Παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας
«Περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς…»
(Ματθ. 4,18)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου
Στὸ γιαλὸ τῆς μαγευτικῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας βρίσκεται, ἀγαπητοί μου, ὁ
Κύριος.
Σὲ ἀκτὲς θαλασσῶν καὶ λιμνῶν στάθηκαν
καὶ ἄλλοι. Στάθηκαν ζωγράφοι, γιὰ νὰ ζωγραφίσουν πίνακες ποὺ παριστάνουν τὴ
θάλασσα σὲ διάφορες καταστάσεις. Στάθηκαν ποιηταὶ καὶ ἐμπνεύσθηκαν ἀπὸ τὸ
μεγαλοπρεπὲς θέαμα τῆς θαλάσσης, ποὺ προσφέρει ὅταν ὁ ἥλιος ἀνατέλλει καὶ ῥίχνει
τὶς ἀκτῖνες του ἐπάνω στὴν ἐπιφάνειά της καὶ τὴν μεταβάλλει σὲ ἕνα τεράστιο
καθρέπτη καὶ μέσα της καθρεπτίζονται τὰ πλοῖα, οἱ κοντινοὶ βράχοι καὶ οἱ κορυφὲς
τῶν βουνῶν. Στάθηκαν φιλόσοφοι, γιὰ νὰ θαυμάσουν τὴν ἀπεραντοσύνη της κι ἀπὸ τὴ
θέα της νὰ συλλάβουν μία ἀμυδρὴ εἰκόνα τῆς αἰωνιότητος…
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος π.χ., ἕνας
ἀπὸ τοὺς μεγάλους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, συνήθιζε νὰ κάνῃ περιπάτους δίπλα στὸ
γιαλὸ τῆς θαλάσσης, νὰ βλέπῃ τὸ μεγαλοπρεπὲς θέαμα, νὰ ἐμπνέεται ἀπ᾽ αὐτὸ σὰν
ποιητής, καὶ νὰ ἀντλῇ διδάγματα σχετικὰ μὲ τὴν ἀστάθεια καὶ ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων
πραγμάτων. Ἀκοῦστε πῶς μεταφέρει τὰ λόγια τοῦ ἁγίου πατρὸς (βλ. Λόγος Κς΄ [26],
Εἰς ἑαυτόν, ἐξ ἀγροῦ ἐπανήκοντα μετὰ τὰ κατὰ Μάξιμον, Η΄· P.G. 35,1237b –
1240a) ἕνας νεώτερος δόκιμος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφεύς·
«Βάδιζα», λέει, «μόνος, ἐνῷ ἡ ἡμέρα ἔγερνε πρὸς τὸ βράδυ, περπατώντας
δίπλα στὸ γιαλό. Γιατὶ συνηθίζω πάντα ν᾽ ἀνακουφίζω τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας μὲ
τέτοιες ἀνέσεις, ἀφοῦ καὶ ἡ χορδὴ τοῦ τόξου ἐξασθενεῖ ὅταν μένῃ διαρκῶς
τεντωμένη, καὶ χρειάζεται κάπως νὰ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὶς σχισμὲς τοῦ τόξου, ἂν
πρόκηται ὅταν τὴν ξανατεντώσουμε νὰ μὴ καταντήσῃ γιὰ τὸν τοξότη ἄχρηστη. Βάδιζα
λοιπόν, καὶ τὰ μὲν πόδια μου προχωροῦσαν ἐμπρός, ἐνῷ τὰ μάτια μου ἀτένιζαν πρὸς
τὴ θάλασσα. Ἐν τούτοις τὸ θέαμα ποὺ αὐτὴ παρεῖχε ἐκείνη τὴν ὥρα δὲν ἦταν ὡραῖο,
παρ᾽ ὅλο ποὺ –διαφορετικά– εἶνε πολὺ ὄμορφη, ὅταν κοκκινίζῃ καὶ παίζῃ γλυκὰ καὶ
ἥμερα ἐπάνω στὶς ἀκτές. Ἀλλὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἐπειδὴ φυσοῦσε δυνατὸς ἄνεμος,
ξεσηκωνόταν καὶ μούγκριζε… Τὸ θέαμα αὐτὸ μοῦ ἔγινε παράδειγμα· δὲν ἀδιαφόρησα
καθόλου ἀπέναντί του, ἀντιθέτως φιλοσόφησα ἐπάνω σ᾽ αὐτό, κατὰ τὴ συνήθεια ποὺ ἔχω
πάντα νὰ καρπώνωμαι ἠθικὲς ὠφέλειες ἀπὸ παντοῦ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Καὶ εἶπα λοιπὸν
μέσα μου· Μήπως δὲν εἶνε θάλασσα καὶ ἡ ζωή μας, ἀφοῦ ἔχει μέσα της τόση ἁλμύρα
καὶ ἀστάθεια; Μήπως δὲν ἔχει κι αὐτὴ τοὺς ἀνέμους της, μὲ τοὺς ὁποίους
κάλλιστα μποροῦν νὰ παραβληθοῦν οἱ πειρασμοὶ ποὺ πέφτουν πάνω μας καὶ τὰ ἀπροσδόκητα
δυστυχήματα; Αὐτὸ εἶχε καταλάβει καὶ ὁ ὑπερθαύμαστος Δαυΐδ, γι᾽ αὐτὸ φώναξε· «Σῶσε
με, Κύριε, γιατὶ εἰσώρμησαν νερὰ ὣς τὴν ψυχή μου. …ἦρθα στὰ βάθη τῆς θαλάσσης
καὶ μὲ καταπόντισε καταιγίδα” (Ψαλμ. 68,2-3)» (βλ. Κων. Καλλινίκου, Ὁ Θεὸς ἐν τοῖς
ἔργοις αὐτοῦ, ἔκδ. Γ΄, Ἀθῆναι 1957, σσ. 80-81).
* * *
Ἀλλὰ ὁ Κύριος στέκει τώρα δίπλα στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας ὄχι γιὰ νὰ
ζωγραφίσῃ σὰν ζωγράφος, οὔτε γιὰ νὰ ῥεμβάσῃ σὰν ποιητής, οὔτε γιὰ νὰ συλλάβῃ εἰκόνες
καὶ ἰδέες σὰν φιλόσοφος. Ὄχι. Ὁ σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖον ἐπισκέπτεται τὴ λίμνη
ὁ Κύριος καὶ περπατάει στὸ γιαλό, εἶνε ἀπείρως ὑψηλότερος. Ἔρχεται δηλαδὴ γιὰ
νὰ κηρύξῃ στοὺς ἁπλοϊκοὺς ἐκείνους ἀνθρώπους τῆς λίμνης τὸ κήρυγμα τῆς
βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἔρχεται γιὰ νὰ ἐκλέξῃ ἀπὸ αὐτούς, ναὶ ἀπὸ αὐτούς, τοὺς
μελλοντικοὺς συνεργάτες του σὲ ἕνα ἔργο, ποὺ ὅμοιό του οὔτε εἶδε οὔτε θὰ ξαναδῇ
ποτὲ ἡ ἀνθρωπότητα.
–Ψαρᾶδες λοιπὸν θὰ εἶνε οἱ πρῶτοι του
συνεργάτες; Τὰ πιὸ ἀκατάλληλα πρόσωπα! θὰ ἔλεγε κάποιος σκεπτόμενος ἀνθρώπινα.
Ψαρᾶδες! Τί θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ περιμένῃ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς; Γιὰ τὸ ἔργο
αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἐγκαθίδρυσι τῆς βασιλείας του ἐπὶ τῆς γῆς, ἄλλα πρόσωπα
θά ᾽πρεπε νὰ καλέσῃ ὁ Ἰησοῦς, ποὺ θὰ διέθεταν νοῦ, δύναμι καὶ πλοῦτο. Τὴν ὥρα
ποὺ ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ψαράδων ἐπρόκειτο νὰ διαλέξῃ τοὺς πρώτους
συνεργάτες του γιὰ μία παγκόσμια ἀποστολή, ὑπῆρχαν στὸν πολιτισμένο κόσμο τῆς ἐποχῆς
ἐκείνης ἄνδρες ξακουστοί. Ὑπῆρχαν ἔνδοξοι στρατηγοὶ καὶ βασιλιᾶδες, ποὺ
διέθεταν λεγεῶνες ἀήττητες. Ὑπῆρχαν πλούσιοι, ποὺ μὲ τὰ ἀμύθητα πλούτη τους θὰ
μποροῦσαν νὰ διευκολύνουν πάρα πολὺ τὴν ἀποστολή του. Ὑπῆρχαν σοφοί, ποὺ ἡ
σοφία τους μποροῦσε νὰ καταπλήξῃ. Ὑπῆρχαν διάσημοι ῥήτορες, ποὺ εἶχαν τὴ
δύναμι τῆς πειθοῦς. Ὑπῆρχαν… Ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ἔπρεπε νὰ διαλέξῃ τὰ πρῶτα στελέχη
του ὁ Ἰησοῦς. Ἐκλέγοντας ψαρᾶδες ἀντὶ γι᾽ αὐτοὺς ποὺ ἀναφέραμε, θὰ μποροῦσε
κανεὶς νὰ θεωρήσῃ ὡς βέβαιο ὅτι θὰ ὡδηγοῦσε τὸ ἔργο του σὲ οἰκτρὴ ἀποτυχία.
Ἀλλὰ ἀκριβῶς αὐτό, ἡ ἐκλογὴ ὡς πρώτων
συνεργατῶν τοῦ Ἰησοῦ ἀνθρώπων τελείως ἀκαταλλήλων –κατὰ τὴν κρίσι τοῦ κόσμου–
καὶ ἡ κατόπιν ἀνέλπιστη καὶ θαυμαστὴ ἐπιτυχία τους στὸ ἔργο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀποδεικνύει,
ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὴν ἐκλογὴ δὲν σκεπτόταν καὶ δὲν ἐνεργοῦσε ὡς ἄνθρωπος.
Ἐὰν ὡς πρώτους συνεργάτες του διάλεγε
στρατηγοὺς καὶ βασιλιᾶδες, ὁ κόσμος θὰ ἔλεγε ὅτι Ἡ ἐπιτυχία τῆς ἀποστολῆς ὀφείλεται
στὴ δύναμι τοῦ ξίφους. Ἐὰν διάλεγε πλουσίους, ὁ κόσμος θὰ ἔλεγε· Τὸ χρῆμα
νικάει καὶ ἐκμηδενίζει κάθε ἐμπόδιο. Καὶ ἐὰν ἀναζητοῦσε τοὺς στενοὺς
συνεργάτες του μεταξὺ τῶν φιλοσόφων τῶν διαφόρων σχολῶν τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῆς Ἀλεξανδρείας,
Νά, θά ᾽λεγε ὁ κόσμος, νίκησαν μὲ τὴ φιλοσοφία. Ὁ κόσμος θὰ ἀπέδιδε τὴν πρόοδο
τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος σὲ ἀνθρώπινα μέσα. Ἐνῷ τώρα τί νὰ ποῦν; Τὰ πρόσωπα,
ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος στὸ ἔργο τῆς ἐγκαθιδρύσεως ἐπὶ τῆς γῆς τῆς βασιλείας του,
στεροῦνταν ὅλων τῶν κατὰ κόσμον πολυτίμων προσόντων. Στέμμα στὸ κεφάλι δὲν φοροῦσαν,
σπαθιὰ δὲν κρατοῦσαν, χρήματα δὲν διέθεταν, μαθηταὶ φιλοσοφικῶν καὶ ῥητορικῶν
σχολῶν δὲν ὑπῆρξαν. Καὶ ὅμως, οἱ ψαρᾶδες αὐτοὶ τῆς Γαλιλαίας ἀναδείχθηκαν
δυνατώτεροι κι ἀπὸ βασιλιᾶδες καὶ στρατηγοὺς καὶ μεγιστᾶνες καὶ πλουσίους καὶ
σοφοὺς καὶ ῥήτορες.
* * *
Ψαρᾶδες! Κανένας δὲν τοὺς ὑπολόγιζε. Τὰ ὀνόματά τους ἦταν ἄγνωστα. Οἱ ἰσχυροὶ
τῆς ἡμέρας τοὺς ἀγνοοῦσαν, τοὺς θεωροῦσαν ἕνα μηδέν. Καὶ ὅμως ἀπὸ αὐτὸ τὸ μηδὲν
προῆλθε ὁ νέος κόσμος τῆς χάριτος, ἡ νέα δημιουργία, ἡ «καινὴ κτίσις» (Β΄ Κορ.
5,17. Γαλ. 6,15). Καὶ ὅπως παρατηρεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς νεώτερους ἀπολογητὰς τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ἡ δημιουργία ἀπὸ αὐτὸ τὸ μηδὲν ἑνὸς νέου κόσμου εἶνε ἔργο ἀπείρως
ἀνώτερο ἀπὸ τὴν ἐκ τοῦ μηδενὸς δημιουργία τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Γιατὶ ἐνῷ στὴν
πρώτη δημιουργία ἡ ὕλη, δημιούργημα κι αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, δὲν προέβαλε στὸν
Δημιουργὸ καμμιά ἀντίστασι γιὰ τὴ διάπλασί της, στὴ δεύτερη ὅμως δημιουργία καὶ
τί ἀντίστασι δὲν προέβαλε ὁ ἄνθρωπος ἕως ὅτου ἀπὸ τὸ μηδὲν νὰ μεταπλασθῇ σὲ
νέα δημιουργία, σὲ «καινὴ κτίσι»! Ἀπὸ τὸ μηδὲν προῆλθε ἡ νέα βασιλεία, ἡ
παγκόσμιος βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.
Πόσο ζωηρὰ καὶ συγκινητικὰ περιγράφει ὁ
ἀπόστολος Παῦλος τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς διαδόσεως τοῦ εὐαγγελίου διὰ τῶν ψαράδων τῆς
Γαλιλαίας λέγοντας, ὅτι «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς
καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά,
καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα
τὰ ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ.
1,27-29)!
Γι᾽ αὐτὸ στὰ Ἰεροσόλυμα τὴν ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς ὁ ἰουδαϊκὸς λαός, ὅταν εἶδε καὶ ἄκουσε τὰ ὅσα συνέβησαν, καὶ
μάλιστα τὴν ἔκτακτη πνευματικὴ δύναμι μὲ τὴν ὁποία εἶχαν ντυθῆ οἱ χθεσινοὶ ψαρᾶδες
τῆς Γαλιλαίας, ἔμεινε κατάπληκτος, ἀποροῦσε καὶ ἔλεγε· «Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν
οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι;» (Πράξ. 2,7).
Καὶ πάντοτε, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς
Χρυσόστομος, τὰ ῥήματα τῶν ἁλιέων τῆς Γαλιλαίας περιφέρομεν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου