιάσει
οδύνης κορυφή ! Προτιμώ να κλείσω και κλείνω με την άμετρης Αγάπης αισιόδοξη
αποστροφή Του. «Μακάριοι οι μη ιδόντες
και πιστεύσαντες» ! Ευτυχισμένοι όσοι με εμπιστεύτηκαν με αφελότητα καρδίας
παιδικής ! Και ευχή-προσευχή, σ’ αυτό τον υπέροχο Αναστάσιμο μακαρισμό ν’
ανοίξει καθένας δίοδο να περιληφθεί
«Χριστός Ανέστη. Αληθώς Ανέστη».
Αθανάσιος Κοτταδάκης
·
Τα
Υμνολογικά από το βιβλίο. Αθανάσιος Κοτταδάκης. «Στο Χριστό με Ρωμανό το Μελωδό», σ.150κε. Έκδοση Ι. Ν. Αγίου
Αντωνίου Σπετσών, Σπέτσες 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου