Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Ἡ νύχτα θά γίνει μέρα - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης

 

Κυριακή τῆς Τυρινῆς
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον

Ἡ νύχτα θά γίνει μέρα

«Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν» 
(Ρωμ. ιγ´12)

          Ἀδελφοί ἡ νύχτα προχωρεῖ πρός τό τέλος της, ἡ ἀνατολή μιᾶς νέας ἡμέρας πλησιάζει. Εἶ­ναι ὥρα λοιπόν νά ξυπνήσουμε. Κι ὅταν κανείς ξυπνάει, ἡ πρώτη δουλειά πού κάνει εἶναι νά βγάλει τά ροῦχα τῆς νύχτας καί νά φορέσει τά ροῦχα τῆς ἡμέρας. Αὐτή τήν παραστατική εἰκό­να χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό ση­μερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, γιά νά μᾶς βο­ηθήσει νά τινάξουμε ἀπό πάνω μας τή ραθυ­μία καί τήν ἀμέλεια καί κάνουμε τό ἀποφασι­στικό βῆμα τῆς μετανοίας.

          Γι᾽αὐτό καθώς σήμερα ξεκινάει τό «στά­διο τῶν ἀρετῶν» θά δοῦμε βαθύτερα τίς ἔννοι­ες τοῦ ἀποστολικοῦ λόγου. Θά δοῦμε ποιά εἶναι ἡ νύχτα πού φεύγει, ποιά ἡ ἡμέρα πού ἔρχεται καί τί σημασία ἔχουν ὅλα αὐτά γιά τή ζωή μας.

****

« Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν»

          Νύχτα σύμφωνα μέ τούς ἱερούς ἑρμηνευ­τές ὀνομάζει ὁ Ἀπόστολος  ὁλόκληρη τήν ἐπί­γεια ζωή μας, ἀπό τήν ὥρα πού θά γεννη­θοῦμε μέχρι τήν ὥρα πού θά πεθάνουμε. Καί τήν ὀνο­μάζει νύχτα γιά δύο κυρίως λόγους.

          Πρῶτον διότι στή ζωή αὐτή ἐπικρατεῖ σκοτάδι πηχτό καί βαθύ, ὅπως καί στή νύ­χτα. Πνιγμένη στό σκοτάδι ἡ νύχτα δέν ἐπιτρέπει νά δοῦμε καθαρά τό περιβάλλον καί ὅσα συμβαί­νουν γύρω μας, παρά μόνο ὅσα μᾶς ἐπιτρέπει τό λιγοστό φῶς τῶν ἄστρων καί τοῦ φεγγα­ριοῦ. Τό ἴδιο γίνεται καί στή ζωή μας. Πνευμα­τικό σκοτάδι ἐπικρατεῖ καί ἐδῶ. Σκοτάδι εἶναι ἡ σύγχυση πού πρυτανεύει στίς ἰδέες τῶν ἀν­θρώπων. Οἱ περισσότεροι συνάνθρωποί μας δέν ξέρουν γιά ποιό λόγο ζοῦν, ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τους. Ἀπό ποῦ ἔρχονται καί πού πηγαίνουν. Σύγχυση ὑπάρχει ὄχι μόνο στά μυαλά τῶν ἀνθρώπων ἀλλά καί στόν τρόπο ζωῆς τους. Ἡ ἁμαρτία σήμερα κατακλύ­ζει τά πάντα. Ὅμως ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κατ᾽ ἐξοχήν σκοτάδι. Κλοπές, ψεύδη, ἀνηθι­κότη­τες, συ­κοφαντίες, μίση, ζή­λειες, θυμοί, φόνοι, ἀπειλές τῶν ἰσχυ­ρῶν ἐναν­τίον τῶν μικρῶν καί ἀδυνά­των, στρα­γγαλισμοί τοῦ δικαίου ἀτόμων καί λαῶν, πόλεμοι πλήττουν καθημερινά τά ἀκου­στικά καί ἐρεθίζουν τά ὀπτικά μας νεῦρα. Ὅλα αὐτά τά σκοτεινά ἔργα σάν κατάμαυρα σύννε­φα καλύπτουν ὅλη τή γῆ καί τίς καρδιές πολ­λῶν ἀνθρώπων.

          Νύχτα ὀνομάζεται ὅμως ἡ ἐπίγεια ζωή μας καί γιά τό ὅτι μοιάζει μέ ὄνειρο. Ὅπως τή νύχτα βλέπουμε ὄνειρα καί μπορεῖ νά δοῦμε τόν ἑαυτό μας ἀκόμη καί βασιλιᾶ καί ἀστρο­ναύτη, καί ὅταν ξυπνήσουμε ὅλη ἡ δόξα καί ἡ ὀμορφιά νά χαθεῖ, ἔτσι καί στή ζωή αὐτή. Μπορεῖ νά περάσουμε 70-80 χρόνια μέ τιμές καί δόξες, ἀλλά μιά στιγμή ἀναπόφευκτα ἔρχε­ται ὁ θάνατος, ὁπότε ἀργά πλέον διαπι­στώ­νου­με πώς ὅλα αὐτά ἦταν ἕνα ὄνειρο καί τίπο­τε παραπάνω.

          Ἡ νύχτα λοιπόν τῆς ζωῆς μας ἐπροχώ­ρησε, λέγει ὁ Ἀπόστολος, ἀφοῦ κάθε ὥρα πού περνάει, μᾶς φέρνει πιό κοντά στό θάνατο, ἕνα θάνατο πρός τόν ὁποῖο καθημερινά πλησι­ά­ζουμε, ἀλλά δυστυχῶς δέν τό καταλα­βαί­νου­με. Καί ἀπορροφημένοι ἀπό τίς βιοτικές μέρι­μνες πορευόμαστε σάν νά πρόκειται νά ζήσου­με ἐδῶ αἰώνια. Γι᾽ αὐτό καί συχνά ἀδιαφοροῦμε γιά ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς συνδέουν μέ τήν αἰωνιότητα. Κοιμόμαστε. Κοιμόμαστε σάν ὑ­πνοβάτες. Πόσες φορές συλλαμβάνουμε τόν ἑαυτό μας νά κοιμᾶται, δηλαδή νά μή προσέχει στίς μεγάλες καί ἱερές ὧρες τῆς ζωῆς μας, τίς ὧρες τῆς προσευχῆς, τῆς μελέτης, τῆς λα­τρείας τοῦ Θεοῦ. Παρόντες στό σῶμα, ἀλλά ἀ­πόντες στό πνεῦμα. Ξύπνιοι σωματικῶς, κοιμι­σμένοι πνευματικῶς. Γι᾽αὐτό ἀκριβῶς μᾶς φω­νάζει ὁ Ἀπόστολος καί μᾶς λέγει: Ξυπνεῖστε ἄν­θρωποι, μή κοιμᾶσθε. Εἶναι ὥρα νά σηκω­θεῖ­τε ἀπό τό βαρύ ὕπνο τῆς ραθυμίας, τῆς ἀδια­φορίας, τοῦ συμβιβασμοῦ, τῆς ἁμαρτίας, τῆς πλάνης, τοῦ θανάτου, διότι ἡ ἡμέρα ὅπου νἆ­ναι ξημερώνει. Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ ἡμέρα αὐτή;

****

          Τό πρᾶγμα εἶναι πλέον ὁλοφάνερο. Ἐφ᾽ ὅσον νύχτα χαρακτήρισε τή ἐπίγεια ζωή, μέ τή λέξη ἡμέρα δέν ἐννοεῖ τίποτε ἄλλο παρά τήν αἰώνια ζωή, τή ζωή μετά τό θάνατο καί κυρίως μετά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας καί τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν σωμάτων μας.

          Ὁ χατακτηρισμός αὐτός τῆς αἰώνιας ζωῆς ὡς ἡμέρας εἶναι πολύ ἐπιτυχημένος. Εἶναι ἐπι­τυχημένος, διότι κατά καί κύριο λόγο ἐκεῖ δέν ὑπάρχει τίποτε τό σκοτεινό καί κρυφό. Ὅλα ὅσα ἐδῶ θολώνουν καί σκοτίζουν τό νοῦ τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖ θά ἐξαφανισθοῦν. Οἱ ἄθεοι καί οἱ ἄπιστοι θά ἀντιληφθοῦν τότε πώς αὐτά, πού ἐδῶ περιφρονοῦσαν ἤ περιγελοῦσαν καί εἰρω­νεύονταν ὡς  παραμύθια, εἶναι πέρα ὡς πέρα ἀληθινά. Ὅλα πάλι τά ἔργα, πράξεις ρυπαρές, σκέψεις πονηρές, συνήθως κρυφές, πού μάτι ἀνθρώπου δέν εἶδε, κατά τήν ἡμέρα τῆς Δευ­τέρας Παρουσίας θά φανερωθοῦν. «Ἑκάστου τό ἔργον φανερόν γενήσεται, λέγει ὁ θεῖος Παῦλος· ἡ γάρ ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρί ἀποκαλύπτεται». Τοῦ καθενός δηλαδή τό ἔργο θά φανερωθεῖ, διότι ἡ ἡμέρα ἐκείνη θά τό ξεσκεπάσει, ἐφ᾽ ὅσον ὅλα τότε θά περάσουν ἀπό τή φωτιά τῆς θεϊκῆς κρίσεως. Ἡ αἰωνιότης λοιπόν ὀνομάζεται ἡμέρα καί γιά τήν λαμπρό­τητά της, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Κύριος ὡς Κριτής θά ἔλ­θει ἀπαστράπτων μέ ὅλη του τήν μεγαλειό­τητα, ἀλλά καί διότι ὅλα τότε θά βγοῦν στό φῶς, θά φανερωθοῦν. Ἀλλά καί διότι ἡ κατάσταση ἐκείνη θά εἶναι αἰώνια, δέν θά ἔχει τέλος, δέν θά μοιάζει μέ ὄνειρο νύχτας, ὅπως ἡ ἐπίγεια ζωή. Θά εἶναι γιά τούς λυτρωμένους πιστούς αἰώνια δόξα, ἄπειρη χαρά, ἀτελείωτη εὐτυχία.

****

          Καθώς λοιπόν, λέγει ὁ Ἀπόστολος, ἡ νύ­χτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας φεύγει καί ἡ μεγά­λη ἡμέρα τῆς αἰωνιότητας ὅπου νἆναι ξημερώ­νει, ἄς ἑτοιμασθοῦμε οἱ πιστοί, γιά νά εὑερθοῦμε ἕτοιμοι σ᾽αὐτήν. Ἄς ξυπνήσουμε, ἄς πετάξουμε ἀπό πάνω μας τά σκοτεινά ἔργα τῆς ἁμαρτίας, καί ἄς φορέσουμε τά φωτεινά ὅπλα μας, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀρετῆς.

          Πιό παραστατικά ὁ θεῖος Παῦλος ἐδῶ κη­ρύσσει πόλεμο. Στά ὅπλα μᾶς φωνάζει, ἔχουμε πόλεμο! Προσέξετε διότι οἱ ἐχθροί παραμο­νεύουν καί ζητοῦν νά σᾶς καταστρέ­ψουν. Ἀ­φεῖστε τίς παλιές κακές σας συνήθειες καί πιά­στε τά ὅπλα νά πολεμήσετε. «Ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδείας τοῦ διαβό­λου» (Ἐφεσ. στ´11). Ντυθεῖτε τό θεϊκό ὁπλισμό, γιά νά μπορεῖτε νά ἀντισταθεῖτε στά πονηρά τε­χνάσματα τοῦ διαβόλου.

          Νά ὁπλισθοῦμε λοιπόν μᾶς παραγγέλλει τό Πανάγιο Πνεῦμα. Καί βέβαια τά θεϊκά ὅπλα, τά ὅπλα τοῦ φωτός, ὅπως τά χαρακτηρίζει λίγο πολύ τά γνωρίζουμε ὅλοι μας. Τά ὅπλα αὐτά εἶναι ἡ θερμή πίστη, ἡ ζωντανή προσευχή, τά ὑπέροχα λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ συμμετοχή μας στά σωστικά Μυστήρια τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας καί ἄλλα ἀκόμη.

          Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι τά γνωρίζουμε τά ὅπλα αὐτά. Τό πρόβλημα δέν εἶναι ἐκεῖ. Δέν φθάνει τό νά τά γνωρίζουμε. Ἀπαιτεῖται ὁπωσ­δήποτε νά τά χρησιμοποιοῦμε· ἀλλιῶς δέν γίνεται τίποτε. Καί μάλιστα νά τά χρησιμο­ποι­οῦμε σωστά, διότι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος, χρησι­μοποιώντας τα  κακῶς νά τραυματίσουμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας. Πανίσχυρο ὅπλο εἶναι εἶναι ἀπίσης καί ἡ Θεία Κοινωνία. Ἄν ὅμως κοινω­νοῦμε ἐνεξομολόγητοι καί ἀμετανόητοι, ἡ Θεία Κοινωνία ἀντί φῶς γίνεται φωτιά, πού καίει ἐμᾶς τούς ἴδιους, καί ἑπομένως ἀντί νά πετύχουμε  τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας, προσθέτουμε καί ἄλλη βαρύτατη ἁμαρτία.

****

« Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν»

          Ἀδελφοί, ἡ μεγάλη ἡμέρα ὅλο καί πλησιάζει. Ὅπου νἆναι ξημερώνει. Μή ξεγελιώ­μαστε λοιπόν ἀπό τό πολύ κακό, πού ἐπικρατεῖ γύρω μας. Μή ξεχνᾶμε πώς τό πιό πηχτό σκοτάδι ἐπικρατεῖ λίγο πρίν ροδίσει ἡ αὐγή. Ἡ νύχτα λοιπόν τῶν ταλαιπωριῶν καί τῶν δοκιμα­σιῶν μας πάνω στή γῆ         τελειώνει. Ἡ ἡμέρα τῆς μεγάλης χαρᾶς ξημερώνει. Στά ὅπλα λοιπόν. Στόν ἀγώνα τόν πνευματικό, ἰδιαιτέρως ὅμως τώρα τήν περίοδο τῆς Μ.Τεσσαρακοστῆς, γιά νά ἀπολαύσουμε τήν ἄπειρη χαρά τῆς ἡμέρας ἐκείνης, τῆς  αἰώνιας Βασιλείας τοῦ Κυρίου μας.

Ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης
Ἀρχιγραμματεύς  Ἱεράς Συνόδου
τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου

Δεν υπάρχουν σχόλια: