«ΣΕ ΤΟΝ ΑΝΑΒΑΛΛΟΜΕΝΟΝ ΤΟ ΦΩΣ ΩΣΠΕΡ ΙΜΑΤΙΟΝ …»
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Είναι ο πρώτος στίχος του υπέροχου
σταυροαναστάσιμου δοξαστικού ύμνου του Εσπερινού της Αποκαθήλωσης-Μ. Παρασκευή.
Αυτού του ουσιαστικά προ αναστάσιμου «Χριστός Ανέστη», που αναδύεται απ’ τα
υπέροχα, καρδιά και χείλη του τρισμακάριστου Ιωσήφ από την Αριμαθαία συν
Νικόδημω ad hoc, την ώρα της κορυφαίας
οδύνης, της Αποκαθήλωσης και της Ταφής του : «Γλυκύτατου Ιησού … Συν τη
Αναστάσει κραυγάζων, Κύριε δόξα Σοι» !
Και σε τι γλώσσα; Σε τι ή ποια άλλη, παρά
στην ελληνίδα γλώσσα! Μόνη που μπορεί να εκφράσει με τόση ακρίβεια, όση και
λεπτότητα, και τρυφερότητα, και πληρότητα πράγματα ανθρώπινα συνάμα και θεία!
Τη σημαδεμένη εκλεκτικά από το Χριστό με κείνο τον όχι τυχαίο λόγο. «Ελήλυθεν
η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του Ανθρώπου»-Ιω.12,23.
Και, σε τι μουσική σύνθεση-ήχο-τέτοιο, που καταβιβάζει σε κατάβαθα ανείπωτα πικρά, και συντριπτικά του ανθρώπινου νου αναπάντητα ερωτήματα : «Πώς σε κηδέψω Θεέ μου;»! Αλλά και, σ’ αναβιβάζει σε ασύλληπτα λαμπρά, χαρμόσυνα, θεία αισθήματα!
Και οι ψαλτικές-μουσικές εκτελέσεις-αποδόσεις του μύριες, και σε αλυσίδα ευγενή συναγωνισμό! Κι η μια καλύτερη από την άλλη, σε θέρμη, σε ευλάβεια, σε ιερό πόθο προσωπικό. Ατόφια κι αληθινή έκφραση του πολύ-πολύ μέσα της καρδιάς του άδοντος, κληρικού, μοναχού, άλλου κατ’ επάγγελμα ιεροψάλτη, κι αυτού του απλού της ψαλτικής εραστή!
Και, ο μόνος άγνωστος(;) ο υμνογράφος
και μελωδός, όχι σπάνιο στα υμνογραφικά της ορθόδοξης ανατολής αυτό. Κάπου πήρε
το μάτι μου, Θεοφάνης ο Γραπτός -8ος αιώνας- «Σάλπιγξ χρυσή», από τους
ονομαστούς της ξακουστής Ιεροσολυμίτικης του Αγίου Σάββα Μονής.
«Σε τον αναβαλλόμενον το φως,
ώσπερ ιμάτιον,
οίμοι, γλυκύτατε Ιησού˙
ον προ μικρού ο ήλιος εν Σταυρώ κρεμάμενον θεασάμενος,
ζόφον περιεβάλλετω,
και η γη τω φόβω εκυμαίνετω,
αλλ’ ιδού νυν βλέπω σε, δι’ εμέ
εκουσίως υπελθόντα θάνατον˙
πώς σε κηδεύσω, Θεέ μου;
Μεγαλύνω τα Πάθη σου υμνολογώ και την ταφήν σου,
συν τη Αναστάσει, κραυγάζων˙ Κύριε, δόξα σοι».
Μας εισάγει αμέσως στο μεγαλειώδες, στο
ασύλληπτα εκθαμβωτικό φως του Τριαδικού Θεού που, «Αγάπη εστί» !
Του οποίου και την επουράνια κατοικία ο Απ. Παύλος θέλει την λουσμένη στο φως -«Φως
οικών απρόσιτον»- 1Τμ.6,16. Και πολύ πρωτύτερα ο Ψαλμωδός θέλει τον όλο Θεό
και μεγαλόπρεπα εξαστράπτον φως, και ντυμένο με ένδυμα όλο φως -«Εξομολόγησιν
και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω αναβαλλόμενος το φως ως ιμάτιον» -103,2κε Και τι
ιμάτιο, χιτώνα, ρούχο, περιβολή, φως άπειρο, απέραντο, φως αβυσσαλέο-«Άβυσσος
ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού». Και τέτοιας ισχύος που στο απλό άγγιγμά
του σε ένα βουνό, αυτό ν’ αρπάζει φωτιά, να καπνίζει, να φλέγεται-καίγεται
ολοσχερώς-«Ο απτόμενος των ορέων και καπνίζονται». Και τόσο λαμπρά και
τόσο εκθαμβωτικά, που όταν στη Μεταμόρφωση το αστραποβόλησε μέσα κι έξω
και ρούχα κι ο όλος Χριστός, κι από κοντά η βροντερή συστατική φωνή του Πατέρα
για τον Υιό, να κάνουν τους τρεις μαθητές, να μην το αντέξουν, να φοβηθούν, να
πέσουν στο έδαφος μπρούμυτα -«Έπεσον επί πρόσωπον αυτών και εφοβήθησαν
σφόδρα» -Μτθ.17,6.
Και, μ’ αυτά κι αυτά, και τα τοιαύτα και
παρόμοια να στροβιλίζονται στο νου, καθώς στο μεταξύ Αυτός ο Θεός Λόγος έχει
γίνει και άνθρωπος, κι έχει διδάξει την Αλήθεια, μάλιστα θαυμαστά και
ευεργετικά, αλλά τι τραγικό, και έχει «πληρωθεί» πληθωρικά με αχαριστίας
παθήματα! Και ο εντελώς άλλος κι αλλιώς, κι Αθώος αυτός να είναι τώρα
κατακριμένος ως κακούργος και κρεμασμένος στο Σταυρό! Και να ’ρχονται λέει
αυτοί, «Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ευσχήμων βουλευτής» -μέλος του Ανωτάτου
Συνεδρίου- μυστικός μαθητής του Χριστού, και ο Νικόδημος, έτερος μυστικός
μαθητής του, ξέρετε, αυτός που πήγε νύχτα στο Χριστό αδημονών και τον ρώτησε, «πώς
μπορεί κανείς να αναγεννηθεί»! Και τώρα να τον αντικρίζουν στο Σταυρό, και σε
εκπλήρωση χρέους ανέκφραστης αγάπης να τον «αποκαθηλώνουν» : «Νεκρόν,
γυμνόν, άταφον»!
Και
να αναλογίζονται βασανιστικά, πώς μπορεί αυτό που βλέπουν εδώ μπροστα στα μάτια
τους να είναι δυνατό ! Και με πέλαγο το δάκρυ στους οφθαλμούς, δεν ξέρω αν
ανθρώπινα ή από θείο φωτισμό, ν’ αναρωτιούνται αναπάντητα, και συνάμα να
αναμέλπουν από καρδίας «ευσυμπάθητον θρήνον», ύμνο πονεμένο και τρυφερό. «Αλίμονο,
τι έφτασαν να βλέπουν τα μάτια μας, γλυκύτατε Ιησού; Μα ώρα δεν πέρασε που
ο ήλιος σε είδε κρεμασμένο στο Σταυρό, και με σκότος περιβλήθηκε! Και τη γη
κατέλαβε τέτοιος φόβος, τρόμος αληθινός, που έβγαλε σεισμό! Κι ακόμα, και πιο
πολύ, και τόσο αυτό συμβολικό, κι αυτό το πολύτιμο και ιερό «καταπέτασμα»,
στόρι του ναού, σχίστηκε από πάνω ως κάτω στα δυο ! Κι εγώ με το Νικόδημο
πορευόμαστε να κηδέψουμε Αυτόν που έχουμε στην καρδιά μας κατάβαθα και στου νου
τα δεξιά ως τον Ένα, και Μόνο, και όντως όντα Θεό ! Πες μας, αλήθεια, Κύριε, πώς
μπορεί να μας συμβαίνει αυτό !
«Πώς να σε κηδέψω Θεέ μου; Πώς
σε νεκρικά σεντόνια να σε τυλίξω; Με ποια καθαρά ως σου πρέπουν χέρια να
πλησιάσω κι απλώς ή μόνο να ψαύσω αυτό το πεντακάθαρο Σώμα Σου; Και πάνω και
πέρα απ’ όλα, πού να ’βρω νεκρικά άσματα επάξιά Σου παν- και υπέρ- οικτίρμονα
Κύριε ν’ αναμέλψω τελώντας την εξόδια Ακολουθία Σου;»
****** *** ******
Αλλά να ! Και τι θαυμάσιο,
και τι υπέροχο, τι θαύμα πραγματικό, μέσα μου ξάφνου όλα ιδωμένα αλλιώς ! Το
βλέπω καθαρά, το κατανοώ, χρόνος χρέους μέγιστης αγάπης μας για να γίνουν όλα
αυτά. Εσύ το πρόφτασες και το είπες, κι έκανες το μέγιστο της Αγάπης όσο
ποτέ άλλοτε άλλος κανείς. «Αλλ’ ιδού νυν βλέπω σε, δι’ εμέ εκουσίως
υπελθόντα θάνατον-για μένα και το θέλησες, και κατέβηκες κι αυτό το τελευταίο
σκαλί στου κακού τη σκάλα, το φοβερό σκαλί του θανάτου, ελεύθερος κι Αθώος γι
αυτό παντελώς διαπαντός»! Και είναι όπως το είπες, το θυμάμαι καλά αυτό. «Κανείς
δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από κείνον που θυσιάζει τη ζωή του για χάρη των φίλων
του»-Ιω.15,13.
Αυτό είναι το μέγιστο και το όλο, αυτό
είναι της Αγάπης το ύπατο φως !
Διό και :
«Μεγαλύνω τα Πάθη Σου
υμνολογώ και την Ταφήν σου,
συν τη Αναστάσει, κραυγάζων˙ Κύριε, δόξα σοι».
Αλλά ! Και
είμαι και μένω ακόμα στο χρέος «του Θεού που Αγάπη εστί», τόσο, μα τόσο μηδενικός! Ανεξίκακε κι ανερμήνευτα Μακρόθυμε Κύριε : «Πρόσθες ημίν πίστιν»! Που
θα πει, «πρόσθεσέ μας εμπιστοσύνη-αγάπη σ’ Εσένα, αγάπη ως είπες έστω και
μόνο μικρού κι ασήμαντου κόκκου σιναπιού». Για να φύγουν έτσι, και
τότε, και μόνο από τη ζωή μας όλα «τα άνθη του κακού»! «Αλήθεια σας
λέω, αν έχετε αναμφίβολη πίστη-σταθερή αγάπη κι ακλόνητη … θα πείτε σ’ αυτό το
βουνό του κακού σήκω από μέσα μου, πήγαινε και πέσε στη θάλασσα, κι αυτό θα σας
γενεί! Ιδιαίτερα αν έχετε μάθει και ασκηθεί να κλίνετε γόνατο στην προσευχή πνευματικό»-Μτθ.21,21-22.
«Χριστός Ανέστη».
Αποσπέρα Τρίτης 26 Απριλίου 2022
Αθανάσιος Κοτταδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου