Η εθνική αυτοσυνειδησία, ως φρόνημα και βίωμα, έχει αρχαίαν την προέλευσιν. Λέγει δε σχετικώς ο Απ. Παύλος, ότι ο Θεός «εποίησε παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παν το πρόσωπον της γης, ορίσας… και τας οροθεσίας της κατοικίας αυτών» (Πράξ. Ιζ΄ 26), από της πυργοποίας της Βαβέλ διασπαρέντων, ως γνωστόν, «επί παν το πρόσωπον της γης» βαθμηδόν. Η Εκκλησία, εξ άλλου, διασπαρείσα εκτός της Ιερουσαλήμ «από της θλίψεως, της γενομένης επί Στεφάνω» (Πράξ. Ια΄ 19) και προοδευτικώς, μετά τον διωγμόν εκείνον, εξαπλωθείσα ανά την οικουμένην δια μέσου των αιώνων, ήτο επόμενον ότι θα αντιμετώπιζεν εν καιρώ την ανάγκην «κανονικής» διαργανώσεως αφορώσης εις τους επισκόπους εκάστου έθνους (Κανών λδ΄Αποστολικός: «Τους επισκόπους εκάστου έθνους ειδέναι χρη τον εν αυτοίς πρώτον,, και ηγείσθαι αυτόν ως κεφαλήν, και μηδέ τι πράττειν περιττόν άνευ της εκείνου γνώμης μόνα δε πράττειν έκαστον, όσα τη αυτού παροικία επιβάλλει και ταις υπ’ αυτήν χώραις… Αύτη είναι η θεμελιώδης Κανονική διάταξις περί Εκκλησίας και Ιεραρχίας εκάστου έθνους».). Όθεν θα εδημιούργει και άλλα παράλληλα κέντρα μεταλαμπαδεύσεως της πίστεως και διοικητικής περαιτέρω οργανώσεως, Ούτω προέκυψεν η «πενταρχία» των Πατριαρχών (Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως- Αλεξανδρείας- Αντιοχείας- Ιεροσολύμων) και το όλον σύστημα των εν συνεχεία προελθουσών «αυτοκεφάλων» ορθοδόξων Εκκλησιών, των οποίων την διάρθρωσιν εντός του σώματος της «μιας αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας» εξετάζομεν ενταύθα.
Ο Απόστολος Παύλος αποκαλείται «απόστολος εθνών» (Ρωμ. Ια΄13) η δε ονομασία αύτη εμφαίνει τον εξωιουδαϊκόν χώρον εν γένει, όχι υπό γεωγραφικήν ή εθνολογικήν έννοιαν, αλλά ως διαχωριστική γραμμή από του «περιουσίου» λαού του Θεού (Πρβλ. Πράξ. Ια΄ 1 και 18 «ήκουσαν οι απόστολοι… ότι και τα έθνη εδέξαντο τον λόγον του Θεού… άρα γε και τοις έθνεσιν ο Θεός την μετάνοιαν έδωκεν εις ζωήν»). Πρόκειται δια διάκρισιν ανάλογον προς εκείνην την οποίαν εμφαίνει ο λόγος του αυτού αποστόλου «Έλλησί τε και βαρβάροις … οφειλέτης ειμί» (Ρωμ. Α΄ 14), ως και αι συναφείς φράσεις αυτού «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος… βάρβαρος, Σκύθης…» (Κολοσ. Γ΄ 11), «ου γαρ εστι διαστολή Ιουδαίου τε και Έλληνος» (Ρωμ. Ι΄ 12) κ. ά. Ήτοι η διάκρισις Ιουδαίου και Έλληνος σημαίνει θρησκευτικήν διαφοροποίησιν; ως η ακολουθούσα διάκρισις Έλληνος και βαρβάρου ή Σκύθου σημαίνει απλώς πολιτιστικήν τοιαύτην. Δεν πρόκειται πάντως δια την εθνικήν ταυτότητα καθ’ εαυτήν των εις ους αφορά ο αντίστοιχος χαρακτηρισμός.
Οπωσδήποτε όμως η εθνολογική διαφοροποίησις των ανθρώπων αποτελεί αδιαμφισβήτητον πραγματικότητα, εκδηλουμένην ποικιλοτρόπως και συνηθέστατα. Όσον δε και αν, κατά Χριστόν, έχη πρωταρχικήν βαρύτητα η ενότης του χριστιανικού κόσμου («πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Ιησού Χριστώ (Γαλ. Γ΄ 28)»), υπεισέρχεται ούτως ή άλλως και το ανθρώπινον στοιχείον δια να προβάλη, μετά της ενότητος, και την ποικιλίαν και τον λεγόμενον «πλουραλισμόν» των εθνοτήτων και των παραδόσεων αυτών (…).
Ούτως η διάδοσις του Χριστιανισμού και η αποδοχή της εις Χριστόν πίστεως παρά των διαφόρων λαών δεν εσήμαινε και απεμπόλησιν της ιδιαιτερότητος της φυσιογνωμίας αυτών, αλλ’ ήτο πάντοτε αυτονόητον ότι επιφυλάσσεται η ιστορική πραγματικότης (φυλετική, γλωσσική, παραδοσιακή, πολιτιστική) εκάστου λαού, διατηρούντος και την ιδίαν αυτού νοοτροπίαν. Μία δε μόνη αλλοίωσις ήτο εκ προοιμίου παραδεκτή η ύψωσις της πνευματικής και ηθικής στάθμης των εις Χριστόν προσιόντων, δια της προσαρμογής της όλης ζωής και του φρονήματος αυτών κατά το ευαγγέλιον του Χριστού».
Ο Απόστολος Παύλος αποκαλείται «απόστολος εθνών» (Ρωμ. Ια΄13) η δε ονομασία αύτη εμφαίνει τον εξωιουδαϊκόν χώρον εν γένει, όχι υπό γεωγραφικήν ή εθνολογικήν έννοιαν, αλλά ως διαχωριστική γραμμή από του «περιουσίου» λαού του Θεού (Πρβλ. Πράξ. Ια΄ 1 και 18 «ήκουσαν οι απόστολοι… ότι και τα έθνη εδέξαντο τον λόγον του Θεού… άρα γε και τοις έθνεσιν ο Θεός την μετάνοιαν έδωκεν εις ζωήν»). Πρόκειται δια διάκρισιν ανάλογον προς εκείνην την οποίαν εμφαίνει ο λόγος του αυτού αποστόλου «Έλλησί τε και βαρβάροις … οφειλέτης ειμί» (Ρωμ. Α΄ 14), ως και αι συναφείς φράσεις αυτού «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος… βάρβαρος, Σκύθης…» (Κολοσ. Γ΄ 11), «ου γαρ εστι διαστολή Ιουδαίου τε και Έλληνος» (Ρωμ. Ι΄ 12) κ. ά. Ήτοι η διάκρισις Ιουδαίου και Έλληνος σημαίνει θρησκευτικήν διαφοροποίησιν; ως η ακολουθούσα διάκρισις Έλληνος και βαρβάρου ή Σκύθου σημαίνει απλώς πολιτιστικήν τοιαύτην. Δεν πρόκειται πάντως δια την εθνικήν ταυτότητα καθ’ εαυτήν των εις ους αφορά ο αντίστοιχος χαρακτηρισμός.
Οπωσδήποτε όμως η εθνολογική διαφοροποίησις των ανθρώπων αποτελεί αδιαμφισβήτητον πραγματικότητα, εκδηλουμένην ποικιλοτρόπως και συνηθέστατα. Όσον δε και αν, κατά Χριστόν, έχη πρωταρχικήν βαρύτητα η ενότης του χριστιανικού κόσμου («πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Ιησού Χριστώ (Γαλ. Γ΄ 28)»), υπεισέρχεται ούτως ή άλλως και το ανθρώπινον στοιχείον δια να προβάλη, μετά της ενότητος, και την ποικιλίαν και τον λεγόμενον «πλουραλισμόν» των εθνοτήτων και των παραδόσεων αυτών (…).
Ούτως η διάδοσις του Χριστιανισμού και η αποδοχή της εις Χριστόν πίστεως παρά των διαφόρων λαών δεν εσήμαινε και απεμπόλησιν της ιδιαιτερότητος της φυσιογνωμίας αυτών, αλλ’ ήτο πάντοτε αυτονόητον ότι επιφυλάσσεται η ιστορική πραγματικότης (φυλετική, γλωσσική, παραδοσιακή, πολιτιστική) εκάστου λαού, διατηρούντος και την ιδίαν αυτού νοοτροπίαν. Μία δε μόνη αλλοίωσις ήτο εκ προοιμίου παραδεκτή η ύψωσις της πνευματικής και ηθικής στάθμης των εις Χριστόν προσιόντων, δια της προσαρμογής της όλης ζωής και του φρονήματος αυτών κατά το ευαγγέλιον του Χριστού».
Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος (Βαλληνδράς)
5 σχόλια:
Καλημέρα αγαπητέ Αναστάσιε, ο παππούς Νικόδημος μεστός και περιεκτικός στα λόγια του, χαίρομαι που δεν τον ξεχνάς.
10:04. Τόσα χρόνια ήταν κοντά μας, μας δίδασκε και μας νουθετούσε σε κάθε ακολουθία. Έχω γευθεί την αγάπη και το ενδιαφέρον του προς το πρόσωπό μου, δεν είναι δυνατόν να τον ξεχάσω…..
Σε δύσκολες στιγμές, όπως στον θάνατο του πατέρα μου, και στο μνημόσυνό του, έδωσε το Αρχιερατικό του παρών.
Μηπως ξέρεις να μας πεις τι έγινε με την διαθήκη του μακαριστού Μητροπολίτου μας;
4:13. Παλαιότερα είχα δημοσιεύσει την Διαθήκη του μακαριστού Μητροπολίτου μας. Δεν γνωρίζω τίποτε άλλο.
Αυτές τις ημέρες του Δεκαπενταυγούστου θα μας λείψει περισσότερο με την γλυκιά και κατανυκτίκη,γεμάτη ιεροπρέπεια ψαλμωδία του,είχε γράψει πολλούς παρακλητικούς κανόνες και κηρύγματα για την Παναγία μας.'Οπου και αν πήγαινε γέμιζε της Εκκλησίες,και οι Ιερείς επεδίοκαν να τον έχουν στους Ναούς τους,ας έχει τις πρεσβείες τησ Θεοτόκου που τόσο την εξύμνησε. Μαζί με τον κ,Ανδριόπουλο έφερε στην επιφάνεια και τα εγκόμια που ψάλονται στην Μονή Γηροκομείου,ένα Μοναστήρι στο οποίο εγκαταβίωσε ως καλόγηρος για πολλά χρόνια και το αγάπησε
Δημοσίευση σχολίου