ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ, ΜΑΣ ΜΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΑ ΓΟΥΣΤΑ ΜΑΣ;
Σε ένα από τα προηγούμενα κείμενά μας, ασχοληθήκαμε με την προοδευτική
χαλάρωση της χριστιανικής συνείδησης στο δυτικό κόσμο. Έχω την εντύπωση, όμως,
πως και στη χώρα μας, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα τέτοιο φαινόμενο.
Κατέληξα σε αυτό το συμπέρασμα, παρατηρώντας ορισμένα συμπτώματα στη
θρησκευτική συμπεριφορά του λαού μας.
Πολλά είναι να συμπτώματα: ένα πρόσφατο τέτοιο γεγονός, είναι και ο
απαξιωτικός και προσβλητικός τρόπος με τον οποίο τα ΜΜΕ και κυρίως τα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης, αντέδρασαν στις ανακοινώσεις της Ιεράς Συνόδου της
Ορθόδοξης Εκκλησίας, για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.
Είναι ο καθένας ελεύθερος να δεχθεί ή να μη δεχθεί τη διδασκαλία της Εκκλησίας, μπορεί αυτή να του αρέσει ή να μην του αρέσει, αλλά κανείς δεν έχει το δικαίωμα να εκφράζει τέτοια ειρωνεία και τέτοιο χλευασμό ενάντια στην Εκκλησία για το λόγο ότι εκείνη, όπως όφειλε, εξέφρασε τη γνώμη της. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, που τόσα χρόνια δεν το έχω συναντήσει ούτε στην αποκαλούμενη «εκκοσμικευμένη» και «αποχριστιανοποιημένη» Δύση.
Μπορεί να σκεφτεί κανείς, ότι πρόκειται για ένα μεμονωμένο γεγονός,
αλλά όταν αναλογίζομαι πως το 51% από τους Έλληνες δέχονται τον γάμο των
ομόφυλων ζευγαριών, ενώ μόνο το 35% εμφανίζεται αρνητικό σαν να μην υπάρχει
κανένα πρόβλημα με τη χριστιανική διδασκαλία, όταν οι πολιτικοί γάμοι έχει
ξεπεράσει σε αριθμούς τους θρησκευτικούς, όταν για πολλούς συμπατριώτες μας η
πίστη αποτελεί μονάχα έναν εξωτερικό μανδύα, αλλά και τόσα άλλα «όταν», τότε
αρχίζω να αναρωτιέμαι, μήπως και στην θρησκευτικότατη χώρα μας, έχει «αρχίσει»
η διαδικασία της απομάκρυνσης της από τη διδασκαλία του Χριστού; Μήπως τελικά
και στα μέρη μας, επιθυμούμε μια θρησκεία à la carte, σύμφωνα, δηλαδή με τα
γούστα μας;
Πριν από μερικούς μήνες η εφημερίδα «Καθημερινή» δημοσίευσε μίαν
έρευνα που διενήργησε, σε 34 χώρες, το αμερικανικό Pew Research Center,
αναφορικά με τη σημασία που έχουν ο Θεός και η προσευχή στη ζωή των πολιτών. Ο
τίτλος της Καθημερινής ήταν: «Έλληνες, οι πιο θρήσκοι της Ευρώπης!».
Πράγματι, στην Πατρίδα μας, ακόμα η θρησκεία και η πίστη αποτελούν
σπουδαίες αξίες για τη ζωή των Ελλήνων περισσότερο από πολλά άλλα μέρη του
δυτικού κόσμου. Μας προκαλεί όμως εντύπωση, το γεγονός ότι, σε αυτήν την
έρευνα, μόνο για το 53% των Ελλήνων η πίστη στο Θεό είναι προϋπόθεση για να
είσαι ηθικός. Δηλαδή, σχεδόν για τους μισούς Έλληνες η πίστη δε διαμορφώνει τη
ζωή τους.
Βέβαια η θρησκεία για τους Έλληνες εξακολουθεί να παίζει ένα μεγάλο
ρόλο, μεταξύ των άλλων, διότι, όπως έδειξε η Έρευνα του Pew Research Group,
τρεις στους τέσσερις Έλληνες (το 76%) θεωρούν πως η θρησκεία είναι βασικό
συστατικό της εθνικότητας. Αυτό όμως, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι πρόκειται
και για μια πίστη που διαμορφώνει την προσωπική και κυρίως την κοινωνική ζωή
των συμπατριωτών μας.
Δε θέλω να μπω «στα χωράφια» της αδελφής Ορθόδοξης Εκκλησίας, καθώς
αναφέρομαι πρώτα και κύρια στους καθολικούς πιστούς. Αλλά εδώ στην Ελλάδα, αν
και δεν είμαστε ακόμα θρησκευτικά ενωμένοι, κοινωνιολογικά, στην καθημερινή
ζωή, ο λαός μας είναι τόσο ενωμένος, ώστε νομίζω πως δεν υπάρχει μεγάλη
διαφορά, ως προς τον τρόπο με τον οποίον οι πιστοί μας βιώνουν ή δεν βιώνουν
την πίστη τους.
Αποτελεί σχεδόν γενική διαπίστωση των ποιμένων, πως η διδασκαλία του
Χριστού δεν επηρεάζει πια τόσο βαθιά τη ζωή των πιστών μας. Ο Χριστός γίνεται
όλο και περισσότερο ξένος στο βάθος των πεποιθήσεών τους. Για πολλούς
συμπατριώτες μας, η πίστη δεν αποτελεί πλέον κινητήρια δύναμη στην ατομική και
κυρίως στην κοινωνική ζωή τους. Είναι πολλοί, και οι Ορθόδοξοι ιερείς, που δεν
διστάζουν να δηλώσουν ότι, παρά τα φαινόμενα, οι «χριστιανοί» (αυτοί που όχι
μόνο λέγονται, αλλά και είναι χριστιανοί), όλο και περισσότερο, αποτελούν μια
μειονότητα.
Οφείλουμε να έχουμε υπόψη μας, πως ο «θρησκευόμενος» δεν σημαίνει
αναγκαστικά και ο «πιστεύων». Ο «θρησκευόμενος» είναι αυτός που αρέσκεται σε
μερικές εξωτερικές θρησκευτικές συνήθειες, χωρίς αυτές να διαμορφώνουν τη ζωή
του. Ο «πιστός» είναι αυτός που η πίστη του επηρεάζει βαθιά τη ζωή του. Με τον
όρο «πίστη» εννοούμε τη γεμάτη αγάπη συνάντηση με το Θεό, που μετουσιώνει τη
ύπαρξή μας.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που απασχολεί σήμερα τις Εκκλησίες και στη
χώρα μας, τουλάχιστον την Εκκλησία στην οποία ανήκω σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι
πως δεν μπορούμε πια να αρκεστούμε σε τελετές και στον παραδοσιακό ευαγγελισμό
των πιστών. Έχοντας υπόψη μας την προοδευτική χαλάρωση της πίστης, σε οριζόντιο
επίπεδο, χρειάζεται ένας νέος ευαγγελισμός, ένας καινούργιος τρόπος μετάδοσης
της πίστης.
Ο σκοπός αυτού του ανανεωμένου αποστολικού ευαγγελισμού, είναι, η
δημιουργία ώριμων χριστιανών, οι οποίοι θα αισθάνονται «ότι κλήθηκαν» από τον
Χριστό και απαντούν με τη ζωή τους σε αυτό το κάλεσμα, έτσι όπως συνέβαινε με
τους μαθητές του Ιησού, οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του και τον
ακολούθησαν.
Και σήμερα υπάρχει επιτακτική ανάγκη οι άνθρωποι να «γνωρίσουν» τον
Ιησού και να τον βιώσουν μέσα στην κοινότητα που είναι η Εκκλησία, θέτοντάς Τον
στο κέντρο της ύπαρξής τους.
+ Ιωάννης Σπιτέρης
Ο Ιωάννης Σπιτέρης είναι πρ. Ρωμαιοκαθολικός Αρχιεπίσκοπος
Κερκύρας
1 σχόλιο:
Απόλυτα σωστό κείμενο ,όσο για τους ορθοδοξοαμύντορες δεν έχω δεί-ακούσει τι προσπάθειες καταβάλουν παραπέρα για το θέμα αυτό ,πέραν της αυτοεπιβεβαίωσης στους στενούς κύκλους τους.
Δημοσίευση σχολίου