Δαίμονες & Δράκοντες στην βυζαντινή αγιογραφία
π. Δημητρίου Χ. Σαββόπουλου
Βασική διδασκαλία της Εκκλησίας
μας είναι η ύπαρξη και η δραστηριότητα του Διαβόλου, των πονηρών πνευμάτων, που
εναντιώνονται και υπονομεύουν τα έργα του Θεού. Ο ρόλος του είναι αποκρουστικός
και άθλιος, όμως δεν μπορούμε να τον αρνηθούμε και να τον αγνοήσουμε, γιατί
τότε κλονίζονται τα θεμέλια ολόκληρης της Ευαγγελικής παραδόσεως και θεολογίας.
Άλλωστε όπως μαρτυρεί η Αγία Γραφή, ο Χριστός ήλθε στον κόσμο «ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου.»
(Α΄Ιωαν.3:8)∙ και «ἵνα διὰ τοῦ
θανάτου (Του) καταργήσῃ τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν
διάβολον» (Εβρ.16:18).
Ως εκ τούτου η βυζαντινή
αγιογραφία δεν αγνόησε το διάβολο μέσα στα εικονογραφικά της θέματα.
Σε πάρα πολλές παραστάσεις
εικονίζεται ο διάβολος. Ενδεικτικά μόνο να αναφέρουμε τους τρείς πειρασμούς του
Χριστού στην έρημο, πριν τη δημόσια δράση Του. Το θαύμα της εκδίωξης των
δαιμόνων από τους δαιμονισμένους των Γεργεσινών. Σκηνές από την Δευτέρα
Παρουσία του Κυρίου και την Μέλλουσα Κρίση, τον τελωνισμό των ψυχών κ.ά.
Να δούμε όμως στην συνέχεια τον τρόπο με τον οποίο εικονίζεται ο Διάβολος στην Ορθόδοξη αγιογραφία.
Στη βυζαντινή τέχνη όπως ίσως
γνωρίζουμε, επιδιώκεται πάντα μία «καλή αλλοίωση» των προσώπων που εξωραΐζει
τις μορφές, τις παρουσιάζει χωρίς στίγματα και ρυτίδες, γιατί θέλει να τις
αναδείξει μέσα στην Χάρη του Θεού, μεταμορφωμένες όπως βρίσκονται μέσα στο Θείο
και υπερφυσικό Φως της Βασιλείας του Θεού. Συμβολικά και συμβατικά δηλαδή,
επιδιώκεται η αναγωγή του νου μας στην Αγιαστική Χάρη και τη Θεία Δόξα, με την
οποία «ενδύθηκαν». Σκόπιμα ο φωτισμός στις βυζαντινές εικόνες είναι κεντρομόλος
(σαν να προέρχεται μέσα από τα πρόσωπα κι όχι από κάποια εξωτερική πηγή), γι
αυτό και δεν δημιουργεί σκιές (σκοτεινές περιοχές), ούτε γύρω από το σώμα, ούτε
πάνω στο σώμα. Η περιορισμένη φωτοσκίαση πάνω στα σώματα των αγίων είναι
φυγόκεντρη (περιφερειακή) και σκοπό έχει κυρίως να τονίσει το περίγραμμα
των μορφών. Συν τοις άλλοις έχει χρώμα
βαθύ φαιοπράσινο ή σκούρο καστανωπό, γι αυτό τονίζει την μορφή προς τα εμπρός,
δεν απωθεί προς ένα σκοτεινό βάθος.
Επίσης τα πρόσωπα των αγίων
κυριαρχούν στις συνθέσεις. Ζωγραφίζονται πιο μεγάλα, εν σχέση με άλλα που δεν
έφθασαν στην αγιότητα, ανάλογα με την πνευματική τους αξία, κι όχι από το πόσο
κοντά βρίσκονται σε σχέση με τη θέση τους πάνω στον καμβά. Εννοείται ότι η
μορφή του Κυρίου τιμητικά υπερέχει ανάμεσα στους αγίους, έπειτα της Θεοτόκου
κλπ.
Επιπλέον, όλες οι εικόνες
ζωγραφίζονται κατά μέτωπο (enface), ή σε ελάχιστη στροφή δεξιά ή αριστερά. Η
κατά μέτωπο στάση, ή η ελαχίστη στροφή, βυθίζει το βλέμμα στα μάτια του θεατή
και του μεταδίδει την εσωτερική κατάσταση του εικονιζόμενου, γιατί στόχος της
βυζαντινής εικονογραφίας
είναι η επικοινωνία με το θεατή. Μας βλέπουν και μας καλούν με το βλέμμα τους
σε σχέση αγάπης και κοινωνίας.
Κι εδώ γεννούνται τα ερωτήματα:
Πως θα απεικονισθούν οι δαίμονες μέσα σ΄ένα χώρο όπου Βασιλεύει η Χάρη του Θεού
και δεν υπάρχει δυνατότης διαπόμπευσης και εξευτελισμού προσώπων; Οι δαίμονες
πως θα απεικονιστούν, αφού απορρίφτηκαν από τη Βασιλεία του Θεού; Ποια τιμή
μπορεί να έχει ο Διάβολος εν σχέση με τους αγίους, αφού σκεπάστηκε με τη
μαυρίλα της εγκατάλειψης; Η Αγία Γραφή μας τονίζει: «ὁ Θεὸς ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου
ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρουμένους» (Β΄Πετ.2:4).
Πριν απαντήσουμε στα ερωτήματα
αυτά, πρέπει εν συντομία να δούμε το θέμα σε αντιδιαστολή και με την
τεχνοτροπία της Δυτικής (Παπικής) Τέχνης. Εκεί
ο διάβολος εμφανίζεται φοβερός, δυνατός, απαίσιος και αποκρουστικός. Η
όψη του μεταδίδει ταραχή στο θεατή και αηδία! Οι καλλιτέχνες χειρίστηκαν την
μορφή του, ως φόβητρο για τους
αμαρτωλούς, σαν το δεξί χέρι του Θεού(!) ή «σαν μάστιγα του Θεού»(!), που
τιμωρεί τους αμετανοήτους!
Ασφαλώς είναι απαράδεκτη αυτή η
τοποθέτηση, γιατί ο Θεός έχει τη δύναμη και την εξουσία να μας παιδαγωγήσει
μόνος Του, αν το θελήσει, χωρίς να χρειάζεται βοηθό! Ο διάβολος ενεργεί τόσο
όσο του επιτραπεί από τον Θεό. Μόνο να μας παρακινήσει στην αμαρτία μπορεί,
αλλά όχι και να μας την επιβάλλει∙ εκτός και αν του έχουμε δώσει δικαιώματα
εμείς, οπότε «μᾶς ἄγει καὶ μας φέρει» όπως θέλει.
Για μας τους Ορθοδόξους όπως
τονίσαμε και πιο πάνω η εξουσία του διαβόλου καταργήθηκε και συντρίφτηκε με το
σταυρικό θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Ο
Κύριός μας κατατρόπωσε τον διάβολο και θριάμβευσε πάνω στο βασίλειό του!
Και όπως έδωσε στους εβδομήκοντα αποστόλους: «δύναμιν καὶ ἐξουσίαν ἐπὶ πάντα τὰ δαιμόνια» (Λουκ.9:1) και «ὑπέστρεψαν μετὰ χαρᾶς λέγοντες· Κύριε, καὶ
τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου» (Λουκ.10:17), έτσι δίδει
και σε όλους τους χριστιανούς που τον ακολουθούν και πορεύονται σύμφωνα με τον
Νόμο Του, τη δυνατότητα και «τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ
σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ» (Λουκ.10:19).
Γι αυτό στη βυζαντινή τέχνη ο
διάβολος δεν παρουσιάζεται δυνατός και φοβερός αλλά μικρόσωμος και
συρρικνωμένος (σαν μικρό πτηνό), γιατί ο Χριστός τον νίκησε και τον έκανε
μηδαμινό και ασήμαντο. Η μικροσκοπική του θέα δεν προξενεί το φόβο, αλλά το
μειδίαμα των χριστιανών. «Ώσπερ στρουθίον
παιζόμενον» [1]
έχει καταντήσει όπως ψάλλει η Εκκλησία μας. (δηλ. σαν σπουργίτι, που τα παιδιά
το έχουν δεμένο με σπάγκο και παίζουν μαζί του!)
Επίσης οι δαίμονες όπως και οι
αμαρτωλοί εμφανίζονται προφίλ (profil), σε κατατομή (στάση καταφρόνησης), που
δηλώνει την απουσία θέασης του προσώπου τους, γιατί δεν θέλουμε καμία κοινωνία
μαζί τους. [2]
Ακόμα οι δαίμονες στην βυζαντινή
τέχνη ζωγραφίζονται μαυριδεροί γιατί ταυτίζονται με το σκοτάδι, κι ενώ στους
αγίους λάμπουν τα πρόσωπά τους μέσα στο φως, γιατί μετέχουν του Θείου φωτός,
έχουμε και τις υπάρξεις των δαιμόνων που δεν μετέχουν του φωτός (μοιάζουν σαν
μαύρες φιγούρες), και γι αυτό συρρικνώνονται, δηλ. τείνουν προς το μηδέν. Ο π.
Σταμάτης Σκλήρης σημειώνει χαρακτηριστικά: «Αν
το σατανικό εκφραζόταν στην εικόνα με δυσμορφία και η αγιότητα με ομορφιά,
παριστάνονταν δε και τα δυο με τις ίδιες αναλογίες μεγεθών, τότε θα λέγαμε πως
η εικόνα κάνει μια αισθητική διάκριση. Παρουσιάζει το καλό όμορφο και το κακό
άσχημο. Αυτό συμβαίνει στη δυτική παράδοση… όπου παρουσιάζονται οι δαίμονες με
κέρατα, μυτερά αυτιά, δόντια κτλ.
Αντίθετα, στην βυζαντινή ζωγραφική παρατηρούμε, ότι οι δαίμονες
διαφέρουν από το Χριστό και τους αγίους (α) ως προς το φωτισμό, (β) ως προς το
μέγεθος, και (γ) ως προς τη μορφή που τείνει όχι προς την
ασχήμια (της δυτικής τέχνης), αλλά προς την αμορφία.» [3]
Ο δε Ι. Βράνος καταλήγει: «Η Ορθοδοξία… κράτησε, όπως πάντα, τη μέση
οδό. Ούτε τελείως παρέλειψε την απεικόνιση του διαβόλου, οπότε θα έπεφτε στο
άλλο άκρο της έλλειψης, ούτε τον ζωγράφισε τρομερόν ή αισχρόν ή αηδιαστικόν,
γιατί αυτό είναι το άλλο άκρο της υπερβολής. Κράτησε τη χρυσή γραμμή της
σμίκρυνσης του διαβόλου και της ασημότητάς του. Έτσι και η παρουσία του
διαβόλου είναι αισθητή και ο φόβος και ο τρόμος έχει αφαιρεθεί… Το φοβερό και
αποκρουστικό ανήκουν στην ψεύτικη μορφή του διαβόλου που την υποδύεται ο ίδιος,
για να εντυπωσιάση, όπως αποδεικνύεται απ’ τις βιογραφίες των Αγίων, που προσπαθούσε
να τους φοβίση με διάφορες μορφές τρομερές, χωρίς στ΄αλήθεια να έχει αυτή τη
δύναμη.» [4]
Άρα κάμουν λάθος όσοι ζωγραφίζουν του δαίμονες μεγάλους σε μέγεθος, κάποιες φορές ίσους με ιερά πρόσωπα ή αποκρουστικούς και απειλητικούς! Συμβαίνει δε όταν πάνε να προσκυνήσουν οι πιστοί, αντί να φιλούν τη μορφή του αγίου να ασπάζονται τον διάβολο!!
Κι ερχόμαστε τώρα στην απεικόνιση των Δρακόντων. Η λέξη Η λέξη δράκων προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη δέρκομαι που σημαίνει βλέπω καθαρά. Ίσως αυτό οφείλεται στο μυστηριώδες βλέμμα τους, που είχε τη δύναμη όπως πίστευαν να ακινητοποιεί το θύμα του!
Οι δράκοι κατά την παράδοση
διαφόρων λαών, θεωρούνται ερπετόμορφα
πλάσματα, μερικές φορές φτερωτά με 4 πόδια και με ουρά φιδιού. Διέθεταν "φολίδες"
(κεράτινες πλάκες πάνω στο δέρμα με οστεώδη βάση, σαν
πανοπλία), νύχια, κέρατα και μπορούσαν να εκτοξεύουν φωτιά. Οι
πρώτη αναφορά σε δρακόμορφο πλάσμα, που έγινε αιώνες πριν, είναι από
τους Βαβυλωνίους.
Στις ιστορίες πάντα παρουσιάζονται ως πανέξυπνα όντα, άπληστα, σαρκοφάγα τα
οποία συνήθιζαν να ζουν σε σκοτεινά απομονωμένα μέρη ή σε σπηλιές. Υπήρχαν
βέβαια και θαλάσσιοι δράκοι οι οποίοι διατάρασσαν τις ζωές των ανθρώπων που
ζούσαν δίπλα στη θάλασσα.
Πολλοί ερευνητές φυσιοδίφες
ισχυρίζονται ότι υπήρξαν δράκοντες πριν από πολλά χρόνια, αλλά εξαφανίστηκαν
κάποια εποχή στο μακρινό παρελθόν, όπως και οι Δεινόσαυροι απ΄τους οποίους
έλκουν και την καταγωγή τους.
Στην Χριστιανική θρησκευτική
παράδοση ο δράκος υπήρξε πάντα, σύμβολο του κακού, της δυνάμεως και του φόβου.
Γι αυτό και στη μορφή του, προσωποποιούν συχνά οι αγιογράφοι την φυσιογνωμία
του «κοσμοκράτορα τοῦ σκότους» (πρβλ. Εφεσ.6:12) δηλ. του Διαβόλου ή Σατανά. Με αυτή την έννοια
συναντάμε τον δράκοντα στην αποκάλυψη του Ευαγγελιστή Ιωάννη, κυρίως στο
Κεφάλαιο ΙΒ΄, και πιο κάτω που γράφει: «καὶ
ἐκράτησε τὸν δράκοντα, τὸν ὄφιν τὸν ἀρχαῖον, ὅς ἐστι Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς ὁ
πλανῶν τὴν οἰκουμένην, καὶ ἔδησεν αὐτὸν χίλια ἔτη». (Αποκ.20:2) [5]
Στους Ψαλμούς του Δαυίδ,
συναντάμε πάλι την αναφορά σε δράκοντες με την έννοια ερπετοειδούς θηρίου που
κυριαρχεί στα ποτάμια και τις λίμνες.[6]
Πρόκειται πιθανότατα για το γνωστό μας ερπετό, τον κροκόδειλο ή τον αλιγάτορα.
Εκτεταμένη αναφορά σ΄αυτό το θηρίο γίνεται στο βιβλίο του Ιώβ. [7]
Σε μερικές εικόνες της Βαπτίσεως
εικονίζεται ο Κύριος πατώντας επάνω σε μία πλάκα, κάτω από την οποία είναι
καταπλακωμένα φίδια όπου εκβάλλουν τις κεφαλές τους, και τούτο εικονίζεται κατά
την προφητική ρήση η οποία λέγει: «Σὺ ἐκραταίωσας
ἐν τῇ δυνάμει σου τὴν θάλασσαν, σὺ συνέτριψας τὰς κεφαλὰς τῶν δρακόντων ἐπὶ τοῦ
ὕδατος. σὺ συνέθλασας τὴν κεφαλὴν τοῦ δράκοντος, ἔδωκας αὐτὸν βρῶμα λαοῖς τοῖς
Αἰθίοψι.» [8].
Στην υμνολογία της εορτής των
Θεοφανείων συναντάμε πάλι πολύ έντονα την αναφορά σε δράκοντες των υδάτων, των
οποίων η βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη ποταμό τους συντρίβει «τάς κεφαλάς», δηλ. τους νικά και τους
αχρηστεύει! Σαφώς εδώ έχουμε μια μεταφορική αναφορά στους δαίμονες που
εμφωλεύουν στα ύδατα. [9]
Τους δράκοντες τους συναντάμε
επίσης και στην εικονογραφία κάποιων αγίων στρατιωτικών, όπου έφιπποι σκοτώνουν
με το δόρυ τους κάποιον δράκοντα, όπως λ.χ. τον Άγιο Γεώργιο.
Η κ. Μαρία Βασιλάκη (αναπληρώτρια
καθηγήτρια Βυζαντινής Τέχνης), διαβάζοντας τις εποχές μέσα από τις εικόνες, θα
σημειώσει το αξιοπερίεργο: «Οι κατ’ εξοχήν
δρακοντοκτόνοι άγιοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν οι δύο Θεόδωροι, ο Τήρων και ο
Στρατηλάτης. H παλαιότερη παράσταση με τον Άγιο Γεώργιο του 6ου αιώνα τον
δείχνει ως αξιωματούχο, δηλαδή με την επίσημη και όχι με τη στρατιωτική του
στολή. Δεν γνωρίζω για παράσταση του 9ου αιώνα. Πάντως, μόλις τον 11ο αι.
εμφανίζεται ως δρακοντοκτόνος». Άρα δεν υπήρχε τέτοια παράδοση από ανέκαθεν. [10]
Σπανιότερα δράκοντες εμφανίζονται
να σκοτώνουν κι άλλοι άγιοι, όπως ο άγιος Φανούριος, ο άγιος Νικήτας, ο
άγιος Μερκούριος, ο άγιος Αντώνιος κ.ά. Με την έννοια ότι νίκησαν και
κατατρόπωσαν τον πολυμήχανο διάβολο με τις ποικίλες παγίδες του. Τώρα αν έτυχε στην πορεία τους με την βοήθεια
του Θεού, να σκότωσαν και κάποιο θηρίο που απειλούσε τους ανθρώπους, αυτό μας
είναι αδιάφορο, θα μπορούσε να το κατορθώσει και κάποιος άλλος επιδέξιος
κυνηγός, που ίσως ήταν και ειδωλολάτρης…
Η ταπεινή μας γνώμη έπειτα από
όσα είπαμε, είναι να είμαστε επιφυλακτικοί στην εικονογράφηση τερατόμορφων
πλασμάτων και δρακόντων όπως και με τις μορφές των δαιμόνων, γιατί δημιουργούμε
φόβο και τρόμο στους πιστούς, αλλά και διότι συχνά ασπάζονται αντί του Αγίου,
τους δράκοντες και τα άλογα των Αγίων, που συνήθως ζωγραφίζονται στο κάτω τμήμα
των εικόνων, όπου προσκυνούν οι πιστοί. Μήπως θα ΄ταν προτιμότερο, όπου είναι
αναγκαίο να απεικονισθούν, να ζωγραφίζονται μικρότεροι σε μέγεθος και σε μια
γωνία, δεξιά ή αριστερά στο κάτω μέρος της εικόνας;
Η αγιογραφική μας παράδοση πάντως, ειδικά για τους Αγίους μάρτυρες είναι, να παρουσιάζουμε τις μορφές τους κατά μέτωπο, με κόκκινη χλαμύδα πάνω στους ώμους που συμβολίζει το μαρτυρικό τους τέλος και με σταυρό στο χέρι, διότι όντως «σήκωσαν» αγόγγυστα το σταυρό τους βαδίζοντας στα ίχνη του Εσταυρωμένου. (πρβλ. Α΄Πετ.2:21).
[1] π. Γεωργίου Α. Σταματά: «Παναγία η Εικονίστρια, η πολιούχος της Σκιάθου», Σκιάθος, Γ΄2005, σελ. 83
[2] Σε κάποιες εξαιρετικές περιπτώσεις εικονίζονται και άγιοι σε προφίλ (profil), όπως π.χ. ο απόστ. Θωμάς που ψηλαφίζει τα χέρια του Χριστού. Οι απόστολοι στη Θεία Μετάληψη κλπ. Σ’ αυτή την περίπτωση δείχνουμε ότι οι άγιοι είναι απασχολημένοι με κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον και πολύ πιο σημαντικό από τον εαυτό τους, που τους απορροφά πλήρως την προσοχή.
[3] π. Σταμάτη Σκλήρη, «Εν Εσόπτρω – Εικονολογικά Μελετήματα». Εκδόσεις: ΜΙΧΑΗΛ Π. ΓΡΗΓΟΡΗΣ, Αθήνα 1992, σελ. 16,17.
[4] Βράνου, Ιωάννη «Θεωρία Αγιογραφίας». Εκδόσεις: Π. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, Θεσσαλονίκη 1977 σελ. 193,195.
[5] Πρβλ. και το: «Ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐπάξει ὁ Θεὸς τὴν μάχαιραν τὴν ἁγίαν καὶ τὴν μεγάλην καὶ τὴν ἰσχυρὰν ἐπὶ τὸν δράκοντα ὄφιν φεύγοντα, ἐπὶ τὸν δράκοντα ὄφιν σκολιὸν καὶ ἀνελεῖ τὸν δράκοντα». (Ησ.27:1).
[10] «Άγιος Γεώργιος» και δράκοντες της Ιστορίας. Εδώ: https://mountathostoday.wordpress. com/ 2015/04/23/άγιος-γεώργιος-και-δράκοντες-της-ισ/
π. Δημητρίου Χ. Σαββόπουλου
4 σχόλια:
Πολύ ωραίο το κείμενο. Ενημερωτικό, σαφές και περιεκτικό. Παρουσιάζει με κατανοητό τρόπο την ιστορία, τις διαφορές με την δύση και την εξέλιξη της αγιογραφήσεως των δρακόντων και των δαιμόνων. Μακάρι το site Αναστάσιος να δημοσιεύει τέτοια ενημερωτικά άρθρα για διάφορα θέματα της πίστης μας για να είμαστε όσο γίνεται περισσότερο ενημερωμένοι.
Πάντα με τρόμαζαν τα διάφορα δαιμονικά και φίδια στις εικόνες. Αποφεύγω όχι μόνο να τις προσκυνήσω αλλά και να τις αντικρίσω.
Tεκμηριωμένη άποψη, είναι τιμή για την Μητρόπολη να έχει τέτοιους ιερείς
Μια εργασία που φωτίζει πολλές απορίες μας.
Δημοσίευση σχολίου