Κυριακή τῆς Τυρινῆς
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Ἡ νύχτα θά γίνει μέρα
(Ρωμ. ιγ´12)
Ἀδελφοί ἡ νύχτα
προχωρεῖ πρός τό τέλος της, ἡ ἀνατολή μιᾶς νέας ἡμέρας πλησιάζει. Εἶναι ὥρα
λοιπόν νά ξυπνήσουμε. Κι ὅταν κανείς ξυπνάει, ἡ πρώτη δουλειά πού κάνει εἶναι
νά βγάλει τά ροῦχα τῆς νύχτας καί νά φορέσει τά ροῦχα τῆς ἡμέρας. Αὐτή τήν
παραστατική εἰκόνα χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα,
γιά νά μᾶς βοηθήσει νά τινάξουμε ἀπό πάνω μας τή ραθυμία καί τήν ἀμέλεια καί
κάνουμε τό ἀποφασιστικό βῆμα τῆς μετανοίας.
Γι᾽αὐτό καθώς σήμερα ξεκινάει τό «στάδιο τῶν ἀρετῶν» θά δοῦμε βαθύτερα τίς ἔννοιες τοῦ ἀποστολικοῦ λόγου. Θά δοῦμε ποιά εἶναι ἡ νύχτα πού φεύγει, ποιά ἡ ἡμέρα πού ἔρχεται καί τί σημασία ἔχουν ὅλα αὐτά γιά τή ζωή μας.
****
« Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν»
Νύχτα
σύμφωνα μέ τούς ἱερούς ἑρμηνευτές ὀνομάζει ὁ Ἀπόστολος ὁλόκληρη τήν ἐπίγεια ζωή μας, ἀπό τήν ὥρα
πού θά γεννηθοῦμε μέχρι τήν ὥρα πού θά πεθάνουμε. Καί τήν ὀνομάζει νύχτα γιά
δύο κυρίως λόγους.
Πρῶτον
διότι στή ζωή αὐτή ἐπικρατεῖ σκοτάδι πηχτό καί βαθύ, ὅπως καί στή νύχτα.
Πνιγμένη στό σκοτάδι ἡ νύχτα δέν ἐπιτρέπει νά δοῦμε καθαρά τό περιβάλλον καί ὅσα
συμβαίνουν γύρω μας, παρά μόνο ὅσα μᾶς ἐπιτρέπει τό λιγοστό φῶς τῶν ἄστρων καί
τοῦ φεγγαριοῦ. Τό ἴδιο γίνεται καί στή ζωή μας. Πνευματικό σκοτάδι ἐπικρατεῖ
καί ἐδῶ. Σκοτάδι εἶναι ἡ σύγχυση πού πρυτανεύει στίς ἰδέες τῶν ἀνθρώπων. Οἱ
περισσότεροι συνάνθρωποί μας δέν ξέρουν γιά ποιό λόγο ζοῦν, ποιός εἶναι ὁ
σκοπός τῆς ζωῆς τους. Ἀπό ποῦ ἔρχονται καί πού πηγαίνουν. Σύγχυση ὑπάρχει ὄχι
μόνο στά μυαλά τῶν ἀνθρώπων ἀλλά καί στόν τρόπο ζωῆς τους. Ἡ ἁμαρτία σήμερα
κατακλύζει τά πάντα. Ὅμως ἡ ἁμαρτία εἶναι τό κατ᾽ ἐξοχήν σκοτάδι. Κλοπές,
ψεύδη, ἀνηθικότητες, συκοφαντίες, μίση, ζήλειες, θυμοί, φόνοι, ἀπειλές τῶν ἰσχυρῶν
ἐναντίον τῶν μικρῶν καί ἀδυνάτων, στραγγαλισμοί τοῦ δικαίου ἀτόμων καί λαῶν,
πόλεμοι πλήττουν καθημερινά τά ἀκουστικά καί ἐρεθίζουν τά ὀπτικά μας νεῦρα. Ὅλα
αὐτά τά σκοτεινά ἔργα σάν κατάμαυρα σύννεφα καλύπτουν ὅλη τή γῆ καί τίς
καρδιές πολλῶν ἀνθρώπων.
Νύχτα
ὀνομάζεται ὅμως ἡ ἐπίγεια ζωή μας καί γιά τό ὅτι μοιάζει μέ ὄνειρο. Ὅπως τή
νύχτα βλέπουμε ὄνειρα καί μπορεῖ νά δοῦμε τόν ἑαυτό μας ἀκόμη καί βασιλιᾶ καί ἀστροναύτη,
καί ὅταν ξυπνήσουμε ὅλη ἡ δόξα καί ἡ ὀμορφιά νά χαθεῖ, ἔτσι καί στή ζωή αὐτή.
Μπορεῖ νά περάσουμε 70-80 χρόνια μέ τιμές καί δόξες, ἀλλά μιά στιγμή ἀναπόφευκτα
ἔρχεται ὁ θάνατος, ὁπότε ἀργά πλέον διαπιστώνουμε πώς ὅλα αὐτά ἦταν ἕνα ὄνειρο
καί τίποτε παραπάνω.
Ἡ
νύχτα λοιπόν τῆς ζωῆς μας ἐπροχώρησε, λέγει ὁ Ἀπόστολος, ἀφοῦ κάθε ὥρα πού
περνάει, μᾶς φέρνει πιό κοντά στό θάνατο, ἕνα θάνατο πρός τόν ὁποῖο καθημερινά
πλησιάζουμε, ἀλλά δυστυχῶς δέν τό καταλαβαίνουμε. Καί ἀπορροφημένοι ἀπό
τίς βιοτικές μέριμνες πορευόμαστε σάν νά πρόκειται νά ζήσουμε ἐδῶ αἰώνια. Γι᾽
αὐτό καί συχνά ἀδιαφοροῦμε γιά ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς συνδέουν μέ τήν αἰωνιότητα.
Κοιμόμαστε. Κοιμόμαστε σάν ὑπνοβάτες. Πόσες φορές συλλαμβάνουμε τόν ἑαυτό μας
νά κοιμᾶται, δηλαδή νά μή προσέχει στίς μεγάλες καί ἱερές ὧρες τῆς ζωῆς μας,
τίς ὧρες τῆς προσευχῆς, τῆς μελέτης, τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ. Παρόντες στό σῶμα,
ἀλλά ἀπόντες στό πνεῦμα. Ξύπνιοι σωματικῶς, κοιμισμένοι πνευματικῶς. Γι᾽αὐτό ἀκριβῶς
μᾶς φωνάζει ὁ Ἀπόστολος καί μᾶς λέγει: Ξυπνεῖστε ἄνθρωποι, μή κοιμᾶσθε. Εἶναι
ὥρα νά σηκωθεῖτε ἀπό τό βαρύ ὕπνο τῆς ραθυμίας, τῆς ἀδιαφορίας, τοῦ
συμβιβασμοῦ, τῆς ἁμαρτίας, τῆς πλάνης, τοῦ θανάτου, διότι ἡ ἡμέρα ὅπου νἆναι
ξημερώνει. Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ ἡμέρα αὐτή;
****
Τό
πρᾶγμα εἶναι πλέον ὁλοφάνερο. Ἐφ᾽ ὅσον νύχτα χαρακτήρισε τή ἐπίγεια ζωή, μέ τή
λέξη ἡμέρα δέν ἐννοεῖ τίποτε ἄλλο παρά τήν αἰώνια ζωή, τή ζωή μετά τό θάνατο
καί κυρίως μετά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας καί τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
σωμάτων μας.
Ὁ
χατακτηρισμός αὐτός τῆς αἰώνιας ζωῆς ὡς ἡμέρας εἶναι πολύ ἐπιτυχημένος. Εἶναι ἐπιτυχημένος,
διότι κατά καί κύριο λόγο ἐκεῖ δέν ὑπάρχει τίποτε τό σκοτεινό καί κρυφό. Ὅλα ὅσα
ἐδῶ θολώνουν καί σκοτίζουν τό νοῦ τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖ θά ἐξαφανισθοῦν. Οἱ ἄθεοι
καί οἱ ἄπιστοι θά ἀντιληφθοῦν τότε πώς αὐτά, πού ἐδῶ περιφρονοῦσαν ἤ περιγελοῦσαν
καί εἰρωνεύονταν ὡς παραμύθια, εἶναι
πέρα ὡς πέρα ἀληθινά. Ὅλα πάλι τά ἔργα, πράξεις ρυπαρές, σκέψεις πονηρές,
συνήθως κρυφές, πού μάτι ἀνθρώπου δέν εἶδε, κατά τήν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας
θά φανερωθοῦν. «Ἑκάστου τό ἔργον φανερόν γενήσεται, λέγει ὁ θεῖος Παῦλος· ἡ γάρ
ἡμέρα δηλώσει· ὅτι ἐν πυρί ἀποκαλύπτεται». Τοῦ καθενός δηλαδή τό ἔργο θά
φανερωθεῖ, διότι ἡ ἡμέρα ἐκείνη θά τό ξεσκεπάσει, ἐφ᾽ ὅσον ὅλα τότε θά περάσουν
ἀπό τή φωτιά τῆς θεϊκῆς κρίσεως. Ἡ αἰωνιότης λοιπόν ὀνομάζεται ἡμέρα καί γιά
τήν λαμπρότητά της, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Κύριος ὡς Κριτής θά ἔλθει ἀπαστράπτων μέ ὅλη
του τήν μεγαλειότητα, ἀλλά καί διότι ὅλα τότε θά βγοῦν στό φῶς, θά φανερωθοῦν.
Ἀλλά καί διότι ἡ κατάσταση ἐκείνη θά εἶναι αἰώνια, δέν θά ἔχει τέλος, δέν θά
μοιάζει μέ ὄνειρο νύχτας, ὅπως ἡ ἐπίγεια ζωή. Θά εἶναι γιά τούς λυτρωμένους
πιστούς αἰώνια δόξα, ἄπειρη χαρά, ἀτελείωτη εὐτυχία.
****
Καθώς
λοιπόν, λέγει ὁ Ἀπόστολος, ἡ νύχτα τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας φεύγει καί ἡ μεγάλη ἡμέρα
τῆς αἰωνιότητας ὅπου νἆναι ξημερώνει, ἄς ἑτοιμασθοῦμε οἱ πιστοί, γιά νά εὑερθοῦμε
ἕτοιμοι σ᾽αὐτήν. Ἄς ξυπνήσουμε, ἄς πετάξουμε ἀπό πάνω μας τά σκοτεινά ἔργα τῆς ἁμαρτίας,
καί ἄς φορέσουμε τά φωτεινά ὅπλα μας, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Πιό
παραστατικά ὁ θεῖος Παῦλος ἐδῶ κηρύσσει πόλεμο. Στά ὅπλα μᾶς φωνάζει, ἔχουμε
πόλεμο! Προσέξετε διότι οἱ ἐχθροί παραμονεύουν καί ζητοῦν νά σᾶς καταστρέψουν.
Ἀφεῖστε τίς παλιές κακές σας συνήθειες καί πιάστε τά ὅπλα νά πολεμήσετε. «Ἐνδύσασθε
τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδείας τοῦ
διαβόλου» (Ἐφεσ. στ´11). Ντυθεῖτε τό θεϊκό ὁπλισμό, γιά νά μπορεῖτε νά ἀντισταθεῖτε
στά πονηρά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου.
Νά
ὁπλισθοῦμε λοιπόν μᾶς παραγγέλλει τό Πανάγιο Πνεῦμα. Καί βέβαια τά θεϊκά ὅπλα,
τά ὅπλα τοῦ φωτός, ὅπως τά χαρακτηρίζει λίγο πολύ τά γνωρίζουμε ὅλοι μας. Τά ὅπλα
αὐτά εἶναι ἡ θερμή πίστη, ἡ ζωντανή προσευχή, τά ὑπέροχα λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ
συμμετοχή μας στά σωστικά Μυστήρια τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας καί ἄλλα ἀκόμη.
Δέν
ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι τά γνωρίζουμε τά ὅπλα αὐτά. Τό πρόβλημα δέν εἶναι ἐκεῖ.
Δέν φθάνει τό νά τά γνωρίζουμε. Ἀπαιτεῖται ὁπωσδήποτε νά τά χρησιμοποιοῦμε· ἀλλιῶς
δέν γίνεται τίποτε. Καί μάλιστα νά τά χρησιμοποιοῦμε σωστά, διότι ὑπάρχει ὁ
κίνδυνος, χρησιμοποιώντας τα κακῶς νά
τραυματίσουμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας. Πανίσχυρο ὅπλο εἶναι εἶναι ἀπίσης καί ἡ
Θεία Κοινωνία. Ἄν ὅμως κοινωνοῦμε ἐνεξομολόγητοι καί ἀμετανόητοι, ἡ Θεία
Κοινωνία ἀντί φῶς γίνεται φωτιά, πού καίει ἐμᾶς τούς ἴδιους, καί ἑπομένως ἀντί
νά πετύχουμε τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας,
προσθέτουμε καί ἄλλη βαρύτατη ἁμαρτία.
****
« Ἡ νύξ προέκοψεν, ἡ δέ ἡμέρα ἤγγικεν»
Ἀδελφοί,
ἡ μεγάλη ἡμέρα ὅλο καί πλησιάζει. Ὅπου νἆναι ξημερώνει. Μή ξεγελιώμαστε λοιπόν
ἀπό τό πολύ κακό, πού ἐπικρατεῖ γύρω μας. Μή ξεχνᾶμε πώς τό πιό πηχτό σκοτάδι ἐπικρατεῖ
λίγο πρίν ροδίσει ἡ αὐγή. Ἡ νύχτα λοιπόν τῶν ταλαιπωριῶν καί τῶν δοκιμασιῶν
μας πάνω στή γῆ τελειώνει. Ἡ ἡμέρα
τῆς μεγάλης χαρᾶς ξημερώνει. Στά ὅπλα λοιπόν. Στόν ἀγώνα τόν πνευματικό, ἰδιαιτέρως
ὅμως τώρα τήν περίοδο τῆς Μ.Τεσσαρακοστῆς, γιά νά ἀπολαύσουμε τήν ἄπειρη χαρά τῆς
ἡμέρας ἐκείνης, τῆς αἰώνιας Βασιλείας τοῦ
Κυρίου μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου