Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

Οι εξουθενωτικοί ποιμαντικοί φόβοι- Αντιμετωπίζοντας τη φωτιά με φωτιά - π. Χριστοφόρου Χρόνη

Οι εξουθενωτικοί ποιμαντικοί φόβοι-
Αντιμετωπίζοντας τη φωτιά με φωτιά
 
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη
Εφημερίου Ι. Ν. Αγίου Χριστοφόρου Αγρινίου 
(Δρ. Θεολογίας-Μ.Α Φιλοσοφίας)
Διδάσκοντος στο ΕΚΠΑ/Θεολογική Σχολή-Τμ. Θεολογίας
 
1. Φόβος και ποιμαντική διακονία
 
        Ζούμε σε έναν πεπτωκότα, αμαρτωλό κόσμο που δεν λειτουργεί σύμφωνα με το αρχικό θέλημα του Θεού. Βία, διαφθορά, ασθένειες, θάνατος, υποκρισία, καταστροφή περιβάλλοντος, διαρκής πυρηνική απειλή, είναι υπενθυμίσεις  ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι μεταπτωτικός. Εξαιτίας αυτού, όλοι, κληρικοί και λαϊκοί, τελούμε την ποιμαντική μας διακονία σε ένα απρόβλεπτο και επικίνδυνο μέρος, όπου καθημερινά συμβαίνουν απροσδόκητα και απρόοπτα γεγονότα. Όλα τα μέλη της Εκκλησίας είναι δεκτικά του ποιμαντικού της έργου. Όλοι χρειαζόμαστε στην Εκκλησία και δεν περισσεύει κανένας. Ο κάθε ιερέας έχει κληθεί από τον Αρχιποιμένα Χριστό, να ποιμαίνει το ποίμνιό του και να ανησυχεί γι’ αυτό,[1] όμως από μόνος του δεν επαρκεί για το έργο αυτό, αφού «ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι».[2] Όλα τα μέλη της Εκκλησίας, νέα και ηλικιωμένα έχουν κληθεί να ποιμάνουν και να είναι δεκτικά του ποιμαντικού έργου. Στην Εκκλησία υπάρχουν πολλά χαρίσματα και διακονίες. Κανένας δεν έχει όλα τα χαρίσματα, αλλά και δεν υπάρχει κανένας, χωρίς να είναι προικισμένος από τον Θεό, έστω και με ένα χάρισμα.[3] Άρα όλα τα μέλη της Εκκλησίας, ιερείς και λαϊκοί, μαζί με τα χαρίσματά τους, συγκροτούν το σώμα της Εκκλησίας και εργάζονται γι’ αυτό.[4]
         Είναι αδύνατο η διακονία μας να μην επηρεαστεί από την κτιστότητα και την τρωτότητα του κόσμου. Η ζωή και η διακονία μας θα αγγιχτούν και με κάποιο τρόπο θα διαμορφωθούν από τη συντριβή του κόσμου. Είναι ανόητο και ουτοπικό να ζούμε σε έναν μεταπτωτικό κόσμο και να μην φοβόμαστε για τη βιωτή μας. Η χριστιανική πίστη δεν απαιτεί από εμάς να αρνηθούμε την πραγματικότητα, έτσι οπωσδήποτε θα υπάρχουν πράγματα και καταστάσεις που πρέπει να μας απασχολούν και να μας προκαλούν φόβο, θλίψη και αγωνία. Αν επιτρέψουμε στον εαυτό μας να κυβερνάται από τον φόβο, θα καταλήξουμε να κάνουμε τα άσχημα πράγματα, χειρότερα. Οι αποφάσεις που παίρνουμε μέσα στον πανικό του φόβου είναι αυτές για τις οποίες καταλήγουμε να μετανιώνουμε.
        Ο πλησίον μας τον οποίο διακονούμε, είναι ένας ατελής άνθρωπος που χρήζει σωτηρίας. Το ίδιο ισχύει και για εμάς. Κανείς γύρω μας δεν έχει μια εντελώς αγνή καρδιά. Κανείς δεν είναι εντελώς ελεύθερος από αμαρτωλές σκέψεις, επιθυμίες, πόθους ή κίνητρα. Κανείς δεν λέει πάντα το σωστό. Κανείς δεν κάνει πάντα τις σωστές επιλογές. Κανείς δεν είναι πάντα ευγενής στις προθέσεις του. Κανείς δεν είναι ελεύθερος από πράξεις εγωισμού ή αυτοπροβολής. Κανείς δεν είναι απόλυτα πιστός. Κανείς δεν είναι απόλυτα δίκαιος, ούτε ένας.[5] Εξαιτίας αυτών, οι σχέσεις των μελών του σώματος του Χριστού είναι ακατάστατες και απρόβλεπτες. Το ζούμε διαρκώς. Συνεχώς φοβόμαστε πως η αμαρτία μπορεί να δημιουργήσει αγώνες εξουσίας, διχαστικές συμμαχικές ομάδες, επικριτικές και αφοριστικές στάσεις, εγωκεντρικά παράπονα, απιστία και τελικά διαίρεση. Ο φόβος στη ζωή και στη διακονία μας είναι ζωντανός και δυνατός. Φόβος για τον εαυτό μας, φόβος για τις σχέσεις μας με τον πλησίον, φόβος για το μέλλον. Τελικά μπορεί να αντιμετωπιστεί ο φόβος; Υπάρχει διέξοδος; Θα μπορέσουμε ποτέ να αναφωνήσουμε με βεβαιότητα το ψαλμικό «Κύριος φωτισμός μου καὶ σωτήρ μου· τίνα φοβηθήσομαι;».[6]
 
2. Ο προσωπικός φόβος
 
        Η ποιμαντική διακονία είναι ένας πνευματικός αξονικός και μαγνητικός τομογράφος. Υπάρχουν λίγα πράγματα που θα μας αποκαλύψουν όλο το φάσμα της αμαρτίας, της ανωριμότητας, της αδυναμίας και της αποτυχίας μας, όσο το ποιμαντικό μας έργο. Υπάρχουν λίγα πράγματα που θα εκθέσουν τις αδυναμίες μας στους άλλους με τόση  συνέπεια, όσο η ποιμαντική διακονία. Υπάρχουν λίγα πράγματα που είναι τόσο προσωπικά ταπεινωτικά, όσο είναι η διακονία. Υπάρχουν λίγες προσπάθειες που έχουν τη δύναμη να παράγουν μέσα μας τόσο βαθιά αισθήματα ανεπάρκειας, όσο η διακονία. Υπάρχουν λίγα πράγματα που μπορούν να ξεμπροστιάσουν την κενοδοξία και τη φιλοδοξία μας, όσο είναι η διακονία. Στην ποιμαντική μας διακονία ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος να βλάψουμε τον εαυτό μας και τους άλλους, εξαιτίας του φόβου μας. Είναι αδύνατο να αποφύγουμε το φόβο της απογοήτευσης, της ανεπάρκειας, της κούρασης, της εγκατάλειψης του Θεού. Ειδικά ο τελευταίος αυτός φόβος είναι εξουθενωτικός, αφού μπορεί να οδηγήσει στην πλήρη απογοήτευση και στην παραίτηση από την ποιμαντική διακονία ή στη μετατροπή της σε μια υπαλληλική σχέση, παντελώς άσχετη με τις αρχικές μας προθέσεις. Ο φόβος της εγκατάλειψης, της θεοεγκατάληψης,[7] πρέπον είναι να εξεταστεί με το πνεύμα του λόγου του Θεού. Αν εξεταστεί έτσι, τότε θα διαπιστώσουμε ότι ο Θεός, όχι μόνο δεν εγκαταλείπει το παιδί του, αλλά αντιθέτως έχει και ένα θαυμάσιο σχέδιο για το καθένα.  
        Έχει ενδιαφέρον η θεϊκή κλήση του Κριτού Γεδεών. Ο Θεός βρίσκει τον Γεδεών να αλωνίζει σιτάρι σε ένα πατητήρι, επειδή φοβόταν τους Μαδιανίτες, και τον χαιρετά με έναν από τους πιο «ειρωνικούς» χαιρετισμούς στην Αγία Γραφή: «Ο Κύριος είναι μαζί σου, γενναίε και δυνατέ πολεμιστή».[8] Ο χαιρετισμός είναι «ειρωνικός» αφού ο Γεδεών, κατά δήλωσή του, ανήκει στην πιο αδύναμη και άσημη γενιά της φυλής του.[9] Ο Γεδεών ουσιαστικά απαντά: «Λοιπόν, αν είσαι μαζί μας, γιατί συμβαίνουν όλα αυτά τα άσχημα πράγματα;» Ο Θεός λέει, «Σε διάλεξα για να σώσω τον Ισραήλ από τους Μαδιανίτες». Ο Γεδεών απαντάει ότι είναι από την πιο αδύναμη φυλή στο Ισραήλ και είναι ο πιο αδύναμος άνθρωπος στο σπίτι του πατέρα μου. Είναι σαν να λέει στον Θεό «Δεν μπορείς να εννοείς πραγματικά εμένα». Και όμως ο Θεός εννοούσε αυτόν και τον διαβεβαιώνει ότι θα είναι μαζί του. Ο Θεός έχει το σχέδιό του για τον αδύναμο Γεδεών.
        Η απάντηση του Θεού στο φόβο του Γεδεών είναι πολύ χρήσιμη. Ο Θεός δεν προσπάθησε να  ενισχύσει την αυτοπεποίθησή του Γεδεών. Ο Θεός δεν είπε στο Γεδεών «να είσαι δυνατός και να μην υποτιμάς τον εαυτό σου». Δεν το έκανε αυτό, επειδή το πρόβλημα του Γεδεών δεν ήταν ότι φοβόταν την ανεπάρκειά του. Το πρόβλημά του ήταν ότι φοβόταν πως ο Θεός δεν θα ήταν μαζί του. Όταν απέβαλε το φόβο αυτό, τότε πέτυχε να γίνει ο Κριτής και ο οδηγός του λαού του. Αυτό το φόβο τον απέβαλλε ο κορυφαίος των αποστόλων, ο Παύλος, γι’ αυτό μπορούσε με αυτοπεποίθηση να αναφωνεί, ότι όλα μπορεί να τα κατορθώσει με τη βοήθεια του Χριστού.[10]

3. Ο φόβος για τους άλλους
 
        Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που διακονούμε θα μας αγαπήσουν και θα μας εκτιμήσουν και θα μας ενθαρρύνουν όπως μπορούν, αλλά όχι όλοι. Μερικοί θα είναι επικριτές και θα υπονομεύουν την ποιμαντική διακονία μας. Μερικοί θα παραπονούνται και θα γκρινιάζουν διαρκώς. Κάποιοι θα μας πλησιάσουν με στοργική ειλικρίνεια και κάποιοι θα ενδώσουν στον πειρασμό να μιλήσουν πίσω από την πλάτη μας. Με κάποιους θα συνδεθούμε εύκολα και με άλλους οι σχέσεις μας θα είναι προβληματικές. Αυτοί οι άλλοι μπορεί να είναι ο συνεφημέριός μας, ο ενορίτης μας  ή και ο Επίσκοπός μας.
        Επειδή η διακονία μας θα γίνεται πάντα με τους ανθρώπους και για τους ανθρώπους, είναι ζωτικής σημασίας οι άνθρωποι να βρίσκονται στη σωστή θέση στην καρδιά μας. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στον φόβο να καθορίζει και να κατευθύνει το ποιμαντικό μας έργο. Αν είμαστε τόσο ευαίσθητοι στις απόψεις των άλλων τότε η διακονία μας θα είναι πράγματι προβληματική. Αν φοβόμαστε διαρκώς τη γνώμη των άλλων θα καταλήξουμε να διακονούμε, όχι για τη δόξα του Θεού, αλλά για την αποδοχή μας. Θα καταλήξουμε να απολογούμαστε στους άλλους ή να τους διαψεύδουμε. Και στις δύο περιπτώσεις, η διακονία μας θα διαφθείρεται από έναν αρχαίο ανθρώπινο φόβο – τον φόβο του άλλου ανθρώπου.[11]
        Η δύναμη που έχει ο φόβος του ανθρώπου να εκτρέπει ή να εξαπατά την διακονία μας, απεικονίζεται δυναμικά από τον απ. Παύλο στην προς Γαλάτας επιστολή του. Ο Πέτρος φοβήθηκε και όχι μόνο συμβιβάστηκε, αλλά εγκατέλειψε την διακονία προς τους εθνικούς, στην οποία τον είχε καλέσει ο Θεός (βλέπε Πράξεις 10ο κεφ.), επειδή φοβόταν «το κόμμα της περιτομής». Η κριτική του Παύλου ήταν ότι η διαγωγή του Πέτρου «δεν συμβάδιζε με την αλήθεια του ευαγγελίου», οπότε αντιμετώπισε κριτικά τον Πέτρο.[12] Πόσο η διακονία μας επηρεάζεται από πράξεις και αντιδράσεις, που έχουν τις ρίζες τους, όχι στον φόβο του Θεού αλλά στον φόβο του ανθρώπου; Πόσο συχνά μπαίνουμε στον πειρασμό να ενεργούμε με τρόπο που δεν συμφωνεί με αυτό που  πιστεύουμε; Πόσο καθορίζει ο φόβος του ανθρώπου την ημερήσια διάταξη στις εκκλησίες μας; Με ειλικρίνεια και ταπεινοφροσύνη πρέπει να συνεχίσουμε να θέτουμε αυτά τα ερωτήματα.
        Μακάρι να μπορούσαμε να πούμε ότι είμαστε ελεύθεροι από αυτόν τον φόβο, αλλά δεν είμαστε. Πόσες φορές δεν πιάσαμε τον εαυτό μας να αλλάζει ένα κήρυγμα, για να μη θίξει μερικούς, ή πόσες φορές δεν είπαμε μισές αλήθειες (η μισή αλήθεια είναι ολόκληρο ψέμα) ή δεν ασχοληθήκαμε με επουσιώδη και ανούσια διοικητικά ζητήματα (κυρίως συλλογή χρημάτων), παραβλέποντας την ουσία της διακονίας μας, το προσωπικό δηλ. κάλεσμα του κάθε ανθρώπου να ενταχθεί στην ποίμνη του Αρχιποιμένα μας;
 
4. Ο φόβος για το μέλλον
 
         Πάντοτε ζούμε και τελούμε τη διακονία μας μέσα στην αβεβαιότητα του αύριο. Τόσο στην προσωπική μας ζωή όσο και στη διακονία μας, καλούμαστε να εμπιστευτούμε και να υπακούσουμε και να πιστέψουμε ότι ο Θεός θα μας καθοδηγήσει και θα μεριμνήσει για όλα. Ουδείς γνωρίζει τι θα φέρει η επόμενη στιγμή, πόσο μάλλον ο επόμενος μήνας ή έτος. Η άγνοια του μέλλοντος μας πλημμυρίζει με φόβο. Όσο περισσότερο επικεντρωνόμαστε στο μέλλον, τόσο περισσότερο θα υποχωρούμε στο φόβο για το μέλλον και τόσο περισσότερο θα είμαστε μπερδεμένοι και αποθαρρημένοι στο εδώ και τώρα. Ο φόβος για το μέλλον ισοδυναμεί με την απώλεια του παρόντος. Πόσο χρήσιμο θα ήταν αν γνωρίζαμε εκ των προτέρων αν αυτός ο πρεσβύτερος θα έχει διχαστικό και αφοριστικό λόγο. Πόσο ωραίο θα ήταν να γνωρίζουμε αν τα οικονομικά του ναού μας πρόκειται να ανακάμψουν. Ένα σωρό «πόσο ωραία θα ήταν αν γνωρίζαμε…».
        Το γεγονός είναι ότι δυσκολευόμαστε να αντιμετωπίσουμε τα ζητήματα του μέλλοντος επειδή δυσκολευόμαστε να εμπιστευτούμε τον Θεό. Όμως μόνο ο Θεός ελέγχει κάθε πτυχή του μέλλοντος. Ο μόνος τρόπος για να ελευθερωθούμε από το φόβο για το τι έρχεται στη συνέχεια, είναι η εμπιστοσύνη μας στον Θεό. Όταν η εμπιστοσύνη μας στον Θεό είναι μεγαλύτερη από τον φόβο μας για το άγνωστο, τότε και μόνο τότε θα μπορέσουμε να ξεκουραστούμε ψυχικά και να αφοσιωθούμε στην διακονία μας, ακόμα κι αν δεν έχουμε ιδέα τι θα μας περιμένει στη γωνία. Τότε και μόνο τότε θα πάψει να μας στοιχειώνει το «τι θα γινόταν αν»; Χαιρετάμε το άγνωστο με προσδοκία ή με τρόμο; Η παρουσία και οι υποσχέσεις του Θεού ηρεμούν τα αναπάντητα ερωτήματά μας για το μέλλον ή όχι; Είναι απλά θέμα πίστης και εμπιστοσύνης στον Θεό.
 
5. Πολεμώντας τη φωτιά με φωτιά
 
         Οι διαπιστώσεις περί φόβου είναι χρήσιμες και εποικοδομητικές. Όμως αν παραμείνουν απλές διαπιστώσεις τότε το όφελος θα είναι ανύπαρκτο. Οπωσδήποτε πρέπει να αντιμετωπιστεί ο φόβος. Και ο φόβος αντιμετωπίζεται μόνο με έναν άλλο φόβο. Τον φόβο του Θεού.
         «Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου».[13] Ο φόβος αυτός προέρχεται από τον Θεό. Τον βιώνουμε εξαιτίας της παρουσίας του ζώντος Θεού, έχοντας ταυτόχρονα την συνείδηση της ρυπαρότητάς μας.[14] Όποιος στέκεται με δέος ενώπιον του Θεού, επειδή αισθάνεται την αναξιότητά του, αυτός αποκτά τον φόβο του Θεού και δεν φοβάται τίποτα και κανέναν. Αντίθετα όποιος δεν έχει φόβο Θεού φοβάται και τη σκιά του. Ο φόβος του Θεού είναι η μοναδική λύση για τους ποιμαντικούς μας φόβους. Είναι μόνο ο φόβος του Θεού που έχει την πνευματική δύναμη να κατακλύσει όλους τους οριζόντιους φόβους, που μπορούν να αιχμαλωτίσουν την καρδιά μας. Αυτοί οι φόβοι τοποθετούνται πάντα στη σωστή τους θέση μόνο από έναν μεγαλύτερο φόβο - τον φόβο του Θεού.
        Το να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να στριμώχνεται από οποιονδήποτε φόβο είναι ένας άσοφος, ασταθής και αντιπαραγωγικός τρόπος ζωής. Το να ζούμε μόνο για να απαλύνουμε τον φόβο δεν θα μας οδηγήσει ποτέ στο να είμαστε πραγματικά ελεύθεροι από τον φόβο. Το μοναδικό κλειδί για να μην κυβερνάται η καρδιά μας από φόβο είναι να αποκτήσουμε τον φόβο του Θεού. Ο φοβούμενος τον Θεό αγαπάει τον Θεό και η αγάπη αυτή εξαφανίζει τον οποιονδήποτε φόβο αφού «φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ' ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον».[15]


[1] Πράξ. 20,28 «προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ…».
[2] Λκ. 10,2.
[3] Εφεσ. 4,7 «Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ…».
[4] Α΄Κορ. 12, 4-13 «Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα· καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσι, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος· καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσιν, ἑκάστῳ δὲ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ συμφέρον. ᾧ μὲν γὰρ διὰ τοῦ Πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δὲ λόγος γνώσεως κατὰ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, ἑτέρῳ δὲ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δὲ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ Πνεύματι, ἄλλῳ δὲ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δὲ προφητεία, ἄλλῳ δὲ διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ δὲ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δὲ ἑρμηνεία γλωσσῶν, πάντα δὲ ταῦτα ἐνεργεῖ τὸ ἓν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθὼς βούλεται. Καθάπερ γὰρ τὸ σῶμα ἕν ἐστι καὶ μέλη ἔχει πολλά, πάντα δὲ τὰ μέλη τοῦ σώματος τοῦ ἑνός, πολλὰ ὄντα, ἕν ἐστι σῶμα, οὕτω καὶ ὁ Χριστός· καὶ γὰρ ἐν ἑνὶ Πνεύματι ἡμεῖς πάντες εἰς ἓν σῶμα ἐβαπτίσθημεν…».
[5] Ρωμ. 3,1, «οὐκ ἔστι δίκαιος οὐδὲ εἷς» και Ιακ. 3,2 «πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες».
[6] Ψαλμ. 26,1.
[7] Βλ. Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ, Έσσεξ Αγγλίας 19998 , σ. 51 κ.ε.
[8] Κριτ. 6, 12 «καὶ ὤφθη αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Κύριος μετὰ σοῦ, ἰσχυρὸς τῶν δυνάμεων».
[9] στο ίδιο, 6, 15 «ἰδοὺ ἡ χιλιάς μου ἠσθένησεν ἐν Μανασσῇ, καὶ ἐγώ εἰμι μικρότερος ἐν οἴκῳ τοῦ πατρός μου».
[10] Φιλιπ. 4, 13 «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ».
[11] Paul David Tripp, Dangerous Calling: Confronting the Unique Challenges of Pastoral Ministry, Crossway, USA 2012, σ. 87.
[12] Γαλ. 2,11-14 «Ὅτε δὲ ἦλθε Πέτρος εἰς Ἀντιόχειαν, κατὰ πρόσωπον αὐτῷ ἀντέστην, ὅτι κατεγνωσμένος ἦν. πρὸ τοῦ γὰρ ἐλθεῖν τινας ἀπὸ Ἰακώβου μετὰ τῶν ἐθνῶν συνήσθιεν· ὅτε δὲ ἦλθον, ὑπέστελλε καὶ ἀφώριζεν ἑαυτόν, φοβούμενος τοὺς ἐκ περιτομῆς. καὶ συνυπεκρίθησαν αὐτῷ καὶ οἱ λοιποὶ Ἰουδαῖοι, ὥστε καὶ Βαρνάβας συναπήχθη αὐτῶν τῇ ὑποκρίσει. ἀλλ' ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου, εἶπον τῷ Πέτρῳ ἔμπροσθεν πάντων· εἰ σὺ Ἰουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς ζῇς καὶ οὐκ ἰουδαϊκῶς, τί τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις ἰουδαΐζειν;».
[13] Παροιμ. 9,10.
[14] Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί, εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ, Έσσεξ Αγγλίας 19963, σ. 33.
[15] Ά Ιωαν. 4,18.


2 σχόλια:

Αθανάσιος Κοταδάκης είπε...

Εξαίρετη ανάλυση και ρεαλιστική. Πολύπλευρο, όσο και πολυσήμαντο, και θαρρετό «εκ βαθέων» κληρικού. Πολύ σπουδαίο αυτό. Ωστόσο το αξίωμα «φωτιά με φωτιά» έμεινε χωρίς κάποιες ενδεικτικές έστω προτάσεις ποιμαντικών ενεργειών αντιμετώπισης του τραγικού σήμερα ! Αθανάσιος Κοτταδάκης

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια κ. Κοτταδάκη. Με τιμάτε. Συγχαρητήρια και για τα εξόχως εποικοδομητικά κείμενά σας. Με αναπαύουν και με ενισχύουν. Όσον αφορά τις ποιμαντικές προτάσεις, μακάρι στην Ποιμαντική να υπήρχαν νόρμες και συνταγές. Θα γλιτώναμε από πολλές δυσάρεστες καταστάσεις. Αλλά δεν υπάρχουν. Κάθε άνθρωπος είναι μοναδικός και ξεχωριστός και χρειάζεται μοναδική και ξεχωριστή φροντίδα και διακονία. Γι' αυτό η Ποιμαντική είναι τέχνη τεχνών. Πιστεύω ότι ο άνθρωπος που έχει φόβο Θεού ενεργεί με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος το οποίο τον πληροφορεί πώς να ενεργήσει σε κάθε περίσταση.
Να έχετε υγεία

Με τιμή και σεβασμό
π.Χριστόφορος Χρόνης